Action
Member
- Μηνύματα
- 117
- Likes
- 411
- Ταξίδι-Όνειρο
- Γαλλική Πολυνησία
Ημέρα 5η
Κανονικά με τόση κούραση που είχα θα έπρεπε να ξυπνήσω με το ξυπνητήρι. Όμως κρύωνα πολύ και κάνοντας το κόπο να κλείσω κάποια παράθυρα είδα ότι έβρεχε ασταμάτητα. Ο ουρανός κατάμαυρος, το δρομάκι είχε μετατραπεί σε ένα μικρό ρυάκι και δεν φαινόταν να είχε τη θέληση να ‘’ξημερώσει’’. Αύγουστος, σκέφτηκα, κουνώντας το κεφάλι. Το ρολόι έδειχνε 6:42. Δε ξανακοιμήθηκα έκτοτε. Με την αλλαγή του προγράμματος της προηγούμενης ημέρας είχαμε αφήσει τη περιοχή του Εγιούπ και του Μπαλάτ. Λέγαμε να ξεκινήσουμε από το καφέ του Πιέρ Λοτί και στη συνέχεια να το περπατούσαμε προς τα κάτω, περνώντας από το νεκροταφείο, το τζαμί της Βαλιντέ Σουλτάν Μιχρισάχ κτλ κτλ και να καταλήγαμε στο Μπαλάτ, με κάποιο τρόπο. Με αυτό το κατακλυσμό δε θα πηγαίναμε πουθενά, όπως όλα έδειχναν. Με τη φασαρία που έκανα ανακατεύοντας τα χαρτιά και τους χάρτες μου, ξύπνησα και τους άλλους.
- Εσύ; Όρθια; Τόσο νωρίς;, είπε η Μαρίνα (ξέρω τι θα σκεφτείτε, έλαααα δε θέλω σχόλια, είπαμε είναι φήμες
).
- Ναι, της λέω κοιτάζοντας έξω από το τζάμι και αφήνοντας έναν αναστεναγμό.
- Βρέχει πολύ εεε; Και τώρα;
- Δεν έχω ιδέα. Πιθανόν θα πάμε αν ‘’κόψει’’ λίγο, που δε το βλέπω, εδώ κοντά στα ‘’δεύτερα’’ που έχουμε αφήσει και το μεσημεράκι θα πάμε να βρούμε τους άλλους για την επιστροφή.
- Είχαμε και ‘’δεύτερα’’;
- Εεε είχαμε, ήταν πολλά για να τα δούμε όλα σε 5 μέρες. Ένα ξεσκαρτάρισμα είχαμε κάνει να δούμε τα βασικά και να περπατήσουμε τη πόλη…. Ρε συ, ήθελα να’ξερα όταν ακούς διαφημίσεις Κων/πολη 4 ημέρες μπλα μπλα μπλα, τι βλέπουν ακριβώς αυτοί οι άνθρωποι; Γιατί εμείς ‘’ξεποδαριαστήκαμε’’ και δε χαρήκαμε και τη πόλη όπως θα θέλαμε, να καπνίσουμε έναν αργιλέ βρε αδερφέ ( λέμε τώρα αν καπνίζαμε), να πηγαίναμε σε μια μιλόγκα ένα βράδι (ξέρω ξέρω, εγώ θα σας έσερνα για tango αλλά το χατηράκι μου δε θα μου το κάνατε έτσι για ένα ποτάκι στο χαλαρό; ) , να νυχτοπερπατούσαμε και λίγο … ξέρω κι εγώ;
- Καλά, ας φάμε πρωινό και βλέπουμε.
Πήραμε το πρωινό μας στον εσωτερικό χώρο, δανειστήκαμε ομπρέλες από το ξενοδοχείο και βγαίνοντας τους έδειξα το δρόμο χαράσσοντας αντίθετη πορεία από τη συνηθισμένη. Ήταν όμορφη η γειτονιά μας τελικά
Φτάσαμε στη Μικρή Αγιά Σοφιά. Κυριακή πρωί, ψυχή πουθενά. Είμαστε μόνοι μας ολότελα. Όμορφη πολύ η εκκλησία αυτή και καλοδιατηρημένη.
Η βροχή σταμάτησε για λίγο κλείσαμε τις ομπρέλες και κατευθυνθήκαμε για το μουσείο των ψηφιδωτών, από το μεγάλο παλάτι. Είσοδος 10 λίρες και βρεθήκαμε να χαζεύουμε τα τεράστια δάπεδα και τον τρόπο συντήρησής τους.
Βγαίνοντας, είδαμε και λίγο ήλιο, αρχίσαμε να ανηφορίζουμε προς τον Ιππόδρομο, πετάω την ιδέα να ρωτήσουμε πόσο μακριά είναι το Εγιούπ, ή στη τελική μόνο το Μπαλάτ. Πετύχαμε τους υπαλλήλους του γραφείου τουρισμού να πίνουν το καφεδάκι τους στα παγκάκια απέξω. Παρόλο που δεν είχε αρχίσει η βάρδια τους, μας πληροφόρησαν ότι θα κάνετε με ένα ταξί περίπου 15’ να πάτε και θα σας πάρει από 25 – 35 λίρες, ανάλογα τη κίνηση λόγω της βροχερής ημέρας. Το σκεφτήκαμε λίγο όσο η Μαρίνα έκανε συνάλλαγμα και αποφασίσαμε βλέποντας το χάρτη να μη πάμε στο Εγιούπ, αλλά στη Μονή της Χώρας και από εκεί να το περπατήσουμε μέχρι το Φανάρι. Έτσι και κάναμε. Ο ταξιτζής είχε αρχίσει να μας κάνει και ξενάγηση ταυτόχρονα, τώρα περνάμε αυτό, τώρα περνάμε εκείνο, τι καλά που θα ήταν να τα βλέπαμε κιόλας αυτά που μας λέτε ήμουνα οριακά να ξεστομίσω εγώ, προφανώς θα χρειαστείτε υαλοκαθαριστήρες και στα πλαινά παράθυρα… Και όντως από τη βροχή που έπεφτε δε βλέπαμε ούτε στο ένα μέτρο. Φτάνουμε και το ταξίμετρο είχε γράψει 55 λίρες, ενώ είχαμε συμφωνήσει στις 30 αρχικά, παρόλα αυτά εκείνος το έβαλε να γράφει. Έπρεπε να μας είχε προβληματίσει! Αλλά ήταν πρωί ακόμη! Βγάζει η Μαρίνα να πληρώσει από τα χρήματα που μόλις είχε μετατρέψει, δίνοντάς του ένα 50 και ένα 10. Με μία ταχυδακτυλουργική κίνηση του ενός χεριού εξαφανίζει το χαρτονόμισμα των 50 και εμφανίζει ένα των 5, γυρίζει και μας λέει ότι δε του τα δώσαμε σωστά. Φασαρία, κακό, εμείς να του λέμε ότι το κορίτσι σήμερα μετέτρεψε χρήματα και ήξερε ακριβώς τι είχε μέσα στο πορτοφόλι, εκείνος να επιμένει ότι δε του τα δώσαμε σωστά, σκεφτήκαμε να πάρουμε την αστυνομία, ο χρόνος πίεζε, η βροχή έπεφτε χωρίς σταματημό, τελικά του δώσαμε και άλλο ένα χαρτονόμισμα των 50 και στην ουσία η ‘’κούρσα’’ μας κόστισε 105 λίρες. Ωραιότατα!!! Με τεράστιο εκνευρισμό περάσαμε τη πύλη της Μονής της Χώρας. Το κυρίως μέρος της ήταν δυστυχώς κλειστό, πιθανόν λόγω επισκευών και συντήρησης. Μεγάλη σε μέγεθος, εντυπωσιακά τα ψηφιδωτά, στις δόξες της θα πρέπει να ήταν πολύ όμορφη.
Η βροχή δεν έλεγε να σταματήσει. Τα παπούτσια μας ήταν ήδη μούσκεμα και πάνω που το συζητούσαμε καταφθάνει ένα γκρούπ ρώσων και εκεί σταματήσαμε τη γκρίνια. Μπαίνοντας μέσα οι άνθρωποι έψαχναν τρόπο να αλλάξουν ρούχα (όσοι είχαν), άρα καλά είμαστε, όχι μόνο καλά, πολύ καλά. Αποκλειστήκαμε στη Μονή για περίπου 1 ½ ώρα. Φωτογραφίσαμε, ξαναφωτογραφίσαμε εγώ σκεφτόμουν κρίμα να μην είναι αγγλόφωνο γκρούπ μια χαρά θα μου περνούσε η ώρα, καθίσαμε στο τέλος σε ένα παγκάκι και προσπαθούσαμε να καταλάβουμε το μαγικό κόλπο του ταξιτζή. Κανείς μας δε τα κατάφερε να το εξηγήσει. Ψιχάλιζε πια όταν αφήσαμε τη Μονή της Χώρας και κατευθυνθήκαμε για το Φανάρι ουσιαστικά, περνώντας μέσα από τα στενάκια στο Μπαλάτ.
Περπαντώντας λίγο πιο κάτω σε αυτό το στενό μας έσπασε τη μύτη η μυρωδιά φρεσκοψημένου ψωμιού. Προερχόταν από ένα φούρνο από αυτούς τους παλιακούς με την ανύπαρκτη βιτρίνα, τις μεγάλες τετράγωνες λαμαρίνες και τα ξύλινα καφάσια να ξεχειλίζουν από τις φρατζόλες. Αγοράσαμε τα πιο νόστιμα κουλουράκια ''Θεσαλονίκης'' που έχω φάει ποτέ στη ζωή μου!
όπου σταθώ και όπου βρεθώ
Λίγο πιο κάτω από τη Μεγάλη του Γένους σχολή απαντήσαμε ένα ζευγάρι από τη Λάρισα. Κρατούσαν στο χέρι τον ίδιο ταξιδιωτικό οδηγό με τον δικό μας. Ήταν η πρώτη τους μέρα, δεν είχαν στη διάθεσή τους κι αυτοί πολλές, 3 όλες κι όλες, συζητήσαμε λίγο για το τι μας άρεσε τι όχι, τους ευχηθήκαμε να περάσουν όμορφα και συνεχίσαμε.
Βγήκαμε στο παραλιακό δρόμο πήραμε το 99 λεωφορείο και μας άφησε στο Εμίνονου. Ήταν Κυριακή και γνωρίζαμε πολύ καλά ότι η Μεγάλη Αγορά, το Καπαλί Τσαρσί θα ήταν κλειστό. Ήταν όμως ανοικτή η αγορά των μπαχαρικών. Κατευθυνθήκαμε λοιπόν προς τα εκεί.
Από όλο το singing in the rain που χόρεψα
παρόλη τη κούραση και την αυπνία με εμφανή τα σημάδια της στο πρόσωπό μου
η Μαρίνα κλίκαρε μόνο τη τελική πόζα
View attachment 134520
Η αγορά των μπαχαρικών. Στο λίγο χρόνο που μας είχε απομείνει, μπήκαμε να τη χαζέψουμε, χαλαρά πια. Μια αγορά όνειρο, γεμάτη χρώματα και αρώματα.
View attachment 134522
View attachment 134523
View attachment 134525
View attachment 134526
View attachment 134527
View attachment 134528
View attachment 134529
View attachment 134530
View attachment 134531
Κανονικά με τόση κούραση που είχα θα έπρεπε να ξυπνήσω με το ξυπνητήρι. Όμως κρύωνα πολύ και κάνοντας το κόπο να κλείσω κάποια παράθυρα είδα ότι έβρεχε ασταμάτητα. Ο ουρανός κατάμαυρος, το δρομάκι είχε μετατραπεί σε ένα μικρό ρυάκι και δεν φαινόταν να είχε τη θέληση να ‘’ξημερώσει’’. Αύγουστος, σκέφτηκα, κουνώντας το κεφάλι. Το ρολόι έδειχνε 6:42. Δε ξανακοιμήθηκα έκτοτε. Με την αλλαγή του προγράμματος της προηγούμενης ημέρας είχαμε αφήσει τη περιοχή του Εγιούπ και του Μπαλάτ. Λέγαμε να ξεκινήσουμε από το καφέ του Πιέρ Λοτί και στη συνέχεια να το περπατούσαμε προς τα κάτω, περνώντας από το νεκροταφείο, το τζαμί της Βαλιντέ Σουλτάν Μιχρισάχ κτλ κτλ και να καταλήγαμε στο Μπαλάτ, με κάποιο τρόπο. Με αυτό το κατακλυσμό δε θα πηγαίναμε πουθενά, όπως όλα έδειχναν. Με τη φασαρία που έκανα ανακατεύοντας τα χαρτιά και τους χάρτες μου, ξύπνησα και τους άλλους.
- Εσύ; Όρθια; Τόσο νωρίς;, είπε η Μαρίνα (ξέρω τι θα σκεφτείτε, έλαααα δε θέλω σχόλια, είπαμε είναι φήμες
- Ναι, της λέω κοιτάζοντας έξω από το τζάμι και αφήνοντας έναν αναστεναγμό.
- Βρέχει πολύ εεε; Και τώρα;
- Δεν έχω ιδέα. Πιθανόν θα πάμε αν ‘’κόψει’’ λίγο, που δε το βλέπω, εδώ κοντά στα ‘’δεύτερα’’ που έχουμε αφήσει και το μεσημεράκι θα πάμε να βρούμε τους άλλους για την επιστροφή.
- Είχαμε και ‘’δεύτερα’’;
- Εεε είχαμε, ήταν πολλά για να τα δούμε όλα σε 5 μέρες. Ένα ξεσκαρτάρισμα είχαμε κάνει να δούμε τα βασικά και να περπατήσουμε τη πόλη…. Ρε συ, ήθελα να’ξερα όταν ακούς διαφημίσεις Κων/πολη 4 ημέρες μπλα μπλα μπλα, τι βλέπουν ακριβώς αυτοί οι άνθρωποι; Γιατί εμείς ‘’ξεποδαριαστήκαμε’’ και δε χαρήκαμε και τη πόλη όπως θα θέλαμε, να καπνίσουμε έναν αργιλέ βρε αδερφέ ( λέμε τώρα αν καπνίζαμε), να πηγαίναμε σε μια μιλόγκα ένα βράδι (ξέρω ξέρω, εγώ θα σας έσερνα για tango αλλά το χατηράκι μου δε θα μου το κάνατε έτσι για ένα ποτάκι στο χαλαρό; ) , να νυχτοπερπατούσαμε και λίγο … ξέρω κι εγώ;
- Καλά, ας φάμε πρωινό και βλέπουμε.
Πήραμε το πρωινό μας στον εσωτερικό χώρο, δανειστήκαμε ομπρέλες από το ξενοδοχείο και βγαίνοντας τους έδειξα το δρόμο χαράσσοντας αντίθετη πορεία από τη συνηθισμένη. Ήταν όμορφη η γειτονιά μας τελικά
Φτάσαμε στη Μικρή Αγιά Σοφιά. Κυριακή πρωί, ψυχή πουθενά. Είμαστε μόνοι μας ολότελα. Όμορφη πολύ η εκκλησία αυτή και καλοδιατηρημένη.
Η βροχή σταμάτησε για λίγο κλείσαμε τις ομπρέλες και κατευθυνθήκαμε για το μουσείο των ψηφιδωτών, από το μεγάλο παλάτι. Είσοδος 10 λίρες και βρεθήκαμε να χαζεύουμε τα τεράστια δάπεδα και τον τρόπο συντήρησής τους.
Βγαίνοντας, είδαμε και λίγο ήλιο, αρχίσαμε να ανηφορίζουμε προς τον Ιππόδρομο, πετάω την ιδέα να ρωτήσουμε πόσο μακριά είναι το Εγιούπ, ή στη τελική μόνο το Μπαλάτ. Πετύχαμε τους υπαλλήλους του γραφείου τουρισμού να πίνουν το καφεδάκι τους στα παγκάκια απέξω. Παρόλο που δεν είχε αρχίσει η βάρδια τους, μας πληροφόρησαν ότι θα κάνετε με ένα ταξί περίπου 15’ να πάτε και θα σας πάρει από 25 – 35 λίρες, ανάλογα τη κίνηση λόγω της βροχερής ημέρας. Το σκεφτήκαμε λίγο όσο η Μαρίνα έκανε συνάλλαγμα και αποφασίσαμε βλέποντας το χάρτη να μη πάμε στο Εγιούπ, αλλά στη Μονή της Χώρας και από εκεί να το περπατήσουμε μέχρι το Φανάρι. Έτσι και κάναμε. Ο ταξιτζής είχε αρχίσει να μας κάνει και ξενάγηση ταυτόχρονα, τώρα περνάμε αυτό, τώρα περνάμε εκείνο, τι καλά που θα ήταν να τα βλέπαμε κιόλας αυτά που μας λέτε ήμουνα οριακά να ξεστομίσω εγώ, προφανώς θα χρειαστείτε υαλοκαθαριστήρες και στα πλαινά παράθυρα… Και όντως από τη βροχή που έπεφτε δε βλέπαμε ούτε στο ένα μέτρο. Φτάνουμε και το ταξίμετρο είχε γράψει 55 λίρες, ενώ είχαμε συμφωνήσει στις 30 αρχικά, παρόλα αυτά εκείνος το έβαλε να γράφει. Έπρεπε να μας είχε προβληματίσει! Αλλά ήταν πρωί ακόμη! Βγάζει η Μαρίνα να πληρώσει από τα χρήματα που μόλις είχε μετατρέψει, δίνοντάς του ένα 50 και ένα 10. Με μία ταχυδακτυλουργική κίνηση του ενός χεριού εξαφανίζει το χαρτονόμισμα των 50 και εμφανίζει ένα των 5, γυρίζει και μας λέει ότι δε του τα δώσαμε σωστά. Φασαρία, κακό, εμείς να του λέμε ότι το κορίτσι σήμερα μετέτρεψε χρήματα και ήξερε ακριβώς τι είχε μέσα στο πορτοφόλι, εκείνος να επιμένει ότι δε του τα δώσαμε σωστά, σκεφτήκαμε να πάρουμε την αστυνομία, ο χρόνος πίεζε, η βροχή έπεφτε χωρίς σταματημό, τελικά του δώσαμε και άλλο ένα χαρτονόμισμα των 50 και στην ουσία η ‘’κούρσα’’ μας κόστισε 105 λίρες. Ωραιότατα!!! Με τεράστιο εκνευρισμό περάσαμε τη πύλη της Μονής της Χώρας. Το κυρίως μέρος της ήταν δυστυχώς κλειστό, πιθανόν λόγω επισκευών και συντήρησης. Μεγάλη σε μέγεθος, εντυπωσιακά τα ψηφιδωτά, στις δόξες της θα πρέπει να ήταν πολύ όμορφη.
Η βροχή δεν έλεγε να σταματήσει. Τα παπούτσια μας ήταν ήδη μούσκεμα και πάνω που το συζητούσαμε καταφθάνει ένα γκρούπ ρώσων και εκεί σταματήσαμε τη γκρίνια. Μπαίνοντας μέσα οι άνθρωποι έψαχναν τρόπο να αλλάξουν ρούχα (όσοι είχαν), άρα καλά είμαστε, όχι μόνο καλά, πολύ καλά. Αποκλειστήκαμε στη Μονή για περίπου 1 ½ ώρα. Φωτογραφίσαμε, ξαναφωτογραφίσαμε εγώ σκεφτόμουν κρίμα να μην είναι αγγλόφωνο γκρούπ μια χαρά θα μου περνούσε η ώρα, καθίσαμε στο τέλος σε ένα παγκάκι και προσπαθούσαμε να καταλάβουμε το μαγικό κόλπο του ταξιτζή. Κανείς μας δε τα κατάφερε να το εξηγήσει. Ψιχάλιζε πια όταν αφήσαμε τη Μονή της Χώρας και κατευθυνθήκαμε για το Φανάρι ουσιαστικά, περνώντας μέσα από τα στενάκια στο Μπαλάτ.
Περπαντώντας λίγο πιο κάτω σε αυτό το στενό μας έσπασε τη μύτη η μυρωδιά φρεσκοψημένου ψωμιού. Προερχόταν από ένα φούρνο από αυτούς τους παλιακούς με την ανύπαρκτη βιτρίνα, τις μεγάλες τετράγωνες λαμαρίνες και τα ξύλινα καφάσια να ξεχειλίζουν από τις φρατζόλες. Αγοράσαμε τα πιο νόστιμα κουλουράκια ''Θεσαλονίκης'' που έχω φάει ποτέ στη ζωή μου!
όπου σταθώ και όπου βρεθώ
Λίγο πιο κάτω από τη Μεγάλη του Γένους σχολή απαντήσαμε ένα ζευγάρι από τη Λάρισα. Κρατούσαν στο χέρι τον ίδιο ταξιδιωτικό οδηγό με τον δικό μας. Ήταν η πρώτη τους μέρα, δεν είχαν στη διάθεσή τους κι αυτοί πολλές, 3 όλες κι όλες, συζητήσαμε λίγο για το τι μας άρεσε τι όχι, τους ευχηθήκαμε να περάσουν όμορφα και συνεχίσαμε.
Βγήκαμε στο παραλιακό δρόμο πήραμε το 99 λεωφορείο και μας άφησε στο Εμίνονου. Ήταν Κυριακή και γνωρίζαμε πολύ καλά ότι η Μεγάλη Αγορά, το Καπαλί Τσαρσί θα ήταν κλειστό. Ήταν όμως ανοικτή η αγορά των μπαχαρικών. Κατευθυνθήκαμε λοιπόν προς τα εκεί.
Από όλο το singing in the rain που χόρεψα
View attachment 134520
Η αγορά των μπαχαρικών. Στο λίγο χρόνο που μας είχε απομείνει, μπήκαμε να τη χαζέψουμε, χαλαρά πια. Μια αγορά όνειρο, γεμάτη χρώματα και αρώματα.
View attachment 134522
View attachment 134523
View attachment 134525
View attachment 134526
View attachment 134527
View attachment 134528
View attachment 134529
View attachment 134530
View attachment 134531
Last edited: