soudianos
Member
- Μηνύματα
- 3.781
- Likes
- 6.647
- Ταξίδι-Όνειρο
- Βερακρούζ
Περιεχόμενα
Σταυροχώρι Σητείας
Συναντήσαμε μια μεγάλη πινακίδα που έγραφε «Στη Σπηλιά του Δράκου». Πάτησα γκάζι… Μετά από φαράγγια με νεκρούς…,παραλίες με φαντάσματα…, οι δράκοι μας λείπανε!!! Περάσαμε το δημοφιλές τουριστικό θέρετρο Μακρή Γυαλό και από τον Κουτσουρά αφήσαμε τον παραλιακό και μπήκαμε στα μεσόγεια. Η απόσταση για το Σταυροχώρι ήταν 15-20 λεπτά από την παραλία. Οδηγούσαμε στον στενό επαρχιακό δρόμο ανάμεσα σε δάσος από φορτωμένα με καρπό λιόδεντρα. Στο μισό της διαδρομής φάνηκαν αυτοκίνητα σταματημένα δίπλα στον επαρχιακό στενό δρόμο. Ήταν η εκκλησία του Αγ. Φανούριου κτισμένη ανάμεσα στα λιόφυτα που γιόρταζε την επόμενη ημέρα 27 Αυγούστου και τώρα γινόταν ο πανηγυρικός εσπερινός. Δεν σταματήσαμε για να είμαστε ακριβείς στο ραντεβού με το άτομο που θα συναντούσαμε στο χωριό.
Γριούλα, κοντούλα, λεπτή με το χαμόγελο στα χείλη πάντα, μας περίμενε στον κεντρικό δρόμο που περνούσε έξω από το χωριό. Μόνιμα ντυμένη στα μαύρα, μόνη κι έρημη, έχει χάσει πέντε μικρά παιδιά την εποχή της μεγάλης παιδικής θνησιμότητας, και πέρυσι έχασε τον άντρα της. Ήταν μια επίσκεψη απάντηση στις προσκλήσεις της, δίνοντας της τη ευκαιρία και τη χαρά ανταπόδοσης υποχρέωσης, ασήμαντης μεν για μας σημαντική δε για κείνη.
Το χωριό που είχε υψόμετρο 350 μέτρα ήταν βουτηγμένο στο πράσινο όπως και όλη η περιοχή. Κυριαρχούν οι ελιές και πάρα πολλές χαρουπιές. Ο δρόμος έκανε ημικύκλιο έξω από το χωριό το χώριζε από μια ρεματιά με μεγάλο βάθος, από λόφους πνιγμένους στο πράσινο και συνέχιζε μέχρι τη Σητεία. Περπατήσαμε με τη γιαγιά οδηγό το ανηφορικό τσιμεντένιο δρομάκι, μπλεχτήκαμε σε στενά δαιδαλώδη σοκάκια, σπίτια ασπρισμένα κολλημένα το ένα δίπλα στο άλλο, καλησπερίσαμε γριούλες με τα μαύρα που καθόταν στα πεζούλια των σπιτιών τους να δουν κάποιο περαστικό να κουβεντιάσουν για να περάσει η μοναξιά τους, και σ΄ ένα δρομάκι με αδιέξοδο άνοιξε μια πόρτα και μας έμπασε αμέσως στο μικρό σαλονάκι. Χωρίς παράθυρα και σκοτεινό μέρα-νύχτα το φώτιζε η ηλεκτρική λάμπα, περιείχε δύο καναπέδες και μια μεγάλη οθόνη αυτής της μαλθακής συσκευής που εξοντώνει τη σκέψη τοποθετημένη πάνω σ’ ένα παλιό μπουφέ. Η μοναδική συντροφιά!! Στον τοίχο κρεμασμένο το ασπρόμαυρο πανέμορφο πορτρέτο της σε παλιά κορνίζα, δεν είχε να ζηλέψει σε τίποτα από οποιαδήποτε χολυγουντιανή σταρ της εποχής της. Το άλλο δωμάτιο που ήταν μεγαλύτερο, είχε την κουζίνα με το νεροχύτη και το διπλό συζυγικό κρεβάτι!! Στην απέναντι πλευρά ήταν το λουτρό ανακαινισμένο και μοντέρνο. Σπίτια στο χωριό χωρίς αυλή, χωρίς ένα δένδρο! Για αυλή είχαν το σοκάκι έξω από την κυρία είσοδο. Ένα όμορφο κι αεράτο μέρος του σπιτιού που ποτέ δεν χρησιμοποιούσε, ήταν η ταράστα που ανέβαινες από μια εξωτερική σκάλα. Στο ένα της μέρος ήταν κτισμένα ένα δωματιάκι αρκετά ευρύχωρο και δίπλα ένα πλήρες μπάνιο. Από τον υπόλοιπο χώρο της ταράτσας μπορούσες να απολαύσεις το ένα μέρος των σπιτιών του χωριού πνιγμένα στα δένδρα καθώς και τη θέα στον απέναντι καταπράσινο λόφο. Σ’ αυτό το δωμάτιο βολευτήκαμε παρά τις αντιρρήσεις της γιαγιάς πως θα είχαμε ζέστη. Ποια ζέστη!! Στα 350 μέτρα υψόμετρο σε δασώδη περιοχή;
Τα περισσότερα σπίτια της γειτονιάς μας ήταν μισογκρεμισμένα, σκεπές πεσμένες πόρτες διαλυμένες σαν να βομβαρδίστηκαν πρόσφατα. Παρόμοια έβλεπες σε κάθε δρομάκι του χωριού. Εγκαταλειμμένα από τους κληρονόμους οι οποίοι ζούσανε είτε στις πόλεις είτε κοντά στις επιχειρήσεις τους στα τουριστικά παράλια Μακρή Γιαλό και Κουτσουρά. Κάποιο ξένοι Ευρωπαίοι πριν λίγα χρόνια αγόρασαν μερικά ερείπια, τζάμπα σχεδόν, τα ανακαίνισαν με βάση την παλιά τοιχοποιία και τώρα μένουν τα καλοκαίρια. Ένα είχε μια πινακίδα στα αγγλικά που έγραφε :«πωλείται, έτος κατασκευής 2011». Το Σταυροχώρι υπήρχε και την ενετική εποχή γι΄ αυτό δεν έλειπε η βενετσιάνικη αρχιτεκτονική από τις εισόδους των σπιτιών κυρίως. Ένα μικρό μπακάλικο-ψιλικατζίδικο χωμένο σε μια τρύπα.. εξυπηρετούσε τους κατοίκους. Καθημερινά σχεδόν περνούσε κάποια κλούβα ή αγροτικό με φρέσκα λαχανικά και φρούτα, σε τιμές όμως διπλάσιες απ΄ ότι στην πόλη. Στο ορεινό χωριό η παραγωγή γι΄αυτούς που είχαν ένα μικρό κηπάκο δεν έφτανε για την συντήρηση τους. Στη στρογγυλή πλατεία του χωριού ένας τεράστιος πλάτανος έριχνε τη σκιά του και μια κρήνη δρόσιζε με το νεράκι της τους περαστικούς. Στην μια πλευρά της ήταν τα καφενεία ουζερί, μικροταβερνάκια και στον υπόλοιπο χώρο τα τραπεζάκια με τις καρέκλες. Τα βράδια η μικρή πλατειούλα έπαιρνε οικογενειακή φιλική ατμόσφαιρα, έσφυζε από ζωή με ντόπιους, χωριανούς που παραθέριζαν, Έλληνες επισκέπτες συγγενών και κάποιους ξένους τουρίστες. Ευχάριστη και χαρούμενη ήταν η όλη ατμόσφαιρα, από τις ανταλλαγές χαιρετισμών των μεγάλων κι’ από τα τρεχάματα και τις φωνές των παιδιών. Ήταν μια ευκαιρία και για τον δικό μας άνθρωπο που μαζί με μας ξέφυγε για λίγο από την μοναξιά του.
Την επόμενη το πρωί πήγαμε στο κοντινό πανηγύρι του Αγ. Φανουρίου. Οι περισσότεροι προσκυνητές φαινόντουσαν να είναι κάτοικοι πόλεων. Απέναντι από την εκκλησία σ΄ ένα ξεροπόταμο ενός μικρού φαραγγιού, κάτω από τεράστια πλατάνια φιλοξενηθήκαμε για λίγο από ένα νοικοκύρη πρώην καπετάνιο και πλοιοκτήτη των σκαφών που πάνε στη Χρυσή, ο οποίος είχε την έμπνευση και έκτισε εκεί μια βιλλίτσα έχοντας για σαλόνι τα ερείπια ενός παλιού νερόμυλου. Στον εξωτερικό χώρο είχε φτιάξει πολλά περιφερειακά όπως στάβλους, κοτέτσια, μεγάλους ξύλινους πάγκους, μέχρι και ένα ξύλινο σπίτι πάνω σε πλάτανο. Από την παρέα που σχηματίστηκε, πήραμε πληροφορίες για το φαράγγι των Περβολακίων που βρίσκεται δίπλα στη μονή Καψά το οποίο θα περνούσαμε την επόμενη μέρα. Εκεί πληροφορηθήκαμε ότι η Μονή Καψά γιορτάζει του Αγ. Ιωάννη του Προδρόμου που είναι μεθαύριο στις 29 Αυγούστου αλλά το πανηγύρι αρχίζει από αύριο παραμονή. Πως είναι το μεγαλύτερο πανηγύρι του Λασιθίου, οι προσκυνητές πάνε με τα πόδια από τα γύρω χωριά κι ότι κάποιος από την παρέα μας περίμενε πέρυσι πέντε ώρες στην ουρά μέχρι να προσκυνήσει.
Ιδού λοιπόν πως το λάθος διάβασμα του χάρτη, μας έβγαλε στο πανηγύρι του Καψά. Όχι μόνο μια λέξη που πότε μέχρι τότε δεν είχαμε ακούσει, αλλά πετυχαίνουμε και πανηγύρι. Μήπως με κυνηγάνε…; Τα πανηγύρια εννοώ…Διότι λογικά αφού στην διαδρομή μας από τον Ξερόκαμπο η θέση του φαραγγιού ήταν πριν από το Σταυροχώρι θα το περνάγαμε νωρίτερα χωρίς πανηγύρια…
Στο άκουσα όμως της Μονής Καψά η γιαγιά ήθελε ναρθεί μαζί μας. Είχε όπως μας είπε 25 χρόνια να πάει. Εμείς όμως θα πηγαίναμε από το πρωί στο διπλανό φαράγγι για ν αποφεύγαμε τη ζέστη, εν συνεχεία βουτιά στη θάλασσα και το απογευματάκι προσκύνημα. Μετά από πολλές ώρες παλινδρομήσεων και σκέψεων, το βραδάκι μας είπε ότι αποφάσισε να έρθει μαζί μας και να μας περιμένει όσο χρόνο κι αν χρειαζόταν. Πως θα άφηνε βέβαια το τόσο μεγάλο ταξίδι που της λάχαινε...!!!










Συναντήσαμε μια μεγάλη πινακίδα που έγραφε «Στη Σπηλιά του Δράκου». Πάτησα γκάζι… Μετά από φαράγγια με νεκρούς…,παραλίες με φαντάσματα…, οι δράκοι μας λείπανε!!! Περάσαμε το δημοφιλές τουριστικό θέρετρο Μακρή Γυαλό και από τον Κουτσουρά αφήσαμε τον παραλιακό και μπήκαμε στα μεσόγεια. Η απόσταση για το Σταυροχώρι ήταν 15-20 λεπτά από την παραλία. Οδηγούσαμε στον στενό επαρχιακό δρόμο ανάμεσα σε δάσος από φορτωμένα με καρπό λιόδεντρα. Στο μισό της διαδρομής φάνηκαν αυτοκίνητα σταματημένα δίπλα στον επαρχιακό στενό δρόμο. Ήταν η εκκλησία του Αγ. Φανούριου κτισμένη ανάμεσα στα λιόφυτα που γιόρταζε την επόμενη ημέρα 27 Αυγούστου και τώρα γινόταν ο πανηγυρικός εσπερινός. Δεν σταματήσαμε για να είμαστε ακριβείς στο ραντεβού με το άτομο που θα συναντούσαμε στο χωριό.
Γριούλα, κοντούλα, λεπτή με το χαμόγελο στα χείλη πάντα, μας περίμενε στον κεντρικό δρόμο που περνούσε έξω από το χωριό. Μόνιμα ντυμένη στα μαύρα, μόνη κι έρημη, έχει χάσει πέντε μικρά παιδιά την εποχή της μεγάλης παιδικής θνησιμότητας, και πέρυσι έχασε τον άντρα της. Ήταν μια επίσκεψη απάντηση στις προσκλήσεις της, δίνοντας της τη ευκαιρία και τη χαρά ανταπόδοσης υποχρέωσης, ασήμαντης μεν για μας σημαντική δε για κείνη.
Το χωριό που είχε υψόμετρο 350 μέτρα ήταν βουτηγμένο στο πράσινο όπως και όλη η περιοχή. Κυριαρχούν οι ελιές και πάρα πολλές χαρουπιές. Ο δρόμος έκανε ημικύκλιο έξω από το χωριό το χώριζε από μια ρεματιά με μεγάλο βάθος, από λόφους πνιγμένους στο πράσινο και συνέχιζε μέχρι τη Σητεία. Περπατήσαμε με τη γιαγιά οδηγό το ανηφορικό τσιμεντένιο δρομάκι, μπλεχτήκαμε σε στενά δαιδαλώδη σοκάκια, σπίτια ασπρισμένα κολλημένα το ένα δίπλα στο άλλο, καλησπερίσαμε γριούλες με τα μαύρα που καθόταν στα πεζούλια των σπιτιών τους να δουν κάποιο περαστικό να κουβεντιάσουν για να περάσει η μοναξιά τους, και σ΄ ένα δρομάκι με αδιέξοδο άνοιξε μια πόρτα και μας έμπασε αμέσως στο μικρό σαλονάκι. Χωρίς παράθυρα και σκοτεινό μέρα-νύχτα το φώτιζε η ηλεκτρική λάμπα, περιείχε δύο καναπέδες και μια μεγάλη οθόνη αυτής της μαλθακής συσκευής που εξοντώνει τη σκέψη τοποθετημένη πάνω σ’ ένα παλιό μπουφέ. Η μοναδική συντροφιά!! Στον τοίχο κρεμασμένο το ασπρόμαυρο πανέμορφο πορτρέτο της σε παλιά κορνίζα, δεν είχε να ζηλέψει σε τίποτα από οποιαδήποτε χολυγουντιανή σταρ της εποχής της. Το άλλο δωμάτιο που ήταν μεγαλύτερο, είχε την κουζίνα με το νεροχύτη και το διπλό συζυγικό κρεβάτι!! Στην απέναντι πλευρά ήταν το λουτρό ανακαινισμένο και μοντέρνο. Σπίτια στο χωριό χωρίς αυλή, χωρίς ένα δένδρο! Για αυλή είχαν το σοκάκι έξω από την κυρία είσοδο. Ένα όμορφο κι αεράτο μέρος του σπιτιού που ποτέ δεν χρησιμοποιούσε, ήταν η ταράστα που ανέβαινες από μια εξωτερική σκάλα. Στο ένα της μέρος ήταν κτισμένα ένα δωματιάκι αρκετά ευρύχωρο και δίπλα ένα πλήρες μπάνιο. Από τον υπόλοιπο χώρο της ταράτσας μπορούσες να απολαύσεις το ένα μέρος των σπιτιών του χωριού πνιγμένα στα δένδρα καθώς και τη θέα στον απέναντι καταπράσινο λόφο. Σ’ αυτό το δωμάτιο βολευτήκαμε παρά τις αντιρρήσεις της γιαγιάς πως θα είχαμε ζέστη. Ποια ζέστη!! Στα 350 μέτρα υψόμετρο σε δασώδη περιοχή;
Τα περισσότερα σπίτια της γειτονιάς μας ήταν μισογκρεμισμένα, σκεπές πεσμένες πόρτες διαλυμένες σαν να βομβαρδίστηκαν πρόσφατα. Παρόμοια έβλεπες σε κάθε δρομάκι του χωριού. Εγκαταλειμμένα από τους κληρονόμους οι οποίοι ζούσανε είτε στις πόλεις είτε κοντά στις επιχειρήσεις τους στα τουριστικά παράλια Μακρή Γιαλό και Κουτσουρά. Κάποιο ξένοι Ευρωπαίοι πριν λίγα χρόνια αγόρασαν μερικά ερείπια, τζάμπα σχεδόν, τα ανακαίνισαν με βάση την παλιά τοιχοποιία και τώρα μένουν τα καλοκαίρια. Ένα είχε μια πινακίδα στα αγγλικά που έγραφε :«πωλείται, έτος κατασκευής 2011». Το Σταυροχώρι υπήρχε και την ενετική εποχή γι΄ αυτό δεν έλειπε η βενετσιάνικη αρχιτεκτονική από τις εισόδους των σπιτιών κυρίως. Ένα μικρό μπακάλικο-ψιλικατζίδικο χωμένο σε μια τρύπα.. εξυπηρετούσε τους κατοίκους. Καθημερινά σχεδόν περνούσε κάποια κλούβα ή αγροτικό με φρέσκα λαχανικά και φρούτα, σε τιμές όμως διπλάσιες απ΄ ότι στην πόλη. Στο ορεινό χωριό η παραγωγή γι΄αυτούς που είχαν ένα μικρό κηπάκο δεν έφτανε για την συντήρηση τους. Στη στρογγυλή πλατεία του χωριού ένας τεράστιος πλάτανος έριχνε τη σκιά του και μια κρήνη δρόσιζε με το νεράκι της τους περαστικούς. Στην μια πλευρά της ήταν τα καφενεία ουζερί, μικροταβερνάκια και στον υπόλοιπο χώρο τα τραπεζάκια με τις καρέκλες. Τα βράδια η μικρή πλατειούλα έπαιρνε οικογενειακή φιλική ατμόσφαιρα, έσφυζε από ζωή με ντόπιους, χωριανούς που παραθέριζαν, Έλληνες επισκέπτες συγγενών και κάποιους ξένους τουρίστες. Ευχάριστη και χαρούμενη ήταν η όλη ατμόσφαιρα, από τις ανταλλαγές χαιρετισμών των μεγάλων κι’ από τα τρεχάματα και τις φωνές των παιδιών. Ήταν μια ευκαιρία και για τον δικό μας άνθρωπο που μαζί με μας ξέφυγε για λίγο από την μοναξιά του.
Την επόμενη το πρωί πήγαμε στο κοντινό πανηγύρι του Αγ. Φανουρίου. Οι περισσότεροι προσκυνητές φαινόντουσαν να είναι κάτοικοι πόλεων. Απέναντι από την εκκλησία σ΄ ένα ξεροπόταμο ενός μικρού φαραγγιού, κάτω από τεράστια πλατάνια φιλοξενηθήκαμε για λίγο από ένα νοικοκύρη πρώην καπετάνιο και πλοιοκτήτη των σκαφών που πάνε στη Χρυσή, ο οποίος είχε την έμπνευση και έκτισε εκεί μια βιλλίτσα έχοντας για σαλόνι τα ερείπια ενός παλιού νερόμυλου. Στον εξωτερικό χώρο είχε φτιάξει πολλά περιφερειακά όπως στάβλους, κοτέτσια, μεγάλους ξύλινους πάγκους, μέχρι και ένα ξύλινο σπίτι πάνω σε πλάτανο. Από την παρέα που σχηματίστηκε, πήραμε πληροφορίες για το φαράγγι των Περβολακίων που βρίσκεται δίπλα στη μονή Καψά το οποίο θα περνούσαμε την επόμενη μέρα. Εκεί πληροφορηθήκαμε ότι η Μονή Καψά γιορτάζει του Αγ. Ιωάννη του Προδρόμου που είναι μεθαύριο στις 29 Αυγούστου αλλά το πανηγύρι αρχίζει από αύριο παραμονή. Πως είναι το μεγαλύτερο πανηγύρι του Λασιθίου, οι προσκυνητές πάνε με τα πόδια από τα γύρω χωριά κι ότι κάποιος από την παρέα μας περίμενε πέρυσι πέντε ώρες στην ουρά μέχρι να προσκυνήσει.
Ιδού λοιπόν πως το λάθος διάβασμα του χάρτη, μας έβγαλε στο πανηγύρι του Καψά. Όχι μόνο μια λέξη που πότε μέχρι τότε δεν είχαμε ακούσει, αλλά πετυχαίνουμε και πανηγύρι. Μήπως με κυνηγάνε…; Τα πανηγύρια εννοώ…Διότι λογικά αφού στην διαδρομή μας από τον Ξερόκαμπο η θέση του φαραγγιού ήταν πριν από το Σταυροχώρι θα το περνάγαμε νωρίτερα χωρίς πανηγύρια…
Στο άκουσα όμως της Μονής Καψά η γιαγιά ήθελε ναρθεί μαζί μας. Είχε όπως μας είπε 25 χρόνια να πάει. Εμείς όμως θα πηγαίναμε από το πρωί στο διπλανό φαράγγι για ν αποφεύγαμε τη ζέστη, εν συνεχεία βουτιά στη θάλασσα και το απογευματάκι προσκύνημα. Μετά από πολλές ώρες παλινδρομήσεων και σκέψεων, το βραδάκι μας είπε ότι αποφάσισε να έρθει μαζί μας και να μας περιμένει όσο χρόνο κι αν χρειαζόταν. Πως θα άφηνε βέβαια το τόσο μεγάλο ταξίδι που της λάχαινε...!!!









