soudianos
Member
- Μηνύματα
- 3.781
- Likes
- 6.645
- Ταξίδι-Όνειρο
- Βερακρούζ
Περιεχόμενα
Ζήρος
Συνεχίσαμε τις διακοπές μας μετά τον Ξερόκαμπο οδηγώντας προς το Γούδουρα που βρίσκεται στην ανατολική άκρη της νότιας παραλιακής οδικής αρτηρίας, η οποία περνά από την Ιεράπετρα και φτάνει στο χωριό Μύρτος πάντα παράλληλα με το Λυβικό πέλαγος. Για να φτάναμε όμως εκεί, έπρεπε να ανεβούμε το βουνό μέχρι τη Ζήρο.
Αποχαιρετίσαμε τον Ξερόκαμπο ευχαριστώντας τον για την ηρεμία που μας πρόσφερε, τις εκπλήξεις του, τις μοναδικές βουτιές στα απίθανα νερά του και με την υπόσχεση να ξαναπηγαίναμε. Πήραμε το κόκκινο βουνό, γεμάτο βράχια, κακοτράχαλο, άδενδρο κι΄ ερημικό. Αν έχετε οδηγήσει στις στροφές για τη Χώρα Σφακίων, βάλτε άλλες μισές. Ατέλειωτες φιδοστροφές πάνω από τις παραλίες που αφήσαμε και οι οποίες ολοένα μίκραιναν, θόλωναν, ήταν μια εικόνα του Ξερόκαμπο σαν από αεροπλάνο. Ο δρόμος όμως ήταν ασφάλτινος και το οδόστρωμα τέλειο. Ατέλειωτη ήταν η ανάβαση. Επί τέλους κατηφορίσαμε και μπήκαμε σ’ ένα οροπέδιο 600 μέτρα πάνω από τη θάλασσα, με καλλιεργημένες εκτάσεις κυρίως από αμπέλια και ελιές. Στη βορινή πλευρά του οροπεδίου πάνω σε μια πλαγιά αμφιθεατρικά κτισμένη βρισκόταν η Ζήρος. Ήταν ένα αρκετά μεγάλο χωριό κι έμοιαζε περισσότερο με κωμόπολη. Η πινακίδα με την ένδειξη «προς Γούδουρα» μας άφησε αδιάφορους προς το παρόν. Δεν μπορούσαμε να μην τιμήσουμε με την παρουσία μας και ν΄ αφήσουμε τον οβολό μας… σ’ αυτό το απόμακρο βουνίσιο χωριό του νησιού μας.
Είχε μια πλατεία με σιντριβάνι, δύο μικρές αγορές, φαρμακείο, ιατρείο, καφενεία, μια πλατεία για στάθμευση αυτοκινήτων και κάποια καταλύματα για ψαγμένους επισκέπτες που θα θέλανε να διανυχτερεύσουν. Ξεφύγαμε από τον κεντρικό δρόμο και χωθήκαμε στα στενά σοκάκια και στα καλντερίμια του χωριού, στις παραδοσιακές πέτρινες κατασκευές με τα βυζαντινά και τα οθωμανικά στοιχεία. Στενοί δρόμοι, πεζούλια στις εισόδους, παλιά σπίτια, κάποια ερειπωμένα, μισογκρεμισμένα, κολλημένα το ένα κοντά στο άλλο. Οι νοικοκυράδες, φρουροί των οικογενειακών αναμνήσεων, μέχρι πότε, (!!) με το κέντημα τους καθισμένες στα πεζούλια ξέφευγαν από ζέστη του στενού και σκοτεινού παμπάλαιου πετρόσπιτου, χάζευαν τον περαστικό που καταδέχτηκε να περάσει από τη γειτονιά τους, πρόθυμες στο χαιρετισμό και στην κουβέντα. Το ίδιο πρόθυμοι για συζήτηση να σου εξιστορήσουν θρύλους και ιστορίες ήταν και οι θαμώνες των καφενείων.
Η Ζήρος δεν είναι πέρασμα για τουρίστες, δεν περνούν τα κομβόι των πούλμαν, το παραδοσιακό παραμένει, κι ο επισκέπτης ξένος δεν είναι τυχαίος. Ψάχνει το βάθος, τις ρίζες της ανόθευτης Κρήτης, τα έθιμα, τις παραδόσεις που δυστυχώς φύγανε από τις περισσότερες περιοχές μας. Μάταια οι πολιτιστικοί σύλλογοι προσπαθούν να τις ξαναναστήσουν. Το ενδιαφέρον κρατά όσο και η εκδήλωση. Μια οδήγηση από τη Σητεία προς τη Ζήρο μέσω των Λασιθιώτικων βουνών όμως, σταματώντας σε κάθε μισοερειπωμένο χωριό που θα συναντήσεις στη διαδρομή σου και ιδίως γύρω από το οροπέδιο, είναι μια ενδιαφέρουσα βουκολική διαδρομή στην Κρήτη. Εν συνεχεία διαλέγεις να πας Ξερόκαμπο ή Μακρύ Γιαλό που συνεχίζει Ιεράπετρα.
Στην Ζήρο υπάρχει η βυζαντινή εκκλησία της Αγ. Παρασκευής, και ο Άγιος Νικόλαο που είναι η τελευταία εκκλησία που τοιχογραφήθηκε πριν την τέχνη της εικονογραφίας.
Πήραμε σιγά-σιγά τον κατήφορο κι ανάμεσα από ελαιώνες φτάσαμε στην περιοχή του Γούδουρα. Είναι ένα μέρος τουριστικώς αδιάφορο γεμάτο με θερμοκήπια που έφταναν μέχρι τη θάλασσα. Συνεχίσαμε τον παραλιακό προς τα δυτικά. Τον κάμπο με τις καλλιέργειες τον αντικαταστήσανε άγονα κι άγρια βουνά. Μια ροζ έρημος, που την έκοβε ο αμαξωτός δρόμος και κατέληγε στο ήρεμο και ελκυστικό για βουτιά Λυβικό πέλαγος στην αριστερή πλευρά μας.
Κάθε φορά που άνοιγα τον χάρτη της νοτιοανατολικής Κρήτης στο διαδίκτυο, μου έκανε εντύπωση η μαύρη φαρδιά σκιά, που χαράζει ένα βουνό στα δύο, καταλήγει στη θάλασσα και σε κείνο το σημείο γράφει «Μονή Καψά». Βάραθρο; Φαράγγι; Χαράδρα; Ή κάποιο λάθος του χάρτη; Δεν έπρεπε να μείνει αδιευκρίνιστη η απάντηση μιας και ο επόμενος προορισμός μας ήταν πολύ κοντά της. Αυτός ήταν το χωριό Σταυροχώρι κοντά στον Κουτσουρά. Με βάση το Σταυροχώρι που δεν είναι παραθαλάσσιο θα εξερευνούσαμε την περιοχή.
Το επιπόλαιο όμως διάβασμα του χάρτη πριν ξεκινήσουμε για τις διακοπές μας, μου έβαλε την ιδέα ότι το μοναστήρι βρισκόταν μετά τον Κουτσουρά. Δεν είχαμε λοιπόν απομακρυνθεί πολύ από τον Γούδουρα όταν ξαφνικά μας παρουσιάζεται εκεί στο ξερό τοπίο μια πινακίδα που έγραφε «Μονή Καψά» και το μοναστήρι πάνω της. Ο Κουτσουράς απείχε πολύ ακόμα.
Χωρίς να σταματήσουμε γιατί θα νύχτωνε συνεχίσαμε για το Σταυροχώρι και αναβάλαμε την εξερεύνηση για άλλη μέρα. Το λάθος μου αυτό μας στόλισε τις διακοπές μας με δύο συνεχόμενα πανηγύρια πολύ ενδιαφέροντα.
Κι όταν λέω πανηγύρια δεν εννοώ γλέντια και χορούς, αλλά τα τελετουργικά στις εκκλησίες όπου σου δίνουν τη δυνατότητα να γνωρίσεις τους ντόπιους κατοίκους, την ομιλία τους, την ενδυμασία τους, τη συμπεριφορά τους, τις οικογένειες τους. Αυτά δεν τα βρίσκεις ούτε στις παραλίες ούτε στις ταβέρνες αλλά μόνο στις πολιτιστικές ή θρησκευτικές εκδηλώσεις.
Ζήρος, πλατεία
Συνεχίσαμε τις διακοπές μας μετά τον Ξερόκαμπο οδηγώντας προς το Γούδουρα που βρίσκεται στην ανατολική άκρη της νότιας παραλιακής οδικής αρτηρίας, η οποία περνά από την Ιεράπετρα και φτάνει στο χωριό Μύρτος πάντα παράλληλα με το Λυβικό πέλαγος. Για να φτάναμε όμως εκεί, έπρεπε να ανεβούμε το βουνό μέχρι τη Ζήρο.
Αποχαιρετίσαμε τον Ξερόκαμπο ευχαριστώντας τον για την ηρεμία που μας πρόσφερε, τις εκπλήξεις του, τις μοναδικές βουτιές στα απίθανα νερά του και με την υπόσχεση να ξαναπηγαίναμε. Πήραμε το κόκκινο βουνό, γεμάτο βράχια, κακοτράχαλο, άδενδρο κι΄ ερημικό. Αν έχετε οδηγήσει στις στροφές για τη Χώρα Σφακίων, βάλτε άλλες μισές. Ατέλειωτες φιδοστροφές πάνω από τις παραλίες που αφήσαμε και οι οποίες ολοένα μίκραιναν, θόλωναν, ήταν μια εικόνα του Ξερόκαμπο σαν από αεροπλάνο. Ο δρόμος όμως ήταν ασφάλτινος και το οδόστρωμα τέλειο. Ατέλειωτη ήταν η ανάβαση. Επί τέλους κατηφορίσαμε και μπήκαμε σ’ ένα οροπέδιο 600 μέτρα πάνω από τη θάλασσα, με καλλιεργημένες εκτάσεις κυρίως από αμπέλια και ελιές. Στη βορινή πλευρά του οροπεδίου πάνω σε μια πλαγιά αμφιθεατρικά κτισμένη βρισκόταν η Ζήρος. Ήταν ένα αρκετά μεγάλο χωριό κι έμοιαζε περισσότερο με κωμόπολη. Η πινακίδα με την ένδειξη «προς Γούδουρα» μας άφησε αδιάφορους προς το παρόν. Δεν μπορούσαμε να μην τιμήσουμε με την παρουσία μας και ν΄ αφήσουμε τον οβολό μας… σ’ αυτό το απόμακρο βουνίσιο χωριό του νησιού μας.
Είχε μια πλατεία με σιντριβάνι, δύο μικρές αγορές, φαρμακείο, ιατρείο, καφενεία, μια πλατεία για στάθμευση αυτοκινήτων και κάποια καταλύματα για ψαγμένους επισκέπτες που θα θέλανε να διανυχτερεύσουν. Ξεφύγαμε από τον κεντρικό δρόμο και χωθήκαμε στα στενά σοκάκια και στα καλντερίμια του χωριού, στις παραδοσιακές πέτρινες κατασκευές με τα βυζαντινά και τα οθωμανικά στοιχεία. Στενοί δρόμοι, πεζούλια στις εισόδους, παλιά σπίτια, κάποια ερειπωμένα, μισογκρεμισμένα, κολλημένα το ένα κοντά στο άλλο. Οι νοικοκυράδες, φρουροί των οικογενειακών αναμνήσεων, μέχρι πότε, (!!) με το κέντημα τους καθισμένες στα πεζούλια ξέφευγαν από ζέστη του στενού και σκοτεινού παμπάλαιου πετρόσπιτου, χάζευαν τον περαστικό που καταδέχτηκε να περάσει από τη γειτονιά τους, πρόθυμες στο χαιρετισμό και στην κουβέντα. Το ίδιο πρόθυμοι για συζήτηση να σου εξιστορήσουν θρύλους και ιστορίες ήταν και οι θαμώνες των καφενείων.
Η Ζήρος δεν είναι πέρασμα για τουρίστες, δεν περνούν τα κομβόι των πούλμαν, το παραδοσιακό παραμένει, κι ο επισκέπτης ξένος δεν είναι τυχαίος. Ψάχνει το βάθος, τις ρίζες της ανόθευτης Κρήτης, τα έθιμα, τις παραδόσεις που δυστυχώς φύγανε από τις περισσότερες περιοχές μας. Μάταια οι πολιτιστικοί σύλλογοι προσπαθούν να τις ξαναναστήσουν. Το ενδιαφέρον κρατά όσο και η εκδήλωση. Μια οδήγηση από τη Σητεία προς τη Ζήρο μέσω των Λασιθιώτικων βουνών όμως, σταματώντας σε κάθε μισοερειπωμένο χωριό που θα συναντήσεις στη διαδρομή σου και ιδίως γύρω από το οροπέδιο, είναι μια ενδιαφέρουσα βουκολική διαδρομή στην Κρήτη. Εν συνεχεία διαλέγεις να πας Ξερόκαμπο ή Μακρύ Γιαλό που συνεχίζει Ιεράπετρα.
Στην Ζήρο υπάρχει η βυζαντινή εκκλησία της Αγ. Παρασκευής, και ο Άγιος Νικόλαο που είναι η τελευταία εκκλησία που τοιχογραφήθηκε πριν την τέχνη της εικονογραφίας.
Πήραμε σιγά-σιγά τον κατήφορο κι ανάμεσα από ελαιώνες φτάσαμε στην περιοχή του Γούδουρα. Είναι ένα μέρος τουριστικώς αδιάφορο γεμάτο με θερμοκήπια που έφταναν μέχρι τη θάλασσα. Συνεχίσαμε τον παραλιακό προς τα δυτικά. Τον κάμπο με τις καλλιέργειες τον αντικαταστήσανε άγονα κι άγρια βουνά. Μια ροζ έρημος, που την έκοβε ο αμαξωτός δρόμος και κατέληγε στο ήρεμο και ελκυστικό για βουτιά Λυβικό πέλαγος στην αριστερή πλευρά μας.
Κάθε φορά που άνοιγα τον χάρτη της νοτιοανατολικής Κρήτης στο διαδίκτυο, μου έκανε εντύπωση η μαύρη φαρδιά σκιά, που χαράζει ένα βουνό στα δύο, καταλήγει στη θάλασσα και σε κείνο το σημείο γράφει «Μονή Καψά». Βάραθρο; Φαράγγι; Χαράδρα; Ή κάποιο λάθος του χάρτη; Δεν έπρεπε να μείνει αδιευκρίνιστη η απάντηση μιας και ο επόμενος προορισμός μας ήταν πολύ κοντά της. Αυτός ήταν το χωριό Σταυροχώρι κοντά στον Κουτσουρά. Με βάση το Σταυροχώρι που δεν είναι παραθαλάσσιο θα εξερευνούσαμε την περιοχή.
Το επιπόλαιο όμως διάβασμα του χάρτη πριν ξεκινήσουμε για τις διακοπές μας, μου έβαλε την ιδέα ότι το μοναστήρι βρισκόταν μετά τον Κουτσουρά. Δεν είχαμε λοιπόν απομακρυνθεί πολύ από τον Γούδουρα όταν ξαφνικά μας παρουσιάζεται εκεί στο ξερό τοπίο μια πινακίδα που έγραφε «Μονή Καψά» και το μοναστήρι πάνω της. Ο Κουτσουράς απείχε πολύ ακόμα.
Χωρίς να σταματήσουμε γιατί θα νύχτωνε συνεχίσαμε για το Σταυροχώρι και αναβάλαμε την εξερεύνηση για άλλη μέρα. Το λάθος μου αυτό μας στόλισε τις διακοπές μας με δύο συνεχόμενα πανηγύρια πολύ ενδιαφέροντα.
Κι όταν λέω πανηγύρια δεν εννοώ γλέντια και χορούς, αλλά τα τελετουργικά στις εκκλησίες όπου σου δίνουν τη δυνατότητα να γνωρίσεις τους ντόπιους κατοίκους, την ομιλία τους, την ενδυμασία τους, τη συμπεριφορά τους, τις οικογένειες τους. Αυτά δεν τα βρίσκεις ούτε στις παραλίες ούτε στις ταβέρνες αλλά μόνο στις πολιτιστικές ή θρησκευτικές εκδηλώσεις.
Ζήρος, πλατεία