MarieAries
Member
- Μηνύματα
- 214
- Likes
- 1.467
- Ταξίδι-Όνειρο
- Δυτική Αφρική
Περιεχόμενα
Την επόμενη ημέρα αναχωρήσαμε και πάλι ξημερώματα. H διαδρομή ήταν εξίσου βαρετή με την προηγούμενη, με μοναδικές ενδιαφέρουσες στιγμές τις στάσεις σε κάποια χωριά, όπου οι ντόπιοι διασκέδαζαν μαζί μου, καθώς είχαν χρόνια να συναντήσουν τουρίστα.
Για κάποια μικρά παιδιά μάλιστα, ήμουν και ο πρώτος λευκός άνθρωπος που έβλεπαν στη ζωή τους.
Συνηθισμένες εικόνες στους δρόμους της Αφρικής
Εγώ κρεμασμένη από το παράθυρο του βαν, και τα μοντέλα μου ποζάρουν με τσαχπινιά!!!
Φωτογράφος και μοντέλα σε σέξυ πόζες.... (ούτε καν! )
Έχουμε αφήσει πίσω μας τους αμμόλοφους της Σαχάρας, και μπαίνουμε σιγά σιγά στην περιοχή του Σαχέλ!
Φτάσαμε τελικά στη Νέμα αργά το απόγευμα, μόνο που είχα ήδη χάσει το δρομολόγιο του ταξί και έπρεπε αναγκαστικά να διανυκτερεύσω εκεί. Δεν είχα ιδέα τι θα έκανα και δεν είχα καν σήμα για να μιλήσω με τον φίλο μου που περίμενε νέα μου στην πρωτεύουσα. Ευτυχώς συνάντησα κατευθείαν τον ντόπιο που θα με παραλάμβανε από τον σταθμό των λεωφορείων για να με πάει στο τζιπ. Αυτός είχε ήδη μιλήσει με τον φίλο μου Baba, εφόσον δεν μπορούσε μαζί μου όλη τη μέρα, και προσφέρθηκε να με φιλοξενήσει στο σπίτι του με την οικογένειά του για εκείνο το βράδυ και να φύγω κανονικά την επόμενη ημέρα το μεσημέρι.
Αυτή ήταν ουσιαστικά και η πρώτη μου επαφή με την πραγματικότητα και την καθημερινότητα των πολύ φτωχών κατοίκων της χώρας, που δεν είχε καμία σχέση με τη ζωή στην πρωτεύουσα.
Η αρχική εντύπωση από την πόλη της Νέμα ήταν τρομακτική!!
Δεν είχα προλάβει το φως της ημέρας, και δεν έβλεπα τίποτε άλλο παρά μόνο σκόνη, αυτοκίνητα και φιγούρες ανθρώπων. Ασφαλτόδρομοι δεν υπήρχαν, ούτε φώτα στους δρόμους. Επιβιβαστήκαμε σε ένα ταξί, εγώ και ο οικοδεσπότης μου και φτάσαμε σε μια γειτονιά με μισογκρεμισμένα ισόγεια σπίτια.
Το δικό τους σπίτι ήταν πολύ φτωχικό: μία μπροστινή άδεια αυλή, κοινή με του διπλανού σπιτιού, ένα κεντρικό δωμάτιο που χρησίμευε ως σαλόνι-κουζίνα-υπνοδωμάτιο, η πίσω αυλή που χρησίμευε ως υπνοδωμάτιο-κουζίνα και μια αποθήκη. Δίπλα ακριβώς από την αποθήκη υπήρχε ένα δωμάτιο με κουβάδες, το μπάνιο τους δηλαδή, ενώ η τουαλέτα ήταν ένα άλλο δωμάτιο ακριβώς απέναντι, με πόρτα και τρύπα στη μέση, χωρίς ταβάνι. Δεν υπήρχε τρεχούμενο νερό, ούτε αποχετευτικό σύστημα, παρ’όλα αυτά, όλα τα σπίτια είχαν ρεύμα, τηλεόραση και δορυφορική κεραία.
Το πρώτο πράγμα που έκανα ήταν να χρησιμοποιήσω τους κουβάδες!
Εκείνη τη στιγμή δε με ένοιαζε τίποτε άλλο παρά μόνο να ρίξω λίγο νερό πάνω μου έστω και με αυτό τον τρόπο. Δεν άντεχα άλλον τον εαυτό μου μετά από εκείνες τις 2 ημέρες στο δρόμο με τόση βρωμιά και σκόνη που είχα μαζέψει. Μέχρι να φορέσω τα καθαρά μου ρουχαλάκια, ήρθαν στο σπίτι φίλοι και συγγενείς της οικογένειας, για να συναναστραφούν έστω και για λίγο με τη μοναδική τουρίστρια της περιοχής. Ακολούθησε δείπνο αλά Mauritanian way, και καθισμένοι όλοι μαζί στο πάτωμα απολαύσαμε το παραδοσιακό κους κους και τσάϊ. Η συνεννόηση γινόταν λίγο με γαλλικά, λίγο με αραβικά, λίγο με νοηματική, αλλά τελικά ήμασταν τυχεροί γιατί ο ανηψιός τους μάθαινε αγγλικά εκείνο το διάστημα και βοήθησε πολύ στην επικοινωνία μας.
Η οικογένεια που με φιλοξένησε αποτελούνταν από το ζευγάρι και τα 3 τους παιδιά, μόνο που η γυναίκα, παρόλο που ήταν ευγενέστατη, δεν κάθισε ούτε για φαγητό μαζί μας, ούτε με άφησε να τη φωτογραφίσω. Κοιμηθήκαμε όλοι μαζί έξω στην αυλή πάνω σε ράντζα, όπως συνηθίζουν οι ντόπιοι, συντροφιά με τις μικρές ακριδούλες της ερήμου, που χοροπηδούσαν πάνω στο σεντόνι μου όλο το βράδυ.
Τι να το κάνω το δωμάτιο σε 5* ξενοδοχείο, εκεί είχα όλα τ'αστέρια του γαλαξία πάνω από το κεφάλι μου!!!!
Ξημερώματα μας ξύπνησαν τα γειτονικά κοκόρια και κατσίκια. Τα παιδιά είχαν ήδη σηκωθεί και ετοιμάζονταν για το σχολείο, ενώ η οικοδέσποινα έπλενε τα χθεσινοβραδινά πιάτα στην αυλή με νερό από κάτι μπετόνια. Προσπαθώντας να διαγράψω από τη μνήμη μου την εικόνα των ποντικιών που έτρωγαν τα αποφάγια από τα πιάτα μας το προηγούμενο βράδυ, προσφέρθηκα να τη βοηθήσω στις δουλειές, αλλά δεν ήθελε.
Έκανα μια βόλτα στην αυλή μέχρι ο οικοδεσπότης μου Babiya να ολοκληρώσει την προσευχή του και καθίσαμε οι 3 μας στο δωμάτιο για πρωϊνό. Το στάνταρ πρωϊνό γεύμα των Μαυριτανών είναι γάλα και ψωμί, σκέτο, με μαρμελάδα ή μερέντα ή ότι άλλο υπάρχει στο σπίτι. Ο καφές δεν συνηθίζεται και το παραδοσιακό τσάϊ το πίνουν συνεχώς κατά τη διάρκεια της ημέρας, αμέσως μετά τα γεύματα.
Το γειτονάκι κάνει το μποτέ του!
Στη συνέχεια, βγήκαμε μια βόλτα στο κέντρο της πόλης με τον Babiya και τον ανηψιό του, για να πάρω μια ιδέα από την καθημερινότητα των κατοίκων και να περάσει και λίγο η ώρα μέχρι να φύγω. Η Νέμα είναι μία φτωχή πόλη, χτισμένη στη μέση του πουθενά, με χωματόδρομους και ισόγεια σπίτια. Καμία ιδιαίτερη αρχιτεκτονική, κανένα ενδιαφέρον, ούτε στην κεντρική αγορά, ούτε τριγύρω. Το μοναδικό ενδιαφέρον μάλλον ήμουν εγώ εκείνη τη μέρα για τους ντόπιους, που με καλοσώριζαν και με ρωτούσαν από περιέργεια τι δουλειά είχα σε εκείνη την ασήμαντη πόλη.
Οι τιμές στην αγορά ήταν γενικά πολύ χαμηλές, εκτός από τα φρούτα και τα λαχανικά που ήταν πανάκριβα, καθώς η Μαυριτανία δεν παράγει τίποτα λόγω ερήμου και εισάγει το μεγαλύτερο ποσοστό των τροφίμων. Θεώρησα υποχρέωσή μου να κάνω ένα μικρό δώρο στην οικογένεια που με φιλοξένησε, οπότε τους αγόρασα φρούτα και τσιγάρα.
Το τζαμί
Το νεκροταφείο
Έτσι αποχαιρέτησα σιγά σιγά τους πολύ ευγενικούς μου οικοδεσπότες, αφού είχε φτάσει επιτέλους η ώρα της αναχώρησης. Με τον Babiya είχα συνεννοηθεί να μείνω στο σπίτι της αδερφής του στην Ουαλάτα, οπότε ήρθε και αυτός μαζί μου για παρέα. Επιβιβαστήκαμε στο αγροτικό ταξί μαζί με άλλους 2 ταξιδιώτες και ξεκινήσαμε επιτέλους για τον τελικό προορισμό μου.
Για κάποια μικρά παιδιά μάλιστα, ήμουν και ο πρώτος λευκός άνθρωπος που έβλεπαν στη ζωή τους.
Συνηθισμένες εικόνες στους δρόμους της Αφρικής
Εγώ κρεμασμένη από το παράθυρο του βαν, και τα μοντέλα μου ποζάρουν με τσαχπινιά!!!
Φωτογράφος και μοντέλα σε σέξυ πόζες.... (ούτε καν! )
Έχουμε αφήσει πίσω μας τους αμμόλοφους της Σαχάρας, και μπαίνουμε σιγά σιγά στην περιοχή του Σαχέλ!
Φτάσαμε τελικά στη Νέμα αργά το απόγευμα, μόνο που είχα ήδη χάσει το δρομολόγιο του ταξί και έπρεπε αναγκαστικά να διανυκτερεύσω εκεί. Δεν είχα ιδέα τι θα έκανα και δεν είχα καν σήμα για να μιλήσω με τον φίλο μου που περίμενε νέα μου στην πρωτεύουσα. Ευτυχώς συνάντησα κατευθείαν τον ντόπιο που θα με παραλάμβανε από τον σταθμό των λεωφορείων για να με πάει στο τζιπ. Αυτός είχε ήδη μιλήσει με τον φίλο μου Baba, εφόσον δεν μπορούσε μαζί μου όλη τη μέρα, και προσφέρθηκε να με φιλοξενήσει στο σπίτι του με την οικογένειά του για εκείνο το βράδυ και να φύγω κανονικά την επόμενη ημέρα το μεσημέρι.
Αυτή ήταν ουσιαστικά και η πρώτη μου επαφή με την πραγματικότητα και την καθημερινότητα των πολύ φτωχών κατοίκων της χώρας, που δεν είχε καμία σχέση με τη ζωή στην πρωτεύουσα.
Η αρχική εντύπωση από την πόλη της Νέμα ήταν τρομακτική!!
Δεν είχα προλάβει το φως της ημέρας, και δεν έβλεπα τίποτε άλλο παρά μόνο σκόνη, αυτοκίνητα και φιγούρες ανθρώπων. Ασφαλτόδρομοι δεν υπήρχαν, ούτε φώτα στους δρόμους. Επιβιβαστήκαμε σε ένα ταξί, εγώ και ο οικοδεσπότης μου και φτάσαμε σε μια γειτονιά με μισογκρεμισμένα ισόγεια σπίτια.
Το δικό τους σπίτι ήταν πολύ φτωχικό: μία μπροστινή άδεια αυλή, κοινή με του διπλανού σπιτιού, ένα κεντρικό δωμάτιο που χρησίμευε ως σαλόνι-κουζίνα-υπνοδωμάτιο, η πίσω αυλή που χρησίμευε ως υπνοδωμάτιο-κουζίνα και μια αποθήκη. Δίπλα ακριβώς από την αποθήκη υπήρχε ένα δωμάτιο με κουβάδες, το μπάνιο τους δηλαδή, ενώ η τουαλέτα ήταν ένα άλλο δωμάτιο ακριβώς απέναντι, με πόρτα και τρύπα στη μέση, χωρίς ταβάνι. Δεν υπήρχε τρεχούμενο νερό, ούτε αποχετευτικό σύστημα, παρ’όλα αυτά, όλα τα σπίτια είχαν ρεύμα, τηλεόραση και δορυφορική κεραία.
Το πρώτο πράγμα που έκανα ήταν να χρησιμοποιήσω τους κουβάδες!
Εκείνη τη στιγμή δε με ένοιαζε τίποτε άλλο παρά μόνο να ρίξω λίγο νερό πάνω μου έστω και με αυτό τον τρόπο. Δεν άντεχα άλλον τον εαυτό μου μετά από εκείνες τις 2 ημέρες στο δρόμο με τόση βρωμιά και σκόνη που είχα μαζέψει. Μέχρι να φορέσω τα καθαρά μου ρουχαλάκια, ήρθαν στο σπίτι φίλοι και συγγενείς της οικογένειας, για να συναναστραφούν έστω και για λίγο με τη μοναδική τουρίστρια της περιοχής. Ακολούθησε δείπνο αλά Mauritanian way, και καθισμένοι όλοι μαζί στο πάτωμα απολαύσαμε το παραδοσιακό κους κους και τσάϊ. Η συνεννόηση γινόταν λίγο με γαλλικά, λίγο με αραβικά, λίγο με νοηματική, αλλά τελικά ήμασταν τυχεροί γιατί ο ανηψιός τους μάθαινε αγγλικά εκείνο το διάστημα και βοήθησε πολύ στην επικοινωνία μας.
Η οικογένεια που με φιλοξένησε αποτελούνταν από το ζευγάρι και τα 3 τους παιδιά, μόνο που η γυναίκα, παρόλο που ήταν ευγενέστατη, δεν κάθισε ούτε για φαγητό μαζί μας, ούτε με άφησε να τη φωτογραφίσω. Κοιμηθήκαμε όλοι μαζί έξω στην αυλή πάνω σε ράντζα, όπως συνηθίζουν οι ντόπιοι, συντροφιά με τις μικρές ακριδούλες της ερήμου, που χοροπηδούσαν πάνω στο σεντόνι μου όλο το βράδυ.
Τι να το κάνω το δωμάτιο σε 5* ξενοδοχείο, εκεί είχα όλα τ'αστέρια του γαλαξία πάνω από το κεφάλι μου!!!!
Ξημερώματα μας ξύπνησαν τα γειτονικά κοκόρια και κατσίκια. Τα παιδιά είχαν ήδη σηκωθεί και ετοιμάζονταν για το σχολείο, ενώ η οικοδέσποινα έπλενε τα χθεσινοβραδινά πιάτα στην αυλή με νερό από κάτι μπετόνια. Προσπαθώντας να διαγράψω από τη μνήμη μου την εικόνα των ποντικιών που έτρωγαν τα αποφάγια από τα πιάτα μας το προηγούμενο βράδυ, προσφέρθηκα να τη βοηθήσω στις δουλειές, αλλά δεν ήθελε.
Έκανα μια βόλτα στην αυλή μέχρι ο οικοδεσπότης μου Babiya να ολοκληρώσει την προσευχή του και καθίσαμε οι 3 μας στο δωμάτιο για πρωϊνό. Το στάνταρ πρωϊνό γεύμα των Μαυριτανών είναι γάλα και ψωμί, σκέτο, με μαρμελάδα ή μερέντα ή ότι άλλο υπάρχει στο σπίτι. Ο καφές δεν συνηθίζεται και το παραδοσιακό τσάϊ το πίνουν συνεχώς κατά τη διάρκεια της ημέρας, αμέσως μετά τα γεύματα.
Το γειτονάκι κάνει το μποτέ του!
Στη συνέχεια, βγήκαμε μια βόλτα στο κέντρο της πόλης με τον Babiya και τον ανηψιό του, για να πάρω μια ιδέα από την καθημερινότητα των κατοίκων και να περάσει και λίγο η ώρα μέχρι να φύγω. Η Νέμα είναι μία φτωχή πόλη, χτισμένη στη μέση του πουθενά, με χωματόδρομους και ισόγεια σπίτια. Καμία ιδιαίτερη αρχιτεκτονική, κανένα ενδιαφέρον, ούτε στην κεντρική αγορά, ούτε τριγύρω. Το μοναδικό ενδιαφέρον μάλλον ήμουν εγώ εκείνη τη μέρα για τους ντόπιους, που με καλοσώριζαν και με ρωτούσαν από περιέργεια τι δουλειά είχα σε εκείνη την ασήμαντη πόλη.
Οι τιμές στην αγορά ήταν γενικά πολύ χαμηλές, εκτός από τα φρούτα και τα λαχανικά που ήταν πανάκριβα, καθώς η Μαυριτανία δεν παράγει τίποτα λόγω ερήμου και εισάγει το μεγαλύτερο ποσοστό των τροφίμων. Θεώρησα υποχρέωσή μου να κάνω ένα μικρό δώρο στην οικογένεια που με φιλοξένησε, οπότε τους αγόρασα φρούτα και τσιγάρα.
Το τζαμί
Το νεκροταφείο
Έτσι αποχαιρέτησα σιγά σιγά τους πολύ ευγενικούς μου οικοδεσπότες, αφού είχε φτάσει επιτέλους η ώρα της αναχώρησης. Με τον Babiya είχα συνεννοηθεί να μείνω στο σπίτι της αδερφής του στην Ουαλάτα, οπότε ήρθε και αυτός μαζί μου για παρέα. Επιβιβαστήκαμε στο αγροτικό ταξί μαζί με άλλους 2 ταξιδιώτες και ξεκινήσαμε επιτέλους για τον τελικό προορισμό μου.
Last edited: