Εγκαταλείψαμε το χώρο τελετής μέσα από κρουνούς αίματος των τετράποδων σπονδών ανάκατους με λάσπη, κινώντας για το υπόλοιπο της περιήγησης, με συναφή θεματολογία φυσικά.
Αφού είδαμε τη τελετή ταφής, καιρός να επισκεφθούμε και τις τελευταίες κατοικίες των εκλιπόντων, οι οποίες αποτελούν από μόνες τους λόγω της ιδιαιτερότητάς τους αξιοθέατο στη περιοχή.
Πήραμε το δρόμο νότια από το Rantepao με πρώτη στάση στο χωριό Lemo.
Εκεί επισκεφθήκαμε τρία παραδοσιακά σπίτια tongkonan με οροφή από χόρτο για να καταλήξουμε στους λαξευτούς τάφους, από τους πλέον φωτογενείς στην Τοraja.
Λαξευτοί τάφοι βρίσκονται διάσπαρτοι παντού στη Tana Toraja, όπου υπάρχει εύκολη πρόσβαση σε κάθε διαθέσιμο βράχο. Το να λαξέψεις ένα τάφο στο βράχο είναι μια διαδικασία που απαιτεί αρκετό χρόνο προετοιμασίας πριν την ταφή, καθώς γίνεται δια χειρός επιδέξιων τεχνιτών με το σφυροκάλαμο.
Παλιότερα οι τεχνίτες πληρώνονταν σε βουβάλια και χρειάζονταν κάμποσα βουβάλια να λαξευτεί ένας τάφος. Σήμερα, ακόμα κι αν η αμοιβή είναι χρηματική, οι λαξευτοί τάφοι εξακολουθούν να είναι προνόμιο μόνο των οικονομικά επιφανέστερων.
Οι λαξευτοί τάφοι στο Lemo
Μέσα σε ένα ρυζοχώραφο οι τάφοι μας ατένιζαν ψηλά πάνω σ’ένα κάθετο βράχο. Θέαμα μοναδικό και υποβλητικό.
Αυτό που εντυπωσιάζει γενικά στην Toraja είναι ότι οι τάφοι δεν περιορίζονται σε κλειστούς απομονωμένους χώρους. Μπορεί να είναι μέσα σε ορυζώνες, πάνω στο δρόμο ή ακόμα και μέσα στα χωριά.
Οι νεκροί εξακολουθούν να συνυπάρχουν ανάμεσα στους ζωντανούς!
Κάθε τάφος είχε και μια περίτεχνα σκαλιστή πόρτα. Κάποιες μάλιστα λείπανε καθώς όπως μας είπε ο Enos κάποιοι επιτήδειοι τις αφαιρούν για χρήση σε άλλους τάφους!!
Το σκηνικό συμπληρωνόταν με μικρά λαξευτά μπαλκόνια όπου τοποθετούνται ξύλινα ανθρώπινα ομοιώματα, τα tau tau (σημαίνει άνθρωποι).
H κατασκευή των tau tau χρονολογείται από τον 19ο αιώνα. Παραδοσιακά τα αγάλματα αυτά έδειχναν το γένος του εκλιπόντος, τώρα πια προσπαθούν να είναι όσο το δυνατόν πιο ρεαλιστικά και να αντανακλούν το κοινωνικό στάτους και τον πλούτο του (όσο πιο φραγκάτος τόσο καλύτερη η ποιότητα του ξύλου και η ένδυση). Πολλά έχουν την ίδια μοίρα με τις πόρτες - τα κλέβουν.
Παρά τον ναΐφ τρόπο κατασκευής τους δίνεται έμφαση στα χαρακτηριστικά του προσώπου.
Ένοιωθα τα θεόρατα μάτια να με διαπερνούν με το βλέμμα τους, τα χέρια σε έκταση σαν επίκληση (ή άραγε κάλεσμα), κάποια με το στόμα κλειστό (?), άλλα αναδείκνυαν τη πλούσια κόμη του εκλιπόντος, άλλα με καπέλο και ρούχα που τα είχε σχεδόν κουρελιάσει ο χρόνος κι ο καιρός. Κι όμως τα tau tau συντηρούνται σε ειδική τελετή κατά τη διάρκεια της συγκομιδής και τους τοποθετούνται νέα ρούχα.
Tau Tau
Στα ριζά του βράχου ήταν τοποθετημένες δυο μινιατούρες tongkonan, οι οποίες στη ερώτησή μας τι εξυπηρετούσαν, μας δόθηκε η απάντηση ότι είναι το μέσο με το οποίο μεταφέρονται οι νεκροί στους ώμους των συγγενών στη τελευταία τους κατοικία.
Οι τάφοι είναι μόνιμες κατοικίες των νεκρών. Δεν υπάρχει διαδικασία εκταφής και νέας χρήσης του χώρου. Παρά το μικρό μέγεθος της εισόδου, το εσωτερικό είναι «άνετο» επιτρέποντας έτσι να ταφούν κι άλλα μέλη της οικογένειας στον ίδιο χώρο.
Υπό το άγρυπνο βλέμμα των εκφραστικών tau tau πήραμε ένα μικρό δρομάκι που οδηγούσε μέσα από κακαόδενδρα, σε ένα άλλο βράχο διάτρητο κι αυτό από τάφους. Κάποια στεφάνια αφημένα στα ριζά του βράχου δήλωναν πρόσφατη ταφή. Όλα τα διακοσμητικά αυτά (σταυροί, tau tau, επιτάφιοι) αφήνονται και καταστρέφονται με το πέρασμα του χρόνου.
«Τυχεροί νεκροί» σκέφτηκα, καθώς από το χώρο της τελευταίας τους κατοικίας το πνεύμα τους μπορεί να ατενίζει ένα γοητευτικό τοπίο με βουνά βουτηγμένα στο πράσινο και ατέλειωτους ορυζώνες όπου οι ζώντες ακόμα μοχθούν για τον επιούσιο.
H θέα από τους λαξευτούς τάφους
Περνώντας μέσα από τους ρυζοχώραφα, ανάμεσα στους ντόπιους που ακάματα πάλευαν βουλιάζοντας με τα γυμνά τους πόδια στα νερά μαζεύοντας ή αποφλοιώνοντας το ρύζι χειρονακτικά, δράττομαι της ευκαιρίας να αναφερθώ στα πολλά ονόματα που δίνουν οι Ινδονήσιοι στο ρύζι όπως μας είπε ο Enos:
Padi είναι το ρύζι που μεγαλώνει στους αγρούς,
Gabah είναι οι σπόροι ρυζιού με το φλοιό τους,
Βeras οι αποφλοιωμένοι σπόροι του ρυζιού (πριν μαγειρευτεί)
και Nasi το μαγειρεμένο ρύζι (εξ’ου και η ονομασία που θα συναντήσει κανείς στους καταλόγους των εστιατορίων).
Διασχίζοντας τα υποτονικά σουβενιρατζίδικα που απαραίτητα κοσμούν το κάθε αξιοθέατο στην Ινδονησία (αλλά εκεί -εν αντιθέσει με το Μπαλί- ουδόλως στο πνεύμα του σ’αρπάζω απ’το μανίκι για να ψωνίσεις) αναχωρήσαμε για τον επόμενο σταθμό στο χωριό Kambira όπου υπάρχει χώρος ταφής βρεφών.
Τα βρέφη (συνήθως κάτω από 6 μηνών, να μην έχουν ανατείλει τα νεογιλά δόντια ακόμη) ενταφιάζονται με συνοπτικές διαδικασίες χωρίς τελετές και σε ξεχωριστούς χώρους.
Φτάσαμε στο χώρο και περνώντας μέσα από 2-3 παραδοσιακά tongkonan καταλήξαμε μέσα από ένα δάσος από μπαμπού στο δένδρο ταφής.
Με την ευκαιρία θα πω ότι τα μπαμπού είναι και τα αγαπημένα μου δένδρα. Κομψά, πανύψηλα, σε πυκνούς σχηματισμούς, ευθυτενή, με χονδρούς κορμούς γεμάτους καταπράσινα φύλλα ήταν σαν σκηνικό από τα «Ιπτάμενα Στιλέτα».
Hydronetta-λατρεμένο το μπαμπού λοιπόν αλλά και πλέον πολυχρηστικό για τους Ινδονήσιους που το αποκαλούν «δένδρο με τις 100 χρήσεις», καθώς όχι μόνο για έπιπλα αλλά μέχρι και σαν μαγειρικό σκεύος χρησιμοποιείται (ας θυμηθούμε τη συνταγή στη νεκρική τελετή).
Τα λατρεμένα μου μπαμπού
Εκστασιασμένος με το βλέμμα από το έδαφος μέχρι τον ουρανό να το σκεπάζουν τα μπαμπού, ακολούθησα τη σύντομη διαδρομή μέχρι το δένδρο. Δε λέω, μοναδικές οι τελετές κι οι λαξευτοί τάφοι αλλά αυτό ήταν συγκλονιστικότερο όλων.
Περιστοιχισμένο από τα πανύψηλα μπαμπού στη μέση ενός κυκλικού χώρου έστεκε ένα δένδρο στου οποίου το κορμό είχαν σκαλιστεί μικρές εσοχές οι οποίες καλύπτονταν από πρόχειρες ξύλινες πορτούλες.
Αυτοί ήταν οι τάφοι των βρεφών.
Το δένδρο των νεκρών βρεφών
«Γιατί έχει επιλεγεί το συγκεκριμένο δένδρο;» ρώτησα τον Enos, καθώς η περιοχή ουδόλως υστερούσε σε βλάστηση.
«Το δένδρο αυτό σαν χαραχτεί παράγει κάτι σαν γάλα. Κι αυτό είναι για τα νεκρά βρέφη σαν το γάλα της μητέρα τους. Για να εξακολουθούν και μετά θάνατον να το πίνουν και να αναπτύσσονται όπως όλα τα παιδιά εν ζωή» μας είπε. «Τα βρέφη θάβονται όρθια. Όσο ψηλώνει το δένδρο, τόσο κι αυτά πιστεύεται ότι μεγαλώνουν».
Μας έδειξε και κάποιες καμπυλωτές προεξοχές του κορμού. «Το δέντρο σαν ζωντανός οργανισμός με τον καιρό έρχεται και καλύπτει το κενό που δημιούργησε το σκάλισμα, αγκαλιάζοντας και φυλακίζοντας μέσα στο κορμό του το σώμα του νεκρού βρέφους» αιτιολόγησε με έμφαση.
Είχα μείνει άφωνος . Μου φαινόταν αδιανόητο ότι αυτός ο κορμός κλείνει μέσα του σώματα βρεφών. Κι είχα συγκλονιστεί από την πρακτική αυτή που βασιζόταν σε μια θεώρηση που ξεπερνά την συμβατική δική μας περί θανάτου…
Σε μικρή απόσταση από το Kambira, μέσα από απέραντους ορυζώνες όπου το padi λαμπύριζε στον ήλιο σαν χρυσοπράσινο χαλί, φτάσαμε στο χωριό Tampagailo για να επισκεφθούμε χώρους ταφής σε σπηλιές.
Μια θάλασσα από χρυσοπράσινο ρύζι
Αφήσαμε το αμάξι και διασχίσαμε μια σύντομη διαδρομή με τα πόδια μέσα στους ορυζώνες. Στη διάρκειά της είχαμε την ευκαιρία να δούμε και ταφικά μνημεία πολύ πιο δυτικότροπα στην κατασκευή τους καθώς ήταν ευμεγέθη χτίσματα, περιποιημένα, με το μπαλκονάκι τους, τις κολωνίτσες τους, βαμμένα πολύχρωμα και κατάφορτα με στεφάνια. Προφανώς λειτουργούν σαν οικογενειακοί τάφοι.
Ο δρόμος μας έφερε σε μια ανοικτή σπηλιά όπου η πρώτη εικόνα ήταν αραδιασμένες νεκροκεφαλές πάνω στα βράχια ή στις άκρες του σπηλαίου.
Στα ψηλότερα τοιχώματα σε κατάσταση αποσύνθεσης βρίσκονταν φέρετρα ενώ το σκηνικό συμπληρωνόταν από tau tau.
Eίναι η οικονομικότερη επιλογή που υπάρχει για τους ανθρώπους της περιοχής.
Τα φέρετρα μεταφέρονται στη σπηλιά και τοποθετούνται ψηλά σε ειδικές ξύλινες εξέδρες. Ο χρόνος αναλαμβάνει τα υπόλοιπα.
Είχαμε πια ολοκληρώσει τη περιήγηση της πρώτης μέρας στη Tana Toraja. Και τι μέρα… αφιερωμένη αποκλειστικά… στο θάνατο!! Νεκρικές τελετές, σφαγές, τάφοι όλων των ειδών μαρτυρούν αυτό που προανέφερα. Ότι ο θάνατος στην Tana Toraja είναι το σημαντικότερο γεγονός της κοινωνικής ζωής του τόπου.
Είχε έρθει η ώρα της επιστροφής με σύντομη διακοπή για φαγητό (θα μου πεις μετά από τόσο θανατικό πεινάγατε?) κι έτσι κάναμε μια στάση σε ένα γοητευτικό μικρό εστιατόριο με βεράντα καταμεσής στους ορυζώνες και τα βουνά της περιοχής.
Δοκιμάσαμε τις τοπικές σπεσιαλιτέ (ουδόλως έθελξαν τον ουρανίσκο μου) με παγωμένη Bintang που κύλησε σαν βάλσαμο μέσα μας.
Οι βουκολικές εικόνες με το θέρισμα του padi που εκτυλίσσονταν τριγύρω μας ήταν μοναδικές. Ξεχασμένες πλέον, εκεί όπου η τεχνολογία έχει υποκαταστήσει τον ανθρώπινο μόχθο.
Το γεύμα μας
Με το δειλινό γυρίσαμε στο Rantepao με τα γλυκά χρώματα να αναδεικνύουν τη γοητεία των ορυζώνων με φόντο τα καταπράσινα βουνά.
Κάναμε μια σύντομη βόλτα στην αγορά κοντά στο ξενοδοχείο μας. Ήμασταν μετρημένοι στα δάκτυλα του ενός χεριού οι τουρίστες κάτι που επέτρεπε και στο κόσμο να είναι φιλικότερος απέναντί μας και να μας χαιρετά σε κάθε μας βήμα.
Ειδικά τα πιτσιρίκια ξετρελάθηκαν στην ιδέα της ψηφιακής φωτογραφίας. Πόζαραν, έβλεπαν την φωτογραφία τσιρίζοντας και χοροπηδώντας, ζητώντας κι άλλη ξανά και ξανά… Τι υπέροχο που αλληλεπιδρούσαμε με γέλιο, χαρά και σκανταλιό χωρίς εκείνα να νοιώθουν επιφυλακτικότητα προς έναν άγνωστο.
Ένα τρισχαριτωμένο ζουζούνι στο Rantepao
Επιστρέψαμε στο δωμάτιο του ξενοδοχείου κάνοντας μια σύντομη στάση στο γειτονικό σουπερμάρκετ για αγορά ποτών και των απαραίτητων παρελκόμενων. Με εντυπωσίασε η χαμογελαστή ευγένεια και η εντιμότητα του μαγαζάτορα που σκίστηκε να μας δώσει τα ρέστα μέχρι και την τελευταία ρουπία.
Δεν διαφθείρονται παντού οι άνθρωποι από το τουριστο-χρήμα σκέφτηκα (εν αντιθέσει προς το Μπαλί).
Με ολίγον Μουντιάλ και χαζεύοντας τις φωτογραφίες της ημέρας σιγά σιγά παραδοθήκαμε στην αγκαλιά του Μορφέα.
Είχαμε ακόμα μια μέρα να γνωρίσουμε τις φυσικές ομορφιές πια της Τana Toraja.
Επιτέλους σας έφτασα και εγώ, είχα μείνει πίσω αναγνωστικώς, και θα αναγκαστώ να κοινοτυπήσω. Υπέροχες φωτογραφίες και διήγηση γεμάτη χιούμορ. Οι λαξεμένοι τάφοι εντυπωσιακότατοι.
Παρακάτω δεν έχει;
H μέρα ανέτειλε λαμπρή μετά τη βραδινή βροχή. Το πρόγραμμα της περιήγησης πιο χαλαρό σήμερα και χωρίς αιματοχυσίες.
«Αν θέλετε να παρακολουθήσετε κι άλλες νεκρικές σπονδές μπορούμε να πάμε» μας πρότεινε ο Enos, αλλά ομολογώ ότι άλλο sequel ομαδικής σφαγής ζώων δεν είχαμε διάθεση να δούμε. Προτιμήσαμε να περιηγηθούμε στην υπέροχη φύση της Tana Τoraja, όχι ότι βέβαια θα γλυτώναμε τους τάφους που όπως προείπα είναι διάσπαρτοι παντού.
Κατευθυνθήκαμε αρχικά νότια του Rantepao στο χωριό Ketekesu.
Λίγο πριν την είσοδο στο παραδοσιακό χωριό οι ντόπιοι είχαν αρχίσει πουρνό-πουρνό να καταπιάνονται με τις αγροτικές εργασίες. Στο πλάι του δρόμου πάλευε με τις αρμαθιές η κυρά-Καλή διαχωρίζοντας τους κόκκους ρυζιού από το φυτό. Μια διαδικασία, μονότονη και κουραστική: σκύψε – κοπάνα – σήκω, κάτω από το λιοπύρι.
"Α, θα το δοκιμάσω κι εγώ" αναφώνησε ο συνταξιδιώτης μου και με βήμα χαρωπό πήρε θέση δίπλα στη κυρά-Καλή, δώστου χτυπώντας το ρύζι (για φωτογραφικές ανάγκες βέβαια). Μετά από μερικά σετάκια επικύψεων και εγέρσεων, χοντροί κόμποι ιδρώτα άρχισαν να τρέχουν από το μέτωπό του και το επαπειλούμενο λουμπάγκο έκανε την εμφάνισή του. Aποτέλεσμα; Ισχνή ρυζοταϊσμένη Τοραγιανή vs καλοθρεμμένος δυτικός τουρίστας: πανηγυρικά 1-0. Συμπέρασμα: κιλά δεν χάνονται με δίαιτες. Κλείστε διακοπές μιας εβδομάδας στη Τοraja να κοπανάτε και να τρώτε μόνο ρύζι ολημερίς και να δείτε πώς θα εξαχνωθούν τα παχάκια.
Ινδονησία - Ελλάς: 1-0
Το Ketekesu ακολουθεί το πρότυπο των παραδοσιακών χωριών της Tana Toraja. Tα tongkonan που χρησίμευαν σαν κατοικίες παρατεταγμένα σε μια σειρά κι απέναντί τους οι ρυζαποθήκες σε ανάλογη αρχιτεκτονική, όλα πνιγμένα στο πράσινο και τους φοίνικες.
Ketekesu
Ήταν και το πρώτο χωριό που συναντήσαμε, όπου στεγαζόταν κι ένα μικρομάγαζο με σουβενίρ, χειροποίητα υποτίθεται. Τιμές μάλλον τσουχτερές για ξυλόγλυπτα τοραγιανά μοτίβα και τιμές ακατέβατες. Τα ανατολίτικα παζάρια εδώ δεν είχαν πέραση. Απογοητευμένοι (άλλωστε θα ζούσαμε και χωρίς τον τοραγιανό βούβαλο να διακοσμεί το σαλόνι μας) αναχωρήσαμε πάνω στην ώρα που πλάκωσε ο στρατός ο οποίος κατά τα φαινόμενα ήταν σε εκδρομή αναψυχής για τα υψηλόβαθμα στελέχη. Πάλι καλά γιατί το γραφικό χωριό πνίγηκε στα μιλιτέρ τζιπάκια και πούλμαν, κάτι που κατέστρεφε την φωτογένειά του.
Ακολουθήσαμε τη σύντομη διαδρομή προς τους κρεμαστούς τάφους γειτονικά του χωριού.
Εδώ το μοτίβο ταφής προσομοιάζει με εκείνα των σπηλιών. Κάθετα δοκάρια τοποθετημένα στους βράχους υποστηρίζουν τα ξύλινα κοφίνια, τα οποία από τον καιρό είχαν σχεδόν διαλυθεί αφήνοντας τα κρανία και οστά σε κοινή θέα. Μερικά φέρετρα ομολογώ ότι ήταν σκαλισμένα με περίτεχνα μοτίβα ή ακόμα και με πλώρη νεροβούβαλου. Η φαντασία σε όλο το μεγαλείο της.
Το πλέον ενδιαφέρον ήταν που δίπλα στα κρανία ήταν τοποθετημένα τσιγάρα…
Με έβγαλε ο Enos από την απορία μου πριν προλάβω καν να την εκστομίσω: «Είναι προσφορές για τους νεκρούς. Για να μην αισθάνονται ότι τους λείπει κάτι εκεί στη γη των προγόνων τους».
«Μια χαρά σκέφτηκα θα φουμάρουν οι αποδημήσαντες. Ούτε αντικαπνιστικοί νόμοι, ούτε έννοια για τις βλαβερές συνέπειες του καπνού.». Ως καλός καπνιστής έκανα κι εγώ την προσφορά μου και συνεχίσαμε ανηφορικά, με τα φέρετρα να χάσκουν πάνω από τα κεφάλια μας.
Κρεμαστοί τάφοι
Περνώντας μέσα από συστάδες λατρεμένων μπαμπού φτάσαμε πάλι σε μια σπηλιά που χρησιμοποιείτο σαν χώρος ταφής. Μόνο που εδώ επικρατούσε μια σχετικά αταξία. Μπουκάλια, ρούχα, εφημερίδες κι ένα σωρό μικροαντικείμενα ήταν πεταμένα ολούθε.
«Τς τς κανένας σεβασμός στους νεκρούς» σχολίασα πικρόχολα, για να λάβω την πληρωμένη απάντηση: «Μα δεν τα είπαμε πριν; Πρέπει να περνάνε καλά οι νεκροί στον άλλο κόσμο. Δεν πρέπει να τους λείπει τίποτα από τα αγαπημένα τους αντικείμενα».
Αρχαιοελληνική προσέγγιση ομολογώ. Τώρα βέβαια αγαπημένο αντικείμενο η μπουκάλα Coca Cola; Αλλά πού το ξέρει κανείς τι εθισμούς είχε ο εκλιπών! Άλλωστε δεν έχω ενημέρωση αν προσφέρονται αναψυκτικά στον παράδεισο. Για πιλάφια και παρθένες όμως κάτι έχει πάρει το αυτί μου. :roll:
Επιστρέφοντας στο χωριό και κατά την αναχώρησή μας είχαμε την ευκαιρία να επισκεφθούμε κι ένα ξυλουργείο. Τι έπιπλα, τι καρέκλες κλπ μαύρα άλογα. Φέρετρα… αυτές είναι δουλειές με φούντες. Όμως όπως αποδεικνύει η επισυναπτόμενη φωτό, όλα κι όλα μεγαλοπρεπέστατο το φέρετρο. Τυχερός ο μακαρίτης!
Πήραμε το δρόμο προς το Rantepao και ακολουθήσαμε κατεύθυνση προς τα βόρεια. Στάση στο χωριό Bori όπου σε μια μικρή έκταση κοντά στο χωριό βρίσκονται διάσπαρτοι ογκώδεις μονόλιθοι.
Τα μενίρ του Bori
Τα μέρη αυτά θεωρούνται ιερά και αποτελούν συνήθη τόπο rante (νεκρικών τελετών) και δια του λόγου το αληθές επικρατούσε οργασμός εργασιών κατασκευής εξέδρων για την επικείμενη ταφή. Μάλιστα και ο λαξευτός τάφος είχε σχεδόν ετοιμαστεί.
Στο χώρο του μελλοντικού rante μέσα σε ένα δάσος από λυγερόκορμα μπαμπού ήταν ένας τεράστιος οβάλ βράχος διάτρητος από εσοχές που στέγαζαν τάφους.
Το ίδιο σκηνικό σε κάθε μεγάλο ή μικρό βράχο σ’όλη τη διαδρομή προς το Batuturnonga, την κορφή όπου ήταν ο τελικός μας προορισμός για να γευματίσουμε και να απολαύσουμε την εκπληκτική θέα.
Tάφοι, τάφοι, τάφοι....
Μέσα από ορυζώνες, διάσπαρτα χωριά με σπίτια tongkonan (τα περισσότερα όμως με ελενίτ σκεπές που διασφαλίζουν αντοχή στο χρόνο αλλά όχι και φωτογένεια όπως οι παραδοσιακές), πήραμε τον ανηφορικό δρόμο προς το βουνό κάνοντας μια στάση για να δροσίσουμε τον ουρανίσκο μας σε ένα υπαίθριο καφέ στη περιοχή Lempo. Ό,τι ξεδιπλώθηκε στα έκπληκτα μάτια μας ήταν μια πανέμορφη πλαγιά, ένα καταπράσινο ποτάμι από χαμηλές αναβαθμίδες ορυζώνων. Στο βάθος ξεφύτρωναν κατάφυτες κορφές βουνών και πλούσιες συστάδες δέντρων.
Πήρα το τσαγάκι μου κι άφησα τα μάτια μου να βυθιστούν στη μαγεία του τοπίου.
Ένοιωσα μια γαλήνη να με διαπερνά και να απλώνεται σαν γλυκό μούδιασμα σ’ όλο μου το κορμί.
Εκλιπαρούσα για μια αιώρα να απλώσω το απολλώνιο κορμί μου :roll: και να χορτάσω με όλες μου τις αισθήσεις αυτή την υπέροχη θέα.
Αλλά ο χρόνος γαρ βραχύς κι έτσι συνεχίσαμε την ανοδική μας πορεία.
Κανά 20λεπτο πριν από τον τελικό μας προορισμό ο Enos μας πρότεινε να κατέβουμε από το αυτοκίνητο και να περπατήσουμε. Ήταν μια σύντομη όμορφη βόλτα με τα απαραίτητα μαθήματα βοτανολογίας. Εκεί κάναμε και τη γνωριμία μας με το «ντροπαλό» φυτό. Σαν μια μικρή φτέρη όταν το άγγιζες εκείνο μάζευε ενστικτωδώς τα φύλλα του.
Όσο ανεβαίναμε τόσο το γοητευτικό τοπίο της Toraja ξεδιπλωνόταν ολόγυρά μας.
Καταλήξαμε στο εστιατόριο όπου από το μπαλκονάκι του απολαύσαμε ένα χορταστικό γεύμα με μια εκπληκτική θέα: βουνά, δάση, ορυζώνες, μικρά χωριά και κάπου στο βάθος η πόλη του Rantepao.
Πλήρεις αισθήσεων, με την Bintang μπύρα να ρέει μεθυστικά στο αίμα μας πήραμε το δρόμο επιστροφής. Ήδη ήταν νωρίς το απόγευμα αλλά εφόσον ο χρόνος μας το επέτρεψε λοξοδρομήσαμε για τελευταίες εικόνες από ένα άλλο παραδοσιακό χωριό, το Palawa.
Οφείλω να ομολογήσω πως είναι το γραφικότερο απ’όλα τα παραδοσιακά χωριά που είδαμε.
Ίσως να φταίει το όμορφο γλυκό απογευματινό φως.
Ίσως ότι το χωριό είχε μόνιμους κατοίκους κι η βουκολική ζωή έρεε αδιατάρακτη παρά την παρουσία μας. Ειδικά μια παρέα παιδιών προσέδιδε ένα τόνο ζωντάνιας στο μουσειακό χαρακτήρα του χωριού.
Ουδέν καλόν αμιγές κακού όμως, καθώς περιμετρικά των σπιτιών tongkonan (που ήταν από τα εντυπωσιακότερα που είδαμε), ξεφύτρωναν σουβενιρομάγαζα με πωλητές που λίγο απείχαν από τους αντίστοιχους στο Μπαλί.
Η ζωή στο Palawa
Είχε πια σχεδόν νυχτώσει όταν φτάσαμε στο ξενοδοχείο μας. Από την καθολική εκκλησία απέναντι από το ξενοδοχείο μας απλώνονταν μελωδικοί ήχοι μιας χορωδίας.
Η περιέργεια με οδήγησε να κρυφοκοιτάξω από τη χαραμάδα της πόρτας. Οι χορωδοί μας πήραν χαμπάρι και με ένα παχύ χαμόγελο μας προσκάλεσαν να τους ακολουθήσουμε στα μελωδικά μονοπάτια εξύμνησης του Ύψιστου. Μόνο που εγώ ό άμουσος βρέθηκα να κρατώ παρτιτούρες και να προσπαθώ να αποκωδικοποιήσω νότες και κείμενο που ουδαμώς προσφιλές ήταν γλωσσολογικά.
Πρακτικά νιαούριζα μέσα από τα χείλια μου για να μη προσβάλω τους υπόλοιπους. :roll:
Πάντως ήταν ο ιδανικότερος τρόπος να κλείσει άλλη μια όμορφη μέρα στη Tana Toraja.
Μας περίμενε πια ο μακρύς δρόμος επιστροφής στο Makassar και η προγραμματισμένη πτήση για το Μπαλί...
Τι ωραίο πρωινό δώρο μου επιφύλαξες! Σε ευχαριστώ πολύ για την γλαφυρή περιγραφή και για τις όμορφες φωτογραφίες.
Γέλασα πολύ με την εξάσκηση του συνοδοιπόρου σου σε τοπικές αγροτικές εργασίες.