aspa
Member
- Μηνύματα
- 585
- Likes
- 1.576
- Επόμενο Ταξίδι
- Κολομβία
- Ταξίδι-Όνειρο
- Γυρος του κοσμου
Περιεχόμενα
Άλλη σπουδαία επίσκεψη που κάναμε ήταν το μοναστήρι της Σάντα Καταλίνα.
Ένα ολόκληρο τετράγωνο καλύπτει το μοναστήρι, το οποίο βρίσκεται στο κέντρο της πόλης. Το εισιτήριο πανάκριβο 40 sol.
Ιδρύθηκε το1580 από μια πλούσια χήρα που έγινε καλόγρια. Αυτό που μας έκανε εντύπωση είναι ότι οι πλούσιες δόκιμες έφεραν μαζί τους και υπηρέτριες να τις υπηρετούν !!!! ωραίες μοναχές. Έκαναν στο μοναστήρι και γιορτές. Το 1870 η Χοσέφ Καδένα μετά από πολλές προσπάθειες κατάφερε να αλλάξει τον ηδονιστικό τρόπο ζωής των μοναχών και να φέρει θρησκευτικό ασκητισμό, απελευθερώνοντας τις υπηρέτριες και κάνοντάς τες μοναχές με ίδια δικαιώματα.
Η αρχιτεκτονική των κτιρίων είναι μείγμα τοπικών και Ισπανικών ρυθμών. Το μοναστήρι είναι μια μικρή πόλη. Έχει 100 δωμάτια κτισμένα σε 6 δρόμους, εκκλησία, βιβλιοθήκη, πινακοθήκη με εξαιρετικούς πίνακες.
Η οδός Σεβίλης με τους τοίχους από τερακότα ξεχωρίζει από όλο το συγκρότημα. Όμορφη επίσης και η οδός Κόρδοβα με τα γεράνια της. Η μονή διαθέτει ένα από τα πρώτα πιάνα της εποχής αγορασμένο από την Αγγλία για 4000λίρες.
Εντυπωσιακό και το κοινόχρηστο πλυντήριο, με τις 20 πήλινες λεκάνες.
Η μονή αξίζει μιας επίσκεψης ακόμη και για αυτούς που δεν τρέχουν στα μοναστήρια.
Το φαγητό μας στην Αρεκίπα καταπληκτικό. Άλλωστε η πόλη φημίζεται για το καλό φαγητό. Είτε φάγαμε σε ένα μαγερειό που τρώγανε οι ντόπιοι
φακόρυζο και κοτόπουλο – είτε σε εστιατόριο, ήταν νοστιμότατο και υγιεινό. Δοκιμάσαμε πατάτες μαγειρεμένες με χίλιους τρόπους σε ένα μαγαζί όπου μάθαμε ότι στο Περού καλλιεργούνται 3000 είδη πατάτας. Έχω να προτείνω για φαγητό το Casona Mercaderes, στον κεντρικό πεζόδρομο
και το Hatunpa το εστιατόριο που σερβίρει μόνο πατάτες μαγειρεμένες με πολλούς τρόπους.
Όπου και να πας όμως θα φας καλά και οικονομικά.
Στην Αρεκίπα όμως πας για να επισκεφτείς το Colca Canyon (3400μ). Είναι το δεύτερο βαθύτερο φαράγγι του κόσμου μετά του Κοταουάσι (3535μ) που βρίσκεται και αυτό στο Περού.
Την επίσκεψη κανονίσαμε με ένα τοπικό γραφείο. Υπάρχουν πολλά γύρω από την πλατεία. Το ψάξαμε λίγο το παζαρέψαμε και το κλείσαμε 40 sol για το πρακτορείο και 70sol το bolleto turistiko, η είσοδος για το φαράγγι.
Το ημερήσιο ταξίδι ξεκινούσε στις 3πμ, για να προλάβουμε να είμαστε στις 8πμ στο σημείο που θα βλέπαμε τους κόνδορες.
Βγήκαμε από την πόλη και αρχίσαμε να ανεβαίνουμε. Το φεγγάρι ολόγιομο μας φώτιζε τον δρόμο, ήταν σαν μέρα. Τα βουνά όσο ανεβαίναμε πιο άγρια λες απάτητα, χωρίς βλάστηση. Στο δρόμο μερικά τουριστικά βανάκια σαν εμάς και τα φορτηγά.
Η πρώτη μας στάση στο Τσιβάι, μετά από τις απαραίτητες διαδικασίες για την είσοδο. Εκεί είχαμε πρωινό σε ένα εστιατόριο, καφέ πανσιόν, η όπως αλλιώς ήθελες να το πεις. Το Τσιβάι, το μεγαλύτερο χωριό της επαρχίας, μες το χάραμα μου φάνηκε ένα χωριό εγκαταλελειμμένο στην τύχη του. Είχε βρέξει τις προηγούμενες μέρες, οι δρόμοι, χωματόδρομοι, μες στην λάσπη, τα σπίτια παλιά ασοβάντιστα , όπως και τα περισσότερα στην επαρχία στο Περού.
Συνεχίσαμε στο χωριό Μάκα, όπου μας περίμενε μια ευχάριστη έκπληξη. Το Φεβρουάριο οι ντόπιοι
οργανώνουν γιορτές αφιερωμένες στην καλή σπορά και συγκομιδή των καλλιεργειών τους. Ομάδες τραγουδούν και χορεύουν με μπάντες από τύμπανα και πνευστά όργανα , ακολουθώντας το δικό τους παραδοσιακό τρόπο.
Στην περιοχή καλλιεργούν κινόα, πατάτες, καλαμπόκια και κηπευτικά. Αυτή η εποχή είναι το καλοκαίρι τους.
Είναι άξιος επαίνου ο τρόπος που έχουν δημιουργήσει τα κλιμακωτά χωράφια τους στα 3500μ υψόμετρο. Το τοπίο αυτό διαμορφώθηκε πολλά χρόνια πίσω από τους Ίνκας. Συνεχίστηκε και σήμερα από τους Κολιάγκα οι οποίοι χτίζοντας περιμετρικά τοιχία στα χωράφια τους τα προστατεύουν από τις βροχές και τις κατολισθήσεις.
Τη δόξα όμως και το ενδιαφέρον των ταξιδιωτών εξακολουθεί να συγκεντρώνει το φαράγγι για λόγους που δεν έχουν να κάνουν με το βάθος του,ούτε με τον ποταμό που με τα ορμητικά νερά του το διαπερνάει αλλά με τους πελώριους κόνδορες των Άνδεων, οι οποίοι κάθε πρωί φέρνουν βόλτες σε μια συγκεκριμένη τοποθεσία πάνω από το χείλος του γκρεμού.
Ο ήλιος κοντεύει να ανατείλει πίσω από την κορυφή του βουνού . Στεκόμαστε ακριβώς απέναντι, στην τοποθεσία Cruz del Condor, στο χείλος του γκρεμού.
Μια μαύρη κουκκίδα, με φόντο τον σκούρο όγκο του βουνού ανεβαίνει σιγά σιγά από τα βάθη της χαράδρας του Κόλκα πλησιάζοντας προς το μέρος μας.
Με άνοιγμα φτερών που φτάνει τα τέσσερα μέτρα, σε λίγα λεπτά φτερουγίζει μπροστά μας το μεγαλύτερο πουλί του κόσμου, ένας μεγαλοπρεπής κόνδορας των Άνδεων. Περνάει τόσο γρήγορα που δεν προλαβαίνεις να τον φωτογραφήσεις.
Μεγαλοπρεπής πέρασε από πάνω μας χωρίς να κουνά τα φτερά του, σαν αέρας.Έχουμε μείνει άφωνοι.
Τον πρώτο ακολουθεί και δεύτερος, και μετά ένας μικρότερος. Με την αρχοντιά του βασιλιά των πετούμενων πέρασαν από πάνω μας, μας αγνόησαν και συνέχισαν την πορεία τους για αναζήτηση τροφής. Τα είχαμε δει όλα.
Στην συνέχεια μας πήγαν στα ιαματικά λουτρά. Μια πισίνα με ιαματικό νερό που δεν σε ενέπνεε να την επισκεφτείς. Δεν το κάναμε.
Η εκδρομή περιλάμβανε φαγητό και επιστροφή στην πόλη.
Την επομένη στις 13,30μμ θα παίρναμε το λεωφορείο για το Πούνο.
Επιλέξαμε το πρωινό λεωφορείο από το βραδινό γιατί θέλαμε να δούμε την διαδρομή, επίσης ήταν πιο οικονομικό, στην μισή τιμή (33sol). Η διαφορά των λεωφορείων στην εξυπηρέτηση και κυρίως στην καθαριότητα πολύ μεγάλη.
Ξεκινήσαμε λοιπόν ένα ζεστό ηλιόλουστο μεσημέρι να ανεβαίνουμε προς τα βουνά. Δεν είχαμε σκεφθεί πόσο ψηλά θα πηγαίναμε. Εκεί λοιπόν που διαμαρτυρόμαστε γιατί το λεωφορείο δεν είχε βάλλει κλιματισμό, άρχισε να κάνει κρύο, έβρεχε. Το κρύο γινόταν πιο έντονο, όσο προχωρούσαμε στις χιονισμένες κορφές που έμεναν έτσι όλο το χρόνο. Και ήταν καλοκαίρι. Φαντάσου τι γίνεται εκεί το χειμώνα. Το υψόμετρο πολύ μεγάλο. Μάλλον ήταν οι κορυφές που βλέπαμε την προηγούμενη χιονισμένες. Εκεί που οι νεκροί διατηρούνται ανέπαφοι από το κρύο.
Μέσα σε αυτή την κακοκαιρία γυναίκες έμπαιναν στο λεωφορείο για να πουλήσουν διάφορα. Κυρίως μαγειρεμένο κρέας και ξηρούς καρπούς. Έκαναν μερικά χιλιόμετρα μαζί μας και πιθανόν θα περίμεναν κάποιο άλλο περαστικό λεωφορείο να τους πάει πίσω. Αυτή την διαδρομή κάνουν μάλλον όλο το χρόνο για να εξοικονομήσουν κάποια χρήματα να ζήσουν. Τα χωριά τους οικισμοί με λίγα σπίτια σκεπασμένα όλο τον χρόνο από χιόνι. Μια ζωή δύσκολη με μεγάλη ταλαιπωρία μακριά από την πόλη.

Ένα ολόκληρο τετράγωνο καλύπτει το μοναστήρι, το οποίο βρίσκεται στο κέντρο της πόλης. Το εισιτήριο πανάκριβο 40 sol.

Ιδρύθηκε το1580 από μια πλούσια χήρα που έγινε καλόγρια. Αυτό που μας έκανε εντύπωση είναι ότι οι πλούσιες δόκιμες έφεραν μαζί τους και υπηρέτριες να τις υπηρετούν !!!! ωραίες μοναχές. Έκαναν στο μοναστήρι και γιορτές. Το 1870 η Χοσέφ Καδένα μετά από πολλές προσπάθειες κατάφερε να αλλάξει τον ηδονιστικό τρόπο ζωής των μοναχών και να φέρει θρησκευτικό ασκητισμό, απελευθερώνοντας τις υπηρέτριες και κάνοντάς τες μοναχές με ίδια δικαιώματα.
Η αρχιτεκτονική των κτιρίων είναι μείγμα τοπικών και Ισπανικών ρυθμών. Το μοναστήρι είναι μια μικρή πόλη. Έχει 100 δωμάτια κτισμένα σε 6 δρόμους, εκκλησία, βιβλιοθήκη, πινακοθήκη με εξαιρετικούς πίνακες.

Η οδός Σεβίλης με τους τοίχους από τερακότα ξεχωρίζει από όλο το συγκρότημα. Όμορφη επίσης και η οδός Κόρδοβα με τα γεράνια της. Η μονή διαθέτει ένα από τα πρώτα πιάνα της εποχής αγορασμένο από την Αγγλία για 4000λίρες.

Εντυπωσιακό και το κοινόχρηστο πλυντήριο, με τις 20 πήλινες λεκάνες.
Η μονή αξίζει μιας επίσκεψης ακόμη και για αυτούς που δεν τρέχουν στα μοναστήρια.
Το φαγητό μας στην Αρεκίπα καταπληκτικό. Άλλωστε η πόλη φημίζεται για το καλό φαγητό. Είτε φάγαμε σε ένα μαγερειό που τρώγανε οι ντόπιοι

φακόρυζο και κοτόπουλο – είτε σε εστιατόριο, ήταν νοστιμότατο και υγιεινό. Δοκιμάσαμε πατάτες μαγειρεμένες με χίλιους τρόπους σε ένα μαγαζί όπου μάθαμε ότι στο Περού καλλιεργούνται 3000 είδη πατάτας. Έχω να προτείνω για φαγητό το Casona Mercaderes, στον κεντρικό πεζόδρομο

και το Hatunpa το εστιατόριο που σερβίρει μόνο πατάτες μαγειρεμένες με πολλούς τρόπους.
Όπου και να πας όμως θα φας καλά και οικονομικά.
Στην Αρεκίπα όμως πας για να επισκεφτείς το Colca Canyon (3400μ). Είναι το δεύτερο βαθύτερο φαράγγι του κόσμου μετά του Κοταουάσι (3535μ) που βρίσκεται και αυτό στο Περού.
Την επίσκεψη κανονίσαμε με ένα τοπικό γραφείο. Υπάρχουν πολλά γύρω από την πλατεία. Το ψάξαμε λίγο το παζαρέψαμε και το κλείσαμε 40 sol για το πρακτορείο και 70sol το bolleto turistiko, η είσοδος για το φαράγγι.
Το ημερήσιο ταξίδι ξεκινούσε στις 3πμ, για να προλάβουμε να είμαστε στις 8πμ στο σημείο που θα βλέπαμε τους κόνδορες.
Βγήκαμε από την πόλη και αρχίσαμε να ανεβαίνουμε. Το φεγγάρι ολόγιομο μας φώτιζε τον δρόμο, ήταν σαν μέρα. Τα βουνά όσο ανεβαίναμε πιο άγρια λες απάτητα, χωρίς βλάστηση. Στο δρόμο μερικά τουριστικά βανάκια σαν εμάς και τα φορτηγά.
Η πρώτη μας στάση στο Τσιβάι, μετά από τις απαραίτητες διαδικασίες για την είσοδο. Εκεί είχαμε πρωινό σε ένα εστιατόριο, καφέ πανσιόν, η όπως αλλιώς ήθελες να το πεις. Το Τσιβάι, το μεγαλύτερο χωριό της επαρχίας, μες το χάραμα μου φάνηκε ένα χωριό εγκαταλελειμμένο στην τύχη του. Είχε βρέξει τις προηγούμενες μέρες, οι δρόμοι, χωματόδρομοι, μες στην λάσπη, τα σπίτια παλιά ασοβάντιστα , όπως και τα περισσότερα στην επαρχία στο Περού.
Συνεχίσαμε στο χωριό Μάκα, όπου μας περίμενε μια ευχάριστη έκπληξη. Το Φεβρουάριο οι ντόπιοι


οργανώνουν γιορτές αφιερωμένες στην καλή σπορά και συγκομιδή των καλλιεργειών τους. Ομάδες τραγουδούν και χορεύουν με μπάντες από τύμπανα και πνευστά όργανα , ακολουθώντας το δικό τους παραδοσιακό τρόπο.
Στην περιοχή καλλιεργούν κινόα, πατάτες, καλαμπόκια και κηπευτικά. Αυτή η εποχή είναι το καλοκαίρι τους.
Είναι άξιος επαίνου ο τρόπος που έχουν δημιουργήσει τα κλιμακωτά χωράφια τους στα 3500μ υψόμετρο. Το τοπίο αυτό διαμορφώθηκε πολλά χρόνια πίσω από τους Ίνκας. Συνεχίστηκε και σήμερα από τους Κολιάγκα οι οποίοι χτίζοντας περιμετρικά τοιχία στα χωράφια τους τα προστατεύουν από τις βροχές και τις κατολισθήσεις.
Τη δόξα όμως και το ενδιαφέρον των ταξιδιωτών εξακολουθεί να συγκεντρώνει το φαράγγι για λόγους που δεν έχουν να κάνουν με το βάθος του,ούτε με τον ποταμό που με τα ορμητικά νερά του το διαπερνάει αλλά με τους πελώριους κόνδορες των Άνδεων, οι οποίοι κάθε πρωί φέρνουν βόλτες σε μια συγκεκριμένη τοποθεσία πάνω από το χείλος του γκρεμού.
Ο ήλιος κοντεύει να ανατείλει πίσω από την κορυφή του βουνού . Στεκόμαστε ακριβώς απέναντι, στην τοποθεσία Cruz del Condor, στο χείλος του γκρεμού.
Μια μαύρη κουκκίδα, με φόντο τον σκούρο όγκο του βουνού ανεβαίνει σιγά σιγά από τα βάθη της χαράδρας του Κόλκα πλησιάζοντας προς το μέρος μας.


Με άνοιγμα φτερών που φτάνει τα τέσσερα μέτρα, σε λίγα λεπτά φτερουγίζει μπροστά μας το μεγαλύτερο πουλί του κόσμου, ένας μεγαλοπρεπής κόνδορας των Άνδεων. Περνάει τόσο γρήγορα που δεν προλαβαίνεις να τον φωτογραφήσεις.
Μεγαλοπρεπής πέρασε από πάνω μας χωρίς να κουνά τα φτερά του, σαν αέρας.Έχουμε μείνει άφωνοι.
Τον πρώτο ακολουθεί και δεύτερος, και μετά ένας μικρότερος. Με την αρχοντιά του βασιλιά των πετούμενων πέρασαν από πάνω μας, μας αγνόησαν και συνέχισαν την πορεία τους για αναζήτηση τροφής. Τα είχαμε δει όλα.
Στην συνέχεια μας πήγαν στα ιαματικά λουτρά. Μια πισίνα με ιαματικό νερό που δεν σε ενέπνεε να την επισκεφτείς. Δεν το κάναμε.
Η εκδρομή περιλάμβανε φαγητό και επιστροφή στην πόλη.
Την επομένη στις 13,30μμ θα παίρναμε το λεωφορείο για το Πούνο.
Επιλέξαμε το πρωινό λεωφορείο από το βραδινό γιατί θέλαμε να δούμε την διαδρομή, επίσης ήταν πιο οικονομικό, στην μισή τιμή (33sol). Η διαφορά των λεωφορείων στην εξυπηρέτηση και κυρίως στην καθαριότητα πολύ μεγάλη.
Ξεκινήσαμε λοιπόν ένα ζεστό ηλιόλουστο μεσημέρι να ανεβαίνουμε προς τα βουνά. Δεν είχαμε σκεφθεί πόσο ψηλά θα πηγαίναμε. Εκεί λοιπόν που διαμαρτυρόμαστε γιατί το λεωφορείο δεν είχε βάλλει κλιματισμό, άρχισε να κάνει κρύο, έβρεχε. Το κρύο γινόταν πιο έντονο, όσο προχωρούσαμε στις χιονισμένες κορφές που έμεναν έτσι όλο το χρόνο. Και ήταν καλοκαίρι. Φαντάσου τι γίνεται εκεί το χειμώνα. Το υψόμετρο πολύ μεγάλο. Μάλλον ήταν οι κορυφές που βλέπαμε την προηγούμενη χιονισμένες. Εκεί που οι νεκροί διατηρούνται ανέπαφοι από το κρύο.
Μέσα σε αυτή την κακοκαιρία γυναίκες έμπαιναν στο λεωφορείο για να πουλήσουν διάφορα. Κυρίως μαγειρεμένο κρέας και ξηρούς καρπούς. Έκαναν μερικά χιλιόμετρα μαζί μας και πιθανόν θα περίμεναν κάποιο άλλο περαστικό λεωφορείο να τους πάει πίσω. Αυτή την διαδρομή κάνουν μάλλον όλο το χρόνο για να εξοικονομήσουν κάποια χρήματα να ζήσουν. Τα χωριά τους οικισμοί με λίγα σπίτια σκεπασμένα όλο τον χρόνο από χιόνι. Μια ζωή δύσκολη με μεγάλη ταλαιπωρία μακριά από την πόλη.