underwater
Member
- Μηνύματα
- 2.902
- Likes
- 13.508
- Επόμενο Ταξίδι
- ?
- Ταξίδι-Όνειρο
- Ανταρκτική
2η Ημερα-Περιήγηση στα Σκόπια
Η 2η ημέρα μας στην πόλη των Σκοπίων ξεκίνησε με ένα σχετικό άγχος. Όλο το βράδυ έριχνε καρέκλες, αλλά και το πρωί που ξυπνήσαμε συνέχιζε να βρέχει. Προβληματισμός. Όσο κρύο και να κάνει, με τα κατάλληλα ρούχα δεν έχεις ιδιαίτερο πρόβλημα, η βροχή όμως μπορεί να σταθεί πολύ ενοχλητική σε ένα ταξίδι. Κατεβήκαμε για πρωινό, όπου μείναμε αρκετά ικανοποιημένοι. Η ποικιλία δεν ήταν πολύ μεγάλη, αλλά η ποιότητα και η γεύση ήταν σε πολύ καλό επίπεδο. Εγώ έφαγα τη γνωστή τυρόπιτα μπουρέκ, η οποία συνοδεύεται από υγρό γιαούρτι. Την είχα πρωτοδοκιμάσει στο Βελιγράδι και μου είχε κάνει εντύπωση ο συνδυασμός. Μπορώ να πω ότι πρόκειται για πολύ εύγευστο σνακ (με την προϋπόθεση ότι δεν κολυμπάει στο λάδι). Για καλή μας τύχη μέχρι να τελειώσουμε το πρωινό σταμάτησε και η βροχή, κι έτσι βγήκαμε ανενόχλητοι για την περιήγησή μας.
Ήταν Κυριακή και αυτό που μου έκανε πολύ εντύπωση ήταν η έλλειψη κινητικότητας στους δρόμους. Ενώ στην Ελλάδα η Κυριακή είναι η μέρα των καφέδων, των χαλαρών εξόδων για φαγητό και των περιπάτων, στα Σκόπια δεν έβλεπες πολύ κόσμο να τριγυρνά (κάτι που συνεχίστηκε όλη την ημέρα). Μουντάδα, υγρή ατμόσφαιρα, κρύο. Ξεκινήσαμε να περπατάμε στους δρόμους χαζεύοντας τα κτίρια και τα διάφορα αγάλματα. Γενικώς, μολονότι τα αποτελέσματα δεν είναι πάντα τόσο επιτυχημένα, γεγονός είναι ότι γίνονται πολλές προσπάθειες να δοθεί ένα χρώμα σε αυτό το τυπικό, σχετικά μονότονο, ανατολικού ύφους σλάβικο κομμάτι της πόλης. Οι καλλιτεχνικές πινελιές είναι αρκετές και γενικώς όσο απομακρύνεται κανείς από το «εθνικο-πατριωτικό» κέντρο, τα διάφορα αγάλματα και παρεμβάσεις έχουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Cult, αλλά χαριτωμένη λεπτομέρεια, τα λονδρέζικου στυλ κόκκινα διώροφα λεωφορεία που πηγαινοέρχονται παντού στην πόλη, ενώ καλή εντύπωση μου έκανε το γεγονός ότι σε πολλές στάσεις αναγράφεται το πότε θα περάσει το επόμενο (να δούμε πότε θα έρθει και στην Αθήνα αυτή η διευκόλυνση, στη Θεσ/νίκη το έχω δει επίσης σε πολλά σημεία).








Μια πόλη σε συνεχή ανοικοδόμηση

Καθώς περπατούσαμε, από την άλλη πλευρά του ποταμού ακούστηκε η φωνή του μουεζίνη. Αυτές οι πολιτισμικές αναμείξεις πάντα με κάνουν να ανατριχιάζω.
Ανηφορίζοντας την οδό Μακεδονίας βρισκόμαστε μπροστά στο Μνημείο της Μητέρας Τερέζας. Η διάσημη αυτή Καθολική μοναχή, η οποία οσιοποιήθηκε από το Βατικανό το 2003, ήταν Αλβανικής καταγωγής και γεννημένη στα Σκόπια. Παρ’ όλη την κριτική που της έχει κατά καιρούς ασκηθεί για κάποιες απόψεις της (για παράδειγμα για τη θέση της ενάντια στις εκτρώσεις ή για την «συμπάθειά » της προς την έννοια του «υποφέρειν») και για τα κίνητρά της (έχει χαρακτηριστεί από κάποιους ως «πράκτορας του Βατικανού»), σίγουρα επρόκειτο για μια γυναίκα που αφιέρωσε τη ζωή της στην προσφορά προς το συνάνθρωπο και λατρεύεται από εκατομμύρια ανθρώπους στον κόσμο.
Η εμπειρία στο Μνημείο της (στο οποίο η είσοδος είναι δωρεάν) ήταν πολύ ενδιαφέρουσα. Εξωτερικά το κτίριο έχει μια ιδιαίτερη, «φωναχτή» αρχιτεκτονική, στο εσωτερικό όμως είναι απλό, με κατατοπιστικά εκθέματα. Υπάρχουν βιογραφικά στοιχεία, χειρόγραφα, φωτογραφίες από διάφορες φάσεις της πορείας της, ενώ πληροφορίες για τη ζωή της Μητέρας Τερέζας και των διαφόρων εκθεμάτων του Μνημείου δίνει αγγλόφωνη υπάλληλος. Ενδιαφέρον είχαν κάποιες φωτογραφίες της από την κοσμική της περίοδο. Μου έκανε πολύ εντύπωση να βλέπω το άτομο που από παιδάκι θυμόμουν ως γιαγιούλα καλόγρια να είναι νέο κορίτσι, φορώντας σαλβάρια και κάνοντας βόλτες με την οικογένεια και τις φίλες της! Στον πάνω όροφο υπάρχει ένα εκκλησάκι, ενώ στο ισόγειο ένα μικρό gift shop (από όπου πήρα ένα ροζάριο για τη γιαγιά μου).




Αφού περάσαμε 30-40’ λεπτά εκεί, ξαναβγήκαμε στο δρόμο και συνεχίσαμε την περιήγησή μας βγάζοντας φωτογραφίες. Σιγά-σιγά ανηφορίσαμε προς τον Παλιό Σιδηροδρομικό Σταθμό της πόλης, όπου στεγάζεται το Μουσείο της Πόλης των Σκοπίων. Δυστυχώς την Κυριακή κλείνει νωρίς και δεν μπορέσαμε να μπούμε, κάναμε όμως μια γύρα στον μελαγχολικό Παλιό Σταθμό. Καμία συντήρηση, ούτε καν ράγες δεν υπάρχουν, το μόνο που πλανάται στην ατμόσφαιρα είναι τα «φαντάσματα» των αμέτρητων συναντήσεων, αποχαιρετισμών, καλωσορισμάτων, γέλιων και δακρύων που έχουν στοιχειώσει το χώρο. Φαντάσματα που συναντάς σε όλους τους σταθμούς και τα αεροδρόμια αυτού του κόσμου.
Τοίχος στο Σταθμό

Και λίγη ακόμα street art

Συνεχίσαμε το περπάτημα και κατευθυνθήκαμε προς την Αγορά των Λουλουδιών, κάνα 10λεπτο μακριά από τον Παλιό Σταθμό, η οποία ήταν μια μετριότητα και εν συνέχεια αρχίσαμε να κατηφορίζουμε πάλι προς το ποτάμι. Οι δρόμοι πολύ μεγάλοι, γενικώς κάτι έχουν με τα μεγέθη σε αυτή τη χώρα! Καθώς περπατούσαμε σκεφτόμουν ότι βρισκόμουν σε έναν τόπο τόσο κοντινό στη χώρα μου, αλλά με τόσες διάφορες, τόσο αλλιώτικη ατμόσφαιρα! Η χαρά του ταξιδιού!

Λίγο μετά συναντήσαμε την Εκκλησία του Αγίου Κλημεντίου της Οχρίδας. Τεράστια (είναι η μεγαλύτερη της Π.Γ.Δ.Μ.), με ένα επίσης τεράστιο καμπαναριό ύψους 45 μέτρων, καινούρια (η οικοδόμησή της ξεκίνησε το 1970 μετά το κάψιμο του παλαιότερου Καθεδρικού της πόλης από τους ναζί) και αρκετά ενδιαφέρουσα, με ιδιαίτερη αρχιτεκτονική και ωραίες αγιογραφίες. Θεωρήσαμε ότι θα μπορούσαμε να ανέβουμε στο καμπαναριό να δούμε τη θέα, αλλά εν τέλει απαγορευόταν.


Από μακριά και μισοκρυμμένος στην ομίχλη διακρινόταν ο Millennium Cross στο όρος Vodno.

Εν συνέχεια κατηφόρισμα προς το ποτάμι, όπου περάσαμε απέναντι. Κοντά στην όχθη του έχει χτιστεί το εντυπωσιακό Εθνικό Θέατρο, γύρω από το οποίο μπορεί κάνεις να δει μερικά πολύ χαριτωμένα αγάλματα.



Ανηφορίζοντας προς την Παλιά Πόλη, βλέπουμε το Χαμάμ του Daut Pasha, κτίσμα του 15ου αιώνα, το οποίο σήμερα λειτουργεί ως Εθνική Πινακοθήκη της Π.Γ.Δ.Μ. Προχωρώντας σιγά-σιγά προς τα ενδότερα, το πρώτο τζαμί που συναντά κανείς είναι αυτό του Murat Pasha. Μικρό, ασπροβαμμένο, ενώ απέξω υπήρχαν μερικά ζευγάρια παπούτσια. Γενικώς στα Σκόπια (όπως και στο Τέτοβο) δεν θα δει κάνεις «μουσειακού χαρακτήρα» τζαμιά. Όλα λειτουργούν σαν χώροι προσευχής, πλήρως ενσωματωμένα στην καθημερινότητα της πόλης. Το συγκεκριμένο χτίστηκε πάνω στα ερείπια προηγούμενου κτιρίου, χωρίς να έχει εξακριβωθεί πότε αυτό συνέβη αρχικά. Αυτό που είναι γνωστό είναι ότι η σημερινή και πιο πρόσφατη ανοικοδόμησή του έγινε μεταξύ 1802-1803, μετά τις καταστροφές που επέφεραν μεγάλες φωτιές το 1689.


Πολύ κοντά στο τζαμί βρίσκεται και ένα ακόμα χαμάμ, το Cifte, που πλέον λειτουργεί ως γκαλερί και κέντρο πολιτισμού. Ανηφορίζοντας τα δρομάκια (που εκείνη την ημέρα ήταν αρκετά ήσυχα), βλέπει κανείς διάφορα ταβερνάκια, καφενέδες, μαγαζάκια, αλλά και μέρη για σουβενίρ. Σε αντίθεση με το σλάβικο στυλ του κέντρου της πόλης, εδώ αισθάνεσαι ότι βρίσκεσαι σε μια τουρκική γειτονιά. Άλλωστε η βασική γλώσσα που ακούς είναι τα τούρκικα.


Ανηφορίσαμε προς το επιβλητικό τζαμί του Mustafa Pasha, το οποίο βρίσκεται σε ένα λόφο και είναι ορατό σε πολλά σημεία της Παλιάς Πόλης. Χτισμένο στα τέλη του 15ου αιώνα, αποτελεί ένα ενδιαφέρον δείγμα ισλαμικής αρχιτεκτονικής, ενώ ο όμορφος κήπος του και η θέα που απολαμβάνει κανείς από εκεί δημιουργούν μια αίσθηση ηρεμίας. Ήταν η ώρα που έπεφτε ο ήλιος και οι πιστοί άρχισαν να μαζεύονται για την απογευματινή προσευχή.


Λίγο μετά, και ενώ περπατούσαμε στα οικιστικά στενά της περιοχής, οι φωνές των μουεζίνηδων ξεχύθηκαν από τα κοντινά τζαμιά, δημιουργώντας μια άτυπη χορωδία. Αυτό που μου έκανε εντύπωση, τόσο στα Σκόπια, όσο και στο Τέτοβο, ήταν ότι οι μουεζίνηδες δεν ήταν τόσο καλλίφωνοι όσο στην Κων/πολη ή το Κάιρο ας πούμε που πραγματικά ανατρίχιαζα, αλλά αυτό έδινε και μια άλλη αυθεντικότητα στην εμπειρία. Μια απλούστερη, πιο «καθημερινή» αίσθηση γενικώς. Οι γειτονιές στις οποίες περπατήσαμε μου θύμισαν πολύ τις μουσουλμανικές συνοικίες της Κομοτηνής. Οι αυλές δεν έχουν κάγκελα, αλλά ψηλούς τοίχους που δεν σου επιτρέπουν να δεις το οτιδήποτε. Μια εσωστρεφής διάθεση γενικώς. Οι δρόμοι σχεδόν έρημοι, ελάχιστοι πεζοί, κατά βάση άντρες. Πολλές από τις γυναίκες που είδαμε γενικότερα εκείνη την ημέρα φορούσαν μαντίλες. Παρ’ όλη την ερημιά πάντως δεν αισθανόσουν και κάποια ιδιαίτερη ανασφάλεια.
Καθώς είχαμε αρχίσει να πεινάμε κατευθυνθήκαμε προς το Destan, ένα πολύ casual μαγαζί για κεμπάπ που μας προτάθηκε από την πρώτη ημέρα και που εν συνεχεία είδα ότι έχει πολύ υψηλές βαθμολογίες στο internet. Βρίσκεται στην άκρη της Παλιάς Πόλης, κοντά στον πεζόδρομο που οδηγεί στην Πέτρινη Γέφυρα. Σερβίρει μόνο κεμπάπ (σε μεγάλη και μικρή μερίδα-πήραμε 2 και 2), τα οποία συνοδεύει με πίτες, κρεμμύδι, καυτερές πιπεριές (εμείς πήραμε και γιαουρτάκι). Όντως νοστιμότατο και πικάντικο κεμπάπ-αξίζει! Και οι τιμές πολύ χαμηλές, φάγαμε και ήπιαμε (κόκα-κόλες, νομίζω δε σερβίρει αλκοόλ) του σκασμού και πληρώσαμε γύρω στα 15 euro και οι δύο μαζί.
Συνεχίσαμε με βολτίτσα στην παραποτάμια περιοχή και, σε κάποια φάση που βρεθήκαμε έξω από το τεράστιο Vero Center (ιδιοκτησία Βέροπουλου), είπαμε να κάνουμε ένα πέρασμα να τσεκάρουμε τιμές! Αφού δοκιμάσαμε διάφορα τυριά και σως στην Cheese Land που είχε στηθεί, τιγκάραμε ένα καλάθι με πάμφθηνες σοκολάτες και πήγαμε ικανοποιημένοι να τσακίσουμε μερικές στο δωμάτιο!
Ακόμα μια ενδιαφέρουσα ημέρα έφτανε στο τέλος της!
Η 2η ημέρα μας στην πόλη των Σκοπίων ξεκίνησε με ένα σχετικό άγχος. Όλο το βράδυ έριχνε καρέκλες, αλλά και το πρωί που ξυπνήσαμε συνέχιζε να βρέχει. Προβληματισμός. Όσο κρύο και να κάνει, με τα κατάλληλα ρούχα δεν έχεις ιδιαίτερο πρόβλημα, η βροχή όμως μπορεί να σταθεί πολύ ενοχλητική σε ένα ταξίδι. Κατεβήκαμε για πρωινό, όπου μείναμε αρκετά ικανοποιημένοι. Η ποικιλία δεν ήταν πολύ μεγάλη, αλλά η ποιότητα και η γεύση ήταν σε πολύ καλό επίπεδο. Εγώ έφαγα τη γνωστή τυρόπιτα μπουρέκ, η οποία συνοδεύεται από υγρό γιαούρτι. Την είχα πρωτοδοκιμάσει στο Βελιγράδι και μου είχε κάνει εντύπωση ο συνδυασμός. Μπορώ να πω ότι πρόκειται για πολύ εύγευστο σνακ (με την προϋπόθεση ότι δεν κολυμπάει στο λάδι). Για καλή μας τύχη μέχρι να τελειώσουμε το πρωινό σταμάτησε και η βροχή, κι έτσι βγήκαμε ανενόχλητοι για την περιήγησή μας.
Ήταν Κυριακή και αυτό που μου έκανε πολύ εντύπωση ήταν η έλλειψη κινητικότητας στους δρόμους. Ενώ στην Ελλάδα η Κυριακή είναι η μέρα των καφέδων, των χαλαρών εξόδων για φαγητό και των περιπάτων, στα Σκόπια δεν έβλεπες πολύ κόσμο να τριγυρνά (κάτι που συνεχίστηκε όλη την ημέρα). Μουντάδα, υγρή ατμόσφαιρα, κρύο. Ξεκινήσαμε να περπατάμε στους δρόμους χαζεύοντας τα κτίρια και τα διάφορα αγάλματα. Γενικώς, μολονότι τα αποτελέσματα δεν είναι πάντα τόσο επιτυχημένα, γεγονός είναι ότι γίνονται πολλές προσπάθειες να δοθεί ένα χρώμα σε αυτό το τυπικό, σχετικά μονότονο, ανατολικού ύφους σλάβικο κομμάτι της πόλης. Οι καλλιτεχνικές πινελιές είναι αρκετές και γενικώς όσο απομακρύνεται κανείς από το «εθνικο-πατριωτικό» κέντρο, τα διάφορα αγάλματα και παρεμβάσεις έχουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Cult, αλλά χαριτωμένη λεπτομέρεια, τα λονδρέζικου στυλ κόκκινα διώροφα λεωφορεία που πηγαινοέρχονται παντού στην πόλη, ενώ καλή εντύπωση μου έκανε το γεγονός ότι σε πολλές στάσεις αναγράφεται το πότε θα περάσει το επόμενο (να δούμε πότε θα έρθει και στην Αθήνα αυτή η διευκόλυνση, στη Θεσ/νίκη το έχω δει επίσης σε πολλά σημεία).
Μια πόλη σε συνεχή ανοικοδόμηση
Καθώς περπατούσαμε, από την άλλη πλευρά του ποταμού ακούστηκε η φωνή του μουεζίνη. Αυτές οι πολιτισμικές αναμείξεις πάντα με κάνουν να ανατριχιάζω.
Ανηφορίζοντας την οδό Μακεδονίας βρισκόμαστε μπροστά στο Μνημείο της Μητέρας Τερέζας. Η διάσημη αυτή Καθολική μοναχή, η οποία οσιοποιήθηκε από το Βατικανό το 2003, ήταν Αλβανικής καταγωγής και γεννημένη στα Σκόπια. Παρ’ όλη την κριτική που της έχει κατά καιρούς ασκηθεί για κάποιες απόψεις της (για παράδειγμα για τη θέση της ενάντια στις εκτρώσεις ή για την «συμπάθειά » της προς την έννοια του «υποφέρειν») και για τα κίνητρά της (έχει χαρακτηριστεί από κάποιους ως «πράκτορας του Βατικανού»), σίγουρα επρόκειτο για μια γυναίκα που αφιέρωσε τη ζωή της στην προσφορά προς το συνάνθρωπο και λατρεύεται από εκατομμύρια ανθρώπους στον κόσμο.
Η εμπειρία στο Μνημείο της (στο οποίο η είσοδος είναι δωρεάν) ήταν πολύ ενδιαφέρουσα. Εξωτερικά το κτίριο έχει μια ιδιαίτερη, «φωναχτή» αρχιτεκτονική, στο εσωτερικό όμως είναι απλό, με κατατοπιστικά εκθέματα. Υπάρχουν βιογραφικά στοιχεία, χειρόγραφα, φωτογραφίες από διάφορες φάσεις της πορείας της, ενώ πληροφορίες για τη ζωή της Μητέρας Τερέζας και των διαφόρων εκθεμάτων του Μνημείου δίνει αγγλόφωνη υπάλληλος. Ενδιαφέρον είχαν κάποιες φωτογραφίες της από την κοσμική της περίοδο. Μου έκανε πολύ εντύπωση να βλέπω το άτομο που από παιδάκι θυμόμουν ως γιαγιούλα καλόγρια να είναι νέο κορίτσι, φορώντας σαλβάρια και κάνοντας βόλτες με την οικογένεια και τις φίλες της! Στον πάνω όροφο υπάρχει ένα εκκλησάκι, ενώ στο ισόγειο ένα μικρό gift shop (από όπου πήρα ένα ροζάριο για τη γιαγιά μου).
Αφού περάσαμε 30-40’ λεπτά εκεί, ξαναβγήκαμε στο δρόμο και συνεχίσαμε την περιήγησή μας βγάζοντας φωτογραφίες. Σιγά-σιγά ανηφορίσαμε προς τον Παλιό Σιδηροδρομικό Σταθμό της πόλης, όπου στεγάζεται το Μουσείο της Πόλης των Σκοπίων. Δυστυχώς την Κυριακή κλείνει νωρίς και δεν μπορέσαμε να μπούμε, κάναμε όμως μια γύρα στον μελαγχολικό Παλιό Σταθμό. Καμία συντήρηση, ούτε καν ράγες δεν υπάρχουν, το μόνο που πλανάται στην ατμόσφαιρα είναι τα «φαντάσματα» των αμέτρητων συναντήσεων, αποχαιρετισμών, καλωσορισμάτων, γέλιων και δακρύων που έχουν στοιχειώσει το χώρο. Φαντάσματα που συναντάς σε όλους τους σταθμούς και τα αεροδρόμια αυτού του κόσμου.
Τοίχος στο Σταθμό
Και λίγη ακόμα street art
Συνεχίσαμε το περπάτημα και κατευθυνθήκαμε προς την Αγορά των Λουλουδιών, κάνα 10λεπτο μακριά από τον Παλιό Σταθμό, η οποία ήταν μια μετριότητα και εν συνέχεια αρχίσαμε να κατηφορίζουμε πάλι προς το ποτάμι. Οι δρόμοι πολύ μεγάλοι, γενικώς κάτι έχουν με τα μεγέθη σε αυτή τη χώρα! Καθώς περπατούσαμε σκεφτόμουν ότι βρισκόμουν σε έναν τόπο τόσο κοντινό στη χώρα μου, αλλά με τόσες διάφορες, τόσο αλλιώτικη ατμόσφαιρα! Η χαρά του ταξιδιού!
Λίγο μετά συναντήσαμε την Εκκλησία του Αγίου Κλημεντίου της Οχρίδας. Τεράστια (είναι η μεγαλύτερη της Π.Γ.Δ.Μ.), με ένα επίσης τεράστιο καμπαναριό ύψους 45 μέτρων, καινούρια (η οικοδόμησή της ξεκίνησε το 1970 μετά το κάψιμο του παλαιότερου Καθεδρικού της πόλης από τους ναζί) και αρκετά ενδιαφέρουσα, με ιδιαίτερη αρχιτεκτονική και ωραίες αγιογραφίες. Θεωρήσαμε ότι θα μπορούσαμε να ανέβουμε στο καμπαναριό να δούμε τη θέα, αλλά εν τέλει απαγορευόταν.
Από μακριά και μισοκρυμμένος στην ομίχλη διακρινόταν ο Millennium Cross στο όρος Vodno.
Εν συνέχεια κατηφόρισμα προς το ποτάμι, όπου περάσαμε απέναντι. Κοντά στην όχθη του έχει χτιστεί το εντυπωσιακό Εθνικό Θέατρο, γύρω από το οποίο μπορεί κάνεις να δει μερικά πολύ χαριτωμένα αγάλματα.
Ανηφορίζοντας προς την Παλιά Πόλη, βλέπουμε το Χαμάμ του Daut Pasha, κτίσμα του 15ου αιώνα, το οποίο σήμερα λειτουργεί ως Εθνική Πινακοθήκη της Π.Γ.Δ.Μ. Προχωρώντας σιγά-σιγά προς τα ενδότερα, το πρώτο τζαμί που συναντά κανείς είναι αυτό του Murat Pasha. Μικρό, ασπροβαμμένο, ενώ απέξω υπήρχαν μερικά ζευγάρια παπούτσια. Γενικώς στα Σκόπια (όπως και στο Τέτοβο) δεν θα δει κάνεις «μουσειακού χαρακτήρα» τζαμιά. Όλα λειτουργούν σαν χώροι προσευχής, πλήρως ενσωματωμένα στην καθημερινότητα της πόλης. Το συγκεκριμένο χτίστηκε πάνω στα ερείπια προηγούμενου κτιρίου, χωρίς να έχει εξακριβωθεί πότε αυτό συνέβη αρχικά. Αυτό που είναι γνωστό είναι ότι η σημερινή και πιο πρόσφατη ανοικοδόμησή του έγινε μεταξύ 1802-1803, μετά τις καταστροφές που επέφεραν μεγάλες φωτιές το 1689.
Πολύ κοντά στο τζαμί βρίσκεται και ένα ακόμα χαμάμ, το Cifte, που πλέον λειτουργεί ως γκαλερί και κέντρο πολιτισμού. Ανηφορίζοντας τα δρομάκια (που εκείνη την ημέρα ήταν αρκετά ήσυχα), βλέπει κανείς διάφορα ταβερνάκια, καφενέδες, μαγαζάκια, αλλά και μέρη για σουβενίρ. Σε αντίθεση με το σλάβικο στυλ του κέντρου της πόλης, εδώ αισθάνεσαι ότι βρίσκεσαι σε μια τουρκική γειτονιά. Άλλωστε η βασική γλώσσα που ακούς είναι τα τούρκικα.
Ανηφορίσαμε προς το επιβλητικό τζαμί του Mustafa Pasha, το οποίο βρίσκεται σε ένα λόφο και είναι ορατό σε πολλά σημεία της Παλιάς Πόλης. Χτισμένο στα τέλη του 15ου αιώνα, αποτελεί ένα ενδιαφέρον δείγμα ισλαμικής αρχιτεκτονικής, ενώ ο όμορφος κήπος του και η θέα που απολαμβάνει κανείς από εκεί δημιουργούν μια αίσθηση ηρεμίας. Ήταν η ώρα που έπεφτε ο ήλιος και οι πιστοί άρχισαν να μαζεύονται για την απογευματινή προσευχή.
Λίγο μετά, και ενώ περπατούσαμε στα οικιστικά στενά της περιοχής, οι φωνές των μουεζίνηδων ξεχύθηκαν από τα κοντινά τζαμιά, δημιουργώντας μια άτυπη χορωδία. Αυτό που μου έκανε εντύπωση, τόσο στα Σκόπια, όσο και στο Τέτοβο, ήταν ότι οι μουεζίνηδες δεν ήταν τόσο καλλίφωνοι όσο στην Κων/πολη ή το Κάιρο ας πούμε που πραγματικά ανατρίχιαζα, αλλά αυτό έδινε και μια άλλη αυθεντικότητα στην εμπειρία. Μια απλούστερη, πιο «καθημερινή» αίσθηση γενικώς. Οι γειτονιές στις οποίες περπατήσαμε μου θύμισαν πολύ τις μουσουλμανικές συνοικίες της Κομοτηνής. Οι αυλές δεν έχουν κάγκελα, αλλά ψηλούς τοίχους που δεν σου επιτρέπουν να δεις το οτιδήποτε. Μια εσωστρεφής διάθεση γενικώς. Οι δρόμοι σχεδόν έρημοι, ελάχιστοι πεζοί, κατά βάση άντρες. Πολλές από τις γυναίκες που είδαμε γενικότερα εκείνη την ημέρα φορούσαν μαντίλες. Παρ’ όλη την ερημιά πάντως δεν αισθανόσουν και κάποια ιδιαίτερη ανασφάλεια.
Καθώς είχαμε αρχίσει να πεινάμε κατευθυνθήκαμε προς το Destan, ένα πολύ casual μαγαζί για κεμπάπ που μας προτάθηκε από την πρώτη ημέρα και που εν συνεχεία είδα ότι έχει πολύ υψηλές βαθμολογίες στο internet. Βρίσκεται στην άκρη της Παλιάς Πόλης, κοντά στον πεζόδρομο που οδηγεί στην Πέτρινη Γέφυρα. Σερβίρει μόνο κεμπάπ (σε μεγάλη και μικρή μερίδα-πήραμε 2 και 2), τα οποία συνοδεύει με πίτες, κρεμμύδι, καυτερές πιπεριές (εμείς πήραμε και γιαουρτάκι). Όντως νοστιμότατο και πικάντικο κεμπάπ-αξίζει! Και οι τιμές πολύ χαμηλές, φάγαμε και ήπιαμε (κόκα-κόλες, νομίζω δε σερβίρει αλκοόλ) του σκασμού και πληρώσαμε γύρω στα 15 euro και οι δύο μαζί.
Συνεχίσαμε με βολτίτσα στην παραποτάμια περιοχή και, σε κάποια φάση που βρεθήκαμε έξω από το τεράστιο Vero Center (ιδιοκτησία Βέροπουλου), είπαμε να κάνουμε ένα πέρασμα να τσεκάρουμε τιμές! Αφού δοκιμάσαμε διάφορα τυριά και σως στην Cheese Land που είχε στηθεί, τιγκάραμε ένα καλάθι με πάμφθηνες σοκολάτες και πήγαμε ικανοποιημένοι να τσακίσουμε μερικές στο δωμάτιο!
Ακόμα μια ενδιαφέρουσα ημέρα έφτανε στο τέλος της!
Attachments
-
55,7 KB Προβολές: 104
Last edited by a moderator: