evaT
Member
- Μηνύματα
- 1.956
- Likes
- 16.702
- Επόμενο Ταξίδι
- ?
- Ταξίδι-Όνειρο
- Ιαπωνία
Δεύτερη Ημέρα - Buda, Pest and vice versa
Συννεφιασμένη Κυριακή μας ξημέρωσε αλλά ό,τι και να έκανε εμείς στο δρόμο θα είμασταν.
Εδώ τα βγάλαμε πέρα στη Λιουμπλιάνα με καταρρακτώδη βροχή και στη συνέχεια στο Ζάγκρεμπ που θυμήθηκε να χιονίσει πατσαβούρες την 1η του Απρίλη!
Το κρύο ήταν αρκετό αλλά απολύτως ανεκτό. Αν είχε μποφώρια προφανώς τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά αλλά δεν κουνιόταν φύλλο. Αφαίρεσα τις ισοθερμικές κάλτσες κ πήρα απλά ένα σκουφάκι να μου βρίσκεται αλλά η Νατάσα φορούσε ακόμη 2 (!) παντελόνια , οι άλλες δύο έτσι κ αλλιώς φορούσαν τις συνθετικές γούνες και οι ίδιες τους δεν ένιωθαν τίποτα. Μερικοί περαστικοί που έτυχε πάλι να διασταυρωθούν μαζί τους εκτυφλώθηκαν από το έντονο ροζ στη γούνα της σγουρής ξανθιάς αλλά εμείς τουλάχιστον την ξεχωρίζαμε εύκολα στο πλήθος μέρα-νύχτα και δε χαθήκαμε ποτέ.
Διασχίζοντας την Elisabeth Bridge περάσαμε στην απέναντι πλευρά της Βούδας.
Στην ευθεία μας βλέπαμε το λόφο Gellert και την Citadella που αυτή την περίοδο μαζί με την υπέροχη γέφυρα των Αλυσίδων παραμένουν κλειστά για εργασίες συντήρησης/αναστήλωσης.
Το έβαλα στην άκρη του μυαλού μου αν προλάβαινα την επόμενη μέρα να έρθω μόνη μου το πρωί και να προσπαθήσω να ανέβω ως όπου φτάνει το μονοπάτι.
Για την ώρα το σκηνικό για περπάτημα ήταν έντονα ατμοσφαιρικό σαν βγαλμένο από παραμύθι. Το κάστρα, τι πύργοι, τι θέες συγκλο! Φτιάχτηκα ψυχολογικά και ακόνισα τα ποδάρια μου για να σπάσω τα κοντέρ.
‘Ελα όμως που στην πρώτη στροφή πετύχαμε τουριστικό βανάκι που διαφήμιζε όλη σχεδόν τη βόλτα που είχαμε σκοπό να κάνουμε ποδαράτες με ένα 10ρικάκι.
Για μένα δεν τέθηκε καν θέμα. Και να με πλήρωνε δεν ανέβαινα. Αυτή τη βόλτα ονειρευόμουν δεν ήθελα να τη στερηθώ με τίποτα.
Eυτυχώς η Νατάσα προτίμησε κ αυτή να έρθει μαζί μου ενώ οι δύο έτερες ξανθιές μας χαιρέτησαν αφού ανησυχούσαν για τις μέσες και τα γόνατά τους που στις ανηφοροκατηφόρες δεν συμπεριφέρονται καλά.
Φτάσαμε στους κήπους του κάστρου και αναρωτιόμασταν που είναι η ρημαδοείσοδος.
Ρωτήσαμε κάποιους τουρίστες και επίσης ψάχνονταν να μπουν.
Σήμανση, πινακίδα, κατιτίς δεν υπήρχε ούτε για δείγμα. Τι διάολο!
Βλέπω 2 άντρες να πλησιάζουν και ξεκινάω ευγενικά Excuse me, do you know……No! με κόβει απότομα ο πρώτος, μα τι ευγενικοί άνθρωποι αυτοί οι Ούγγροι….ευτυχώς ανέλαβε ο δεύτερος και καθάρισε τη μπουγάδα, μας έδειξε τα σκαλιά που έπρεπε να ανέβουμε και είπε και παρακαλώ μετά το ευχαριστώ μας, τρελά κέφια λέμε, τουλάχιστον η Μις Ουγγαρία του είχε κάτσει το προηγούμενο βράδι
Οι κήποι ήταν πανέμορφοι.
Στη συνέχεια αφού ξαναχάσαμε το δρόμο (!) βρήκαμε κάτι ‘Έλληνες και μας καθοδήγησαν ανεβήκαμε πάλι κάτι σκαλάκια και κάπου εκεί έσκασε μύτη ασανσέρ!!!!
Οπότε το τελευταίο πιο ας πούμε απαιτητικό κομμάτι το ανεβήκαμε …ατσαλάκωτες.
Θα πέσει καζούρα παρακάτω με τις άλλες
Από το κάστρο η θέα ήταν για δυνατούς, μυημένους ταξιδιώτες! Αψεγάδιαστη και αποχαυνωτική. Αντίθετα από τις λήψεις μου, αλλά με συντελεστή δυσκολίας, κινητό και όχι μηχανή-αναμονή λόγω πολυκοσμίας-συννεφιά plus στραβομάρα, τα πήγα εξαιρετικά καλά.
Με Νατασούλα
Άσε που όσο περιμέναμε τη σειρά μας στην «καλή» την πολεμίστρα, ανέλαβα να φωτογραφίζω διάφορα ζευγαράκια που προσπαθούσαν μάταια να πάρουν τη θέα με σέλφι και μου ζητούσαν ευγενικά. Μαζί με τη φωτογραφία, ανέλαβα και το ανάλογο στάιλιγκ γιατί βαρέθηκα να τους βλέπω να κάθονται σαν αγγούρια, να χαμογελάνε αμήχανα, οπότε ανέλαβα δράση και τους έλεγα «μα κάντε κάτι, κοιταχτείτε, φιληθείτε, οτιδήποτε» κι έτσι τράβηξα κάτι ουάου φωτογραφιάρες για άλλους, οπότε αν δείτε κανένα ιστραγκραμικό τετ α τετ ταξιδιάρηδων στη Βουδαπέστη αυτές τις μέρες παίζει να παίρνω τα κρέντιτς εγώ.
Αφού ξεμπερδέψαμε με τη φωτογραφική πανδαισία το πήραμε …αλλιώς και βρεθήκαμε όπισθεν του κάστρου. Πλέον είχαμε οπτική στην ανάποδη πλευρά και σε κατοικημένες περιοχές της Βούδας που όσο περνούσε η ώρα ο κόσμος γινόταν όλο και περισσότερος.
Φτάσαμε στο υπέροχο μνημείο του Προμαχώνα των Ψαράδων και την εκκλησία του Αγ.Ματθαίου. Ξαφνικά ο καιρός καθάρισε, βγήκε ο ήλιος και μας πρόσφερε στο πιάτο την καλύτερη δυνατή ατμόσφαιρα για να βγάλουμε φωτογραφίες-κάδρα για τη συλλογή μας.
Κανάς πρίγκιψ ρε παιδιά, σας βρίσκεται; Αλλά εκεί που κοιτάω....
Ακόμη κι οι μαρμαρωμένοι αλλού κοιτάζουν, φεύγω!
Α-παπα-πα-πα-παπα!
Κάπου εκεί πετύχαμε εντελώς τυχαία τις άλλες δύο, η μπάρμπι-ροζ γούνα έκανε το θαύμα της και την εντοπίσαμε από μακριά, φωτογραφηθήκαμε ως 4άδα και πετύχαμε ένα καταπληκτικό καφέ ακριβώς πάνω σ έναν από τους πύργους όπου ημουντρούχα, κακότροπη ευγενέστατη, χαμογελαστή σερβιτόρα μας σέρβιρε κάαααποια στιγμή από ένα ωραίο ζεστό καφεδάκι.
Εμείς καθίσαμε έξω αλλά μέσα είχε χλιδάτο εστιατόριο
Θέλει ο καλλιτέχνης μέσα μου να κρυφτεί και δεν μπορεί!
Ξαναχωριστήκαμε αφού οι άλλες είχαν κ άλλα να δουν με το τουριστικό και μεις αφήσαμε τους λόφους και τα κάστρα μαζί με τις τουριστικές ορδές και πήραμε την κατηφόρα για το Δούναβη.
Να και η κλειστή γέφυρα των αλυσίδων που χάσαμε
Πόσο να κοστίζει άραγε το ρεύμα εδώ; (άουτς!)
Ξεκινήσαμε μια μεγάλη, χαλαρή αλλά πολύ απολαυστική βόλτα, το μεγαλύτερο διάστημα παράλληλα με το ποτάμι ενώ συζητούσαμε περί ανέμων (που δεν υπήρχαν) και υδάτων που βλέπαμε παντού. Δρόμο πήραμε και δρόμο αφήσαμε, είπαμε, είπαμε, είπαμε και τι δεν είπαμε. Η καημένη η Νατάσα απλώθηκε με όλα της τα βάσανα (και δεν έχει και λίγα) αλλά μοιρασμένο βάσανο είναι πιο ελαφρύ και στο τέλος αφού τα άδειασε από μέσα της ηρέμησε ενώ χωρίς να το καταλάβουμε είχαμε ήδη φτάσει στη Γέφυρα της Μαργαρίτας όπου είναι και η είσοδος για το ομώνυμο νησάκι.
Το Κοινοβούλιο από την απέναντι πλευρά
Κι αφού φτάσαμε ως εδώ να μην πάμε λίγο παραπέρα;
Ο καιρός είχε «κλείσει» ξανά στο μεταξύ και το φθινοπωρινό τοπίο έκλεβε την παράσταση . Μπορώ να πω πως έτσι το αγάπησα λίγο περισσότερο το σκηνικό παρά αν ήταν σε μια μέρα ηλιόλουστη με τα δέντρα καταπράσινα.
Μόλις δε είδα τα ενοικιαζόμενα ποδήλατα, ενθουσιάστηκα. Βεβαίως είχαμε ήδη τσακίσει τα πόδια μας-χώρια που η Νατάσα δεν ποδηλατεί, έκανα όμως αυτόματα την εικόνα/σκέψη πως αν είχαμε 4η μέρα στην πόλη, ΑΥΤΟ ήταν που θα έκανα ασυζητητί. Βόλτα με το ποδήλατο περιμετρικά στο νησάκι. Το αφήνω στην άκρη για την ώρα αλλά το κρατάω για επόμενη επίσκεψη.
Από το νησί της Μαργαρίτας
Η βόλτα συνεχίστηκε όμως. Περάσαμε και πάλι στην πλευρά της Πέστης και βγήκαμε στο Κοινοβούλιο το οποίο περπατήσαμε περιμετρικά θαυμάζοντας τα υπέροχα κτίρια που το πλαισιώνουν.
Η προσπάθεια να βρω εισιτήρια για το εσωτερικό του απέβει άκαρπη ήδη 2 βδομάδες πριν το ταξίδι-προφανώς είχα ήδη αργήσει δεν είχα ιδέα ότι μπορούσε να είναι τόσο δημοφιλές, αναγκαστικά λοιπόν μείναμε στα απέξω. Που δεν ήταν καθόλου μα καθόλου άσχημα.
Κάπου εκεί είχε έρθει η ώρα για ένα ζεστό αυθεντικό ουγγρικό γκούλας. Εντοπίσαμε το σχετικό γραφικό ταβερνείο και αφού τσεκάραμε (αυτή τη φορά) τιμές μπήκαμε μέσα και απολαύσαμε την υπέροχη σούπα (της οποίας έχω ήδη βρει συνταγή και ετοιμάζομαι να «εκτελέσω»!)
Το πόσο μας χαλάρωσε η βόλτα δε λέγεται! Τα πόδια ήταν ήδη βαριά, αθροιστικά με τα χιλιόμετρα της προηγούμενης-η ψυχή όμως απελευθερωμένη πια από τα καθημερινά μικροάγχη, με πεταμένα στην άκρη τα προβλήματα και τις σκέψεις, τι όμορφο να ρουφάς τις εικόνες, τον αέρα μαζί με τις μυρωδιές και να μη σε περιμένει τίποτα στην άκρη, ούτε δουλειά, ούτε υποχρέωση ούτε κανείς που πρέπει να δώσεις λογαριασμό που είσαι και τι έκανες, εσύ, ο εαυτός σου και όσοι αγαπάς, νοιάζεσαι και θέλεις μόνος σου αβίαστα να το μοιραστείς.
Με τη φίλη μου μοιραζόμασταν τη στιγμή μαζί με την αίσθηση. Εκείνη πήρε το σύντροφό της στο τηλέφωνο να του τα πει - 'Οσο για μένα παρότι δεν με θεωρώ άτομο εγκλωβισμένο στον εαυτό και το εγώ μου, εκείνη την ώρα οι στιγμές ήταν κατάδικές μου. Ούτε φωτογραφία ανέβασα, τις κράτησα για επόμενη στιγμή.
Μετά την ωραία βόλτα και την αμπελοφιλοσοφία της χαλαρουίτας ήρθε η ώρα να βρούμε τις άλλες δύο φίλες που μπεκρόπιναν στην έτερη χριστουγεννιάτικη αγορά της Vörösmarty Square.
Από την απόλυτη χαλάρωση στα λαμπάκια και την κοσμοπλημμύρα-ας είναι.
Χαζέψαμε λίγο τριγύρω, βρήκαμε και το ιστορικό καφέ Gerbeaud στο δρόμο μας, βγάλαμε τρεις φωτογραφίες και πήγαμε εκεί που τα έπιναν οι άλλες.
Ωραίο το σκηνικό αλλά "φωτιά" και λαύρα τα Langos . 10 ευρώ με μια μέτρια γέμιση.
Το ρίξαμε σε κάτι έκτακτα αρωματικά τσάγια με την ανάλογη ποσότητα από ρούμι-ότι έπρεπε για την ώρα και τη θερμοκρασία. Κι αρχίσαμε τη σαχλαμάρα. Που είναι απολύτως ωφέλιμη σε τέτοια σύνθεση παρέας και την απολαμβάνουμε στα μέγιστα οποτεδήποτε μας προκύψει, σε παραλία το καλοκαίρι, σε τσιπουροκατάσταση στην πόλη ή όπως τώρα, σε σύντομη ευρωπαϊκή απόδραση.
Μεταξύ χαβαλέ και ατμόσφαιρας την ώρα του λογαριασμού, κάτι ήθελε οβαριεστημένος, απότομος ο εξαιρετικά καταδεκτικός σερβιτόρος μας, μέχρι να καταλάβω ότι με ρωτούσε αν θα πληρώσουμε με κάρτα, δέχεστε να βάλω Χ ποσό για πουρμπουάρ, ναι στο πρώτο, όχι στο δεύτερο, yes, no, μπερδεύτηκε η δουλειά, άπλωσα το χέρι μου προς το pos έκανε γλινγκ η ρεβολούτ και συνειδητοποίησα ότι με το έτσι θέλω και την ταχύτητα της τεχνολογίας, μου πήρε από μένα τον Σκρουτζ (οικονόμα!) 5 ολόκληρα ευρώ πουρμπουάρ!!!
Καλά να πάθω που το παίζω τεχνολογικά εξελιγμένη-όλα έχουν τα όριά τους τελικά.
Αλλά κάπως έτσι, με 5 ευρώ αντίτιμο ανακαλύψαμε πως ναι, οι Ούγγροι σερβιτόροι μπορούν και να χαμογελάσουν
Συννεφιασμένη Κυριακή μας ξημέρωσε αλλά ό,τι και να έκανε εμείς στο δρόμο θα είμασταν.
Εδώ τα βγάλαμε πέρα στη Λιουμπλιάνα με καταρρακτώδη βροχή και στη συνέχεια στο Ζάγκρεμπ που θυμήθηκε να χιονίσει πατσαβούρες την 1η του Απρίλη!
Το κρύο ήταν αρκετό αλλά απολύτως ανεκτό. Αν είχε μποφώρια προφανώς τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά αλλά δεν κουνιόταν φύλλο. Αφαίρεσα τις ισοθερμικές κάλτσες κ πήρα απλά ένα σκουφάκι να μου βρίσκεται αλλά η Νατάσα φορούσε ακόμη 2 (!) παντελόνια , οι άλλες δύο έτσι κ αλλιώς φορούσαν τις συνθετικές γούνες και οι ίδιες τους δεν ένιωθαν τίποτα. Μερικοί περαστικοί που έτυχε πάλι να διασταυρωθούν μαζί τους εκτυφλώθηκαν από το έντονο ροζ στη γούνα της σγουρής ξανθιάς αλλά εμείς τουλάχιστον την ξεχωρίζαμε εύκολα στο πλήθος μέρα-νύχτα και δε χαθήκαμε ποτέ.
Διασχίζοντας την Elisabeth Bridge περάσαμε στην απέναντι πλευρά της Βούδας.



Στην ευθεία μας βλέπαμε το λόφο Gellert και την Citadella που αυτή την περίοδο μαζί με την υπέροχη γέφυρα των Αλυσίδων παραμένουν κλειστά για εργασίες συντήρησης/αναστήλωσης.
Το έβαλα στην άκρη του μυαλού μου αν προλάβαινα την επόμενη μέρα να έρθω μόνη μου το πρωί και να προσπαθήσω να ανέβω ως όπου φτάνει το μονοπάτι.

Για την ώρα το σκηνικό για περπάτημα ήταν έντονα ατμοσφαιρικό σαν βγαλμένο από παραμύθι. Το κάστρα, τι πύργοι, τι θέες συγκλο! Φτιάχτηκα ψυχολογικά και ακόνισα τα ποδάρια μου για να σπάσω τα κοντέρ.
‘Ελα όμως που στην πρώτη στροφή πετύχαμε τουριστικό βανάκι που διαφήμιζε όλη σχεδόν τη βόλτα που είχαμε σκοπό να κάνουμε ποδαράτες με ένα 10ρικάκι.
Για μένα δεν τέθηκε καν θέμα. Και να με πλήρωνε δεν ανέβαινα. Αυτή τη βόλτα ονειρευόμουν δεν ήθελα να τη στερηθώ με τίποτα.
Eυτυχώς η Νατάσα προτίμησε κ αυτή να έρθει μαζί μου ενώ οι δύο έτερες ξανθιές μας χαιρέτησαν αφού ανησυχούσαν για τις μέσες και τα γόνατά τους που στις ανηφοροκατηφόρες δεν συμπεριφέρονται καλά.
Φτάσαμε στους κήπους του κάστρου και αναρωτιόμασταν που είναι η ρημαδοείσοδος.
Ρωτήσαμε κάποιους τουρίστες και επίσης ψάχνονταν να μπουν.
Σήμανση, πινακίδα, κατιτίς δεν υπήρχε ούτε για δείγμα. Τι διάολο!
Βλέπω 2 άντρες να πλησιάζουν και ξεκινάω ευγενικά Excuse me, do you know……No! με κόβει απότομα ο πρώτος, μα τι ευγενικοί άνθρωποι αυτοί οι Ούγγροι….ευτυχώς ανέλαβε ο δεύτερος και καθάρισε τη μπουγάδα, μας έδειξε τα σκαλιά που έπρεπε να ανέβουμε και είπε και παρακαλώ μετά το ευχαριστώ μας, τρελά κέφια λέμε, τουλάχιστον η Μις Ουγγαρία του είχε κάτσει το προηγούμενο βράδι

Οι κήποι ήταν πανέμορφοι.





Στη συνέχεια αφού ξαναχάσαμε το δρόμο (!) βρήκαμε κάτι ‘Έλληνες και μας καθοδήγησαν ανεβήκαμε πάλι κάτι σκαλάκια και κάπου εκεί έσκασε μύτη ασανσέρ!!!!
Οπότε το τελευταίο πιο ας πούμε απαιτητικό κομμάτι το ανεβήκαμε …ατσαλάκωτες.
Θα πέσει καζούρα παρακάτω με τις άλλες

Από το κάστρο η θέα ήταν για δυνατούς, μυημένους ταξιδιώτες! Αψεγάδιαστη και αποχαυνωτική. Αντίθετα από τις λήψεις μου, αλλά με συντελεστή δυσκολίας, κινητό και όχι μηχανή-αναμονή λόγω πολυκοσμίας-συννεφιά plus στραβομάρα, τα πήγα εξαιρετικά καλά.




Με Νατασούλα

Άσε που όσο περιμέναμε τη σειρά μας στην «καλή» την πολεμίστρα, ανέλαβα να φωτογραφίζω διάφορα ζευγαράκια που προσπαθούσαν μάταια να πάρουν τη θέα με σέλφι και μου ζητούσαν ευγενικά. Μαζί με τη φωτογραφία, ανέλαβα και το ανάλογο στάιλιγκ γιατί βαρέθηκα να τους βλέπω να κάθονται σαν αγγούρια, να χαμογελάνε αμήχανα, οπότε ανέλαβα δράση και τους έλεγα «μα κάντε κάτι, κοιταχτείτε, φιληθείτε, οτιδήποτε» κι έτσι τράβηξα κάτι ουάου φωτογραφιάρες για άλλους, οπότε αν δείτε κανένα ιστραγκραμικό τετ α τετ ταξιδιάρηδων στη Βουδαπέστη αυτές τις μέρες παίζει να παίρνω τα κρέντιτς εγώ.
Αφού ξεμπερδέψαμε με τη φωτογραφική πανδαισία το πήραμε …αλλιώς και βρεθήκαμε όπισθεν του κάστρου. Πλέον είχαμε οπτική στην ανάποδη πλευρά και σε κατοικημένες περιοχές της Βούδας που όσο περνούσε η ώρα ο κόσμος γινόταν όλο και περισσότερος.



Φτάσαμε στο υπέροχο μνημείο του Προμαχώνα των Ψαράδων και την εκκλησία του Αγ.Ματθαίου. Ξαφνικά ο καιρός καθάρισε, βγήκε ο ήλιος και μας πρόσφερε στο πιάτο την καλύτερη δυνατή ατμόσφαιρα για να βγάλουμε φωτογραφίες-κάδρα για τη συλλογή μας.






Κανάς πρίγκιψ ρε παιδιά, σας βρίσκεται; Αλλά εκεί που κοιτάω....

Ακόμη κι οι μαρμαρωμένοι αλλού κοιτάζουν, φεύγω!



Α-παπα-πα-πα-παπα!


Κάπου εκεί πετύχαμε εντελώς τυχαία τις άλλες δύο, η μπάρμπι-ροζ γούνα έκανε το θαύμα της και την εντοπίσαμε από μακριά, φωτογραφηθήκαμε ως 4άδα και πετύχαμε ένα καταπληκτικό καφέ ακριβώς πάνω σ έναν από τους πύργους όπου η
Εμείς καθίσαμε έξω αλλά μέσα είχε χλιδάτο εστιατόριο

Θέλει ο καλλιτέχνης μέσα μου να κρυφτεί και δεν μπορεί!

Ξαναχωριστήκαμε αφού οι άλλες είχαν κ άλλα να δουν με το τουριστικό και μεις αφήσαμε τους λόφους και τα κάστρα μαζί με τις τουριστικές ορδές και πήραμε την κατηφόρα για το Δούναβη.
Να και η κλειστή γέφυρα των αλυσίδων που χάσαμε


Πόσο να κοστίζει άραγε το ρεύμα εδώ; (άουτς!)

Ξεκινήσαμε μια μεγάλη, χαλαρή αλλά πολύ απολαυστική βόλτα, το μεγαλύτερο διάστημα παράλληλα με το ποτάμι ενώ συζητούσαμε περί ανέμων (που δεν υπήρχαν) και υδάτων που βλέπαμε παντού. Δρόμο πήραμε και δρόμο αφήσαμε, είπαμε, είπαμε, είπαμε και τι δεν είπαμε. Η καημένη η Νατάσα απλώθηκε με όλα της τα βάσανα (και δεν έχει και λίγα) αλλά μοιρασμένο βάσανο είναι πιο ελαφρύ και στο τέλος αφού τα άδειασε από μέσα της ηρέμησε ενώ χωρίς να το καταλάβουμε είχαμε ήδη φτάσει στη Γέφυρα της Μαργαρίτας όπου είναι και η είσοδος για το ομώνυμο νησάκι.
Το Κοινοβούλιο από την απέναντι πλευρά

Κι αφού φτάσαμε ως εδώ να μην πάμε λίγο παραπέρα;
Ο καιρός είχε «κλείσει» ξανά στο μεταξύ και το φθινοπωρινό τοπίο έκλεβε την παράσταση . Μπορώ να πω πως έτσι το αγάπησα λίγο περισσότερο το σκηνικό παρά αν ήταν σε μια μέρα ηλιόλουστη με τα δέντρα καταπράσινα.
Μόλις δε είδα τα ενοικιαζόμενα ποδήλατα, ενθουσιάστηκα. Βεβαίως είχαμε ήδη τσακίσει τα πόδια μας-χώρια που η Νατάσα δεν ποδηλατεί, έκανα όμως αυτόματα την εικόνα/σκέψη πως αν είχαμε 4η μέρα στην πόλη, ΑΥΤΟ ήταν που θα έκανα ασυζητητί. Βόλτα με το ποδήλατο περιμετρικά στο νησάκι. Το αφήνω στην άκρη για την ώρα αλλά το κρατάω για επόμενη επίσκεψη.

Από το νησί της Μαργαρίτας


Η βόλτα συνεχίστηκε όμως. Περάσαμε και πάλι στην πλευρά της Πέστης και βγήκαμε στο Κοινοβούλιο το οποίο περπατήσαμε περιμετρικά θαυμάζοντας τα υπέροχα κτίρια που το πλαισιώνουν.





Η προσπάθεια να βρω εισιτήρια για το εσωτερικό του απέβει άκαρπη ήδη 2 βδομάδες πριν το ταξίδι-προφανώς είχα ήδη αργήσει δεν είχα ιδέα ότι μπορούσε να είναι τόσο δημοφιλές, αναγκαστικά λοιπόν μείναμε στα απέξω. Που δεν ήταν καθόλου μα καθόλου άσχημα.
Κάπου εκεί είχε έρθει η ώρα για ένα ζεστό αυθεντικό ουγγρικό γκούλας. Εντοπίσαμε το σχετικό γραφικό ταβερνείο και αφού τσεκάραμε (αυτή τη φορά) τιμές μπήκαμε μέσα και απολαύσαμε την υπέροχη σούπα (της οποίας έχω ήδη βρει συνταγή και ετοιμάζομαι να «εκτελέσω»!)

Το πόσο μας χαλάρωσε η βόλτα δε λέγεται! Τα πόδια ήταν ήδη βαριά, αθροιστικά με τα χιλιόμετρα της προηγούμενης-η ψυχή όμως απελευθερωμένη πια από τα καθημερινά μικροάγχη, με πεταμένα στην άκρη τα προβλήματα και τις σκέψεις, τι όμορφο να ρουφάς τις εικόνες, τον αέρα μαζί με τις μυρωδιές και να μη σε περιμένει τίποτα στην άκρη, ούτε δουλειά, ούτε υποχρέωση ούτε κανείς που πρέπει να δώσεις λογαριασμό που είσαι και τι έκανες, εσύ, ο εαυτός σου και όσοι αγαπάς, νοιάζεσαι και θέλεις μόνος σου αβίαστα να το μοιραστείς.
Με τη φίλη μου μοιραζόμασταν τη στιγμή μαζί με την αίσθηση. Εκείνη πήρε το σύντροφό της στο τηλέφωνο να του τα πει - 'Οσο για μένα παρότι δεν με θεωρώ άτομο εγκλωβισμένο στον εαυτό και το εγώ μου, εκείνη την ώρα οι στιγμές ήταν κατάδικές μου. Ούτε φωτογραφία ανέβασα, τις κράτησα για επόμενη στιγμή.
Μετά την ωραία βόλτα και την αμπελοφιλοσοφία της χαλαρουίτας ήρθε η ώρα να βρούμε τις άλλες δύο φίλες που μπεκρόπιναν στην έτερη χριστουγεννιάτικη αγορά της Vörösmarty Square.
Από την απόλυτη χαλάρωση στα λαμπάκια και την κοσμοπλημμύρα-ας είναι.
Χαζέψαμε λίγο τριγύρω, βρήκαμε και το ιστορικό καφέ Gerbeaud στο δρόμο μας, βγάλαμε τρεις φωτογραφίες και πήγαμε εκεί που τα έπιναν οι άλλες.



Ωραίο το σκηνικό αλλά "φωτιά" και λαύρα τα Langos . 10 ευρώ με μια μέτρια γέμιση.


Το ρίξαμε σε κάτι έκτακτα αρωματικά τσάγια με την ανάλογη ποσότητα από ρούμι-ότι έπρεπε για την ώρα και τη θερμοκρασία. Κι αρχίσαμε τη σαχλαμάρα. Που είναι απολύτως ωφέλιμη σε τέτοια σύνθεση παρέας και την απολαμβάνουμε στα μέγιστα οποτεδήποτε μας προκύψει, σε παραλία το καλοκαίρι, σε τσιπουροκατάσταση στην πόλη ή όπως τώρα, σε σύντομη ευρωπαϊκή απόδραση.
Μεταξύ χαβαλέ και ατμόσφαιρας την ώρα του λογαριασμού, κάτι ήθελε ο
Καλά να πάθω που το παίζω τεχνολογικά εξελιγμένη-όλα έχουν τα όριά τους τελικά.
Αλλά κάπως έτσι, με 5 ευρώ αντίτιμο ανακαλύψαμε πως ναι, οι Ούγγροι σερβιτόροι μπορούν και να χαμογελάσουν

Last edited: