Αυστρία Ισπανία Ρουμανία Σκόρπιες παλιές ιστορίες

travelbreak

Member
Μηνύματα
1.731
Likes
14.343
Επόμενο Ταξίδι
???
Ονειρεμένο Ταξίδι
Υπερσιβηρικός

Σκόρπιες παλιές ιστορίες

Στο φόρουμ έχω γράψει μερικά από τα παλιά ταξίδια μου και σχεδόν όλα από τα ταξίδια της τελευταίας δεκαετίας. Εδώ τώρα θα σας παρουσιάσω από εκείνα τα παλιά ταξίδια μερικές μικρές ιστορίες (αποσπασματικά) που θυμάμαι έντονα. Ελπίζω να σας κρατήσουν το ενδιαφέρον.

Έχω ξεκινήσει τα ταξίδια στο εξωτερικό από πολύ παλιά. Κοντεύουν σαράντα χρόνια από εκείνη την χρονιά του1981. Τότε δεν υπήρχαν ψηφιακές μηχανές και τα φιλμ κόστιζαν και ακόμα πιο πολύ η εκτύπωση των φωτογραφιών. Εάν δε προσθέσουμε και το κόστος των άλμπουμ για να τις βάλεις φτάνουμε σε ένα μεγάλο κόστος. Έτσι στα πρώτα μου ταξίδια, είτε δεν κρατούσα καθόλου τη μικρή Ρώσικια μηχανή μου, είτε τράβαγα το πολύ δυο 36άρια φιλμ. Σήμερα τραβάμε όσες φωτογραφίες θέλουμε και εκτυπώνουμε επίσης όσες θέλουμε. Εμείς τα τελευταία χρόνια μάλιστα φτιάχνουμε τα λεγόμενα Photobook, και το κόστος είναι πολύ μικρότερο ενώ η ποιότητα καλύτερη.

Στις επόμενες ιστοριούλες δε θα δείτε λοιπόν πολλές φωτογραφίες, γιατί δεν υπάρχουν πολλές. Έχω σκανάρει όσες από αυτές είναι δημοσιεύσιμες και θα σας τις δείξω.

Σημαντική σημείωση: λέω κάποια ονόματα (και καταστάσεις) στις ιστορίες μου. Μερικά βεβαίως είναι ψεύτικα ονόματα. Όμως μερικά άλλα, εσκεμμένα, τα αναφέρω. Εάν κάποιος τύχει και θίγεται από αυτά που περιγράφω και αναφέρω, στέλνει μήνυμα στους διαχειριστές και εγώ θα συμφωνήσω να αποσυρθεί το συγκεκριμένο κείμενο.

 

travelbreak

Member
Μηνύματα
1.731
Likes
14.343
Επόμενο Ταξίδι
???
Ονειρεμένο Ταξίδι
Υπερσιβηρικός
Γκρίζο φόντο στη διασκέδαση.

Περάσαμε τέσσερις μέρες στο Βουκουρέστι του Τσαουσέσκου, εμείς αξιοποιώντας τον τουριστικό χρόνο μας στα εντός κι εκτός πόλης αξιοθέατα. Μετά από τόσα χρόνια λίγα θυμάμαι. Ήμουν, τρομάρα μου, και τόσο επαναστάτης που δεν κρατούσα τη φωτογραφική μου μηχανή. Εκεί εξάντλησα την επαναστατικότητά μου. Κάτι ελάχιστες φωτογραφίες μου έστειλαν ορισμένοι από εκείνους που γνώρισα. Σε όλη την πόλη όμως θυμάμαι μόνο γκρίζες εικόνες και σκυθρωπά πρόσωπα. Όπου και αν πηγαίναμε μας ζητούσαν να ανταλλάξουμε οτιδήποτε δυτικό με όσα χρήματα θέλαμε. Ζητούσαν οι άνθρωποι τσιγάρα, καραμέλες, παντελόνια και φυσικά δολάρια. Την τσάντα που κρατούσες (αγορασμένη ίσως από τη λαϊκή) ή το χρυσαφικό σου, αληθινό ή ψεύτικο. Μα τι τα γράφω, είναι γνωστά σε όλους πια. Εμένα με λυπούσε όλο αυτό, γιατί ένιωθα την όποια αριστεροσύνη μου να καταρρακώνεται. Όσα και να είχα ακούσει όταν έβλεπα τους ανθρώπους αυτούς στις ουρές για ν αγοράσουν πορτοκάλια και λουλούδια, μου φαινόταν τελείως παράλογο και απίστευτο. Σε όλο το Βουκουρέστι, μας έλεγαν, υπήρχαν μόνο τέσσερα μαγαζιά που πουλούσαν πορτοκάλια ή μπανάνες. Δε μπορούσα να το καταλάβω. Δεν ήθελε το σύστημα να ξοδεύει συνάλλαγμα, για αυτό τα εισαγόμενα ήταν λίγα και τα προϊόντα προς εξαγωγή επίσης. Για να εξάγουν περισσότερο από το παραγόμενο πετρέλαιο απαγορευόταν στα σπίτια να υπάρχει θερμοκρασία πάνω από 14 βαθμούς. Μπρρρ!! Ρε Τσαουσέσκου, εσύ τι θερμοκρασία έχεις στο παλάτι σου;

Φυσικά στα ξενοδοχεία οι τουρίστες περνούσαν μια χαρά. Εμείς τα βράδια διασκεδάζαμε με ορχήστρες και καλλίγραμμες χορεύτριες. Όμως για να πω την αλήθεια έβλεπα και αρκετούς ντόπιους να διασκεδάζουν, ειδικά στα εστιατόρια των ξενοδοχείων. Εκεί που τα έσπασαν όλα ήταν στα ρεβεγιόν των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς. Μόνο οι τουρίστες έφυγαν από τα τραπέζια πριν τις τέσσερις τα ξημερώματα. Οι ντόπιοι έφυγαν με το χάραμα. Όλα μας φαινόταν τσάμπα κάνοντας και μαύρη αγορά στην αλλαγή των δολαρίων, παίρνοντας τριπλάσια χρήματα από όσα σου έδινε η τράπεζα. Έχω σίγουρο ότι αυτή τη μαύρη αγορά την επέτρεπε ίσως και αν την προέτρεπε το σύστημα για συγκομιδή περισσότερου συναλλάγματος. Ε πως θα πήγαιναν στο εξωτερικό τα μεγαλοστελέχη; Με τα φτωχά λέι; Όχι βέβαια.

Τα πάντα ήταν 5-10 φορές φτηνότερα από τη φτηνή χώρα μας. Ένα βράδυ πήγαμε να δούμε μια θεατρική μουσική παράσταση. Εκεί η τιμή ήταν σχεδόν τσάμπα. Στο διάλειμμα αγόρασα ένα αναψυκτικό, μια μηλόπιτα και ένα κουτί μπισκότα και έδωσα 10 λέι και πήρα και ρέστα. Τα 10 λέι ήταν ακριβώς το ένα τρίτο του δολαρίου. Ένα άλλο που είδα και δε μου άρεσε καθόλου ήταν δεκάχρονα παιδιά (και ακόμα μικρότερα!) να καπνίζουν στη μέση του δρόμου και κανείς να μη ενδιαφέρεται για αυτά. Εμείς τους είπαμε με αυστηρό ύφος κάτι και γελώντας μας πρόσφεραν τσιγάρο.

Όσο ήμουν εκεί αλλά και για καιρό αφού γύρισα με απασχολούσε το θέμα του σοσιαλιστικού συστήματος. Όλοι εμείς οι συμπαθούντες παρηγορούμασταν με το να λέμε ότι έχουν ένα καλό σύστημα υγείας, ένα σπίτι να κοιμηθούν και μια ευπρεπή δουλειά. Είναι όμως αρκετά;

Μπρασόβ.

Μια ωραία πρωία μπήκαμε στο γνωστό μας πούλμαν με τον ξεναγό μας, τον Φλωρίν και την γκόμενά του τη Σάντα. Εύρισκαν ευκαιρία να κάνουν βόλτα τα παιδιά. Εμείς όμως δε φταίγαμε σε τίποτα να χάνουμε ξενάγηση για να «ξεκουραστούν» το πρωί λίγο παραπάνω.

1588081755782.png


Φτάνουμε κουρασμένοι στο ξενοδοχείο και περιμένουμε να παραλάβουμε κλειδιά για τα δωμάτια. Εμείς μέσα στην καλή χαρά περιμένουμε να δούμε την πολυτέλεια του ξενοδοχείου μας. Και τότε η αρχηγός μας η Δήμητρα μας σκάει το νέο: δεν έχουν κρατήσει μονόκλινα δωμάτια. Όλα είναι δίκλινα και τα κρεβάτια είναι ίσα-ίσα για να κοιμηθεί σε ένα κρεβάτι ένα άτομο. Το τελευταίο μη σας φαίνεται και τόσο αστείο και θα καταλάβετε γιατί. Τα μονόκλινα ήταν τέσσερα: ένα εγώ, ένα ο Θανάσης, ένα η Δήμητρα (που είπαμε ήταν μαζί με τον γκόμενό της) και το τέταρτο το είχε ο Τίτος νομίζω, ένας τύπος ο οποίος ήταν ωραίος μεν, αλλά μην του πεις ότι θα κοιμηθεί με άλλον στο δωμάτιο. Θα σε έσκιζε. Βάζει λοιπόν τις φωνές, γιατί ως γνωστόν η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση. Τι να κάνει η Δήμητρα, του δίνει το ένα κλειδί.

Έμενε ακόμα ένα κλειδί για τέσσερα άτομα. Μου λέει, Νίκο θα μείνεις με το Θανάση. Δαγκώνομαι, αλλά έλπιζα ο Θανάσης να μη δεχτεί.

─ Θανάση;

─ No problem.

Μη σου πω τίποτα. Εμένα φυσικά οι αναρχοαυτόνομες ιδέες δε μου επέτρεπαν να έχω αντίρρηση. Ήμουν και καλό παιδί!

─ Τα κρεβάτια είναι δυο μονά ή ένα διπλό; Ρωτώ.

─ Εντάξει θα τα χωρίσουμε.

─ Να βάλετε κι ένα κομοδίνο ανάμεσα. Να ακουμπώ τη μασέλα.

Η Δήμητρα με το Μάνο της που θα κοιμόταν; Τους παρακάλεσε να τους βάλουν με τις καθαρίστριες, αλλά δεν γινόταν. Φοβόταν μην έχει κορωναϊό (δικαιολογίες).

Απεγνωσμένα κοιτά τον Βίλη και το Φάνη.

─ Ρε παιδιά, έχετε ξανακοιμηθεί στο ίδιο κρεβάτι;

─ Δεν έχει τύχει και ούτε το σκεφτόμαστε.

─ Μήπως θέλετε να δοκιμάσετε για τέσσερις μερούλες εδώ στο Μπράσόβ;

─ Που το πας;

─Ε, να κοιμηθώ εγώ με το Μάνο στο άλλο κρεβάτι.

─ Εσείς το έχετε δοκιμάσει; ρωτά ο Βίλη.

─ Ναι ρε, καλά είναι.

Δεν υπάρχει αμφιβολία, σκέφτομαι εγώ. Τουλάχιστον εγώ θα ήμουν μόνος στο κρεβάτι μου.

─ Σίγουρα;

Εγώ το έχω ξαναπεί: Αυτή η κοινωνία στηρίζεται στα καλά παιδιά. Και αυτά βρίσκονται είτε στη Ρουμανία πριν σαράντα χρόνια, είτε είναι δημόσιοι υπάλληλοι, είτε καλοί μαθητές που δίνουν το γραπτό τους για να αντιγράψει το φιλαράκι τους. Ακόμα και μεταξύ των υπουργών έχουμε τέτοιε περιπτώσεις. Παράδειγμα ο Άδωνις: βγάζει όλη την σκατοδουλειά της κυβέρνησης. Το ίδιο έκανε παλιά και ο Κυριάκος.

Οι επόμενες καρτ ποστάλ της εποχής είναι από το διάσημο χιονοδρομικό κέντρο Poiana Brasov, ΄πως αναφέρεται και στο πίσω μέρος της κάρτας:
1588081891431.png


1588081964776.png


1588082013202.png


Μουδιασμένος εγώ, δεν ξέρω για το Θανάση, πάω στο δωμάτιο. Πολύ ωραίο. Πήρα το κρεβάτι προς την πόρτα εισόδου. Κάτι με έκανε να είμαι προσεκτικός σε κάθε λεπτομέρεια. Του είπα ότι εγώ ξενυχτώ και για να μην τον ενοχλώ, ας είμαι πιο κοντά στην τουαλέτα.

Πολύ ελαφρύ ύπνο είχε ο Θανάσης. Κάθε βράδυ που γυρνούσα από τα σοσιαλιστικά μας γλέντια, εκείνος ήταν ξύπνιος. Μάλιστα σηκωνόταν για τουαλέτα φορώντας μια ρόμπα, στυλ Δήμητρας Ματσούκα στο «Κάτι τρέχει με τους δίπλα». Εγώ ούτε δόντια δεν έπλενα. Καληνύχτα και κουκούλωμα στα σκεπάσματα.

Το πρωινό ήταν πιο δύσκολο. Την πρώτη φορά περίμενα να σηκωθεί πρώτος, αλλά εκείνος δεν κουνιόταν, μόνο στριφογύριζε. Στο τέλος τον ρωτώ:

─ Θα σηκωθείς πρώτος ή εγώ, γιατί θα αργήσουμε.

─ Σήκω εσύ.

Πες το ρε παιδάκι μου. Την πρώτη νύχτα της εκδρομής η Δήμητρα είχε πει ότι θα μας βάζει αφύπνιση μισή ώρα πριν την ώρα του πρωινού. Τότε ο Θανάσης είχε δηλώσει να τον ξυπνούν εκείνον μία ώρα πριν. Για αυτό τον περίμενα τον άνθρωπο το πρώτο πρωί στο Μπρασόβ. Δεν το ξανάκανα. Σηκωνόμουν εγώ 45 λεπτά πριν για να τελειώνω γρήγορα, γιατί αν δεν έφευγα από το δωμάτιο εκείνος δε σηκωνόταν.

Κάπου εδώ τελειώνει η ιστορία μου στο δωμάτιο με το Θανάση. Δεν τον ξανάδα τον άνθρωπο και αν κάποιος με ρωτήσει αν είμαι σίγουρος ότι είχε μια διαφορετικότητα, εγώ θα απαντήσω ναι. Δεν έχω όμως αποδείξεις. Ίσα-ίσα στο δωμάτιο που μείναμε μαζί, μόνο εκείνη το ρόμπα να μη φόραγε και όλα θα ήταν φυσιολογικά.

Από το ταξίδι στη Ρουμανία συνάντησα μόνο μια φορά το Γιώργο και την Αγγέλα στη Θεσσαλονίκη. Γιατροί ήταν, τους ξέρει κανείς; Τους άλλους είναι κρίμα αλλά τους έχασα, αν και κάναμε πολλή παρέα στο ταξίδι. Ειδικά με κάτι τύπους από την Πάτρα.

Ένα χρόνο μετά πήγα στην Αίγυπτο, πάλι μόνος μου. Ζήτησα από το πρακτορείο δίκλινο και μου έβαλαν τον κύριο Δημοσθένη. Ένα αξιοπρεπή συνταξιούχο που περάσαμε μια χαρά. Και από εκείνο το ταξίδι αν υπάρχει κανείς εδώ ας το πει. Ήταν Χριστούγεννα του 1982 με το Pyramis Travel. Μάλιστα τότε γνώρισα και κάποιους νέους από την Καλλιθέα που έμενα και βρεθήκαμε μερικές φορές.
 

Sassenach77

Member
Μηνύματα
7.077
Likes
20.118
Επόμενο Ταξίδι
Τατζικιστάν
Ονειρεμένο Ταξίδι
Γη του Πυρός
Κοντά μου στο τραπέζι καθόταν εκτός από το Θανάση ένα σωρό γερόντια, από σαράντα κι επάνω.
Καλά ρε συ, δλδ με λές γερόντι τώρα;;; Ντροπή!!! :haha:

Συνέχισε, μου αρέσει αυτή η "vintage" αφήγηση!
 

travelbreak

Member
Μηνύματα
1.731
Likes
14.343
Επόμενο Ταξίδι
???
Ονειρεμένο Ταξίδι
Υπερσιβηρικός
Καλά ρε συ, δλδ με λές γερόντι τώρα;;; Ντροπή!!! :haha:

Συνέχισε, μου αρέσει αυτή η "vintage" αφήγηση!
Όταν ήμουν 22 τα σαράντα ήταν πάρα πολλά, αγαπητή μου. Για τα σημερινά μου εξήντα ένα τι να πω!!!
 

Sassenach77

Member
Μηνύματα
7.077
Likes
20.118
Επόμενο Ταξίδι
Τατζικιστάν
Ονειρεμένο Ταξίδι
Γη του Πυρός
Όταν ήμουν 22 τα σαράντα ήταν πάρα πολλά, αγαπητή μου. Για τα σημερινά μου εξήντα ένα τι να πω!!!
Οι ηλικίες δεν έχουν καμία σημασία. Ο τρόπος σκέψης μόνο... :)
 

travelbreak

Member
Μηνύματα
1.731
Likes
14.343
Επόμενο Ταξίδι
???
Ονειρεμένο Ταξίδι
Υπερσιβηρικός
Οι ηλικίες δεν έχουν καμία σημασία. Ο τρόπος σκέψης μόνο... :)
Τάχω τότε τα χρονάκια μου. Τριάντα τουλάχιστον αλλά σαράντα το πολύ. Σε ευχαριστώ που με έκανες και ένιωσα πάλι νέος. Πάω τώρα να ασκηθώ. Να είμαι και στην όψη νέος!
 

travelbreak

Member
Μηνύματα
1.731
Likes
14.343
Επόμενο Ταξίδι
???
Ονειρεμένο Ταξίδι
Υπερσιβηρικός
Δεύτερη Ιστορία

Λίγες μέρες στην Ισπανία, 1984.


Όταν την Άνοιξη του 1984 έκανα με τη Ντίνα το τρίτο μου interail, ήθελα πολύ να πάω και στο Μαρόκο. Οι βασικοί στόχοι ήταν το Μαρόκο, η Ισπανία και η Πορτογαλία. Ενδιάμεσα φυσικά θα βλέπαμε και λίγο από Ιταλία και Γαλλία. Τρίτη φορά να περάσω εις διπλούν την Γιουγκοσλαβία δεν το άντεχα. Πήγαμε από Ιταλία με το καράβι. Το Μαρόκο το βάλαμε στο πρόγραμμα γιατί είχαμε δωρεάν μεταφορές στα τρένα του με το interail μας. Όταν τα είδαμε καταλάβαμε ότι παρά τις μεγάλες αντοχές και ανοχές μου και παρά τα ινδικά φουστάνια της Ντίνας, δε θα καταφέρναμε να τα βγάλουμε πέρα ανάμεσα σε κοτόπουλα και ανατολίτικες μυρωδιές. Έτσι αφήσαμε την Καζαμπλάνκα για 29 χρόνια αργότερα. Και μάλιστα είχαμε πάθει τέτοιο ταράκουλο τότε, που φοβηθήκαμε να πάμε μόνοι και πήγαμε με πρακτορείο πριν 7 χρόνια. Τότε δεν ήξερα ακόμα το φόρουμ του travelstories για να πάρω πληροφορίες.

Πρώτο επεισόδιο, που αξίζει μερικής αναφοράς είχαμε στη Βαλένθια. Εκεί μου ήρθε η έμπνευση να πάμε να δούμε ταυρομαχία. Όσο αντίθετοι κι αν ήμασταν σε τέτοια θεάματα, δεν ήθελα (εγώ κυρίως) να μη δω ένα τέτοιο θέαμα που από μικρός άκουγα.

Άδεια τη βλέπω την αρένα:
1588167590826.png


1588167634716.png


Τι τόθελα! Εγώ που όταν έσφαζε στο χωριό η μάνα μου τις κότες έτρεχα μακριά να μη βλέπω ακόμα και το λίγο αίμα που έτρεχε. Ας αφήσω την έρμη την κότα που έτρεχε χωρίς κεφάλι μέχρι το απέναντι χωράφι. Σκέφτηκα στην Ισπανία ότι θα ήμασταν μακριά και δε θα φαινόταν τα αίματα. Αμ δε! Όταν αυτοί οι ταυρομάχοι πάνω στα άλογα με τα μακριά δόρατά τους κάρφωναν εκ του ασφαλούς τους ταύρους, δημιουργούνταν μια τεράστια πληγή, που καθώς ο ταύρος έτρεχε, το αίμα πετιόταν λες και άδειαζες ποτήρια. Όσο μακριά και αν ήμασταν τα έβλεπα πεντακάθαρα. Άρχισα να βρίζω από μέσα μου αλλά προσπαθούσα να το αντέξω.

Την ώρα όμως που έβγαινε ο ταυρομάχος με τα πόδια να αποτελειώσει το κακόμοιρο το ζώο, ήμουν έτοιμος να λιποθυμήσω. Πήρα τη Ντίνα και φύγαμε, πριν καλά-καλά αρχίσει το θέαμα. Ας το χαρούν μόνοι τους. Εγώ δεν μπορούσα να πάρω τα πόδια μου. Κάθισα κάτω από τις κερκίδες να συνέλθω και η Ντίνα μου έδινε νερό. Πήγαμε μετά για ένα καφέ και στενοχωριόμουν που πλήρωσα και τόσο ακριβό εισιτήριο στους άγριους. Δε θυμάμαι τίποτε άλλο από τη Βαλένθια.

Στη Βαλένθια:
1588167532705.png


Επόμενος σταθμός Γρανάδα. Αυτό που μου την έσπαγε στα τρένα στην Ισπανία ήταν ότι ενώ ήμασταν στις χειρότερες θέσεις, σχεδόν πάντα μας ζητούσαν το σουπλεμέντο. Και μιλάμε για ακριβό επί πλέον κόστος του (τσάμπα λόγω interail) εισιτηρίου μας. Και να ήταν και καμιά υπερταχεία! Όταν διαμαρτυρήθηκα, μου είπαν ότι το τρένο κάνει άγονη γραμμή, γι αυτό πληρώνουμε παραπάνω. Πόσο άγονη γραμμή μπορεί να είναι η Βαλένθια - Γρανάδα; Ας είναι.

Από το τρένο μέσα, πριν φτάσουμε στη Γρανάδα, η Ντίνα δεν ένιωθε καλά. Ίδρωνε, ξεΐδρωνε, είχε πυρετό και δεν ήτανε καθόλου καλά.

─ Ωχ, λέω, άντε τώρα να δούμε πως θα συνεχίσουμε το ταξίδι.

Ευτυχώς δεν είχαμε κάποιο αυστηρό πρόγραμμα και θα μέναμε στη Γρανάδα όσο χρειαζόταν. Βγαίνουμε από το σταθμό και άφησα εκεί τη Ντίνα για να πάω να βρω ξενοδοχείο. Εκεί κοντά δεν άργησα να βρω. Βασικά ένα σπίτι ήταν, που σήμερα θα το λέγαμε B&B. Πήγα και έφερα και τη Ντίνα.

─ Ξάπλωσε, της λέω, και πάω να φέρω τίποτα να φάμε.

─ Όχι, μου λέει, θα πάμε μαζί έξω. Θέλω να πάρω λίγο αέρα.

─ Τι τον θες τον αέρα;

─ Θέλω αέρα.

─ Εντάξει.

Βγαίνουμε έξω. Η Ντίνα σερνότανε. Μου λέει ότι θέλει να πάρει τηλέφωνο τη μάνα της.

─ Δεν έχω μονάδες, ούτε ΜΒ για το Viber, ρε Ντίνα.

Πλάκα κάνω. Πήγαμε έξω και τηλεφωνήσαμε με τον κλασικό τρόπο της εποχής: τηλεφωνικός θάλαμος με κερματοδέκτη. Είπανε τα συνηθισμένα και τίποτα ενδιαφέρον για μερικά δευτερόλεπτα και έκλεισε το τηλέφωνο.

─ Τόσο ήτανε; της λέω.

─ Ναι, μου απαντά, δεν ήθελα κάτι ιδιαίτερο.

─ Και βγήκες έξω σε αυτό το χάλι, απλά για να της πεις (ψέματα) ότι περνάς μια χαρά και να μάθεις ότι και εκείνοι στο σπίτι είναι όλοι καλά;

Μυστήρια πράγματα.

Στη Γρανάδα:
1588167450605.png


Επιστρέφουμε στο δωμάτιο και σε λίγο βλέπω τη Ντίνα να είναι πολύ καλύτερα. Είχα πάρει απ’ έξω κάτι να φάμε, έφαγε. Σε μια ώρα ακόμα ήτανε σα να μην είχε πρόβλημα. Αν δεν ήτανε αργά θα βγαίναμε και βόλτα.

Μετά από χρόνια η Ντίνα μου αποκάλυψε ότι πιστεύει στο «μάτι» και στο ξεμάτιασμα. Τα πρώτα χρόνια της γνωριμίας μας δε μου το έλεγε για να μην την κοροϊδεύω. Τότε λοιπόν λύθηκε και το μυστήριο του τηλεφωνήματος της Γρανάδα. Ήτανε για να την ξεματιάσει, αλλά είχαν ένα κωδικό τρόπο που το έλεγαν για να μη γίνεται αντιληπτό από το μέλλοντα γαμπρό. Σήμερα, αν με ρωτήσεις θα σου πω ότι στη Γρανάδα έγινε ένα θαύμα ξεματιάσματος και έχω δει έκτοτε και άλλα. Έχω δει βέβαια και ακόμα περισσότερες αποτυχίες. Πάμε παρακάτω.
 

travelbreak

Member
Μηνύματα
1.731
Likes
14.343
Επόμενο Ταξίδι
???
Ονειρεμένο Ταξίδι
Υπερσιβηρικός
Τρίτη ιστορία

Μαρόκο. Δε θέλουμε χασίσι ρε φίλε!


Μετά τη Γρανάδα κατευθυνθήκαμε νοτιοδυτικά στην πόλη Algeciras για να πάρουμε πλοίο να πάμε στο αφρικάνικο τμήμα της Ισπανίας, την Ceuta. Δε μείναμε ούτε στο Algeciras ούτε στη Ceuta καθόλου, γιατί θέλαμε την ίδια μέρα να φτάσουμε στη Ταγγέρη. Γι αυτό βγαίνοντας από το πλοίο στη Ceuta πήραμε λεωφορείο να μας πάει στα σύνορα με το Μαρόκο, απόγευμα πια. Εκεί βλέπουμε εκατοντάδες ανθρώπους να περιμένουν για να μπουν στη χώρα. Οι περισσότεροι Μαροκινοί και κάποιοι τουρίστες. Εγώ τρόμαξα. Αυτά τα λεφούσια που φωνάζουν και τρέχουν να σου πάρουν τη σειρά δεν τα μπορώ. Στηνόμαστε στην ουρά και περιμέναμε να έρθει η σειρά μας. Εμείς περιμέναμε, οι άλλοι όχι. Ήμουν απογοητευμένος και τρομαγμένος θα έλεγα. Εντάξει, ας πούμε ότι καταφέρνουμε και περνάμε. Εκεί τι μας περιμένει; Ο Θεός και η μοίρα μας.

Μέσα στην απογοήτευσή μου ακούω δίπλα μου μια φωνή στα αγγλικά να με παρακαλά να δώσω μαζί με τα δικά μας διαβατήρια και άλλα δύο. Κοιτάω και βλέπω ένα ζευγάρι ηλικιωμένων Νορβηγών. Είχα εγώ τα δικά μου, ήθελαν να μου φορτώσουν και τα δικά τους. Δε μπορούσα όμως να τους αρνηθώ γιατί θα έμεναν εκεί, είμαι και λίγο ευγενικός. Παίρνω τα τέσσερα διαβατήρια στα χέρια και ως δια μαγείας αποκτώ τρομερή αποφασιστικότητα. Ένιωθα υπεύθυνος για όλους μας και αυτό μου έδωσε δύναμη. Αυτή την αλλαγή διάθεσης τη θυμάμαι πάντα. Σε πέντε λεπτά είχα βρεθεί μπροστά στο γκισέ και πήρα όλες τις σφραγίδες. Μπήκαμε στο Μαρόκο. Τους Νορβηγούς τους έχασα εκεί. Ούτε ξέρω τι απόγιναν αλλά δε θα χάθηκαν.

Και τώρα τι κάνουμε; Άλλος χαμός εδώ. Ψάχνω για κάποιο μεταφορικό μέσον. Μόνο ταξί έβλεπα. Κι εκεί που άρχισα πάλι να απογοητεύομαι, έρχεται ένας ντόπιος νεαρός και μου λέει αν θέλουμε να μοιραστούμε όλοι ένα ταξί για να πάμε στην Τετουάν (Tetouan). Του λέω: εμείς πάμε Ταγγέρη. Εντάξει, μου λέει, από εκεί έχει λεωφορεία για Ταγγέρη.

Συμφωνήσαμε να πάμε αφού μας λέει ότι η Τετουάν έχει 100 χιλιάδες κατοίκους και έχει σταθμό λεωφορείων. Κι εκεί που μπήκαμε τρεις, ξαφνικά στο ταξί βρεθήκαμε ούτε κι εγώ ξέρω πόσοι. Να εξυπηρετήσουμε και τους φίλους του. Πάντως φαινόταν ευγενικοί και νιώθαμε ασφαλείς. Όταν φτάναμε στην πόλη (35 χλμ από τα σύνορα) κόντευε να βραδιάσει, αλλά από ψηλά είδα μόνο χαμόσπιτα. Σκέφτομαι ότι είναι αδύνατον να έχει τόσο πληθυσμό. Κι όμως τον είχε. Σήμερα έχει κοντά στους 400 χιλιάδες.

Ο αρχικός Μαροκινός, στη διαδρομή άρχισε να ρωτά για χασίσι και τα τοιαύτα.

─ Όχι φίλε, δεν θέλουμε να έχουμε καμία σχέση.

Το κατάλαβε πολύ γρήγορα και δεν το ξανασυζητήσαμε. Μετά μας λέει ότι η αδερφή του έχει ξενοδοχείο στην Τετουάν, πολύ φτηνό, για να μείνουμε. Όταν όμως είδαμε ότι η πόλη έμοιαζε με χωριό πιο πολύ, δε θέλαμε με τίποτα να μείνουμε εκεί.

─ Πάμε στο σταθμό των λεωφορείων, μάγκες.

Όλοι μαζί η παρέα μας συνόδεψαν και πήγαμε στο σταθμό. Εκεί μόλις φτάσαμε μας λένε ότι είναι αργά και δεν έχει άλλο λεωφορείο για τη Ταγγέρη. Δεν τους πίστεψα και πήγα μόνος μου να ρωτήσω. Αγόρασα δυο εισιτήρια και σε λίγο αφού τους ευχαρίστησα τους αποχαιρέτησα. Πολύ σύντομα στριμωχτήκαμε στο λεωφορείο με τα πράγματά μας και πηγαίναμε στον προορισμό μας. Ευτυχώς ούτε κορωνοϊοί υπήρχαν τότε ούτε τις αρρώστιες φοβόμασταν. Τι μικρόβιο να αντέξει τη βρώμα των ανθρώπων; Και των πουλερικών και των τσιγάρων τους; Η Ντίνα μου άρεσε που δεν ήθελε ο διπλανός της να την ακουμπά. Τον αγριοκοίταζε, αλλά δε νομίζω να κατάφερε και πολλά. Ήθελε να ανοίξει και λίγο το παράθυρο, αλλά δεν την άφηναν μη και κρυώσουν οι άνθρωποι. Αυτοί που δεν είχαν τσιγάρα έκαναν τσάμπα τσιγάρο ρουφώντας τον καπνό που φυσούσαν οι γύρω τους. Δεν ξέρω αν στο τέλος ζήτησαν οι καπνιστές και πληρωμή γι αυτό. Εμένα δε μου ζήτησαν γιατί κάπνιζα.

Φτάσαμε νύχτα στη Ταγγέρη, βρήκαμε ένα ξενοδοχείο στην παραλία και μείναμε δυο βράδια. Την άλλη μέρα που πήγαμε στο σταθμό των τρένων είδαμε τις ομορφιές των τρένων τους και απορρίψαμε τη μετάβαση στην Καζαμπλάνκα. Δεν ήταν μόνο αυτό. Όπου και αν πηγαίναμε μας πλησίαζαν ντόπιοι για μας πουλήσουν το χασίσι τους. Ανυπόφορη κατάσταση. Υποψιαστήκαμε ότι έτσι θα ήταν σε όλη τη χώρα και την κάναμε για Ισπανία. Την τρίτη μέρα πήραμε πλοίο από την Ταγγέρη για την Ευρωπαϊκή Ισπανία και συνεχίσαμε το ταξίδι μας.

Στη Ταγγέρη:
1588254502697.png


Σύνορα Γαλλίας – Ιταλίας.

Έχουν περάσει μια 15ριά μέρες και επιστρέφουμε στην Ελλάδα περνώντας από τη νότια Γαλλία. Έχουμε πάει Ισπανία , Πορτογαλία, ξανά Ισπανία και είμαστε στη Γαλλία στα σύνορα με την Ιταλία. Χαλαροί σε ένα γεμάτο κουπέ των οκτώ. Οι υπόλοιποι ήταν Γάλλοι και Ιταλοί. Σταματά το τρένο στα σύνορα και οι Γάλλοι ζητάνε διαβατήρια. Τα δείχνουμε τελείως αδιάφορα αλλά αυτοί τα κοιτάνε καλά-καλά και διατάζουν όλους τους άλλους να πάρουν τα πράγματά τους και να μείνουν μέσα μόνο τα δικά μας. Είχαν δει τις σφραγίδες από το Μαρόκο και πίστεψαν ότι είχαν πιάσει λαβράκι. Οι άλλοι ταξιδιώτες μας κοίταζαν λες και ήμασταν δολοφόνοι. Είχα εγώ τα μούσια και τις αρβύλες, είχε και η Ντίνα τα ινδικά, ήταν πεπεισμένοι ότι τα σακίδια ήταν γεμάτα ναρκωτικά.

Δεν είχε νόημα να διαμαρτυρηθούμε. Το μπελά μας θα βρίσκαμε. Όταν άδειασε το κουπέ έφεραν και το σκυλί να βρει τα ενοχοποιητικά στοιχεία. Μύριζε το καημένο τα πράγματα, μύριζε κι εμάς, αλλά ευτυχώς τα άπλυτα ρούχα (στα σακίδια) δεν μυρίζουν χασίσι. Μας ζήτησαν συγγνώμη, μας ευχαρίστησαν για τη συνεργασία, πήραν το σκυλί τους και έφυγαν, μάλλον απογοητευμένοι που καθυστέρησαν ολόκληρο τρένο αδίκως. Επέστρεψαν και οι άλλοι επιβάτες και τοποθέτησαν ξανά τα πράγματά τους στη θέση τους. Αυτή τη φορά ήταν πιο συγκαταβατικοί απέναντί μας, αφού αθωωθήκαμε παμψηφεί.

Σε λίγο καταφτάνουν και οι Ιταλοί ελεγκτές. Κοιτάνε κι αυτοί τα διαβατήρια: μια από τα ίδια. ─ ─ Να φύγουν όλοι με τα πράγματά τους και να μείνουμε μόνο εμείς οι δυο.

Οι άλλοι συνταξιδιώτες τους παρακαλούσαν να μας αφήσουν ήσυχους, αφού μας είχαν ελέγξει οι Γάλλοι. Τίποτα αυτοί. Φέρανε το σκυλάκι τους. Τι χαριτωμένο! Δε βρήκε τίποτα. Του έδωσα συγχαρητήρια. Ξανάρθαν οι ταξιδιώτες πίσω και πάλι μας εξέφρασαν την ειλικρινή τους συμπαράσταση. Δε βοηθάει όμως σε τίποτα.
 

travelbreak

Member
Μηνύματα
1.731
Likes
14.343
Επόμενο Ταξίδι
???
Ονειρεμένο Ταξίδι
Υπερσιβηρικός
Τέταρτη Ιστορία

Ο αθώος Μάικ στο Ισραήλ, 1985


Το Φλεβάρη του 1985 βρέθηκα με τη Ντίνα στο Ισραήλ για ταξίδι δυο εβδομάδων. Έχοντας εξαντλήσει το μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης και όντας μέσα στο καταχείμωνο θέλαμε ένα ζεστό προορισμό. Ένας φίλος είχε επισκεφτεί πρόσφατα τη χώρα και μας έδωσε οδηγίες για να κινηθούμε εκεί. Εντάξει, μας έκαναν εξονυχιστικό έλεγχο και στην είσοδο στη χώρα και στην αναχώρηση.

Στην είσοδο δεν μπορούσαν να χωνέψουν ότι φτάσαμε εκεί λίγο πριν τα μεσάνυχτα χωρίς να έχουμε κλείσει ένα ξενοδοχείο. Ο φίλος μας είχε ενημερώσει ότι μπορούμε στο αεροδρόμιο να ρωτήσουμε στις πληροφορίες και να μας βρουν επί τόπου δωμάτιο. Και τότε ήταν ακριβά τα δωμάτια, όπως και τώρα. Μείναμε σε σπίτι αφού ξυπνήσανε τον άνθρωπο από το αεροδρόμιο για να δουν αν έχει δωμάτιο. Με χιόνια αφήσαμε την Αθήνα, με ήλιο φτάσαμε στο Τελ Αβίβ. Στην αναχώρηση στο ίδιο αεροδρόμιο μας είχαν περισσέψει 2-3 κονσέρβες και στον έλεγχο μας τις άνοιξαν. Μόνο φαγητό βρήκαν, αλλά τους τις χαρίσαμε. Κρίμα, γιατί το αεροπλάνο είχε αρκετή καθυστέρηση και πεινάσαμε.

Μετά από δυο μέρες εκεί φύγαμε με υπέροχο καιρό από το Τελ Αβίβ και φτάσαμε στα Ιεροσόλυμα την ώρα (1-2 ώρες δρόμος) που έριχνε χιόνι, το οποίο έμεινε στους δρόμους για δυο-τρεις μέρες. Η πόλη βρίσκεται σε υψόμετρο 800 μέτρα. Η Μέση Ανατολή γενικά το χειμώνα έχει κρύο. Δεν είναι Αίγυπτος. Είχαμε τη διεύθυνση από ένα Youth Hostel στο κέντρο της πόλης και πήγαμε εκεί κατ’ ευθείαν. Βρώμα και δυσωδία! Από όλες τις μεριές βρωμοκοπούσε χασίσι. Εμείς ήμασταν του απλού τσιγάρου. Εγώ στις μεγάλες μαστούρες έκανα σκέτο, σαντέ βέβαια. Τον άσο τον είχα εγκαταλείψει προ πολλού. Στα ταξίδια μου στο εξωτερικό αγόραζα καπνό, αφού στην Ελλάδα τότε δεν πουλιόταν. Εγώ θα την πω την αμαρτία μου: όταν το 1986 έκοψα το τσιγάρο, είμαι σίγουρος ότι αν υπήρχε ο καπνός Drum στην Ελλάδα δε θα το έκοβα ποτέ.

Στο Youth Hostel ετοιμαζόμασταν να φύγουμε γιατί τα δωμάτια αρρένων και θηλέων ήταν για κλάματα. Είπαμε: ήμασταν του εναλλακτικού αλλά όχι και της βρώμας. Ο τύπος στη ρεσεψιόν μας κατάλαβε και μας πρότεινε ένα δίκλινο δωμάτιο που είχε στα δέκα δολάρια. Εννοείται το κλείσαμε αμέσως και μέσα στην τρελή χαρά πήγαμε να απολαύσομε την ηρεμία. Ας είχε απ’ έξω φασαρία από τα μαστούρια. Με τόσο κρύο που είχε βέβαια το δαγκώναμε κάθε βράδυ. Κοιμόμασταν με τα ρούχα. Φυσικά δεν είχε θέρμανση. Αλλά το πρόβλημα ήταν κυρίως η υγρασία.

Όλη τη μέρα κάναμε βόλτες στις γύρω περιοχές και το βράδυ αράζαμε στην τραπεζαρία. Την πρώτη ή τη δεύτερη βραδιά εκεί γνωρίσαμε το Μάικ, ένα αμερικάνο 30άρη. Ουσιαστικά εκείνος μας κόλλησε. Μας βρήκε καλά παιδιά και τον κάναμε παρέα πολλές μέρες εκεί στα Ιεροσόλυμα. Οι άλλοι δεν τον ήθελαν γιατί αποδείχτηκε ότι ήταν βαρετός τύπος και κουραστικός στην παρέα. Μας ακολουθούσε σχεδόν παντού. Όπου κι αν πηγαίναμε. Ήθελε παρέα ο καημένος. Μια φορά αποφασίσαμε ότι έπρεπε την άλλη μέρα να πάμε οι δύο μας με τη Ντίνα κάπου, χωρίς τον Μάικ. Γι’ αυτό τον πίεσα να μου πει που θα πήγαινε εκείνος. Μου είπε μια περιοχή, εμείς του λέμε ότι δε θέλαμε να πάμε εκεί.

─ Που θα πάτε μας λέει;

─ Δεν ξέρουμε, θα αποφασίσουμε αύριο το πρωί.

Την άλλη μέρα νάτος μπροστά μας.

─ Που θα πας Μάικ;

─ Θα έρθω μαζί σας, όπου πάτε.

─ Εμείς θα πάμε στη Χεβρώνα.

─ Τι είναι αυτό;

─ Δεν ξέρω, του λέω, θέλω να πάω γιατί θυμάμαι το όνομα από το σχολείο στο μάθημα των θρησκευτικών.

─ ΟΚ, θα έρθω.

Μπας σε καλό σου. Η Ντίνα όλο γκρίνια, λες και έφταιγα εγώ.

Στο κάστρο της Μεσάδα (μάλλον):
1588341548737.png


Εν τω μεταξύ του Μάικ, να του λείπουν 3-4 δόντια. Από την πρώτη μέρα της γνωριμίας μας, χωρίς να τον ρωτήσουμε (δεν έχει βέβαια σημασία) μας είπε ότι τον λήστεψαν στον Πειραιά, πριν 1-2 μήνες που ήταν στην Ελλάδα. Μάλλον δεν ήταν Έλληνας αυτός που τον έκλεψε και του έσπασε και τα μισά δόντια. Πήγε σε ένα οδοντίατρο κάπου εκεί, που του έφαγε ένα σκασμό λεφτά και ίσα που τον έκανε να μην πονά. Λέμε κι εμείς, με τόσα που έπαθε εκεί δε θα ήθελε να δει τους Έλληνες. Όμως εκείνος τους αγαπούσε.

Ο Μάικ μετά από 1-2 μέρες που φτάσαμε εμείς στα Ιεροσόλυμα, άλλαξε Youth Hostel, αφού φυσικά δεν του άρεσε το δικό μας. Πήγε σε ένα εκεί κοντά που ήταν απείρως καλύτερο, αλλά και διπλά ακριβότερο. Νορμάλ μαγαζί. Όμως δεν είχε δίκλινο δωμάτιο και γι αυτό δεν πήγαμε κι εμείς. Άσε που θέλαμε να γλυτώσουμε και από το Μάικ, αν και εκείνος κάθε μέρα ερχόταν σε μας και περνούσαμε μαζί τις ώρες μας.

1588341497472.png


Την περιοχή της Ιερουσαλήμ και της Νεκράς Θάλασσας την είδαμε καλά, αλλά μέχρι τα σημεία που πήγαιναν οι τοπικές συγκοινωνίες. Θέλαμε να πάμε και σε κανένα Μοναστήρι αλλά δεν υπήρχε τρόπος. Και, ω του θαύματος, το πρόβλημα μας το έλυσε ο Μάικ, χωρίς μάλιστα να του έχουμε πει τίποτα. Έρχεται ένα βράδυ και μας λέει ότι γνώρισε στο μέρος που έμενε ένα αμερικανό φωτογράφο στο National Geographic, ο οποίος θέλει έναν Έλληνα μαζί του που να γνωρίζει αγγλικά. Μας έφεξε!

─ Τι να τον κάνει ρε Μάικ;

─ Θα κάνει ένα ρεπορτάζ για τα ελληνικά μοναστήρια και θέλει μεταφραστή. Του είπα να πάρει εσένα με τη Ντίνα.

─ Μεγάλε Μάικ!

Την άλλη μέρα φύγαμε εγώ, η Ντίνα, ο Μάικ και ο Ντακ ο φωτογράφος με το αυτοκίνητο που είχε νοικιάσει και επισκεφτήκαμε τρία μοναστήρια. Φυσικά πολύ γρήγορα κατάλαβε ο δημοσιογράφος ότι οι μοναχοί ήξεραν καλύτερα αγγλικά από μένα, οπότε δε με είχε ανάγκη. Ευτυχώς δεν το μετάνιωσε όμως που με πήρε, αφού στο μοναστήρι του Αγίου Γερασίμου ο ένας και μοναδικός καλόγερος (ο Χρυσόστομος) δεν ήξερε αγγλικά. Μάλιστα το μοναστήρι αυτό ήταν στην επικαιρότητα γιατί είχαν κλαπεί δυο χρόνια πριν κάποιες εικόνες τρομακτικής αξίας. Λίγο αργότερα όμως βρέθηκαν σε ένα λιμάνι της χώρας την ώρα που ετοιμαζόταν οι αρχαιοκάπηλοι να τις μεταφέρουν αλλού.

Εκείνη τη μέρα εμείς είχαμε δει τρία από τα πιο ενδιαφέροντα μοναστήρια της περιοχής.
1588341439382.png


Το Μάικ από τότε που φύγαμε από την Ιερουσαλήμ δεν τον ξανακούσαμε. Και τώρα που ψάχνω τις σημειώσεις μου δε βρίσκω τίποτε από αυτόν. Θυμάμαι ότι στην Αμερική ήταν κηπουρός. Αυτά θυμόμαστε από τον καημένο το Μάικ, που αν δεν είχε μπει στη ζωή μας εκείνες τις 5-6 ημέρες θα ήταν πιο φτωχές οι μνήμες μας σήμερα.
 
Last edited:

travelbreak

Member
Μηνύματα
1.731
Likes
14.343
Επόμενο Ταξίδι
???
Ονειρεμένο Ταξίδι
Υπερσιβηρικός
Πέμπτη Ιστορία

Οι γιαπωνέζοι όρθιοι, εμείς καθιστοί, Βιέννη 1989


Μετά από χρόνια χωρίς ταξίδι στο εξωτερικό, αποφασίσαμε το 1989 να κάνουμε ένα στην Ευρώπη με τη Ντίνα. Εγώ είχα πάει και Αυστρία και Ουγγαρία παλιότερα με interail, αλλά άλλη μια επίσκεψη μετά από 8-9 χρόνια δε θα ήταν άσχημη.
Έχω μια ξαδέρφη, που τότε είχε ταξιδιωτικό γραφείο, και μας έβγαλε τα αεροπορικά για Βιέννη για ένα ταξίδι 9-10 ημερών. Θα πηγαίναμε και για 4-5 μέρες στην Βουδαπέστη με το τρένο και θα επιστρέφαμε στη Βιέννη για να αναχωρήσουμε επιστρέφοντας.

Τη ρώτησα αν μπορεί να μας βγάλει εισιτήριο για την όπερα της Βιέννης. Γέλασε λέγοντάς μου ότι δυο μήνες πριν δεν υπήρχε περίπτωση να βρεθεί κάτι. Δε θυμάμαι αν έψαξε αλλά εισιτήριο δε βρήκαμε. Άσε που και μόνο η τιμή που μου είπε ήταν τέτοια που δε θα πηγαίναμε. Δεν σκάσαμε, αφού και με τη Λυρική που πηγαίναμε μια δυο φορές το χρόνο ήμασταν καλυμμένοι. Μας είπε βέβαια να κάνουμε ό,τι κάνουν και πολλοί Βιεννέζοι: να δούμε όπερα στην Βουδαπέστη. Δε λέει!!

Φτάσαμε στο αεροδρόμιο της Βιέννης και από εκεί με το αστικό κατεβήκαμε εκεί από όπου έμπαινες στο κέντρο της πόλης. Αφήνω τη Ντίνα με τα πράγματα και αρχίζω να ψάχνω για ξενοδοχείο. Άπειρα. Αλλά όλα πανάκριβα. Δεν υπήρχε περίπτωση να δώσουμε τόσα χρήματα. Βγήκαμε λίγο παραέξω και με τα μισά λεφτά βρήκαμε ένα πολύ καλό. Το είχε ένας Έλληνας. Ρίξαμε βέβαια περπάτημα συγκρίσιμο με αυτό που κάνουμε και στα πιο πρόσφατα ταξίδια. Τότε περπατούσαμε αλλά καθόμασταν και σε κανένα παγκάκι. Τώρα η Ντίνα δεν επιτρέπει τέτοιες πολυτέλειες.

1588425801297.png


Μια των ημερών περούσαμε το απόγευμα έξω από το κτίριο της όπερας της Βιέννης. Έπαιζε το Ιλ Τροβατόρε του Βέρντι. Απ’ έξω: νέκρα. Λέμε να πάμε μέσα να δούμε μήπως υπάρχει κανένα εισιτήριο για καμιά δευτεροκλασάτη παράσταση. Να δούμε το κτίριο τουλάχιστον. Ο ταμίας γέλαγε όταν του είπαμε ότι θα μέναμε μερικές μέρες στην πόλη.
─ Άντε κορίτσι μου να φύγουμε. Ωραία φαίνεται κι από εδώ μέσα το κτίριο και απ’ έξω, λέω στη Ντίνα.
Δεν προλάβαμε να βγούμε από την κεντρική είσοδο και έρχεται ένας τύπος, της υπηρεσίας του θεάτρου και κάτι μας λέει στα γερμανικά που φυσικά δεν καταλάβαμε. Αγγλικά τίποτα ο τύπος.

─ Ρε κάτι θέλει να μας πει το παιδί, λέω στη Ντίνα.

Όντως. Μας κάνει νεύμα να τον ακολουθήσουμε. Πάμε.

Περάσαμε από δυο-τρεις έλεγχους σαν κύριοι. Κάτι τους έλεγε σε άπταιστα γερμανικά ο δικός μας και προχωρούσαμε ανεβαίνοντας αρκετά σκαλιά. Στο τέλος φτάσαμε σε μια πόρτα, μας την ανοίγει και μας κάνει νόημα να μπούμε.

─ Καλέ, εδώ είχαμε κλείσει;

─ Νομίζω δίπλα, στο 12, μου λέει η Ντίνα.

─ Έτσι νομίζω κι εγώ, αλλά καλά θα είναι και εδώ.

─ Δώσε κάτι στο παιδί, μου λέει η Ντίνα.

Του δίνω 10-20 δολάρια, δε θυμάμαι να πάει στο καλό το παιδί.

Μπαίνουμε στο θεωρείο που μας έβαλε.

─ Άναψε το φως ρε Ντίνα, δε βλέπω τίποτα.

─ Δε βλέπω την τύφλα μου. Πού είναι ο διακόπτης;

─ Δεν θυμάμαι, νομίζω αριστερά ήταν το προηγούμενο Σάββατο.

─ Άσε, θα συνηθίσουμε στο σκοτάδι. Μην ενοχλούμε και το κοινό με τα φώτα.

Καταλάβατε αγαπητοί αναγνώστες. Θα είχε ακυρωθεί όλο το θεωρείο και ήταν κενό. Μας πήρε ο νεαρός και μας πήγε εκεί και έβγαλε το κατιτίς του.

Δε μπορείτε να φανταστείτε τι θέαμα παρακολουθήσαμε! Την πρώτη μισή ώρα είχα ένα άγχος μην έρθει κανείς και μας ζητήσει τα εισιτήρια. Μετά δε με ένοιαζε, γιατί και να μας έδιωχναν είχαμε δει ήδη κάτι που πραγματικά άξιζε. Αράξαμε στο θεωρείο μας, αφήσαμε τα σακίδια και τα μπουφάν στον προθάλαμο και άρχισα τις φωτογραφίες. Κρίμα που δεν υπήρχαν τότε οι ψηφιακές! Με τα φιλμ δεν ήταν για να τραβάς και όσες ήθελες.

1588425646902.png


1588425840629.png


Στο διάλειμμα κοιτούσαμε τον κόσμο αφ’ υψηλού. Μα πιο πολύ κάναμε πλάκα με ένα γκρουπ γιαπωνέζους που είχαν θέσεις ορθίων. Και καλά που υπήρχε η «ακουμπιστήρα» να ακουμπούν τους αγκώνες τους.

Από την παράσταση δεν πρέπει να χάσαμε πάνω από είκοσι λεπτά, γιατί είδαμε την ώρα έναρξης και δεν ήταν πολύ πριν φτάσουμε. Εμείς μείναμε εκεί για περίπου τρεις ώρες. Αυτό που θυμάμαι ακόμα και τότε με εντυπωσίασε, ήταν μερικά άλογα που μπήκαν στη σκηνή σε κάποιο σημείο του έργου. Μόλις τέλειωσε μείναμε για πέντε λεπτά να χειροκροτούμε αλλά βαρεθήκαμε και φύγαμε. Μέχρι να πάμε στην εξώπορτα (τι αγένεια! Ήμασταν οι πρώτοι που φύγαμε) ακούγαμε ακόμα τα πλήθη να χειροκροτούν και πιο πολύ σίγουρα οι γιαπωνέζοι. Τόσα λεφτά πλήρωσαν οι άνθρωποι, να μη χειροκροτήσουν ένα τεταρτάκι; Και λίγο λέω.
 

travelbreak

Member
Μηνύματα
1.731
Likes
14.343
Επόμενο Ταξίδι
???
Ονειρεμένο Ταξίδι
Υπερσιβηρικός
Έκτη ιστορία

Οι σπαστικοί Κινέζοι, Πεκίνο 1998


Το 1998 θέλαμε να πάμε στο Μεξικό με τη Ντίνα και έψαχνα στα τότε πρακτορεία να με ενημερώσουν για το κόστος των αεροπορικών εισιτηρίων και των ξενοδοχείων. Εκεί θα χρησιμοποιούσαμε μέσα μαζικής μεταφοράς και αεροπλάνα. Έβγαινε πολύ ακριβό το ταξίδι και μας φάνηκε και επικίνδυνο, οπότε αλλάξαμε προορισμό κατά 180 μοίρες και ψάξαμε να πάμε στην Κίνα.

Τα πρακτορεία δεν ήταν τόσο ακριβά όσο για το Μεξικό, αλλά όλες οι εκδρομές είχαν και τουλάχιστον μία εσωτερική πτήση. Αυτό δε μας άρεσε καθόλου γιατί τα τελευταία χρόνια είχε μερικές πτώσεις αεροπλάνων στις εσωτερικές πτήσεις η Κίνα, και δεν είχαμε εμπιστοσύνη. Γι αυτό αποφασίσαμε να πάμε μόνο στο Πεκίνο. Πήγα σε ένα πρακτορείο κάπου στην Πατησίων και έκλεισα αεροπορικά, επτά διανυχτερεύσεις σε ένα κεντρικό ξενοδοχείο και τρεις ημερήσιες εκδρομές με το λεγόμενο join tour.

Γενικά το ταξίδι πήγε καλά, αλλά αυτοί οι Κινέζοι μου κάθισαν στο λαιμό για διάφορα μικροεπεισόδια που έγιναν. Αυτά θα περιγράψω παρακάτω.

1ον. Σε μία από τις ημερήσιες εκδρομές, που θα πηγαίναμε να δούμε το Σινικό Τείχος, ήρθε το πούλμαν από το ξενοδοχείο μας και φύγαμε μαζί με άλλους 20-30 τουρίστες. Φτάσαμε στο Badaling και είχαμε περίπου δυο ώρες να περιπλανηθούμε στα τείχη. Η πρώτη ώρα πέρασε καλά αλλά μετά άρχισε να βρέχει. Δεν είχα σκοπό να χάσω ούτε ένα λεπτό από το χρόνο μου σε ένα από τους καλύτερους προορισμούς των ονείρων μου. Μέσα στη βροχή ανέβαινα και κατέβαινα τα σκαλιά και τις πολεμίστρες. Λίγοι ήταν αυτοί που δεν πτοήθηκαν από το νερό. Όταν γύρισα την προκαθορισμένη ώρα στο πούλμαν, όλοι οι υπόλοιποι με περίμεναν στεγνοί για να φύγουμε.

Φύγαμε αλλά ο κλιματισμός δούλευε στο φουλ κι εγώ είχα ξεπαγιάσει μουσκεμένος. Παρακάλεσα τον αρχηγό να το κλείσει αλλά εκείνος διαφωνούσε. Όμως δεν έκανε και καμιά μεγάλη ζέστη για να είναι αναγκαίος ο κλιματισμός, κι εγώ επέμενα. Εκείνος τίποτα. Με τα πολλά δέχεται να το βάλει σε ψηφοφορία. Τι να κάνω δέχτηκα. Ρωτά:

─ Ποιοι θέλουν να κλείσουμε τον κλιματισμό.

Ζήτημα δυο άτομα, εκτός από μένα και τη Ντίνα, να σήκωσαν το χέρι τους.

─ Να, μου λέει, ο κόσμος θέλει τον κλιματισμό.

Κι εγώ του λέω:

─ Αν ρωτούσες: ποιος θέλει να έχουμε ανοιχτό τον κλιματισμό, πάλι δυο θα σήκωναν το χέρι τους γιατί αδιαφορούν ή κοιμούνται. Οπότε θα έπρεπε να τον κλείσεις, αλλά τι να σου πω.

Ευτυχώς τελικά το γλύτωσα το κρύωμα, αλλά μου έμεινε η κακία του. Όταν τέλειωσε το tour και κατέβαινα από το πούλμαν, άπλωσε το χέρι του για να του δώσω και φιλοδώρημα, ο αχρείος. Στις άλλες ημερήσιες δεν ήταν αυτός μαζί μας.

1588499731619.png


Όσο για το Σινικό, μας είχε μείνει η επιθυμία και μια από τις άλλες μέρες πήραμε ένα ταξί και πήγαμε και το είδαμε σε μια άλλη περιοχή. Πολύ όμορφα και εκεί. Ήταν το Mutianyu.
Όταν πήγαμε εμείς το 1998 στην Κίνα, είχε κάποιο κόσμο στα τουριστικά μέρη, αλλά ήταν άνετη η πρόσβαση σε οποιοδήποτε σημείο του τείχους. Πριν 5-6 χρόνια που πήγε η κόρη μου δεν ήταν εύκολο να προχωρά από τα πλήθη.

2ον. Ένα βράδυ πήγαμε για φαγητό σε ένα ωραίο εστιατόριο. Καθίσαμε έξω, αφού ο καιρός ήταν καλός, αν και δεν ξέρεις για πότε αρχίζει η μπόρα εκεί. Ζητήσαμε κατάλογο και μας έφερε ένα κινέζικο. Φυσικά ζήτησα κατάλογο στα αγγλικά και αμέσως μου τον έφερε. Η κοντόσωμη κοπέλα ήξερε μια δεκαριά αγγλικές λέξεις για να μας εξυπηρετήσει. Και το έκανε.

Φάγαμε ωραία, θαλασσινά απ’ ό, τι θυμάμαι. Ήπιαμε και τις μπύρες μας και αφού τελειώσαμε ζητήσαμε λογαριασμό. Η κοπέλα μας είδες άσπρους – άσπρους, σου λέει: έχουν λεφτά, θα πληρώσουν χωρίς να κοιτάξουν το λογαριασμό. Μας χρέωσε τα διπλά. Δεν ήξερε όμως ότι είχαμε περάσει και από τα ακριβά εστιατόρια της πόλης και φύγαμε όταν είδαμε τον κατάλογο. Εκεί καθίσαμε γιατί ήταν καλά και φθηνά. Αν ήταν να μας χρεώσει τα διπλά, ξέραμε να μείνομε και στα άλλα που σύχναζαν μόνο τουρίστες.

Μόλις είδα το ποσόν της λέω να μου φέρει τον κατάλογο. Μου φέρνει τον κινέζικο.

─ Τον αγγλικό θέλω, της λέω.

─ Δεν έχουμε, μου λέει και επέμενε.

Αφού δεν μου τον έφερνε πήγα μέσα και ζήτησα τον κατάλογο στη ρεσεψιόν. Τα είπα εκεί στον υπεύθυνο και σε λίγο ήρθε η κοπέλα, σα βρεγμένη γάτα, και μας έφερε το σωστό λογαριασμό. Επειδή δε θέλαμε να τη στενοχωρήσουμε, της δώσαμε και ένα καλό φιλοδώρημα. Για να καταλάβει ότι μπορεί να κερδίσει κάποια χρήματα με αξιοπρέπεια. Σιγά μην το καταλάβει! Ούτε ευχαριστώ δεν είπε.
1588499788171.png

3ον. Κοντά στο ξενοδοχείο που μέναμε, ήταν ο κεντρικός δρόμος που έβγαζε μετά από δυο χιλιόμετρα στην πλατεία Τιέν Αν Μεν. Όταν είχαμε χρόνο αυτόν παίρναμε και πηγαίναμε ως την πλατεία και την Απαγορευμένη Πόλη. Τότε δεν είχε κόσμο και εύρισκες ωραία υπαίθρια μαγαζάκια για φαγητό ή ποτό.

Για φαγητό καθόμασταν συνήθως σε ένα συγκεκριμένο γιατί είχε φθηνά πιάτα και ήταν self service. Ήταν τόσο φθηνά που σπανίως κοιτάζαμε τις τιμές και πόσο μας χρέωσαν. Όμως ποτέ δεν είχε συμβεί και κάτι εξωφρενικό για να «κινηθούμε καταλλήλως». Μια βραδιά όμως πάω και παίρνω για συμπλήρωμα ένα πιάτο και μου ζητά, ας πούμε, 25 γουάν. Εμένα μου έκανε εντύπωση γιατί δε θυμόμουν να είχα δει σε αυτό το μαγαζί τόσο ακριβό πιάτο. Το ακριβότερο κόστιζε 15 γουάν. Ο κατάλογος ήταν μόνο στα κινέζικα και ήταν ένας τεράστιος κρεμασμένος πάνω από τον πάγκο με τα φαγητά και δεν περιείχε πάνω από 20 πιάτα.

Ε, μα λέω, να μας κοροϊδεύουν και μπροστά στα μάτια μας!

─ Ποιο είναι το πιάτο που πήρα, δείξε μου στον κατάλογο.

Ο τύπος δαγκώθηκε και με χρέωσε τη σωστή τιμή. Πραγματικά μας περνούν γα ηλίθιους όλους τους τουρίστες. Δεν ξέρω εσείς αν έχετε καλύτερες εμπειρίες σε αυτά τα θέματα.

4ον . Μια βραδιά, στο Πεκίνο που ήμασταν, θέλαμε να πάμε να δούμε όπερα. Τότε ήταν ξακουστή η όπερα του Πεκίνου. Ρωτάμε στο ξενοδοχείο και αν και δε μιλούσαν ούτε μια λέξη αγγλικά, μας είπαν που να πάμε. Ήταν σε ένα κτήριο στον κεντρικό δρόμο που έλεγα και πριν ότι μας έβγαζε στην Απαγορευμένη Πόλη. Μιας και αναφέρθηκα μόλις στα αγγλικά των υπαλλήλων του ξενοδοχείου, θα αναφέρω ότι ήξεραν μόλις φτάσαμε την πρώτη μέρα να μας ζητήσουν μια προκαταβολή, την οποία θα μας επέστρεφαν στην αναχώρηση. Όταν φεύγαμε μας κράτησαν μια δεκαριά δολάρια, αλλά δεν ήξεραν αγγλικά να μας εξηγήσουν το λόγο.

Ας είναι. Πάμε για την όπερα. Το κτήριο δε μας έκανε ιδιαίτερη εντύπωση απ’ έξω, αφού ήταν σα μια συνηθισμένη μεγάλη πολυκατοικία. Όταν όμως μπήκαμε ήταν μια τεράστια υπέροχη αίθουσα, με τραπέζια για φαγητό στις πρώτες θέσεις και απλά καθίσματα για τους πίσω. Εμείς ήμασταν στους πίσω. Το θέαμα μας άρεσε πολύ αφού ήταν φαντασμαγορικό, για το εκτελεστικό κομμάτι δεν έχω γνώμη, αλλά ό, τι είδα μου άρεσε.

Όταν τελείωσε ήταν ακόμα νωρίς και καθίσαμε για μπύρα σε ένα υπαίθριο. Είχε πολύ κόσμο και σε λίγο δεν είχε τραπέζι να καθίσει κανένας. Βλέπουμε ένα ζευγάρι ηλικιωμένους (γύρω στα εξήντα!!), Βέλγους (νομίζω) να ψάχνουν καρέκλες με μπύρες στα χέρια τους. Τους προτείναμε να καθίσουν μαζί μας. Χάρηκαν πολύ και πιάσαμε την κουβέντα.

─ Που ήσασταν; τους ρωτάμε.

─ Στην όπερα, μας λένε. Πήγαμε με το γκρουπ που έχουμε έρθει.

─ Α! Κι εμείς εκεί ήμασταν, μόνοι μας όμως. Σας άρεσε;

─ Πολύ, μας λένε.

─ Καθίσατε σε τραπέζι ή σε απλό κάθισμα;

─ Όπερα ήταν, σε κάθισμα καθίσαμε, δεν είχε τραπέζια. Εκεί που πήγατε εσείς, είχε και φαγητό; Ρωτάνε οι άνθρωποι πολύ λογικά.

─ Συγγνώμη, δεν πήγαμε στη ίδια όπερα; Εμάς ήταν εδώ δίπλα, και τους δείχνουμε το κτήριο.

Να μη συνεχίσω όμως το διάλογο, ο οποίος είναι και λίγο φανταστικός, αλλά περιγράφει τα γεγονότα με σαφήνεια. Οι Βέλγοι είχαν πάει σε άλλο μέρος που τους είπαν ότι είναι η όπερα. Εντάξει, όπερα είδαν και αυτοί. Μάλλον για τουριστικούς λόγους, στην πόλη πρέπει να είχε 10-20 όπερες.

1588499599385.png


Αναφερόμενος στο Πεκίνο εκείνης της εποχής, μου έκανε εντύπωση που έχτιζαν ουρανοξύστες σε 24ωρη βάση. Έβλεπες όλη τη νύχτα τις ηλεκτροσυγκολλήσεις να δουλεύουν σε μεγάλα ύψη. Τα κτίρια είχαν σκελετό κυρίως από σίδερο. Από τη μια βλέπαμε τους ουρανοξύστες να υψώνονται και από το παράθυρό μας στο ξενοδοχείο είχαμε θέα προς την φτωχολογιά και τις παράγκες. Από αυτές τις παράγκες έβλεπες κάθε πρωί, αξημέρωτα μερικές φορές, να φεύγουν καλοντυμένοι κύριοι και κυρίες με το ποδήλατό τους. Το απόγευμα οι ίδιοι άνθρωποι (πιστεύω) έχτιζαν άλλο ένα δωμάτιο δίπλα στα ήδη υπάρχοντα. Σε μια εβδομάδα που μείναμε είδα ένα νέο δωμάτιο να έχει χτιστεί. Μερικές φορές τον ένα τοίχο δεν τον έχτιζαν, αλλά έβαζαν ένα μεγάλο μουσαμά ή ένα μεγάλο σεντόνι για να μη φαίνονται μέσα.
1588499824666.png


Όπως βλέπετε στο Πεκίνο δεν υπήρχαν ακόμα πολλοί ουρανοξύστες.
 

Εκπομπές Travelstories

Τελευταίες δημοσιεύσεις

Booking.com

Στατιστικά φόρουμ

Θέματα
33.113
Μηνύματα
880.687
Μέλη
38.839
Νεότερο μέλος
mgian

Κοινοποιήστε αυτή τη σελίδα

Top Bottom