travelbreak
Member
- Μηνύματα
- 1.968
- Likes
- 17.262
- Επόμενο Ταξίδι
- ???
- Ταξίδι-Όνειρο
- Υπερσιβηρικός
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Μια μέρα στη Μανίλα
- Palawan - ψάχνοντας το υπόγειο ποτάμι
- Palawan - El Nido κ χωριά με χρώμα
- 2 μέρες στο Cebu - Φαλαινοκαρχαρίες στο Oslob
- Bohol - Πυγολαμπίδες
- Bohol - Σοκολατένιοι λόγοι κ Tarsier
- Παραμονή Πρωτοχρονιάς κοντά στο Pinatubo
- Luzon - Στον κρατήρα του Pinatubo
- Απ'το Dagupan στην κορδιλιέρα του Luzon
- Hanging Coffins κ σπηλιές στη Σαγάδα
- Banaue - Rice Terraces κ φυλή Ifugao
- Πάλι στη Μανίλα
- Ηφαίστειο κ λίμνη Τάαλ
- Καταρράκτης Pagsanjan
- Επίλογος
Μποχόλ. Δεύτερη μέρα. Σοκολατένιοι Λόφοι και Τarsier
Ξυπνήσαμε αρκετά νωρίς, οπότε στις 7:30 ξεκινήσαμε την περιήγηση στο νησί. Όταν πήγαμε να δούμε τις πυγολαμπίδες πήγαμε από την βόρεια πλευρά, η βόλτα τώρα ξεκίνησε από το νότιο μέρος και ο πρώτος μας στόχος ήταν να δούμε τους λεγόμενους σοκολατένιος λόφους (Chocolate Hills).
Να σημειώσω όμως ότι το Μποχόλ δεν έχει καμία σχέση με το Σεμπού όπου υπήρχε πάρα πολύ κίνηση σε ακτίνα 40 χιλιομέτρων από την πρωτεύουσα. Εδώ δεν υπάρχει τέτοιο ζήτημα. Δηλαδή, σε γενικές γραμμές η κίνηση είναι ομαλή, όμως όχι ότι τρέχεις και γρήγορα. Δηλαδή μία μέση ταχύτητα περίπου 40 χιλιόμετρα την ώρα θεωρείται καλή. Αυτό σημαίνει ότι πολλές αποστάσεις που δεν είναι ιδιαίτερα μεγάλες μπορεί να χρειαστεί περισσότερος από τον αναμενόμενο χρόνο. Ο λόγος γνωστός: κυκλοφορούν πολλά μηχανάκια και τρίκυκλα με αποτέλεσμα να καθυστερούν την κίνηση, αφού η προσπέραση δεν είναι εύκολη στους σχετικά στενούς και με στροφές δρόμους. Πάντως οι δρόμοι είναι καλοί.
Πριν φτάσουμε στους Σοκολατένιος Λόφους κάναμε δύο πολύ ενδιαφέρουσες στάσεις: η μία ήταν σε ένα παραλιακό χωριό (Baclayon), όπου είδαμε την παλίρροια να έχει τραβήξει τα νερά προς τη μεριά της θάλασσας (άμπωτις) και να έχει κάνει να φαίνονται οι ρίζες των μαγκρόβιων φυτών. Μας άρεσαν πολύ οι εικόνες που είδαμε εκεί και επίσης είδαμε μικρά παιδιά να παίζουν σε κάτι λιμνούλες που σχηματίζονταν από την άμπωτη και επίσης κάποιους ψαράδες στα ανοιχτά να πηγαίνουν για ψάρεμα. Ωραίες εικόνες.
Εικόνες από άλλες στάσεις:
Η δεύτερη μεγάλη στάση που κάναμε ήταν σε ένα χώρο (Tarcier Conservation Area) με δέντρα για να δούμε τα μικρότερα πρωτεύοντα που ονομάζονται tarsier. Ήταν πάρα πολύ μικρά σε μέγεθος, περίπου 10-20 εκατοστά, είχαν τεράστια μάτια τα οποία όμως με δυσκολία άνοιγαν. Καθόταν πάνω στα κλαδιά και δεν κουνούσαν καθόλου. Τουλάχιστο όσα είδα. Μας είπαν εκεί ότι κυκλοφορούν τη νύχτα για να φάνε και για να κάνουν άλλες δραστηριότητες. Εμείς είδαμε 7, 8 από αυτά και βέβαια μόνος σου δεν είναι εύκολο να τα δεις. Γι αυτό υπήρχαν κορίτσια που καθόταν κοντά σε αυτά τα ζωάκια και όταν περνούσες σου έλεγαν να κοιτάξεις για να τα δεις. Ήταν επίσης δύσκολο να τραβήξεις μία καλή φωτογραφία, αφού είναι τόσο μικρά και η μηχανή δεν εστιάζει σε αυτά αλλά μπορεί να εστιάσει σε ένα κλαδί δίπλα τους.
Μετά και από την επίσκεψη στα τάρσιερ και αφού κάναμε και μια, δύο άλλες στάσεις για φωτογραφίες, φτάσαμε στους σοκολατένιος λόφους. Εκεί είναι λίγο περίεργη η κατάσταση. Θα γίνω πιο συγκεκριμένος. Αυτή τη μέρα οδηγούσα εγώ το αυτοκίνητο από το πρωί. Φτάνοντας εκεί ακολουθήσαμε τις ταμπέλες και ανεβήκαμε επάνω σε ένα λόφο όπου υπάρχει το ένα και μοναδικό παρατηρητήριο της περιοχής. Εκεί δεν μπορείς να παρκάρεις. Αφήνεις τους επιβάτες και φεύγεις. Οι επιβάτες στην είσοδο πληρώνουν ένα εισιτήριο της τάξης του ενός ευρώ. Το αυτοκίνητο με τον οδηγό πρέπει να επιστρέψει κάτω και να παρκάρει σε ένα πάρκινγκ. Αν θέλει να ανέβει ο οδηγός, μπορεί να πάρει ένα μικρό πουλμανάκι, όπως τα λεγόμενα τζίπνι, που έχουν εδώ και να ανέβει επάνω στο παρατηρητήριο. Έτσι έκανα και εγώ.
Με το τζίπνι ανέβηκα στο παρατηρητήριο, αλλά μόλις έφτασα άρχισε να βρέχει. Επί μισή ώρα έβρεχε, τη μία δυνατά την άλλη ψιχαλιστά. Κρατώντας κάποιες ομπρέλες που είχαμε ευτυχώς μαζί μας ανεβήκαμε τα σκαλιά μέχρι την κορυφή του παρατηρητηρίου. Ευτυχώς λίγο πριν απογοητευτούμε και φύγουμε, βγήκε ένας πολύ δυνατός ήλιος για να βγάλουμε και ορισμένες πιο φωτεινές φωτογραφίες.
Κατά τις 12:00 είχαμε τελειώσει με την επίσκεψη εκεί (που είχε παρά πολύ κόσμο και ό,τι δεις το βλέπεις μόνο από εκεί επάνω) και ήταν όμορφα. Τώρα για τους σοκολατένιος λόφους έχω να πω ότι από ψηλά βλέπεις δεκάδες μικρούς λόφους σε μία έκταση με ακτίνα περίπου 10 χιλιομέτρων. Ίσως είναι και λιγότερα.
Λίγο πιο κάτω:
Για το υπόλοιπο της βόλτας μας το Lonely Planet δυστυχώς δεν έγραφε πολλά ιδιαίτερα πράγματα και οι μόνες πληροφορίες που είχα ήταν από το travelstories και τους επισκέπτες που είχαν γράψει κάποια πράγματα για το νησί. Έτσι ακολουθώντας τις πληροφορίες αποφασίσαμε να πάμε σε κάποιες λίμνες σε σπηλιές. Δεν ήμασταν σίγουροι γι αυτό το οποίο θα βλέπαμε εκεί. Δυστυχώς η απόσταση ήταν αρκετά μεγάλη και μας πήρε περί τις δύο ώρες για να καλύψουμε τα 70 χιλιόμετρα. Φτάνοντας εκεί είδαμε το γνωστό στυλ της χώρας: ένας γεράκος να θέλει 50 πέσος για το παρκάρισμα και εμείς μετά να ψάχνουμε να βρούμε σε κάτι μονοπάτια τις σπηλιές. Τις βρήκαμε. Δεν ήταν δύσκολο αλλά δεν ήταν κάτι ιδιαίτερο. Βασικά ήταν από τις καθιζήσεις μιας κρούστας από λάβα και 2, 3 μέτρα πιο κάτω υπάρχει μια μικρή λίμνη με διάμετρο δέκα περίπου μέτρα. Οι λιμνούλες σε πολλά σημεία προχωρούσαν και κάτω από την υπόλοιπη κρούστα που είχε μείνει και πάνω στην οποία εμείς περπατούσαμε.
Πρώτα πήγαμε σε μία λιμνούλα η οποία ονομάζεται Cabagnow cave pool. Αυτή ήταν σχετικά μικρή και ήταν σχεδόν αδύνατο να κολυμπήσει κάποιος, γιατί δεν μπορούσε να ανέβει μετά επάνω στα βράχια. Εκεί δεν ήταν και κανένας άλλος άνθρωπος και όσοι πήγαιναν την κοιτάζανε και φεύγανε.
Μετά πήγαμε σε μία άλλη. Ήταν πέντε λεπτά απόσταση από την πρώτη, όπου εκεί όντως υπήρχε κόσμος, δηλαδή μία δεκαριά άτομα οι οποίοι κολυμπούσαν ή ήταν απέξω και κοιτούσαν η λίμνη. Αυτή ονομαζόταν Tibaw. Μάλιστα για να μπεις στο χώρο υπήρχε ένας πιτσιρικάς που σου ζητούσε 25 πέσος για να σε αφήσει να περάσεις. Εμείς κρατούσαμε τα πράγματά μας ώστε αν μας άρεσε να κολυμπήσουμε να το κάνουμε, αλλά δεν μας άρεσε και αποφασίσαμε να πάμε 600m παρακάτω που υπήρχε μία παραλία που μας είχαν πει ότι είναι ωραία για να κολυμπήσουμε.
Πράγματι πήγαμε εκεί, όμως ενώ περπατούσες, μπορεί και 100 m, το νερό έφτανε μέχρι τα γόνατά σου. Και το κακό δεν ήταν αυτό, αλλά στο περπάτημα μπορούσε να τραυματίσεις και τα πόδια σου γιατί έπεφτες πάνω σε κάποια κοράλλια ή σε σκληρές πέτρες. Έτσι το μπάνιο ήταν μία αποτυχία. Η Ντίνα ήταν η μόνη δεν του έκανε «μπάνιο».
Φυσικά μετά από αυτό έπρεπε να γυρίσουμε πίσω. Η ώρα είχε προχωρήσει και ήταν περίπου τρεις. Καταλάβαμε ότι και τα υπόλοιπα μέρη που έχει το νησί μάλλον δεν θα έχουν κάποια ιδιαίτερη αξία, οπότε ας μη κουραζόμαστε. Αλλά επειδή είχαμε λίγο χρόνο αποφασίσαμε να βάλουμε στο GPS έναν καταρράκτη να δούμε μήπως άξιζε. Έτσι βάλαμε τον καταρράκτη Ingkumhan. Βέβαια αυτός ο καταρράκτης ήταν προς την πόλη που είναι το ξενοδοχείο μας, δηλαδή το Tagbilaran. Κάναμε μόνο μια μικρή παράκαμψη. Λίγο πριν φτάσουμε στον καταρράκτη είχαμε μπει σε ένα πολύ στενό δρομάκι. Ερχόταν κάποια άλλα αυτοκίνητα επιστρέφοντας από τον καταρράκτη και ο Φίλιππος έβαλε όσο δεξιά μπορούσε το αυτοκίνητο, αλλά δυστυχώς δεν προέβλεψε σωστά και το αμάξι έκατσε πάνω στην άκρη του δρόμου και δεν μπορούσε να προχωρήσει. Οι άλλοι που ερχόταν με τα αυτοκίνητα κατέβηκαν και μας βοήθησαν να βγούμε από κείνη τη δύσκολη θέση. Άσε που πιστεύω ότι έφταιγαν εκείνοι γιατί υπήρχε χώρος στη μεριά τους, αλλά υποχρέωσαν τον Φίλιππο να πάει ακόμα περισσότερο στην άκρη.
Φτάσαμε σε κάποιο σημείο που δεν μπορούσε να προχωρήσει άλλο το αυτοκίνητο και από εκεί με περπάτημα περίπου 10 λεπτών φτάσαμε στον καταρράκτη ο οποίος δεν ήταν κάτι ιδιαίτερο, εκτός από μία λίμνη που σχηματιζόταν στο σημείο που έπεφταν τα νερά του, η οποία ήταν πολύ όμορφη. Και το τοπίο ήταν πάρα πολύ ωραίο αφού είχε τρομερή βλάστηση λες και ήσουν σε ζούγκλα. Και ήταν αυτός ο συνδυασμός του νερού με τα ψηλά δέντρα που αν ήταν μία ώρα νωρίτερα η επίσκεψή μας εκεί, πιστεύω ότι δεν θα αντιστεκόμαστε στον πειρασμό να κολυμπήσουμε. Εδώ φυσικά οι φιλιππινέζοι κολυμπάνε πολύ στους καταρράκτες και στα ποτάμια, γιατί οι θάλασσες γενικά είναι πολύ ρηχές και λίγο επικίνδυνες για το κολύμπι. Όχι τόσο γιατί υπάρχουν επικίνδυνα ζώα αλλά γιατί μπορεί να σκοντάψεις σε κάτι και να σου κόψει το πόδι. Συμπερασματικά, η επίσκεψη εκεί ήταν πολύ όμορφη, κυρίως λόγω της διαδρομής με τα πόδια που κάναμε.
Μέχρι να επιστρέψουμε στο αυτοκίνητο είχε αρχίσει να βραδιάζει και γι αυτό έπρεπε να γυρίσουμε προς την πόλη μας. Εγώ είχα την ιδέα να πάμε σε μία μικρή πόλη που είχαμε δει το πρωί πηγαίνοντας για τους σοκολατένιους λόφους, την πόλη Loboc, όπου είχα δει κάποια πολύ όμορφα και μεγάλα καραβάκια σαν μαούνες, να έχουν τραπέζια για φαγητό και να τα προωθούν ή να τραβάνε κάποιες άλλες βάρκες με μηχανή. Είπα λοιπόν στην παρέα αν ήθελε να πάμε να δοκιμάσουμε αν υπήρχε αυτό το σύστημα και το βράδυ γιατί θα ήταν πολύ όμορφα. Οι περισσότεροι δεν είχαν πολλή διάθεση γι αυτό αλλά τελικά πήγαμε. Όμως ήταν κλειστά και καταλάβαμε ότι αυτό γίνεται μονάχα στη διάρκεια της ημέρας.
Στο Λομπόκ είδαμε ένα εστιατόριο το οποίο ήταν κυρίως για τους ντόπιους και όχι για τουρίστες, που όμως φάνηκε ότι έχει πολύ ωραίο φαγητό. Καθίσαμε και φάγαμε και οι περισσότεροι πήραμε βραστό μοσχάρι σούπα. Μετά το φαγητό όλα είχαν τελειώσει για τη μέρα εκτός από μία επίσκεψη στον καθεδρικό ναό της πόλης Tagbilaran, όπου μας άρεσε μέσα στο βράδυ που ήταν και φωτισμένος. Και βέβαια στις 21:00 είχαμε φτάσει τα δωμάτιά μας για να ξεκουραστούμε.
Εδώ φάγαμε, στις τρεις αδερφές:
Θα μπορούσαμε να φάμε κι εδώ:
Και φυσικά μην παραλείψετε να δείτε το σχετικό βίντεο για το Μποχόλ:
Ξυπνήσαμε αρκετά νωρίς, οπότε στις 7:30 ξεκινήσαμε την περιήγηση στο νησί. Όταν πήγαμε να δούμε τις πυγολαμπίδες πήγαμε από την βόρεια πλευρά, η βόλτα τώρα ξεκίνησε από το νότιο μέρος και ο πρώτος μας στόχος ήταν να δούμε τους λεγόμενους σοκολατένιος λόφους (Chocolate Hills).
Να σημειώσω όμως ότι το Μποχόλ δεν έχει καμία σχέση με το Σεμπού όπου υπήρχε πάρα πολύ κίνηση σε ακτίνα 40 χιλιομέτρων από την πρωτεύουσα. Εδώ δεν υπάρχει τέτοιο ζήτημα. Δηλαδή, σε γενικές γραμμές η κίνηση είναι ομαλή, όμως όχι ότι τρέχεις και γρήγορα. Δηλαδή μία μέση ταχύτητα περίπου 40 χιλιόμετρα την ώρα θεωρείται καλή. Αυτό σημαίνει ότι πολλές αποστάσεις που δεν είναι ιδιαίτερα μεγάλες μπορεί να χρειαστεί περισσότερος από τον αναμενόμενο χρόνο. Ο λόγος γνωστός: κυκλοφορούν πολλά μηχανάκια και τρίκυκλα με αποτέλεσμα να καθυστερούν την κίνηση, αφού η προσπέραση δεν είναι εύκολη στους σχετικά στενούς και με στροφές δρόμους. Πάντως οι δρόμοι είναι καλοί.
Πριν φτάσουμε στους Σοκολατένιος Λόφους κάναμε δύο πολύ ενδιαφέρουσες στάσεις: η μία ήταν σε ένα παραλιακό χωριό (Baclayon), όπου είδαμε την παλίρροια να έχει τραβήξει τα νερά προς τη μεριά της θάλασσας (άμπωτις) και να έχει κάνει να φαίνονται οι ρίζες των μαγκρόβιων φυτών. Μας άρεσαν πολύ οι εικόνες που είδαμε εκεί και επίσης είδαμε μικρά παιδιά να παίζουν σε κάτι λιμνούλες που σχηματίζονταν από την άμπωτη και επίσης κάποιους ψαράδες στα ανοιχτά να πηγαίνουν για ψάρεμα. Ωραίες εικόνες.



Εικόνες από άλλες στάσεις:



Η δεύτερη μεγάλη στάση που κάναμε ήταν σε ένα χώρο (Tarcier Conservation Area) με δέντρα για να δούμε τα μικρότερα πρωτεύοντα που ονομάζονται tarsier. Ήταν πάρα πολύ μικρά σε μέγεθος, περίπου 10-20 εκατοστά, είχαν τεράστια μάτια τα οποία όμως με δυσκολία άνοιγαν. Καθόταν πάνω στα κλαδιά και δεν κουνούσαν καθόλου. Τουλάχιστο όσα είδα. Μας είπαν εκεί ότι κυκλοφορούν τη νύχτα για να φάνε και για να κάνουν άλλες δραστηριότητες. Εμείς είδαμε 7, 8 από αυτά και βέβαια μόνος σου δεν είναι εύκολο να τα δεις. Γι αυτό υπήρχαν κορίτσια που καθόταν κοντά σε αυτά τα ζωάκια και όταν περνούσες σου έλεγαν να κοιτάξεις για να τα δεις. Ήταν επίσης δύσκολο να τραβήξεις μία καλή φωτογραφία, αφού είναι τόσο μικρά και η μηχανή δεν εστιάζει σε αυτά αλλά μπορεί να εστιάσει σε ένα κλαδί δίπλα τους.


Μετά και από την επίσκεψη στα τάρσιερ και αφού κάναμε και μια, δύο άλλες στάσεις για φωτογραφίες, φτάσαμε στους σοκολατένιος λόφους. Εκεί είναι λίγο περίεργη η κατάσταση. Θα γίνω πιο συγκεκριμένος. Αυτή τη μέρα οδηγούσα εγώ το αυτοκίνητο από το πρωί. Φτάνοντας εκεί ακολουθήσαμε τις ταμπέλες και ανεβήκαμε επάνω σε ένα λόφο όπου υπάρχει το ένα και μοναδικό παρατηρητήριο της περιοχής. Εκεί δεν μπορείς να παρκάρεις. Αφήνεις τους επιβάτες και φεύγεις. Οι επιβάτες στην είσοδο πληρώνουν ένα εισιτήριο της τάξης του ενός ευρώ. Το αυτοκίνητο με τον οδηγό πρέπει να επιστρέψει κάτω και να παρκάρει σε ένα πάρκινγκ. Αν θέλει να ανέβει ο οδηγός, μπορεί να πάρει ένα μικρό πουλμανάκι, όπως τα λεγόμενα τζίπνι, που έχουν εδώ και να ανέβει επάνω στο παρατηρητήριο. Έτσι έκανα και εγώ.


Με το τζίπνι ανέβηκα στο παρατηρητήριο, αλλά μόλις έφτασα άρχισε να βρέχει. Επί μισή ώρα έβρεχε, τη μία δυνατά την άλλη ψιχαλιστά. Κρατώντας κάποιες ομπρέλες που είχαμε ευτυχώς μαζί μας ανεβήκαμε τα σκαλιά μέχρι την κορυφή του παρατηρητηρίου. Ευτυχώς λίγο πριν απογοητευτούμε και φύγουμε, βγήκε ένας πολύ δυνατός ήλιος για να βγάλουμε και ορισμένες πιο φωτεινές φωτογραφίες.


Κατά τις 12:00 είχαμε τελειώσει με την επίσκεψη εκεί (που είχε παρά πολύ κόσμο και ό,τι δεις το βλέπεις μόνο από εκεί επάνω) και ήταν όμορφα. Τώρα για τους σοκολατένιος λόφους έχω να πω ότι από ψηλά βλέπεις δεκάδες μικρούς λόφους σε μία έκταση με ακτίνα περίπου 10 χιλιομέτρων. Ίσως είναι και λιγότερα.
Λίγο πιο κάτω:

Για το υπόλοιπο της βόλτας μας το Lonely Planet δυστυχώς δεν έγραφε πολλά ιδιαίτερα πράγματα και οι μόνες πληροφορίες που είχα ήταν από το travelstories και τους επισκέπτες που είχαν γράψει κάποια πράγματα για το νησί. Έτσι ακολουθώντας τις πληροφορίες αποφασίσαμε να πάμε σε κάποιες λίμνες σε σπηλιές. Δεν ήμασταν σίγουροι γι αυτό το οποίο θα βλέπαμε εκεί. Δυστυχώς η απόσταση ήταν αρκετά μεγάλη και μας πήρε περί τις δύο ώρες για να καλύψουμε τα 70 χιλιόμετρα. Φτάνοντας εκεί είδαμε το γνωστό στυλ της χώρας: ένας γεράκος να θέλει 50 πέσος για το παρκάρισμα και εμείς μετά να ψάχνουμε να βρούμε σε κάτι μονοπάτια τις σπηλιές. Τις βρήκαμε. Δεν ήταν δύσκολο αλλά δεν ήταν κάτι ιδιαίτερο. Βασικά ήταν από τις καθιζήσεις μιας κρούστας από λάβα και 2, 3 μέτρα πιο κάτω υπάρχει μια μικρή λίμνη με διάμετρο δέκα περίπου μέτρα. Οι λιμνούλες σε πολλά σημεία προχωρούσαν και κάτω από την υπόλοιπη κρούστα που είχε μείνει και πάνω στην οποία εμείς περπατούσαμε.
Πρώτα πήγαμε σε μία λιμνούλα η οποία ονομάζεται Cabagnow cave pool. Αυτή ήταν σχετικά μικρή και ήταν σχεδόν αδύνατο να κολυμπήσει κάποιος, γιατί δεν μπορούσε να ανέβει μετά επάνω στα βράχια. Εκεί δεν ήταν και κανένας άλλος άνθρωπος και όσοι πήγαιναν την κοιτάζανε και φεύγανε.


Μετά πήγαμε σε μία άλλη. Ήταν πέντε λεπτά απόσταση από την πρώτη, όπου εκεί όντως υπήρχε κόσμος, δηλαδή μία δεκαριά άτομα οι οποίοι κολυμπούσαν ή ήταν απέξω και κοιτούσαν η λίμνη. Αυτή ονομαζόταν Tibaw. Μάλιστα για να μπεις στο χώρο υπήρχε ένας πιτσιρικάς που σου ζητούσε 25 πέσος για να σε αφήσει να περάσεις. Εμείς κρατούσαμε τα πράγματά μας ώστε αν μας άρεσε να κολυμπήσουμε να το κάνουμε, αλλά δεν μας άρεσε και αποφασίσαμε να πάμε 600m παρακάτω που υπήρχε μία παραλία που μας είχαν πει ότι είναι ωραία για να κολυμπήσουμε.


Πράγματι πήγαμε εκεί, όμως ενώ περπατούσες, μπορεί και 100 m, το νερό έφτανε μέχρι τα γόνατά σου. Και το κακό δεν ήταν αυτό, αλλά στο περπάτημα μπορούσε να τραυματίσεις και τα πόδια σου γιατί έπεφτες πάνω σε κάποια κοράλλια ή σε σκληρές πέτρες. Έτσι το μπάνιο ήταν μία αποτυχία. Η Ντίνα ήταν η μόνη δεν του έκανε «μπάνιο».

Φυσικά μετά από αυτό έπρεπε να γυρίσουμε πίσω. Η ώρα είχε προχωρήσει και ήταν περίπου τρεις. Καταλάβαμε ότι και τα υπόλοιπα μέρη που έχει το νησί μάλλον δεν θα έχουν κάποια ιδιαίτερη αξία, οπότε ας μη κουραζόμαστε. Αλλά επειδή είχαμε λίγο χρόνο αποφασίσαμε να βάλουμε στο GPS έναν καταρράκτη να δούμε μήπως άξιζε. Έτσι βάλαμε τον καταρράκτη Ingkumhan. Βέβαια αυτός ο καταρράκτης ήταν προς την πόλη που είναι το ξενοδοχείο μας, δηλαδή το Tagbilaran. Κάναμε μόνο μια μικρή παράκαμψη. Λίγο πριν φτάσουμε στον καταρράκτη είχαμε μπει σε ένα πολύ στενό δρομάκι. Ερχόταν κάποια άλλα αυτοκίνητα επιστρέφοντας από τον καταρράκτη και ο Φίλιππος έβαλε όσο δεξιά μπορούσε το αυτοκίνητο, αλλά δυστυχώς δεν προέβλεψε σωστά και το αμάξι έκατσε πάνω στην άκρη του δρόμου και δεν μπορούσε να προχωρήσει. Οι άλλοι που ερχόταν με τα αυτοκίνητα κατέβηκαν και μας βοήθησαν να βγούμε από κείνη τη δύσκολη θέση. Άσε που πιστεύω ότι έφταιγαν εκείνοι γιατί υπήρχε χώρος στη μεριά τους, αλλά υποχρέωσαν τον Φίλιππο να πάει ακόμα περισσότερο στην άκρη.
Φτάσαμε σε κάποιο σημείο που δεν μπορούσε να προχωρήσει άλλο το αυτοκίνητο και από εκεί με περπάτημα περίπου 10 λεπτών φτάσαμε στον καταρράκτη ο οποίος δεν ήταν κάτι ιδιαίτερο, εκτός από μία λίμνη που σχηματιζόταν στο σημείο που έπεφταν τα νερά του, η οποία ήταν πολύ όμορφη. Και το τοπίο ήταν πάρα πολύ ωραίο αφού είχε τρομερή βλάστηση λες και ήσουν σε ζούγκλα. Και ήταν αυτός ο συνδυασμός του νερού με τα ψηλά δέντρα που αν ήταν μία ώρα νωρίτερα η επίσκεψή μας εκεί, πιστεύω ότι δεν θα αντιστεκόμαστε στον πειρασμό να κολυμπήσουμε. Εδώ φυσικά οι φιλιππινέζοι κολυμπάνε πολύ στους καταρράκτες και στα ποτάμια, γιατί οι θάλασσες γενικά είναι πολύ ρηχές και λίγο επικίνδυνες για το κολύμπι. Όχι τόσο γιατί υπάρχουν επικίνδυνα ζώα αλλά γιατί μπορεί να σκοντάψεις σε κάτι και να σου κόψει το πόδι. Συμπερασματικά, η επίσκεψη εκεί ήταν πολύ όμορφη, κυρίως λόγω της διαδρομής με τα πόδια που κάναμε.

Μέχρι να επιστρέψουμε στο αυτοκίνητο είχε αρχίσει να βραδιάζει και γι αυτό έπρεπε να γυρίσουμε προς την πόλη μας. Εγώ είχα την ιδέα να πάμε σε μία μικρή πόλη που είχαμε δει το πρωί πηγαίνοντας για τους σοκολατένιους λόφους, την πόλη Loboc, όπου είχα δει κάποια πολύ όμορφα και μεγάλα καραβάκια σαν μαούνες, να έχουν τραπέζια για φαγητό και να τα προωθούν ή να τραβάνε κάποιες άλλες βάρκες με μηχανή. Είπα λοιπόν στην παρέα αν ήθελε να πάμε να δοκιμάσουμε αν υπήρχε αυτό το σύστημα και το βράδυ γιατί θα ήταν πολύ όμορφα. Οι περισσότεροι δεν είχαν πολλή διάθεση γι αυτό αλλά τελικά πήγαμε. Όμως ήταν κλειστά και καταλάβαμε ότι αυτό γίνεται μονάχα στη διάρκεια της ημέρας.
Στο Λομπόκ είδαμε ένα εστιατόριο το οποίο ήταν κυρίως για τους ντόπιους και όχι για τουρίστες, που όμως φάνηκε ότι έχει πολύ ωραίο φαγητό. Καθίσαμε και φάγαμε και οι περισσότεροι πήραμε βραστό μοσχάρι σούπα. Μετά το φαγητό όλα είχαν τελειώσει για τη μέρα εκτός από μία επίσκεψη στον καθεδρικό ναό της πόλης Tagbilaran, όπου μας άρεσε μέσα στο βράδυ που ήταν και φωτισμένος. Και βέβαια στις 21:00 είχαμε φτάσει τα δωμάτιά μας για να ξεκουραστούμε.
Εδώ φάγαμε, στις τρεις αδερφές:

Θα μπορούσαμε να φάμε κι εδώ:

Και φυσικά μην παραλείψετε να δείτε το σχετικό βίντεο για το Μποχόλ:
Last edited by a moderator: