travelbreak
Member
- Μηνύματα
- 1.968
- Likes
- 17.262
- Επόμενο Ταξίδι
- ???
- Ταξίδι-Όνειρο
- Υπερσιβηρικός
Περιεχόμενα
19/4/1982 (07:00)
Μόλις φύγαμε από το Μπόντεν της Σουηδίας και τραβάμε για το Νάρβικ που είναι στη Νορβηγία. Έχομε ακόμα επτά ώρες δρόμο. Η διαδρομή είναι πολύ όμορφη. Παντού βέβαια κυριαρχεί το άσπρο από τα χιόνια. Είναι φανερό όμως ότι το χιόνι υποχωρεί του «καλοκαιριού» ερχόμενου. Τα νερά λιμνάζουν στις κοιλότητες του εδάφους και εγώ δεν ξέρω τι θα γίνουν τελικά. Οι πιο πολλές λίμνες είναι μισοπαγωμένες ενώ υπάρχουν και λίμνες εντελώς παγωμένες. Σου λέω: το θέαμα είναι ωραίο!
Παντού λοιπόν στη γη υπάρχουν δέντρα και χιόνια, και μερικά σπίτια που και που. Και ένα τρένο που τα διασχίζει όλα αυτά και τραβά στο βορρά. Σε δυο ώρες θα έχομε φτάσει στο βόρειο πολικό, που έκατσε ο Γιώργος και μου εξηγούσε τι είναι.
Μέχρι τότε από αστρονομία είχα μεσάνυχτα. Όμως μέσα στα επόμενα λίγα χρόνια (χάρη στο Γιώργο) έγινα φανατικός αναγνώστης βιβλίων και περιοδικών του είδους.
Από την Ουψάλα ως τώρα έχομε αλλάξει τρία τρένα. Μάλιστα στο δεύτερο αναγκαστήκαμε και πληρώσαμε 35 κορώνες για να πάρομε κρεβάτι και να περάσομε τη νύχτα μας. Τώρα φυσικά οι νύχτες είναι μικρές, 6, 7 ώρες.
Είχαμε πλάκα σε αυτό το τρένο, που μπήκαμε στην Ουψάλα. Καθίσαμε σε ένα κάθισμα ο καθένας αρχικά. Μετά από κάποιο σταθμό μας είπαν να μετακινηθούμε σε άλλο βαγόνι, γιατί εκείνο στο οποίο βρισκόμασταν θα αποσυρόταν, αφού πλέον δεν υπήρχε τόσος κόσμος να ταξιδεύει βόρεια. Αυτό ξανάγινε κάμποσες φορές, μέχρι που τα μόνα διαθέσιμα καθίσματα ήταν στο εστιατόριο. Το οποίο μάλιστα θα έκλεινε ή δε ξέρω τι, και μας υποχρέωσαν να πάρομε κρεβάτι. Γι αυτό και πληρώσαμε τις 35 κορώνες.
Θυμάμαι ότι λίγο μετά τις δέκα που πήγαμε για ύπνο το φως ήταν δυνατό έξω. Κοιμηθήκαμε στις κουκέτες και κάποια στιγμή ξυπνώ και βλέπω έξω φως. Επειδή δεν φορούσα ρολόι δεν ήξερα την ώρα, αλλά αφού είχε ξημερώσει σηκώθηκα να κάνω τον καφέ μου. Βγαίνω στο διάδρομο να τον πιω και περνώντας ένας υπάλληλος του τρένου, μου λέει ότι η ώρα ήταν κάπου δύο ή δύο και μισή (άντε τρεις αν δε θυμάμαι τόσο καλά). Έπαθα σοκ: είχαμε ανέβει τόσο βόρεια που το σκοτάδι διαρκούσε ελάχιστες ώρες.
Κοιτάζοντας τώρα στο ίντερνετ, βλέπω ότι στο Μπόντεν της Σουηδίας στις 19 Απριλίου ο ήλιος ανατέλλει στις 4:38 και δύει στις 20:29. Το λυκόφως όμως τόσο ψηλά διαρκεί πολλές ώρες. Συγκεκριμένα το ναυτικό λυκόφως (Nautical twilight) αρχίζει από τις 01:40 ενώ το πολιτικό (Civil twilight) στις 03:35. Ενώ το ναυτικό λυκόφως τελειώνει στις 23:36 και το πολιτικό στις 21:34. Το ναυτικό λυκόφως υπάρχει όταν ο ήλιος είναι 0 ως 12 μοίρες κάτω από τον ορίζοντα και το πολιτικό όταν ο ήλιος είναι κάτω από τον ορίζοντα από 0 ως 6 μοίρες. Άρα καλά θυμάμαι.
19/4/1982 (11:00)
Τώρα είμαστε στην Κιρούνα, δηλαδή περάσαμε τον βόρειο πολικό κύκλο και σε τρεις ώρες θα είμαστε στο Νάρβικ. Η Κιρούνα είναι μεγαλούτσικη πόλη. Πως διάολο αντέχουν οι άνθρωποι και ζουν σ’ αυτήν; Και πως περνάνε τον καιρό τους το χειμώνα; Κι όταν λέω χειμώνα, εννοώ 9 με 10 μήνες το χρόνο. Παίζοντας χιονοπόλεμο και κάνοντας σκι;
Τώρα τα δάση έχουν αραιώσει. Έλατα, κυπαρίσσια, δεν ξέρω τι ήτανε, δεν υπάρχουν παρά ελάχιστα τώρα πια. Ίσως είναι από το πολικό κρύο, που λένε, και από εδώ και πάνω δεν έχει τέτοια.
Πολύ ώρα να καθίσομε στο Νάρβικ δεν έχομε σκοπό. Λίγο να στείλομε μερικές κάρτες, να αγοράσομε τίποτα να φάμε και μετά να φύγομε. Μάλλον θα κατέβομε νότια μέσω Νορβηγίας. Από το Νάρβικ θα πάρομε λεωφορείο και μετά από 150-200 χιλιόμετρα θα συναντήσομε τρένο να το πάρομε, χρησιμοποιώντας το inter rail. Μπορεί να δούμε και τα περίφημα Σκανδιναβικά φιόρδ. Έτσι, αν όλα πάνε καλά, αύριο το απόγευμα θα είμαστε στο Όσλο. Πριν από 15 μέρες ακριβώς ήμασταν στην Αθήνα. Διαβάζαμε ή μάλλον κάναμε σχέδια στις ανυψωτικές μηχανές.
20/4/1982 (07:00)
Η ιδέα να ανέβομε τόσο ψηλά ήταν αρκετά καλή. Άξιζε και τον κόπο και τα λεφτά. Το θέαμα ήταν (και συνεχίζεται ακόμα να είναι) από τα λίγα που έχω δει. Τώρα αν και έχει ομίχλη, θα σταματήσω να γράφω για να βλέπω έξω από το τρένο ό,τι μπορώ.
Καταπληκτικές εικόνες από το τρένο. Αρχικά με τις μισοπαγωμένες λίμνες της Σουηδίας και αργότερα το φιόρδ του Νάρβικ. Κρίμα που δεν είχα μαζί μου φωτογραφική μηχανή!
Εδώ δεν τα έχω γράψει με σαφήνεια τα μέρη που περάσαμε. Στο Νάρβικ μείναμε λίγες ώρες και φύγαμε γιατί τα πάντα μας φάνηκαν πανάκριβα και νομίζω κάποιος που αλλάξαμε δολάρια μας τα πούλησε σε άσχημη για μας ισοτιμία. Μπήκαμε λοιπόν στο πούλμαν και πήγαμε στον πιο κοντινό σταθμό τρένου που όπως διαπιστώνω τώρα στο διαδίκτυο είναι στην πόλη Φάουσκε (Fauske). Απέχει 250 χιλιόμετρα από το Νάρβικ και ακολουθώντας τον Ε6 πράγματι μπαίνεις δυο φορές σε πλοίο για να διασχίσεις δυο φιόρδ.
20/4/1982 (13:00)
Τελικά αυτό το ταξίδι έχει πολλά απρόοπτα και ωραία. Κατά τις 9 το πρωί φτάσαμε σε μια πόλη, το Τροντχάιμ. Είχαμε σκοπό να αλλάξομε τρένο και να πάμε μέχρι το απόγευμα στο Όσλο. Μπήκαμε λοιπόν στο τρένο, αλλά εγώ έλεγα στο Γιώργο να μείνομε στην πόλη αυτή, γιατί ο καιρός ήταν πολύ ωραίος και έβλεπα κάτι πανέμορφα δάση τριγύρω και ήθελα να πάω. Εκείνος όμως δεν ήθελε. Τελικά επειδή το τρένο θα είχε καθυστέρηση αποφάσισε και αυτός να μείνομε, και έτσι τώρα την βρίσκομε σε ένα δάσος έξω από την πόλη.
Η πόλη δεν είναι καθόλου ωραία, τουλάχιστον στο κέντρο της που πήγα, αλλά εδώ νιώθω περίφημα. Θα φύγομε το βράδυ από εδώ και αύριο το πρωί θα βρισκόμαστε στο Όσλο.
Τώρα θα ήθελα να πω μερικά λόγια για τα μέρη που είδα στη Νορβηγία τις 24 ώρες που είμαι σε αυτήν. Ίσως είδαμε την πιο ωραία μεριά αυτής της χώρας σε μια πολύ καλή εποχή. Αν είχαμε δει και τον ήλιο του μεσονυχτίου, τότε ίσως θα τα είχαμε δει όλα. Τα φιόρδ είναι φοβερά σε ομορφιά. Τα είδαμε πολύ καλά γιατί από το Νάρβικ πήραμε λεωφορείο (δεν είχε τρένο) χτες το απόγευμα στις 4:30 και μετά από έξι ώρες ταξίδι φτάσαμε στον πρώτο σταθμό τρένου.
Το πούλμαν συνήθως πήγαινε παραλιακά και μάλιστα δυο φορές μπήκε σε καραβάκι, για να περάσει σε ευθεία το φιόρδ για να μην κάνει γύρο. Αυτά τα φιόρδ είναι φανταστικά. Μερικές γωνιές τους ήταν παγωμένες, αλλά έβλεπες ότι ο πάγος σιγά-σιγά έλιωνε. Και η ξηρά γεμάτη χιόνια και καταπράσινα δάση. Ήταν το κάτι άλλο, δεν μπορεί να περιγραφεί.
Σε όλη τη διαδρομή με το πούλμαν εκτός από τα υπέροχα τοπία που κοιτούσαμε, γελούσαμε με τον οδηγό. Μας θύμιζε πολύ τον Αθανάσιο (Θανασάκη) Κανελλόπουλο (πρώην υπουργό), οπότε Θανασάκη τον ανεβάζαμε Θανασάκη τον κατεβάζαμε.
Εν τω μεταξύ τα βλέπαμε όλα άνετα, γιατί εδώ αργεί να νυχτώσει. Μετά τις δέκα πια δεν μπορούσες να ξεκαθαρίσεις τα πράγματα γύρω σου, αλλά αυτά που είχαμε δει ήταν αρκετά για να πάρομε μια καλή γεύση.
Πάντως στο Νάρβικ (όπου μείναμε περίπου τρεις ώρες) δεν συναντήσαμε και πολύ κρύο. Υπολογίζω τη θερμοκρασία γύρω στους 0oC. Οι ακτές την Νορβηγίας έχουν, έστω και τόσο ψηλά σε γεωγραφικό πλάτος, αρκετά χωριά και πόλεις. Φταίει που είναι δίπλα η θάλασσα και εκτός των άλλων διατηρεί κάποια ψηλότερη θερμοκρασία από την ηπειρωτική χώρα. Για παράδειγμα, τα μέρη της βόρειας Σουηδίας που περάσαμε είχαν λιγότερα σπίτια και βέβαια περισσότερο χιόνι.
Εδώ στο δασάκι που κάθομαι (και δίπλα κοιμάται ο Γιώργος) όπως είπα είναι πολύ ωραία. Το πιο ωραίο ίσως είναι τα ρυακάκια που είναι τριγύρω μας και δημιουργούνται από το χιόνι που λιώνει. Εγώ μετακινούμαι που και που, ακολουθώντας τις ακτίνες του ήλιου ώστε να μη βρίσκομαι ποτέ σε σκιά. Ούτως ή άλλως πάντως δεν κάνει κρύο. Τώρα θα την αράξω κάπου και ίσως κοιμηθώ.
20/4/1982 (20:00)
Έριξα λοιπόν κάτι πολύ σπέσιαλ ύπνους το μεσημέρι. Άραξα δίπλα στα δέντρα, μα κάτω από τον ήλιο σταθερά, και θα κοιμήθηκα πιο πολύ από δυο ώρες. Και δεν θα ξυπνούσα αν δεν έκανε τόσο πολύ ζέστη. Είχε στα χόρτα πάνω στα οποία κοιμόμουν κάτι περίεργα μυρμήγκια, μα δε με ένοιαζε. Μετά που σηκώθηκα έκανα την τουαλέτα μου κάτω από τα δέντρα, κάπνισα μερικά τσιγάρα και ξύπνησα το Γιώργο πετώντας του χιόνι. Πήγαμε και μια βόλτα λίγο πιο πάνω στο βουνό και τώρα ήρθαμε στο σταθμό. Θα φύγομε με το τρένο των 22:30.
Η Νορβηγία είναι αρκετά ακριβή χώρα. Μας έρχεται η μια κορώνα της πάνω από 11,5 δραχμές. Οι καρτ ποστάλ είναι πολύ ακριβές. Η μία κάνει δύο κορώνες. Και στη Σουηδία τόσο είχαν περίπου. Και στην Ελλάδα οι πιο ακριβές κάνουν 5 δραχμές. Στη Νορβηγία είναι πιο ακριβά τα πάντα. Ακόμη και στον καμπινέ να μπεις πληρώνεις μία ή δύο κορώνες, ανάλογα με την περίπτωση. Πάντως εμείς δεν πληρώσαμε ακόμα γι αυτό. Πάμε στα τρένα και στα πάρκα. Όπου βρούμε γενικά. Και το ευχαριστιόμαστε κιόλας.
Παρ’ όλες όμως τις ακρίβειες, εμείς τρώμε καλά. Σήμερα μάλιστα σκεφτόμασταν ότι σε αυτό το ταξίδι το έχομε παρακάνει. Δίνομε κάθε μέρα γύρω στα 2 με 2,5 κατοστάρικα. Φυσικά τρώμε φτηνά πράγματα. Όπως ξανάπα τρώμε γάλα, ψωμί και γιαούρτι. Πότε-πότε και σαλάμι, ενώ σπανιότερα τυρί.
21/4/1982 (13:00)
Όσλο: Τώρα φεύγει το τρένο από το Όσλο. Πρέπει να είναι ωραία πόλη, μα δυστυχώς δε θα τη δούμε. Γι αυτό φταίνε τα οικονομικά μας. Το Youth Hostel ήθελε γύρω στις 60 κορώνες τη βραδιά κι εμείς δεν τα δίναμε. Έτσι φύγαμε. Όπως βλέπω τώρα την πόλη μέσα από το τρένο που φεύγομε, έχει φανταστικά μέρη για να κάνεις βόλτα: θάλασσα, νησάκια, ωραία σπίτια, ό,τι θέλεις. Τώρα κουνά το τρένο και δε μου είναι εύκολο να γράφω.
21/4/1982 (21:00)
Γκέτεμποργκ: τελικά φτάσαμε σε αυτή την πόλη. Και λέω τελικά γιατί πριν φύγομε για το ταξίδι έλεγα στα παιδιά ότι θα πήγαινα 3, 4 μέρες στο Γκέτεμποργκ που έχω 2, 3 φίλους. Δεν ξέρω αν έχω ξαναγράψει εδώ γι αυτούς. Είχα γνωρίσει πέρσι το καλοκαίρι στην Αντίπαρο δυο αδέρφια (ένα αγόρι και ένα κορίτσι) από δω και κάναμε κάμποσες μέρες παρέα. Μετά αλληλογραφούσαμε κατά διαστήματα και όλο μου έλεγαν να τους επισκεφτώ. Μια λοιπόν και ήρθα στη Σουηδία θα ήταν μεγάλη παράλειψη να μην τους έβλεπα. Πάντως ακόμα δεν τους πήρα τηλέφωνο γιατί ήρθα να τακτοποιηθώ με το Γιώργο σε ένα Youth Hostel της πόλης. Βέβαια θα μου έλεγαν να πάω να μείνω σ’ αυτούς, μα εγώ δε γουστάρω. Θα τους τηλεφωνήσω αργότερα και ίσως πάω αύριο από εκεί. Αυτό θα εξαρτηθεί από το αν θα μπορούν να φιλοξενήσουν και το Γιώργο ή αν ο Γιώργος φύγει για το Λουντ αύριο πάλι. Ας είναι όμως.
Μα πολύ αισιόδοξος ήμουν! Σιγά μη με φιλοξενούσαν! Και δεν ήξερα πώς να τους πω και για το Γιώργο! Με έγραψαν κανονικά. Ούτε ένα καφέ δεν ήπιαμε.
Στο Γκέτεμποργκ φτάσαμε στις έξι το απόγευμα. Ήρθαμε κατ’ ευθείαν εδώ (στο Youth Hostel) και μάλιστα το εισιτήριο για το λεωφορείο ήταν 5 κορώνες. Πολύ-πολύ ακριβό. Ήδη από τη Δανία πάντα υποχρεωνόμαστε να πληρώνουμε εισιτήριο, γιατί στις Σκανδιναβικές χώρες έχουν καλό σύστημα. Πάντως δε χρησιμοποιούμε συχνά τις αστικές συγκοινωνίες. Για παράδειγμα στη Στοκχόλμη δεν μπήκαμε καθόλου, στο Μάλμοε μόνο δύο φορές, κλπ. Τώρα είμαι πολύ κουρασμένος, έκανα ένα μπάνιο, που είχα 3, 4 μέρες να κάνω. Δεν πρόκειται απόψε να βγω καθόλου έξω. Θα πάω να τηλεφωνήσω στην Ελίζαμπεθ, θα αγοράσω και μερικές κάρτες για να τις γράψω απόψε και να τις στείλω αύριο. Έτσι μετά από μια δυο ώρες θα πέφτω για ύπνο.
Ο καλός καιρός στη Σκανδιναβία συνεχίζεται. Αν είναι έτσι εδώ ο Απρίλης δεν είναι και άσχημα. Μόνο στο Νάρβικ είχε συννεφιά. Πάντα λιακάδα έχομε και δε φυσά σχεδόν καθόλου. Το Youth Hostel που ήρθαμε είναι έξω από την πόλη αρκετά. Μένουμε σε δίκλινο δωμάτιο, και αυτό βέβαια είναι πολύ καλό. Πληρώνουμε από 41 κορώνες και ασφαλώς δεν έχει πρωινό. Εδώ στη Σουηδία αν θες πρωινό το πληρώνεις εξτρά γύρω στις 15 με 20 κορώνες.
22/4/1982 (23:00)
Καλή πόλη φαίνεται το Γκέτεμποργκ. Πρέπει να είναι και αρκετά μεγάλη. Όμως δεν κατάφερα να δω τους φίλους μου εδώ. Την κοπέλα τη βρήκα στο τηλέφωνο το πρωί μα μου έλεγε ότι είναι μισοάρρωστη και τέτοια και κατάλαβα ότι το έλεγε για να μην πάω να μείνω (ενώ δεν τόχα σκοπό) στο σπίτι της. Πήρα τηλέφωνο και το Ρούντη στο χωριό που μένει, αλλά τρεις φορές έλειπε. Μα τώρα πάω για ύπνο και αύριο θα γράψω για τις σημερινές ιστορίες που έχουν κάποιο ενδιαφέρον.
23/4/1982 (22:30)
Κοπεγχάγη: τώρα είμαστε στην Κοπεγχάγη περιμένοντας να πάει 11:45 για να πάρουμε το τραίνο και αύριο το πρωί να βρισκόμαστε στο Αννόβερο της Γερμανίας και από εκεί να πάμε στο Βερολίνο. Εδώ ήρθαμε στις 5:30 το απόγευμα.
Τώρα να γράψω μια ιστορία από το Όσλο που δεν έγραψα τις προηγούμενες μέρες. Πηγαίνοντας λοιπόν στο Όσλο από τον Τροντχάιμ με το τρένο, ο Γιώργος ψέκασε (=έκανε καμάκι) μία Νορβηγίδα (μέσα στο τρένο). Όταν φτάσαμε στο Όσλο, εγώ θα καθόμουν 5, 6 ώρες και μετά θα έφευγα (γιατί το κατάλυμα ήταν πανάκριβο). Ο Γιώργος ήθελε να πάει με το κορίτσι, μήπως και γινόταν τίποτα. Αποχαιρετιστήκαμε λοιπόν και λέγαμε ότι μάλλον θα συναντιόμασταν στο Γκέτεμποργκ.
Εγώ πήγα στις πληροφορίες και μετά τριγυρνούσα για λίγο στο σταθμό. Ξαναβρίσκω το Γιώργο τυχαία λίγο αργότερα. Είχε χωρίσει οριστικά με την Νορβηγίδα και περίμενε εκεί μήπως και τυχαία με συναντήσει. Έτσι μετά από ένα δεύτερο χωρισμό (μετά του Λουντ), πιο σύντομο όμως, ξανασμίξαμε με το Γιώργο.
Νομίζω θυμάμαι καλά ορισμένες λεπτομέρειες από αυτό το περιστατικό. Στο τρένο για το Όσλο ο Γιώργος πλεύρισε την κοπέλα αυτή. Απλά πιάσανε την κουβέντα, αλλά εκείνη θα ήταν πολύ ζεστή. Όταν φτάσαμε στο σταθμό είτε ο Γιώργος τη ρώτησε είτε αυτή του πρότεινε και θα πήγαινε να μείνει στο σπίτι της. Όλο χαρά ο Γιώργος με αποχαιρέτησε, πήρε τα πράγματά του και έφυγε με την κοπέλα. Φαντάζομαι καλού κακού θα κράτησε το τηλέφωνο των Youth Hostel του Όσλο και του Γκέτεμποργκ. Εγώ είχα σκοπό να μείνω στο Youth Hostel στο Όσλο, όμως ήταν ακριβό. Έτσι άφησα τα μπαγκάζια μου σε μια θυρίδα μέχρι να φύγει το επόμενο τρένο για Γκέτεμποργκ και έκανα βόλτα εκεί γύρω να δω λίγο την πόλη. Μετά από ώρα, που επέστρεψα για την αναχώρησή μου, πέτυχα το Γιώργο να με ψάχνει. Ήξερε ότι δε θα έμενα στην πόλη, και κατάλαβε ότι θα ήμουν έτοιμος να φύγω. Αλλά και εκείνος δεν είχε τίποτε άλλο να κάνει παρά να συνεχίσει για το Γκέτεμποργκ.
Με την κοπέλα η δουλειά χάλασε ευτυχώς πολύ νωρίς: όπως πήγαιναν στο σπίτι της εκείνη του αποκαλύπτει ότι μένει με τον φίλο της! Τόσο απλά! Και δεν είχε πρόβλημα να φιλοξενήσει και ένα Έλληνα που της έκανε καμάκι στο τρένο.
Στο Γκέτεμποργκ που μείναμε ήμασταν οι δυο μας σε ένα δωμάτιο με δύο μόνο κρεβάτια. Την πρώτη βραδιά όλα καλά, αλλά το πρωί ο Γιώργος σκέφτηκε να κάνει το εξής κόλπο: είπε στη ρεσεψιόν ότι θα έφευγε το επόμενο βράδυ, ενώ εγώ είπα ότι θα μείνω. Δεν είχε σκοπό όμως να φύγει. Κάνανε το πρωί μία βόλτα στην πόλη και το μεσημέρι εγώ πήγα στο ξενοδοχείο να ξεκουραστώ. Τον ξανασυνάντησα το απόγευμα στην πόλη που είχαμε δώσει ραντεβού. Είχαμε σκοπό να ξαναγυρίσουμε το βράδυ στο ξενοδοχείο και να έμπαινε κρυφά μέσα ο Γιώργος. Θα έμενε στο δωμάτιο χωρίς βέβαια να πληρώσει. Πάμε λοιπόν το βράδυ πίσω, αλλά με λύπη μου βλέπω ότι το άλλο κρεβάτι του δωματίου μας ήταν πιασμένο από ένα Σκωτσέζο. Έτσι το κόλπο πήγε χαράμι. Ο Γιώργος αναγκάστηκε να πληρώσει κανονικά κρεβάτι και πήγε τζάμπα η ταλαιπωρία. Φυσικά έμεινε σε άλλο δωμάτιο.
Εγώ στο Γκέτεμποργκ τηλεφώνησα τρεις φορές στον Ρούντη, μα δεν τον βρήκα και έτσι έφυγα σήμερα από εδώ χωρίς να δω ούτε αυτόν ούτε την αδερφή του.
Η βόλτα που κάναμε με το Γιώργο χτες το απόγευμα στην πόλη ήταν πολύ καλή. Πήγαμε σε ένα ωραίο πάρκο και εγώ το ευχαριστήθηκα.
Τώρα στη Κοπεγχάγη που ήρθαμε, είχαμε χρόνο και κάναμε μια βόλτα μέχρι τη συνοικία Χριστιάνα. Εκεί έχουν καταληφθεί ένα σωρό σπίτια τώρα και χρόνια από νέους. Εκεί ζουν εντελώς ελεύθεροι. Εμένα μου αρέσουν κάτι τέτοια, αλλά ορισμένα από αυτά που είδα σήμερα, δεν μου γέμισαν το μάτι. Και ο κύριος λόγος είναι το πολύ χασίσι, και δεν ξέρω τι άλλα ναρκωτικά κυκλοφορούν εκεί μέσα, που παίρνει ο κόσμος. Μπήκαμε σε μια μπυραρία και με το που μπαίνεις βλέπεις ένα σωρό νέους να πουλούν «μαύρο». Οι πιο πολλοί εκεί μέσα ασχολούνται με το να φτιάχνουν τα τσιγάρα τους.
Εδώ τα γράφω σχετικά καλά για τη Χριστιάνα. Εκείνο όμως που μου έχει μείνει είναι μια άσχημη ανάμνηση. Πήγαμε να μπούμε στην μπυραρία και πριν την είσοδο έβλεπες δεξιά και αριστερά δυο σειρές από τύπους να κρατάνε τη μαύρη σα σοκολάτα και να είναι έτοιμοι να σου ξύσουν αν ήθελες να αγοράσεις. Εμείς προχωρήσαμε και καθίσαμε σε ένα τραπέζι να πιούμε μια μπύρα. Νομίζω ότι ήταν λίγο βρώμικο το μέρος. Δεν είχα συνηθίσει τότε τα ζώα στα μαγαζιά και ήταν ένα μεγάλο σκυλί που μου ήταν ενοχλητικό. Εκείνο που με απογοήτευσε τελείως ήταν μια κοπέλα που είδα έξω να κατεβάζει τα ρούχα της και να κατουρά σε κοινή θέα.
Σε λίγο λοιπόν φεύγουμε για το Αννόβερο, και μετά λέμε να πάμε για μία, δύο μέρες στο Βερολίνο. Aπό εκεί και πέρα δεν ξέρω καθόλου τι θα κάνουμε και που θα πάμε. Νομίζω όμως ότι αν υπάρχει τρένο από εκεί για την Πράγα θα το πάρουμε να πάμε.
Μόλις φύγαμε από το Μπόντεν της Σουηδίας και τραβάμε για το Νάρβικ που είναι στη Νορβηγία. Έχομε ακόμα επτά ώρες δρόμο. Η διαδρομή είναι πολύ όμορφη. Παντού βέβαια κυριαρχεί το άσπρο από τα χιόνια. Είναι φανερό όμως ότι το χιόνι υποχωρεί του «καλοκαιριού» ερχόμενου. Τα νερά λιμνάζουν στις κοιλότητες του εδάφους και εγώ δεν ξέρω τι θα γίνουν τελικά. Οι πιο πολλές λίμνες είναι μισοπαγωμένες ενώ υπάρχουν και λίμνες εντελώς παγωμένες. Σου λέω: το θέαμα είναι ωραίο!
Παντού λοιπόν στη γη υπάρχουν δέντρα και χιόνια, και μερικά σπίτια που και που. Και ένα τρένο που τα διασχίζει όλα αυτά και τραβά στο βορρά. Σε δυο ώρες θα έχομε φτάσει στο βόρειο πολικό, που έκατσε ο Γιώργος και μου εξηγούσε τι είναι.
Μέχρι τότε από αστρονομία είχα μεσάνυχτα. Όμως μέσα στα επόμενα λίγα χρόνια (χάρη στο Γιώργο) έγινα φανατικός αναγνώστης βιβλίων και περιοδικών του είδους.
Από την Ουψάλα ως τώρα έχομε αλλάξει τρία τρένα. Μάλιστα στο δεύτερο αναγκαστήκαμε και πληρώσαμε 35 κορώνες για να πάρομε κρεβάτι και να περάσομε τη νύχτα μας. Τώρα φυσικά οι νύχτες είναι μικρές, 6, 7 ώρες.
Είχαμε πλάκα σε αυτό το τρένο, που μπήκαμε στην Ουψάλα. Καθίσαμε σε ένα κάθισμα ο καθένας αρχικά. Μετά από κάποιο σταθμό μας είπαν να μετακινηθούμε σε άλλο βαγόνι, γιατί εκείνο στο οποίο βρισκόμασταν θα αποσυρόταν, αφού πλέον δεν υπήρχε τόσος κόσμος να ταξιδεύει βόρεια. Αυτό ξανάγινε κάμποσες φορές, μέχρι που τα μόνα διαθέσιμα καθίσματα ήταν στο εστιατόριο. Το οποίο μάλιστα θα έκλεινε ή δε ξέρω τι, και μας υποχρέωσαν να πάρομε κρεβάτι. Γι αυτό και πληρώσαμε τις 35 κορώνες.
Θυμάμαι ότι λίγο μετά τις δέκα που πήγαμε για ύπνο το φως ήταν δυνατό έξω. Κοιμηθήκαμε στις κουκέτες και κάποια στιγμή ξυπνώ και βλέπω έξω φως. Επειδή δεν φορούσα ρολόι δεν ήξερα την ώρα, αλλά αφού είχε ξημερώσει σηκώθηκα να κάνω τον καφέ μου. Βγαίνω στο διάδρομο να τον πιω και περνώντας ένας υπάλληλος του τρένου, μου λέει ότι η ώρα ήταν κάπου δύο ή δύο και μισή (άντε τρεις αν δε θυμάμαι τόσο καλά). Έπαθα σοκ: είχαμε ανέβει τόσο βόρεια που το σκοτάδι διαρκούσε ελάχιστες ώρες.
Κοιτάζοντας τώρα στο ίντερνετ, βλέπω ότι στο Μπόντεν της Σουηδίας στις 19 Απριλίου ο ήλιος ανατέλλει στις 4:38 και δύει στις 20:29. Το λυκόφως όμως τόσο ψηλά διαρκεί πολλές ώρες. Συγκεκριμένα το ναυτικό λυκόφως (Nautical twilight) αρχίζει από τις 01:40 ενώ το πολιτικό (Civil twilight) στις 03:35. Ενώ το ναυτικό λυκόφως τελειώνει στις 23:36 και το πολιτικό στις 21:34. Το ναυτικό λυκόφως υπάρχει όταν ο ήλιος είναι 0 ως 12 μοίρες κάτω από τον ορίζοντα και το πολιτικό όταν ο ήλιος είναι κάτω από τον ορίζοντα από 0 ως 6 μοίρες. Άρα καλά θυμάμαι.
19/4/1982 (11:00)
Τώρα είμαστε στην Κιρούνα, δηλαδή περάσαμε τον βόρειο πολικό κύκλο και σε τρεις ώρες θα είμαστε στο Νάρβικ. Η Κιρούνα είναι μεγαλούτσικη πόλη. Πως διάολο αντέχουν οι άνθρωποι και ζουν σ’ αυτήν; Και πως περνάνε τον καιρό τους το χειμώνα; Κι όταν λέω χειμώνα, εννοώ 9 με 10 μήνες το χρόνο. Παίζοντας χιονοπόλεμο και κάνοντας σκι;
Τώρα τα δάση έχουν αραιώσει. Έλατα, κυπαρίσσια, δεν ξέρω τι ήτανε, δεν υπάρχουν παρά ελάχιστα τώρα πια. Ίσως είναι από το πολικό κρύο, που λένε, και από εδώ και πάνω δεν έχει τέτοια.
Πολύ ώρα να καθίσομε στο Νάρβικ δεν έχομε σκοπό. Λίγο να στείλομε μερικές κάρτες, να αγοράσομε τίποτα να φάμε και μετά να φύγομε. Μάλλον θα κατέβομε νότια μέσω Νορβηγίας. Από το Νάρβικ θα πάρομε λεωφορείο και μετά από 150-200 χιλιόμετρα θα συναντήσομε τρένο να το πάρομε, χρησιμοποιώντας το inter rail. Μπορεί να δούμε και τα περίφημα Σκανδιναβικά φιόρδ. Έτσι, αν όλα πάνε καλά, αύριο το απόγευμα θα είμαστε στο Όσλο. Πριν από 15 μέρες ακριβώς ήμασταν στην Αθήνα. Διαβάζαμε ή μάλλον κάναμε σχέδια στις ανυψωτικές μηχανές.
20/4/1982 (07:00)
Η ιδέα να ανέβομε τόσο ψηλά ήταν αρκετά καλή. Άξιζε και τον κόπο και τα λεφτά. Το θέαμα ήταν (και συνεχίζεται ακόμα να είναι) από τα λίγα που έχω δει. Τώρα αν και έχει ομίχλη, θα σταματήσω να γράφω για να βλέπω έξω από το τρένο ό,τι μπορώ.
Καταπληκτικές εικόνες από το τρένο. Αρχικά με τις μισοπαγωμένες λίμνες της Σουηδίας και αργότερα το φιόρδ του Νάρβικ. Κρίμα που δεν είχα μαζί μου φωτογραφική μηχανή!
Εδώ δεν τα έχω γράψει με σαφήνεια τα μέρη που περάσαμε. Στο Νάρβικ μείναμε λίγες ώρες και φύγαμε γιατί τα πάντα μας φάνηκαν πανάκριβα και νομίζω κάποιος που αλλάξαμε δολάρια μας τα πούλησε σε άσχημη για μας ισοτιμία. Μπήκαμε λοιπόν στο πούλμαν και πήγαμε στον πιο κοντινό σταθμό τρένου που όπως διαπιστώνω τώρα στο διαδίκτυο είναι στην πόλη Φάουσκε (Fauske). Απέχει 250 χιλιόμετρα από το Νάρβικ και ακολουθώντας τον Ε6 πράγματι μπαίνεις δυο φορές σε πλοίο για να διασχίσεις δυο φιόρδ.

20/4/1982 (13:00)
Τελικά αυτό το ταξίδι έχει πολλά απρόοπτα και ωραία. Κατά τις 9 το πρωί φτάσαμε σε μια πόλη, το Τροντχάιμ. Είχαμε σκοπό να αλλάξομε τρένο και να πάμε μέχρι το απόγευμα στο Όσλο. Μπήκαμε λοιπόν στο τρένο, αλλά εγώ έλεγα στο Γιώργο να μείνομε στην πόλη αυτή, γιατί ο καιρός ήταν πολύ ωραίος και έβλεπα κάτι πανέμορφα δάση τριγύρω και ήθελα να πάω. Εκείνος όμως δεν ήθελε. Τελικά επειδή το τρένο θα είχε καθυστέρηση αποφάσισε και αυτός να μείνομε, και έτσι τώρα την βρίσκομε σε ένα δάσος έξω από την πόλη.
Η πόλη δεν είναι καθόλου ωραία, τουλάχιστον στο κέντρο της που πήγα, αλλά εδώ νιώθω περίφημα. Θα φύγομε το βράδυ από εδώ και αύριο το πρωί θα βρισκόμαστε στο Όσλο.
Τώρα θα ήθελα να πω μερικά λόγια για τα μέρη που είδα στη Νορβηγία τις 24 ώρες που είμαι σε αυτήν. Ίσως είδαμε την πιο ωραία μεριά αυτής της χώρας σε μια πολύ καλή εποχή. Αν είχαμε δει και τον ήλιο του μεσονυχτίου, τότε ίσως θα τα είχαμε δει όλα. Τα φιόρδ είναι φοβερά σε ομορφιά. Τα είδαμε πολύ καλά γιατί από το Νάρβικ πήραμε λεωφορείο (δεν είχε τρένο) χτες το απόγευμα στις 4:30 και μετά από έξι ώρες ταξίδι φτάσαμε στον πρώτο σταθμό τρένου.
Το πούλμαν συνήθως πήγαινε παραλιακά και μάλιστα δυο φορές μπήκε σε καραβάκι, για να περάσει σε ευθεία το φιόρδ για να μην κάνει γύρο. Αυτά τα φιόρδ είναι φανταστικά. Μερικές γωνιές τους ήταν παγωμένες, αλλά έβλεπες ότι ο πάγος σιγά-σιγά έλιωνε. Και η ξηρά γεμάτη χιόνια και καταπράσινα δάση. Ήταν το κάτι άλλο, δεν μπορεί να περιγραφεί.
Σε όλη τη διαδρομή με το πούλμαν εκτός από τα υπέροχα τοπία που κοιτούσαμε, γελούσαμε με τον οδηγό. Μας θύμιζε πολύ τον Αθανάσιο (Θανασάκη) Κανελλόπουλο (πρώην υπουργό), οπότε Θανασάκη τον ανεβάζαμε Θανασάκη τον κατεβάζαμε.
Εν τω μεταξύ τα βλέπαμε όλα άνετα, γιατί εδώ αργεί να νυχτώσει. Μετά τις δέκα πια δεν μπορούσες να ξεκαθαρίσεις τα πράγματα γύρω σου, αλλά αυτά που είχαμε δει ήταν αρκετά για να πάρομε μια καλή γεύση.
Πάντως στο Νάρβικ (όπου μείναμε περίπου τρεις ώρες) δεν συναντήσαμε και πολύ κρύο. Υπολογίζω τη θερμοκρασία γύρω στους 0oC. Οι ακτές την Νορβηγίας έχουν, έστω και τόσο ψηλά σε γεωγραφικό πλάτος, αρκετά χωριά και πόλεις. Φταίει που είναι δίπλα η θάλασσα και εκτός των άλλων διατηρεί κάποια ψηλότερη θερμοκρασία από την ηπειρωτική χώρα. Για παράδειγμα, τα μέρη της βόρειας Σουηδίας που περάσαμε είχαν λιγότερα σπίτια και βέβαια περισσότερο χιόνι.
Εδώ στο δασάκι που κάθομαι (και δίπλα κοιμάται ο Γιώργος) όπως είπα είναι πολύ ωραία. Το πιο ωραίο ίσως είναι τα ρυακάκια που είναι τριγύρω μας και δημιουργούνται από το χιόνι που λιώνει. Εγώ μετακινούμαι που και που, ακολουθώντας τις ακτίνες του ήλιου ώστε να μη βρίσκομαι ποτέ σε σκιά. Ούτως ή άλλως πάντως δεν κάνει κρύο. Τώρα θα την αράξω κάπου και ίσως κοιμηθώ.
20/4/1982 (20:00)
Έριξα λοιπόν κάτι πολύ σπέσιαλ ύπνους το μεσημέρι. Άραξα δίπλα στα δέντρα, μα κάτω από τον ήλιο σταθερά, και θα κοιμήθηκα πιο πολύ από δυο ώρες. Και δεν θα ξυπνούσα αν δεν έκανε τόσο πολύ ζέστη. Είχε στα χόρτα πάνω στα οποία κοιμόμουν κάτι περίεργα μυρμήγκια, μα δε με ένοιαζε. Μετά που σηκώθηκα έκανα την τουαλέτα μου κάτω από τα δέντρα, κάπνισα μερικά τσιγάρα και ξύπνησα το Γιώργο πετώντας του χιόνι. Πήγαμε και μια βόλτα λίγο πιο πάνω στο βουνό και τώρα ήρθαμε στο σταθμό. Θα φύγομε με το τρένο των 22:30.
Η Νορβηγία είναι αρκετά ακριβή χώρα. Μας έρχεται η μια κορώνα της πάνω από 11,5 δραχμές. Οι καρτ ποστάλ είναι πολύ ακριβές. Η μία κάνει δύο κορώνες. Και στη Σουηδία τόσο είχαν περίπου. Και στην Ελλάδα οι πιο ακριβές κάνουν 5 δραχμές. Στη Νορβηγία είναι πιο ακριβά τα πάντα. Ακόμη και στον καμπινέ να μπεις πληρώνεις μία ή δύο κορώνες, ανάλογα με την περίπτωση. Πάντως εμείς δεν πληρώσαμε ακόμα γι αυτό. Πάμε στα τρένα και στα πάρκα. Όπου βρούμε γενικά. Και το ευχαριστιόμαστε κιόλας.
Παρ’ όλες όμως τις ακρίβειες, εμείς τρώμε καλά. Σήμερα μάλιστα σκεφτόμασταν ότι σε αυτό το ταξίδι το έχομε παρακάνει. Δίνομε κάθε μέρα γύρω στα 2 με 2,5 κατοστάρικα. Φυσικά τρώμε φτηνά πράγματα. Όπως ξανάπα τρώμε γάλα, ψωμί και γιαούρτι. Πότε-πότε και σαλάμι, ενώ σπανιότερα τυρί.
21/4/1982 (13:00)
Όσλο: Τώρα φεύγει το τρένο από το Όσλο. Πρέπει να είναι ωραία πόλη, μα δυστυχώς δε θα τη δούμε. Γι αυτό φταίνε τα οικονομικά μας. Το Youth Hostel ήθελε γύρω στις 60 κορώνες τη βραδιά κι εμείς δεν τα δίναμε. Έτσι φύγαμε. Όπως βλέπω τώρα την πόλη μέσα από το τρένο που φεύγομε, έχει φανταστικά μέρη για να κάνεις βόλτα: θάλασσα, νησάκια, ωραία σπίτια, ό,τι θέλεις. Τώρα κουνά το τρένο και δε μου είναι εύκολο να γράφω.
21/4/1982 (21:00)
Γκέτεμποργκ: τελικά φτάσαμε σε αυτή την πόλη. Και λέω τελικά γιατί πριν φύγομε για το ταξίδι έλεγα στα παιδιά ότι θα πήγαινα 3, 4 μέρες στο Γκέτεμποργκ που έχω 2, 3 φίλους. Δεν ξέρω αν έχω ξαναγράψει εδώ γι αυτούς. Είχα γνωρίσει πέρσι το καλοκαίρι στην Αντίπαρο δυο αδέρφια (ένα αγόρι και ένα κορίτσι) από δω και κάναμε κάμποσες μέρες παρέα. Μετά αλληλογραφούσαμε κατά διαστήματα και όλο μου έλεγαν να τους επισκεφτώ. Μια λοιπόν και ήρθα στη Σουηδία θα ήταν μεγάλη παράλειψη να μην τους έβλεπα. Πάντως ακόμα δεν τους πήρα τηλέφωνο γιατί ήρθα να τακτοποιηθώ με το Γιώργο σε ένα Youth Hostel της πόλης. Βέβαια θα μου έλεγαν να πάω να μείνω σ’ αυτούς, μα εγώ δε γουστάρω. Θα τους τηλεφωνήσω αργότερα και ίσως πάω αύριο από εκεί. Αυτό θα εξαρτηθεί από το αν θα μπορούν να φιλοξενήσουν και το Γιώργο ή αν ο Γιώργος φύγει για το Λουντ αύριο πάλι. Ας είναι όμως.
Μα πολύ αισιόδοξος ήμουν! Σιγά μη με φιλοξενούσαν! Και δεν ήξερα πώς να τους πω και για το Γιώργο! Με έγραψαν κανονικά. Ούτε ένα καφέ δεν ήπιαμε.

Στο Γκέτεμποργκ φτάσαμε στις έξι το απόγευμα. Ήρθαμε κατ’ ευθείαν εδώ (στο Youth Hostel) και μάλιστα το εισιτήριο για το λεωφορείο ήταν 5 κορώνες. Πολύ-πολύ ακριβό. Ήδη από τη Δανία πάντα υποχρεωνόμαστε να πληρώνουμε εισιτήριο, γιατί στις Σκανδιναβικές χώρες έχουν καλό σύστημα. Πάντως δε χρησιμοποιούμε συχνά τις αστικές συγκοινωνίες. Για παράδειγμα στη Στοκχόλμη δεν μπήκαμε καθόλου, στο Μάλμοε μόνο δύο φορές, κλπ. Τώρα είμαι πολύ κουρασμένος, έκανα ένα μπάνιο, που είχα 3, 4 μέρες να κάνω. Δεν πρόκειται απόψε να βγω καθόλου έξω. Θα πάω να τηλεφωνήσω στην Ελίζαμπεθ, θα αγοράσω και μερικές κάρτες για να τις γράψω απόψε και να τις στείλω αύριο. Έτσι μετά από μια δυο ώρες θα πέφτω για ύπνο.

Ο καλός καιρός στη Σκανδιναβία συνεχίζεται. Αν είναι έτσι εδώ ο Απρίλης δεν είναι και άσχημα. Μόνο στο Νάρβικ είχε συννεφιά. Πάντα λιακάδα έχομε και δε φυσά σχεδόν καθόλου. Το Youth Hostel που ήρθαμε είναι έξω από την πόλη αρκετά. Μένουμε σε δίκλινο δωμάτιο, και αυτό βέβαια είναι πολύ καλό. Πληρώνουμε από 41 κορώνες και ασφαλώς δεν έχει πρωινό. Εδώ στη Σουηδία αν θες πρωινό το πληρώνεις εξτρά γύρω στις 15 με 20 κορώνες.
22/4/1982 (23:00)
Καλή πόλη φαίνεται το Γκέτεμποργκ. Πρέπει να είναι και αρκετά μεγάλη. Όμως δεν κατάφερα να δω τους φίλους μου εδώ. Την κοπέλα τη βρήκα στο τηλέφωνο το πρωί μα μου έλεγε ότι είναι μισοάρρωστη και τέτοια και κατάλαβα ότι το έλεγε για να μην πάω να μείνω (ενώ δεν τόχα σκοπό) στο σπίτι της. Πήρα τηλέφωνο και το Ρούντη στο χωριό που μένει, αλλά τρεις φορές έλειπε. Μα τώρα πάω για ύπνο και αύριο θα γράψω για τις σημερινές ιστορίες που έχουν κάποιο ενδιαφέρον.
23/4/1982 (22:30)
Κοπεγχάγη: τώρα είμαστε στην Κοπεγχάγη περιμένοντας να πάει 11:45 για να πάρουμε το τραίνο και αύριο το πρωί να βρισκόμαστε στο Αννόβερο της Γερμανίας και από εκεί να πάμε στο Βερολίνο. Εδώ ήρθαμε στις 5:30 το απόγευμα.
Τώρα να γράψω μια ιστορία από το Όσλο που δεν έγραψα τις προηγούμενες μέρες. Πηγαίνοντας λοιπόν στο Όσλο από τον Τροντχάιμ με το τρένο, ο Γιώργος ψέκασε (=έκανε καμάκι) μία Νορβηγίδα (μέσα στο τρένο). Όταν φτάσαμε στο Όσλο, εγώ θα καθόμουν 5, 6 ώρες και μετά θα έφευγα (γιατί το κατάλυμα ήταν πανάκριβο). Ο Γιώργος ήθελε να πάει με το κορίτσι, μήπως και γινόταν τίποτα. Αποχαιρετιστήκαμε λοιπόν και λέγαμε ότι μάλλον θα συναντιόμασταν στο Γκέτεμποργκ.
Εγώ πήγα στις πληροφορίες και μετά τριγυρνούσα για λίγο στο σταθμό. Ξαναβρίσκω το Γιώργο τυχαία λίγο αργότερα. Είχε χωρίσει οριστικά με την Νορβηγίδα και περίμενε εκεί μήπως και τυχαία με συναντήσει. Έτσι μετά από ένα δεύτερο χωρισμό (μετά του Λουντ), πιο σύντομο όμως, ξανασμίξαμε με το Γιώργο.
Νομίζω θυμάμαι καλά ορισμένες λεπτομέρειες από αυτό το περιστατικό. Στο τρένο για το Όσλο ο Γιώργος πλεύρισε την κοπέλα αυτή. Απλά πιάσανε την κουβέντα, αλλά εκείνη θα ήταν πολύ ζεστή. Όταν φτάσαμε στο σταθμό είτε ο Γιώργος τη ρώτησε είτε αυτή του πρότεινε και θα πήγαινε να μείνει στο σπίτι της. Όλο χαρά ο Γιώργος με αποχαιρέτησε, πήρε τα πράγματά του και έφυγε με την κοπέλα. Φαντάζομαι καλού κακού θα κράτησε το τηλέφωνο των Youth Hostel του Όσλο και του Γκέτεμποργκ. Εγώ είχα σκοπό να μείνω στο Youth Hostel στο Όσλο, όμως ήταν ακριβό. Έτσι άφησα τα μπαγκάζια μου σε μια θυρίδα μέχρι να φύγει το επόμενο τρένο για Γκέτεμποργκ και έκανα βόλτα εκεί γύρω να δω λίγο την πόλη. Μετά από ώρα, που επέστρεψα για την αναχώρησή μου, πέτυχα το Γιώργο να με ψάχνει. Ήξερε ότι δε θα έμενα στην πόλη, και κατάλαβε ότι θα ήμουν έτοιμος να φύγω. Αλλά και εκείνος δεν είχε τίποτε άλλο να κάνει παρά να συνεχίσει για το Γκέτεμποργκ.
Με την κοπέλα η δουλειά χάλασε ευτυχώς πολύ νωρίς: όπως πήγαιναν στο σπίτι της εκείνη του αποκαλύπτει ότι μένει με τον φίλο της! Τόσο απλά! Και δεν είχε πρόβλημα να φιλοξενήσει και ένα Έλληνα που της έκανε καμάκι στο τρένο.
Στο Γκέτεμποργκ που μείναμε ήμασταν οι δυο μας σε ένα δωμάτιο με δύο μόνο κρεβάτια. Την πρώτη βραδιά όλα καλά, αλλά το πρωί ο Γιώργος σκέφτηκε να κάνει το εξής κόλπο: είπε στη ρεσεψιόν ότι θα έφευγε το επόμενο βράδυ, ενώ εγώ είπα ότι θα μείνω. Δεν είχε σκοπό όμως να φύγει. Κάνανε το πρωί μία βόλτα στην πόλη και το μεσημέρι εγώ πήγα στο ξενοδοχείο να ξεκουραστώ. Τον ξανασυνάντησα το απόγευμα στην πόλη που είχαμε δώσει ραντεβού. Είχαμε σκοπό να ξαναγυρίσουμε το βράδυ στο ξενοδοχείο και να έμπαινε κρυφά μέσα ο Γιώργος. Θα έμενε στο δωμάτιο χωρίς βέβαια να πληρώσει. Πάμε λοιπόν το βράδυ πίσω, αλλά με λύπη μου βλέπω ότι το άλλο κρεβάτι του δωματίου μας ήταν πιασμένο από ένα Σκωτσέζο. Έτσι το κόλπο πήγε χαράμι. Ο Γιώργος αναγκάστηκε να πληρώσει κανονικά κρεβάτι και πήγε τζάμπα η ταλαιπωρία. Φυσικά έμεινε σε άλλο δωμάτιο.
Εγώ στο Γκέτεμποργκ τηλεφώνησα τρεις φορές στον Ρούντη, μα δεν τον βρήκα και έτσι έφυγα σήμερα από εδώ χωρίς να δω ούτε αυτόν ούτε την αδερφή του.
Η βόλτα που κάναμε με το Γιώργο χτες το απόγευμα στην πόλη ήταν πολύ καλή. Πήγαμε σε ένα ωραίο πάρκο και εγώ το ευχαριστήθηκα.
Τώρα στη Κοπεγχάγη που ήρθαμε, είχαμε χρόνο και κάναμε μια βόλτα μέχρι τη συνοικία Χριστιάνα. Εκεί έχουν καταληφθεί ένα σωρό σπίτια τώρα και χρόνια από νέους. Εκεί ζουν εντελώς ελεύθεροι. Εμένα μου αρέσουν κάτι τέτοια, αλλά ορισμένα από αυτά που είδα σήμερα, δεν μου γέμισαν το μάτι. Και ο κύριος λόγος είναι το πολύ χασίσι, και δεν ξέρω τι άλλα ναρκωτικά κυκλοφορούν εκεί μέσα, που παίρνει ο κόσμος. Μπήκαμε σε μια μπυραρία και με το που μπαίνεις βλέπεις ένα σωρό νέους να πουλούν «μαύρο». Οι πιο πολλοί εκεί μέσα ασχολούνται με το να φτιάχνουν τα τσιγάρα τους.
Εδώ τα γράφω σχετικά καλά για τη Χριστιάνα. Εκείνο όμως που μου έχει μείνει είναι μια άσχημη ανάμνηση. Πήγαμε να μπούμε στην μπυραρία και πριν την είσοδο έβλεπες δεξιά και αριστερά δυο σειρές από τύπους να κρατάνε τη μαύρη σα σοκολάτα και να είναι έτοιμοι να σου ξύσουν αν ήθελες να αγοράσεις. Εμείς προχωρήσαμε και καθίσαμε σε ένα τραπέζι να πιούμε μια μπύρα. Νομίζω ότι ήταν λίγο βρώμικο το μέρος. Δεν είχα συνηθίσει τότε τα ζώα στα μαγαζιά και ήταν ένα μεγάλο σκυλί που μου ήταν ενοχλητικό. Εκείνο που με απογοήτευσε τελείως ήταν μια κοπέλα που είδα έξω να κατεβάζει τα ρούχα της και να κατουρά σε κοινή θέα.
Σε λίγο λοιπόν φεύγουμε για το Αννόβερο, και μετά λέμε να πάμε για μία, δύο μέρες στο Βερολίνο. Aπό εκεί και πέρα δεν ξέρω καθόλου τι θα κάνουμε και που θα πάμε. Νομίζω όμως ότι αν υπάρχει τρένο από εκεί για την Πράγα θα το πάρουμε να πάμε.