traveladdict
Member
- Μηνύματα
- 1.380
- Likes
- 1.341
- Επόμενο Ταξίδι
- Λος Άντζελες
- Ταξίδι-Όνειρο
- ΣριΛάνκα,Βενεζουέλα ξανά!
Όλο τη νύχτα στριφογύριζα στον υπνόσακο, σαν να με στένευε, ρε μπας και έβαλα κιλά με τόση πεζοπορία? Διψούσα και δεν μπορούσα να αναπνεύσω από την έλλειψη οξυγόνου, αλλά και γιατί κρύωσα και βούλωσε η μύτη μου. Το νερό στο παγούρι είχε παγώσει και το στόμα μου ήταν σαν να είχα μασήσει κιμωλίες.
Το πρωί σηκώθηκα πρώτος - έτσι νόμισα - και βρήκα τον Νταλίτ, που διάβαζε για την αειφόρο ανάπτυξη της Κάτω Ασίας.
Η τραπεζαρία ντουμάνι. Καταχνιά και μαυρίλα, ούτε ο Ντίκενς τέτοιο πράγμα.
Η ατμόσφαιρα βαριά, βγαίνει η δικιά σου με κάλτσα-τερλίκι ροζ και πράσινη, θα την πήρε από κανένα Κουσάντασι, και βάζει τις φωνές:
Σβήστε την αυτή τη kolosomba, θα πάθουμε τίποτα με τόσο μονοξείδιο της θείας!
Μα άμα τη σβήσουμε καλή μου θα ζήσουμε τεσεράμισι λεπτά μόνο, τόσο κρύο κάνει πρωινιάτικα, η σκιά μου πάγωσε στον τοίχο και θέλω σκαρπέλο να την ξεκολλήσω.
Αυτή το χαβά της, την έπιασε η υστερία από νωρίς, ο Νταλίτ χάζευε, πήγε να χώσει το δάχτυλο στη μύτη του, με βλέπει ότι τον βλέπω και κάνει ότι ξύνεται.
Αυτήν δεν τη βλέπω μέχρι το camp, ή θα τα μαζέψει και θα του δίνει και θα ζητήσει και διαζύγιο, ή θα τον πάρει και τον άντρα της κάτω μαζί της.
Αυτός τώρα άλλο ταγάρι: πρωί πρωί έπινε καφέ που κουβαλούσε από την Ελλάδα και σνόμπαρε τα υπέροχα τσάγια που έχει στα Ιμαλάια.
Αυτός βαριόταν κιόλας. Και την είχε και γραμμένη κανονικά:
Γιώργοοοοο! έλα να με βοηθήσεις να διπλώσουμε τα σλίπιγκ μπαμ!
Αχ δεν μπορώ τώρα αγαπούλα μου, κρατάω σημειώσεις για την αναπαραγωγή του κολεόπτερου των Ιμαλαίων, φτιάξτα εσύ που πιάνουν τα χεράκια σου, τζουκου τζούκου το νινί μου!
Μούρχεται να βουτήξω τη μασιά με την κοπριά επάνω και να τους πάρω στο κυνήγι, μμμ καλή ιδέα, θα ζεσταθώ κιόλας.
Ξυπνάνε και οι άλλοι, μας λέει ο Πάνος - ο αρχηγός ήταν αυτός - σήμερα θα κάνουμε εγκλιματισμό, όπως στο Namche Bazar, θα μείνουμε κι άλλη βραδιά εδώ και όλη τη μέρα θα περπατάμε.
Ναι, καλά, πέρασε και δεν ακούμπησε, ποιος ήρθε?
Είχαμε κάτι τράπουλες και στρώθηκαν όλοι στη μπιρίμπα - μπιρίμπα - μπιρίμπα, φωνάζοντας αρρίμπα - αρρίμπα - αρρίμπα, που να τρέχουν τώρα με το τακούνι στα χωράφια...
Έξω να τόχει στρώσει και η φύσις να ζωγραφίζει στην παλέτα της εναν πάλευκο αφράτο μανδύα, ω τι ωραία που είναι η αποταμίευσις.
Εγώ, του λέω, θα έρθω!!!! Μπράβο το παλικάρι μου, άντε να πάμε, γιατί αυτοί δεν ξεκολλάνε από τον μπαλαντέρ, ούτε πρωτοχρονιά να ήτανε.
Βάζουμε γκέτες, σαλοπέτα, μπουφάν, σκούφο και όλα τα υπόλοιπα της συλλογής και πάμε.
Πάμε που λέτε, οι δυό μας και αρχίσαμε το περπάτημα. Η κοιλάδα είναι επίπεδη και το μονοπάτι πάει κατά μήκος του ποταμού, ο οποίος ρέει στα αριστερά, αλλά δεν είναι και πολύ ορμητικός εδώ, λόγω του ομαλού εδάφους. Μόλις βγήκαμε από το Pheriche, ακολουθήσαμε το μονοπάτι για καμιά ώρα, περπατώντας στο φρέσκο χιόνι.
Ο αέρας είχε πέσει και η ατμόσφαιρα είχε καθαρίσει ανταμείβοντας μας με απίστευτα τοπία και γιγαντιαία βουνά γεμάτα πάγους και χιόνια.
Προσέξτε, δεν μιλάω για βουνά που τα βλέπεις κάπου στο βάθος, αυτά ήταν μπροστά μας, τα κοιτούσαμε και το κεφάλι μας πήγαινε προς τα πίσω και πήγαινε, γιατί είμασταν ακριβώς από κάτω τους.
Σαν να είσαι κάτω από έναν ουρανοξύστη και προσπαθείς να δεις πόσα πατώματα έχει.
Βγαίνοντας από την κοιλάδα, το μονοπάτι άρχισε να ανηφορίζει πάλι.
Μου λέει ο Πάνος: Εσύ σήμερα κάνεις αυτό που θα κάνουν οι άλλοι αύριο. Αύριο εσύ θα πετάς και οι άλλοι θα σέρνονται, που μου θέλουν και μπιρίμπες.
Αχ πολύ το χάρηκα που θα πετάω αύριο!
Η ανηφόρα αρχίζει και γίνεται απότομη, το χιόνι παραδόξως λιγοστεύει μου λέει ο άλλος, είναι γιατί αυτή η πλαγιά είναι υπήνεμη, δεν την πιάνει ο αέρας και προστατεύεται.
Μετά από δυο ώρες ανέβασμα βλέπουμε στην απότομη πλαγιά δυο σπιτάκια. Είναι η Dougla, μου λέει, πολλοί ορειβάτες διανυκτερεύουν εδώ μετά το Pheriche, γιατί το υψόμετρο είναι 4.620 μέτρα και βολεύει.
Περνάμε κάτι παγωμένους χειμαρρους με σταλακτίτες πάγου και φτάνουμνε στη Dougla. Ο Χριστός και η Παναγία! Βρωμιά, το ένα σπίι ήταν κλειστό λόγω χειμώνα, το άλλο έιχε κραβάτια μέσα στην τραπεζαρία που βρωμοκοπούσε.
Α, εδώ να φέρουμε το ζεύγος να ξαναμισηθούνε.
Το μεσημεράκι αρχίσαμε την κάθοδο.
Παρ'όλη την κούραση, η βόλτα αυτή μου άρεσε και με αναζωογόνησε, είχα ανάγκη και από λίγη ησυχία και το πολύ το μπούρου-μπούρου δεν το αντέχω.
Μετο που φτάνουμε κάτω, καταλάβαμε ότι πρέπει να έγινε σφαγή. Να μη μιλιούνται.
Ρε Νταλίτ, γουότ χάπεντ?
Εεεμ δατ λέιντι .... εεεμ
Αχ δεν με βοηθάς...
Kαι μου τόλεγε η μαμά μου να στρώσω τον κώλο μου για το proficiency...
Γουίτς λέιντι? Ποιά κυρία?
Αρχίζει στο αγγλικό: Το και το. Δις αντ δις.
Πλακωθήκαν οι δυό τους για το ζεστό νερό που δεν έφτανε και θέλανε να κάνουν μπάνιο. Πφφφ, δηλαδή τι μπάνιο? Σε βαρέλι σαν το Φαρ Ουέστ με τα σαλούν.
Έφυγε η μπιρίμπα και έμεινε η αρρίμπα. Οι τρεις καμπαλέρος ετρέξαν εγκαίρως, ετρέξαν να βάλουν στο μέρος, αρρίμπα φρες.
Συνεχίζει το αγγλικό το άθλιο, ο οδηγός, ο αρχηγός να έχει πάθει την νταράκουλη, να τον έχουμε με τον αιθέρα.
Αχ πως λιποθυμάνε τώρα στα αγγλικά?
Μας μαζεύει λοιπόν και ρίχνει ένα xehesma, πελάτες πελάτες, αλλά δεν θα σκοτωθούμε κιόλας, ακούτε? Και όποιος δεν συμφωνεί, του δίνω έναν αχθοφόρο και σπιτάκι του.
Ότι πεις ισί Λιάκου'μ.
Στο βραδυνό φαγητό άκρα του τάφου σιωπή. Όλοι μουδιασμένοι.
Καληνυχτηστήκαμε ( τι ρήμα, ε?) και πέσαμε για ύπνο.
Άντε ξανά-μανά το στριφογύρισμα στο ψοφόκρυο.
Το πρωί σηκώθηκα πρώτος - έτσι νόμισα - και βρήκα τον Νταλίτ, που διάβαζε για την αειφόρο ανάπτυξη της Κάτω Ασίας.
Η τραπεζαρία ντουμάνι. Καταχνιά και μαυρίλα, ούτε ο Ντίκενς τέτοιο πράγμα.
Η ατμόσφαιρα βαριά, βγαίνει η δικιά σου με κάλτσα-τερλίκι ροζ και πράσινη, θα την πήρε από κανένα Κουσάντασι, και βάζει τις φωνές:
Σβήστε την αυτή τη kolosomba, θα πάθουμε τίποτα με τόσο μονοξείδιο της θείας!
Μα άμα τη σβήσουμε καλή μου θα ζήσουμε τεσεράμισι λεπτά μόνο, τόσο κρύο κάνει πρωινιάτικα, η σκιά μου πάγωσε στον τοίχο και θέλω σκαρπέλο να την ξεκολλήσω.
Αυτή το χαβά της, την έπιασε η υστερία από νωρίς, ο Νταλίτ χάζευε, πήγε να χώσει το δάχτυλο στη μύτη του, με βλέπει ότι τον βλέπω και κάνει ότι ξύνεται.
Αυτήν δεν τη βλέπω μέχρι το camp, ή θα τα μαζέψει και θα του δίνει και θα ζητήσει και διαζύγιο, ή θα τον πάρει και τον άντρα της κάτω μαζί της.
Αυτός τώρα άλλο ταγάρι: πρωί πρωί έπινε καφέ που κουβαλούσε από την Ελλάδα και σνόμπαρε τα υπέροχα τσάγια που έχει στα Ιμαλάια.
Αυτός βαριόταν κιόλας. Και την είχε και γραμμένη κανονικά:
Γιώργοοοοο! έλα να με βοηθήσεις να διπλώσουμε τα σλίπιγκ μπαμ!
Αχ δεν μπορώ τώρα αγαπούλα μου, κρατάω σημειώσεις για την αναπαραγωγή του κολεόπτερου των Ιμαλαίων, φτιάξτα εσύ που πιάνουν τα χεράκια σου, τζουκου τζούκου το νινί μου!
Μούρχεται να βουτήξω τη μασιά με την κοπριά επάνω και να τους πάρω στο κυνήγι, μμμ καλή ιδέα, θα ζεσταθώ κιόλας.
Ξυπνάνε και οι άλλοι, μας λέει ο Πάνος - ο αρχηγός ήταν αυτός - σήμερα θα κάνουμε εγκλιματισμό, όπως στο Namche Bazar, θα μείνουμε κι άλλη βραδιά εδώ και όλη τη μέρα θα περπατάμε.
Ναι, καλά, πέρασε και δεν ακούμπησε, ποιος ήρθε?
Είχαμε κάτι τράπουλες και στρώθηκαν όλοι στη μπιρίμπα - μπιρίμπα - μπιρίμπα, φωνάζοντας αρρίμπα - αρρίμπα - αρρίμπα, που να τρέχουν τώρα με το τακούνι στα χωράφια...
Έξω να τόχει στρώσει και η φύσις να ζωγραφίζει στην παλέτα της εναν πάλευκο αφράτο μανδύα, ω τι ωραία που είναι η αποταμίευσις.
Εγώ, του λέω, θα έρθω!!!! Μπράβο το παλικάρι μου, άντε να πάμε, γιατί αυτοί δεν ξεκολλάνε από τον μπαλαντέρ, ούτε πρωτοχρονιά να ήτανε.
Βάζουμε γκέτες, σαλοπέτα, μπουφάν, σκούφο και όλα τα υπόλοιπα της συλλογής και πάμε.
Πάμε που λέτε, οι δυό μας και αρχίσαμε το περπάτημα. Η κοιλάδα είναι επίπεδη και το μονοπάτι πάει κατά μήκος του ποταμού, ο οποίος ρέει στα αριστερά, αλλά δεν είναι και πολύ ορμητικός εδώ, λόγω του ομαλού εδάφους. Μόλις βγήκαμε από το Pheriche, ακολουθήσαμε το μονοπάτι για καμιά ώρα, περπατώντας στο φρέσκο χιόνι.
Ο αέρας είχε πέσει και η ατμόσφαιρα είχε καθαρίσει ανταμείβοντας μας με απίστευτα τοπία και γιγαντιαία βουνά γεμάτα πάγους και χιόνια.
Προσέξτε, δεν μιλάω για βουνά που τα βλέπεις κάπου στο βάθος, αυτά ήταν μπροστά μας, τα κοιτούσαμε και το κεφάλι μας πήγαινε προς τα πίσω και πήγαινε, γιατί είμασταν ακριβώς από κάτω τους.
Σαν να είσαι κάτω από έναν ουρανοξύστη και προσπαθείς να δεις πόσα πατώματα έχει.
Βγαίνοντας από την κοιλάδα, το μονοπάτι άρχισε να ανηφορίζει πάλι.
Μου λέει ο Πάνος: Εσύ σήμερα κάνεις αυτό που θα κάνουν οι άλλοι αύριο. Αύριο εσύ θα πετάς και οι άλλοι θα σέρνονται, που μου θέλουν και μπιρίμπες.
Αχ πολύ το χάρηκα που θα πετάω αύριο!
Η ανηφόρα αρχίζει και γίνεται απότομη, το χιόνι παραδόξως λιγοστεύει μου λέει ο άλλος, είναι γιατί αυτή η πλαγιά είναι υπήνεμη, δεν την πιάνει ο αέρας και προστατεύεται.
Μετά από δυο ώρες ανέβασμα βλέπουμε στην απότομη πλαγιά δυο σπιτάκια. Είναι η Dougla, μου λέει, πολλοί ορειβάτες διανυκτερεύουν εδώ μετά το Pheriche, γιατί το υψόμετρο είναι 4.620 μέτρα και βολεύει.
Περνάμε κάτι παγωμένους χειμαρρους με σταλακτίτες πάγου και φτάνουμνε στη Dougla. Ο Χριστός και η Παναγία! Βρωμιά, το ένα σπίι ήταν κλειστό λόγω χειμώνα, το άλλο έιχε κραβάτια μέσα στην τραπεζαρία που βρωμοκοπούσε.
Α, εδώ να φέρουμε το ζεύγος να ξαναμισηθούνε.
Το μεσημεράκι αρχίσαμε την κάθοδο.
Παρ'όλη την κούραση, η βόλτα αυτή μου άρεσε και με αναζωογόνησε, είχα ανάγκη και από λίγη ησυχία και το πολύ το μπούρου-μπούρου δεν το αντέχω.
Μετο που φτάνουμε κάτω, καταλάβαμε ότι πρέπει να έγινε σφαγή. Να μη μιλιούνται.
Ρε Νταλίτ, γουότ χάπεντ?
Εεεμ δατ λέιντι .... εεεμ
Αχ δεν με βοηθάς...
Kαι μου τόλεγε η μαμά μου να στρώσω τον κώλο μου για το proficiency...
Γουίτς λέιντι? Ποιά κυρία?
Αρχίζει στο αγγλικό: Το και το. Δις αντ δις.
Πλακωθήκαν οι δυό τους για το ζεστό νερό που δεν έφτανε και θέλανε να κάνουν μπάνιο. Πφφφ, δηλαδή τι μπάνιο? Σε βαρέλι σαν το Φαρ Ουέστ με τα σαλούν.
Έφυγε η μπιρίμπα και έμεινε η αρρίμπα. Οι τρεις καμπαλέρος ετρέξαν εγκαίρως, ετρέξαν να βάλουν στο μέρος, αρρίμπα φρες.
Συνεχίζει το αγγλικό το άθλιο, ο οδηγός, ο αρχηγός να έχει πάθει την νταράκουλη, να τον έχουμε με τον αιθέρα.
Αχ πως λιποθυμάνε τώρα στα αγγλικά?
Μας μαζεύει λοιπόν και ρίχνει ένα xehesma, πελάτες πελάτες, αλλά δεν θα σκοτωθούμε κιόλας, ακούτε? Και όποιος δεν συμφωνεί, του δίνω έναν αχθοφόρο και σπιτάκι του.
Ότι πεις ισί Λιάκου'μ.
Στο βραδυνό φαγητό άκρα του τάφου σιωπή. Όλοι μουδιασμένοι.
Καληνυχτηστήκαμε ( τι ρήμα, ε?) και πέσαμε για ύπνο.
Άντε ξανά-μανά το στριφογύρισμα στο ψοφόκρυο.