traveladdict
Member
- Μηνύματα
- 1.380
- Likes
- 1.345
- Επόμενο Ταξίδι
- Λος Άντζελες
- Ταξίδι-Όνειρο
- ΣριΛάνκα,Βενεζουέλα ξανά!
Η επόμενη πέρασε με πεζοπορία στα γύρω χωριά. Επειδή είμασταν στα 3.440 μέτρα, έπρεπε να μείνουμε μια ολόκληρη μέρα σ'αυτό το υψόμετρο για να προσαρμοστούμε.
Η διαδικασία ανόδου σε μεγάλα υψόμετρα έχει ως εξής:
Κάθε 300 - 400 μέτρα ανόδου πρέπει να γίνεται διανυκτέρευση, γιατί αλλιώς το σώμα δεν μπορεί να ανταποκριθεί στη μεγάλη πίεση που δέχεται και μπορείς να πάθεις την ασθένεια του υψόμετρου.
Κάθε 2-3 μέρες πρέπει επίσης να σταματάς και να κάνεις 2 διανυκτερεύσεις στο ίδιο μέρος, για να δώσεις την ευκαιρία στον οργανισμό να αναταποκριθεί στις απαιτήσεις του μεγάλου ύψους. Τώρα τα 300-400 υψομετρική διαφορά μπορεί να σας φαίνονται τίποτα, αλλά δεν είναι. Για παράδειγμα μπορεί να περπατάς και να ανεβοκατεβαίνεις μια ολόκληρη μέρα για να φτάσεις στο τελικό προορισμό, που είναι μόλις 300 μέτρα πιο ψηλά από το μέρος που διανυκτέρευσες την προηγούμενη.
Ακόμα, για να αποφύγεις-όσο μπορείς - τις επιπτώσεις από το υψόμετρο, πρέπει να διανυκτερεύεις λίγο χαμηλότερα από το ψηλότερο σημείο που πέρασες στη διάρκεια της ημέρας.
Εξηγούμαι: Αν για παράδειγμα περάσεις μια ορεινή διάβαση 5.000 μέτρων για παράδειγμα, δεν είναι και πολύ έξυπνο να κοιμηθείς στα 5.000 μέτρα, αλλά στα 4.700.
Το υψόμετρο δεν αστειεύεται, γι'αυτό πρέπει να έχεις οργανώσει πολύ καλά την αποστολή, ή να απευθυνθείς σε έναν σωστό επαγγελματία, που θα φροντίσει να πάνε καλά όλα.
Να πούμε επίσης, ότι στα μεγάλα υψόμετρα η πίεση μειώνεται ( το αντίθετο απ'αυτό που συμβαίνει στο βυθό) και επειδή η εσωτερική μας πίεση είναι αυξημένη είμαστε σαν ένα μπουκάλι με αεροζόλ - έτοιμοι να σκάσουμε δηλαδή. Οι σφυγμοί ανεβαίνουν στους 150 - 170 την ώρα του ύπνου, η όρεξη κόβεται, και η ακτινοβολία είναι πολύ έντονη με αποτέλεσμα να χρησιμοποιείς αντιηλιακά με δείκτη 50 και πάλι να καίγεσαι.
Επειδή η ακτινοβολία δεν είναι φυσιολογική, το χρώμα που παίρνεις είναι ένα πολύ σκούρο καφέ-μπλε. Τα μάτια πρέπει να προστατεύονται με ειδικά ορειβατικά γυαλιά, γιατί η αντανάκλαση είναι τόσο ισχυρή, που τα μάτια παθαίνουν εγκαύματα και υπάρχει κίνδυνος τύφλωσης. Από τα 4.500 μέτρα και πάνω αρχίζουν οι ναυτίες.
Η ανυπαρξία όρεξης σε συνδυασμό με την υπερβολική καύση θερμίδων - πέρα από το σώμα που δουλεύει στο φουλ 24 ώρες, λόγω της χαμηλής ατμοσφαιρικής πίεσης, αλλά και της διαρκούς κίνησης - έχει σαν αποτέλεσμα θεαματική απώλεια βάρους. Αυτή η απώλεια δεν είναι φυσιολογική, μπορεί να χάσεις 10 κιλά σε 10 μέρες και το σώμα επιβαρύνται από αυτό. Η έντονη ναυτία σε κάνει να μην ανέχεσαι τίποτα στο στόμα σου και μια μπουκιά φαγητού, ή μια γουλιά νερού μπορεί να εξελιχτεί σε μαρτύριο. Η κατανάλωση νερού όμως είναι επιβεβλημένη γιατί σ'αυτές τις συνθήκες η αφυδάτωση καραδοκεί και πρέπει να αποφευχθεί με κάθε θυσία.
Αυτά που αναφέρω είναι τα πρώτα στάδια της ασθένειας του υψόμετρου. Αν είσαι τυχερός μπορεί και να μη πάθεις τίποτα. Αν είσαι άτυχος μπορεί και να σε πιάσει από τα 3.500 μέτρα ( σπάνιο αυτό). Δεν έχει σημασία αν είσαι αθλητικός ή όχι, υπέρβαρος, ή αν έχεις αντοχή.
Το υψόμετρο είναι σαν τη ναυτία στο αυτοκίνητο: Ή σε πειράζει, ή όχι. Βλέπεις γεροδεμένους αθληταράδες να καταρρέουν και μεσόκοπους 60άρηδες να πηγαίνουν απτόητοι.
Τα έγραψα όλα αυτά, γιατί αν πάρει κανείς τα μέτρα του, οι επιπτώσεις είναι πολύ λιγότερες. Και είναι ο λόγος που αν πάει μόνος στο Everest Base Camp, θα πρέπει να προσέξει πολύ τους χρόνους παραμονής σε διαφορετικά υψόμετρα, αν πάει οργανωμένα - που το συνιστώ - θα πρέπει να έχει οδηγούς αητούς.
Και έρχομαι στο θέμα μας: Ο οδηγός - Ταμπάκης.
Αυτός που λέτε, καθόλου δεν ήθελε να είναι οδηγός βουνού. Πολύ θα προτιμούσε να πήγαινε σε διαγωνισμούς ταλέντων, ή να διαφήμιζε σαμπουάν σε αργή κίνηση, φυσώντας χνούδια από κοτσάνια.
Πίστευε ότι ήταν σπουδαίο ταλέντο και ότι χαραμιζόταν με το τσόκαρο στο καλντερίμι, να ανεβοκατεβάζει αργόσχολους στα κορφοβούνια.
Και βαριόταν να μας πει το παραμικρό, μάλιστα ήθελε να ξεμπερδεύει τόσο γρήγορα που αποφάσισε να αλλάξει το πρόγραμμα και να κοιμηθούμε αλλού - και προσέξτε: σε διαφορετικό υψόμετρο από το προγραμματισμένο -για να γυρίσουμε νωρίτερα στη Λούκλα.
Ο τύπος έμενε στη Λούκλα και είμαι σίγουρος ότι θα είχε το παρατσούκλι το Δάκρυ της Λούκλα, το Λουλούδι της Ανατολής ή κάτι παρόμοιο, ανατολίτικον και ποιητικόν.
Αυτόν ο αρχηγός μας δεν τον καλοείδε από την αρχή, έκοβε το μάτι του, τόσες φορές πήγε στα Ιμαλάια, οπότε το βράδυ στο Mojo του εξηγήθηκε, το και το, κάνε την πλάκα σου και άσε με να κάνω τη δουλειά μου, γιατί σε παρατάω και συνεχίζω μόνος με το γκρουπ. Να πω επίσης εδώ, ότι αν έχεις επικεφαλής άνθρωπο που ξέρει, δεν χρειάζεσαι τον οδηγό του βουνού - αν κα επιβάλεται, ιδίως για τις πάνω από τα 6.000 μέτρα κορυφές.
Ο οδηγός πρέπει να είναι σαΐνι, να ξέρει τα περάσματα, τα κατατόπια, τους ξενώνες και εκείνος δεν ήξερε τίποτα. Αν τον ρωτούσες όμως για τη Σακίρα και τη Μαντόνα, τα ήξερε όλα.
Για το μόνο που τον χρειαζόμασταν ήταν να αναλαμβάνει τα πολλά-πολλά με τους στρατιώτες στα φυλάκια, επειδή αυτοί δεν ξέρουν αγγλικά.
Από την άλλη, ο αρχηγός ήξερε τα πάντα: Τις ώρες που θα περπατούσαμε, που ήταν πιο επικίνδυνα, μας ενθάρρυνε και όπως προείπα μας κράτησε ενωμένους, γιατί κάποιες στιγμές κοντέψαμε να πλακωθούμε μεταξύ μας, λόγω πολλών αιτιών, της εξής μίας: της άλουστης.
Κάναμε λοιπό μια 4ωρη πεζοπορία πάνω από το Namche Bazar, η άλουστη έμεινε για να πάει για ψώνια. Τι να πει κανείς...
Συναντήσαμε και μια νεαρή Νεοζηλανδή, που ήρθε μέχρι εδώ ολομόναχη για να δει τα μέρη που μεγάλωσε. Πως το είπατε αυτό?
Λοιπόν αυτή είχε μια ωραία ιστορία να μας διηγηθεί:
Η Νέα Ζηλανδία έχει ας πούμε "υιοθετήσει" την περιοχή, λόγω του Νεοζηλανδού Χίλαρι που ήταν ο πρώτος που κατέκτησε το Έβερεστ, μαζί με τον Τενζίνγκ Νοργκάυ, Σέρπα αυτός.
Η Ν.Ζ.λοιπόν στέλνει φάρμακα και γιατρούς στους Σέρπα και στήνει ιατρεία, με αποτέλεσμα η Κοιλάδα του Κούμπου, η κοιλάδα δηλαδή που ανεβαίνει από τη Λούκλα μέχρι το Έβερεστ, να είναι η πιο προνομιούχα περιοχή των Νεπαλέζικων Ιμαλαίων.
Οι χωρικοί έχουν τα μέσα διαβίωσης, έχουν και περίθαλψη.
Στις γειτονικές κοιλάδες όμως, μαύρη μαυρίλα. Χολέρα και κασίδα.
Όταν λοιπόν η κοπελίτσα ήταν μικρή, οι γονείς της ήρθαν εδώ σαν γιατροί και έμειναν δέκα χρόνια. Το κορίτσι μεγάλωσε με τα σερπάκια, έμαθε τη γλώσσα τους και πήγαινε σε νεπαλέζικο σχολείο. Η οικογένεια επέστρεψε στη Νέα Ζηλανδία, η κοπέλα πήγε στο κολέγιο και μόλις τελείωσε, επέστρεψε στα Ιμαλάια για να δει τους παλιούς της φίλους και να μείνειτο χειμώνα εδώ.
Και περπατούσε σαν το κατσίκι στα βράχια, αέρινη, όμορφη σαν ξωτικό των βουνών.
Σαν τις δικές μας που δεν ξεκολλάνε από το κινητό και το σεσουάρ και αναστενάζουν για χαμένους έρωτες στα εντεχνάδικα τα σαββατόβραδα. ( Κορίτσια μη βαράτε, οι παρούσες εξαιρούνται βεβαίως!!!!)
Πολύ τη χάρηκα τη μικρή και για ακόμα μια φορά βλαστήμησα την τύχη μου που είχαμε την άλουστη μαζί μας. Σ'όλο το τρεκ γκρίνιαζε συνέχεια και ζήλευε και την άλλη την κοπέλα που είχαμε μαζί μας και ήταν μια χαρά κορίτσι.
Στο τέλος μεγάλωσε και το μουστάκι της, γιατί πείτε μου που θα έκανε αποτρίχωση εκεί πάνω, εεε?? που?
Λοιπόν ό Θεός όταν θέλει να κάνει πλάκες, γίνεται σαν τον Ντένις τον Τρομερό.
Επιστρέψαμε στον ξενώνα νωρίς το απόγευμα και το βραδάκι πήγαμε για μπύρες στο μοναδικό μπαράκι του χωριού, που έπαιζε Μπανάναραμα και όπου συναντήσαμε ορειβάτες που κατέβαιναν από το Έβερεστ και μας είπαν πολύ ενδιαφέροντα πράγματα.
Ες αύριον τα σπουδαία.
Η διαδικασία ανόδου σε μεγάλα υψόμετρα έχει ως εξής:
Κάθε 300 - 400 μέτρα ανόδου πρέπει να γίνεται διανυκτέρευση, γιατί αλλιώς το σώμα δεν μπορεί να ανταποκριθεί στη μεγάλη πίεση που δέχεται και μπορείς να πάθεις την ασθένεια του υψόμετρου.
Κάθε 2-3 μέρες πρέπει επίσης να σταματάς και να κάνεις 2 διανυκτερεύσεις στο ίδιο μέρος, για να δώσεις την ευκαιρία στον οργανισμό να αναταποκριθεί στις απαιτήσεις του μεγάλου ύψους. Τώρα τα 300-400 υψομετρική διαφορά μπορεί να σας φαίνονται τίποτα, αλλά δεν είναι. Για παράδειγμα μπορεί να περπατάς και να ανεβοκατεβαίνεις μια ολόκληρη μέρα για να φτάσεις στο τελικό προορισμό, που είναι μόλις 300 μέτρα πιο ψηλά από το μέρος που διανυκτέρευσες την προηγούμενη.
Ακόμα, για να αποφύγεις-όσο μπορείς - τις επιπτώσεις από το υψόμετρο, πρέπει να διανυκτερεύεις λίγο χαμηλότερα από το ψηλότερο σημείο που πέρασες στη διάρκεια της ημέρας.
Εξηγούμαι: Αν για παράδειγμα περάσεις μια ορεινή διάβαση 5.000 μέτρων για παράδειγμα, δεν είναι και πολύ έξυπνο να κοιμηθείς στα 5.000 μέτρα, αλλά στα 4.700.
Το υψόμετρο δεν αστειεύεται, γι'αυτό πρέπει να έχεις οργανώσει πολύ καλά την αποστολή, ή να απευθυνθείς σε έναν σωστό επαγγελματία, που θα φροντίσει να πάνε καλά όλα.
Να πούμε επίσης, ότι στα μεγάλα υψόμετρα η πίεση μειώνεται ( το αντίθετο απ'αυτό που συμβαίνει στο βυθό) και επειδή η εσωτερική μας πίεση είναι αυξημένη είμαστε σαν ένα μπουκάλι με αεροζόλ - έτοιμοι να σκάσουμε δηλαδή. Οι σφυγμοί ανεβαίνουν στους 150 - 170 την ώρα του ύπνου, η όρεξη κόβεται, και η ακτινοβολία είναι πολύ έντονη με αποτέλεσμα να χρησιμοποιείς αντιηλιακά με δείκτη 50 και πάλι να καίγεσαι.
Επειδή η ακτινοβολία δεν είναι φυσιολογική, το χρώμα που παίρνεις είναι ένα πολύ σκούρο καφέ-μπλε. Τα μάτια πρέπει να προστατεύονται με ειδικά ορειβατικά γυαλιά, γιατί η αντανάκλαση είναι τόσο ισχυρή, που τα μάτια παθαίνουν εγκαύματα και υπάρχει κίνδυνος τύφλωσης. Από τα 4.500 μέτρα και πάνω αρχίζουν οι ναυτίες.
Η ανυπαρξία όρεξης σε συνδυασμό με την υπερβολική καύση θερμίδων - πέρα από το σώμα που δουλεύει στο φουλ 24 ώρες, λόγω της χαμηλής ατμοσφαιρικής πίεσης, αλλά και της διαρκούς κίνησης - έχει σαν αποτέλεσμα θεαματική απώλεια βάρους. Αυτή η απώλεια δεν είναι φυσιολογική, μπορεί να χάσεις 10 κιλά σε 10 μέρες και το σώμα επιβαρύνται από αυτό. Η έντονη ναυτία σε κάνει να μην ανέχεσαι τίποτα στο στόμα σου και μια μπουκιά φαγητού, ή μια γουλιά νερού μπορεί να εξελιχτεί σε μαρτύριο. Η κατανάλωση νερού όμως είναι επιβεβλημένη γιατί σ'αυτές τις συνθήκες η αφυδάτωση καραδοκεί και πρέπει να αποφευχθεί με κάθε θυσία.
Αυτά που αναφέρω είναι τα πρώτα στάδια της ασθένειας του υψόμετρου. Αν είσαι τυχερός μπορεί και να μη πάθεις τίποτα. Αν είσαι άτυχος μπορεί και να σε πιάσει από τα 3.500 μέτρα ( σπάνιο αυτό). Δεν έχει σημασία αν είσαι αθλητικός ή όχι, υπέρβαρος, ή αν έχεις αντοχή.
Το υψόμετρο είναι σαν τη ναυτία στο αυτοκίνητο: Ή σε πειράζει, ή όχι. Βλέπεις γεροδεμένους αθληταράδες να καταρρέουν και μεσόκοπους 60άρηδες να πηγαίνουν απτόητοι.
Τα έγραψα όλα αυτά, γιατί αν πάρει κανείς τα μέτρα του, οι επιπτώσεις είναι πολύ λιγότερες. Και είναι ο λόγος που αν πάει μόνος στο Everest Base Camp, θα πρέπει να προσέξει πολύ τους χρόνους παραμονής σε διαφορετικά υψόμετρα, αν πάει οργανωμένα - που το συνιστώ - θα πρέπει να έχει οδηγούς αητούς.
Και έρχομαι στο θέμα μας: Ο οδηγός - Ταμπάκης.
Αυτός που λέτε, καθόλου δεν ήθελε να είναι οδηγός βουνού. Πολύ θα προτιμούσε να πήγαινε σε διαγωνισμούς ταλέντων, ή να διαφήμιζε σαμπουάν σε αργή κίνηση, φυσώντας χνούδια από κοτσάνια.
Πίστευε ότι ήταν σπουδαίο ταλέντο και ότι χαραμιζόταν με το τσόκαρο στο καλντερίμι, να ανεβοκατεβάζει αργόσχολους στα κορφοβούνια.
Και βαριόταν να μας πει το παραμικρό, μάλιστα ήθελε να ξεμπερδεύει τόσο γρήγορα που αποφάσισε να αλλάξει το πρόγραμμα και να κοιμηθούμε αλλού - και προσέξτε: σε διαφορετικό υψόμετρο από το προγραμματισμένο -για να γυρίσουμε νωρίτερα στη Λούκλα.
Ο τύπος έμενε στη Λούκλα και είμαι σίγουρος ότι θα είχε το παρατσούκλι το Δάκρυ της Λούκλα, το Λουλούδι της Ανατολής ή κάτι παρόμοιο, ανατολίτικον και ποιητικόν.
Αυτόν ο αρχηγός μας δεν τον καλοείδε από την αρχή, έκοβε το μάτι του, τόσες φορές πήγε στα Ιμαλάια, οπότε το βράδυ στο Mojo του εξηγήθηκε, το και το, κάνε την πλάκα σου και άσε με να κάνω τη δουλειά μου, γιατί σε παρατάω και συνεχίζω μόνος με το γκρουπ. Να πω επίσης εδώ, ότι αν έχεις επικεφαλής άνθρωπο που ξέρει, δεν χρειάζεσαι τον οδηγό του βουνού - αν κα επιβάλεται, ιδίως για τις πάνω από τα 6.000 μέτρα κορυφές.
Ο οδηγός πρέπει να είναι σαΐνι, να ξέρει τα περάσματα, τα κατατόπια, τους ξενώνες και εκείνος δεν ήξερε τίποτα. Αν τον ρωτούσες όμως για τη Σακίρα και τη Μαντόνα, τα ήξερε όλα.
Για το μόνο που τον χρειαζόμασταν ήταν να αναλαμβάνει τα πολλά-πολλά με τους στρατιώτες στα φυλάκια, επειδή αυτοί δεν ξέρουν αγγλικά.
Από την άλλη, ο αρχηγός ήξερε τα πάντα: Τις ώρες που θα περπατούσαμε, που ήταν πιο επικίνδυνα, μας ενθάρρυνε και όπως προείπα μας κράτησε ενωμένους, γιατί κάποιες στιγμές κοντέψαμε να πλακωθούμε μεταξύ μας, λόγω πολλών αιτιών, της εξής μίας: της άλουστης.
Κάναμε λοιπό μια 4ωρη πεζοπορία πάνω από το Namche Bazar, η άλουστη έμεινε για να πάει για ψώνια. Τι να πει κανείς...
Συναντήσαμε και μια νεαρή Νεοζηλανδή, που ήρθε μέχρι εδώ ολομόναχη για να δει τα μέρη που μεγάλωσε. Πως το είπατε αυτό?
Λοιπόν αυτή είχε μια ωραία ιστορία να μας διηγηθεί:
Η Νέα Ζηλανδία έχει ας πούμε "υιοθετήσει" την περιοχή, λόγω του Νεοζηλανδού Χίλαρι που ήταν ο πρώτος που κατέκτησε το Έβερεστ, μαζί με τον Τενζίνγκ Νοργκάυ, Σέρπα αυτός.
Η Ν.Ζ.λοιπόν στέλνει φάρμακα και γιατρούς στους Σέρπα και στήνει ιατρεία, με αποτέλεσμα η Κοιλάδα του Κούμπου, η κοιλάδα δηλαδή που ανεβαίνει από τη Λούκλα μέχρι το Έβερεστ, να είναι η πιο προνομιούχα περιοχή των Νεπαλέζικων Ιμαλαίων.
Οι χωρικοί έχουν τα μέσα διαβίωσης, έχουν και περίθαλψη.
Στις γειτονικές κοιλάδες όμως, μαύρη μαυρίλα. Χολέρα και κασίδα.
Όταν λοιπόν η κοπελίτσα ήταν μικρή, οι γονείς της ήρθαν εδώ σαν γιατροί και έμειναν δέκα χρόνια. Το κορίτσι μεγάλωσε με τα σερπάκια, έμαθε τη γλώσσα τους και πήγαινε σε νεπαλέζικο σχολείο. Η οικογένεια επέστρεψε στη Νέα Ζηλανδία, η κοπέλα πήγε στο κολέγιο και μόλις τελείωσε, επέστρεψε στα Ιμαλάια για να δει τους παλιούς της φίλους και να μείνειτο χειμώνα εδώ.
Και περπατούσε σαν το κατσίκι στα βράχια, αέρινη, όμορφη σαν ξωτικό των βουνών.
Σαν τις δικές μας που δεν ξεκολλάνε από το κινητό και το σεσουάρ και αναστενάζουν για χαμένους έρωτες στα εντεχνάδικα τα σαββατόβραδα. ( Κορίτσια μη βαράτε, οι παρούσες εξαιρούνται βεβαίως!!!!)
Πολύ τη χάρηκα τη μικρή και για ακόμα μια φορά βλαστήμησα την τύχη μου που είχαμε την άλουστη μαζί μας. Σ'όλο το τρεκ γκρίνιαζε συνέχεια και ζήλευε και την άλλη την κοπέλα που είχαμε μαζί μας και ήταν μια χαρά κορίτσι.
Στο τέλος μεγάλωσε και το μουστάκι της, γιατί πείτε μου που θα έκανε αποτρίχωση εκεί πάνω, εεε?? που?
Λοιπόν ό Θεός όταν θέλει να κάνει πλάκες, γίνεται σαν τον Ντένις τον Τρομερό.
Επιστρέψαμε στον ξενώνα νωρίς το απόγευμα και το βραδάκι πήγαμε για μπύρες στο μοναδικό μπαράκι του χωριού, που έπαιζε Μπανάναραμα και όπου συναντήσαμε ορειβάτες που κατέβαιναν από το Έβερεστ και μας είπαν πολύ ενδιαφέροντα πράγματα.
Ες αύριον τα σπουδαία.