evaT
Member
- Μηνύματα
- 2.120
- Likes
- 18.110
- Επόμενο Ταξίδι
- ?
- Ταξίδι-Όνειρο
- Ιαπωνία
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Προετοιμασία Ταξιδιού
- Καλημέρα Τυφλίδα
- Τυφλίδα (Β)
- Καύκασος βγαλμένος απο πίνακα ζωγραφικής
- Καυκάσου συνέχεια
- Οίνος ευφραίνει καρδίαν
- Kagheti Υποκεφάλαιο
- Τιφλίδα για τα υπόλοιπα
- Διακοπές στο Μπατούμι
- Μπατούμι 2η μέρα
- Μερικές ώρες στο Κουτάισι
- Επίλογος
- Bonus chapter Vardzia by mapouna protopao
Καύκασος βγαλμένος από πίνακα ζωγραφικής
Η εκδρομή ξεκινούσε από την πλατεία Avlabari, όπου υπήρχε σταθμός μετρό, κίνηση και ενδιαφέροντα κτίρια. Μας άρεσε και εφόσον δεν είχαμε άλλη κλεισμένη διανυκτέρευση, μέχρι να βγούμε από την Τιφλίδα είχα βρει το επόμενο κατάλυμα για διανυκτερεύσεις που απέμεναν και τσαακκκκ πάτησα το κουμπί περήφανη για τον εαυτό μου που είχα- εφήμερα έστω- ξεπεράσει το σύνδρομο του στεγνού προγραμματισμού και λειτουργούσα αυθόρμητα. @gkalla ακούς;
Η έκπληξη ήταν πως θα ταξιδεύαμε με μαρσρούτκα! Προφανώς όχι με τους ντόπιους αλλά μια ιδέα είναι όλα.
Το καλό με αυτά τα λεωφορειάκια, είναι ότι τα γκρουπ είναι ολιγομελή, άρα υπάρχει μια καλύτερη πιθανότητα να συνδεθείς με τους ανθρώπους, αν βεβαίως το θέλεις. Εμείς είμασταν σε παρείστικο μουντ, ηλικιακά όμως, ρίχναμε το λιγότερο μια καραμπινάτη 20ετία στους συνοδοιπόρους μας που μάλλον μας έβρισκαν κρύους.
Ο ξεναγός 22 χρονών κι αυτός, ήταν λαλίστατος και δεν έβαζε γλώσσα μέσα. Μιλούσε δε ζηλευτά αγγλικά, με ταχύτητα γυναικείας λογοδιάρροιας και τόσες πολλές πληροφορίες που ομολογώ ότι δεν έχω συγκρατήσει τίποτα.
'Ελεγε, έλεγε, έλεγε, έκανε παύση για ανάσα και συνέχιζε να λέει, τα παπαγάλιζε μονοκοπανιά και στο τέλος απαντούσε σε ερωτήσεις. Μας κούρασε.
Ο δρόμος για αρχή ήταν αδιάφορος, η πρώτη στάση ήταν το Zhinvali Water Reservoir που είχε μια ωραία θέα και πίσω από αυτή ένα ατελείωτο τουριστικό πανηγύρι, με πάγκους, σουβενίρ και μικροπωλητές κάθε είδους.
Λίγο αργότερα επισκεφτήκαμε το φρούριο Ananuri, το οποίο μου φάνηκε αδιάφορο, ευτυχώς ο Αντώνης έβγαλε αυτή την ωραία φωτογραφία
Μας σταμάτησαν για φαγητό. Δεν είχαμε πεινάσει ακόμη, αλλά ποιός ξέρει τι ώρα θα ξεμπερδεύαμε με το τουρ, οπότε πήραμε μια σαλάτα και μερικά χιγκάλι που δεν μας ενθουσίασαν. Α και λίγο κρασάκι για να μην ξεχνιόμαστε.
Καθόμασταν όλοι σε ένα μεγάλο τραπέζι όπως στους αρραβώνες
κι απέναντί μας μια Ινδούλα που έτρωγε όλο της το φαγητό, είχε παραγγείλει αυτά μόνο, για να γευματίσει στις 12.30 το μεσημέρι
Κι αφού δεν μας έπαιζαν τ άλλα τα παιδιά, βρήκαμε κ μεις ευκαιρία να τους κουτσομπολέψουμε μπροστά στα μούτρα τους, αφού από ελληνικά δε σκάμπαζαν γρι
Εγώ δεν έφαγα πολύ και βγήκα να χαζέψω λίγο το όμορφο ποταμάκι έξω από το εστιατόριο
Ωραίο σκηνικό για πικ νικ
Από κει κ έπειτα το πράγμα στράβωσε.
Βρεθήκαμε σ ένα ατελείωτο μποτιλιάρισμα πολλών χιλιομέτρων- η μόνη εξήγηση που μας έδωσαν ήταν ότι βλακωδώς θυμήθηκαν να κάνουν έργα στο δρόμο καλοκαιριάτικα με τον τουρισμό στο πικ και έδιναν την προτεραιότητα στα δύο ρεύματα εκ περιτροπής.
Πέρασε πάνω από ώρα που κινούμασταν σαν τον κάβουρα, ευτυχώς που είχαμε κλείσει διανυκτέρευση τελικά γιατί οι άλλοι κακομοίρηδες έπρεπε να ξαναζήσουν το ίδιο έργο στην επιστροφή.
'Οταν άρχισε λίγο λίγο να ρολάρει η κατάσταση, πέσαμε σ ένα εξίσου ατελείωτο καραβάνι από νταλίκες, οι οποίες εκτείνονταν σταματημένες ως εκεί που έφτανε το μάτι, ακολουθούσαμε το μοναδικό δρόμο που συνδέει τη Γεωργία με τη Ρωσία από βορρά, μέσω Οσετίας; Ποιός ξέρει άραγε. Ήταν αδιανόητο να προβλέψεις πόσο χρόνο θα έπαιρνε για να περνούσε τα σύνορα όλο αυτό το κονβόι, πως ζούσαν αυτοί οι άνθρωποι χωρίς τα στοιχειώδη;
Δεν μπόρεσα να βγάλω κάτι καλύτερο μέσα από το τζάμι
Παρακάτω είχε πάλι φρακάρισμα. Δίχως να καταλάβουμε γιατί, ο δρόμος απλά δεν περνούσε.
Φυσικά οι Γεωργιανοί είναι καμικάζι στην οδήγηση, δείτε από που πέρασε ο δικός μας ο σατανάς.
Από τη μία πλευρά
,
κι από την άλλη
Αδιανόητο!
Αφού το ξεπεράσαμε κι αυτό, πάτησε τέρμα τα γκάζια και με τις συνηθισμένες τυφλές προσπεράσεις καλύψαμε λίγο από το χαμένο χρόνο κ επιτέλους αρχίσαμε να ανεβαίνουμε σοβαρά. Να και τα πρώτα σαλέ.
Περάσαμε το Gudauri και σειρά είχε το επιβλητικό μνημείο της Ρωσογεωργιανής φιλίας (γελάμε) ή Αψίδα της Φιλίας, σ ένα από τα πιο όμορφα περάσματα του βουνού.
Το κατασκεύασαν το 1983 ως ένδειξη φιλίας των δύο λαών, από την μία πλευρά απεικονίζονται συμβολισμοί από τη ζωή και το έργο των Ρώσσων, από την άλλη των Γεωργιανών και στη μέση η κοινή πορεία των λαών. Φυσικά από τότε η όποια συνθήκη φιλίας έχει παραβιαστεί, τι είχες Γιάννη, τι είχα πάντα.
Ωστόσο είναι εντυπωσιακό.
και πανόραμα
Κι από την άλλη ο αγριεμένος, αφιλόξενος Καύκασος
εκεί κάτω χαμηλά είναι μια που φωτογραφιζόταν για το ίνσταγκραμ;
Ε ρε μούρλα!
Φτάσαμε στο Κασμπέγκι που μου θύμισε το Μπάνσκο της Βουλγαρίας σε τουριστίλα και επιβιβαστήκαμε σε μικρότερα οχήματα με τετρακίνηση για να ανεβούμε στο τελευταίο και πιο επιβλητικό αξιοθέατο της ημέρας, το Ναό της Αγίας Τριάδας του 14ου αιώνα, σκαρφαλωμένο στην κορυφή Γκεργκέτι, απέναντι από την ψηλότερη του όρους Κασμπέκ που φάνηκε καλύτερα την επόμενη μέρα.
Η εκκλησιά από πιο χαμηλά
Εκεί πάνω ήταν ο ορισμός του μου κόβεται η ανάσα
Επιτέλους λίγη δροσιά ρε παιδιά!
Μας ξεφόρτωσαν κοντά στο κατάλυμα που είχα κλείσει. Αυτή τη φορά έπεσα διάνα!
Πέτυχα χωριάτικη γειτονιά και ένα τσίλικο ξενοδοχειάκι και μπαλκονάκι με αυτή τη θέα.
Και ξέμπαρκες αγελάδες, τι διάολο στην Ινδία είμαστε; Μη χειρότερα.
Η ξενοδόχα μόλις μας είδε χάρηκε, έχω καλύτερο δωμάτιο να σας δώσω, λέει και μας έδειξε ένα με υπέρδιπλη κρεβατάρα.
Έσπευσα να την επαναφέρω στην πραγματικότητα, ότι σκόπιμα έκλεισα ξεχωριστά κρεβάτια γιατί δεν είμαστε ζευγάρι. Αυτό που πρέπει να εξηγώ ανά την υφήλιο γιατί ταξιδεύω με 1-2-3 άντρες δίχως να είμαι ταίρι με κανέναν τους, θα με στοιχειώνει για πολύ ακόμη.
Τέλος πάντων, μας έβαλε στο σωστό δωμάτιο και πήγε καθένας στη δουλειά του.
Αυτή δηλαδή, εμείς δουλειά δεν είχαμε, είπαμε να απολαύσουμε το ωραίο μας μπαλκόνι συνοδεία εσάνς φρέσκιας κοπριάς, σύντομα το δαγκώσαμε και μπήκαμε μέσα να φορέσουμε ό,τι είχαμε.
Βγήκαμε προς αναζήτηση φαγητού, το χωριό μόλις νύχτωσε ερήμωσε, κυριολεκτικά κυκλοφορούσαν τρείς κι ο κούκος. Μάλλον δύο κι ο κούκος, εγώ με τον Αντώνη, άλλον δεν συναντήσαμε.
Τι ωραία!
Βρήκαμε ένα ωραίο χωριάτικο εστιατόριο και για αρχή πήραμε αυτά.
Και τη συνέχεια κάτι κρεατικά που τα καταβροχθίσαμε πριν σκεφτούμε ότι η ιστορία θέλει και τη φωτογραφία της.
Με το ανάλογο θεικό κόκκινο κρασί φυσικά, το οποίο συνεχίσαμε για αρκετά ακόμη κι αφού χαλαρώσαμε από την κούραση του οδοιπορικού, θυμηθήκαμε ένα σωρό ιστορίες από τα ταξίδια και τη ζωή μας, γελάσαμε και ευχαριστηθήκαμε βουνίσιο αέρα, βρήκαμε το δρόμο να πάμε να ρημαδοκοιμηθούμε, χαρούμενοι που το βουνό μας αντάμοιβε για την απόφαση να χαλαλίσουμε μία μέρα από το ταξίδι μας προκειμένου να το ζήσουμε λιγάκι περισσότερο.
Η εκδρομή ξεκινούσε από την πλατεία Avlabari, όπου υπήρχε σταθμός μετρό, κίνηση και ενδιαφέροντα κτίρια. Μας άρεσε και εφόσον δεν είχαμε άλλη κλεισμένη διανυκτέρευση, μέχρι να βγούμε από την Τιφλίδα είχα βρει το επόμενο κατάλυμα για διανυκτερεύσεις που απέμεναν και τσαακκκκ πάτησα το κουμπί περήφανη για τον εαυτό μου που είχα- εφήμερα έστω- ξεπεράσει το σύνδρομο του στεγνού προγραμματισμού και λειτουργούσα αυθόρμητα. @gkalla ακούς;
Η έκπληξη ήταν πως θα ταξιδεύαμε με μαρσρούτκα! Προφανώς όχι με τους ντόπιους αλλά μια ιδέα είναι όλα.

Το καλό με αυτά τα λεωφορειάκια, είναι ότι τα γκρουπ είναι ολιγομελή, άρα υπάρχει μια καλύτερη πιθανότητα να συνδεθείς με τους ανθρώπους, αν βεβαίως το θέλεις. Εμείς είμασταν σε παρείστικο μουντ, ηλικιακά όμως, ρίχναμε το λιγότερο μια καραμπινάτη 20ετία στους συνοδοιπόρους μας που μάλλον μας έβρισκαν κρύους.
Ο ξεναγός 22 χρονών κι αυτός, ήταν λαλίστατος και δεν έβαζε γλώσσα μέσα. Μιλούσε δε ζηλευτά αγγλικά, με ταχύτητα γυναικείας λογοδιάρροιας και τόσες πολλές πληροφορίες που ομολογώ ότι δεν έχω συγκρατήσει τίποτα.
'Ελεγε, έλεγε, έλεγε, έκανε παύση για ανάσα και συνέχιζε να λέει, τα παπαγάλιζε μονοκοπανιά και στο τέλος απαντούσε σε ερωτήσεις. Μας κούρασε.
Ο δρόμος για αρχή ήταν αδιάφορος, η πρώτη στάση ήταν το Zhinvali Water Reservoir που είχε μια ωραία θέα και πίσω από αυτή ένα ατελείωτο τουριστικό πανηγύρι, με πάγκους, σουβενίρ και μικροπωλητές κάθε είδους.

Λίγο αργότερα επισκεφτήκαμε το φρούριο Ananuri, το οποίο μου φάνηκε αδιάφορο, ευτυχώς ο Αντώνης έβγαλε αυτή την ωραία φωτογραφία

Μας σταμάτησαν για φαγητό. Δεν είχαμε πεινάσει ακόμη, αλλά ποιός ξέρει τι ώρα θα ξεμπερδεύαμε με το τουρ, οπότε πήραμε μια σαλάτα και μερικά χιγκάλι που δεν μας ενθουσίασαν. Α και λίγο κρασάκι για να μην ξεχνιόμαστε.
Καθόμασταν όλοι σε ένα μεγάλο τραπέζι όπως στους αρραβώνες

Κι αφού δεν μας έπαιζαν τ άλλα τα παιδιά, βρήκαμε κ μεις ευκαιρία να τους κουτσομπολέψουμε μπροστά στα μούτρα τους, αφού από ελληνικά δε σκάμπαζαν γρι

Εγώ δεν έφαγα πολύ και βγήκα να χαζέψω λίγο το όμορφο ποταμάκι έξω από το εστιατόριο

Ωραίο σκηνικό για πικ νικ

Από κει κ έπειτα το πράγμα στράβωσε.
Βρεθήκαμε σ ένα ατελείωτο μποτιλιάρισμα πολλών χιλιομέτρων- η μόνη εξήγηση που μας έδωσαν ήταν ότι βλακωδώς θυμήθηκαν να κάνουν έργα στο δρόμο καλοκαιριάτικα με τον τουρισμό στο πικ και έδιναν την προτεραιότητα στα δύο ρεύματα εκ περιτροπής.
Πέρασε πάνω από ώρα που κινούμασταν σαν τον κάβουρα, ευτυχώς που είχαμε κλείσει διανυκτέρευση τελικά γιατί οι άλλοι κακομοίρηδες έπρεπε να ξαναζήσουν το ίδιο έργο στην επιστροφή.
'Οταν άρχισε λίγο λίγο να ρολάρει η κατάσταση, πέσαμε σ ένα εξίσου ατελείωτο καραβάνι από νταλίκες, οι οποίες εκτείνονταν σταματημένες ως εκεί που έφτανε το μάτι, ακολουθούσαμε το μοναδικό δρόμο που συνδέει τη Γεωργία με τη Ρωσία από βορρά, μέσω Οσετίας; Ποιός ξέρει άραγε. Ήταν αδιανόητο να προβλέψεις πόσο χρόνο θα έπαιρνε για να περνούσε τα σύνορα όλο αυτό το κονβόι, πως ζούσαν αυτοί οι άνθρωποι χωρίς τα στοιχειώδη;
Δεν μπόρεσα να βγάλω κάτι καλύτερο μέσα από το τζάμι

Παρακάτω είχε πάλι φρακάρισμα. Δίχως να καταλάβουμε γιατί, ο δρόμος απλά δεν περνούσε.
Φυσικά οι Γεωργιανοί είναι καμικάζι στην οδήγηση, δείτε από που πέρασε ο δικός μας ο σατανάς.
Από τη μία πλευρά

,
κι από την άλλη

Αδιανόητο!
Αφού το ξεπεράσαμε κι αυτό, πάτησε τέρμα τα γκάζια και με τις συνηθισμένες τυφλές προσπεράσεις καλύψαμε λίγο από το χαμένο χρόνο κ επιτέλους αρχίσαμε να ανεβαίνουμε σοβαρά. Να και τα πρώτα σαλέ.

Περάσαμε το Gudauri και σειρά είχε το επιβλητικό μνημείο της Ρωσογεωργιανής φιλίας (γελάμε) ή Αψίδα της Φιλίας, σ ένα από τα πιο όμορφα περάσματα του βουνού.
Το κατασκεύασαν το 1983 ως ένδειξη φιλίας των δύο λαών, από την μία πλευρά απεικονίζονται συμβολισμοί από τη ζωή και το έργο των Ρώσσων, από την άλλη των Γεωργιανών και στη μέση η κοινή πορεία των λαών. Φυσικά από τότε η όποια συνθήκη φιλίας έχει παραβιαστεί, τι είχες Γιάννη, τι είχα πάντα.
Ωστόσο είναι εντυπωσιακό.


και πανόραμα

Κι από την άλλη ο αγριεμένος, αφιλόξενος Καύκασος


εκεί κάτω χαμηλά είναι μια που φωτογραφιζόταν για το ίνσταγκραμ;
Ε ρε μούρλα!

Φτάσαμε στο Κασμπέγκι που μου θύμισε το Μπάνσκο της Βουλγαρίας σε τουριστίλα και επιβιβαστήκαμε σε μικρότερα οχήματα με τετρακίνηση για να ανεβούμε στο τελευταίο και πιο επιβλητικό αξιοθέατο της ημέρας, το Ναό της Αγίας Τριάδας του 14ου αιώνα, σκαρφαλωμένο στην κορυφή Γκεργκέτι, απέναντι από την ψηλότερη του όρους Κασμπέκ που φάνηκε καλύτερα την επόμενη μέρα.
Η εκκλησιά από πιο χαμηλά

Εκεί πάνω ήταν ο ορισμός του μου κόβεται η ανάσα


Επιτέλους λίγη δροσιά ρε παιδιά!

Μας ξεφόρτωσαν κοντά στο κατάλυμα που είχα κλείσει. Αυτή τη φορά έπεσα διάνα!
Πέτυχα χωριάτικη γειτονιά και ένα τσίλικο ξενοδοχειάκι και μπαλκονάκι με αυτή τη θέα.
Και ξέμπαρκες αγελάδες, τι διάολο στην Ινδία είμαστε; Μη χειρότερα.

Η ξενοδόχα μόλις μας είδε χάρηκε, έχω καλύτερο δωμάτιο να σας δώσω, λέει και μας έδειξε ένα με υπέρδιπλη κρεβατάρα.
Έσπευσα να την επαναφέρω στην πραγματικότητα, ότι σκόπιμα έκλεισα ξεχωριστά κρεβάτια γιατί δεν είμαστε ζευγάρι. Αυτό που πρέπει να εξηγώ ανά την υφήλιο γιατί ταξιδεύω με 1-2-3 άντρες δίχως να είμαι ταίρι με κανέναν τους, θα με στοιχειώνει για πολύ ακόμη.
Τέλος πάντων, μας έβαλε στο σωστό δωμάτιο και πήγε καθένας στη δουλειά του.
Αυτή δηλαδή, εμείς δουλειά δεν είχαμε, είπαμε να απολαύσουμε το ωραίο μας μπαλκόνι συνοδεία εσάνς φρέσκιας κοπριάς, σύντομα το δαγκώσαμε και μπήκαμε μέσα να φορέσουμε ό,τι είχαμε.
Βγήκαμε προς αναζήτηση φαγητού, το χωριό μόλις νύχτωσε ερήμωσε, κυριολεκτικά κυκλοφορούσαν τρείς κι ο κούκος. Μάλλον δύο κι ο κούκος, εγώ με τον Αντώνη, άλλον δεν συναντήσαμε.
Τι ωραία!

Βρήκαμε ένα ωραίο χωριάτικο εστιατόριο και για αρχή πήραμε αυτά.


Και τη συνέχεια κάτι κρεατικά που τα καταβροχθίσαμε πριν σκεφτούμε ότι η ιστορία θέλει και τη φωτογραφία της.
Με το ανάλογο θεικό κόκκινο κρασί φυσικά, το οποίο συνεχίσαμε για αρκετά ακόμη κι αφού χαλαρώσαμε από την κούραση του οδοιπορικού, θυμηθήκαμε ένα σωρό ιστορίες από τα ταξίδια και τη ζωή μας, γελάσαμε και ευχαριστηθήκαμε βουνίσιο αέρα, βρήκαμε το δρόμο να πάμε να ρημαδοκοιμηθούμε, χαρούμενοι που το βουνό μας αντάμοιβε για την απόφαση να χαλαλίσουμε μία μέρα από το ταξίδι μας προκειμένου να το ζήσουμε λιγάκι περισσότερο.
Last edited by a moderator: