Grerena
Member
- Μηνύματα
- 1.407
- Likes
- 19.805
- Επόμενο Ταξίδι
- Μαδρίτη πάλι :)
- Ταξίδι-Όνειρο
- Tromso, Las Vegas
5η ημέρα (Blagaj-Mostar-Split)
Πρωινό made by mama, φόρτωμα του αυτοκινήτου, καφεδάκι δίπλα στην πισίνα και αναχώρηση.
Για σήμερα το βράδυ είχαμε κλείσει διαμέρισμα στο Split, στο οποίο θα έπρεπε να φτάσουμε κατά τις 7:00. Είχα ειδοποιήσει τον ιδιοκτήτη να μας περιμένει εκείνη την ώρα, αλλά θέλαμε και να προλάβουμε να επισκεφτούμε και τα υπόγεια του παλατιού του Διοκλητιανού στο Split, τα οποία δεν ήμουν και πολύ σίγουρη μέχρι τι ώρα θα ήταν ανοιχτά.
Το πρόγραμμά μας είχε στην ουσία μια ημερήσια εκδρομή στη Βοσνία & Ερζεγοβίνη με επίσκεψη στο Mostar με κατάληξη για διανυκτέρευση Split.
Η διαδρομή που κάναμε (την 5η ημέρα)
(Ευχαριστώ @vasiliss)
Φύγαμε λοιπόν λίγο χαλαρά το πρωί, ευτυχώς με καλό καιρό. Ο ήλιος είχε βγει και η Φθινοπωρινή μπόρα ήταν πια παρελθόν. Η διαδρομή ήταν παραλιακή με θέα τα νησιά της Δαλματίας. Κάποια στιγμή συναντήσαμε τα τείχη Ston. Πρόκειται για το λεγόμενο «Σινικό τείχος της Ευρώπης». Ονομάζεται έτσι λόγω του μεγάλου μήκους του (5Km). Είναι πολύ δημοφιλής η πεζοπορία κατά μήκος των τειχών, κάτι που πιστεύω ότι θα μας άρεσε να κάνουμε, αλλά πόσες μέρες πια θα ‘πρεπε να αφιερώσω για να τα κάνουμε όλα; Παρόλο που είναι και “Game of Thrones” site το «ξεσκαρτάραμε» από το πρόγραμμα και το προσπεράσαμε.
Η Βοσνία & Ερζεγοβίνη έχει ένα μικρό «άνοιγμα» στη θάλασσα. Μόνο για 9km «βλέπει» Αδριατική. Με το που μπαίνεις στη χώρα μόνο για 9 km παραλιακού δρόμου τη διασχίζεις και μετά ξαναπερνάς τα σύνορα και ξαναμπαίνεις στην Κροατία. Περάσαμε πάλι εύκολα. Δεν είχε κίνηση, παρά μόνο δυο – τρία αυτοκίνητα μπροστά μας. Η κατεύθυνσή μας ήταν για Mostar.
Περνώντας περιφερειακά από την πόλη Metkovic (της Κροατίας) συναντάμε το πολύ γνώριμό μας Lidl. Ευκαιρία για ανεφοδιασμό. Κάναμε στάση λοιπόν και ψωνίσαμε διάφορα από το φούρνο του, νερά, γάλατα, αυγά και γενικά πρόχειρα που μας αρέσουν για πρωινο-βραδινά γεύματα. Αμέσως μετά το Metkovic συναντήσαμε πάλι σύνορα. Ξαναμπήκαμε στη Βοσνία & Ερζεγοβίνη. Εδώ ο έλεγχος μας φάνηκε λίγο πιο ενδελεχής. Ήταν η μόνη φορά που μας ζήτησαν την πράσινη κάρτα του αυτοκινήτου. Μάλιστα ο μουστακαλής τελωνιακός εμένα τουλάχιστον μου φάνηκε ότι είχε το ύφος του «τώρα σας έπιασα», «σιγά μην έχετε πράσινη κάρτα». Εμείς όμως προφανώς είχαμε. Αποχαιρετώντας τον απογοητευμένο συνοριοφύλακα μπήκαμε στο έδαφος της Β&Η για δεύτερη φορά.
Το τοπίο εδώ είναι καταπράσινο και ημιορεινό. Κοιλάδες ποτάμια και ψηλά δέντρα μας «ακολουθούσαν» σε όλη τη διαδρομή. Λίγο μετά το Poticelj, ένα όμορφο μεσαιωνικό χωριό, συναντήσαμε μια ταμπέλα που οδηγούσε στο τοπωνύμιο Blagaj. Είχα διαβάσει γι’ αυτό και πρότεινα στην ομήγυρη να πάμε για λίγο να δούμε το μέρος. Τι πρότεινα δηλαδή, σχεδόν το αποφάσισα, αφού εγώ κρατούσα εκείνη την ώρα και το τιμόνι. Απλά ήθελα ενδόμυχα να μοιραστώ την ευθύνη της τυχόν χρονοκαθυστέρησης αν δεν προλαβαίναμε στη συνέχεια τα υπόλοιπα.
Φτάσαμε γρήγορα. Στο Blagaj υπήρχε ένα παλιό χάνι, το Blagaj Tekke (Blagaj Tekija). Πρόκειται για ένα μοναστήρι-χάνι που έχτισαν Δερβίσηδες και αποτελούσε ξενώνα για τους ταξιδευτές σούφι. Πρόκειται για ένα σύμπλεγμα τζαμιού, ξενοδοχείου και φαγάδικου μαζί. Ο τεκές είναι χτισμένος πάνω σε ένα βράχο με απότομη κλίση, δίπλα από τα θεμέλια του οποίου και μέσα από μια σπηλιά του βράχου βγαίνει ένα ποτάμι. Το όλο σκηνικό είναι πολύ εντυπωσιακό. Στην απέναντι μεριά του ποταμού υπάρχουν πολλές ταβέρνες με τραπεζάκια πάνω σε νησίδες του ποταμού, στις όχθες του, σε γεφύρια. Δεν λείπανε βέβαια και τα σουβενιρομάγαζα.
Ο τεκές είναι επισκέψιμος. Με είσοδο 4€ (μόνο εμείς οι μεγάλοι-τα παιδιά ήταν δωρεάν) αποφασίσαμε να μπούμε και να τον δούμε και εκ των έσω.
Μπήκαμε. Ήταν καθαρό, ανακαινισμένο, όλο δωματιάκια, δωματιάκια, που έβλεπαν όλα στο νερό. Είναι αξιοσημείωτο το πώς τα ερεθίσματα επιδρούν διαφορετικά στον καθένα. Σε μένα δεν μου έκανε τόσο εντύπωση, ίσως γιατί είχα ξαναεπισκεφτεί “μουσουλμανικά” σε άλλες χώρες. Η μικρή εντυπωσιάστηκε (και της άρεσε κιόλας) που στην είσοδο για να μπει μέσα της φόρεσαν μαντήλα. Στα αγόρια δεν άρεσε που έπρεπε να βγάλουν τα παπούτσια τους. Έλεγαν: “αφού είναι ιερός χώρος γι’ αυτούς, τότε δεν χρειάζεται καν να μπούμε μέσα εμείς οι αλλόθρησκοι και να τον μαγαρίσουμε”. Από ότι κατάλαβα το Blagaj πρέπει να έχει πολλούς Τούρκους επισκέπτες. Άλλωστε η πατρίδα των σούφι είναι το Ικόνιο της Τουρκίας. Και εμάς στην αρχή μας πέρασαν για Τούρκους.
Μετά από την επίσκεψή μας αυτή, εγώ ήθελα να καθίσουμε στην παραποτάμια αυλή να πιούμε το παραδοσιακό τσάι. Οι άνδρες όμως πεινούσαν και οι ταβέρνες απέναντι μας είχαν σπάσει τη μύτη. Αν καθόμασταν βέβαια θα "κλέβαμε” χρόνο από το Mostar. Ωραία θα ήταν να καθόμασταν να φάμε σε μια εξοχή στη Βοσνία, όπως εδώ, αλλά με έτρωγε ο χρόνος. Τελικά καθίσαμε. Έφαγα μια καταπληκτική ψαρόσουπα και ο άντρας μου έφαγε πέστροφα μόλις ψαρεμένη και μαγειρεμένη με τέσσερις διαφορετικούς τρόπους. Ποικιλία πέστροφας; ψητή, τηγανιτή, φιλέτο φούρνου και κεμπάμπ (σουβλιστό σε καλαμάκι). Επίσης του άρεσε πολύ. Η μικρή πήρε ένα τοπικό γλυκό και τα αγόρια είχαν μουτρώσει και δεν θέλανε τίποτα. Ο ένας γιατί ήθελε να φύγουμε (γιατί ήθελε να προλάβει ανοιχτό το παλάτι του Διοκλητιανού) και ο άλλος γιατί; Γιατί στο ποτάμι δίπλα μας είχε καγιάκ. Αν είναι δυνατόν! Αυτό το καγιάκ με ακολουθεί. Έβλεπε τις μουσουλμάνες να κάνουν καγιάκ δίπλα μας και “σεληνιαζόταν”.
Ο τεκές δίπλα στις πηγές του ποταμού
Μαρμάρινη πινακίδα στην είσοδο
Χωρίς μαντήλα δεν μπαίνει κανείς
Λεπτομέρεια στην οροφή
Μπαλκόνι πάνω ακριβώς από τις πηγές
Προσοχή απαγορεύονται...τα πάντα (ιδιαίτερα το κάτω αριστερά)
Το μενού του εστιατορίου
“Φάγαμε” πολύ ώρα απρόσμενη στο Blagaj, μάλλον εις βάρος του Mostar. Και μας έμεινε και η γκρίνια του καγιάκ, η οποία μας ακολούθησε για πολύ ώρα.
Αφού ψωνίσαμε και το σουβενίρ μας (ένα υπέροχο μπρούτζινο καθρεφτάκι) φύγαμε από το Blagaj. Σε 15’ είμαστε Mostar. Την πατρίδα του Μπάγιεβιτς (του Dusan Bajevic). Αυτό ήταν το μοναδικό πράγμα που ξέραμε για την πόλη αυτή μέχρι τότε! Τώρα όμως ξέραμε πια και για τη διάσημη γέφυρά του. Μπαίνοντας μέσα στην πόλη αρχίσαμε να ψάχνουμε για πινακίδες που να οδηγούν σε αυτή. Θέλαμε να παρκάρουμε όσο γινόταν πιο κοντά στη γέφυρα για να πάμε να δούμε από κοντά το μνημείο αυτό της Unesco. Βλέπαμε πινακίδες προς Stari Most, τις ακολουθούσαμε, αλλά πουθενά δεν την βλέπαμε και όλο ψιλοχανόμασταν και όλο πάλι μπροστά μας βρίσκαμε άλλες πινακίδες. Κάπου εδώ είναι, κάπου εδώ είναι αλλά που; Τελικά πέσαμε θύματα ενός παρκαδόρου.
-«Parking θέλετε κοντά στη γέφυρα»; Μας είπε.
-«Ναι» λέμε.
-«Ακολουθείστε με».
Και ακολουθήσαμε. Και μακριά μας πήγε και 5€ μας πήρε και αφύλακτο ήταν το αυτοκίνητο όσο λείπαμε. Αφού δε συνέβη τίποτα πάλι καλά. Μάθαμε όμως. Μας ξαναέτυχε παρόμοια φάση στο ταξίδι αλλά δεν την ξαναπάθαμε. Όλα εμπειρίες είναι.
Τέλος πάντων. Παρκάραμε και ακολουθήσαμε τον όχλο. Και όσο πλησιάζαμε πεζοί τη γέφυρα τόσο πύκνωνε ο κόσμος. Και μπήκαμε σε κάτι στενάκια με σουβενιρομάγαζα και όσο προχωρούσαμε τόσο πληθαίνανε μέχρι που ξαφνικά φτάσαμε. Την βλέπεις ξαφνικά από μία όχι και τόσο καλή γωνία ομολογουμένως. Από κοντά δεν μοιάζει παλιά. Είναι όμως το σχήμα της, η αρχιτεκτονική της, το στρατηγικό της σημείο, η ιστορία της, ή όλα αυτά μαζί, που την έχει κάνει τόσο διάσημη.
Η Παλιά Γέφυρα (Stari Most) εδώ και αιώνες θεωρείται σύμβολο γεφύρωσης του Χριστιανικού κόσμου (Κροάτες δυτικού τμήματος) με τον ισλαμικό κόσμο (Βόσνιοι ανατολικού). Καταστράφηκε κατά τη διάρκεια του πρόσφατου πολέμου το 1993 και επανακατασκευάστηκε το 2004, ως επί το πλείστον από τους αυθεντικούς λίθους που ανασύρθηκαν από το ποτάμι Νέρετβα που γεφυρώνει, με τη βοήθεια οικονομικού προγράμματος στο οποίο συνέδραμαν Ιταλία, Ολλανδία, Κροατία, Τουρκία και Βοσνία. Η γέφυρα μπήκε στη λίστα της Unesco το 2005, όχι μόνο λόγω του ότι είναι ένα αρχιτεκτονικό αριστούργημα του 16αι., αλλά και λόγω της μεγάλης συμβολικής της σημασίας. Και μια αξιοπρόσεκτη σύμπτωση: Κατασκευάστηκε από Οθωμανό αρχιτέκτονα το 1565 (με παραγγελία του Σουλεϊμάν του μεγαλοπρεπή) και επανακατασκευάστηκε το 2004 από….. Τουρκική τεχνική εταιρία!
Η Stari Most είναι το ορόσημο της πόλης του Mostar και στην ουσία η σημαντικότερη attraction της.
Εμείς αράξαμε λίγο στο πλάι για να χαζέψουμε αυτήν και τους πύργους της ή όπως τους λένε αλλιώς: “τους φύλακες της γέφυρας”. Εγώ βρήκα ευκαιρία να εξηγήσω στα παιδιά γιατί δεν δείχνει παλιά ενώ είναι του 1565. Παράλληλα παρατηρούσαμε και κάποιους ντόπιους που προσπαθούσαν να μαζέψουν “χορηγίες” προκειμένου να κάνουν βουτιά από τη γέφυρα στο ποτάμι.. Αργότερα έμαθα ότι αυτό είναι έθιμο που κρατάει από την κατασκευή της σχεδόν και δεν γεννήθηκε με τον τωρινό τουρισμό όπως πίστευα.
Όση ώρα είμαστε εκεί μέχρι να φάει το παγωτό του ο μικρός (για να παρηγορηθεί για το καγιάκ που έχασε), βουτιά στο ποτάμι δεν είχε γίνει. Εγκαταλείψαμε λοιπόν αυτή τη γωνία και αποφασίσαμε να διασχίσουμε τη γέφυρα να περάσουμε απέναντι το δρόμο που συνεχίζει παραποτάμια και να προχωρήσουμε για να τη δούμε από πιο μακριά. Ανεβήκαμε και κατεβήκαμε λοιπόν από το αρκετά απότομο τόξο της, βγάζοντας εξαιρετικές φωτογραφίες από την οπτική της, στο Νέρετβα και στις απέναντι γέφυρες, παρόμοιας τεχνοτροπίας με τη Stari Most.
Stari Most
Η θέα από τη γέφυρα
Μέχρι τώρα αγνοούσαμε επιδεικτικά τα σουβενιρομάγαζα. Γενικά στα ταξίδια μας αποφεύγουμε τα ψώνια, γιατί παρασυρόμαστε και χάνουμε και χρόνο και χρήμα. Και σε αυτό το ταξίδι με τα σουβενίρ του “Game of Thrones” είχαμε μάλλον υπερβεί τα όρια. Εδώ όμως τα μαγαζιά της αγοράς Kujudziluk, του Mostar είχαν κάποια πράγματα ιδιαίτερα και ο πειρασμός να κοντοσταθείς και να τα χαζέψεις ήταν μεγάλος. Συγκεκριμένα είχαν πολλά εξαρτήματα πολέμου και του πρόσφατου (της δεκαετίας του ’90) και του Β΄ Παγκόσμιου. Πωλούσαν σφαίρες, κράνη, μάσκες αερίων, μαχαίρια κ.α. Υπήρχαν ακόμα και πολλά διακοσμητικά αλλά και χρηστικά αντικείμενα φτιαγμένα από…σφαίρες. Τα αγόρια μπαινόβγαιναν στα μαγαζάκια χάζευαν από εδώ, κοιτούσαν από εκεί και είχαν αρχίσει τη μουρμούρα, να πάρουμε αυτό, να πάρουμε εκείνο. Μα δεν μπορούσα να καταλάβω γιατί να πάρουμε για σουβενίρ ένα ενθύμιο πολέμου! Εκείνα όμως το έβρισκαν μοναδικό! Ως και δώρα για φίλους ήθελαν να πάρουν! Τους ενθουσίαζε το ότι ήταν χρησιμοποιημένα! Το ότι ήταν παλιά! Αν είχε και αίμα επάνω θα ήταν ακόμα καλύτερα! Δεν μπορούσα να το διαχειριστώ το θέμα και πήρα την κόρη μου και απομακρυνθήκαμε και πήγαμε να χαζέψουμε κοσμήματα. Εμείς πήραμε 2 βραχιολάκια, 1 καθρεφτάκι και τρία ζευγάρια σκουλαρίκια. Α! και ένα τασάκι χάλκινο που έλεγε Mostar. Και όλα αυτά πάμφθηνα. Όταν επέστρεψα πίσω στην Ελλάδα και συνειδητοποίησα πόσο φθηνά ήταν όλα σε εκείνη την αγορά, θύμωσα που δεν πήρα κι άλλα πράγματα. Ειδικά τα σκουλαρίκια ήταν πολύ ιδιαίτερης τεχνοτροπίας. Δεν είχα ξαναδεί, ούτε έχω ξαναδεί έκτοτε παρόμοια. Τελικά τα αγόρια πήραν ένα παλιό μαχαίρι θεοβρώμικο, το οποίο τους κράτησε ενθουσιασμένους καθ’ όλη τη διάρκεια του υπόλοιπου ταξιδιού αλλά και απασχολημένους τις ώρες της οδήγησης αφού διαφωνούσαν συνεχώς για το σε ποιον ανήκει.
H αγορά Kujudziluk
Παρασυρθήκαμε τελικά τόσο πολύ από τα ψώνια που ασχολήθηκα με αυτά με αποτέλεσμα να μη βγάλω πολλές φωτογραφίες.
Ευτυχώς που ξεχάσαμε για λίγο το καγιάκ, θυμηθήκαμε όμως την κοροϊδία του parking, αλλά στο τέλος όλα πήγαν καλά. Πήραμε το αυτοκίνητό μας και βγαίνοντας από τη Βοσνία μας έπιασε και το σούρουπο. Όλα καλά, αλλά φύγαμε “χαλαρά” το πρωί, καθίσαμε πολύ στο Blagaj, χαζολογήσαμε extra με τα ψώνια στο Mostar και τι ώρα θα φτάναμε στο Split; Θα στήσουμε και τον ιδιοκτήτη και το παλάτι αποκλείεται να το προλάβουμε ανοιχτό. Όλα αυτά βέβαια ήταν μέσα στο μυαλό μου γιατί το πρόγραμμα που είχα φτιάξει δεν το γνώριζε κανείς. Όχι ότι δεν ήθελα εγώ, αλλά γιατί δεν ήθελε κανένας άλλος να το ξέρει εκ των προτέρων. Όλοι ήταν μέρος του group και γνώριζαν μόνο τα “χοντρά”. Ήταν ευχαριστημένοι να ακολουθούν απλά τον ξεναγό, δηλ. εμένα!
Πρωινό made by mama, φόρτωμα του αυτοκινήτου, καφεδάκι δίπλα στην πισίνα και αναχώρηση.
Για σήμερα το βράδυ είχαμε κλείσει διαμέρισμα στο Split, στο οποίο θα έπρεπε να φτάσουμε κατά τις 7:00. Είχα ειδοποιήσει τον ιδιοκτήτη να μας περιμένει εκείνη την ώρα, αλλά θέλαμε και να προλάβουμε να επισκεφτούμε και τα υπόγεια του παλατιού του Διοκλητιανού στο Split, τα οποία δεν ήμουν και πολύ σίγουρη μέχρι τι ώρα θα ήταν ανοιχτά.
Το πρόγραμμά μας είχε στην ουσία μια ημερήσια εκδρομή στη Βοσνία & Ερζεγοβίνη με επίσκεψη στο Mostar με κατάληξη για διανυκτέρευση Split.
Η διαδρομή που κάναμε (την 5η ημέρα)

Φύγαμε λοιπόν λίγο χαλαρά το πρωί, ευτυχώς με καλό καιρό. Ο ήλιος είχε βγει και η Φθινοπωρινή μπόρα ήταν πια παρελθόν. Η διαδρομή ήταν παραλιακή με θέα τα νησιά της Δαλματίας. Κάποια στιγμή συναντήσαμε τα τείχη Ston. Πρόκειται για το λεγόμενο «Σινικό τείχος της Ευρώπης». Ονομάζεται έτσι λόγω του μεγάλου μήκους του (5Km). Είναι πολύ δημοφιλής η πεζοπορία κατά μήκος των τειχών, κάτι που πιστεύω ότι θα μας άρεσε να κάνουμε, αλλά πόσες μέρες πια θα ‘πρεπε να αφιερώσω για να τα κάνουμε όλα; Παρόλο που είναι και “Game of Thrones” site το «ξεσκαρτάραμε» από το πρόγραμμα και το προσπεράσαμε.
Η Βοσνία & Ερζεγοβίνη έχει ένα μικρό «άνοιγμα» στη θάλασσα. Μόνο για 9km «βλέπει» Αδριατική. Με το που μπαίνεις στη χώρα μόνο για 9 km παραλιακού δρόμου τη διασχίζεις και μετά ξαναπερνάς τα σύνορα και ξαναμπαίνεις στην Κροατία. Περάσαμε πάλι εύκολα. Δεν είχε κίνηση, παρά μόνο δυο – τρία αυτοκίνητα μπροστά μας. Η κατεύθυνσή μας ήταν για Mostar.
Περνώντας περιφερειακά από την πόλη Metkovic (της Κροατίας) συναντάμε το πολύ γνώριμό μας Lidl. Ευκαιρία για ανεφοδιασμό. Κάναμε στάση λοιπόν και ψωνίσαμε διάφορα από το φούρνο του, νερά, γάλατα, αυγά και γενικά πρόχειρα που μας αρέσουν για πρωινο-βραδινά γεύματα. Αμέσως μετά το Metkovic συναντήσαμε πάλι σύνορα. Ξαναμπήκαμε στη Βοσνία & Ερζεγοβίνη. Εδώ ο έλεγχος μας φάνηκε λίγο πιο ενδελεχής. Ήταν η μόνη φορά που μας ζήτησαν την πράσινη κάρτα του αυτοκινήτου. Μάλιστα ο μουστακαλής τελωνιακός εμένα τουλάχιστον μου φάνηκε ότι είχε το ύφος του «τώρα σας έπιασα», «σιγά μην έχετε πράσινη κάρτα». Εμείς όμως προφανώς είχαμε. Αποχαιρετώντας τον απογοητευμένο συνοριοφύλακα μπήκαμε στο έδαφος της Β&Η για δεύτερη φορά.
Το τοπίο εδώ είναι καταπράσινο και ημιορεινό. Κοιλάδες ποτάμια και ψηλά δέντρα μας «ακολουθούσαν» σε όλη τη διαδρομή. Λίγο μετά το Poticelj, ένα όμορφο μεσαιωνικό χωριό, συναντήσαμε μια ταμπέλα που οδηγούσε στο τοπωνύμιο Blagaj. Είχα διαβάσει γι’ αυτό και πρότεινα στην ομήγυρη να πάμε για λίγο να δούμε το μέρος. Τι πρότεινα δηλαδή, σχεδόν το αποφάσισα, αφού εγώ κρατούσα εκείνη την ώρα και το τιμόνι. Απλά ήθελα ενδόμυχα να μοιραστώ την ευθύνη της τυχόν χρονοκαθυστέρησης αν δεν προλαβαίναμε στη συνέχεια τα υπόλοιπα.
Φτάσαμε γρήγορα. Στο Blagaj υπήρχε ένα παλιό χάνι, το Blagaj Tekke (Blagaj Tekija). Πρόκειται για ένα μοναστήρι-χάνι που έχτισαν Δερβίσηδες και αποτελούσε ξενώνα για τους ταξιδευτές σούφι. Πρόκειται για ένα σύμπλεγμα τζαμιού, ξενοδοχείου και φαγάδικου μαζί. Ο τεκές είναι χτισμένος πάνω σε ένα βράχο με απότομη κλίση, δίπλα από τα θεμέλια του οποίου και μέσα από μια σπηλιά του βράχου βγαίνει ένα ποτάμι. Το όλο σκηνικό είναι πολύ εντυπωσιακό. Στην απέναντι μεριά του ποταμού υπάρχουν πολλές ταβέρνες με τραπεζάκια πάνω σε νησίδες του ποταμού, στις όχθες του, σε γεφύρια. Δεν λείπανε βέβαια και τα σουβενιρομάγαζα.
Ο τεκές είναι επισκέψιμος. Με είσοδο 4€ (μόνο εμείς οι μεγάλοι-τα παιδιά ήταν δωρεάν) αποφασίσαμε να μπούμε και να τον δούμε και εκ των έσω.
Μπήκαμε. Ήταν καθαρό, ανακαινισμένο, όλο δωματιάκια, δωματιάκια, που έβλεπαν όλα στο νερό. Είναι αξιοσημείωτο το πώς τα ερεθίσματα επιδρούν διαφορετικά στον καθένα. Σε μένα δεν μου έκανε τόσο εντύπωση, ίσως γιατί είχα ξαναεπισκεφτεί “μουσουλμανικά” σε άλλες χώρες. Η μικρή εντυπωσιάστηκε (και της άρεσε κιόλας) που στην είσοδο για να μπει μέσα της φόρεσαν μαντήλα. Στα αγόρια δεν άρεσε που έπρεπε να βγάλουν τα παπούτσια τους. Έλεγαν: “αφού είναι ιερός χώρος γι’ αυτούς, τότε δεν χρειάζεται καν να μπούμε μέσα εμείς οι αλλόθρησκοι και να τον μαγαρίσουμε”. Από ότι κατάλαβα το Blagaj πρέπει να έχει πολλούς Τούρκους επισκέπτες. Άλλωστε η πατρίδα των σούφι είναι το Ικόνιο της Τουρκίας. Και εμάς στην αρχή μας πέρασαν για Τούρκους.
Μετά από την επίσκεψή μας αυτή, εγώ ήθελα να καθίσουμε στην παραποτάμια αυλή να πιούμε το παραδοσιακό τσάι. Οι άνδρες όμως πεινούσαν και οι ταβέρνες απέναντι μας είχαν σπάσει τη μύτη. Αν καθόμασταν βέβαια θα "κλέβαμε” χρόνο από το Mostar. Ωραία θα ήταν να καθόμασταν να φάμε σε μια εξοχή στη Βοσνία, όπως εδώ, αλλά με έτρωγε ο χρόνος. Τελικά καθίσαμε. Έφαγα μια καταπληκτική ψαρόσουπα και ο άντρας μου έφαγε πέστροφα μόλις ψαρεμένη και μαγειρεμένη με τέσσερις διαφορετικούς τρόπους. Ποικιλία πέστροφας; ψητή, τηγανιτή, φιλέτο φούρνου και κεμπάμπ (σουβλιστό σε καλαμάκι). Επίσης του άρεσε πολύ. Η μικρή πήρε ένα τοπικό γλυκό και τα αγόρια είχαν μουτρώσει και δεν θέλανε τίποτα. Ο ένας γιατί ήθελε να φύγουμε (γιατί ήθελε να προλάβει ανοιχτό το παλάτι του Διοκλητιανού) και ο άλλος γιατί; Γιατί στο ποτάμι δίπλα μας είχε καγιάκ. Αν είναι δυνατόν! Αυτό το καγιάκ με ακολουθεί. Έβλεπε τις μουσουλμάνες να κάνουν καγιάκ δίπλα μας και “σεληνιαζόταν”.
Ο τεκές δίπλα στις πηγές του ποταμού
Μαρμάρινη πινακίδα στην είσοδο
Χωρίς μαντήλα δεν μπαίνει κανείς
Λεπτομέρεια στην οροφή
Μπαλκόνι πάνω ακριβώς από τις πηγές
Προσοχή απαγορεύονται...τα πάντα (ιδιαίτερα το κάτω αριστερά)
Το μενού του εστιατορίου
“Φάγαμε” πολύ ώρα απρόσμενη στο Blagaj, μάλλον εις βάρος του Mostar. Και μας έμεινε και η γκρίνια του καγιάκ, η οποία μας ακολούθησε για πολύ ώρα.
Αφού ψωνίσαμε και το σουβενίρ μας (ένα υπέροχο μπρούτζινο καθρεφτάκι) φύγαμε από το Blagaj. Σε 15’ είμαστε Mostar. Την πατρίδα του Μπάγιεβιτς (του Dusan Bajevic). Αυτό ήταν το μοναδικό πράγμα που ξέραμε για την πόλη αυτή μέχρι τότε! Τώρα όμως ξέραμε πια και για τη διάσημη γέφυρά του. Μπαίνοντας μέσα στην πόλη αρχίσαμε να ψάχνουμε για πινακίδες που να οδηγούν σε αυτή. Θέλαμε να παρκάρουμε όσο γινόταν πιο κοντά στη γέφυρα για να πάμε να δούμε από κοντά το μνημείο αυτό της Unesco. Βλέπαμε πινακίδες προς Stari Most, τις ακολουθούσαμε, αλλά πουθενά δεν την βλέπαμε και όλο ψιλοχανόμασταν και όλο πάλι μπροστά μας βρίσκαμε άλλες πινακίδες. Κάπου εδώ είναι, κάπου εδώ είναι αλλά που; Τελικά πέσαμε θύματα ενός παρκαδόρου.
-«Parking θέλετε κοντά στη γέφυρα»; Μας είπε.
-«Ναι» λέμε.
-«Ακολουθείστε με».
Και ακολουθήσαμε. Και μακριά μας πήγε και 5€ μας πήρε και αφύλακτο ήταν το αυτοκίνητο όσο λείπαμε. Αφού δε συνέβη τίποτα πάλι καλά. Μάθαμε όμως. Μας ξαναέτυχε παρόμοια φάση στο ταξίδι αλλά δεν την ξαναπάθαμε. Όλα εμπειρίες είναι.
Τέλος πάντων. Παρκάραμε και ακολουθήσαμε τον όχλο. Και όσο πλησιάζαμε πεζοί τη γέφυρα τόσο πύκνωνε ο κόσμος. Και μπήκαμε σε κάτι στενάκια με σουβενιρομάγαζα και όσο προχωρούσαμε τόσο πληθαίνανε μέχρι που ξαφνικά φτάσαμε. Την βλέπεις ξαφνικά από μία όχι και τόσο καλή γωνία ομολογουμένως. Από κοντά δεν μοιάζει παλιά. Είναι όμως το σχήμα της, η αρχιτεκτονική της, το στρατηγικό της σημείο, η ιστορία της, ή όλα αυτά μαζί, που την έχει κάνει τόσο διάσημη.
Η Παλιά Γέφυρα (Stari Most) εδώ και αιώνες θεωρείται σύμβολο γεφύρωσης του Χριστιανικού κόσμου (Κροάτες δυτικού τμήματος) με τον ισλαμικό κόσμο (Βόσνιοι ανατολικού). Καταστράφηκε κατά τη διάρκεια του πρόσφατου πολέμου το 1993 και επανακατασκευάστηκε το 2004, ως επί το πλείστον από τους αυθεντικούς λίθους που ανασύρθηκαν από το ποτάμι Νέρετβα που γεφυρώνει, με τη βοήθεια οικονομικού προγράμματος στο οποίο συνέδραμαν Ιταλία, Ολλανδία, Κροατία, Τουρκία και Βοσνία. Η γέφυρα μπήκε στη λίστα της Unesco το 2005, όχι μόνο λόγω του ότι είναι ένα αρχιτεκτονικό αριστούργημα του 16αι., αλλά και λόγω της μεγάλης συμβολικής της σημασίας. Και μια αξιοπρόσεκτη σύμπτωση: Κατασκευάστηκε από Οθωμανό αρχιτέκτονα το 1565 (με παραγγελία του Σουλεϊμάν του μεγαλοπρεπή) και επανακατασκευάστηκε το 2004 από….. Τουρκική τεχνική εταιρία!
Η Stari Most είναι το ορόσημο της πόλης του Mostar και στην ουσία η σημαντικότερη attraction της.
Εμείς αράξαμε λίγο στο πλάι για να χαζέψουμε αυτήν και τους πύργους της ή όπως τους λένε αλλιώς: “τους φύλακες της γέφυρας”. Εγώ βρήκα ευκαιρία να εξηγήσω στα παιδιά γιατί δεν δείχνει παλιά ενώ είναι του 1565. Παράλληλα παρατηρούσαμε και κάποιους ντόπιους που προσπαθούσαν να μαζέψουν “χορηγίες” προκειμένου να κάνουν βουτιά από τη γέφυρα στο ποτάμι.. Αργότερα έμαθα ότι αυτό είναι έθιμο που κρατάει από την κατασκευή της σχεδόν και δεν γεννήθηκε με τον τωρινό τουρισμό όπως πίστευα.
Όση ώρα είμαστε εκεί μέχρι να φάει το παγωτό του ο μικρός (για να παρηγορηθεί για το καγιάκ που έχασε), βουτιά στο ποτάμι δεν είχε γίνει. Εγκαταλείψαμε λοιπόν αυτή τη γωνία και αποφασίσαμε να διασχίσουμε τη γέφυρα να περάσουμε απέναντι το δρόμο που συνεχίζει παραποτάμια και να προχωρήσουμε για να τη δούμε από πιο μακριά. Ανεβήκαμε και κατεβήκαμε λοιπόν από το αρκετά απότομο τόξο της, βγάζοντας εξαιρετικές φωτογραφίες από την οπτική της, στο Νέρετβα και στις απέναντι γέφυρες, παρόμοιας τεχνοτροπίας με τη Stari Most.
Stari Most
Η θέα από τη γέφυρα
Μέχρι τώρα αγνοούσαμε επιδεικτικά τα σουβενιρομάγαζα. Γενικά στα ταξίδια μας αποφεύγουμε τα ψώνια, γιατί παρασυρόμαστε και χάνουμε και χρόνο και χρήμα. Και σε αυτό το ταξίδι με τα σουβενίρ του “Game of Thrones” είχαμε μάλλον υπερβεί τα όρια. Εδώ όμως τα μαγαζιά της αγοράς Kujudziluk, του Mostar είχαν κάποια πράγματα ιδιαίτερα και ο πειρασμός να κοντοσταθείς και να τα χαζέψεις ήταν μεγάλος. Συγκεκριμένα είχαν πολλά εξαρτήματα πολέμου και του πρόσφατου (της δεκαετίας του ’90) και του Β΄ Παγκόσμιου. Πωλούσαν σφαίρες, κράνη, μάσκες αερίων, μαχαίρια κ.α. Υπήρχαν ακόμα και πολλά διακοσμητικά αλλά και χρηστικά αντικείμενα φτιαγμένα από…σφαίρες. Τα αγόρια μπαινόβγαιναν στα μαγαζάκια χάζευαν από εδώ, κοιτούσαν από εκεί και είχαν αρχίσει τη μουρμούρα, να πάρουμε αυτό, να πάρουμε εκείνο. Μα δεν μπορούσα να καταλάβω γιατί να πάρουμε για σουβενίρ ένα ενθύμιο πολέμου! Εκείνα όμως το έβρισκαν μοναδικό! Ως και δώρα για φίλους ήθελαν να πάρουν! Τους ενθουσίαζε το ότι ήταν χρησιμοποιημένα! Το ότι ήταν παλιά! Αν είχε και αίμα επάνω θα ήταν ακόμα καλύτερα! Δεν μπορούσα να το διαχειριστώ το θέμα και πήρα την κόρη μου και απομακρυνθήκαμε και πήγαμε να χαζέψουμε κοσμήματα. Εμείς πήραμε 2 βραχιολάκια, 1 καθρεφτάκι και τρία ζευγάρια σκουλαρίκια. Α! και ένα τασάκι χάλκινο που έλεγε Mostar. Και όλα αυτά πάμφθηνα. Όταν επέστρεψα πίσω στην Ελλάδα και συνειδητοποίησα πόσο φθηνά ήταν όλα σε εκείνη την αγορά, θύμωσα που δεν πήρα κι άλλα πράγματα. Ειδικά τα σκουλαρίκια ήταν πολύ ιδιαίτερης τεχνοτροπίας. Δεν είχα ξαναδεί, ούτε έχω ξαναδεί έκτοτε παρόμοια. Τελικά τα αγόρια πήραν ένα παλιό μαχαίρι θεοβρώμικο, το οποίο τους κράτησε ενθουσιασμένους καθ’ όλη τη διάρκεια του υπόλοιπου ταξιδιού αλλά και απασχολημένους τις ώρες της οδήγησης αφού διαφωνούσαν συνεχώς για το σε ποιον ανήκει.
H αγορά Kujudziluk
Παρασυρθήκαμε τελικά τόσο πολύ από τα ψώνια που ασχολήθηκα με αυτά με αποτέλεσμα να μη βγάλω πολλές φωτογραφίες.
Ευτυχώς που ξεχάσαμε για λίγο το καγιάκ, θυμηθήκαμε όμως την κοροϊδία του parking, αλλά στο τέλος όλα πήγαν καλά. Πήραμε το αυτοκίνητό μας και βγαίνοντας από τη Βοσνία μας έπιασε και το σούρουπο. Όλα καλά, αλλά φύγαμε “χαλαρά” το πρωί, καθίσαμε πολύ στο Blagaj, χαζολογήσαμε extra με τα ψώνια στο Mostar και τι ώρα θα φτάναμε στο Split; Θα στήσουμε και τον ιδιοκτήτη και το παλάτι αποκλείεται να το προλάβουμε ανοιχτό. Όλα αυτά βέβαια ήταν μέσα στο μυαλό μου γιατί το πρόγραμμα που είχα φτιάξει δεν το γνώριζε κανείς. Όχι ότι δεν ήθελα εγώ, αλλά γιατί δεν ήθελε κανένας άλλος να το ξέρει εκ των προτέρων. Όλοι ήταν μέρος του group και γνώριζαν μόνο τα “χοντρά”. Ήταν ευχαριστημένοι να ακολουθούν απλά τον ξεναγό, δηλ. εμένα!