Klair
Member
- Μηνύματα
- 2.502
- Likes
- 31.383
- Ταξίδι-Όνειρο
- Υπερσιβηρικός
Περιεχόμενα
Μια φορά και έναν καιρό σύμφωνα με τον θρύλο, ένα τσελιγκόπουλο έβοσκε τα πρόβατά του παίζοντας φλογέρα. Εκείνη τη στιγμή σηκώθηκε αέρας και εμφανίστηκαν γύρω του πανέμορφες κοπέλες τραγουδώντας και χορεύοντας. Φοβισμένο το τσελιγκόπουλο μάζεψε το κοπάδι του και γύρισε στη στάνη του. Ανέφερε το γεγονός στη γριά μάνα του και εκείνη τον προέτρεψε, να πάει στο ίδιο σημείο την επόμενη μέρα. Έτσι και συνέβη. Όταν άρχισε να παίζει τη φλογέρα του, εμφανίστηκαν πάλι οι "τζίντες" και το παλικάρι ευθύς, άρπαξε το χρυσό κεφαλόδεσμο της ομορφότερης εξ’ αυτών. Τότε το σύννεφο σκόνης εξαφανίστηκε, καθώς και οι νεράιδες, εκτός από αυτήν που δεν είχε πλέον μαντήλι.
Το τσελιγκόπουλο πήρε την "τζίντα" στο σπίτι του και στη συνέχεια την παντρεύτηκε. Αυτή έγινε πρότυπο συζύγου και νύφης σε όλο το τσελιγκάτο. Μετά από έναν χρόνο γέννησε ένα αγοράκι. Την ίδια εποχή, στα χειμαδιά γινόταν συγγενικός γάμος και η νύφη ζήτησε από τον σύζυγό της το χρυσό μαντήλι της, να το φορέσει στον γάμο. Ο τσέλιγκας της επέστρεψε το μαντήλι, αλλά μόλις εκείνη το άγγιξε εξαφανίστηκε, αφήνοντάς τον άναυδο. Ενώ όμως εξαφανίστηκε, κάθε βράδυ στις 12, επέστρεφε στην καλύβα για να θηλάσει τον νεογέννητο γιο της. Ένα βράδυ η πεθερά της και ο σύζυγός της παραφύλαξαν και μόλις επέστρεψε, άρπαξαν το μαντήλι και το έριξαν στην εστία (βάτρα). Από τότε η "τζίντα" παρέμεινε στην οικογένεια για πάντα.
Κατά την παράδοση, ο τσέλιγκας ανήκε στην οικογένεια "Τσαραόση". Απόγονοι της οικογένειας αυτής υπάρχουν σήμερα στην Ιεροπηγή Καστοριάς. Σύμφωνα με τον παραπάνω θρύλο, οι βλάχοι μετακινούνται συνεχώς, γιατί είναι απόγονοι της "τζίντας”. Έχουν "φλέβα" από τις "τζίντες", που δεν μένουν σταθερές στο ίδιο σημείο. Για να προστατεύουν τις καλύβες τους από τους ανεμοστρόβιλους (τζίντιλι) και κάθε άλλο κακό, κάρφωναν στην κορυφή έναν ξύλινο σταυρό. Σήμερα στην Ιεροπηγή, χρησιμοποιούν τη λέξη "τζίντα", για να αναφερθούν στον ανεμοστρόβιλο, καθώς και την έκφραση "μι ακιτσέ τζίντα", που σημαίνει νευρίασα απότομα χωρίς ιδιαίτερο λόγο.
Πηγή: www.ieropigi.vlahoi.net
5η μέρα
Ένας πλούσιος μπουφές ήταν στρωμένος στο Nostos Hotel και μας περίμενε, για να γευτούμε όλα τα καλούδια που υπήρχαν εκεί σερβιρισμένα. Μετά το πρωινό, φορτώσαμε τις αποσκευές μας, κάναμε check-out και αναχωρήσαμε για μια τελευταία βόλτα στην πόλη της Καστοριάς.
Επιλέξαμε να περπατήσουμε στον παραλιακό δρόμο. Η μέρα ήταν ηλιόλουστη και ζεστή. Ξεκινώντας από τη Νομαρχία και ακολουθώντας την οδό Μεγάλου Αλεξάνδρου, κάναμε μια μεγάλη βόλτα, δίπλα στη λίμνη, αποτυπώνοντας εξαιρετικά όμορφες εικόνες.
Σε αυτό το σημείο ολοκληρώθηκε η γνωριμία μας με την Καστοριά και είχε έρθει η ώρα της αναχώρησης για έναν ιδιαίτερο προορισμό, που είχε εξάψει τη φαντασία μας και θέλαμε οπωσδήποτε να επισκεφθούμε.
ΛΙΜΝΑΙΟΣ ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΔΙΣΠΗΛΙΟΥ
Ο προϊστορικός οικισμός του Δισπηλιού είναι ένας από τους αρχαιότερους λιμναίους οικισμούς που ανακαλύφθηκαν στην Ευρώπη. Ο οικισμός μας δίνει μια πλήρη εικόνα, ενός πρώιμου πολιτισμού με θαυμαστά επιτεύγματα. Βρίσκεται 8 χιλιόμετρα έξω από την Καστοριά, στη θέση Νησί και ανακαλύφθηκε τυχαία το 1932, από τον καθηγητή Πανεπιστημίου, κο Α. Κεραμόπουλο. Οι ανασκαφές άρχισαν το 1992, από την ομάδα του καθηγητή προϊστορικής Αρχαιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, κου Χουρμουζιάδη. Η πρώιμη φάση του τοποθετείται στο 5500 π.Χ.
Οι κάτοικοι του Δισπηλιού έμεναν σε καλύβες που έφτιαχναν μέσα στη λίμνη, πάνω σε πασσαλόπηκτες πλατφόρμες. Ήταν ο σκελετός, για να ανυψώσουν το επίπεδο των σπιτιών, γιατί κάποια ήταν χτισμένα μέσα στη λίμνη και κάποια, ανάλογα με την αυξομείωση της στάθμης του νερού, άλλοτε βρίσκονταν μέσα στη λίμνη και άλλοτε έξω από αυτήν. Υπήρχαν και καλύβες που ήταν χτισμένες κοντά στη λίμνη.
Υπολογίζεται ότι ζούσαν 3.000 άτομα. Μάζευαν την τροφή τους, εξέτρεφαν κατοικίδια, ψάρευαν και κατασκεύαζαν εργαλεία και είδη καθημερινής χρήσης. Παράλληλα γνώριζαν μουσική και γραφή.
Μια ξύλινη πινακίδα, με γραμμικά σύμβολα, χρονολογήθηκε με τη μέθοδο του άνθρακα 14 από το 5260 π.Χ και είναι ανάμεσα στα σημαντικά ευρήματα των ανασκαφών. Θεωρείται ότι αποτελεί ίσως το αρχαιότερο δείγμα γραφής στον Ευρωπαϊκό χώρο, αν και οι επιστήμονες και οι μελετητές δεν έχουν καταλήξει οριστικά σε κάποιο ασφαλές συμπέρασμα μέχρι σήμερα.
Αντίγραφο της ξύλινης πινακίδας
Φλογέρες από κόκαλα πουλιών είναι από τα παλαιότερα μουσικά όργανα που έχουν ανακαλυφθεί στην Ευρώπη, καθώς επίσης και μια βάρκα από μονοκόμματο ξύλο.
Αντίγραφο της ξύλινης βάρκας
Από το 2000 λειτουργεί Υπαίθριο Οικομουσείο, στους χώρους του οποίου έχει επιχειρηθεί μια πιστή αναπαράσταση του λιμναίου οικισμού. Για τον σκελετό των καλυβών χρησιμοποιήθηκαν κορμοί δέντρων, για τους τοίχους κλαδιά και σκοινί, ενώ από τη λάσπη της λίμνης δημιουργήθηκε ο σοβάς κάθε καλύβας. Τις στέγες σκεπάζουν άχυρα και καλάμια από τη λίμνη.
Μέσα στις κατοικίες αυτού του ξεχωριστού οικισμού υπάρχουν αντικείμενα καθημερινής χρήσης, πιστά αντίγραφα των ευρημάτων που ανακαλύφθηκαν κατά τη διάρκεια των ανασκαφών. Πήλινα αγγεία, κύπελλα, φρουτιέρες σε σχήμα βάρκας, χύτρες καθώς και εργαλεία που είναι φτιαγμένα από πυριτόλιθο ή μεγάλα οστά ζώων. Τα αυθεντικά εκτίθενται στο κτίριο του Μουσείου που βρίσκεται στο χωριό.
Η αναπαράσταση των καλυβών μας δείχνει όλα τα στάδια κατασκευής τους και στο εσωτερικό τους όλα τα αντικείμενα δείχνουν, πως ήταν η καλύβα του ψαρά, η καλύβα του κυνηγού ή η καλύβα του αγρότη.
Αρχικό στάδιο κατασκευής
Τελικό στάδιο
Καλύβα ψαρά
Καλύβα του αγρότη
Καλύβα κυνηγού
Μετά την ξενάγηση στο Οικομουσείο, με το ίδιο εισιτήριο, επισκεφθήκαμε το Μουσείο που βρίσκεται σε ελάχιστη απόσταση και εκεί φυλάσσονται μερικά από τα αυθεντικά ευρήματα των ανασκαφών. Ο μεγάλος όγκος των ευρημάτων είναι αποθηκευμένος σε αποθήκες και περιμένει τη δημιουργία ενός νέου, σύγχρονου μουσείου για να εκτεθεί, όπως μας ενημέρωσε ο ξεναγός.
Το δίκτυο εξάπλωσης των εμπορικών συναλλαγών των κατοίκων του οικισμού
Μετά από αυτήν την ιδιαίτερη εμπειρία του νεολιθικού λιμναίου οικισμού, το “Ταξίδι των Λιμνών” είχε ολοκληρωθεί. Είχαμε πολύ δρόμο μπροστά μας για να επιστρέψουμε στη βάση μας, την Αθήνα. Έτσι αποφασίσαμε να κάνουμε μια ακόμη ολιγόωρη στάση για φαγητό και βόλτα στην πόλη των Τρικάλων και ξεκινήσαμε.
ΤΡΙΚΑΛΑ
Η πόλη μας υποδέχτηκε με πολλή ζέστη, λαμπερό ήλιο και πολύ-πολύ κόσμο να βολτάρει, να πίνει καφέ ή να γευματίζει, κατακλύζοντας όλα τα μαγαζιά του κέντρου. Κάνοντας μια αναγνωριστική βόλτα με το αυτοκίνητο, το πρώτο σημείο που μας τράβηξε την προσοχή ήταν το Ρολόι και το Κάστρο στην κορυφή του λόφου και κατευθυνθήκαμε πρώτα εκεί.
Η τοξωτή Πύλη εισόδου για το Κάστρο ήταν ανοιχτή και προχωρήσαμε τον ανηφορικό δρόμο (με τα πόδια πλέον), για να προσεγγίσουμε το ψηλότερο σημείο του, την Ακρόπολη και να δούμε την πόλη από ψηλά. Φτάνοντας στην κορυφή συναντήσαμε μια σιδερένια πόρτα, η οποία ήταν κλειδωμένη, εμποδίζοντας την πρόσβασή μας στο σημείο θέας των Τρικάλων.
Για καλή μας όμως τύχη, εκείνη τη στιγμή εμφανίστηκε ο φύλακας, ερχόμενος από το δρομάκι που οδηγούσε στο Ρολόι και μόλις μας είδε είπε, ότι παρ’ όλο που έχει ξεκινήσει διαδικασία κλειδώματος των χώρων του Κάστρου, θα μας ανοίξει τη σιδερένια πόρτα, για να μπορέσουμε να ανέβουμε στην άκρη των Τειχών και να δούμε την πόλη από ψηλά.
Τα θαύματα λοιπόν συνεχίζονται και στα Τρίκαλα!
Τον ευχαριστήσαμε θερμά για την κίνησή του και τρέξαμε γρήγορα να πάρουμε μερικές εικόνες και φωτογραφίες της πόλης από τις επάλξεις του Τείχους.
Στη συνέχεια μας είπε, ότι μπορούμε να βγούμε από μια άλλη Πύλη μετά το Ρολόι, γιατί θα κλείδωνε την κεντρική, αλλά και πάλι άλλαξε γνώμη (χωρίς εμείς να του το ζητήσουμε) και μας είπε να τον ακολουθήσουμε για να μας ξεκλειδώσει και την είσοδο στον Πύργο του Ρολογιού και να ανέβουμε στην κορυφή του.
Αυτό πλέον ξεπέρασε και τη φαντασία μας ακόμα! Τέτοια προθυμία! Η αλήθεια είναι ότι όλο αυτό το περιστατικό έμεινε ανεξήγητο. Εμείς πάντως ανεβήκαμε τα απότομα σκαλιά του Πύργου του Ρολογιού, του συμβόλου της πόλης των Τρικάλων και απολαύσαμε την απίστευτη θέα από εκεί ψηλά.
Τελικά αποχωρήσαμε από την κεντρική Πύλη, αφού ευχαριστήσαμε πολλές φορές τον εξυπηρετικό φύλακα, ο οποίος μας έδωσε και ένα σωρό φυλλάδια για το Κάστρο και τα αξιοθέατα της πόλης.
Παρκάραμε το αυτοκίνητο κάπου κεντρικά και συνεχίσαμε τη βόλτα μας στη γέφυρα του Ληθαίου ποταμού και στους πεζοδρομημένους δρόμους της πόλης.
Πολύ ωραία μαγαζιά για καφέ και φαγητό, ποδηλατόδρομοι και ποδηλάτες, ζωντάνια και κίνηση ανθρώπων σε ωραίες αναλογίες, που μας άρεσε πολύ και μας δημιούργησε την εντύπωση μιας όμορφης, φιλικής πόλης. Καθίσαμε για φαγητό στην “Κόκκινη Σβούρα”. Ωραία πιάτα, ωραίο περιβάλλον, αργό service, ίσως λόγω πολυκοσμίας.
Περιπλανηθήκαμε και στην παλιά πόλη, το Βαρούσι και τα Μανάβικα.
Το Βαρούσι επί Τουρκοκρατίας έως το 1930 υπήρξε η αρχοντική συνοικία της πόλης και περιλαμβάνει μέχρι σήμερα ένα μεγάλο αριθμό διατηρητέων παλιών κτιρίων και αρχοντικών της εποχής εκείνης. Το διάσημο τραγούδι του Βασίλη Τσιτσάνη του 1939, με το δίστιχο, “Στα Τρίκαλα στα δυό στενά, σκοτώσανε τον Σακαφλιά”, αναφέρεται σε περιστατικό που έλαβε χώρα σε αυτήν την περιοχή. Συνέχεια της συνοικίας Βαρούσι αποτελεί και η συνοικία Μανάβικα, με τη χαρακτηριστική παραδοσιακή αρχιτεκτονική. Η συνοικία παλαιότερα στέγαζε τα πορνεία της πόλης και αργότερα τη λαχαναγορά, ενώ σήμερα στεγάζει παραδοσιακά ταβερνάκια, εστιατόρια και καφέ.
Αργά το βράδυ φτάσαμε σπίτι μας γοητευμένοι από αυτό το ταξίδι μας στις Πρέσπες και στην Καστοριά.
Τα επόμενα βράδια στον ύπνο μου ζωντάνευαν δράκοι, νεράιδες, πασάδες και κυράδες. Όλοι οι θρύλοι και οι παραδόσεις των λιμνών έκαναν παρέλαση στα όνειρά μου, αλλά και στο ξύπνιο μου έκλεινα τα μάτια και έβλεπα μπροστά μου δάση, καταπράσινα λιβάδια, πέτρινα χωριά, αγελάδες, πελεκάνους, βάρκες και νερό…..πολύ νερό!!
Το τσελιγκόπουλο πήρε την "τζίντα" στο σπίτι του και στη συνέχεια την παντρεύτηκε. Αυτή έγινε πρότυπο συζύγου και νύφης σε όλο το τσελιγκάτο. Μετά από έναν χρόνο γέννησε ένα αγοράκι. Την ίδια εποχή, στα χειμαδιά γινόταν συγγενικός γάμος και η νύφη ζήτησε από τον σύζυγό της το χρυσό μαντήλι της, να το φορέσει στον γάμο. Ο τσέλιγκας της επέστρεψε το μαντήλι, αλλά μόλις εκείνη το άγγιξε εξαφανίστηκε, αφήνοντάς τον άναυδο. Ενώ όμως εξαφανίστηκε, κάθε βράδυ στις 12, επέστρεφε στην καλύβα για να θηλάσει τον νεογέννητο γιο της. Ένα βράδυ η πεθερά της και ο σύζυγός της παραφύλαξαν και μόλις επέστρεψε, άρπαξαν το μαντήλι και το έριξαν στην εστία (βάτρα). Από τότε η "τζίντα" παρέμεινε στην οικογένεια για πάντα.
Κατά την παράδοση, ο τσέλιγκας ανήκε στην οικογένεια "Τσαραόση". Απόγονοι της οικογένειας αυτής υπάρχουν σήμερα στην Ιεροπηγή Καστοριάς. Σύμφωνα με τον παραπάνω θρύλο, οι βλάχοι μετακινούνται συνεχώς, γιατί είναι απόγονοι της "τζίντας”. Έχουν "φλέβα" από τις "τζίντες", που δεν μένουν σταθερές στο ίδιο σημείο. Για να προστατεύουν τις καλύβες τους από τους ανεμοστρόβιλους (τζίντιλι) και κάθε άλλο κακό, κάρφωναν στην κορυφή έναν ξύλινο σταυρό. Σήμερα στην Ιεροπηγή, χρησιμοποιούν τη λέξη "τζίντα", για να αναφερθούν στον ανεμοστρόβιλο, καθώς και την έκφραση "μι ακιτσέ τζίντα", που σημαίνει νευρίασα απότομα χωρίς ιδιαίτερο λόγο.
Πηγή: www.ieropigi.vlahoi.net
5η μέρα
Ένας πλούσιος μπουφές ήταν στρωμένος στο Nostos Hotel και μας περίμενε, για να γευτούμε όλα τα καλούδια που υπήρχαν εκεί σερβιρισμένα. Μετά το πρωινό, φορτώσαμε τις αποσκευές μας, κάναμε check-out και αναχωρήσαμε για μια τελευταία βόλτα στην πόλη της Καστοριάς.
Επιλέξαμε να περπατήσουμε στον παραλιακό δρόμο. Η μέρα ήταν ηλιόλουστη και ζεστή. Ξεκινώντας από τη Νομαρχία και ακολουθώντας την οδό Μεγάλου Αλεξάνδρου, κάναμε μια μεγάλη βόλτα, δίπλα στη λίμνη, αποτυπώνοντας εξαιρετικά όμορφες εικόνες.











Σε αυτό το σημείο ολοκληρώθηκε η γνωριμία μας με την Καστοριά και είχε έρθει η ώρα της αναχώρησης για έναν ιδιαίτερο προορισμό, που είχε εξάψει τη φαντασία μας και θέλαμε οπωσδήποτε να επισκεφθούμε.
ΛΙΜΝΑΙΟΣ ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΔΙΣΠΗΛΙΟΥ
Ο προϊστορικός οικισμός του Δισπηλιού είναι ένας από τους αρχαιότερους λιμναίους οικισμούς που ανακαλύφθηκαν στην Ευρώπη. Ο οικισμός μας δίνει μια πλήρη εικόνα, ενός πρώιμου πολιτισμού με θαυμαστά επιτεύγματα. Βρίσκεται 8 χιλιόμετρα έξω από την Καστοριά, στη θέση Νησί και ανακαλύφθηκε τυχαία το 1932, από τον καθηγητή Πανεπιστημίου, κο Α. Κεραμόπουλο. Οι ανασκαφές άρχισαν το 1992, από την ομάδα του καθηγητή προϊστορικής Αρχαιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, κου Χουρμουζιάδη. Η πρώιμη φάση του τοποθετείται στο 5500 π.Χ.

Οι κάτοικοι του Δισπηλιού έμεναν σε καλύβες που έφτιαχναν μέσα στη λίμνη, πάνω σε πασσαλόπηκτες πλατφόρμες. Ήταν ο σκελετός, για να ανυψώσουν το επίπεδο των σπιτιών, γιατί κάποια ήταν χτισμένα μέσα στη λίμνη και κάποια, ανάλογα με την αυξομείωση της στάθμης του νερού, άλλοτε βρίσκονταν μέσα στη λίμνη και άλλοτε έξω από αυτήν. Υπήρχαν και καλύβες που ήταν χτισμένες κοντά στη λίμνη.









Υπολογίζεται ότι ζούσαν 3.000 άτομα. Μάζευαν την τροφή τους, εξέτρεφαν κατοικίδια, ψάρευαν και κατασκεύαζαν εργαλεία και είδη καθημερινής χρήσης. Παράλληλα γνώριζαν μουσική και γραφή.
Μια ξύλινη πινακίδα, με γραμμικά σύμβολα, χρονολογήθηκε με τη μέθοδο του άνθρακα 14 από το 5260 π.Χ και είναι ανάμεσα στα σημαντικά ευρήματα των ανασκαφών. Θεωρείται ότι αποτελεί ίσως το αρχαιότερο δείγμα γραφής στον Ευρωπαϊκό χώρο, αν και οι επιστήμονες και οι μελετητές δεν έχουν καταλήξει οριστικά σε κάποιο ασφαλές συμπέρασμα μέχρι σήμερα.


Αντίγραφο της ξύλινης πινακίδας
Φλογέρες από κόκαλα πουλιών είναι από τα παλαιότερα μουσικά όργανα που έχουν ανακαλυφθεί στην Ευρώπη, καθώς επίσης και μια βάρκα από μονοκόμματο ξύλο.

Αντίγραφο της ξύλινης βάρκας
Από το 2000 λειτουργεί Υπαίθριο Οικομουσείο, στους χώρους του οποίου έχει επιχειρηθεί μια πιστή αναπαράσταση του λιμναίου οικισμού. Για τον σκελετό των καλυβών χρησιμοποιήθηκαν κορμοί δέντρων, για τους τοίχους κλαδιά και σκοινί, ενώ από τη λάσπη της λίμνης δημιουργήθηκε ο σοβάς κάθε καλύβας. Τις στέγες σκεπάζουν άχυρα και καλάμια από τη λίμνη.

Μέσα στις κατοικίες αυτού του ξεχωριστού οικισμού υπάρχουν αντικείμενα καθημερινής χρήσης, πιστά αντίγραφα των ευρημάτων που ανακαλύφθηκαν κατά τη διάρκεια των ανασκαφών. Πήλινα αγγεία, κύπελλα, φρουτιέρες σε σχήμα βάρκας, χύτρες καθώς και εργαλεία που είναι φτιαγμένα από πυριτόλιθο ή μεγάλα οστά ζώων. Τα αυθεντικά εκτίθενται στο κτίριο του Μουσείου που βρίσκεται στο χωριό.
Η αναπαράσταση των καλυβών μας δείχνει όλα τα στάδια κατασκευής τους και στο εσωτερικό τους όλα τα αντικείμενα δείχνουν, πως ήταν η καλύβα του ψαρά, η καλύβα του κυνηγού ή η καλύβα του αγρότη.








Καλύβα του αγρότη



Καλύβα κυνηγού





Μετά την ξενάγηση στο Οικομουσείο, με το ίδιο εισιτήριο, επισκεφθήκαμε το Μουσείο που βρίσκεται σε ελάχιστη απόσταση και εκεί φυλάσσονται μερικά από τα αυθεντικά ευρήματα των ανασκαφών. Ο μεγάλος όγκος των ευρημάτων είναι αποθηκευμένος σε αποθήκες και περιμένει τη δημιουργία ενός νέου, σύγχρονου μουσείου για να εκτεθεί, όπως μας ενημέρωσε ο ξεναγός.










Το δίκτυο εξάπλωσης των εμπορικών συναλλαγών των κατοίκων του οικισμού
Μετά από αυτήν την ιδιαίτερη εμπειρία του νεολιθικού λιμναίου οικισμού, το “Ταξίδι των Λιμνών” είχε ολοκληρωθεί. Είχαμε πολύ δρόμο μπροστά μας για να επιστρέψουμε στη βάση μας, την Αθήνα. Έτσι αποφασίσαμε να κάνουμε μια ακόμη ολιγόωρη στάση για φαγητό και βόλτα στην πόλη των Τρικάλων και ξεκινήσαμε.
ΤΡΙΚΑΛΑ
Η πόλη μας υποδέχτηκε με πολλή ζέστη, λαμπερό ήλιο και πολύ-πολύ κόσμο να βολτάρει, να πίνει καφέ ή να γευματίζει, κατακλύζοντας όλα τα μαγαζιά του κέντρου. Κάνοντας μια αναγνωριστική βόλτα με το αυτοκίνητο, το πρώτο σημείο που μας τράβηξε την προσοχή ήταν το Ρολόι και το Κάστρο στην κορυφή του λόφου και κατευθυνθήκαμε πρώτα εκεί.
Η τοξωτή Πύλη εισόδου για το Κάστρο ήταν ανοιχτή και προχωρήσαμε τον ανηφορικό δρόμο (με τα πόδια πλέον), για να προσεγγίσουμε το ψηλότερο σημείο του, την Ακρόπολη και να δούμε την πόλη από ψηλά. Φτάνοντας στην κορυφή συναντήσαμε μια σιδερένια πόρτα, η οποία ήταν κλειδωμένη, εμποδίζοντας την πρόσβασή μας στο σημείο θέας των Τρικάλων.

Για καλή μας όμως τύχη, εκείνη τη στιγμή εμφανίστηκε ο φύλακας, ερχόμενος από το δρομάκι που οδηγούσε στο Ρολόι και μόλις μας είδε είπε, ότι παρ’ όλο που έχει ξεκινήσει διαδικασία κλειδώματος των χώρων του Κάστρου, θα μας ανοίξει τη σιδερένια πόρτα, για να μπορέσουμε να ανέβουμε στην άκρη των Τειχών και να δούμε την πόλη από ψηλά.
Τα θαύματα λοιπόν συνεχίζονται και στα Τρίκαλα!
Τον ευχαριστήσαμε θερμά για την κίνησή του και τρέξαμε γρήγορα να πάρουμε μερικές εικόνες και φωτογραφίες της πόλης από τις επάλξεις του Τείχους.



Στη συνέχεια μας είπε, ότι μπορούμε να βγούμε από μια άλλη Πύλη μετά το Ρολόι, γιατί θα κλείδωνε την κεντρική, αλλά και πάλι άλλαξε γνώμη (χωρίς εμείς να του το ζητήσουμε) και μας είπε να τον ακολουθήσουμε για να μας ξεκλειδώσει και την είσοδο στον Πύργο του Ρολογιού και να ανέβουμε στην κορυφή του.
Αυτό πλέον ξεπέρασε και τη φαντασία μας ακόμα! Τέτοια προθυμία! Η αλήθεια είναι ότι όλο αυτό το περιστατικό έμεινε ανεξήγητο. Εμείς πάντως ανεβήκαμε τα απότομα σκαλιά του Πύργου του Ρολογιού, του συμβόλου της πόλης των Τρικάλων και απολαύσαμε την απίστευτη θέα από εκεί ψηλά.





Τελικά αποχωρήσαμε από την κεντρική Πύλη, αφού ευχαριστήσαμε πολλές φορές τον εξυπηρετικό φύλακα, ο οποίος μας έδωσε και ένα σωρό φυλλάδια για το Κάστρο και τα αξιοθέατα της πόλης.
Παρκάραμε το αυτοκίνητο κάπου κεντρικά και συνεχίσαμε τη βόλτα μας στη γέφυρα του Ληθαίου ποταμού και στους πεζοδρομημένους δρόμους της πόλης.



Πολύ ωραία μαγαζιά για καφέ και φαγητό, ποδηλατόδρομοι και ποδηλάτες, ζωντάνια και κίνηση ανθρώπων σε ωραίες αναλογίες, που μας άρεσε πολύ και μας δημιούργησε την εντύπωση μιας όμορφης, φιλικής πόλης. Καθίσαμε για φαγητό στην “Κόκκινη Σβούρα”. Ωραία πιάτα, ωραίο περιβάλλον, αργό service, ίσως λόγω πολυκοσμίας.
Περιπλανηθήκαμε και στην παλιά πόλη, το Βαρούσι και τα Μανάβικα.
Το Βαρούσι επί Τουρκοκρατίας έως το 1930 υπήρξε η αρχοντική συνοικία της πόλης και περιλαμβάνει μέχρι σήμερα ένα μεγάλο αριθμό διατηρητέων παλιών κτιρίων και αρχοντικών της εποχής εκείνης. Το διάσημο τραγούδι του Βασίλη Τσιτσάνη του 1939, με το δίστιχο, “Στα Τρίκαλα στα δυό στενά, σκοτώσανε τον Σακαφλιά”, αναφέρεται σε περιστατικό που έλαβε χώρα σε αυτήν την περιοχή. Συνέχεια της συνοικίας Βαρούσι αποτελεί και η συνοικία Μανάβικα, με τη χαρακτηριστική παραδοσιακή αρχιτεκτονική. Η συνοικία παλαιότερα στέγαζε τα πορνεία της πόλης και αργότερα τη λαχαναγορά, ενώ σήμερα στεγάζει παραδοσιακά ταβερνάκια, εστιατόρια και καφέ.












Αργά το βράδυ φτάσαμε σπίτι μας γοητευμένοι από αυτό το ταξίδι μας στις Πρέσπες και στην Καστοριά.
Τα επόμενα βράδια στον ύπνο μου ζωντάνευαν δράκοι, νεράιδες, πασάδες και κυράδες. Όλοι οι θρύλοι και οι παραδόσεις των λιμνών έκαναν παρέλαση στα όνειρά μου, αλλά και στο ξύπνιο μου έκλεινα τα μάτια και έβλεπα μπροστά μου δάση, καταπράσινα λιβάδια, πέτρινα χωριά, αγελάδες, πελεκάνους, βάρκες και νερό…..πολύ νερό!!
Last edited: