gkalla
Member
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Πόλη του Ληξουρίου και ανατολικό τμήμα της Παλλικής.
- Κατω(γ)ή και νότιο τμήμα της Παλλικής
- Ανω(γ)ή και δυτικό τμήμα της Παλλικής
- Άλλες πληροφορίες για την Παλλική (Ληξούρι)
- Θηνιά, Μύρτος και Έρισος
- Πύλαρος, Σάμη, Ελειός - Πρόννοι
- Λειβαθώ, Οροπέδιο Ομαλών
- Κρανιά (Αργοστόλι)
- Άλλες πληροφορίες για την Κεφαλλονιά ( πλην Ληξουρίου)
Κατω(γ)ή και νότιο τμήμα της Παλλικής
Τα χωριά της χερσονήσου της Παλλικής χωρίζονται σε δυο τμήματα, ανάλογα με το αν είναι σχετικά πεδινά ή ορεινά. Στην πράξη όλα τα χωριά που βρίσκονται στο νότιο μέρος, είναι τα χωριά της Κατωής ενώ τα δυτικά της Ανωής.
Το μεγαλύτερο από αυτά και ένα από τα πιο αναπτυσσόμενα τουριστικά, τα τελευταία χρόνια, είναι τα Χαβδάτα. Αρκετά καταλύματα έχουν ανοίξει την τελευταία πενταετία εξαιτίας της σχετικής εγγύτητας με τις παραλίες του νότου.
Πιο ενδιαφέρον θα έλεγα όμως πως παρουσιάζει το χωριό Μαντζαβινάτα (με το ξεκάθαρα...ελληνικό όνομα) με σημαντική παραγωγή κρασιού αλλά και μούστου που πουλιέται στις γύρω περιοχές την εποχή του τρύγου. Όπως και τα άλλα χωριά της Κατωής και της Ανωής εκμεταλλεύεται τις καλές κλιματολογικές συνθήκες για την καλλιέργεια των ποικιλιών: Βοστιλίδι, Μοσχατέλα, Τσαούσι και Μαυροδάφνη (στην ξηρή της όμως έκδοση). Στα Χαβδάτα και τα Χαβριάτα υπάρχουν και λίγοι αμπελώνες με Ρομπόλα που όμως η παραγωγή τους καταναλώνεται σχεδόν αποκλειστικά από τους παραγωγούς, αν και τα τελευταία χρόνια εμφανίστηκαν οινοποιεία με αξιοπρεπή παραγωγή και ποιότητα.
Στα Μαντζαβινάτα γίνεται κάθε χρόνο και η τοπική Γιορτή Κρασιού, εν ήδη πανηγυριού και πάντα συγκεντρώνει μεγάλο αριθμό επισκεπτών.
Τα πανηγύρια σε όλο το νησί είναι διαφορετικά από αυτό που έχουμε συνηθίσει εμείς οι παλιοελλαδίτες. Η μουσική συνήθως είναι σύγχρονη λαϊκή, με αρκετή ποιότητα όμως, ελάχιστα παραδοσιακή, με κάποιους τοπικούς χορούς όπως ο Μέρμηγκας, ενώ συχνά υπάρχει το στοιχείο της Ιταλικής μουσικής και όπερας. Μια από τις πρώτες μου φορές στο νησί είχα δει αφίσα τοπικού πανηγυριού όπου διαφημιζόταν η συμμετοχή μιας «μέτζο σοπράνο», ενώ στο πανηγύρι του χωριού της γυναίκας μου έχω ακούσει να παίζονται «Τα κύματα του Δουνάβεως»!!! Το δε φαγητό περιορίζεται συνήθως σε σουβλάκια και ρηγανάδες (ψωμί με λάδι, αλάτι ντομάτα και ρίγανη). Αχ κατακαημένη Ρούμελη, με τα σουφλιστά αρνιά σου και τα κοκορέτσια σου… Για χάρη τους αντέχω και τα κλαρίνα (Όχι για πολύ…)
(Το Libro D’oro δεν μπορεί να συνυπάρξει με τα κλαρίνα, ή όπως φαίνεται με ημίψηλο και φράκο δεν χορεύεται ο τσάμικος)
Ένα άλλο χωριό της περιοχής, το Βουνί, ήταν γνωστό για την παραγωγή αλατιού έως και σαράντα περίπου χρόνια. Οι κάτοικοι εκμεταλλευόντουσαν κάποιες πετρώδεις, παραθαλάσσιες περιοχές ανάμεσα στις παραλίες Κουνόπετρα και Βραχυνάρι για να παράγουν αλάτι που κάλυπτε τις ανάγκες της περιοχής.
Σ’ αυτό το νότιο κομμάτι της Παλλικής βρίσκονται και οι παραλίες που έγιναν αρχικά γνωστές στο ευρύτερο κοινό, με γνωστότερη όλων το Ξι.
Το Ξι μαζί με τον Μέγα Λάκκο (ή Μια Λάκκο) ουσιαστικά είναι μια, μεγάλη παραλία, με κοινά φυσικά χαρακτηριστικά όπως η έντονα κόκκινη άμμος με λευκή άγονη μάργα (ή όπως την λένε η ντόπιοι ασκύλακα) ακριβώς από πίσω και ρηχά νερά. Οι θαμώνες όμως κάθε μιας είναι πολύ διαφορετικοί. Το μεν Ξι προσελκύει την νεολαία και τους πιο trendy επισκέπτες, προσφέροντας θαλλάσια σπορ, κεφάτα beach bar με δυνατή pop μουσική και γκλαμουράτα (κυρίως στην τιμή) εστιατόρια με πιο ξεχωριστό (κυρίως όσον αφορά την θέση και την θέα) το «Νήσοι Βαρδιάνοι». Επίσης εδώ συγκεντρώνονται οι πιο μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες της περιοχής (έως και 5άστερο ξενοδοχείο υπάρχει) αλλά και πολλά άλλα καταλύματα δωματίων και διαμερισμάτων.
Ενώ στον Μέγα Λάκκο συγκεντρώνονται κυρίως άνθρωποι που προτιμούν πιο ήσυχες καταστάσεις ενώ η παραλία έχει μεγάλες αποστάσεις με λίγες ομπρέλες και ένα πολύ πιο ήρεμο beach bar που συχνά έχει πιο rock μουσικές. Στην περιοχή, πολύ κοντά στην παραλία (στα 300μ.) βρίσκεται μια πιο παραδοσιακή ταβέρνα με όμορφη αυλή, η Όστρια.
Η πρόσβαση για αυτές τις 2 παραλίες είναι διαφορετική. Για να πάει κανείς στον Μέγα Λάκκο περνά μέσα από το χωριό Σουλλάροι ενώ η πρόσβαση για το Ξι γίνεται μέσα από τα Μαντζαβινάτα.
Στον διπλανό κόλπο βρίσκονται 2 ακόμη παραλίες, η διάσημη Κουνόπετρα και η άσημη Μανιά. Με χαρακτηριστικά παρόμοια με το Ξι συγκεντρώνουν και αυτές ένα σημαντικό αριθμό επισκεπτών ενώ η Κουνόπετρα έχει πια και αρκετά καταλύματα. Ο «μυθικός» βράχος που κουνιέται έχει, κατά δήλωση των ντόπιων, σταματήσει να κουνιέται από το 1953, αλλά και πιο πριν είναι πιο πιθανόν να κουνιόντουσαν οι ίδιοι οι Ληξουργιώτες παρά ο βράχος. Οι ποσότητες του κρασιού που καταναλώνονται στην περιοχή δικαιολογούν μια τέτοια ερμηνεία…
Οι τέσσερεις αυτές παραλίες έχουν απέναντί τους το νησάκι Βαρδιάνοι (1 νησί, με όνομα σε πληθυντικό αριθμό). Στους Βαρδιάνους εκτός της μικρής, ρηχής παραλίας υπάρχουν τα ερείπια της Μονής Υπεραγίας Θεοτόκου Ευαγγελιστρίας, ενώ τα τελευταία χρόνια έχει χτιστεί πρόχειρα στην ίδια θέση, ένα εκκλησάκι. Σπάνια υπάρχει η δυνατότητα προσέγγισης, μόνο όταν υπάρχει λειτουργία και μόνο με ιδιωτικά μέσα μπορεί κάποιος να το επισκεφτεί. Τα καλοκαίρια το προσεγγίζουν συχνά μικρές θαλαμηγοί και ιστιοπλοϊκά.
Μετά την Κουνόπετρα και το νοτιότερο ακρωτήρι της Παλλικής υπάρχει ακόμη ένα ζευγάρι παραλιών με Δυτικό – Νοτιοδυτικό προσανατολισμό. Ετούτες οι παραλίες είναι σαφώς πιο ήσυχες από όλες τις προηγούμενες αν και τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότεροι τις ανακαλύπτουν. Πρώτη είναι η παραλία Βραχυνάρι, μικρή αλλά πλατιά, αμμώδης, με γκρίζα άμμο και λίγες ομπρέλες. Ακριβώς από πάνω στέκεται το Ρεμέτζο μία ταβέρνα με θέα προς την παραλία και το πέλαγος. Αν και με τις σχετικά πρόσφατες επεκτάσεις και το χτίσιμο αρκετών ενοικιαζόμενων δωματίων έχει χάσει τον παραδοσιακό της χαρακτήρα, διατηρεί ακόμη μια ευρεία επιλογή καλομαγειρεμένων εδεσμάτων και εκλεκτών ψαριών σε σχετικά φυσιολογικό κόστος. Το ηλικιωμένο ζευγάρι ψαράδων που την ίδρυσε, έχει πια παραδώσει την σκυτάλη στα παιδιά, αλλά καθημερινά θα τους δεις σε μια γωνιά να παρακολουθούν και να διορθώνουν όλα τα κακώς κείμενα της ...νεότερης γενιάς.
Από το Βραχυνάρι, κοιτώντας δυτικά, βλέπει κανείς την δεύτερη παραλία, τα Βάτσα.
Μέχρι σχετικά πρόσφατα ήταν μια παραλία απομονωμένη και απεριποίητη, με πολλά φύκια ξεβρασμένα στην μικρή της αμμουδιά. Σήμερα πια έχει βελτιωθεί και σε συνδυασμό με το μικρό ποταμάκι που βρίσκεται στο ένα άκρο της προσελκύει αρκετούς επισκέπτες. Μπορεί κανείς να διασχίσει το ποταμάκι με την πλωτή εξέδρα αλλά και να ανέβει προς τα επάνω περπατώντας στο πλάι του για να συναντήσει την μικρή εκκλησία του Αγίου Νικολάου. Και εδώ υπάρχουν 2 ταβερνάκια και αρκετά καταλύματα χωρίς όμως να δημιουργείται το αδιαχώρητο στην παραλία.
Η τελευταία παραλία την νότιας περιοχής βρίσκεται ακόμη πιο δυτικά, σε μια περιοχή που γίνεται ακόμη πιο άγονη και πετρώδης. Τα Λαγκαδάκια είναι η μόνη νότια παραλία με βότσαλο και με συνήθως δροσερά έως παγωμένα νερά . Υπάρχει και δεύτερη μικρότερη παραλία ακριβώς δίπλα, που όμως είναι προσβάσιμη μόνο με τα πόδια μέσω ενός σύντομου μονοπατιού. Άγνωστο γιατί, ήταν η παραλία που συμπαθούσαν και επέλεγαν οι μεγαλύτεροι σε ηλικία κάτοικοι της περιοχής, τουλάχιστον τα παλιότερα χρόνια. Πάντως, εγώ προσωπικά, τις ελάχιστες φορές που βρέθηκα εκεί, δεν αισθάνθηκα καμιά διάθεση να κολυμπήσω. Αλλά φυσικά, περί ορέξεως…
Τελευταίο σημείο με ενδιαφέρον στην περιοχή, στη νοτιοδυτικότερη άκρη της Κεφαλλονιάς είναι ο Φάρος στον Γερογόμπο. Ένας φάρος καλοδιατηρημένος και έως τα σήμερα επανδρωμένος, που στέκεται σ’ αυτή την άγονη άκρη του νησιού αγναντεύοντας το πέλαγο. Πολλοί επιλέγουν αυτή την θέση για να δουν ένα όμορφο ηλιοβασίλεμα, με τον ήλιο να πέφτει μέσα στην θάλασσα.
Τα χωριά της χερσονήσου της Παλλικής χωρίζονται σε δυο τμήματα, ανάλογα με το αν είναι σχετικά πεδινά ή ορεινά. Στην πράξη όλα τα χωριά που βρίσκονται στο νότιο μέρος, είναι τα χωριά της Κατωής ενώ τα δυτικά της Ανωής.
Το μεγαλύτερο από αυτά και ένα από τα πιο αναπτυσσόμενα τουριστικά, τα τελευταία χρόνια, είναι τα Χαβδάτα. Αρκετά καταλύματα έχουν ανοίξει την τελευταία πενταετία εξαιτίας της σχετικής εγγύτητας με τις παραλίες του νότου.
Πιο ενδιαφέρον θα έλεγα όμως πως παρουσιάζει το χωριό Μαντζαβινάτα (με το ξεκάθαρα...ελληνικό όνομα) με σημαντική παραγωγή κρασιού αλλά και μούστου που πουλιέται στις γύρω περιοχές την εποχή του τρύγου. Όπως και τα άλλα χωριά της Κατωής και της Ανωής εκμεταλλεύεται τις καλές κλιματολογικές συνθήκες για την καλλιέργεια των ποικιλιών: Βοστιλίδι, Μοσχατέλα, Τσαούσι και Μαυροδάφνη (στην ξηρή της όμως έκδοση). Στα Χαβδάτα και τα Χαβριάτα υπάρχουν και λίγοι αμπελώνες με Ρομπόλα που όμως η παραγωγή τους καταναλώνεται σχεδόν αποκλειστικά από τους παραγωγούς, αν και τα τελευταία χρόνια εμφανίστηκαν οινοποιεία με αξιοπρεπή παραγωγή και ποιότητα.
Στα Μαντζαβινάτα γίνεται κάθε χρόνο και η τοπική Γιορτή Κρασιού, εν ήδη πανηγυριού και πάντα συγκεντρώνει μεγάλο αριθμό επισκεπτών.
Τα πανηγύρια σε όλο το νησί είναι διαφορετικά από αυτό που έχουμε συνηθίσει εμείς οι παλιοελλαδίτες. Η μουσική συνήθως είναι σύγχρονη λαϊκή, με αρκετή ποιότητα όμως, ελάχιστα παραδοσιακή, με κάποιους τοπικούς χορούς όπως ο Μέρμηγκας, ενώ συχνά υπάρχει το στοιχείο της Ιταλικής μουσικής και όπερας. Μια από τις πρώτες μου φορές στο νησί είχα δει αφίσα τοπικού πανηγυριού όπου διαφημιζόταν η συμμετοχή μιας «μέτζο σοπράνο», ενώ στο πανηγύρι του χωριού της γυναίκας μου έχω ακούσει να παίζονται «Τα κύματα του Δουνάβεως»!!! Το δε φαγητό περιορίζεται συνήθως σε σουβλάκια και ρηγανάδες (ψωμί με λάδι, αλάτι ντομάτα και ρίγανη). Αχ κατακαημένη Ρούμελη, με τα σουφλιστά αρνιά σου και τα κοκορέτσια σου… Για χάρη τους αντέχω και τα κλαρίνα (Όχι για πολύ…)
(Το Libro D’oro δεν μπορεί να συνυπάρξει με τα κλαρίνα, ή όπως φαίνεται με ημίψηλο και φράκο δεν χορεύεται ο τσάμικος)
Ένα άλλο χωριό της περιοχής, το Βουνί, ήταν γνωστό για την παραγωγή αλατιού έως και σαράντα περίπου χρόνια. Οι κάτοικοι εκμεταλλευόντουσαν κάποιες πετρώδεις, παραθαλάσσιες περιοχές ανάμεσα στις παραλίες Κουνόπετρα και Βραχυνάρι για να παράγουν αλάτι που κάλυπτε τις ανάγκες της περιοχής.
Σ’ αυτό το νότιο κομμάτι της Παλλικής βρίσκονται και οι παραλίες που έγιναν αρχικά γνωστές στο ευρύτερο κοινό, με γνωστότερη όλων το Ξι.
Το Ξι μαζί με τον Μέγα Λάκκο (ή Μια Λάκκο) ουσιαστικά είναι μια, μεγάλη παραλία, με κοινά φυσικά χαρακτηριστικά όπως η έντονα κόκκινη άμμος με λευκή άγονη μάργα (ή όπως την λένε η ντόπιοι ασκύλακα) ακριβώς από πίσω και ρηχά νερά. Οι θαμώνες όμως κάθε μιας είναι πολύ διαφορετικοί. Το μεν Ξι προσελκύει την νεολαία και τους πιο trendy επισκέπτες, προσφέροντας θαλλάσια σπορ, κεφάτα beach bar με δυνατή pop μουσική και γκλαμουράτα (κυρίως στην τιμή) εστιατόρια με πιο ξεχωριστό (κυρίως όσον αφορά την θέση και την θέα) το «Νήσοι Βαρδιάνοι». Επίσης εδώ συγκεντρώνονται οι πιο μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες της περιοχής (έως και 5άστερο ξενοδοχείο υπάρχει) αλλά και πολλά άλλα καταλύματα δωματίων και διαμερισμάτων.
Ενώ στον Μέγα Λάκκο συγκεντρώνονται κυρίως άνθρωποι που προτιμούν πιο ήσυχες καταστάσεις ενώ η παραλία έχει μεγάλες αποστάσεις με λίγες ομπρέλες και ένα πολύ πιο ήρεμο beach bar που συχνά έχει πιο rock μουσικές. Στην περιοχή, πολύ κοντά στην παραλία (στα 300μ.) βρίσκεται μια πιο παραδοσιακή ταβέρνα με όμορφη αυλή, η Όστρια.
Η πρόσβαση για αυτές τις 2 παραλίες είναι διαφορετική. Για να πάει κανείς στον Μέγα Λάκκο περνά μέσα από το χωριό Σουλλάροι ενώ η πρόσβαση για το Ξι γίνεται μέσα από τα Μαντζαβινάτα.
Στον διπλανό κόλπο βρίσκονται 2 ακόμη παραλίες, η διάσημη Κουνόπετρα και η άσημη Μανιά. Με χαρακτηριστικά παρόμοια με το Ξι συγκεντρώνουν και αυτές ένα σημαντικό αριθμό επισκεπτών ενώ η Κουνόπετρα έχει πια και αρκετά καταλύματα. Ο «μυθικός» βράχος που κουνιέται έχει, κατά δήλωση των ντόπιων, σταματήσει να κουνιέται από το 1953, αλλά και πιο πριν είναι πιο πιθανόν να κουνιόντουσαν οι ίδιοι οι Ληξουργιώτες παρά ο βράχος. Οι ποσότητες του κρασιού που καταναλώνονται στην περιοχή δικαιολογούν μια τέτοια ερμηνεία…
Οι τέσσερεις αυτές παραλίες έχουν απέναντί τους το νησάκι Βαρδιάνοι (1 νησί, με όνομα σε πληθυντικό αριθμό). Στους Βαρδιάνους εκτός της μικρής, ρηχής παραλίας υπάρχουν τα ερείπια της Μονής Υπεραγίας Θεοτόκου Ευαγγελιστρίας, ενώ τα τελευταία χρόνια έχει χτιστεί πρόχειρα στην ίδια θέση, ένα εκκλησάκι. Σπάνια υπάρχει η δυνατότητα προσέγγισης, μόνο όταν υπάρχει λειτουργία και μόνο με ιδιωτικά μέσα μπορεί κάποιος να το επισκεφτεί. Τα καλοκαίρια το προσεγγίζουν συχνά μικρές θαλαμηγοί και ιστιοπλοϊκά.
Μετά την Κουνόπετρα και το νοτιότερο ακρωτήρι της Παλλικής υπάρχει ακόμη ένα ζευγάρι παραλιών με Δυτικό – Νοτιοδυτικό προσανατολισμό. Ετούτες οι παραλίες είναι σαφώς πιο ήσυχες από όλες τις προηγούμενες αν και τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότεροι τις ανακαλύπτουν. Πρώτη είναι η παραλία Βραχυνάρι, μικρή αλλά πλατιά, αμμώδης, με γκρίζα άμμο και λίγες ομπρέλες. Ακριβώς από πάνω στέκεται το Ρεμέτζο μία ταβέρνα με θέα προς την παραλία και το πέλαγος. Αν και με τις σχετικά πρόσφατες επεκτάσεις και το χτίσιμο αρκετών ενοικιαζόμενων δωματίων έχει χάσει τον παραδοσιακό της χαρακτήρα, διατηρεί ακόμη μια ευρεία επιλογή καλομαγειρεμένων εδεσμάτων και εκλεκτών ψαριών σε σχετικά φυσιολογικό κόστος. Το ηλικιωμένο ζευγάρι ψαράδων που την ίδρυσε, έχει πια παραδώσει την σκυτάλη στα παιδιά, αλλά καθημερινά θα τους δεις σε μια γωνιά να παρακολουθούν και να διορθώνουν όλα τα κακώς κείμενα της ...νεότερης γενιάς.
Από το Βραχυνάρι, κοιτώντας δυτικά, βλέπει κανείς την δεύτερη παραλία, τα Βάτσα.
Μέχρι σχετικά πρόσφατα ήταν μια παραλία απομονωμένη και απεριποίητη, με πολλά φύκια ξεβρασμένα στην μικρή της αμμουδιά. Σήμερα πια έχει βελτιωθεί και σε συνδυασμό με το μικρό ποταμάκι που βρίσκεται στο ένα άκρο της προσελκύει αρκετούς επισκέπτες. Μπορεί κανείς να διασχίσει το ποταμάκι με την πλωτή εξέδρα αλλά και να ανέβει προς τα επάνω περπατώντας στο πλάι του για να συναντήσει την μικρή εκκλησία του Αγίου Νικολάου. Και εδώ υπάρχουν 2 ταβερνάκια και αρκετά καταλύματα χωρίς όμως να δημιουργείται το αδιαχώρητο στην παραλία.
Η τελευταία παραλία την νότιας περιοχής βρίσκεται ακόμη πιο δυτικά, σε μια περιοχή που γίνεται ακόμη πιο άγονη και πετρώδης. Τα Λαγκαδάκια είναι η μόνη νότια παραλία με βότσαλο και με συνήθως δροσερά έως παγωμένα νερά . Υπάρχει και δεύτερη μικρότερη παραλία ακριβώς δίπλα, που όμως είναι προσβάσιμη μόνο με τα πόδια μέσω ενός σύντομου μονοπατιού. Άγνωστο γιατί, ήταν η παραλία που συμπαθούσαν και επέλεγαν οι μεγαλύτεροι σε ηλικία κάτοικοι της περιοχής, τουλάχιστον τα παλιότερα χρόνια. Πάντως, εγώ προσωπικά, τις ελάχιστες φορές που βρέθηκα εκεί, δεν αισθάνθηκα καμιά διάθεση να κολυμπήσω. Αλλά φυσικά, περί ορέξεως…
Τελευταίο σημείο με ενδιαφέρον στην περιοχή, στη νοτιοδυτικότερη άκρη της Κεφαλλονιάς είναι ο Φάρος στον Γερογόμπο. Ένας φάρος καλοδιατηρημένος και έως τα σήμερα επανδρωμένος, που στέκεται σ’ αυτή την άγονη άκρη του νησιού αγναντεύοντας το πέλαγο. Πολλοί επιλέγουν αυτή την θέση για να δουν ένα όμορφο ηλιοβασίλεμα, με τον ήλιο να πέφτει μέσα στην θάλασσα.
Last edited: