gkalla
Member
- Μηνύματα
- 1.658
- Likes
- 8.759
- Επόμενο Ταξίδι
- Ισπανία
- Ταξίδι-Όνειρο
- Κούβα, Περού, Ν. Ζηλανδία
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Πόλη του Ληξουρίου και ανατολικό τμήμα της Παλλικής.
- Κατω(γ)ή και νότιο τμήμα της Παλλικής
- Ανω(γ)ή και δυτικό τμήμα της Παλλικής
- Άλλες πληροφορίες για την Παλλική (Ληξούρι)
- Θηνιά, Μύρτος και Έρισος
- Πύλαρος, Σάμη, Ελειός - Πρόννοι
- Λειβαθώ, Οροπέδιο Ομαλών
- Κρανιά (Αργοστόλι)
- Άλλες πληροφορίες για την Κεφαλλονιά ( πλην Ληξουρίου)
Ανω(γ)ή και δυτικό τμήμα της Παλλικής
Φεύγοντας από την περιοχή του Γερογόμπου και κινούμενοι προς τα βόρεια το σκηνικό αλλάζει άρδην. Από τα άνυδρα και σχεδόν γυμνά τοπία της νοτιοδυτικής περιοχής που τα κατοικούν κυρίως κοπάδια γιδιών, περνάς ξαφνικά στο δυτικό κομμάτι με την πυκνή βλάστηση και τις δασωμένες απότομες πλαγιές γεμάτες με κυπαρίσσια.
Το πρώτο πράγμα που συναντάς είναι το μοναστήρι των Κηπουραίων (Κηπουριών το ακούς πιο συχνά). Στημένο 100 μ. πάνω από την θάλασσα, στην απόκρημνη ακτογραμμή της περιοχής, ατενίζει το πέλαγο, χαρίζοντας στον επισκέπτη του θέα ιδιαίτερης ομορφιάς.
Ιδρύθηκε το 1759 και είναι αφιερωμένο στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου. Το τέμπλο της εκκλησίας είναι ξεχωριστής ομορφιάς ενώ υπάρχει στον ναό η εικόνα της Αγίας Παρασκευής, το μοναδικό ίσως κειμήλιο που σώζεται από την γειτονική, κατεστραμμένη πια ολοσχερώς, Μονή Ταφιού.
Η μονή στο πέρασμα των χρόνων έχει καταστραφεί πολλές φορές, κυρίως από σεισμούς, αλλά και από άλλα φυσικά φαινόμενα ή μη. Έχει μάλιστα βομβαρδιστεί, στην διάρκεια του 1ου Παγκόσμιου Πολέμου, από γαλλικό πολεμικό πλοίο, το οποίο βλέποντας μόνο την καπνοδόχο της μονής από το πέλαγος, την πέρασε για εχθρικό πλοίο. Μετά τις σοβαρές καταστροφές του σεισμού του ’53 το μοναστήρι πήρε την σημερινή του μορφή κυρίως την δεκαετία του ’90, χάρις στις άοκνες προσπάθειες του μοναδικού μοναχού Ευσέβιου που έζησε εκεί έως το 2014. Δεν ήταν λίγες οι φορές που επισκεπτόμενοι το μοναστήρι τον βλέπαμε να χτίζει, να ρίχνει μπετά ή να περιποιείται τα αμπέλια και τα κτήματα της μονής ολομόναχος. Διέκοπτε μόνο για να μας φτιάξει ένα καφεδάκι και να αλλάξει μαζί μας δυο κουβέντες που, ιδίως τους χειμερινούς μήνες, του έλειπαν πολύ. Χάρις στις δικές του προσπάθειες επισκευάστηκαν όλα σχεδόν τα κτίρια του μοναστηριού που για χρόνια φιλοξενούσαν πολλές εκδηλώσεις (γλέντια, θρησκευτικές γιορτές, γάμους, βαπτίσεις κλπ.), ενώ στους κοιτώνες του μπορούσαν να διανυκτερεύσουν όσοι ήθελαν.
Καθώς η θέση της μονής είναι ιδανική πολλοί Έλληνες και ξένοι τουρίστες έρχονταν για να δουν εκεί το ηλιοβασίλεμα. Σήμερα όμως - και μετά από τις ζημιές του τελευταίου σεισμού αλλά και το πέρασμα της καταιγίδας Ιανός - έχουν κατολισθήσει μερικώς τα προνομιακά του μπαλκόνια και μέρος της μαγείας έχει χαθεί.
Όμως η μικρή πεζοπορική διαδρομή, που ξεκινά από την πόρτα της μονής και καταλήγει στο ακρωτήρι της Σχίζας, έχει διατηρηθεί και είναι προσβάσιμη για όσους είναι fun του αθλήματος.
Συνεχίζοντας την διαδρομή προς τα βόρεια, πολύ κοντά στα Κηπούρια, υπάρχει μια παράκαμψη για την παραλία Πλατιά Άμμος. Ο σύντομος χωματόδρομος (συνήθως σε κακή κατάσταση) οδηγεί σ’ ένα πλάτωμα που χρησιμεύει σαν πάρκινγκ αλλά και σημείο παρατήρησης και φωτογράφισης. Από κάτω ξεδιπλώνεται μια καταπληκτική μεγάλη παραλία, από τις ωραιότερες που έχω δει.
Εκεί ξεκινά το μονοπάτι που οδηγεί στην παραλία. Αρχικά βατό, με σκαλάκια και παραπέτο, στην συνέχεια όμως δύσκολο και αρκετά επικίνδυνο καθώς ο σεισμός του 2014 (τι έκπληξη!) παρέσυρε την υπόλοιπη διαδρομή.
Παρόλη την επικινδυνότητα του, αρκετοί επισκέπτες (κυρίως Ιταλοί που την προτιμούν φανατικά αλλά και Έλληνες, συνήθως νεαρής ηλικίας) επιλέγουν να κατέβουν μέχρι την παραλία, ενώ τα τελευταία χρόνια υπάρχει και τουριστική σύνδεση με πλοιάριο από το Ληξούρι.
Για να συμπληρωθεί η απόλαυση, πάνω από την παραλία, στο κεντρικό δρόμο, υπάρχει και η ταβέρνα του Στάθη. Αν καταφέρεις να επιστρέψεις από την παραλία σώος και αβλαβής, πηγαίνεις εκεί να το γιορτάσεις, σ’ ένα μέρος αποκομμένο τελείως από τον πολιτισμό αλλά με μια θέα στο Ιόνιο, μαγική.
Μετά από μια πολύ όμορφη διαδρομή στο πλάι της δασωμένης αυτής περιοχής με φόντο το απέραντο γαλάζιο (ώρες - ώρες νιώθεις πως είσαι σε αεροπλάνο), φτάνεις στο πρώτο χωριό της δυτικής διαδρομής, τα Καμιναράτα. Είναι ένα μικρό χωριό, στην ψηλότερη κορυφή των λόφων του Ληξουριού, στα 420 μ. υψόμετρο. Χτισμένο κυρίως προς το εσωτερικό του νησιού έχει όμορφη θέα και από τις δυο πλευρές, ενώ οι ντόπιοι το αποκαλούν «μπαλκόνι» της Παλλικής. Το ταβερνάκι του χωριού, με το όνομα Ανατολή, αγναντεύει προς το Ληξούρι και είναι μια καλή επιλογή για παραδοσιακούς μεζέδες.
Το επόμενη χωριό στην διαδρομή είναι …δυο! Πρώτα συναντάς την ταμπέλα Ρίφι και κάπου στην μέση του χωριού, στην μεσοτοιχία 2 σπιτιών, την ταμπέλα Δαμουλιανάτα. Να εξηγήσω για να μην σας μπερδέψω. Συχνά στην Κεφαλλονιά τα όρια των χωριών είναι δυσδιάκριτα. Πολλά χωριά του νησιού, πως σε οποιονδήποτε επισκέπτη θα φαινόταν ότι είναι ένα, οι ντόπιοι τα χωρίζουν στα 2 και σε σπάνιες περιπτώσεις στα 3. Εκεί που στην υπόλοιπη Ελλάδα θα ήταν γειτονιές του ίδιου χωριού, εδώ είναι άλλο χωριό. Και μάλιστα με έχθρες και έντονες διαφωνίες.
Η περίπτωση του Ριφίου και των Δαμουλιανάτων όμως, έχω την αίσθηση πως, είναι η πιο έντονη. Φίλος από τα Δαμουλιανάτα, με μητέρα και σύζυγο από το Ρίφι, τους «χρεώνει» όλες τις αμαρτίες του κόσμου. Να φανταστείτε πως ισχυριζόταν πως ο προηγούμενος σκύλος του, ο Ρότσα (Παναθηναϊκός γαρ), γαύγιζε μόνο τους Πασοκατζήδες και τους Ριφιώτες (ή όπως προσβλητικά τους προσφωνεί: Ρουφιώτες). Ο τωρινός του σκύλος, ονόματι Ραούλ (από τον Ραούλ Κάστρο), ακόμα δεν τους ξεχωρίζει και κάνει χαρές σε όλους. Τα 2 χωριά έχουν διαφορετική πλατεία, διαφορετική ταβέρνα, διαφορετική εκκλησία, άλλο παπά, ξεχωριστή κοινότητα και γενικά κάνουν ότι μπορούν για μην έχουν πολλές σχέσεις.
Για να πάρω πάντως θέση, θα ομολογήσω πως η πλατεία των Δαμουλιανάτων, καθώς και η θέση του χωριού είναι καλύτερη από τις αντίστοιχες του Ριφίου. Από την πλατεία του χωριού (την επονομαζόμενη και ως πλαγιά) αλλά και από την περιοχή Μύλοι, η θέα στο Ιόνιο και στο Ηλιοβασίλεμα είναι φοβερή. Αυτό βέβαια αν το επιτρέψει το πούσι που συνηθίζει να «επισκέπτεται» όλη αυτή την δυτική πλευρά τακτικά. Ακόμη όμως και το ίδιο το πούσι μπορεί να γίνει εντυπωσιακό αξιοθέατο, ιδίως την ώρα που ξεκινά να ανεβαίνει από την θάλασσα προς τα ορεινά.
Όσον αφορά δε την ταβέρνα «Λαδόκολα στην πλαγιά» να αναφέρω πως είναι για τα τελευταία χρόνια το νούμερο 1 στις κριτικές του Trip Advisor για όλο το νησί της Κεφαλλονιάς, εξαιτίας του φαγητού της, της θέας της αλλά κυρίως της εξυπηρέτησης και της διάθεσης της οικογένειας που την λειτουργεί. Η ταβέρνα «Ατσούπι» του Ριφίου, είναι κι αυτή συμπαθής (επειδή ο ιδιοκτήτης της είναι από τα Δαμουλιανάτα
)
Άλλο ωραίο σημείο των Δαμουλιανάτων είναι η βασική εκκλησία του χωριού, που βρίσκεται λίγο πιο έξω, στην περιοχή Βουνό. Εκκλησία με ιδιαίτερη αρχιτεκτονική, που ενσωματώνει ακόμη και ορισμένα δωρικά χαρακτηριστικά.
Ο δρόμος που διασχίζει το χωριό καταλήγει μετά από περίπου 4,5 χμ. στην παραλία Αγία Ελένη (την βασίλισσα των παραλιών κατά τους ντόπιους). Η μικρή αυτή βοτσαλωτή παραλία βρίσκεται στην άκρη του κόλπου των Πετανών, χωρίς όμως δυνατότητα απ’ ευθείας σύνδεσης με την κεντρική, μεγάλη παραλία. Στέκι κυρίως των χωριανών, τα τελευταία χρόνια έχει ανακαλυφθεί από τους Έλληνες και ξένους τουρίστες, προς απογοήτευση των ντόπιων.
Στην διαδρομή από το χωριό για την παραλία μπορείς να δεις από μακριά, στις παρυφές του μικρού κάμπου, το αρχοντικό των Λοβέρδων, μιας οικογενείας με πιθανή ιταλική καταγωγή (κατά άλλους βυζαντινή) που κάποτε κατείχε όλες τις καλλιεργήσιμες εκτάσεις της περιοχής.
Να προσθέσω επίσης πως ανάμεσα στα Κηπούρια και στον κόλπο των Πετανών, σε όλο το μήκος της απόκρημνης ακτής, υπάρχουν αρκετές παραλίες, οι περισσότερες ανώνυμες, προσβάσιμες μόνο από την θάλασσα. Αν κάποιος έχει στη διάθεση του κάποιο σκάφος ή ιστιοπλοϊκό μπορεί να τις απολαύσει ολομόναχος.
Φεύγοντας από τα Δαμουλιανάτα και το Ρίφι ο δρόμος σε οδηγεί αναγκαστικά προς το εσωτερικό της χερσονήσου, σε περιοχές πιο ήμερες και προστατευμένες. Τα χωριά εδώ είναι περισσότερα και οι καλλιεργημένες εκτάσεις επίσης.
Συναντάς τα Παρισάτα, ένα μικρό χωριό, που όπως υποδηλώνει το όνομά του είναι γεμάτο κυπαρίσσια. Πολλοί καταγόμενοι από εδώ φέρουν το επώνυμο Παρίσης ενισχύοντας την πεποίθηση της γαλλικής φινέτσας της περιοχής. Μέσα στο κυπαρισσώνα της περιοχής υπάρχει και ένα πολύ προσεγμένο κατάλυμα, πολύ όμορφα προσαρμοσμένο στο τοπίο. Λίγο πιο χαμηλά βρίσκεται το χωριό Μονοπολάτα με τους κατοίκους του να αποκαλούνται από τους γείτονές τους με το όνομα κουκουβάγιες, ενώ σχετικά κοντά υπάρχει ακόμη ένα μικρότερο χωριό, τα Δεματορά, με όμορφα, παλιά σπίτια, αν και έχουν εμφανή τα σημάδια της παρακμής.
Βορειότερα, γύρω από έναν εσωτερικό κάμπο και περιμετρικά του υπάρχει ακόμη μια σειρά από χωριά. Από την μια πλευρά, τα Καλάτα με τα ωραία του κρασιά (κυρίως βοστιλίδι και μαυροδάφνη), ο Σκινιάς (ή Σκινέας πιο επίσημα) και τα Βλυχάτα.
Από την άλλη συναντάς αρχικά την Αγία Θέκλη το βασικότερο και μεγαλύτερο χωριό της Ανωής. Το χωριό, εξαιτίας και της θέσης του, λειτουργούσε ως ο κεντρικός πυρήνας των χωριών της Ανωής από το παρελθόν. Ακόμη και σήμερα διαθέτει ελαιοτριβείο και παντοπωλείο – καφενείο, ενώ μέχρι το 2014 λειτουργούσε εκεί Δημοτικό και Γυμνάσιο.
Το ένα μετά το άλλο, χωρίς να μεσολαβούν σοβαρές αποστάσεις, με παρόμοια χαρακτηριστικά αλλά και ευφάνταστα ονόματα, ακολουθούν τα χωριά Βιλατώρια, Βόβυκες και Κοντογενάδα.
Ανάμεσα από τα Βιλατώρια και τους Βόβυκες ο κεντρικός δρόμος φεύγει από τον εσωτερικό κάμπο και επιστρέφει πάλι προς την θάλασσα. Και τι θάλασσα! Την εξαιρετική παραλία των Πετανών. Ψιλό, λευκό βότσαλο, κρυστάλλινα νερά, άγριο τοπίο, μεγάλο μήκος και κατά τόπους πλάτος, την καθιστούν μια από τις πιο ωραίες παραλίες του Νησιού. Και σας το λέω εγώ, ένας φανατικό λάτρης των αμμουδερών, ρηχών παραλιών.
Κατεβαίνοντας από τον φιδογυριστό δρόμο βλέπεις όλους τους επισκέπτες να σταματούν και να φωτογραφίζουν μανιωδώς το τοπίο. Φτάνοντας πια χαμηλά, διαλέγεις την πλευρά που σου ταιριάζει. Στο κέντρο, πιο οργανωμένα με ομπρέλες, ένα ήσυχο beach bar και τις 2 ταβέρνες από πίσω, στα αριστερά με τον απότομο βράχο ακριβώς από πάνω σου αλλά και λιγότερο κόσμο ή στα δεξιά στην, ας πούμε, ξεχωριστή παραλία του Φωτεινού με τα πιο δροσερά νερά.
Όπου και να διαλέξεις να πας η παραλία σε κερδίζει. Ακόμη και εμάς, που είχαμε γνωρίσει τους Πετανούς όταν δεν τους ήξερε σχεδόν κανείς και οι μόνοι που την επισκέπτονταν ήταν οι κάτοικοι των γύρω χωριών, συνεχίζει και σήμερα να μας προσελκύει αυτή η παραλία.
Οι ταβέρνες της παραλίας, συμπαθείς σε γενικές γραμμές, είναι συνέχεια της παλιάς ταβέρνας του Ξούρα που για πολλά χρόνια έβαζε τους πελάτες του να μαγειρεύουν και να σερβίρουν το φαγητό τους με την δικαιολογία ότι εκείνος ήταν πολύ γέρος και κουρασμένος για να το κάνει. Σήμερα και οι δυο (Ξούρας και Ερασμία) ανήκουν στους απογόνους του γερό-Ξούρα που όμως δεν συνεχίζουν την παράδοση αλλά προτιμούν να περιποιούνται τους φιλοξενούμενούς τους. Επίσης στην περιοχή έχουν αναπτυχθεί τα τελευταία 15 χρόνια αρκετά καταλύματα (από 4άστερο ξενοδοχείο μέχρι απλά δωμάτια), είτε πάνω στην παραλία είτε ψηλά από πάνω με ωραία θέα.
Μοναδικό πρόβλημα της παραλίας αυτής είναι το παρκάρισμα καθώς ο χώρος είναι περιορισμένος. Για όποιον λοιπόν επιλέξει να έρθει εδώ, προτείνω να το κάνει νωρίς το πρωί, πριν τις 11 και αργά το απόγευμα, μετά τις 6:30. Εγώ συνήθως επιλέγω την απογευματινή βάρδια ώστε να απολαύσω και το ηλιοβασίλεμα, παρέα συνήθως μ’ ένα ουζάκι κι ένα κομμάτι μπακαλιαρόπιτα. Εναλλακτικά υπάρχει πεζοπορική διαδρομή (περίπου 1,5 χμ.) που ξεκινά μέσα στο χωριό Βιλατώρια αμέσως μετά την ταβέρνα Μουριά.
Άλλη πεζοπορική διαδρομή στην περιοχή είναι αυτή που οδηγεί στις πηγές Χάλκες και την ομώνυμη παραλία. Εδώ η πεζοπορία είναι μονόδρομος και η αρχή του δύσκολου μονοπατιού ξεκινά στον κεντρικό δρόμο μετά την διασταύρωση των Πετανών και λίγο βορειότερα.
Από εκεί και πάνω, έως το βορειότερο άκρο της χερσονήσου, δεν υπάρχουν άλλα χωριά πλην ενός, του Αθέρα. Η διαδρομή για εκεί εναλλάσσεται μεταξύ των δασωμένων πλαγιών και των άγονων βοσκοτόπων έως ότου φτάσεις στο ίσως πιο απομονωμένο χωριό του νησιού. Καλοφτιαγμένο με πολλά προσεγμένα σπίτια στέκεται ψηλά αγναντεύοντας προς την υπόλοιπη Παλλική αλλά και προς την μοναδική του παραλία, το Πόρτο Αθέρα ή Αγίο Σπυρίδωνα (Υπάρχει ακόμη μια, η Αγνή, αλλά δεν είναι στην πράξη παραλία, μόνο κοφτερά βράχια στη θάλασσα και ένας εύκολος τρόπος να σπάσεις το όχημα σου στο χωματόδρομο).
Η παραλία τούτη διαφέρει πολύ από τις άλλες του νησιού. Ήπια, αμμουδερή, χωρίς κοσμοπολίτικο χαρακτήρα, beach bar, ομπρέλες, δίπλα σε ένα μικρό ήμερο κάμπο. Τα νερά της συνήθως πολύ διαυγή και καθώς συνήθως δεν την πιάνει το κύμα και ο αέρας (παρόλο που είναι βορινή) αποτελεί εξαιρετική επιλογή με σχεδόν οποιοδήποτε καιρό. Το μικρό νησάκι που βρίσκεται στην είσοδο του κόλπου εκτός από την έξτρα προστασία που προσφέρει από τον καιρό, προσθέτει στην ομορφιά του τοπίου.
Η όμορφη θέα της συγκεκριμένης παραλίας συμπληρώνεται από το εκκλησάκι του Αγίου Σπυρίδωνα, πάντα βαμμένου σε έντονο μωβ – μπλε χρώμα που στέκεται στην αριστερή πλευρά της.
Το κολπάκι αυτό προσφέρεται επίσης και για ασφαλές αραξοβόλιο και αρκετά ιστιοπλοϊκά το προτιμούν αντί των λιμανιών για τις διανυκτερεύσεις τους. Επίσης συχνά, στο ανατολικό άκρο της παραλίας, όπου υπάρχει περισσότερος χώρος, μπορεί κανείς να σταθμεύσει με αυτοκινούμενο χωρίς φυσικά να περιμένει τις ανέσεις των οργανωμένων πάρκινγκ.
Δυο ταβέρνες, μια πάνω σχεδόν στην αμμουδιά και μια λίγο πιο πάνω με ωραία θέα από την βεράντα της προσφέρουν εναλλακτικές για το φαγητό αλλά και για το καφεδάκι.
Η παραλία του Αθέρα καθώς και η ημιορεινή περιοχή μεταξύ της Παλλικής και της Θηνιάς, σύμφωνα με κάποιες μελέτες Αμερικανικών και Γαλλικών αρχαιολογικών σχολών, θεωρείτε πως είναι το βασίλειο του Οδυσσέα και της Αρχαίας Ιθάκης. Οι Ιθακίσιοι φυσικά διαφωνούν εντόνως, αλλά για τους Ληξουργιώτες είναι φυσικό. Ακόμα κι αν τους πεις ότι ο Έρικ ο Κόκκινος ήταν από το Ληξούρι πάλι φυσικό θα το θεωρήσουν.
Στο τελευταίο κομμάτι της Παλλικής, ανάμεσα στον Αθέρα και τα Ζόλα (ένα χωριό της γειτονικής περιοχής, της Θηνιάς), υπάρχουν ακόμη 4 παραλίες (Καμάρι, Φτέρη, Μαντά και Αμίδι). Οι παραλίες αυτές, άγνωστες στο ευρύ κοινό ως και τα τελευταία χρόνια, άρχισαν να υποδέχονται επισκέπτες εξαιτίας κυρίως της σύνδεσής τους με πλωτά μέσα από τα Ζόλα. Είναι πανέμορφες, με βότσαλο και βαθιά καθαρά νερά, ενώ οι ντόπιοι τις χαρακτηρίζουν ως την καραϊβική της Κεφαλλονιάς (Τώρα αν ξέρουν πως είναι οι παραλίες της καραϊβικής, θα σας γελάσω). Οι περισσότεροι προτιμούν την παραλία της Φτέρης καθώς είναι η μεγαλύτερη σε μήκος αλλά ταυτόχρονα και η πιο πλατιά από τις 4.
Για την Φτέρη υπάρχει και περιπατητική διαδρομή που ξεκινά κοντά στο ΧΥΤΑ του νησιού ενώ για το Αμμίδι ξεκινά άλλη μια διαδρομή μέσα από το χωριό του Αθέρα. Οι άλλες 2 παραλίες δεν είναι καθόλου προσβάσιμες με τα πόδια.
Φεύγοντας από την περιοχή του Γερογόμπου και κινούμενοι προς τα βόρεια το σκηνικό αλλάζει άρδην. Από τα άνυδρα και σχεδόν γυμνά τοπία της νοτιοδυτικής περιοχής που τα κατοικούν κυρίως κοπάδια γιδιών, περνάς ξαφνικά στο δυτικό κομμάτι με την πυκνή βλάστηση και τις δασωμένες απότομες πλαγιές γεμάτες με κυπαρίσσια.
Το πρώτο πράγμα που συναντάς είναι το μοναστήρι των Κηπουραίων (Κηπουριών το ακούς πιο συχνά). Στημένο 100 μ. πάνω από την θάλασσα, στην απόκρημνη ακτογραμμή της περιοχής, ατενίζει το πέλαγο, χαρίζοντας στον επισκέπτη του θέα ιδιαίτερης ομορφιάς.

Ιδρύθηκε το 1759 και είναι αφιερωμένο στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου. Το τέμπλο της εκκλησίας είναι ξεχωριστής ομορφιάς ενώ υπάρχει στον ναό η εικόνα της Αγίας Παρασκευής, το μοναδικό ίσως κειμήλιο που σώζεται από την γειτονική, κατεστραμμένη πια ολοσχερώς, Μονή Ταφιού.

Η μονή στο πέρασμα των χρόνων έχει καταστραφεί πολλές φορές, κυρίως από σεισμούς, αλλά και από άλλα φυσικά φαινόμενα ή μη. Έχει μάλιστα βομβαρδιστεί, στην διάρκεια του 1ου Παγκόσμιου Πολέμου, από γαλλικό πολεμικό πλοίο, το οποίο βλέποντας μόνο την καπνοδόχο της μονής από το πέλαγος, την πέρασε για εχθρικό πλοίο. Μετά τις σοβαρές καταστροφές του σεισμού του ’53 το μοναστήρι πήρε την σημερινή του μορφή κυρίως την δεκαετία του ’90, χάρις στις άοκνες προσπάθειες του μοναδικού μοναχού Ευσέβιου που έζησε εκεί έως το 2014. Δεν ήταν λίγες οι φορές που επισκεπτόμενοι το μοναστήρι τον βλέπαμε να χτίζει, να ρίχνει μπετά ή να περιποιείται τα αμπέλια και τα κτήματα της μονής ολομόναχος. Διέκοπτε μόνο για να μας φτιάξει ένα καφεδάκι και να αλλάξει μαζί μας δυο κουβέντες που, ιδίως τους χειμερινούς μήνες, του έλειπαν πολύ. Χάρις στις δικές του προσπάθειες επισκευάστηκαν όλα σχεδόν τα κτίρια του μοναστηριού που για χρόνια φιλοξενούσαν πολλές εκδηλώσεις (γλέντια, θρησκευτικές γιορτές, γάμους, βαπτίσεις κλπ.), ενώ στους κοιτώνες του μπορούσαν να διανυκτερεύσουν όσοι ήθελαν.

Καθώς η θέση της μονής είναι ιδανική πολλοί Έλληνες και ξένοι τουρίστες έρχονταν για να δουν εκεί το ηλιοβασίλεμα. Σήμερα όμως - και μετά από τις ζημιές του τελευταίου σεισμού αλλά και το πέρασμα της καταιγίδας Ιανός - έχουν κατολισθήσει μερικώς τα προνομιακά του μπαλκόνια και μέρος της μαγείας έχει χαθεί.


Όμως η μικρή πεζοπορική διαδρομή, που ξεκινά από την πόρτα της μονής και καταλήγει στο ακρωτήρι της Σχίζας, έχει διατηρηθεί και είναι προσβάσιμη για όσους είναι fun του αθλήματος.

Συνεχίζοντας την διαδρομή προς τα βόρεια, πολύ κοντά στα Κηπούρια, υπάρχει μια παράκαμψη για την παραλία Πλατιά Άμμος. Ο σύντομος χωματόδρομος (συνήθως σε κακή κατάσταση) οδηγεί σ’ ένα πλάτωμα που χρησιμεύει σαν πάρκινγκ αλλά και σημείο παρατήρησης και φωτογράφισης. Από κάτω ξεδιπλώνεται μια καταπληκτική μεγάλη παραλία, από τις ωραιότερες που έχω δει.

Εκεί ξεκινά το μονοπάτι που οδηγεί στην παραλία. Αρχικά βατό, με σκαλάκια και παραπέτο, στην συνέχεια όμως δύσκολο και αρκετά επικίνδυνο καθώς ο σεισμός του 2014 (τι έκπληξη!) παρέσυρε την υπόλοιπη διαδρομή.

Παρόλη την επικινδυνότητα του, αρκετοί επισκέπτες (κυρίως Ιταλοί που την προτιμούν φανατικά αλλά και Έλληνες, συνήθως νεαρής ηλικίας) επιλέγουν να κατέβουν μέχρι την παραλία, ενώ τα τελευταία χρόνια υπάρχει και τουριστική σύνδεση με πλοιάριο από το Ληξούρι.

Για να συμπληρωθεί η απόλαυση, πάνω από την παραλία, στο κεντρικό δρόμο, υπάρχει και η ταβέρνα του Στάθη. Αν καταφέρεις να επιστρέψεις από την παραλία σώος και αβλαβής, πηγαίνεις εκεί να το γιορτάσεις, σ’ ένα μέρος αποκομμένο τελείως από τον πολιτισμό αλλά με μια θέα στο Ιόνιο, μαγική.
Μετά από μια πολύ όμορφη διαδρομή στο πλάι της δασωμένης αυτής περιοχής με φόντο το απέραντο γαλάζιο (ώρες - ώρες νιώθεις πως είσαι σε αεροπλάνο), φτάνεις στο πρώτο χωριό της δυτικής διαδρομής, τα Καμιναράτα. Είναι ένα μικρό χωριό, στην ψηλότερη κορυφή των λόφων του Ληξουριού, στα 420 μ. υψόμετρο. Χτισμένο κυρίως προς το εσωτερικό του νησιού έχει όμορφη θέα και από τις δυο πλευρές, ενώ οι ντόπιοι το αποκαλούν «μπαλκόνι» της Παλλικής. Το ταβερνάκι του χωριού, με το όνομα Ανατολή, αγναντεύει προς το Ληξούρι και είναι μια καλή επιλογή για παραδοσιακούς μεζέδες.

Το επόμενη χωριό στην διαδρομή είναι …δυο! Πρώτα συναντάς την ταμπέλα Ρίφι και κάπου στην μέση του χωριού, στην μεσοτοιχία 2 σπιτιών, την ταμπέλα Δαμουλιανάτα. Να εξηγήσω για να μην σας μπερδέψω. Συχνά στην Κεφαλλονιά τα όρια των χωριών είναι δυσδιάκριτα. Πολλά χωριά του νησιού, πως σε οποιονδήποτε επισκέπτη θα φαινόταν ότι είναι ένα, οι ντόπιοι τα χωρίζουν στα 2 και σε σπάνιες περιπτώσεις στα 3. Εκεί που στην υπόλοιπη Ελλάδα θα ήταν γειτονιές του ίδιου χωριού, εδώ είναι άλλο χωριό. Και μάλιστα με έχθρες και έντονες διαφωνίες.

Η περίπτωση του Ριφίου και των Δαμουλιανάτων όμως, έχω την αίσθηση πως, είναι η πιο έντονη. Φίλος από τα Δαμουλιανάτα, με μητέρα και σύζυγο από το Ρίφι, τους «χρεώνει» όλες τις αμαρτίες του κόσμου. Να φανταστείτε πως ισχυριζόταν πως ο προηγούμενος σκύλος του, ο Ρότσα (Παναθηναϊκός γαρ), γαύγιζε μόνο τους Πασοκατζήδες και τους Ριφιώτες (ή όπως προσβλητικά τους προσφωνεί: Ρουφιώτες). Ο τωρινός του σκύλος, ονόματι Ραούλ (από τον Ραούλ Κάστρο), ακόμα δεν τους ξεχωρίζει και κάνει χαρές σε όλους. Τα 2 χωριά έχουν διαφορετική πλατεία, διαφορετική ταβέρνα, διαφορετική εκκλησία, άλλο παπά, ξεχωριστή κοινότητα και γενικά κάνουν ότι μπορούν για μην έχουν πολλές σχέσεις.
Για να πάρω πάντως θέση, θα ομολογήσω πως η πλατεία των Δαμουλιανάτων, καθώς και η θέση του χωριού είναι καλύτερη από τις αντίστοιχες του Ριφίου. Από την πλατεία του χωριού (την επονομαζόμενη και ως πλαγιά) αλλά και από την περιοχή Μύλοι, η θέα στο Ιόνιο και στο Ηλιοβασίλεμα είναι φοβερή. Αυτό βέβαια αν το επιτρέψει το πούσι που συνηθίζει να «επισκέπτεται» όλη αυτή την δυτική πλευρά τακτικά. Ακόμη όμως και το ίδιο το πούσι μπορεί να γίνει εντυπωσιακό αξιοθέατο, ιδίως την ώρα που ξεκινά να ανεβαίνει από την θάλασσα προς τα ορεινά.


Όσον αφορά δε την ταβέρνα «Λαδόκολα στην πλαγιά» να αναφέρω πως είναι για τα τελευταία χρόνια το νούμερο 1 στις κριτικές του Trip Advisor για όλο το νησί της Κεφαλλονιάς, εξαιτίας του φαγητού της, της θέας της αλλά κυρίως της εξυπηρέτησης και της διάθεσης της οικογένειας που την λειτουργεί. Η ταβέρνα «Ατσούπι» του Ριφίου, είναι κι αυτή συμπαθής (επειδή ο ιδιοκτήτης της είναι από τα Δαμουλιανάτα

Άλλο ωραίο σημείο των Δαμουλιανάτων είναι η βασική εκκλησία του χωριού, που βρίσκεται λίγο πιο έξω, στην περιοχή Βουνό. Εκκλησία με ιδιαίτερη αρχιτεκτονική, που ενσωματώνει ακόμη και ορισμένα δωρικά χαρακτηριστικά.

Ο δρόμος που διασχίζει το χωριό καταλήγει μετά από περίπου 4,5 χμ. στην παραλία Αγία Ελένη (την βασίλισσα των παραλιών κατά τους ντόπιους). Η μικρή αυτή βοτσαλωτή παραλία βρίσκεται στην άκρη του κόλπου των Πετανών, χωρίς όμως δυνατότητα απ’ ευθείας σύνδεσης με την κεντρική, μεγάλη παραλία. Στέκι κυρίως των χωριανών, τα τελευταία χρόνια έχει ανακαλυφθεί από τους Έλληνες και ξένους τουρίστες, προς απογοήτευση των ντόπιων.


Στην διαδρομή από το χωριό για την παραλία μπορείς να δεις από μακριά, στις παρυφές του μικρού κάμπου, το αρχοντικό των Λοβέρδων, μιας οικογενείας με πιθανή ιταλική καταγωγή (κατά άλλους βυζαντινή) που κάποτε κατείχε όλες τις καλλιεργήσιμες εκτάσεις της περιοχής.
Να προσθέσω επίσης πως ανάμεσα στα Κηπούρια και στον κόλπο των Πετανών, σε όλο το μήκος της απόκρημνης ακτής, υπάρχουν αρκετές παραλίες, οι περισσότερες ανώνυμες, προσβάσιμες μόνο από την θάλασσα. Αν κάποιος έχει στη διάθεση του κάποιο σκάφος ή ιστιοπλοϊκό μπορεί να τις απολαύσει ολομόναχος.
Φεύγοντας από τα Δαμουλιανάτα και το Ρίφι ο δρόμος σε οδηγεί αναγκαστικά προς το εσωτερικό της χερσονήσου, σε περιοχές πιο ήμερες και προστατευμένες. Τα χωριά εδώ είναι περισσότερα και οι καλλιεργημένες εκτάσεις επίσης.
Συναντάς τα Παρισάτα, ένα μικρό χωριό, που όπως υποδηλώνει το όνομά του είναι γεμάτο κυπαρίσσια. Πολλοί καταγόμενοι από εδώ φέρουν το επώνυμο Παρίσης ενισχύοντας την πεποίθηση της γαλλικής φινέτσας της περιοχής. Μέσα στο κυπαρισσώνα της περιοχής υπάρχει και ένα πολύ προσεγμένο κατάλυμα, πολύ όμορφα προσαρμοσμένο στο τοπίο. Λίγο πιο χαμηλά βρίσκεται το χωριό Μονοπολάτα με τους κατοίκους του να αποκαλούνται από τους γείτονές τους με το όνομα κουκουβάγιες, ενώ σχετικά κοντά υπάρχει ακόμη ένα μικρότερο χωριό, τα Δεματορά, με όμορφα, παλιά σπίτια, αν και έχουν εμφανή τα σημάδια της παρακμής.

Βορειότερα, γύρω από έναν εσωτερικό κάμπο και περιμετρικά του υπάρχει ακόμη μια σειρά από χωριά. Από την μια πλευρά, τα Καλάτα με τα ωραία του κρασιά (κυρίως βοστιλίδι και μαυροδάφνη), ο Σκινιάς (ή Σκινέας πιο επίσημα) και τα Βλυχάτα.
Από την άλλη συναντάς αρχικά την Αγία Θέκλη το βασικότερο και μεγαλύτερο χωριό της Ανωής. Το χωριό, εξαιτίας και της θέσης του, λειτουργούσε ως ο κεντρικός πυρήνας των χωριών της Ανωής από το παρελθόν. Ακόμη και σήμερα διαθέτει ελαιοτριβείο και παντοπωλείο – καφενείο, ενώ μέχρι το 2014 λειτουργούσε εκεί Δημοτικό και Γυμνάσιο.
Το ένα μετά το άλλο, χωρίς να μεσολαβούν σοβαρές αποστάσεις, με παρόμοια χαρακτηριστικά αλλά και ευφάνταστα ονόματα, ακολουθούν τα χωριά Βιλατώρια, Βόβυκες και Κοντογενάδα.

Ανάμεσα από τα Βιλατώρια και τους Βόβυκες ο κεντρικός δρόμος φεύγει από τον εσωτερικό κάμπο και επιστρέφει πάλι προς την θάλασσα. Και τι θάλασσα! Την εξαιρετική παραλία των Πετανών. Ψιλό, λευκό βότσαλο, κρυστάλλινα νερά, άγριο τοπίο, μεγάλο μήκος και κατά τόπους πλάτος, την καθιστούν μια από τις πιο ωραίες παραλίες του Νησιού. Και σας το λέω εγώ, ένας φανατικό λάτρης των αμμουδερών, ρηχών παραλιών.


Κατεβαίνοντας από τον φιδογυριστό δρόμο βλέπεις όλους τους επισκέπτες να σταματούν και να φωτογραφίζουν μανιωδώς το τοπίο. Φτάνοντας πια χαμηλά, διαλέγεις την πλευρά που σου ταιριάζει. Στο κέντρο, πιο οργανωμένα με ομπρέλες, ένα ήσυχο beach bar και τις 2 ταβέρνες από πίσω, στα αριστερά με τον απότομο βράχο ακριβώς από πάνω σου αλλά και λιγότερο κόσμο ή στα δεξιά στην, ας πούμε, ξεχωριστή παραλία του Φωτεινού με τα πιο δροσερά νερά.

Όπου και να διαλέξεις να πας η παραλία σε κερδίζει. Ακόμη και εμάς, που είχαμε γνωρίσει τους Πετανούς όταν δεν τους ήξερε σχεδόν κανείς και οι μόνοι που την επισκέπτονταν ήταν οι κάτοικοι των γύρω χωριών, συνεχίζει και σήμερα να μας προσελκύει αυτή η παραλία.

Οι ταβέρνες της παραλίας, συμπαθείς σε γενικές γραμμές, είναι συνέχεια της παλιάς ταβέρνας του Ξούρα που για πολλά χρόνια έβαζε τους πελάτες του να μαγειρεύουν και να σερβίρουν το φαγητό τους με την δικαιολογία ότι εκείνος ήταν πολύ γέρος και κουρασμένος για να το κάνει. Σήμερα και οι δυο (Ξούρας και Ερασμία) ανήκουν στους απογόνους του γερό-Ξούρα που όμως δεν συνεχίζουν την παράδοση αλλά προτιμούν να περιποιούνται τους φιλοξενούμενούς τους. Επίσης στην περιοχή έχουν αναπτυχθεί τα τελευταία 15 χρόνια αρκετά καταλύματα (από 4άστερο ξενοδοχείο μέχρι απλά δωμάτια), είτε πάνω στην παραλία είτε ψηλά από πάνω με ωραία θέα.
Μοναδικό πρόβλημα της παραλίας αυτής είναι το παρκάρισμα καθώς ο χώρος είναι περιορισμένος. Για όποιον λοιπόν επιλέξει να έρθει εδώ, προτείνω να το κάνει νωρίς το πρωί, πριν τις 11 και αργά το απόγευμα, μετά τις 6:30. Εγώ συνήθως επιλέγω την απογευματινή βάρδια ώστε να απολαύσω και το ηλιοβασίλεμα, παρέα συνήθως μ’ ένα ουζάκι κι ένα κομμάτι μπακαλιαρόπιτα. Εναλλακτικά υπάρχει πεζοπορική διαδρομή (περίπου 1,5 χμ.) που ξεκινά μέσα στο χωριό Βιλατώρια αμέσως μετά την ταβέρνα Μουριά.
Άλλη πεζοπορική διαδρομή στην περιοχή είναι αυτή που οδηγεί στις πηγές Χάλκες και την ομώνυμη παραλία. Εδώ η πεζοπορία είναι μονόδρομος και η αρχή του δύσκολου μονοπατιού ξεκινά στον κεντρικό δρόμο μετά την διασταύρωση των Πετανών και λίγο βορειότερα.

Από εκεί και πάνω, έως το βορειότερο άκρο της χερσονήσου, δεν υπάρχουν άλλα χωριά πλην ενός, του Αθέρα. Η διαδρομή για εκεί εναλλάσσεται μεταξύ των δασωμένων πλαγιών και των άγονων βοσκοτόπων έως ότου φτάσεις στο ίσως πιο απομονωμένο χωριό του νησιού. Καλοφτιαγμένο με πολλά προσεγμένα σπίτια στέκεται ψηλά αγναντεύοντας προς την υπόλοιπη Παλλική αλλά και προς την μοναδική του παραλία, το Πόρτο Αθέρα ή Αγίο Σπυρίδωνα (Υπάρχει ακόμη μια, η Αγνή, αλλά δεν είναι στην πράξη παραλία, μόνο κοφτερά βράχια στη θάλασσα και ένας εύκολος τρόπος να σπάσεις το όχημα σου στο χωματόδρομο).
Η παραλία τούτη διαφέρει πολύ από τις άλλες του νησιού. Ήπια, αμμουδερή, χωρίς κοσμοπολίτικο χαρακτήρα, beach bar, ομπρέλες, δίπλα σε ένα μικρό ήμερο κάμπο. Τα νερά της συνήθως πολύ διαυγή και καθώς συνήθως δεν την πιάνει το κύμα και ο αέρας (παρόλο που είναι βορινή) αποτελεί εξαιρετική επιλογή με σχεδόν οποιοδήποτε καιρό. Το μικρό νησάκι που βρίσκεται στην είσοδο του κόλπου εκτός από την έξτρα προστασία που προσφέρει από τον καιρό, προσθέτει στην ομορφιά του τοπίου.


Η όμορφη θέα της συγκεκριμένης παραλίας συμπληρώνεται από το εκκλησάκι του Αγίου Σπυρίδωνα, πάντα βαμμένου σε έντονο μωβ – μπλε χρώμα που στέκεται στην αριστερή πλευρά της.


Το κολπάκι αυτό προσφέρεται επίσης και για ασφαλές αραξοβόλιο και αρκετά ιστιοπλοϊκά το προτιμούν αντί των λιμανιών για τις διανυκτερεύσεις τους. Επίσης συχνά, στο ανατολικό άκρο της παραλίας, όπου υπάρχει περισσότερος χώρος, μπορεί κανείς να σταθμεύσει με αυτοκινούμενο χωρίς φυσικά να περιμένει τις ανέσεις των οργανωμένων πάρκινγκ.
Δυο ταβέρνες, μια πάνω σχεδόν στην αμμουδιά και μια λίγο πιο πάνω με ωραία θέα από την βεράντα της προσφέρουν εναλλακτικές για το φαγητό αλλά και για το καφεδάκι.

Η παραλία του Αθέρα καθώς και η ημιορεινή περιοχή μεταξύ της Παλλικής και της Θηνιάς, σύμφωνα με κάποιες μελέτες Αμερικανικών και Γαλλικών αρχαιολογικών σχολών, θεωρείτε πως είναι το βασίλειο του Οδυσσέα και της Αρχαίας Ιθάκης. Οι Ιθακίσιοι φυσικά διαφωνούν εντόνως, αλλά για τους Ληξουργιώτες είναι φυσικό. Ακόμα κι αν τους πεις ότι ο Έρικ ο Κόκκινος ήταν από το Ληξούρι πάλι φυσικό θα το θεωρήσουν.
Στο τελευταίο κομμάτι της Παλλικής, ανάμεσα στον Αθέρα και τα Ζόλα (ένα χωριό της γειτονικής περιοχής, της Θηνιάς), υπάρχουν ακόμη 4 παραλίες (Καμάρι, Φτέρη, Μαντά και Αμίδι). Οι παραλίες αυτές, άγνωστες στο ευρύ κοινό ως και τα τελευταία χρόνια, άρχισαν να υποδέχονται επισκέπτες εξαιτίας κυρίως της σύνδεσής τους με πλωτά μέσα από τα Ζόλα. Είναι πανέμορφες, με βότσαλο και βαθιά καθαρά νερά, ενώ οι ντόπιοι τις χαρακτηρίζουν ως την καραϊβική της Κεφαλλονιάς (Τώρα αν ξέρουν πως είναι οι παραλίες της καραϊβικής, θα σας γελάσω). Οι περισσότεροι προτιμούν την παραλία της Φτέρης καθώς είναι η μεγαλύτερη σε μήκος αλλά ταυτόχρονα και η πιο πλατιά από τις 4.



Για την Φτέρη υπάρχει και περιπατητική διαδρομή που ξεκινά κοντά στο ΧΥΤΑ του νησιού ενώ για το Αμμίδι ξεκινά άλλη μια διαδρομή μέσα από το χωριό του Αθέρα. Οι άλλες 2 παραλίες δεν είναι καθόλου προσβάσιμες με τα πόδια.

Last edited: