St.Adamantidou
Member
- Μηνύματα
- 245
- Likes
- 893
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Κεφάλαιο 2ο (Bula)]Στα φιτζιανά [B]bula[/B
- Κεφάλαιο 3ο (Οι άνθρωποι των Φίτζι)
- Κεφάλαιο 4ο (Σαλαμάντα)
- Κεφάλαιο 5ο (Κεφαλοπνιγμοί στο Σάουαι-λάου)]Το σύμπλεγμα των νησιών [B]Γιασάουα[/B
- Κεφάλαιο 6ο (Σαν Ροβινσώνες πολυτελείας και η ανακομιδή του λόβο)
- Κεφάλαιο 7ο (Savoir Vivre στα νησιά των Φίτζι)
- Κεφάλαιο 8ο (Λάι-Λάι και Βινάκα)
- Κεφάλαιο 9ο (Περίλυπος έστιν η ψυχή μου....)
θεωρείται το τυπικότερο δείγμα των νησιών του νοτίου Ειρηνικού. Μοιάζουν με ένα εκθαμβωτικό γιορντάνι από 20 περίπου σμαράγδια, δεμένα με διαμαντόπετρες. Κι αυτό, πιστέψτε με, δεν είναι καθόλου σχήμα λόγου, αφού η «καρδιά τους» είναι καταπράσινη, και για φινίρισμα έχουν μια πάλλευκη, αστραφτερή αμμουδιά!!
Είναι τελείως παρθένα. Μερικά από αυτά κατοικούνται από 2.000 ψυχές που ζουν σε γραφικές αχυροκαλύβες πλάι στο νερό ή κάτω από πανύψηλους κοκοφοίνικες, μαγειρεύουν με τον πατροπαράδοτο τρόπο –το λόβο- και ελάχιστες φορές εγκαταλείπουν το νησί τους. Οι άλλες σμαραγδένιες χαντρούλες είναι ακατοίκητες, γοητευτικές μέσα στην παράξενη σιωπή τους.
Κύρια πηγή εισοδήματος είναι ο τουρισμός. Πουλούν στους ξένους χειροτεχνήματα από κοχύλια και «τάπα» και ετοιμάζουν παραδοσιακές γιορτές για χάρη τους.
Βρίσκονται 40 χλμ βορινά του λιμανιού της Λαουτόκα πάνω στο νησί Βιτι-Λέβου και εκτείνονται σε μια θαλάσσαι περιοχή 80 περίπου μιλίων προς τα βορειοανατολικά. Το πλησίασμά τους έχει ατέλειωτες παγίδες, μια και περιτριγυρίζονται από κοραλλιογενείς υφάλους, που κάνουν το ταξίδι δύσκολο και επικίνδυνο. Γι΄ αυτό άλλωστε τα πλοία σταματούν μεσοπέλαγα μόλις πέσει η νύκτα και κινούν πάλι με την ανατολή. Για να μπεις στο σύμπλεγμα των νησιών, υπάρχει τελικά μία και μοναδική δίοδος, το κανάλι. Είναι το ίδιο ιστορικό πέρασμα του σκληροτράχηλου αλλά και ταλαιπωρημένου Κάπταιν Μπλάι, του Μπάουντι.
Ο δικός μας κάπταιν-Βάρα, σαν άλλος κάπταιν Μπλάι, άρχισε τις εντολές πρωί πρωί.
«Στολή εκστρατείας!!! Μαγιό, σαγιονάρες, παρέο, γυλιά ηλίου, καπέλλα, αντηλιακά, πετσέτες και διάθεση Ροβινσώνων και…. πάμε» βροντοφώνησε.
Πήραμε το βαρκάκι και οδεύσαμε προς ένα μικροσκοπικό ακατοίκητο νησιδάκι, με το τραγουδιστό όνομα Σάουαι-λάου.
Πρώτη έκπληξη η επίσκεψη των ομώνυμων υποθαλάσσιων σπηλαίων.
Μα για να πάμε στα υπόγεια, έπρεπε να ανέβουμε στα ύψη.
Αγκομαχώντας σκαρφαλώσαμε στην κορφή και σταματήσαμε σ΄ έναν βράχο, μ΄ ένα μαύρο άνοιγμα στη μέση. Αρχίσαμε να κατεβαίνουμε τα απότομα υγρά σκαλιά που έφταναν και σταματούσαν σε μια στρογγυλή μισοσκότεινη λίμνη. Από το άνοιγμα της εισόδου και από μια σχισμή του πέτρινου όγκου έμπαινε κάποιο φως που κάπως γλύκαινε τούτο το σπήλαιο. Ωστόσο, το σκούρο νερό με το άγνωστο βάθος, δεν έμοιαζε καθόλου φιλόξενο.
Τρεις τέσσερις φιτζιανοί του πληρώματος βούτηξαν στο νερό, ενθαρρύνοντας κι εμάς να τους μιμηθούμε. Εύκολο ήταν? Σταθήκαμε στο τελευταίο σκαλοπάτι και τους κοιτούσαμε σκεπτικοί, να τσαλαβουτούν στο νερό πανευτυχείς. Δυο τολμηροί δικοί μας και δη γυναίκες, τόλμησαν και βούτηξαν.
«Πολύ ωραίο!!! Παγωμένο, αλλά πολύ ωραίο» φώναζαν και μας καλούσαν να ακολουθήσουμε.
ʽ Ενας ένας ακολούθησε. Τελευταία εγώ. Σταυροκοπήθηκα και έπεσα.
Θαύμα!!! ΄Ηταν θαύμα!!! Δροσερά, σκιερά με κάποιες ηλιακτίδες να πέφτουν σε μια μεριά του σπηλαίου.
Ο Τζόε άλλαξε το σκηνικό.
«Πάμε να περάσουμε όλοι σιγά σιγά από τούτη τη χαμηλή τρύπα, στο πλαινό σπήλαιο. Προσέξτε !!! είναι θεοσκότεινο!!!»
Ανατριχιάσαμε. Νεροφίδες ήμασταν για να περάσουμε από ένα ανύπαρκτο πέρασμα?
Ο Τζόε στηριζόμενος σε μια προεξοχή του βράχου, κατέβαζε τα κεφάλια των κολυμβητών όσο το δυνατόν χαμηλότερα, προστατεύοντάς τα με το χέρι του, για να μην ανοίξουν σαν καρπούζια. Διαπίστωσα με αγαλλίαση πως ίσα ίσα χωρούσε ένα κεφάλι να περάσει, με το σαγόνι να ακουμπάει στο νερό και την κορφή να απέχει 3 πόντους από την πέτρα.
΄Ενας ένας που περνούσε, καλούσε προσκλητήριο
«Φρόσω?»
«Είμαι μέσα»
«Βαγγέλη?»
«Εδώ, εδώ!!»
Τσαλαβουτούσαμε στο κρύο και το σκοτάδι.
Δυο φανάρια έστειλαν το κιτρινωπό φως στο χώρο. Είδαμε ότι είμαστε όλοι στο κέντρο και στριφογυρίζαμε. Λίγο πιο πέρα έπλεε μια εξέδρα. Κρεμαστήκαμε από τις πλευρές της, ξαναβρίσκοντας την αναπνοή μας.
Σ΄ αυτό το νησί, σε τούτη της σπηλιά έκρυψε ένας νεαρός φύλαρχος την αγαπημένη του. Εδώ ερχόταν καθημερινά φορτωμένος τρόφιμα και δώρα και έσμιγε με το κορίτσι. Μέχρι κάποια μέρα δραπέτευσαν σε κάποιο άλλο νησί και έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλλίτερα….
Με τον ίδιο κεφαλοπνικτικό τρόπο γυρίσαμε στο φως της παραλίας. ΄Ενοιωσα ασφαλής, αλλά και περήφανη που δεν κιότεψα.
Τώρα πάμε γι΄ άλλα.
Είναι τελείως παρθένα. Μερικά από αυτά κατοικούνται από 2.000 ψυχές που ζουν σε γραφικές αχυροκαλύβες πλάι στο νερό ή κάτω από πανύψηλους κοκοφοίνικες, μαγειρεύουν με τον πατροπαράδοτο τρόπο –το λόβο- και ελάχιστες φορές εγκαταλείπουν το νησί τους. Οι άλλες σμαραγδένιες χαντρούλες είναι ακατοίκητες, γοητευτικές μέσα στην παράξενη σιωπή τους.
Κύρια πηγή εισοδήματος είναι ο τουρισμός. Πουλούν στους ξένους χειροτεχνήματα από κοχύλια και «τάπα» και ετοιμάζουν παραδοσιακές γιορτές για χάρη τους.
Βρίσκονται 40 χλμ βορινά του λιμανιού της Λαουτόκα πάνω στο νησί Βιτι-Λέβου και εκτείνονται σε μια θαλάσσαι περιοχή 80 περίπου μιλίων προς τα βορειοανατολικά. Το πλησίασμά τους έχει ατέλειωτες παγίδες, μια και περιτριγυρίζονται από κοραλλιογενείς υφάλους, που κάνουν το ταξίδι δύσκολο και επικίνδυνο. Γι΄ αυτό άλλωστε τα πλοία σταματούν μεσοπέλαγα μόλις πέσει η νύκτα και κινούν πάλι με την ανατολή. Για να μπεις στο σύμπλεγμα των νησιών, υπάρχει τελικά μία και μοναδική δίοδος, το κανάλι. Είναι το ίδιο ιστορικό πέρασμα του σκληροτράχηλου αλλά και ταλαιπωρημένου Κάπταιν Μπλάι, του Μπάουντι.
Ο δικός μας κάπταιν-Βάρα, σαν άλλος κάπταιν Μπλάι, άρχισε τις εντολές πρωί πρωί.
«Στολή εκστρατείας!!! Μαγιό, σαγιονάρες, παρέο, γυλιά ηλίου, καπέλλα, αντηλιακά, πετσέτες και διάθεση Ροβινσώνων και…. πάμε» βροντοφώνησε.
Πήραμε το βαρκάκι και οδεύσαμε προς ένα μικροσκοπικό ακατοίκητο νησιδάκι, με το τραγουδιστό όνομα Σάουαι-λάου.
Πρώτη έκπληξη η επίσκεψη των ομώνυμων υποθαλάσσιων σπηλαίων.
Μα για να πάμε στα υπόγεια, έπρεπε να ανέβουμε στα ύψη.
Αγκομαχώντας σκαρφαλώσαμε στην κορφή και σταματήσαμε σ΄ έναν βράχο, μ΄ ένα μαύρο άνοιγμα στη μέση. Αρχίσαμε να κατεβαίνουμε τα απότομα υγρά σκαλιά που έφταναν και σταματούσαν σε μια στρογγυλή μισοσκότεινη λίμνη. Από το άνοιγμα της εισόδου και από μια σχισμή του πέτρινου όγκου έμπαινε κάποιο φως που κάπως γλύκαινε τούτο το σπήλαιο. Ωστόσο, το σκούρο νερό με το άγνωστο βάθος, δεν έμοιαζε καθόλου φιλόξενο.
Τρεις τέσσερις φιτζιανοί του πληρώματος βούτηξαν στο νερό, ενθαρρύνοντας κι εμάς να τους μιμηθούμε. Εύκολο ήταν? Σταθήκαμε στο τελευταίο σκαλοπάτι και τους κοιτούσαμε σκεπτικοί, να τσαλαβουτούν στο νερό πανευτυχείς. Δυο τολμηροί δικοί μας και δη γυναίκες, τόλμησαν και βούτηξαν.
«Πολύ ωραίο!!! Παγωμένο, αλλά πολύ ωραίο» φώναζαν και μας καλούσαν να ακολουθήσουμε.
ʽ Ενας ένας ακολούθησε. Τελευταία εγώ. Σταυροκοπήθηκα και έπεσα.
Θαύμα!!! ΄Ηταν θαύμα!!! Δροσερά, σκιερά με κάποιες ηλιακτίδες να πέφτουν σε μια μεριά του σπηλαίου.
Ο Τζόε άλλαξε το σκηνικό.
«Πάμε να περάσουμε όλοι σιγά σιγά από τούτη τη χαμηλή τρύπα, στο πλαινό σπήλαιο. Προσέξτε !!! είναι θεοσκότεινο!!!»
Ανατριχιάσαμε. Νεροφίδες ήμασταν για να περάσουμε από ένα ανύπαρκτο πέρασμα?
Ο Τζόε στηριζόμενος σε μια προεξοχή του βράχου, κατέβαζε τα κεφάλια των κολυμβητών όσο το δυνατόν χαμηλότερα, προστατεύοντάς τα με το χέρι του, για να μην ανοίξουν σαν καρπούζια. Διαπίστωσα με αγαλλίαση πως ίσα ίσα χωρούσε ένα κεφάλι να περάσει, με το σαγόνι να ακουμπάει στο νερό και την κορφή να απέχει 3 πόντους από την πέτρα.
΄Ενας ένας που περνούσε, καλούσε προσκλητήριο
«Φρόσω?»
«Είμαι μέσα»
«Βαγγέλη?»
«Εδώ, εδώ!!»
Τσαλαβουτούσαμε στο κρύο και το σκοτάδι.
Δυο φανάρια έστειλαν το κιτρινωπό φως στο χώρο. Είδαμε ότι είμαστε όλοι στο κέντρο και στριφογυρίζαμε. Λίγο πιο πέρα έπλεε μια εξέδρα. Κρεμαστήκαμε από τις πλευρές της, ξαναβρίσκοντας την αναπνοή μας.
Σ΄ αυτό το νησί, σε τούτη της σπηλιά έκρυψε ένας νεαρός φύλαρχος την αγαπημένη του. Εδώ ερχόταν καθημερινά φορτωμένος τρόφιμα και δώρα και έσμιγε με το κορίτσι. Μέχρι κάποια μέρα δραπέτευσαν σε κάποιο άλλο νησί και έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλλίτερα….
Με τον ίδιο κεφαλοπνικτικό τρόπο γυρίσαμε στο φως της παραλίας. ΄Ενοιωσα ασφαλής, αλλά και περήφανη που δεν κιότεψα.
Τώρα πάμε γι΄ άλλα.
Attachments
-
149,7 KB Προβολές: 4.833