St.Adamantidou
Member
- Μηνύματα
- 245
- Likes
- 893
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Περί του «Τέλους του Κόσμου» γενικώς – μέρος 1
- Περί του «Τέλους του Κόσμου» γενικώς – μέρος 2
- Buenos Aires
- San Telmo
- El Calafate & Largo Argentino
- Perito Moreno, Lo Mismo
- Ένα Φυσικό Θαύμα
- Paine
- Στον Γκρι Παγετώνα και στα παγόβουνα της λίμνης Gray
- Επαρχία Magallanes και οπτική επαφή με τα ομώνυμα Στενά
- Punta Arenas
- Tierra Del Fuego κι'εγώ!
- Ushuaia
- Ushuaia και Κρουαζιέρα στα Στενά Beagle
- Κι ένας στεργιανός περίπατος
- Bariloce
- Mentoza & Santiago
- Valparaiso
- Τα νόμπελ της ποίησης
- Επίλογος
MENTOZA
Η πόλη της μεγάλης αγρύπνιας μου…
Αυτήν την πόλη θα την θυμάμαι, για το κινέζικο μαρτύριο στο οποίο υποβλήθηκα, νύχτα ώρα. Ξέρετε τι σημαίνει, να πεινάς, να νυστάζεις, να είσαι ψόφια στη κούραση, και να μην μπορείς να φάς, να ξεκουραστείς και να κοιμηθείς; Διάρκεια βασανιστηρίου; 4 –και ολογράφως: τέσσερις- ώρες! Αν έχετε Θεό!
Ας τα πάρω, όμως, όλα από την αρχή.
Temprano, temprano –νωρίς νωρίς δηλαδή- κινήσαμε για το πέρασμα Garibaldi των Άνδεων. Υψόμετρο, 4000μ περίπου. Πάνω στο «φρύδι» του Garibaldi, ο τελωνειακός έλεγχος. Αλλάζουμε χώρα.
Εγώ, παλιά μου τέχνη κόσκινο! Μόλις έφτασα τα 3000μ έπαθα κάτι σαν κοτοψειρίαση! Σαν μπλαστουριά! Σαν αφασία ή σαν «βυθιότητα», δεν ξέρω ακριβώς.
- Παναγιά μου, πρόφτασε! Τα καλά του Θιβέτ άρχισα! Τι θα κάνω τώρα;
Διάφορα γιατροσόφια, φυσικά. Πρώτα πρώτα 60 σταγόνες Εφορτίλ, συν ένα ζαχαρωτό για να ταϊστεί ο εγκέφαλος που πάσχει, μπας και φιλοτιμηθεί και ξεγυρίσει.
Τρίχες!
Μήπως λίγος καθαρός αέρας; Αέρας του βουνού και όχι του κάμπου, μήπως…
Μούσια!
Ίσως λίγο τρέξιμο, να κυκλοφορήσει το αίμα και να μου στρώσουν τα κέφια;
Βλακείες!
Εξακολουθώ να είμαι τιφτίκι. Ράκος. Ρετάλι. Εκμεταλλεύομαι τον απεριόριστο χώρο του πούλμαν -16 άνθρωποι σε 55 θέσεις! – και ξαπλώνω. Κουκουλώνομαι κατακεφαλής και ζαρώνω, περιμένοντας να περάσει το κακό. Το «κακό» δεν περνά, παρα μονάχα όταν πιάνουμε ίσιωμα. Που σημαίνει ότι εγώ, επι 4-5 ώρες μπαινόβγαινα στον Άδη. Και να πείς πως με λένε Περσεφόνη!...
Στο ξενοδοχείο της Mentoza, γίνεται μια κάποια ανακάτωση με τα δωμάτια. Χάσανε τα κλειδιά; Μπερδέψανε τα κλειδιά; Κάποια λαθροχειρία έκανες κάποιος δικός μας για λόγους αμολόγητους; Έφυγαν τα δωμάτια από τον τόπο τους; Θα σας γελάσω. Εκείνο που ξέρω σίγουρα είναι, ότι επι μια ώρα και κάτι, πολεμούσαμε να μπούμε σ’ ένα δωμάτιο, να ισιώσουμε το κορμάκι μας, και δωμάτιο δεν βρισκόταν ούτε με πίτα του Άη Φανούρη! Όταν, επιτέλους, ξεμπερδεύονται όσα είχαν γίνει μαλλιά κουβάρια, έχουμε χρόνο μονάχα τα μούτρα μας να πλύνουμε:
- Θα πάμε σ’ ένα τυπικό, αργεντίνικο ρεστωράν, να φάμε ένα τυπικό αργεντίνικο φαί και να πιούμε ένα τυπικό αργεντίνικο ποτό, μας λένε.
- Συγνώμην, λέω. Εγώ, μπορώ να κάνω έναν τυπικό ελληνικό ύπνο, και να μην έρθω; Ελπίζω να μην σας κοπεί η όρεξη, επειδή σας λείπω, είπα κι έκανα να φύγω.
- Αν δεν έρθεις εσύ, δεν πάμε κι εμείς.
Η Φρόσω και η Γιάννα μου χαλούν το πρόγραμμα. Διότι ξέρω πως αυτές πεινούν. Πως να τις πάρω στο λαιμό μου; Να κοιμηθούν νηστικές; Μεγάλη αμαρτία!
Προβληματίζομαι.
- Βρε φιλενάδες, εγώ είμαι ερείπιο. Και μου κόπηκε και η όρεξη από τη κόπωση. Εσείς πηγαίνετε. Θα αισθάνομαι καλύτερα έτσι. Άντε στο καλό, και τα λέμε αύριο.
- Ή και οι τρείς ή καμία!
- Έλεος, κακούργες!
- Μας τελείωσε. Μπρός μαρς. Κι αν δεν μας αρέσει, φεύγουμε. Που το πρόβλημα;
Μας χώνουν ξανά μανά στο πούλμαν, ακόμα δεν κατεβήκαμε.
- Είπατε κάτι περι επιστροφής αν δεν μας αρέσει. Πως θα επιστρέψουμε νύχτα, κυκλοφορώντας σε μια ξένη πόλη που δεν τη ξέρουμε;
- Τώρα, την πατήσαμε. Σκέψου το τυπικό αργεντίνικο δείπνο!
- Και που θα βρώ την τυπική μου ελληνική ξεκούραση; Το ζεστό νεράκι, το καθαρό κρεβατάκι; Που;
Κακώς γκρινιάζω, αφού ξέρω πως «εν’ Άδη ουκ έστι μετάνοια». Το έλεγε ο πατέρας μου, «που το είχε καρατσεκάρει», σαν τη Μαλβίνα. Το μόνο που τολμώ ακόμα να πω είναι:
- Πόσα χιλιόμετρα μακριά είναι το φαγάδικο;
Ελπίζω, βλέπετε, ακόμα σε κάποια λογική απόσταση, αλλά, φεύ! Η απάντηση είναι αρκεβούζιο, στη ταλαιπωρημένη, δι’ όλης της ημέρας, κεφαλή μου:
- Δεν είναι πολύ μακριά, μην ανησυχείς. Μονάχα δέκα χιλιόμετρα….
Χαλάνδρι – Ομόνοια σκέπτομαι και λουφάζω. Εν’ Άδη, είπαμε, τι ΔΕΝ γίνεται!
Το κεντράκι είναι συμπαθητικό. Ωστόσο, βραδύτερο σερβίρισμα δεν ματάδα στη ζωή μου. Κράτησε 4 ώρες. Τέσσερις ώρες! Αν πιστεύετε Θεό! Όμως αυτή δεν ήταν και η μοναδική μου πρωτιά εκεί μέσα. Επίσης για πρώτη φορά στη ζωή μου έφαγα φιλέτο-τούβλο. Ή φιλέτο-πλιθί. Ή κάποιο άλλο είδος οικοδομικού υλικού τέλος πάντων! Ένα θηρίο. Ψημένο, πρέπει να ζύγιζε ένα κιλό και κάτι. Άψητο, δεν ξέρω.
- Καλέ, βλέπετε αυτό που βλέπω; Ποιος θα το φάει αυτό το πράμα; Έχει 10 σαντιμέτρ ύψος. Μπορεί να είναι ψημένο μέσα;
Είναι. Και μάλιστα είναι μαλακό σαν αφρός. Και νοστιμότατο. Αλλά μονάχα που το βλέπεις τόσο πολύ, σου κόβεται η όρεξη. Κάτι ξέρουν οι Γάλλοι που χρησιμοποιούν πιάτα-σινιά για μια κουταλιά φαί! Άλλοι τρελοί, πάλι αυτοί! Βρε παιδί μου, μέση οδός δεν υπάρχει; Της γκαμήλας, αν έχετε ακουστά!...
Βεβαίως η Αργεντινή είναι φημισμένη για τα κρεατικά της, αλλά και για τις πλούσιες – μέχρι σπατάλης- μερίδες της. Την καταπρώτη μου εμπειρία την είχα στο Buenos Aires, το 1980, στο περίφημο ξενοδοχείο «Των Πέντε Κουταλιών»! Και τότε, θυμάμαι, κόντεψα να πλαντάξω από το πολύ και εκλεκτό φαγητό, όπου η γαριδοσαλάτα προσφερόταν μέσα σε βαθειά γαβάθα, και ο τηγανιτός σολομός είχε το μέγεθος νεογέννητης φώκιας!
Εγώ, όμως, νυστάζω. Και το σερβίρισμα γίνεται με το ρυθμό ενός πιάτου την ώρα! Που θα παέι αυτό; Από εδώ θα φύγουμε κατευθείαν για το αεροδρόμιο; Θα τρελαθώ!
Το σερβίρισμα δεν πτοείται και δεν κάμπτεται. Με το τέμτερερέ πάει! Σαν τα «α» και τα «η» της βυζαντινής ψαλμουδιάς! Ένα σκέτο άγχος, πότε θα τελέψει με τα κατσαρά του «η», ο Ψάλτης, για να καταπιαστεί με τα κατσαρά του «α»!... Αμάν, Παναγία μου! Σωμό δεν έχουν τα αργόσυρτα. Και εμένα με πιάνουν τα νεύρα μου στην εκκλησιά! Το ίδιο έπαθα και στο «τυπικό» αργό σερβίρισμα εκείνο το βράδυ! Μονάχα που αυτό δεν φιλοτιμήθηκε κανείς να μας το πει. Άκου, ένα πιάτο την ώρα! Ούτε η Πόστα, τον καιρό του παππού μου, δεν πήγαινε τόσο αργά.
Κι εγώ να ‘χω μαύρη νύστα. Να χάνω τον κόσμο. Να μην μπορώ να κρατήσω το μάτι ανοιχτό και το κεφάλι στο τόπο του! Το πνεύμα μου να αιωρείται μεταξύ του Εδώ και του Επέκεινα. Και να κάθομαι μπροστά σ’ ένα άδειο τραπέζι, σε μια ξερή, ορθοπεδική πολτρόνα –ελλείψει κοινής – άπραγη! Να οσμίζομαι τη κνίσσα, το στομάχι μου να γουργουρίζει, και να πρέπει να συζητώ με τον πλαϊνό μου, και ενίοτε και με τον απέναντι μου, περί αρών μαρών κουκουνάρων! Ε, αν αυτό δεν είναι κινέζικο μαρτύριο, τότε δεν ξέρω ποιο άλλο μπορεί να είναι!
Είμαστε εδώ από τις 9:00 και το σερβίρισμα αρχίζει κατά τα μεσάνυχτα παρά κάρτο! Βάζουν μπροστά μας ένα κρεατινό τούβλο, μας προσφέρουν και ένα βουνό ζαρζαβατικά, και μειδιώντες μας εύχονται «καλήν όρεξη»! Και μας ξεπαρατάν στη δυστυχία μας. Πως θα φάμε τόσο φαί; Πως θα το χωνέψουμε και πως θα κοιμηθούμε, ΑΝ προλάβουμε, βέβαια! Μα να μας ξεκάνουν θέλουν; Πως κάναμε τόση υπομονή και δεν αρπάξαμε τις πολτρόνες, να κάνουμε ένα τυπικό ελληνικό γιούρια, εναντίον της Αργεντινής και των ζώων της; Κι αυτοί, αντί για ευχαριστώ, επιχειρούν να μας φέρουν στο χείλος του τάφου!
- Εγώ δεν τους κάνω το χατήρι να πάθω διάτρηση, λέω πικαρισμένη.
- Ούτε εμείς, συμφωνούν οι φιλενάδες μου.
Άλλωστε, ύστερα από τόση αναμονή, μας κόπηκε και η όρεξη. Χορτάσαμε με τη τσίκνα. Χάρισμα τους!
Γύρω στη μία φτάνουμε στο ξενοδοχείο, σαν νεκραναστημένοι Λάζαροι. Μονάχα τα σουδάρια μας έλλειπαν! Και να δείτε κακοτυχία! Τώρα που το κρεβάτι μου ήταν μονάχα λίγα μέτρα μακριά, εγώ, η αδικιορισμένη, ξύπνησα! Και πείνασα!
- Πάμε πίσω κορίτσια; Μονάχα αυτό προλαβαίνω να πω. Διότι δυο μαινάδες πέφτουν απάνω μου αφρίζοντας.
- Όλο το βράδυ μας έπρηξες με τη νύστα και τη κούραση σου. Και τώρα τολμάς; Στη πυρά γρήγορα! Κάφτε την! Κάντε την σουβλάκι με πίτα να φάει να χορτάσει, και να μας αφήσει ήσυχες! Αμάν πια…
Είπαν κι έφυγαν τρέχοντας. Κι εγώ ξεράθηκα στα γέλια…πεινώντας!...
SANTIAGO
Ο Χιλιανός Επίλογος
Όμορφη πόλη. Βουερή. Ζεστή και υγρή. Τροπική. Φτάνουμε νωρίς το απόγευμα. Εγώ λαλαδεύω, ύστερα από την υψομετρική μου ταλαιπωρία. Αλλά το παλεύω. Που θα πάει; Θα ‘ρθεί η ώρα να ξαπλώσω. Να πάει λίγο αίμα στον εγκέφαλο, που τον νοιώθω σουφρωμένο! Σαν τα μουλιασμένα, απο βραδίς, ρεβίθια! Ώσπου όμως να φτάσει η ευλογημένη ώρα, ελάτε να φτιάξω τον δικό σας εγκέφαλο τιφτίκι, με ολίγη ιστορία! Αμέ; Θα τη γλιτώνατε νομίζετε; Ποσώς; Τα κεφάλια μέσα! Για λίγο!
Όταν οι Ευρωπαίοι έφτασαν στη Χιλή τον 16ο αιώνα, βρήκαν ένα μωσαϊκό Ινδιάνικων φυλών. Πολυπληθέστερες ήταν οι γεωργικοί Picunche και οι μισονομάδες Mapuche. Παρ’ ότι υποτελείς των Ίνκας του Περού, είχαν καταφέρει να διατηρήσουν τη δική τους κουλτούρα, που ήταν και παλιότερη εκείνης των Ίνκας.
Με τη Παπική συνθήκη της Tordesillas το 1494 –με την οποία η Βραζιλία δόθηκε στη Πορτογαλία- το δυτικό τμήμα της Νότιας Αμερικής παραχωρήθηκε στην Ισπανία. Πρώτος εξερευνητής της περιοχής ο Diego Almagro. Έκανε «αναγνώριση εδάφους» κι έφυγε, με τη πεποίθηση ότι η κατάκτηση αυτού του γεωγραφικού χώρου θα ήταν ζόρικη. Οι Ινδιάνοι δεν ήταν καθόλου φιλικοί, σε αντίθεση με αυτό που συνέβη στον τυχεράκια συμπολεμιστή του, Πιζάρο. Τον θυμάστε; Με 180 άντρες, 37 άλογα, και κανα δυό κανόνια, γκρέμισε μιαν αυτοκρατορία 20.000.000 κατοίκων! Απίστευτο, αλλά πέρα για πέρα αληθές.
Την Conquista της Χιλής ανέλαβε στις αρχέςτου 1541 ο στρατηγός Valdivia. Και στις 12 Φεβρουαρίου του ίδιου έτους, ανακάλυψε τη πόλη του Santiago και την κατέλαβε. Όμως, 6 μήνες αργότερα, οι Ινδιάνοι ανασυντάχθηκαν, επιτέθηκαν και κατέστρεψαν την πόλη, τη στρατιωτική βάση του Valdivia.
Αυτήν την εποχή οι Άνθρωποι του στρατηγού φτιάχνουν στο βορρά δύο καινούργιες πόλεις: τη Serena και το Valparaiso. Κι ενώ στη μάχη του Tucapel, σκοτώνεται ο Valdivia, έχει καταφέρει, ωστόσο, να θέσει τις βάσεις της ενδιαφέρουσας αυτής κατάκτησης.
Οι Ισπανοί όμως, κακομεταχειρίζονται τρομερά τους ντόπιους. Τους αφανίζουν συστηματικά. Σ’ αυτό βοηθούν και οι νιόφερτες ασθένειες: τύφος, ευλογιά, γρίπη θανατηφόρα, ιλαρά. Αλλά και οι ίδιοι οι Ισπανοί έχουν τα προβλήματά τους. Υπάρχουν εδώ πολλοί άντρες και ελάχιστες γυναίκες. Οπότε…Οπότε, αυξήθηκαν τρομακτικά οι μιγάδες, που εδώ τους λένε: Mestizos. (Όχι που θα ‘σκαγαν οι ερωτικοί Σπανιόλοι, με τόσες μαυρούλες, σχιστομάτες στο γύρο τους!). Αυτός ο «νέος» πληθυσμός, αντικατέστησε τα εργατικά χέρια των αφανισμένων καθαρόαιμων Ινδιάνων. Πάλι οι άσπροι «καπάκι», με όλα τους τα καλούδια! Εμ γυναίκες να βολεύονται, εμ εργάτες για να τούς δουλεύουν! ΄Αριστα!...
Τώρα, στίς Enstancias, – στα τεράστια αγροκτήματα δηλαδή- δουλεύουν οι Mestizos , αντί μερικών ασήμαντων κοινωνικών δικαιωμάτων. Μέχρι την εποχή τής Επανάστασης.
Διότι, κάποια στιγμή, οι Κονκισταδόρες, αφού το καλοσκέφθηκαν , αποφάσισαν να αποσχισθούν από την Μητρόπολη. Κι από τότε αρχίζει μιά νέα περιπέτεια για την Χιλή....
Είμαστε ήδη στα 1820. Τότε δηλαδή που κάνουν την εμφάνισή τους, μερικά από τα πιο σημαντικά ιστορικά πρόσωπα τής Νότιας Αμερικής. Από την Βενεζουέλα ο Σιμόν Μπολίβαρ, ο αποκαλούμενος -μέχρι σήμερα – El libertador, ο Ελευθερωτής.
Ο Σαν Μαρτίν , ο εθνικός ήρωας τής Αργεντινής. Κι ο ιρλανδικής καταγωγής Μπερνάρντο Ο΄ Χίγκινς , από την Χιλή. Αυτον τον τελευταίο τον είχε κάνει Υπαρχηγό του ο Σαν Μαρτίν όταν, περνώντας από τις Άνδεις, μπήκε με τον στρατό του στην Χιλή, για να στηρίξει και τον εκεί ξεσηκωμό. Κι Ο’ Χίγκινς έγινε ο πρώτος Ανώτατος Διοικητής τής νεοσύστατης Δημοκρατίας.
Ήταν μια Δημοκρατία, που στην αρχή τα πήγε μάλλον καλά. Μέχρι και τις αρχές τού αιώνα μας. Τότε κάνουν την εμφάνισή τους διάφοροι δικτατορίσκοι, περισσότερο ή λιγότερο σκληροί κάθε φορά. Οπότε το 1964, τα πράγματα αρχίζουν να πιέζουν για αλλαγή. Οι καταπιεσμένοι ξεσηκώνονται. Διαμαρτύρονται. Θέλουν να κάνουν κάτι. Να δράσουν. Να πάρουν τις καταστάσεις στα χέρια τους. Και τότε εμφανίζονται οι κομμουνιστές και οι συμπαθούντες σοσιαλιστές, και βοηθούν στην οργάνωση, τού “αντάρτικου “ ούτως ειπείν
Κι εδώ μπαίνει στην πολιτική σκηνή ένα όνομα: Σαλβαδόρ Αλλιέντε.
Γενήθηκε στο Valparaiso, στα 1908 και πέθανε, κάπως περίεργα , στο Santiago, στο πραξικόπημα τού 1973.
Ήταν γιατρός, μαρξιστής και μέλος τού Σοσιαλιστικού Κόμματος τής Χιλής από το 1963. Χρημάτισε Υπουργός Υγείας, στην αριστερή-φιλελεύθερη Κυβέρνηση Συνασπισμού τού Προέδρου Pedro Serda. Πρόεδρος τής Χιλής εξελέγη το 1970, όντας υποψήφιος τής Λαϊκής Ενότητας - συνασπισμού σοσιαλιστών, ριζοσπαστικών κομμουνιστών , και μερικών αποστατών τών Χριστιανοδημοκρατών. Καλή περίπτωση θα πείτε, για να φτουρίσει ο Αγιέντε ( κι όχι Αλιέντε όπως τον συνηθίσαμε), στην εξουσία.
Αυτό σκέφθηκε κι αυτός. Κι έβαλε μπροστά σοσιαλιστικά προγράμματα , εθνικοποιώντας ό,τι μπορούσε. Κυρίως τον ορυκτό πλούτο τής χώρας.
Στήριξε κυρίως τούς εργάτες των βιομηχανιών. Απαλλοτρίωσε γαίες και τις έδωσε στους ακτήμονες, κάνοντας τους, για πρώτη φορά νοικοκύρηδες.
Στην αρχή το πείραμα φάνηκε να πετυχαίνει. Όμως γρήγορα εμφανίστηκαν οι δυσαρέσκειες. Οι γαιοκτήμονες και οι βιομήχανοι, φοβούμενοι την σοσιαλιστή φόρα και τις εθνικοποιήσεις τού Προέδρου, άρχισαν να ξεφορτώνονται τα ομόλογά τους, να πουλούν τα εργοστάσια και τα γεωργικά τους μηχανήματα. Η οικονομία κλυδωνιζόταν , στα χέρια ενός άπειρου “Κράτους-Επιχειρηματία”...
Επίσης, δυσαρεστημένοι ήταν και οι γεωργικοί πληθυσμοί. Αυτοί, πάλι, δεν ήθελαν, με κανέναν τρόπο, τις κολεκτιβοποιήσεις, και εναντιώνονταν στην γεωργική αναμόρφωση γενικώς.
Λένε, πως και το κομμουνιστικό κόμμα MIR, ( Αριστερή Επαναστατική Κίνηση ) , ήταν....ενοχλημένο (!) -Κύριος οίδε γιατί – από τις δραστηριότητες τούς Αγιέντα. Έτσι άρχισε να φτιάχνει ένοπλες οργανώσεις, ακόμα και μέσα στα ίδια τα ...εργοστάσια!!! Μύλος δηλονότι!! .....
Μα είναι πράγματι εξωφρενικό, να βρίσκονται αντιφρονούντες, ανάμεσα στους ευνοημένους από το σύστημα!!!
Ανεξήγητες πράγματι οι ανθρώπινες αντιδράσεις...
Βεβαίως οι ΗΠΑ, χάνοντας τα ορυχεία χαλκού, θύμωσαν πολύ!!! Πάρα πολύ...
Κι έκοψαν τις πιστώσεις στον Αγιέντε, που ήταν, συν τοις άλλοις, και αδελφοποιητός τού....Κάστρο!!! ( Τι....”καλλίτερο”, Παναγία μου!)
Να ήταν άραγε αυτό ένα μεγάλο χτύπημα; Δεν βαριέστε! Κι εμείς κάναμε.....μπατζανάκη τον Καντάφι ( αν είναι δυνατόν!), αλλά δεν μάς έσωσαν οι επιδοτήσεις της ΕΟΚ! Βουλιάξαμε οικονομικά, έτσι κι αλλιώς! Ίσως, μονάχα μια δεύτερη χούντα να γλυτώσαμε! Τι να πω;
Βρέθηκε, λοιπόν ο στρατηγός Pinochet, για να κάνει το «Colpe de Estado» το κτηνώδες πραξικόπημα. Χιλιάδες σκοτώθηκαν. Μέχρι η Moneda –το προεδρικό μέγαρο- βομβαρδίστηκε άγρια, μαζί με άλλα σημεία της πρωτεύουσας της Χιλής. Μιλάμε για πολύ αίμα. Οι νεκροί λογαριάζονται από 2500 έως 80000, ανάλογα από το ποιος σου δίνει τη πληροφορία! Χιλιάδες, επίσης, πήραν το δρόμο της εξορίας, αθέλητα ή ηθελημένα για ν’ αποφύγουν τις διώξεις.
Από το 1973 μέχρι το 1988, ο Pinochet ήταν πολύ ευχαριστημένος από τον εαυτό του. Ώσπου το 1981 αναθεώρησε το Σύνταγμα του 1925. Και το 1988 αποφάσισε να βάλει σ’ εφαρμογή τα όσα ο ίδιος όρισε, ως συνταγματικές διαδικασίες. Χρίστηκε υποψήφιος πρόεδρος από τη Χούντα. Και την πάτησε!!! Στο δημοψήφισμα καταψηφίστηκε!!! Και απελθών απήγξατο!...
Τα κόμματα που είχαν οργανώσει το ΟΧΙ του κόσμου στο δημοψήφισμα, απέκτησαν δύναμη. Συνασπίστηκαν. Ρίχτηκαν στα υπολείμματα της Χούντας. Αυτή τρόμαξε. Συμμαζεύτηκε. Συμφώνησε για αλλαγή άρθρων του Συντάγματος. Απαγόρευσε τα μαρξιστικά κόμματα και προκήρυξε εκλογές ελεύθερες, με τους εξόριστους επανακάμπτοντες. Ο δεξιός υποψήφιος Patricio Aylwin (τι σόι όνομα κι αυτό, κέρδισε την προεδρία, μέχρι το 1994. Πως λένε τον τωρινό Πρόεδρο, θα σας γελάσω. Τι σημασία έχει άλλωστε; Η Χιλή ζεί τη δημοκρατία της. Τόσο φρέσκια!
Κι εδώ, τέλος το «μαρτύριο σας» φίλτατοι! Αυτό ήταν. Όλα τα κακά τελειώνουν, κάποτε. Ευτυχώς!
Το Santiago, όπως το είπα ήδη, είναι πολύ όμορφη πόλη. Ίσως είναι οι πολύ φαρδείς πράσινοι δρόμοι. Μπορεί να είναι και τα θαυμάσια παλιά της κτίρια, που τα διατηρούν και τα συντηρούν ως κόρην οφθαλμού. Δεν ξέρω. Πάντως, οι άνετοι λεωφόροι, οι αρχαίες εκκλησίες, τα επιβλητικά μπαρόκ οικοδομήματα, συνθέτουν ένα πολύ ενδιαφέρον σύνολο, που θα το χαρακτήριζα: χαρά Θεού!
Στον πρωινό μας περίπατο, βρισκόμαστε πρώτα στην Plaza de Armas, το ιστορικό κέντρο της πόλης. Είναι μια γοητευτική πλατεία, τριγυρισμένη από αποικιακά κτίρια: Το Ταχυδρομείο, τον Καθεδρικό, και το Εθνικό Ιστορικό Μουσείο. Εκεί, στο γύρο, βρίσκονται και το μέγαρο της Γερουσίας, το Δικαστήριο και το Palacio de la Alhambra όπου στεγάζεται η Εθνική Πινακοθήκη. Στη Πλατεία Συντάγματος βρίσκεται η Moneda. Έτσι λένε το Προεδρικό Μέγαρο. Φυσικά, υπάρχουν ενδιαφέρουσες εκκλησίες, κάμποσες βιβλιοθήκες, υπαίθριες αγορές, πάρκα, βοτανικός και Ζωολογικός Κήπος και πάρα πολλά μουσεία. Μέχρι και κρασιών!...Κι όλα αυτά με ένα όμορφο περίπατο με τα πόδια, στο κέντρο!
Δύο βήματα από το ξενοδοχείο μας και πάνω στην Avenida Alameda, βρίσκεται ο Cero Santa Lucia. Ο Λόφος της Αγίας Λουκίας, δηλονότι. Μέσα στη πολυκοσμία και τη κίνηση της μεγαλούπολης, μοιάζει με ιερό καταφύγιο, γεμάτο λουλούδια, δέντρα και γραφικά δρομάκια. Στα πόδα του λόφου υπάρχει μια μεγάλη πέτρα. Πάνω της είναι χαραγμένο ένα μέρος του γράμματος του Valdivia, στο οποίο εξαίρει την ομορφιά του νεοκατακτημένου τόπου. Παρακεί βρίσκεται μια εντυπωσιακή τοιχογραφία. Παριστάνει τη νομπελίστα ποιήτρια Gabriela Mistral. Θα μιλήσουμε αργότερα γι’ αυτήν, στο κεφάλαιο για τον άλλο Χιλιανό νομπελίστα, τον γνωστό μας Pablo Neruda. Ένα πέτρινο συντριβάνι δροσίζει το μεγάλο πλάτωμα. Από κει ξεκινά μια διπλή σκάλα, για να σε φέρει στη κορφή του Cero. Είναι ένα σημείο από το οποίο έχεις μια πανοραμική θέα της πόλης.
Άλλος ένας λόφος έχει ενδιαφέρον: Ο Cero san Cristobal. Αποτελεί μέρος του Parquo Metropolitano. Και είναι η χαρά και το καύχημα των κατοίκων της πρωτεύουσας. Έχει ύψος 860 μέτρα, που μπορείς να τα ανεβείς και με τελεφερίκ. Σήμα του λόφου, το 36 μέτρων άγαλμα της Virginita –της Παναγίτσας μ’ άλλα λόγια- που κυριαρχεί στη κορυφή.
Στο χάρτη της πόλης και στον οδηγό μου, βρίσκω τόσα αξιοθέατα και τόσα Μουσεία, που ούτε μια βδομάδα δεν αρκεί για να τα δεί κανείς όλα. Κι εμείς μένουμε εδώ μονάχα 3 μέρες. Η μια από αυτές – η αυριανή –θα μας βρεί στο Valparaiso και στην Vina del mar, την περίφημη «Ciudad Jardin del mar». «Τσιουδαδ Χαρντίν ντελ Μαρ» τη λένε την έρμη, αυστηρώς ισπανιστί! Που σημαίνει: Κηπούπολη της Θάλασσας.
Το Santiago μου άφησε μια πολύ γλυκιά γεύση, σαν όλες τις αποικιοκρατικές πόλεις της Λατινικής Αμερικής. Έχει και αυτή τον αέρα του παλιού και του αρχοντικού, που παντρεύεται ζορ’ ζορινά, με όλα τα στραβά του σύγχρονου. Έτσι, η πρωτεύουσα της Χιλής έχει πολύ φασαρία, πολύ κόσμο, μεγάλη κίνηση στους δρόμους, καυσαέριο, και βαριά ατμόσφαιρα. Τι να κάνουμε; Είναι μια σύγχρονη μεγαλούπολη με όλα τα καλά και τα κακά της. Εγώ, πάντως, σ’ αυτές τις πόλεις, συγκρατώ μονάχα τα όμορφα. Τα κλασικά. Όσα έχουν την αξία, αλλά και τη μαγεία της παλαιότητας. Δυστυχώς ή ευτυχώς, με αφήνουν αδιάφορη τα μοντέρνα ρεύματα στις Τέχνες γενικώς! Δεν τα κατανοώ, γι’ αυτό και δεν με συγκινούν. Δε μου «μιλούν». Και συχνά αναρωτιέμαι γιατί κάποιοι άνθρωποι σπαταλούν το χρόνο τους πασχίζοντας να κατασκευάσουν αρλούμπες. Και μερικοί άλλοι σπαταλούν, τον ίδιο πολύτιμο χρόνο, αγωνιζόμενοι να τους καταλάβουν και να τους επιβάλουν. Εν ‘ ονόματι του «εκσυγχρονισμού της Τέχνης» λέει! Ε, ας το λέει. Εγώ δεν καταλαβαίνω γρύ. Κι ούτε σκέφτομαι να προσπαθήσω. Άλλωστε είμαι αρκετά μεγάλη, πια, για να αλλάξω αισθητικά χούγια. Άμα, πια!
Η πόλη της μεγάλης αγρύπνιας μου…
Αυτήν την πόλη θα την θυμάμαι, για το κινέζικο μαρτύριο στο οποίο υποβλήθηκα, νύχτα ώρα. Ξέρετε τι σημαίνει, να πεινάς, να νυστάζεις, να είσαι ψόφια στη κούραση, και να μην μπορείς να φάς, να ξεκουραστείς και να κοιμηθείς; Διάρκεια βασανιστηρίου; 4 –και ολογράφως: τέσσερις- ώρες! Αν έχετε Θεό!
Ας τα πάρω, όμως, όλα από την αρχή.
Temprano, temprano –νωρίς νωρίς δηλαδή- κινήσαμε για το πέρασμα Garibaldi των Άνδεων. Υψόμετρο, 4000μ περίπου. Πάνω στο «φρύδι» του Garibaldi, ο τελωνειακός έλεγχος. Αλλάζουμε χώρα.
Εγώ, παλιά μου τέχνη κόσκινο! Μόλις έφτασα τα 3000μ έπαθα κάτι σαν κοτοψειρίαση! Σαν μπλαστουριά! Σαν αφασία ή σαν «βυθιότητα», δεν ξέρω ακριβώς.
- Παναγιά μου, πρόφτασε! Τα καλά του Θιβέτ άρχισα! Τι θα κάνω τώρα;
Διάφορα γιατροσόφια, φυσικά. Πρώτα πρώτα 60 σταγόνες Εφορτίλ, συν ένα ζαχαρωτό για να ταϊστεί ο εγκέφαλος που πάσχει, μπας και φιλοτιμηθεί και ξεγυρίσει.
Τρίχες!
Μήπως λίγος καθαρός αέρας; Αέρας του βουνού και όχι του κάμπου, μήπως…
Μούσια!
Ίσως λίγο τρέξιμο, να κυκλοφορήσει το αίμα και να μου στρώσουν τα κέφια;
Βλακείες!
Εξακολουθώ να είμαι τιφτίκι. Ράκος. Ρετάλι. Εκμεταλλεύομαι τον απεριόριστο χώρο του πούλμαν -16 άνθρωποι σε 55 θέσεις! – και ξαπλώνω. Κουκουλώνομαι κατακεφαλής και ζαρώνω, περιμένοντας να περάσει το κακό. Το «κακό» δεν περνά, παρα μονάχα όταν πιάνουμε ίσιωμα. Που σημαίνει ότι εγώ, επι 4-5 ώρες μπαινόβγαινα στον Άδη. Και να πείς πως με λένε Περσεφόνη!...
Στο ξενοδοχείο της Mentoza, γίνεται μια κάποια ανακάτωση με τα δωμάτια. Χάσανε τα κλειδιά; Μπερδέψανε τα κλειδιά; Κάποια λαθροχειρία έκανες κάποιος δικός μας για λόγους αμολόγητους; Έφυγαν τα δωμάτια από τον τόπο τους; Θα σας γελάσω. Εκείνο που ξέρω σίγουρα είναι, ότι επι μια ώρα και κάτι, πολεμούσαμε να μπούμε σ’ ένα δωμάτιο, να ισιώσουμε το κορμάκι μας, και δωμάτιο δεν βρισκόταν ούτε με πίτα του Άη Φανούρη! Όταν, επιτέλους, ξεμπερδεύονται όσα είχαν γίνει μαλλιά κουβάρια, έχουμε χρόνο μονάχα τα μούτρα μας να πλύνουμε:
- Θα πάμε σ’ ένα τυπικό, αργεντίνικο ρεστωράν, να φάμε ένα τυπικό αργεντίνικο φαί και να πιούμε ένα τυπικό αργεντίνικο ποτό, μας λένε.
- Συγνώμην, λέω. Εγώ, μπορώ να κάνω έναν τυπικό ελληνικό ύπνο, και να μην έρθω; Ελπίζω να μην σας κοπεί η όρεξη, επειδή σας λείπω, είπα κι έκανα να φύγω.
- Αν δεν έρθεις εσύ, δεν πάμε κι εμείς.
Η Φρόσω και η Γιάννα μου χαλούν το πρόγραμμα. Διότι ξέρω πως αυτές πεινούν. Πως να τις πάρω στο λαιμό μου; Να κοιμηθούν νηστικές; Μεγάλη αμαρτία!
Προβληματίζομαι.
- Βρε φιλενάδες, εγώ είμαι ερείπιο. Και μου κόπηκε και η όρεξη από τη κόπωση. Εσείς πηγαίνετε. Θα αισθάνομαι καλύτερα έτσι. Άντε στο καλό, και τα λέμε αύριο.
- Ή και οι τρείς ή καμία!
- Έλεος, κακούργες!
- Μας τελείωσε. Μπρός μαρς. Κι αν δεν μας αρέσει, φεύγουμε. Που το πρόβλημα;
Μας χώνουν ξανά μανά στο πούλμαν, ακόμα δεν κατεβήκαμε.
- Είπατε κάτι περι επιστροφής αν δεν μας αρέσει. Πως θα επιστρέψουμε νύχτα, κυκλοφορώντας σε μια ξένη πόλη που δεν τη ξέρουμε;
- Τώρα, την πατήσαμε. Σκέψου το τυπικό αργεντίνικο δείπνο!
- Και που θα βρώ την τυπική μου ελληνική ξεκούραση; Το ζεστό νεράκι, το καθαρό κρεβατάκι; Που;
Κακώς γκρινιάζω, αφού ξέρω πως «εν’ Άδη ουκ έστι μετάνοια». Το έλεγε ο πατέρας μου, «που το είχε καρατσεκάρει», σαν τη Μαλβίνα. Το μόνο που τολμώ ακόμα να πω είναι:
- Πόσα χιλιόμετρα μακριά είναι το φαγάδικο;
Ελπίζω, βλέπετε, ακόμα σε κάποια λογική απόσταση, αλλά, φεύ! Η απάντηση είναι αρκεβούζιο, στη ταλαιπωρημένη, δι’ όλης της ημέρας, κεφαλή μου:
- Δεν είναι πολύ μακριά, μην ανησυχείς. Μονάχα δέκα χιλιόμετρα….
Χαλάνδρι – Ομόνοια σκέπτομαι και λουφάζω. Εν’ Άδη, είπαμε, τι ΔΕΝ γίνεται!
Το κεντράκι είναι συμπαθητικό. Ωστόσο, βραδύτερο σερβίρισμα δεν ματάδα στη ζωή μου. Κράτησε 4 ώρες. Τέσσερις ώρες! Αν πιστεύετε Θεό! Όμως αυτή δεν ήταν και η μοναδική μου πρωτιά εκεί μέσα. Επίσης για πρώτη φορά στη ζωή μου έφαγα φιλέτο-τούβλο. Ή φιλέτο-πλιθί. Ή κάποιο άλλο είδος οικοδομικού υλικού τέλος πάντων! Ένα θηρίο. Ψημένο, πρέπει να ζύγιζε ένα κιλό και κάτι. Άψητο, δεν ξέρω.
- Καλέ, βλέπετε αυτό που βλέπω; Ποιος θα το φάει αυτό το πράμα; Έχει 10 σαντιμέτρ ύψος. Μπορεί να είναι ψημένο μέσα;
Είναι. Και μάλιστα είναι μαλακό σαν αφρός. Και νοστιμότατο. Αλλά μονάχα που το βλέπεις τόσο πολύ, σου κόβεται η όρεξη. Κάτι ξέρουν οι Γάλλοι που χρησιμοποιούν πιάτα-σινιά για μια κουταλιά φαί! Άλλοι τρελοί, πάλι αυτοί! Βρε παιδί μου, μέση οδός δεν υπάρχει; Της γκαμήλας, αν έχετε ακουστά!...
Βεβαίως η Αργεντινή είναι φημισμένη για τα κρεατικά της, αλλά και για τις πλούσιες – μέχρι σπατάλης- μερίδες της. Την καταπρώτη μου εμπειρία την είχα στο Buenos Aires, το 1980, στο περίφημο ξενοδοχείο «Των Πέντε Κουταλιών»! Και τότε, θυμάμαι, κόντεψα να πλαντάξω από το πολύ και εκλεκτό φαγητό, όπου η γαριδοσαλάτα προσφερόταν μέσα σε βαθειά γαβάθα, και ο τηγανιτός σολομός είχε το μέγεθος νεογέννητης φώκιας!
Εγώ, όμως, νυστάζω. Και το σερβίρισμα γίνεται με το ρυθμό ενός πιάτου την ώρα! Που θα παέι αυτό; Από εδώ θα φύγουμε κατευθείαν για το αεροδρόμιο; Θα τρελαθώ!
Το σερβίρισμα δεν πτοείται και δεν κάμπτεται. Με το τέμτερερέ πάει! Σαν τα «α» και τα «η» της βυζαντινής ψαλμουδιάς! Ένα σκέτο άγχος, πότε θα τελέψει με τα κατσαρά του «η», ο Ψάλτης, για να καταπιαστεί με τα κατσαρά του «α»!... Αμάν, Παναγία μου! Σωμό δεν έχουν τα αργόσυρτα. Και εμένα με πιάνουν τα νεύρα μου στην εκκλησιά! Το ίδιο έπαθα και στο «τυπικό» αργό σερβίρισμα εκείνο το βράδυ! Μονάχα που αυτό δεν φιλοτιμήθηκε κανείς να μας το πει. Άκου, ένα πιάτο την ώρα! Ούτε η Πόστα, τον καιρό του παππού μου, δεν πήγαινε τόσο αργά.
Κι εγώ να ‘χω μαύρη νύστα. Να χάνω τον κόσμο. Να μην μπορώ να κρατήσω το μάτι ανοιχτό και το κεφάλι στο τόπο του! Το πνεύμα μου να αιωρείται μεταξύ του Εδώ και του Επέκεινα. Και να κάθομαι μπροστά σ’ ένα άδειο τραπέζι, σε μια ξερή, ορθοπεδική πολτρόνα –ελλείψει κοινής – άπραγη! Να οσμίζομαι τη κνίσσα, το στομάχι μου να γουργουρίζει, και να πρέπει να συζητώ με τον πλαϊνό μου, και ενίοτε και με τον απέναντι μου, περί αρών μαρών κουκουνάρων! Ε, αν αυτό δεν είναι κινέζικο μαρτύριο, τότε δεν ξέρω ποιο άλλο μπορεί να είναι!
Είμαστε εδώ από τις 9:00 και το σερβίρισμα αρχίζει κατά τα μεσάνυχτα παρά κάρτο! Βάζουν μπροστά μας ένα κρεατινό τούβλο, μας προσφέρουν και ένα βουνό ζαρζαβατικά, και μειδιώντες μας εύχονται «καλήν όρεξη»! Και μας ξεπαρατάν στη δυστυχία μας. Πως θα φάμε τόσο φαί; Πως θα το χωνέψουμε και πως θα κοιμηθούμε, ΑΝ προλάβουμε, βέβαια! Μα να μας ξεκάνουν θέλουν; Πως κάναμε τόση υπομονή και δεν αρπάξαμε τις πολτρόνες, να κάνουμε ένα τυπικό ελληνικό γιούρια, εναντίον της Αργεντινής και των ζώων της; Κι αυτοί, αντί για ευχαριστώ, επιχειρούν να μας φέρουν στο χείλος του τάφου!
- Εγώ δεν τους κάνω το χατήρι να πάθω διάτρηση, λέω πικαρισμένη.
- Ούτε εμείς, συμφωνούν οι φιλενάδες μου.
Άλλωστε, ύστερα από τόση αναμονή, μας κόπηκε και η όρεξη. Χορτάσαμε με τη τσίκνα. Χάρισμα τους!
Γύρω στη μία φτάνουμε στο ξενοδοχείο, σαν νεκραναστημένοι Λάζαροι. Μονάχα τα σουδάρια μας έλλειπαν! Και να δείτε κακοτυχία! Τώρα που το κρεβάτι μου ήταν μονάχα λίγα μέτρα μακριά, εγώ, η αδικιορισμένη, ξύπνησα! Και πείνασα!
- Πάμε πίσω κορίτσια; Μονάχα αυτό προλαβαίνω να πω. Διότι δυο μαινάδες πέφτουν απάνω μου αφρίζοντας.
- Όλο το βράδυ μας έπρηξες με τη νύστα και τη κούραση σου. Και τώρα τολμάς; Στη πυρά γρήγορα! Κάφτε την! Κάντε την σουβλάκι με πίτα να φάει να χορτάσει, και να μας αφήσει ήσυχες! Αμάν πια…
Είπαν κι έφυγαν τρέχοντας. Κι εγώ ξεράθηκα στα γέλια…πεινώντας!...
SANTIAGO
Ο Χιλιανός Επίλογος
Όμορφη πόλη. Βουερή. Ζεστή και υγρή. Τροπική. Φτάνουμε νωρίς το απόγευμα. Εγώ λαλαδεύω, ύστερα από την υψομετρική μου ταλαιπωρία. Αλλά το παλεύω. Που θα πάει; Θα ‘ρθεί η ώρα να ξαπλώσω. Να πάει λίγο αίμα στον εγκέφαλο, που τον νοιώθω σουφρωμένο! Σαν τα μουλιασμένα, απο βραδίς, ρεβίθια! Ώσπου όμως να φτάσει η ευλογημένη ώρα, ελάτε να φτιάξω τον δικό σας εγκέφαλο τιφτίκι, με ολίγη ιστορία! Αμέ; Θα τη γλιτώνατε νομίζετε; Ποσώς; Τα κεφάλια μέσα! Για λίγο!
Όταν οι Ευρωπαίοι έφτασαν στη Χιλή τον 16ο αιώνα, βρήκαν ένα μωσαϊκό Ινδιάνικων φυλών. Πολυπληθέστερες ήταν οι γεωργικοί Picunche και οι μισονομάδες Mapuche. Παρ’ ότι υποτελείς των Ίνκας του Περού, είχαν καταφέρει να διατηρήσουν τη δική τους κουλτούρα, που ήταν και παλιότερη εκείνης των Ίνκας.
Με τη Παπική συνθήκη της Tordesillas το 1494 –με την οποία η Βραζιλία δόθηκε στη Πορτογαλία- το δυτικό τμήμα της Νότιας Αμερικής παραχωρήθηκε στην Ισπανία. Πρώτος εξερευνητής της περιοχής ο Diego Almagro. Έκανε «αναγνώριση εδάφους» κι έφυγε, με τη πεποίθηση ότι η κατάκτηση αυτού του γεωγραφικού χώρου θα ήταν ζόρικη. Οι Ινδιάνοι δεν ήταν καθόλου φιλικοί, σε αντίθεση με αυτό που συνέβη στον τυχεράκια συμπολεμιστή του, Πιζάρο. Τον θυμάστε; Με 180 άντρες, 37 άλογα, και κανα δυό κανόνια, γκρέμισε μιαν αυτοκρατορία 20.000.000 κατοίκων! Απίστευτο, αλλά πέρα για πέρα αληθές.
Την Conquista της Χιλής ανέλαβε στις αρχέςτου 1541 ο στρατηγός Valdivia. Και στις 12 Φεβρουαρίου του ίδιου έτους, ανακάλυψε τη πόλη του Santiago και την κατέλαβε. Όμως, 6 μήνες αργότερα, οι Ινδιάνοι ανασυντάχθηκαν, επιτέθηκαν και κατέστρεψαν την πόλη, τη στρατιωτική βάση του Valdivia.
Αυτήν την εποχή οι Άνθρωποι του στρατηγού φτιάχνουν στο βορρά δύο καινούργιες πόλεις: τη Serena και το Valparaiso. Κι ενώ στη μάχη του Tucapel, σκοτώνεται ο Valdivia, έχει καταφέρει, ωστόσο, να θέσει τις βάσεις της ενδιαφέρουσας αυτής κατάκτησης.
Οι Ισπανοί όμως, κακομεταχειρίζονται τρομερά τους ντόπιους. Τους αφανίζουν συστηματικά. Σ’ αυτό βοηθούν και οι νιόφερτες ασθένειες: τύφος, ευλογιά, γρίπη θανατηφόρα, ιλαρά. Αλλά και οι ίδιοι οι Ισπανοί έχουν τα προβλήματά τους. Υπάρχουν εδώ πολλοί άντρες και ελάχιστες γυναίκες. Οπότε…Οπότε, αυξήθηκαν τρομακτικά οι μιγάδες, που εδώ τους λένε: Mestizos. (Όχι που θα ‘σκαγαν οι ερωτικοί Σπανιόλοι, με τόσες μαυρούλες, σχιστομάτες στο γύρο τους!). Αυτός ο «νέος» πληθυσμός, αντικατέστησε τα εργατικά χέρια των αφανισμένων καθαρόαιμων Ινδιάνων. Πάλι οι άσπροι «καπάκι», με όλα τους τα καλούδια! Εμ γυναίκες να βολεύονται, εμ εργάτες για να τούς δουλεύουν! ΄Αριστα!...
Τώρα, στίς Enstancias, – στα τεράστια αγροκτήματα δηλαδή- δουλεύουν οι Mestizos , αντί μερικών ασήμαντων κοινωνικών δικαιωμάτων. Μέχρι την εποχή τής Επανάστασης.
Διότι, κάποια στιγμή, οι Κονκισταδόρες, αφού το καλοσκέφθηκαν , αποφάσισαν να αποσχισθούν από την Μητρόπολη. Κι από τότε αρχίζει μιά νέα περιπέτεια για την Χιλή....
Είμαστε ήδη στα 1820. Τότε δηλαδή που κάνουν την εμφάνισή τους, μερικά από τα πιο σημαντικά ιστορικά πρόσωπα τής Νότιας Αμερικής. Από την Βενεζουέλα ο Σιμόν Μπολίβαρ, ο αποκαλούμενος -μέχρι σήμερα – El libertador, ο Ελευθερωτής.
Ο Σαν Μαρτίν , ο εθνικός ήρωας τής Αργεντινής. Κι ο ιρλανδικής καταγωγής Μπερνάρντο Ο΄ Χίγκινς , από την Χιλή. Αυτον τον τελευταίο τον είχε κάνει Υπαρχηγό του ο Σαν Μαρτίν όταν, περνώντας από τις Άνδεις, μπήκε με τον στρατό του στην Χιλή, για να στηρίξει και τον εκεί ξεσηκωμό. Κι Ο’ Χίγκινς έγινε ο πρώτος Ανώτατος Διοικητής τής νεοσύστατης Δημοκρατίας.
Ήταν μια Δημοκρατία, που στην αρχή τα πήγε μάλλον καλά. Μέχρι και τις αρχές τού αιώνα μας. Τότε κάνουν την εμφάνισή τους διάφοροι δικτατορίσκοι, περισσότερο ή λιγότερο σκληροί κάθε φορά. Οπότε το 1964, τα πράγματα αρχίζουν να πιέζουν για αλλαγή. Οι καταπιεσμένοι ξεσηκώνονται. Διαμαρτύρονται. Θέλουν να κάνουν κάτι. Να δράσουν. Να πάρουν τις καταστάσεις στα χέρια τους. Και τότε εμφανίζονται οι κομμουνιστές και οι συμπαθούντες σοσιαλιστές, και βοηθούν στην οργάνωση, τού “αντάρτικου “ ούτως ειπείν
Κι εδώ μπαίνει στην πολιτική σκηνή ένα όνομα: Σαλβαδόρ Αλλιέντε.
Γενήθηκε στο Valparaiso, στα 1908 και πέθανε, κάπως περίεργα , στο Santiago, στο πραξικόπημα τού 1973.
Ήταν γιατρός, μαρξιστής και μέλος τού Σοσιαλιστικού Κόμματος τής Χιλής από το 1963. Χρημάτισε Υπουργός Υγείας, στην αριστερή-φιλελεύθερη Κυβέρνηση Συνασπισμού τού Προέδρου Pedro Serda. Πρόεδρος τής Χιλής εξελέγη το 1970, όντας υποψήφιος τής Λαϊκής Ενότητας - συνασπισμού σοσιαλιστών, ριζοσπαστικών κομμουνιστών , και μερικών αποστατών τών Χριστιανοδημοκρατών. Καλή περίπτωση θα πείτε, για να φτουρίσει ο Αγιέντε ( κι όχι Αλιέντε όπως τον συνηθίσαμε), στην εξουσία.
Αυτό σκέφθηκε κι αυτός. Κι έβαλε μπροστά σοσιαλιστικά προγράμματα , εθνικοποιώντας ό,τι μπορούσε. Κυρίως τον ορυκτό πλούτο τής χώρας.
Στήριξε κυρίως τούς εργάτες των βιομηχανιών. Απαλλοτρίωσε γαίες και τις έδωσε στους ακτήμονες, κάνοντας τους, για πρώτη φορά νοικοκύρηδες.
Στην αρχή το πείραμα φάνηκε να πετυχαίνει. Όμως γρήγορα εμφανίστηκαν οι δυσαρέσκειες. Οι γαιοκτήμονες και οι βιομήχανοι, φοβούμενοι την σοσιαλιστή φόρα και τις εθνικοποιήσεις τού Προέδρου, άρχισαν να ξεφορτώνονται τα ομόλογά τους, να πουλούν τα εργοστάσια και τα γεωργικά τους μηχανήματα. Η οικονομία κλυδωνιζόταν , στα χέρια ενός άπειρου “Κράτους-Επιχειρηματία”...
Επίσης, δυσαρεστημένοι ήταν και οι γεωργικοί πληθυσμοί. Αυτοί, πάλι, δεν ήθελαν, με κανέναν τρόπο, τις κολεκτιβοποιήσεις, και εναντιώνονταν στην γεωργική αναμόρφωση γενικώς.
Λένε, πως και το κομμουνιστικό κόμμα MIR, ( Αριστερή Επαναστατική Κίνηση ) , ήταν....ενοχλημένο (!) -Κύριος οίδε γιατί – από τις δραστηριότητες τούς Αγιέντα. Έτσι άρχισε να φτιάχνει ένοπλες οργανώσεις, ακόμα και μέσα στα ίδια τα ...εργοστάσια!!! Μύλος δηλονότι!! .....
Μα είναι πράγματι εξωφρενικό, να βρίσκονται αντιφρονούντες, ανάμεσα στους ευνοημένους από το σύστημα!!!
Ανεξήγητες πράγματι οι ανθρώπινες αντιδράσεις...
Βεβαίως οι ΗΠΑ, χάνοντας τα ορυχεία χαλκού, θύμωσαν πολύ!!! Πάρα πολύ...
Κι έκοψαν τις πιστώσεις στον Αγιέντε, που ήταν, συν τοις άλλοις, και αδελφοποιητός τού....Κάστρο!!! ( Τι....”καλλίτερο”, Παναγία μου!)
Να ήταν άραγε αυτό ένα μεγάλο χτύπημα; Δεν βαριέστε! Κι εμείς κάναμε.....μπατζανάκη τον Καντάφι ( αν είναι δυνατόν!), αλλά δεν μάς έσωσαν οι επιδοτήσεις της ΕΟΚ! Βουλιάξαμε οικονομικά, έτσι κι αλλιώς! Ίσως, μονάχα μια δεύτερη χούντα να γλυτώσαμε! Τι να πω;
Βρέθηκε, λοιπόν ο στρατηγός Pinochet, για να κάνει το «Colpe de Estado» το κτηνώδες πραξικόπημα. Χιλιάδες σκοτώθηκαν. Μέχρι η Moneda –το προεδρικό μέγαρο- βομβαρδίστηκε άγρια, μαζί με άλλα σημεία της πρωτεύουσας της Χιλής. Μιλάμε για πολύ αίμα. Οι νεκροί λογαριάζονται από 2500 έως 80000, ανάλογα από το ποιος σου δίνει τη πληροφορία! Χιλιάδες, επίσης, πήραν το δρόμο της εξορίας, αθέλητα ή ηθελημένα για ν’ αποφύγουν τις διώξεις.
Από το 1973 μέχρι το 1988, ο Pinochet ήταν πολύ ευχαριστημένος από τον εαυτό του. Ώσπου το 1981 αναθεώρησε το Σύνταγμα του 1925. Και το 1988 αποφάσισε να βάλει σ’ εφαρμογή τα όσα ο ίδιος όρισε, ως συνταγματικές διαδικασίες. Χρίστηκε υποψήφιος πρόεδρος από τη Χούντα. Και την πάτησε!!! Στο δημοψήφισμα καταψηφίστηκε!!! Και απελθών απήγξατο!...
Τα κόμματα που είχαν οργανώσει το ΟΧΙ του κόσμου στο δημοψήφισμα, απέκτησαν δύναμη. Συνασπίστηκαν. Ρίχτηκαν στα υπολείμματα της Χούντας. Αυτή τρόμαξε. Συμμαζεύτηκε. Συμφώνησε για αλλαγή άρθρων του Συντάγματος. Απαγόρευσε τα μαρξιστικά κόμματα και προκήρυξε εκλογές ελεύθερες, με τους εξόριστους επανακάμπτοντες. Ο δεξιός υποψήφιος Patricio Aylwin (τι σόι όνομα κι αυτό, κέρδισε την προεδρία, μέχρι το 1994. Πως λένε τον τωρινό Πρόεδρο, θα σας γελάσω. Τι σημασία έχει άλλωστε; Η Χιλή ζεί τη δημοκρατία της. Τόσο φρέσκια!
Κι εδώ, τέλος το «μαρτύριο σας» φίλτατοι! Αυτό ήταν. Όλα τα κακά τελειώνουν, κάποτε. Ευτυχώς!
Το Santiago, όπως το είπα ήδη, είναι πολύ όμορφη πόλη. Ίσως είναι οι πολύ φαρδείς πράσινοι δρόμοι. Μπορεί να είναι και τα θαυμάσια παλιά της κτίρια, που τα διατηρούν και τα συντηρούν ως κόρην οφθαλμού. Δεν ξέρω. Πάντως, οι άνετοι λεωφόροι, οι αρχαίες εκκλησίες, τα επιβλητικά μπαρόκ οικοδομήματα, συνθέτουν ένα πολύ ενδιαφέρον σύνολο, που θα το χαρακτήριζα: χαρά Θεού!
Στον πρωινό μας περίπατο, βρισκόμαστε πρώτα στην Plaza de Armas, το ιστορικό κέντρο της πόλης. Είναι μια γοητευτική πλατεία, τριγυρισμένη από αποικιακά κτίρια: Το Ταχυδρομείο, τον Καθεδρικό, και το Εθνικό Ιστορικό Μουσείο. Εκεί, στο γύρο, βρίσκονται και το μέγαρο της Γερουσίας, το Δικαστήριο και το Palacio de la Alhambra όπου στεγάζεται η Εθνική Πινακοθήκη. Στη Πλατεία Συντάγματος βρίσκεται η Moneda. Έτσι λένε το Προεδρικό Μέγαρο. Φυσικά, υπάρχουν ενδιαφέρουσες εκκλησίες, κάμποσες βιβλιοθήκες, υπαίθριες αγορές, πάρκα, βοτανικός και Ζωολογικός Κήπος και πάρα πολλά μουσεία. Μέχρι και κρασιών!...Κι όλα αυτά με ένα όμορφο περίπατο με τα πόδια, στο κέντρο!
Δύο βήματα από το ξενοδοχείο μας και πάνω στην Avenida Alameda, βρίσκεται ο Cero Santa Lucia. Ο Λόφος της Αγίας Λουκίας, δηλονότι. Μέσα στη πολυκοσμία και τη κίνηση της μεγαλούπολης, μοιάζει με ιερό καταφύγιο, γεμάτο λουλούδια, δέντρα και γραφικά δρομάκια. Στα πόδα του λόφου υπάρχει μια μεγάλη πέτρα. Πάνω της είναι χαραγμένο ένα μέρος του γράμματος του Valdivia, στο οποίο εξαίρει την ομορφιά του νεοκατακτημένου τόπου. Παρακεί βρίσκεται μια εντυπωσιακή τοιχογραφία. Παριστάνει τη νομπελίστα ποιήτρια Gabriela Mistral. Θα μιλήσουμε αργότερα γι’ αυτήν, στο κεφάλαιο για τον άλλο Χιλιανό νομπελίστα, τον γνωστό μας Pablo Neruda. Ένα πέτρινο συντριβάνι δροσίζει το μεγάλο πλάτωμα. Από κει ξεκινά μια διπλή σκάλα, για να σε φέρει στη κορφή του Cero. Είναι ένα σημείο από το οποίο έχεις μια πανοραμική θέα της πόλης.
Άλλος ένας λόφος έχει ενδιαφέρον: Ο Cero san Cristobal. Αποτελεί μέρος του Parquo Metropolitano. Και είναι η χαρά και το καύχημα των κατοίκων της πρωτεύουσας. Έχει ύψος 860 μέτρα, που μπορείς να τα ανεβείς και με τελεφερίκ. Σήμα του λόφου, το 36 μέτρων άγαλμα της Virginita –της Παναγίτσας μ’ άλλα λόγια- που κυριαρχεί στη κορυφή.
Στο χάρτη της πόλης και στον οδηγό μου, βρίσκω τόσα αξιοθέατα και τόσα Μουσεία, που ούτε μια βδομάδα δεν αρκεί για να τα δεί κανείς όλα. Κι εμείς μένουμε εδώ μονάχα 3 μέρες. Η μια από αυτές – η αυριανή –θα μας βρεί στο Valparaiso και στην Vina del mar, την περίφημη «Ciudad Jardin del mar». «Τσιουδαδ Χαρντίν ντελ Μαρ» τη λένε την έρμη, αυστηρώς ισπανιστί! Που σημαίνει: Κηπούπολη της Θάλασσας.
Το Santiago μου άφησε μια πολύ γλυκιά γεύση, σαν όλες τις αποικιοκρατικές πόλεις της Λατινικής Αμερικής. Έχει και αυτή τον αέρα του παλιού και του αρχοντικού, που παντρεύεται ζορ’ ζορινά, με όλα τα στραβά του σύγχρονου. Έτσι, η πρωτεύουσα της Χιλής έχει πολύ φασαρία, πολύ κόσμο, μεγάλη κίνηση στους δρόμους, καυσαέριο, και βαριά ατμόσφαιρα. Τι να κάνουμε; Είναι μια σύγχρονη μεγαλούπολη με όλα τα καλά και τα κακά της. Εγώ, πάντως, σ’ αυτές τις πόλεις, συγκρατώ μονάχα τα όμορφα. Τα κλασικά. Όσα έχουν την αξία, αλλά και τη μαγεία της παλαιότητας. Δυστυχώς ή ευτυχώς, με αφήνουν αδιάφορη τα μοντέρνα ρεύματα στις Τέχνες γενικώς! Δεν τα κατανοώ, γι’ αυτό και δεν με συγκινούν. Δε μου «μιλούν». Και συχνά αναρωτιέμαι γιατί κάποιοι άνθρωποι σπαταλούν το χρόνο τους πασχίζοντας να κατασκευάσουν αρλούμπες. Και μερικοί άλλοι σπαταλούν, τον ίδιο πολύτιμο χρόνο, αγωνιζόμενοι να τους καταλάβουν και να τους επιβάλουν. Εν ‘ ονόματι του «εκσυγχρονισμού της Τέχνης» λέει! Ε, ας το λέει. Εγώ δεν καταλαβαίνω γρύ. Κι ούτε σκέφτομαι να προσπαθήσω. Άλλωστε είμαι αρκετά μεγάλη, πια, για να αλλάξω αισθητικά χούγια. Άμα, πια!
Last edited by a moderator: