Αργεντινή Χιλή Παταγονία – Η χώρα του Πουθενά

Μηνύματα
245
Likes
893

MENTOZA

Η πόλη της μεγάλης αγρύπνιας μου…


Αυτήν την πόλη θα την θυμάμαι, για το κινέζικο μαρτύριο στο οποίο υποβλήθηκα, νύχτα ώρα. Ξέρετε τι σημαίνει, να πεινάς, να νυστάζεις, να είσαι ψόφια στη κούραση, και να μην μπορείς να φάς, να ξεκουραστείς και να κοιμηθείς; Διάρκεια βασανιστηρίου; 4 –και ολογράφως: τέσσερις- ώρες! Αν έχετε Θεό!

Ας τα πάρω, όμως, όλα από την αρχή.

Temprano, temprano –νωρίς νωρίς δηλαδή- κινήσαμε για το πέρασμα Garibaldi των Άνδεων. Υψόμετρο, 4000μ περίπου. Πάνω στο «φρύδι» του Garibaldi, ο τελωνειακός έλεγχος. Αλλάζουμε χώρα.

Εγώ, παλιά μου τέχνη κόσκινο! Μόλις έφτασα τα 3000μ έπαθα κάτι σαν κοτοψειρίαση! Σαν μπλαστουριά! Σαν αφασία ή σαν «βυθιότητα», δεν ξέρω ακριβώς.

- Παναγιά μου, πρόφτασε! Τα καλά του Θιβέτ άρχισα! Τι θα κάνω τώρα;

Διάφορα γιατροσόφια, φυσικά. Πρώτα πρώτα 60 σταγόνες Εφορτίλ, συν ένα ζαχαρωτό για να ταϊστεί ο εγκέφαλος που πάσχει, μπας και φιλοτιμηθεί και ξεγυρίσει.

Τρίχες!

Μήπως λίγος καθαρός αέρας; Αέρας του βουνού και όχι του κάμπου, μήπως…

Μούσια!

Ίσως λίγο τρέξιμο, να κυκλοφορήσει το αίμα και να μου στρώσουν τα κέφια;

Βλακείες!

Εξακολουθώ να είμαι τιφτίκι. Ράκος. Ρετάλι. Εκμεταλλεύομαι τον απεριόριστο χώρο του πούλμαν -16 άνθρωποι σε 55 θέσεις! – και ξαπλώνω. Κουκουλώνομαι κατακεφαλής και ζαρώνω, περιμένοντας να περάσει το κακό. Το «κακό» δεν περνά, παρα μονάχα όταν πιάνουμε ίσιωμα. Που σημαίνει ότι εγώ, επι 4-5 ώρες μπαινόβγαινα στον Άδη. Και να πείς πως με λένε Περσεφόνη!...

Στο ξενοδοχείο της Mentoza, γίνεται μια κάποια ανακάτωση με τα δωμάτια. Χάσανε τα κλειδιά; Μπερδέψανε τα κλειδιά; Κάποια λαθροχειρία έκανες κάποιος δικός μας για λόγους αμολόγητους; Έφυγαν τα δωμάτια από τον τόπο τους; Θα σας γελάσω. Εκείνο που ξέρω σίγουρα είναι, ότι επι μια ώρα και κάτι, πολεμούσαμε να μπούμε σ’ ένα δωμάτιο, να ισιώσουμε το κορμάκι μας, και δωμάτιο δεν βρισκόταν ούτε με πίτα του Άη Φανούρη! Όταν, επιτέλους, ξεμπερδεύονται όσα είχαν γίνει μαλλιά κουβάρια, έχουμε χρόνο μονάχα τα μούτρα μας να πλύνουμε:

- Θα πάμε σ’ ένα τυπικό, αργεντίνικο ρεστωράν, να φάμε ένα τυπικό αργεντίνικο φαί και να πιούμε ένα τυπικό αργεντίνικο ποτό, μας λένε.

- Συγνώμην, λέω. Εγώ, μπορώ να κάνω έναν τυπικό ελληνικό ύπνο, και να μην έρθω; Ελπίζω να μην σας κοπεί η όρεξη, επειδή σας λείπω, είπα κι έκανα να φύγω.

- Αν δεν έρθεις εσύ, δεν πάμε κι εμείς.

Η Φρόσω και η Γιάννα μου χαλούν το πρόγραμμα. Διότι ξέρω πως αυτές πεινούν. Πως να τις πάρω στο λαιμό μου; Να κοιμηθούν νηστικές; Μεγάλη αμαρτία!

Προβληματίζομαι.

- Βρε φιλενάδες, εγώ είμαι ερείπιο. Και μου κόπηκε και η όρεξη από τη κόπωση. Εσείς πηγαίνετε. Θα αισθάνομαι καλύτερα έτσι. Άντε στο καλό, και τα λέμε αύριο.

- Ή και οι τρείς ή καμία!

- Έλεος, κακούργες!

- Μας τελείωσε. Μπρός μαρς. Κι αν δεν μας αρέσει, φεύγουμε. Που το πρόβλημα;


Μας χώνουν ξανά μανά στο πούλμαν, ακόμα δεν κατεβήκαμε.

- Είπατε κάτι περι επιστροφής αν δεν μας αρέσει. Πως θα επιστρέψουμε νύχτα, κυκλοφορώντας σε μια ξένη πόλη που δεν τη ξέρουμε;

- Τώρα, την πατήσαμε. Σκέψου το τυπικό αργεντίνικο δείπνο!

- Και που θα βρώ την τυπική μου ελληνική ξεκούραση; Το ζεστό νεράκι, το καθαρό κρεβατάκι; Που;


Κακώς γκρινιάζω, αφού ξέρω πως «εν’ Άδη ουκ έστι μετάνοια». Το έλεγε ο πατέρας μου, «που το είχε καρατσεκάρει», σαν τη Μαλβίνα. Το μόνο που τολμώ ακόμα να πω είναι:

- Πόσα χιλιόμετρα μακριά είναι το φαγάδικο;

Ελπίζω, βλέπετε, ακόμα σε κάποια λογική απόσταση, αλλά, φεύ! Η απάντηση είναι αρκεβούζιο, στη ταλαιπωρημένη, δι’ όλης της ημέρας, κεφαλή μου:

- Δεν είναι πολύ μακριά, μην ανησυχείς. Μονάχα δέκα χιλιόμετρα….


Χαλάνδρι – Ομόνοια σκέπτομαι και λουφάζω. Εν’ Άδη, είπαμε, τι ΔΕΝ γίνεται!

Το κεντράκι είναι συμπαθητικό. Ωστόσο, βραδύτερο σερβίρισμα δεν ματάδα στη ζωή μου. Κράτησε 4 ώρες. Τέσσερις ώρες! Αν πιστεύετε Θεό! Όμως αυτή δεν ήταν και η μοναδική μου πρωτιά εκεί μέσα. Επίσης για πρώτη φορά στη ζωή μου έφαγα φιλέτο-τούβλο. Ή φιλέτο-πλιθί. Ή κάποιο άλλο είδος οικοδομικού υλικού τέλος πάντων! Ένα θηρίο. Ψημένο, πρέπει να ζύγιζε ένα κιλό και κάτι. Άψητο, δεν ξέρω.

- Καλέ, βλέπετε αυτό που βλέπω; Ποιος θα το φάει αυτό το πράμα; Έχει 10 σαντιμέτρ ύψος. Μπορεί να είναι ψημένο μέσα;

Είναι. Και μάλιστα είναι μαλακό σαν αφρός. Και νοστιμότατο. Αλλά μονάχα που το βλέπεις τόσο πολύ, σου κόβεται η όρεξη. Κάτι ξέρουν οι Γάλλοι που χρησιμοποιούν πιάτα-σινιά για μια κουταλιά φαί! Άλλοι τρελοί, πάλι αυτοί! Βρε παιδί μου, μέση οδός δεν υπάρχει; Της γκαμήλας, αν έχετε ακουστά!...

Βεβαίως η Αργεντινή είναι φημισμένη για τα κρεατικά της, αλλά και για τις πλούσιες – μέχρι σπατάλης- μερίδες της. Την καταπρώτη μου εμπειρία την είχα στο Buenos Aires, το 1980, στο περίφημο ξενοδοχείο «Των Πέντε Κουταλιών»! Και τότε, θυμάμαι, κόντεψα να πλαντάξω από το πολύ και εκλεκτό φαγητό, όπου η γαριδοσαλάτα προσφερόταν μέσα σε βαθειά γαβάθα, και ο τηγανιτός σολομός είχε το μέγεθος νεογέννητης φώκιας!

Εγώ, όμως, νυστάζω. Και το σερβίρισμα γίνεται με το ρυθμό ενός πιάτου την ώρα! Που θα παέι αυτό; Από εδώ θα φύγουμε κατευθείαν για το αεροδρόμιο; Θα τρελαθώ!

Το σερβίρισμα δεν πτοείται και δεν κάμπτεται. Με το τέμτερερέ πάει! Σαν τα «α» και τα «η» της βυζαντινής ψαλμουδιάς! Ένα σκέτο άγχος, πότε θα τελέψει με τα κατσαρά του «η», ο Ψάλτης, για να καταπιαστεί με τα κατσαρά του «α»!... Αμάν, Παναγία μου! Σωμό δεν έχουν τα αργόσυρτα. Και εμένα με πιάνουν τα νεύρα μου στην εκκλησιά! Το ίδιο έπαθα και στο «τυπικό» αργό σερβίρισμα εκείνο το βράδυ! Μονάχα που αυτό δεν φιλοτιμήθηκε κανείς να μας το πει. Άκου, ένα πιάτο την ώρα! Ούτε η Πόστα, τον καιρό του παππού μου, δεν πήγαινε τόσο αργά.

Κι εγώ να ‘χω μαύρη νύστα. Να χάνω τον κόσμο. Να μην μπορώ να κρατήσω το μάτι ανοιχτό και το κεφάλι στο τόπο του! Το πνεύμα μου να αιωρείται μεταξύ του Εδώ και του Επέκεινα. Και να κάθομαι μπροστά σ’ ένα άδειο τραπέζι, σε μια ξερή, ορθοπεδική πολτρόνα –ελλείψει κοινής – άπραγη! Να οσμίζομαι τη κνίσσα, το στομάχι μου να γουργουρίζει, και να πρέπει να συζητώ με τον πλαϊνό μου, και ενίοτε και με τον απέναντι μου, περί αρών μαρών κουκουνάρων! Ε, αν αυτό δεν είναι κινέζικο μαρτύριο, τότε δεν ξέρω ποιο άλλο μπορεί να είναι!

Είμαστε εδώ από τις 9:00 και το σερβίρισμα αρχίζει κατά τα μεσάνυχτα παρά κάρτο! Βάζουν μπροστά μας ένα κρεατινό τούβλο, μας προσφέρουν και ένα βουνό ζαρζαβατικά, και μειδιώντες μας εύχονται «καλήν όρεξη»! Και μας ξεπαρατάν στη δυστυχία μας. Πως θα φάμε τόσο φαί; Πως θα το χωνέψουμε και πως θα κοιμηθούμε, ΑΝ προλάβουμε, βέβαια! Μα να μας ξεκάνουν θέλουν; Πως κάναμε τόση υπομονή και δεν αρπάξαμε τις πολτρόνες, να κάνουμε ένα τυπικό ελληνικό γιούρια, εναντίον της Αργεντινής και των ζώων της; Κι αυτοί, αντί για ευχαριστώ, επιχειρούν να μας φέρουν στο χείλος του τάφου!

- Εγώ δεν τους κάνω το χατήρι να πάθω διάτρηση, λέω πικαρισμένη.

- Ούτε εμείς, συμφωνούν οι φιλενάδες μου.

Άλλωστε, ύστερα από τόση αναμονή, μας κόπηκε και η όρεξη. Χορτάσαμε με τη τσίκνα. Χάρισμα τους!

Γύρω στη μία φτάνουμε στο ξενοδοχείο, σαν νεκραναστημένοι Λάζαροι. Μονάχα τα σουδάρια μας έλλειπαν! Και να δείτε κακοτυχία! Τώρα που το κρεβάτι μου ήταν μονάχα λίγα μέτρα μακριά, εγώ, η αδικιορισμένη, ξύπνησα! Και πείνασα!

- Πάμε πίσω κορίτσια; Μονάχα αυτό προλαβαίνω να πω. Διότι δυο μαινάδες πέφτουν απάνω μου αφρίζοντας.

- Όλο το βράδυ μας έπρηξες με τη νύστα και τη κούραση σου. Και τώρα τολμάς; Στη πυρά γρήγορα! Κάφτε την! Κάντε την σουβλάκι με πίτα να φάει να χορτάσει, και να μας αφήσει ήσυχες! Αμάν πια…

Είπαν κι έφυγαν τρέχοντας. Κι εγώ ξεράθηκα στα γέλια…πεινώντας!...




SANTIAGO


Ο Χιλιανός Επίλογος


Όμορφη πόλη. Βουερή. Ζεστή και υγρή. Τροπική. Φτάνουμε νωρίς το απόγευμα. Εγώ λαλαδεύω, ύστερα από την υψομετρική μου ταλαιπωρία. Αλλά το παλεύω. Που θα πάει; Θα ‘ρθεί η ώρα να ξαπλώσω. Να πάει λίγο αίμα στον εγκέφαλο, που τον νοιώθω σουφρωμένο! Σαν τα μουλιασμένα, απο βραδίς, ρεβίθια! Ώσπου όμως να φτάσει η ευλογημένη ώρα, ελάτε να φτιάξω τον δικό σας εγκέφαλο τιφτίκι, με ολίγη ιστορία! Αμέ; Θα τη γλιτώνατε νομίζετε; Ποσώς; Τα κεφάλια μέσα! Για λίγο!

Όταν οι Ευρωπαίοι έφτασαν στη Χιλή τον 16ο αιώνα, βρήκαν ένα μωσαϊκό Ινδιάνικων φυλών. Πολυπληθέστερες ήταν οι γεωργικοί Picunche και οι μισονομάδες Mapuche. Παρ’ ότι υποτελείς των Ίνκας του Περού, είχαν καταφέρει να διατηρήσουν τη δική τους κουλτούρα, που ήταν και παλιότερη εκείνης των Ίνκας.

Με τη Παπική συνθήκη της Tordesillas το 1494 –με την οποία η Βραζιλία δόθηκε στη Πορτογαλία- το δυτικό τμήμα της Νότιας Αμερικής παραχωρήθηκε στην Ισπανία. Πρώτος εξερευνητής της περιοχής ο Diego Almagro. Έκανε «αναγνώριση εδάφους» κι έφυγε, με τη πεποίθηση ότι η κατάκτηση αυτού του γεωγραφικού χώρου θα ήταν ζόρικη. Οι Ινδιάνοι δεν ήταν καθόλου φιλικοί, σε αντίθεση με αυτό που συνέβη στον τυχεράκια συμπολεμιστή του, Πιζάρο. Τον θυμάστε; Με 180 άντρες, 37 άλογα, και κανα δυό κανόνια, γκρέμισε μιαν αυτοκρατορία 20.000.000 κατοίκων! Απίστευτο, αλλά πέρα για πέρα αληθές.

Την Conquista της Χιλής ανέλαβε στις αρχέςτου 1541 ο στρατηγός Valdivia. Και στις 12 Φεβρουαρίου του ίδιου έτους, ανακάλυψε τη πόλη του Santiago και την κατέλαβε. Όμως, 6 μήνες αργότερα, οι Ινδιάνοι ανασυντάχθηκαν, επιτέθηκαν και κατέστρεψαν την πόλη, τη στρατιωτική βάση του Valdivia.

Αυτήν την εποχή οι Άνθρωποι του στρατηγού φτιάχνουν στο βορρά δύο καινούργιες πόλεις: τη Serena και το Valparaiso. Κι ενώ στη μάχη του Tucapel, σκοτώνεται ο Valdivia, έχει καταφέρει, ωστόσο, να θέσει τις βάσεις της ενδιαφέρουσας αυτής κατάκτησης.

Οι Ισπανοί όμως, κακομεταχειρίζονται τρομερά τους ντόπιους. Τους αφανίζουν συστηματικά. Σ’ αυτό βοηθούν και οι νιόφερτες ασθένειες: τύφος, ευλογιά, γρίπη θανατηφόρα, ιλαρά. Αλλά και οι ίδιοι οι Ισπανοί έχουν τα προβλήματά τους. Υπάρχουν εδώ πολλοί άντρες και ελάχιστες γυναίκες. Οπότε…Οπότε, αυξήθηκαν τρομακτικά οι μιγάδες, που εδώ τους λένε: Mestizos. (Όχι που θα ‘σκαγαν οι ερωτικοί Σπανιόλοι, με τόσες μαυρούλες, σχιστομάτες στο γύρο τους!). Αυτός ο «νέος» πληθυσμός, αντικατέστησε τα εργατικά χέρια των αφανισμένων καθαρόαιμων Ινδιάνων. Πάλι οι άσπροι «καπάκι», με όλα τους τα καλούδια! Εμ γυναίκες να βολεύονται, εμ εργάτες για να τούς δουλεύουν! ΄Αριστα!...

Τώρα, στίς Enstancias, – στα τεράστια αγροκτήματα δηλαδή- δουλεύουν οι Mestizos , αντί μερικών ασήμαντων κοινωνικών δικαιωμάτων. Μέχρι την εποχή τής Επανάστασης.

Διότι, κάποια στιγμή, οι Κονκισταδόρες, αφού το καλοσκέφθηκαν , αποφάσισαν να αποσχισθούν από την Μητρόπολη. Κι από τότε αρχίζει μιά νέα περιπέτεια για την Χιλή....

Είμαστε ήδη στα 1820. Τότε δηλαδή που κάνουν την εμφάνισή τους, μερικά από τα πιο σημαντικά ιστορικά πρόσωπα τής Νότιας Αμερικής. Από την Βενεζουέλα ο Σιμόν Μπολίβαρ, ο αποκαλούμενος -μέχρι σήμερα – El libertador, ο Ελευθερωτής.

Ο Σαν Μαρτίν , ο εθνικός ήρωας τής Αργεντινής. Κι ο ιρλανδικής καταγωγής Μπερνάρντο Ο΄ Χίγκινς , από την Χιλή. Αυτον τον τελευταίο τον είχε κάνει Υπαρχηγό του ο Σαν Μαρτίν όταν, περνώντας από τις Άνδεις, μπήκε με τον στρατό του στην Χιλή, για να στηρίξει και τον εκεί ξεσηκωμό. Κι Ο’ Χίγκινς έγινε ο πρώτος Ανώτατος Διοικητής τής νεοσύστατης Δημοκρατίας.

Ήταν μια Δημοκρατία, που στην αρχή τα πήγε μάλλον καλά. Μέχρι και τις αρχές τού αιώνα μας. Τότε κάνουν την εμφάνισή τους διάφοροι δικτατορίσκοι, περισσότερο ή λιγότερο σκληροί κάθε φορά. Οπότε το 1964, τα πράγματα αρχίζουν να πιέζουν για αλλαγή. Οι καταπιεσμένοι ξεσηκώνονται. Διαμαρτύρονται. Θέλουν να κάνουν κάτι. Να δράσουν. Να πάρουν τις καταστάσεις στα χέρια τους. Και τότε εμφανίζονται οι κομμουνιστές και οι συμπαθούντες σοσιαλιστές, και βοηθούν στην οργάνωση, τού “αντάρτικου “ ούτως ειπείν

Κι εδώ μπαίνει στην πολιτική σκηνή ένα όνομα: Σαλβαδόρ Αλλιέντε.

Γενήθηκε στο Valparaiso, στα 1908 και πέθανε, κάπως περίεργα , στο Santiago, στο πραξικόπημα τού 1973.

Ήταν γιατρός, μαρξιστής και μέλος τού Σοσιαλιστικού Κόμματος τής Χιλής από το 1963. Χρημάτισε Υπουργός Υγείας, στην αριστερή-φιλελεύθερη Κυβέρνηση Συνασπισμού τού Προέδρου Pedro Serda. Πρόεδρος τής Χιλής εξελέγη το 1970, όντας υποψήφιος τής Λαϊκής Ενότητας - συνασπισμού σοσιαλιστών, ριζοσπαστικών κομμουνιστών , και μερικών αποστατών τών Χριστιανοδημοκρατών. Καλή περίπτωση θα πείτε, για να φτουρίσει ο Αγιέντε ( κι όχι Αλιέντε όπως τον συνηθίσαμε), στην εξουσία.

Αυτό σκέφθηκε κι αυτός. Κι έβαλε μπροστά σοσιαλιστικά προγράμματα , εθνικοποιώντας ό,τι μπορούσε. Κυρίως τον ορυκτό πλούτο τής χώρας.

Στήριξε κυρίως τούς εργάτες των βιομηχανιών. Απαλλοτρίωσε γαίες και τις έδωσε στους ακτήμονες, κάνοντας τους, για πρώτη φορά νοικοκύρηδες.

Στην αρχή το πείραμα φάνηκε να πετυχαίνει. Όμως γρήγορα εμφανίστηκαν οι δυσαρέσκειες. Οι γαιοκτήμονες και οι βιομήχανοι, φοβούμενοι την σοσιαλιστή φόρα και τις εθνικοποιήσεις τού Προέδρου, άρχισαν να ξεφορτώνονται τα ομόλογά τους, να πουλούν τα εργοστάσια και τα γεωργικά τους μηχανήματα. Η οικονομία κλυδωνιζόταν , στα χέρια ενός άπειρου “Κράτους-Επιχειρηματία”...

Επίσης, δυσαρεστημένοι ήταν και οι γεωργικοί πληθυσμοί. Αυτοί, πάλι, δεν ήθελαν, με κανέναν τρόπο, τις κολεκτιβοποιήσεις, και εναντιώνονταν στην γεωργική αναμόρφωση γενικώς.

Λένε, πως και το κομμουνιστικό κόμμα MIR, ( Αριστερή Επαναστατική Κίνηση ) , ήταν....ενοχλημένο (!) -Κύριος οίδε γιατί – από τις δραστηριότητες τούς Αγιέντα. Έτσι άρχισε να φτιάχνει ένοπλες οργανώσεις, ακόμα και μέσα στα ίδια τα ...εργοστάσια!!! Μύλος δηλονότι!! .....

Μα είναι πράγματι εξωφρενικό, να βρίσκονται αντιφρονούντες, ανάμεσα στους ευνοημένους από το σύστημα!!!

Ανεξήγητες πράγματι οι ανθρώπινες αντιδράσεις...

Βεβαίως οι ΗΠΑ, χάνοντας τα ορυχεία χαλκού, θύμωσαν πολύ!!! Πάρα πολύ...

Κι έκοψαν τις πιστώσεις στον Αγιέντε, που ήταν, συν τοις άλλοις, και αδελφοποιητός τού....Κάστρο!!! ( Τι....”καλλίτερο”, Παναγία μου!)

Να ήταν άραγε αυτό ένα μεγάλο χτύπημα; Δεν βαριέστε! Κι εμείς κάναμε.....μπατζανάκη τον Καντάφι ( αν είναι δυνατόν!), αλλά δεν μάς έσωσαν οι επιδοτήσεις της ΕΟΚ! Βουλιάξαμε οικονομικά, έτσι κι αλλιώς! Ίσως, μονάχα μια δεύτερη χούντα να γλυτώσαμε! Τι να πω;

Βρέθηκε, λοιπόν ο στρατηγός Pinochet, για να κάνει το «Colpe de Estado» το κτηνώδες πραξικόπημα. Χιλιάδες σκοτώθηκαν. Μέχρι η Moneda –το προεδρικό μέγαρο- βομβαρδίστηκε άγρια, μαζί με άλλα σημεία της πρωτεύουσας της Χιλής. Μιλάμε για πολύ αίμα. Οι νεκροί λογαριάζονται από 2500 έως 80000, ανάλογα από το ποιος σου δίνει τη πληροφορία! Χιλιάδες, επίσης, πήραν το δρόμο της εξορίας, αθέλητα ή ηθελημένα για ν’ αποφύγουν τις διώξεις.

Από το 1973 μέχρι το 1988, ο Pinochet ήταν πολύ ευχαριστημένος από τον εαυτό του. Ώσπου το 1981 αναθεώρησε το Σύνταγμα του 1925. Και το 1988 αποφάσισε να βάλει σ’ εφαρμογή τα όσα ο ίδιος όρισε, ως συνταγματικές διαδικασίες. Χρίστηκε υποψήφιος πρόεδρος από τη Χούντα. Και την πάτησε!!! Στο δημοψήφισμα καταψηφίστηκε!!! Και απελθών απήγξατο!...

Τα κόμματα που είχαν οργανώσει το ΟΧΙ του κόσμου στο δημοψήφισμα, απέκτησαν δύναμη. Συνασπίστηκαν. Ρίχτηκαν στα υπολείμματα της Χούντας. Αυτή τρόμαξε. Συμμαζεύτηκε. Συμφώνησε για αλλαγή άρθρων του Συντάγματος. Απαγόρευσε τα μαρξιστικά κόμματα και προκήρυξε εκλογές ελεύθερες, με τους εξόριστους επανακάμπτοντες. Ο δεξιός υποψήφιος Patricio Aylwin (τι σόι όνομα κι αυτό;), κέρδισε την προεδρία, μέχρι το 1994. Πως λένε τον τωρινό Πρόεδρο, θα σας γελάσω. Τι σημασία έχει άλλωστε; Η Χιλή ζεί τη δημοκρατία της. Τόσο φρέσκια!

Κι εδώ, τέλος το «μαρτύριο σας» φίλτατοι! Αυτό ήταν. Όλα τα κακά τελειώνουν, κάποτε. Ευτυχώς!


Το Santiago, όπως το είπα ήδη, είναι πολύ όμορφη πόλη. Ίσως είναι οι πολύ φαρδείς πράσινοι δρόμοι. Μπορεί να είναι και τα θαυμάσια παλιά της κτίρια, που τα διατηρούν και τα συντηρούν ως κόρην οφθαλμού. Δεν ξέρω. Πάντως, οι άνετοι λεωφόροι, οι αρχαίες εκκλησίες, τα επιβλητικά μπαρόκ οικοδομήματα, συνθέτουν ένα πολύ ενδιαφέρον σύνολο, που θα το χαρακτήριζα: χαρά Θεού!

Στον πρωινό μας περίπατο, βρισκόμαστε πρώτα στην Plaza de Armas, το ιστορικό κέντρο της πόλης. Είναι μια γοητευτική πλατεία, τριγυρισμένη από αποικιακά κτίρια: Το Ταχυδρομείο, τον Καθεδρικό, και το Εθνικό Ιστορικό Μουσείο. Εκεί, στο γύρο, βρίσκονται και το μέγαρο της Γερουσίας, το Δικαστήριο και το Palacio de la Alhambra όπου στεγάζεται η Εθνική Πινακοθήκη. Στη Πλατεία Συντάγματος βρίσκεται η Moneda. Έτσι λένε το Προεδρικό Μέγαρο. Φυσικά, υπάρχουν ενδιαφέρουσες εκκλησίες, κάμποσες βιβλιοθήκες, υπαίθριες αγορές, πάρκα, βοτανικός και Ζωολογικός Κήπος και πάρα πολλά μουσεία. Μέχρι και κρασιών!...Κι όλα αυτά με ένα όμορφο περίπατο με τα πόδια, στο κέντρο!

Δύο βήματα από το ξενοδοχείο μας και πάνω στην Avenida Alameda, βρίσκεται ο Cero Santa Lucia. Ο Λόφος της Αγίας Λουκίας, δηλονότι. Μέσα στη πολυκοσμία και τη κίνηση της μεγαλούπολης, μοιάζει με ιερό καταφύγιο, γεμάτο λουλούδια, δέντρα και γραφικά δρομάκια. Στα πόδα του λόφου υπάρχει μια μεγάλη πέτρα. Πάνω της είναι χαραγμένο ένα μέρος του γράμματος του Valdivia, στο οποίο εξαίρει την ομορφιά του νεοκατακτημένου τόπου. Παρακεί βρίσκεται μια εντυπωσιακή τοιχογραφία. Παριστάνει τη νομπελίστα ποιήτρια Gabriela Mistral. Θα μιλήσουμε αργότερα γι’ αυτήν, στο κεφάλαιο για τον άλλο Χιλιανό νομπελίστα, τον γνωστό μας Pablo Neruda. Ένα πέτρινο συντριβάνι δροσίζει το μεγάλο πλάτωμα. Από κει ξεκινά μια διπλή σκάλα, για να σε φέρει στη κορφή του Cero. Είναι ένα σημείο από το οποίο έχεις μια πανοραμική θέα της πόλης.

Άλλος ένας λόφος έχει ενδιαφέρον: Ο Cero san Cristobal. Αποτελεί μέρος του Parquo Metropolitano. Και είναι η χαρά και το καύχημα των κατοίκων της πρωτεύουσας. Έχει ύψος 860 μέτρα, που μπορείς να τα ανεβείς και με τελεφερίκ. Σήμα του λόφου, το 36 μέτρων άγαλμα της Virginita –της Παναγίτσας μ’ άλλα λόγια- που κυριαρχεί στη κορυφή.

Στο χάρτη της πόλης και στον οδηγό μου, βρίσκω τόσα αξιοθέατα και τόσα Μουσεία, που ούτε μια βδομάδα δεν αρκεί για να τα δεί κανείς όλα. Κι εμείς μένουμε εδώ μονάχα 3 μέρες. Η μια από αυτές – η αυριανή –θα μας βρεί στο Valparaiso και στην Vina del mar, την περίφημη «Ciudad Jardin del mar». «Τσιουδαδ Χαρντίν ντελ Μαρ» τη λένε την έρμη, αυστηρώς ισπανιστί! Που σημαίνει: Κηπούπολη της Θάλασσας.

Το Santiago μου άφησε μια πολύ γλυκιά γεύση, σαν όλες τις αποικιοκρατικές πόλεις της Λατινικής Αμερικής. Έχει και αυτή τον αέρα του παλιού και του αρχοντικού, που παντρεύεται ζορ’ ζορινά, με όλα τα στραβά του σύγχρονου. Έτσι, η πρωτεύουσα της Χιλής έχει πολύ φασαρία, πολύ κόσμο, μεγάλη κίνηση στους δρόμους, καυσαέριο, και βαριά ατμόσφαιρα. Τι να κάνουμε; Είναι μια σύγχρονη μεγαλούπολη με όλα τα καλά και τα κακά της. Εγώ, πάντως, σ’ αυτές τις πόλεις, συγκρατώ μονάχα τα όμορφα. Τα κλασικά. Όσα έχουν την αξία, αλλά και τη μαγεία της παλαιότητας. Δυστυχώς ή ευτυχώς, με αφήνουν αδιάφορη τα μοντέρνα ρεύματα στις Τέχνες γενικώς! Δεν τα κατανοώ, γι’ αυτό και δεν με συγκινούν. Δε μου «μιλούν». Και συχνά αναρωτιέμαι γιατί κάποιοι άνθρωποι σπαταλούν το χρόνο τους πασχίζοντας να κατασκευάσουν αρλούμπες. Και μερικοί άλλοι σπαταλούν, τον ίδιο πολύτιμο χρόνο, αγωνιζόμενοι να τους καταλάβουν και να τους επιβάλουν. Εν ‘ ονόματι του «εκσυγχρονισμού της Τέχνης» λέει! Ε, ας το λέει. Εγώ δεν καταλαβαίνω γρύ. Κι ούτε σκέφτομαι να προσπαθήσω. Άλλωστε είμαι αρκετά μεγάλη, πια, για να αλλάξω αισθητικά χούγια. Άμα, πια!

 
Last edited by a moderator:
Μηνύματα
245
Likes
893
Περί του «Τέλους του Κόσμου» γενικώς – μέρος 1

Από τα 14 μου χρόνια, λοιπόν, κυνηγώ τα Τέκνα του Πλοιάρχου Γκραν ανά την υφήλιο! Το 1987, επιτέλους, συναντήθηκα για πρώτη φορά μαζί τους, στους Μαορί. Στη Ροτορούα της Νέας Ζηλανδίας. Στα εκπληκτικά γκέιζερς, κάτω από το ηφαίστειο Ταραβέρα.

Ε, κι έριξα το κλάμα της ζωής μου! Ξανάγινα έφηβη. Και ξαναδιάβαζα, με τον φακό, τον Ιούλιο Βερν, κάτω από τις κουβέρτες! Κι εκεί, καταμεσής μιας θαυμαστής φύσης που μεγάλυνε την ψυχή μου, άκουσα – θα το πιστέψετε; - τη φωνή της μάνας μου, να διαμαρτύρεται, έξαλλη, στον κατάπληκτο πατέρα μου:

- Εκατό φορές στο είπα, Σταύρε μου! Ο φίλους σου σε πουλάει σκάρτο πράμα. Τέλειωσαν κιόλας οι μπαταρίες του φακού. Πόσο παλιές, πια, ήταν; Δε ντρέπεται ο χριστιανός;

Και τη φωνή του άτυχου Σταύρου να απορεί:

- Μα τι λες γυναίκα; Από κλειστό κουτί τις έβγαλε ο άνθρωπος! Φρεσκότατες είναι.

- Α μάλιστα! Μυρίζουν θάλασσα! Και τότε ο φακός γιατί δε λειτουργεί, με λες; Πώς το εξηγείς εσύ αυτό;

Και δύο ενήλικες να σπάζουν το κεφάλι τους, να εξηγήσουν τα ανεξήγητα καμώματα ενός ευφάνταστου παιδιού! Να και το χαμόγελο των παιδικών αναμνήσεων ανάμεσα στα δάκρυα, κάτω από το το βουνό Ταραβέρα!

Σε κείνο το καταπληκτικό βιβλίο, που λέτε, που φαίνεται πως σημάδεψε όλη τη μετέπειτα ζωή μου, πρωτοέμαθα για τους ανθρωποφάγους Μαορί. Και για τους φοβερούς και τρομερούς κινδύνους στους παγετώνες, κάποιες περιοχής του πλανήτη, παντελώς άγνωστης στη σχολική μου γεωγραφία!

Είχε το παράξενο όνομα ΠΑΤΑΓΟΝΙΑ! Τι αλλόκοτο τοπωνύμιο! Είχε μέσα του κάτι από τους πάγους, τις αγωνίες, τον πάταγο, τον πανικό… Πολύ περίεργο όνομα, μα την αλήθεια! Και δυο περίεργες φυλές: Οι Μαορί και οι Παταγόνες!

Η πρώτη φυλή, αν και άγρια αποδεκατισμένη, είναι ακόμα και σήμερα παρούσα. Ολοζώντανη και αγωνιζόμενη να μην αφανιστεί εντελώς από προσώπου γης, διατηρώντας ευλαβικά τις αρχαίες παραδόσεις. Δικιά της και η Κίρι ντε Κανάουα. Να διαλαλεί την καταγωγή και την περηφάνεια της, σ’όλα τα λυρικά θέατρα του κόσμου. Είναι μια Μαορί!

Η δεύτερη φυλή, οι Παταγόνες, είναι χαμένη για πάντα. Άδικα έψαξα, επί 20 μέρες, για ανθρώπους με τεράστιες πατούσες! Άφαντοι! Ότι έβλεπα ήταν οι μοναχικές φιγούρες των γκαούτσος, να πορεύονται ήσυχα στις απέραντες πάμπες! Και δε μου φάνηκαν καν… πλατυποδίζοντες! Μια χαρά ήταν οι άνθρωποι! Έτσι, από τον Ιούλιο Βερν, μου έμενε μονάχα η ίδια η Παταγονία. Κι αυτήν θα έπρεπε να εξερευνήσω στο ταξίδι του 1995.

Η Παταγονία είναι, αλήθεια, η «Χώρα του Πουθενά».

Η αμερικάνικη Εδέμ. Το Βασίλειο της Γαλήνης!

Το να βρεθείς στην Παταγονία είναι σα να παραδίνεσαι στη Φύση. Είναι σαν να βιώνεις την αρχέγονη σύστασή της! Αυτήν που έχουμε όλοι μας, δυστυχώς πια, ξεχάσει!

Η φύση εκεί, έχει μια παλαιότητα θα έλεγα, που την νοιώθεις βαθιά. Σε γυρνά, αβίαστα, σε κάποια πολύ γνωστή σου ρίζα, μέσα από την ερημιά, τη σιωπή και τη μονιμότητα της ειρήνης!

Η Παταγονία είναι, σ’ ένα μεγάλο μέρος της, έρημος. Και σου δίνει την εντύπωση πως ήταν πάντα έτσι. Πως ποτέ, καμμιά αλλαγή, δεν ήρθε να ταράξει την προαιώνια ισορροπία της. Έτσι ήταν, και θα εξακολουθήσει να είναι έτσι: απόμακρη, υποβλητική, γλυκύτατα τραχειά – αν μου επιτρέπεται το οξύμωρον…

Μέσα σ’ ένα τέτοιο μαγικό τοπίο, είναι φυσικό να ξεστρατίζει ο ξαφνιασμένος νους σου, και να αιωρείται μέσα σε ένα τεράστιο κενό. Και δεν είναι δύσκολο να βλέπεις, τον αλλούτερο αυτόν τόπο από ψηλά, σαν ν’ αγναντεύεις από το διάστημα έναν άγνωστον πλανήτη! Έναν πλανήτη αφημένον στον έλεος των ανέμων, των ερήμων και των πάγων… Δεν θυμάμαι, αλήθεια, ποιος είπε την καταπληκτική φράση «Ο Τέλειος θάνατος είναι στην Παταγονία»!

Τω όντι, έχεις ώρες ώρες, αυτήν την άισθηση του θανάτου. Αλλά και της αρχής. Διότι ανάμεσά τους συνυπάρχουν αρμονικά η έρημος των ανέμων και η αγριότητα των χειμώνων. Αλλά και η ευλογία της ειρήνης και η σοφία της σιωπής! Μέσα σ’ ένα τέτοιο μοναδικό τοπίο, είναι θεμιτό να σκέφτεσαι το Θάνατο – την Τρίτη Αλήθεια του Coleridge: «Ανάμεσα στον Εαυτό μας και τον Δημιουργό»…

Ουφ! Αμάν πια! Πού τον θυμήθηκα, πάλι, αυτόν; Κι αυτός αγαπημένος της εφηβείας μου ήταν! Και τώρα τι έγινε; Για … παλιμπαιδισμό μιλάμε; Εδώ, δηλαδή, τώρα, θα πρέπει να χρησιμοποιήσω ένα…σχετλιαστικό επιφώνημα; Κάτι μεταξύ: φευ!, οίμοι και αλλοί; … Ήμαρτον! Κλείνει η παρένθεση.

Σε τέτοιας λογής φύση δε χωρούν πολλοί και πολλά. Η λιότητα των εικόνων επιβάλλει αφαίρεση, ακόμα και στα αισθήματα. Μένοντας, λοιπόν, αναγκαστικά στα πιο απλά, ανακαλύπτεις, μοιραία, τα πιο ουσιώδη. Και αποταμιεύεις αυθόρμητα τα πιο βασικά. Όσα η όραση, η ακοή και η αφή σου μπορούν να σου δώσουν. Και διαπιστώνεις έκπληκτος, πως τα «απλά» είναι και τα «ουσιώδη», που, όλως περιέργως, μέχρι σήμερα σου διέφευγαν! Και, τελικά, αυτά τα «ουσιώδη» αποτελούν και το υπόβαθρο της ψυχικής σου πληρότητας και ισορροπίας.

Δεν χρειάζεσαι περίτεχνες εικόνες, και περίπλοκες διαδικασίες για να φτάσεις στην απόλυτη Ευδαιμονία. Απλώς τη συναντάς. Έτσι! Τελείως φυσιολογικά. Όπως σου δόθηκε η θεία Χάρη να κάνεις! Κι εσύ, στην άνυδρη και τυφλή διαδρομή σου, Την έχασες ή Την ξέχασες. Τι διάβολο θέλουν τους γκουρού και τον διαλογιασμό οι σοφοί Ανατολίτες; Ας έρθουν στις στέπες της Παταγονίας. Κι είναι σίγουρο πως θα βρουν την πολυπόθητη Νιρβάνα. Η Φύση διδάσκει, ασφαλώς καλύτερα από κάθε σοφό, τις πανάρχαιες αξίες. Εκείνες που, καμμιά ανθρώπινη σκοπιμότητα και κανενός είδους ευτέλεια, δεν τις έχουν κάνει να… αλλοιθωρίσουν! Κάτι ήξεραν οι Χριστιανοί Αναχωρητές. Μέσα στις ερήμους, εύρισκαν, τελικά, το Θεό! Με τρόπο απλό, απέριττο, άμεσο κι αθώο, η Φύση σε οδηγεί στη συνάντηση με το Δημιουργό σου! Εσύ, δεν χρειάζεται να κα΄νεις πολλά. Αρκεί ν’ ανοίξεις την ψυχή σου στην ολοφάνερη Αλήθεια. Όπως το ματάκι του χλωρού κλαδιού αφήνει το νιογέννητο φυλλαράκι του ν’ αντικρύσει ένα πρωί τον ήλιο. Χωρίς ερωτήσεις. Χωρίς απορίες, χωρίς ενδοιασμούς. Διότι έτσι το προστάζει η φυσική ισομετρία. Κι εκείνο δεν την αμφισβήτησε ποτέ. Αυτό, φευ! Είναι ανθρώπινο σουσούμι. Κανένα άλλο πλάσμα δεν διανοήθηκε ποτέ να επέμβει στους φυσικούς κανόνες.

Θα φανταζόσασταν ποτέ ότι το θαυμαστότερο προνόμιο του ανθρώπου – η δυνατότητα να σκέφτεται – θα μπορούσε να τον οδηγήσει σε λάθος δρόμους; Αμ, τέτοια νόηση να τη βράσω! Εμένα η Παταγονία μου δίδαξε άλλα. Και η Γνώση με τρομοκράτησε μέχρι θανάτου.

Εκεί, για πρώτη φορά συνειδητοποίησα πόσο κακό κάνει το καλό, όταν κάποιοι το χρησιμοποιούν πέρα από κάποια όρια. Χωρίς συνείδηση. Χωρίς κρίση.

Και, προ πάντων, χωρίς Αγάπη. Κι έτσι καταστρέψαμε το χώμα, τα νερά, τον αέρα! Ποια λογική θα μας βοηθήσει να σωθούμε; Ή μήπως τέτοιο σόι λογική, το ανθρώπινο είδος δεν την διαθέτει; Θεέ μου φύλαγε…

Στην Παταγονία, για πρώτη φορά στη ζωή μου, χάρηκα δια το προβεβηκός της ηλικίας μου!!! Σκέφτηκα πως δεν πρόκειται να ζήσω τόσο πολύ, για να δω κάποια τρομερή καταστροφή! (Να, που και τα γηρατειά έχουν και τα καλά τους!...)

Εγώ, ωστόσο, οργανωμένη οικολόγος μη ούσα μεν, αλλά με πολύν καημό για το περιβάλλον, βρέθηκα, ξαφνικά, στον Παράδεισό μου, «σαν έτοιμη από καιρό». Κι ας μην είχα ιδέα από τα πριν, τι επρόκειτο να βρω και να βιώσω, σε κείνον τον απερίγραπτο τόπο. Κι ίσως αυτή η άγνοια, να ήταν η καλύτερη προετοιμασία. Βρέθηκε η καρδιά μου με τις πόρτες ορθάνοιχτες στο μελλούμενο. Σ’αυτό που ένοιωθα να’ρχεται, αλλά δε γνώριζα το πρόσωπό του. Ε, και; Δεν το’παμε;

Η Φύση μεριμνά για όλα εδώ. Αφού «ένα ταξίδι σ’αυτήν, είναι σαν ένα ταξίδι στο υψηλότερο επίπεδο της ύπαρξης. Είναι ένα είδος αρμονίας, μεταξύ του εαυτού μας και του φυσικού περιβάλλοντος, που, τελικά, οδηγεί στην απουσία σκέψης», λένε οι δύο μεγάλοι εραστές της Παταγονίας, ο Theroux και ο Chatwin. Το βιβλίο τους μ’έχει μαγέψει. Ίσως γιατί μοιράζομαι μαζί τους, τα ίδια αισθήματα.

«Απουσία σκέψης», λένε. Ε, λοιπόν, ναι! Αυτό ακριβώς είναι η Παταγονία. Ότι έχει σχέση με τη λογική, είναι εδώ, πράγματι πεπερασμένο. Μπορεί σ’αυτόν τον τόπο να είχε θέση μονάχα η μεταφυσική. Που εγώ, όμως, την αποφεύγω σαν τα κρίματά μου! Διότι δεν την ξέρω. Για να μη σας πω, πως την φοβάμαι κιόλας. Έτσι, εδώ έχω γίνει ένα πελώριο μάτι κι ένα τεράστιο αυτί – σαν εκείνο του τυράννου των Συρακουσών, Διονυσίου! Βλέπω κι αφουγκράζομαι συνεχώς. Και διαρκώς βρίσκομαι σε εγρήγορση. Να μην παραγνωριστούν ήχοι. Να μη μου διαλάθουν εικόνες. Να μη χάσω ούτε ένα λεπτό την επαφή μου με την παράξενη ατμόσφαιρα… Την ατμόσφαιρα του «κενού» και του απροσδιόριστου, που θα μπορούσε να μοιάζει μ’ένα είδος Ζωής-Θανάτου.

Τοπία ανόμοια μεταξύ τους, ριζικά αντίθετα. Εικόνες που σε φέρνουν σε δύσκολη θέση, διότι συχνά δεν τις πιστεύεις. Θαρρείς πως είναι «φάτα μοργκάνα».

Πως σούχει… στρίψει κομματάκι. Κι ολοάξαφνα αλλάζουν. Απροειδοποίητα. Σου’ρχονται καινούριες, σαν πετριές κατακέφαλα… Και νομίζεις ότι… περιπίπτεις εις κώμα ή ακαταληψία!

Η… δοκιμασία αρχίζει κάπως έτσι:

Το αυτοκίνητο τούτη τη στιγμή τρέχει μέσα σε μιαν ατέρμονη στέπα. «Πάμπα» τη λένε εδώ. Μοναδικό της στόλισμα τα φυτικά … σκαντζοχοιράκια! Που τρέχουν ξετρελλαμένα κατά τη φορά του ανέμου. Θέαμα όμορφο μα και αστείο. Αφού εγώ βλέπω σαν αληθινούς σκαντζόχοιρους, τις ολοστρόγγυλες μπάλες από δαντελωτό αγκάθι! Ξεκομμένες από τη ρίζα τους, είναι στο έλεος των δαιμονικών ανέμων. Τις παρακολουθώ ώρες τώρα.

Και, αιφνιδιαστικά, σε μια κούρμπα του δρόμου, το σκηνικό γίνεται δραματικά διαφορετικό. Το τοπίο γίνεται βλοσυρό. Σαν πρόσωπο συνοφρυωμένο. Χάνεται η απέραντη ξερή ισιάδα. Τώρα έχω μπροστά μου βράχια τραχειά, πανύψηλα, χρωματιστά -αχ τι θαύματα κάνει το λυκόφως- με πάλλευκες κορώνες στις κορφές τους. Οι πάγοι εκεί πάνω γυαλοκοπούν με χιλιάδες ιριδισμούς. Θυμίζουν πολύτιμες πέτρες πολλών καρατιών, και περίτεχνου ταγιαρίσματος. Οι αστραπές τους σου καίν’ τα μάτια. Αλλούτερο τούτο το τοπίο. Καμμιά σχέση με την έρημο και τ’αγκάθια της.Πίσω μας το μέρεμα. Μπροστά μας η εξέγερση! Ο θυμός! Η κρυμμένη απειλή. Πίσω μας η τρυφεράδα. Μπροστά μας το δράμα! Πίσω χαλάρωνες. Εδώ αρτσώνεσαι. Σαν να περιμένεις κάτι φοβερό: έναν κακό οιωνό. Την πραγματοποίηση κάποιου χρησμού! Έτσι πρέπει να αισθανόταν ο Μωϋσής όταν, περιδεής, περίμενε στο Σινά, ν’ ακούση την τρομερή φωνή του Θεού των Εβραίων…

Ο αέρας είναι παγωμένος. Ο ουρανός ξαφνικά γίνεται σκοτεινός. Η ατμόσφαιρα είναι δυσοίωνη, κι εγώ δεισιδαίμων:

Μαύρος ουρανός; Κακό θα μ’ εύρει.

Ψέμματα.

Στην επόμενη στροφή, η γαλανή λίμνη! Και στη μέση της ο πανέμορφος παγετώνας. Και τα τεράστια παγόβουνα, που ταξιδεύουν τεμπέλικα. Σαν κουρασμένοι στρατοκόποι. Λευκό και γαλάζιο το χρώμα. Κι ο ήλιος στο γέρμα του να μου κλείνει συνωμοτικά το μάτι αντί για «καληνύχτα». Και, σε κείνο το μόρτικο κλείσιμο του ματιού, να στροβιλίζονται εκατομμύρια ουράνια τόξα, κάθε φορά που ράγιζε ο παγετώνας. Σύννεφο διάφανο οι κρυστάλλινες σταγόνες. Και μέσα στην κάθε μια τους ο ήλιος να καμαρώνει το λαμπερό του πρόσωπο, γεμίζοντας τον ορίζοντα με χρωματιστά μπουκέτα! Ίριδες σαν λουλούδια, που κατέληγαν μαλακά πάνω στην λαζουρένια λίμνη!!! Μπορείτε αλήθεια, να φτιάξετε την εικόνα στο μυαλό σας;

Και εγώ να χαζεύω. Και να διαπορώ, πώς βρίσκεται, σε τούτο το σημείο της γης, τέτοια φυσική ποικιλία και ομορφιά! Διότι, στην επόμενη στροφή, αποχαιρετάμε δια παντός -δια παντός; Μην το πιστεύετε! Κι αύριο μέρα ξημερώνει!- την στέπα και τους παγετώνες, και χωνόμαστε σε αληθινούς μέλανες δρυμούς. Θεοσκότεινους από την πυκνή βλάστηση. Μοναδικά τους ξέφωτα – σαν κομμάτια καθρέφτη – πάλι οι γλαυκοπράσινες λίμνες. Παράθυρα, θαρρείς της γης, να φέρνουν κοντά της τον ουρανό… Μόνη τους… ανωμαλία, τα βουνά που… φυτρώνουν καταμεσής των δασών και στις όχθες των νερών. Όπως φυτρώνουν συχνά και στη μέση των ερήμων.

Και κείνος ο παταγονικός ουρανός! Ένα μικρό θαύμα. Δέκα φορές την ημέρα άλλαζε διάθεση. Πότε χαμολελούσε κάτω από τα μουστάκια του, μ’έναν γλυκύτατο, χλιαρόν ήλιο. Πότε πάλι θύμωνε με μια κατάμαυρη συννεφιά, που έσερνε τα ξεφτίδια της ως και πάνω στις επιφάνειες των λιμνών. Άλλες φορές ένα σημείο του ορίζοντα γινόταν μολυβί, κι απειλούσε το στερέωμα. Ενώ το διαμετρικά αντίθετο, έκανε άλλο σόι καμώματα: Παγίδευε εδώ κι εκεί το φως, καθώς ο ήλιος φλέρταρε ξεδιάντροπα με κάοπια θρασύδειλα σύννεφα! Και να δεις που τα ξεγελούσε, ο άτιμος! Και τότε, εμείς οι τυχεροί, είχαμε δυο διαφορετικές όψεις της ίδιας εικόνας, όσες φορές ο ήλιος έβγαινε νικητής από το παιχνίδι! Γιατί τη μουντάδα και την τεφρή ατμόσφαιρα, διαδεχόταν ένα μελιχρό φως κι ένας γαλακτώδης ορίζοντας…

Η Παταγονία, όπως το καταλάβατε ήδη, δεν είναι μονάχα μια φυσική καλλονή. Αυτό θα ήταν το λιγότερο. Όμορφα μέρη υπάρχουν παντού. Είναι, προ πάντων, ένα γεωγραφικό στίγμα, φορτωμένο θρύλους, τέρατα, και ανομολόγητους κινδύνους! Κι ακριβώς για τις παραπάνω αιτίες, είναι επίσης γεμάτο από ιστορία, από περιπέτεια, από μαγεία…

Γι’ αυτό το λόγο είναι κι ένα συναίσθημα. Μια ψυχική κατάσταση. Μια περιπέτεια καρδιάς. Και ως τοιαύτη επιφέρει… επιτάχυνση σφυγμού! Ένα ανέβασμα της αρτηριακής πιέσεως. Κι ένα πόνο στο στήθος, που ο κουράντες γιατρός σας θα τον διεγίγνωσκε ως «στηθάγχη»!

Σου κόβεται κάθε τόσο η αναπνοή, κι’ όχι μονάχα γιατί ο Πέριτο Μορένο είναι τόσο μεγαλόπρεπος. Όχι! Σου κόβεται, προ πάντων, διότι στο γραμματόσημο πάνω στην υδρόγειο, που είναι η Ελλάδα, είχες χιλιάδες φορές νοερά μετρήσει, την ιλιγγιώδη απόσταση που σε χώριζε από αυτόν τον θρυλικό, τον μυθιστορηματικό τόπο. Και το χειρότερο;

Δεν πίστευες ότι θα τον έφτανες ποτέ! Όχι σε μια ζωή, αλλά ούτε σε δέκα!

Γεωγραφικά ο χώρος αυτός περιλαμβάνει το Νότιο άκρο της Χιλής και της Αργεντινής, καθώς και το Αρχιπέλαγος των Στενών του Μαγγελάνου. Μετά την Παταγονία αρχίζει η 6η και λιγότερο γνωστή ήπειρος: Η Ανταρκτική. Από την οποία και δανείζεται πολύ θρύλο…

Μίλησα πιο πάνω για την ιστορία που κουβαλά η Παταγονία. Θα το πιστεύατε πως η γνώση γι’ αυτήν ξεκινά από τον Πυθαγόρα; Ήταν ο πρώτος που μίλησε για τον «Αντίχθονα», την αντίθετη στεριά δηλαδή, αφού «χθων» σημαίνει έδαφος, γη. «Αντίχθων» ήταν ο αντίποδας του Βόρειου Πόλου, στα νότια της υδρογείου. Ο εκ Σάμου σοφός, βέβαια, δεν γνώριζε την μετέπειτα ονομασθείσα Ανταρκτική. Στο μαθηματικό μυαλό του, όμως, η Γη χρειαζόταν ένα αντίβαρο για να ισορροπεί στο χαώδες Σύμπαν. Κι αυτός ο αντίπους, έπρεπε να είναι μια «άλλη γη». Ένας Αντίχθων.

Άλλωστε κι ο Κουκ, αυτήν την ήπειρο έψαχνε να βρει στα ταξίδια του με το Endeavour, το Resolute και το Adventure: την περίφημη TERRA AUSTRALIS, που σημαίνει «ΝΟΤΙΑ ΓΗ». Σήμερα ξέρουμε πως ο Κουκ, τότε, δεν κατάφερε να την ανακαλύψει. Βρήκε όμως την Ωκεανία. Και σαν τον Κολόμβο, νόμισε πως πέτυχε το σκοπό του. Γι’αυτό και την ονόμαστε «Αυστραλία», δηλαδή «νότια». Άλλα αντ’ άλλων δηλονότι. Κι ο Κολόμβος για την Ινδία έψαχνε, αλλά τελικά ξεμπάρκαρε στην Αμερική. Ωστόσο τα νησιά της Καραϊβικής, ακόμα τα λέμε «Δυτικές Ινδίες»… Προφανώς εις ανάμνησιν ενός ιστορικού λάθους, που αύξησε τον τότε κόσμο, κατά μιαν ήπειρο!

Αλλά, μια και τον ονοματίσαμε, ελάτε να θυμηθούμε εδώ την όμορφη περιπέτεια του Άγγλου πλοιάρχου Τζέημς Κουκ, που στην Ιστορία και τον θρύλο, πέρασε ως CAPTAIN COOK.

Το 1768 η Βασιλική Εταιρεία του Λονδίνου, σε συνεργασία με το Ναυαρχείο, οργάνωσαν την πρώτη αποστολή στον Ειρηνικό. Ήθελαν να παρατηρήσουν την διέλευση της Αφροδίτης μπροστά από τον ήλιο, στις 3 Ιουνίου 1769. Το φαινόμενο θα ήταν ορατό από το νησί της Ταϊτής, όπου και το σχετικό αστεροσκοπείο σήμερα – μνημείο της ιστορικής εκείνης εξόρμησης. Την όλη επιχείρηση ανέθεσαν σ’ ένα ρέκτη ναυτικό, τον James Cook.

Μετά την εκτέλεση της παραγγελίας των επιστημόνων της Βασιλικής Εταιρείας, ο περιπετειώδης πλοίαρχος είχε εντολή να σαλπάρει, ψάχνοντας για μιαν νοτιότερη Ήπειρο που τότε οι αστρονόμοι ονόμαζαν ΝΟΤΙΑ ΓΗ – TERRA AUSTRALIA κατά το λατινικότερον και… επιστημονικότερον…

Θεωρητικά – όπως ακριβώς κι ο Πυθαγόρας, κι ίσως και εξ αιτίας των δικών του συμπερασμάτων – όλοι οι σοφοί του 18ου αιώνα έβρισκαν απολύτως αναγκαία την ύπαρξή της, «για να αντισταθμίζονται οι χερσαίες μάζες του Βορείου Ημισφαιρίου».

Σε τούτο το πρώτο ταξίδι με το πλοίο Endeavour, που σημαίνει «Προσπάθεια», ο Κουκ δεν κατάφερε να φτάσει πολύ νότια. Αντιθέτως, προχώρησε προς τα νοτιο-δυτικά της Ταϊτής, προς τη Νέα Ζηλανδία και την Τασμανία. Ήταν, λοιπόν, φυσικό να πέσει και πάνω στις νοτιοανατολικές ακτές της σημερινής Αυστραλίας, που τότε, βέβαια, ήταν άγνωστη. Το υπόλοιπο ταξίδι του Endeavour ήταν βορεινά προς την Μπατάβια, τη σημερινή Τζακάρτα, την πρωτεύουσα της Ινδονησίας.

Στο δεύτερο ταξίδι του όμως, με το Resolute και το Adventure τούτη τη φορά, ο Κουκ έπλευσε πέρα από τις 70 μοίρες νότια, στην Ανταρκτική. Οι πάγοι όμως τον ξεγέλασαν. Δεν μπορούσε να διανοηθεί ότι κάτω από αυτούς υπήρχε στεριά. Ήταν κι αυτός θύμα της γνώσης της σύστασης του Βορείου Πόλου, που αποτελείται από νερό, παγωμένο φυσικά. Οπότε συνεπέρανε ότι δεν υπήρχε άλλη στεριά νοτιότερα, πλην της Αυστραλίας. Κι έτσι, ελαφρά τη καρδία την ονόμασε ΝΟΤΙΑ ΓΗ, κι έτσι την πρόσφερε στην Βρετανική Κοινοπολιτεία. Και, κοίτα να δεις, πράμα περίεργο! Καλά λένε: καλύτερα να σου βγει το μάτι. Αυστραλία τη βάφτισε κατά λάθος, κι Αυστραλία παρέμεινε. Διόλου την της φτούρισε το καινούριο βαφτιστικό: Ωκεανία. Εγώ φερ’ ειπείν, ουδέποτε διανοήθηκα να πω πως: «Πήγα δύο φορές στην Ωκεανία». Κανείς δε θα καταλάβαινε σε ποιανού διαόλου τη μάνα βρισκόμουν!

Πολύ αργότερα, μόλις το 1911, ο Αμο΄νυτσεν πρώτος, κι ο Σκωτ μετά από αυτόν – με την τραγική κατάληξη της εξερευνητικής αποστολής του- πάτησαν τους αφιλόξενους πάγους του Νοτίου Πόλου. Και βεβαίωσαν τον κόσμο, για την ύπαρξη της ΝΟΤΙΑΣ ΓΗΣ. Όπως ακριβώς το περίμενε ο Πυθαγόρας, φανταζόμενος τον περίφημο Αντίχθονά του!!! Η ΓΗ, πράγματι, χρειαζόταν έναν αντίποδα στο Νότο, για να έρθει στα ίσα της!

Και είναι σε μέγεθος η 5η μεγαλύτερη ήπειρος, με κάτι 14.200.000 τ.χλμ. Θα ήταν στο σχήμα στρογγυλή – μια και αγκαλιάζει ένα κυκλικό σημείο στην υδρόγειο. Όμως υπάρχει η προβολή της Ανταρκτικής Χερσονήσου. Είναι μια γλώσσα γης, προέκταση δηλαδή της Νότιας Ηπείρου προς τη μεριά της Νότιας Αμερικής. Η απόσταση από αυτήν την χερσαία λουρίδα – που είναι φυσικά μέρος της Ανταρκτικής Ηπείρου – είναι μόλις 960 χλμ από τη Λατινική Αμερική. Τόσο, μα τόσο λίγο! Πάνε-ένα, Αθήνα-Θεσσαλονίκη…

Γι’αυτόν, λοιπόν, τον τόπο που απέχει μονάχα 1.000 χιλ από την Ανταρκτική, γύρω στα 3.00 χιλ από το σημείο του Νότιου Πόλου, και ανεβαίνει βορινά, μέχρι το Rio Colorado της Αργεντινής και την Επαρχία Μαγγελάνου της Χιλής, κίνησα εγώ, το σωτήριο έτος 1995…

Σας μίλησα πολύ για την Ανταρκτική. Όμως, πώς να το κάνουμε; Ήταν στη γετονιά της Παταγονίας, αφού η Γη του Πυρός – μέρος της Παταγονίας φυσικά κι αυτή – είναι η τελευταία κατοικημένη περιοχή της υδρογείου, πριν τη θανατερή σιωπή των πάγων του Νότιου Πόλου.
 

Defkalion

Administrator
Μηνύματα
11.406
Likes
17.236
Ταξίδι-Όνειρο
Αλάσκα
Ξεκίνησε ο άθλος της δακτυλογράφησης της Παταγονίας :D

Έχω πιάσει εγώ τις 20 πρώτες σελίδες και να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ στον @fotast που έκανε τις επόμενες 20.

Αναμείνατε στο ακουστικό σας για τα επόμενα κεφάλαια. :clap:
 

fotast

Member
Μηνύματα
9.409
Likes
14.383
Απλά να σημειώσω ότι το κείμενο για αυτό το ταξίδι της κ.Αδαμαντίδου είναι γραμμένο σε μονοτονικό.Και είναι πιο εύκολη η δακτυλογράφηση σε σχέση με την προηγούμενη ιστορία που είχε τόνους,πνεύματα κτλ.
Για όποιον ενδιαφέρεται να βοηθήσει :haha: , καθώς υπάρχουν ακόμη 60 σελίδες.
 

Defkalion

Administrator
Μηνύματα
11.406
Likes
17.236
Ταξίδι-Όνειρο
Αλάσκα
Για όποιον ενδιαφέρεται να βοηθήσει :haha: , καθώς υπάρχουν ακόμη 60 σελίδες.
Μη τα λες έτσι απότομα και τους τρομάξεις!!! Πες έχουμε λίγες σελίδες ακόμα, φέρτο με το μαλακό :lol::lol::lol:
 

Sassenach77

Member
Μηνύματα
7.200
Likes
20.634
Επόμενο Ταξίδι
Τατζικιστάν
Ταξίδι-Όνειρο
Γη του Πυρός
Θέλω να τσιριξω από τη χαρά μου!!!!....
Η ιστορία που ζήτησα να διαβάσω ....:kissing2:

Αχ μωρέ! Και μονάχα το όνομα «Γη του Πυρρός» κατακαίει το νου σου! Πυρπολεί τη φαντασία σου! Είναι σαν προσάναμμα στο καμίνι των ταξιδιωτικών σου ονείρων!
Εμενα μου λες ;....
 

Sassenach77

Member
Μηνύματα
7.200
Likes
20.634
Επόμενο Ταξίδι
Τατζικιστάν
Ταξίδι-Όνειρο
Γη του Πυρός
Απλά να σημειώσω ότι το κείμενο για αυτό το ταξίδι της κ.Αδαμαντίδου είναι γραμμένο σε μονοτονικό.Και είναι πιο εύκολη η δακτυλογράφηση σε σχέση με την προηγούμενη ιστορία που είχε τόνους,πνεύματα κτλ.
Για όποιον ενδιαφέρεται να βοηθήσει :haha: , καθώς υπάρχουν ακόμη 60 σελίδες.
Είπα σε κάποιους να περιμένουν, αλλά είναι χειρότεροι από μένα στην ασυγκρατοσυνη :haha:
Εγώ θα βοηθήσω καλέ μου άνθρωπε, αλλά σε λίγο καιρό από τώρα :)
 

Sassenach77

Member
Μηνύματα
7.200
Likes
20.634
Επόμενο Ταξίδι
Τατζικιστάν
Ταξίδι-Όνειρο
Γη του Πυρός
Ξεκίνησε ο άθλος της δακτυλογράφησης της Παταγονίας :D

Έχω πιάσει εγώ τις 20 πρώτες σελίδες και να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ στον @fotast που έκανε τις επόμενες 20.

Αναμείνατε στο ακουστικό σας για τα επόμενα κεφάλαια. :clap:
Ε τώρα τι να πω ;;;;
Θα την έχετε γράψει μέχρι το Πάσχα, έτσι όπως πάτε !!!:eek::eek: και θα μου στερησετε τη χαρά να γράψω και εγώ. ....Ντροπή. ..και εγώ θελωωωωω
 

fotast

Member
Μηνύματα
9.409
Likes
14.383
Ε τώρα τι να πω ;;;;
Θα την έχετε γράψει μέχρι το Πάσχα, έτσι όπως πάτε !!!:eek::eek: και θα μου στερησετε τη χαρά να γράψω και εγώ. ....Ντροπή. ..και εγώ θελωωωωω
Δεν νομίζω να γραφτεί μέχρι το Πάσχα.40 σελίδες έχουμε μοιράσει μόνον.Όπως είπα υπάρχουν άλλες 60.Άν θέλεις να γράψεις αργότερα διάλεξε απο την μέση και προς το τέλος.Φυσικά κανόνισε με τον @Defkalion .
 

LULLU

Member
Μηνύματα
3.528
Likes
7.845
Επόμενο Ταξίδι
το ψαχνω....
Ταξίδι-Όνειρο
Νιγηρας-Μαλι
ω τι χαρα!!!!!!!!!!!!
 
Μηνύματα
245
Likes
893
Περί του «Τέλους του Κόσμου» γενικώς – μέρος 2

Ιστορικά, ο γεωγραφικός χώρος της Παταγονίας, δεν έχει και πολλά να πει. Παλιά τον κατοικούσαν άνθρωποι παράξενοι. Σχεδόν μυθικοί: Οι Παταγόνες. Θεέ μου! Τι δεν γράφτηκε γι’ αυτούς!

Ο Μαγγελάνος και το πλήρωμά του, τους θεωρούν «γίγαντες». Κατοπινοί εξερευνητές – κομμάτι … γιαλαντζί, πρέπει να πω – μέτρησαν κιόλας το ύψος τους. Αλλά, τελικώς, δε συμφώνησαν μεταξύ τους. Ωστόσο τους έβγαλαν ψηλούς. Πολύ ψηλούς! Πάνω από 2.50 μέτρα!! Αργότερα αυτά τα νούμερα άρχισαν να… εκπίπτουν! Τα αμφισβητούσαν κάποιοι άλλοι εξερευνητές.

- Ελάτε βρε παιδιά! Μπορεί να ήταν μονάχα 2.00 μέτρα! Άντε 2.10. Αλλά 2.50;

Πάντως είναι σημαντικό ότι για όλους, που τότε επισκέπτονταν την περιοχή, ο κοινός τόπος είναι το ύψος των περίεργων αυτών πλασμάτων! Τους περιγράφουν ως «θηριώδεις»! Ωστόσο, περισσότερο από το ύψος τους, όλοι μιλούν για τα τεράστια πέλματά τους.

- Καλέ είδατε τα ίχνη; Ούτε ελέφαντες να ήτανε!

Ε, καλά! Η κυνική εγώ, απομυθοποίησα κιόλας και τις δύο εντυπώσεις. Τι στο καλό την έχουμε τη λογική; Να μην τη χρησιμοποιούμε πότε πότε; Βασισμένη, βεβαίως, σε διάφορες – γενικώς αντικρουόμενες – πληροφορίες, υποψιάζομαι τι είχε τότε συμβεί. Και μη μου πείτε πως είμαι ευφάνταστη! Στα διάφορα κατατοπιστικά βιβλιαράκια που διαβάζω καθώς και από τις πληροφορίες που παίρνω από τον Οδηγό μου, μαθαίνω αυτά τα πολύ ενδιαφέροντα:

Οι Παταγόνες, για να αποφεύγουν τα κρυοπαγήματα στις τρομακτικά χαμηλές θερμοκρασίες, συνήθιζαν να δένουν τα πόδια τους με χοντρά δέρματα του ζώου με τ’όνομα γκουανάκο! Μπορεί επίσης να χρησιμοποιούσαν και φαρδιές, καλαμένιες πατούσες – οι άνθρωποι των χιονιών τις χρησιμοποιούν ακόμη – για να κάνουν τη βάση των ποδιών τους πλατειά, για να ισορροπούν καλύτερα πάνω στους πάγους.

Έτσι όμως ή αλλοιώς, οι περιγραφές για τους εν λόγω ιθαγενείς, είναι λίγο πολύ τερατώδεις! Σε κείνο πάντως που όλοι συμφωνούν, είναι το γεγονός ότι οι Παταγόνες ήταν άκρως φιλικοί και φιλόξενοι. Γι’αυτό και την έπαθαν!

Καλά λένε πως ο «καλός καλό δεν έχει». Διότι οι Ευρωπαίοι… Ντροπής πράματα, που θα τα πούμε αμέσως παρακάτω.

Όσο τώρα για το ύψος του, έχει κι αυτό την εύκολη εξήγησή του, που τελικά επισήμως κατέβηκε στο 1.90 πλέον. Για να προστατευτούν από το πολικό κρύο, οι άνθρωποι φορούσαν μανδύες από δέρματα, και τα πολύ μακρυά μαλλιά τους τα άφηναν λυτά ν’ ανεμίζουν στους σαρωτικούς βοριάδες. Βάλτε, λοιπόν, τώρα: άντρες ύψους 1.80-1.90. Με τεράστιους, ποδήρεις μανδύες, να φουσκώνουν στους ανέμους. Με χαίτη ν’ ανεμίζει ωσάν βεντάλια. Να περπατούν με μεγάλες δρασκελιές, μεταφέροντας κι από ένα… γιούκο στο κάθε τους ποδάρι, τότε, ακόμα κι εσείς οι άκρως ρεαλιστές, κάπως σαν θηρία θα τους περιγράφατε, παρ’ όλο που γνωρίζετε τον Φασούλα!

Ε, λοιπόν, συγχωρείστε τους Μαγγελάνους, που μας τους περιγράφουν ωσεί… λεβιάθαν!... Απλά οι Παταγόνες ήταν άτομα ρωμαλέα, άκρως εντυπωσιακά. Κρίμα να μην έχουν επιζήσει ως τα σήμερα. Πολύ θα ήθελα να ξέρω αν η εικόνα που έχω γι’ αυτούς, είναι η σωστή. Τους φαντάζομαι, ξέρετε, σαν τους Μασάι της Αφρικής. Εντάξει, εντάξει, στο χλωμότερο, φυσικά! Πάντως, τέτοια θεριά είναι κι εκείνοι. Ίσως και φοβερότεροι. Είναι, βλέπετε κι εκείνη η αναθεματισμένη τους μαυρίλα! Σου κόβονται τα ήπατα. Είναι σαν να τους έχεις πασαλείψει καρβουνόσκονη! Για τέτοιο φόβιο πράμα μιλάμε…

Οι Παταγόνες, δυστυχώς, είχαν την τύχη των άλλων φυλών της περιοχής. Ιδιαίτερα εκείνων της Γης του Πυρός: των ΟΝΑΣ και των ΓΙΑΓΚΑΝΣ. Από όσα μπόρεσα να βρω στα διάφορα κιτάπια, οι Παταγόνες χάθηκαν πρώτοι. Γύρω στα τέλη του 19ου αι., 50 σχεδόν χρόνια μετά την επίσκεψη του Δαρβίνου στη χώρα τους. Κάπου ανάμεσα στο 1880-1900 δηλαδή. Πραγματικός εξολοθρεμός!

Διότι, σίγουρα, μαζί με τα άλλα κακά που τους επιδαψίλευσαν οι άσπροι, τους μόλυναν και με τις αρρώστιες των Ευρωπαίων. Και τούτοι εδώ, οι δύστυχοι, δεν είχαν τα κατάλληλα φάρμακα, δεν ήξεραν καμία θεραπεία και, επιπλέον, το κλίμα της περιοχής δεν βοηθούσε στην ίαση. Άρα ήταν λογικό να αποδεκατιστούν, με γοργούς ρυθμούς.

Έτσι χάσαμε και τους γίγαντες της Παταγονίας. Και κάπως έτσι και τις φυλές της Γης του Πυρός, που ανήκει κι αυτή στην Παταγονία. Γι’ αυτούς ειδικά τους τελευταίους, γνωρίζουμε ότι: από 3.000 που ήταν το 1834, το 1925 χάθηκαν και οι τελευταίοι 50 (!) , από επιδημία ιλαράς να σας χαρώ! Ότι υπάρχει σήμερα στο νησί της Tierra del Fuego είναι κάποιοι μιγάδες, κι ένα μνημείο αφιερωμένο στον Ινδιάνο “AL INDIO”, στην πλατεία της πρωτεύουσας Ushuaia.

Ωστόσο, για τη Γη του Πρόυς, τον Μαγγελάνο και τα Στενά του, θα τα ξαναπούμε όταν έρθει η ώρα τους.

Μετά την επίσκεψη του Μαγγελάνου, οι πρώτοι άποικοι εδώ ήταν οι Ουαλοί.

Στην πρώτη επαφή των Παταγόνων με τα μέλη του πληρώματος του πλοίου του ρηξικέλευθου θαλασσοπόρου το 1521, συνέβησαν και κάποια άκρως ενδιαφέροντα γεγονότα, που αξίζει τον κόπο να αναφέρω εδώ!

Κάποια μέρα, στην ως τα τότε παντέρμη παραλία, οι άντρες του Μαγγελάνου είδαν, κατάπληκτοι, ένα μοναχικό, πανύψηλο πλάσμα, να χαζεύει με την ησυχία του το σκαρί και τους λευκούς ανθρώπους! Είχε το πρόσωπο βαμμένο κόκκινο και κίτρινο, στα μάγουλα ζωγραφισμένες καρδιές και το κεφάλι άτριχο, βαμμένο άσπρο! Οι Ισπανοί εντυπωσιάστηκαν. Κι ευθύς αποφάσισαν να πάνε ένα… δείγμα στο βασιλιά τους, τον Κάρολο τον 5ο.

Δεν κουράστηκαν πολύ να ξεγελάσουν δυο αθώους Παταγόνες, με τα γνωστά τερτίπια των πολιτισμένων. Τους συνέλαβαν, τους αγρίεψαν, και τους πέρασαν χειροπέδες, σαν να είχαν σκοτώσει τη μάνα και τον πατέρα των Ισπανών. Και τους πέταξαν στ’ αμπάρια του πλοίου. Και τότε, έγιναν τα ύστερα του κόσμου. Χαλασμός Κυρίου.

Διότι οι άκακοι γίγαντες, μετά το πρώτο σοκ, κατάλαβαν με τρόμο τι έπαθαν. Αυτοί οι ελεύθεροι, καλωσυνάτοι άνθρωποι των πάγων και των ανέμων, βρέθηκαν μαντρωμένοι. Περιορισμένοι σε δυο πήχες τόπο, και μάλιστα αλυσοδεμένοι. Αδύνατο να αντέξουν τη φυλακή και της χειροπέδες. Κι άρχισε ο μέγας θρήνος. Σπάραζαν οι Παταγόνες μέσα στα δεσμά τους. Ολόλυζαν και τράνταζαν τις βαρειές αλυσίδες. Και με λυγμούς επικαλούνταν τον Setebos, που κατά τους πολύξερους Ισπανούς ήταν ο… Σατανάς, για να τους ελευθερώσει από τους… φιλάνθρωπους και, κατά τα άλλα, θεοσεβούμενους Χριστιανούς!

Το αποτέλεσμα, όπως καταλαβαίνετε, ήταν αναπόφευκτο. Περιορισμένοι μέσα στο σκοτάδι του μικρού, βρώμικου αμπαριού, άφαγοι και δεμένοι χειροπόδαρα, οι Παταγόνες, αυτά τα μοναδικά πλάσματα της αναπεπταμένης πάμπας και των τρελών αέρηδων, δεν άντεξαν. Πέθαναν πριν οι Ισπανοί ξεκινήσουν για την επιστροφή τους στην Ευρώπη. Πέθαναν από καημό. Κι από ντροπή.

Και μ’ ένα πελώριο ερωτηματικό στο αθώο μυαλό τους: Πώς τους έλαχε μια τέτοια μοίρα; Τέτοιος ατιμωτικός θάνατος; Πού ήταν οι αιώνιοι πάγοι, να γείρουν πάνω τους και να τ κλείσουν για πάντα τα μάτια; Πού οι ήσυχες λίμνες και τα βουερά ποτάμια όπου ψάρευαν τη νόστιμη τροφή τους; Πού βρίσκονταν οι δικοί τους άνθρωποι για να τους παρηγορήσουν; Να τους συντρέξουν; Να τους ανακουφίσουν την ύστατη ώρα; Ήταν ολομόναχοι. Αβοήθητοι. Συντετριμμένοι. Γι’ αυτούς τους λεύτερους κι αδέσμευτους ανθρώπους, τάφος έγινε ένα στενό, τυφλό αμπάρι. Ενός ξένου κι αφιλόξενου πλοίου. Ανάμεσα σε παράξενους κι επικίνδυνους ανθρώπους, που αλυσόδεναν χωρίς λόγο. Χωρίς αιτία. Και χωρίς ντροπή…

Ωστόσο οι «ελεήμονες» χριστιανοί, πρόλαβαν να κάνουν το χριστιανικό τους καθήκον: Βάφτισαν τους… «αγρίους» στα κύματα του Ειρηνικού! Προς δόξαν της ανθρώπινης παράνοιας, και τα πολιτισμικής σχιζοφρένειας. Και πάντα στο όνομα του ενός και μοναδικού Θεού της Αγάπης! Μη χειρότερα! Γιατί, Παναγίτσα μου, οι άνθρωποι ερμήνευσαν, μέσα στους αιώνες τόσο στραβά κι ανάποδα τα θεία λόγια, του Γλυκού, του Τρυφερού, του Ταπεινού; Τα λόγια της καλοσύνης και της παραμυθίας Εκείνου, του Μοναδικού; Αυτή η απορία θα με τρώει χρόνια! Είναι ποτέ δυνατόν να ερμηνεύεται τόσο λάθος, κάτι τόσο φανερό; Τόσο καθαρό; Τόσο απλό; Θα τρελαθώ δηλαδή! Τόσο ηλίθιο είναι το ανθρώπινο είδος;

Το χριστιανικό όνομα, μάλιστα, του ενός το ξέρουμε κιόλας. Τον ονομάτισαν Πάολο. Κι ως Παύλο τον βοήθησαν να φτάσει, μιαν ώρα γρηγορότερα, στον καινούριο Θεό του. Ποιος άραγε να είπε στους Σπανιόλους, ότι οι δύο Παταγόνες βιάζονταν να τον γνωρίσουν; Καλά τα βόλευαν ως εκείνη τη στιγμή, με τον δικό τους Setebos. Είχαν τουλάχιστον την ελευθερία και τη ζωή τους. Σε τι ωφέλησε τάχα ο θεός των ξένων, που το μόνο που φαίνεται ότι γνώριζε ήταν οι αλυσίδες και η χωρίς λόγο τιμωρία; Μ’ αυτήν την απορία πρέπει να πέθαναν από τους Ευρωπαίους, οι πρώτοι Παταγόνες. Και με την ίδια μένω κι’ εγώ!

Πρώτοι αποίκησαν αυτήν την περιοχή – όπως ήδη αναφέρθηκε – οι Ουαλοί. Έφτασαν στο Puerto Madryn το 1865, με το γολετόμπρικο Mimosa. Ήταν μονάχα 153 ψυχές.

Ήρθαν εδώ μετανάστες, από τις κοιλάδες εξόρυξης κάρβουνου, από φάρμες εγκαταλελειμμένες, και κυνηγημένοι από το τέρας της ανεργίας. Και εδώ στέργιωσαν. Στο Puerto Madryn, στο Trelew -διαβάζετε Τρελέου- ,στο Gaiman, ζουν ακόμα Ουαλοί. Μεταξύ τους βρίσκονται και Σκωτσέζοι μικροκαλλιεργητές. Και οι δύο λαοί διατηρούν πολύ ζωντανή την πολιτιστική τους κληρονομιά, εδώ και 130 χρόνια. Γι’ αυτό και ο γεωγραφικός αυτός χώρος διαθέτει πολλούς λευκούς.

Δε νοιώθεις καθόλου την παρουσία Ινδιάνων. Άλλωστε, η Χιλή και κυρίως η Αργεντινή, είναι, γενικώς, λευκές. Διότι εδώ οι άποικοι αφάνισαν σχεδόν όλους τους ιθαγενείς. Οι λιγοστοί που σώθηκαν, το οφείλουν στην πρόνοιά τους, να εξαφανιστούν πάνω στις Άνδεις, όπου βρίσκονται ακόμα και σήμερα τα χωριά τους. Προφανώς, κι όχι σίγουρα χωρίς λόγο, αποφεύγουν να κατεβαίνουν συχνά στις πόλεις! Ακόμα και τώρα! Ο ατταβιστικός φόβος για τον ξένο, που ρήμαξε κάποτε το κατάμερο και τους προγόνους τους, ζει πολύ έντονα μέσα τους!

Δεν θέλω, για την ώρα, να μιλήσω περισσότερο για ιστορία. Σε τούτον τον τόπο, μόνο για φύση πρέπει να μιλάς. Άντε και για λίγη γεωγραφία, για να δικαιολογούνται τα φυσικά φαινόμενα. Η ιστορία πρέπει να είναι περιορισμένη.

Ίσα ίσα για να ξέρουμε πώς αντιμετώπισε η Ευρώπη αυτόν τον γεωγραφικό χώρο.
 
Μηνύματα
245
Likes
893
BUENOS AIRES

Αυτό είναι το πλήρες όνομα της πρωτεύουσας της Αργεντινής. Σημαίνει: Η ΠΟΛΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΣ ΜΑΣ (εννοεί την Παναγία) ΤΩΝ ΚΑΛΩΝ ΑΝΕΜΩΝ.

Τούτη την πόλη την έβλεπα για δεύτερη φορά. Έτσι, η αρχοντιά και η φινέτσα της διόλου δε με εξέπληξαν. Απλώς ξαναθυμήθηκα πως είναι μια πόλη που ανασαίνει, που είναι λειτουργική και πανέμορφη. Καταλαβαίνετε, φυσικά, ότι έχει μια θαυμάσια ρυμοτομία. Κι είναι αυτό που με κάνει να απορώ: Οι Πορτένιος – έτσι λέγοντα οι κάτοικοι του Buenos Aires: οι του λιμανιού, αφού η πόλη έχει ένα τεράστιο λιμάνι – οι Πορτένιος, λοιπόν, δεν διέθεταν μπατζανάκη; Κουνιάδο; Κουμπάρο; Συγγενείς μέχρι 15ου βαθμού, για να στραβώσουν, να στενέψουν και να κοντύνουν ένα δρόμο, ή μια λεωφόρο, για να διασώσουν τα οικόπεδά τους; Ξέρετε φίλτατοι, για ποια ισιάδα και ευθεία μιλάμε; Απίστευτα πράγματα!

Οι λεωφόροι είναι φαρδιές και σκιερές. Είναι θαυμάσιας αρχιτεκτονικής τα παλιά, βαριά κτίρια. Τα πάρκα είναι δεκάδες. Οι εκκλησίες εκατοντάδες. Τα αγάλματα χιλιάδες. Και τεράστιες, ανοικονόμητες πλατείες, γεμάτες αιωνόβια δέντρα. Αν δεν υπολογίσεις σωστά τις διαστάσεις τους, χάθηκες! Θα είσαι μονίμως καθυστερημένος! Υπολογίζω την ώρα καθώς στέκω δίβουλη μπροστά στο τεράστιο και μεγαλόπρεπο κτίριο της Γερουσίας, πάνω στην Plaza del Congreso. Στην άλλη άκρη της θηριώδους πλατείας, υπάρχει πάρκο με συντριβάνι, με αγάλματα, με δέντρα, με λουλουδιασμένα παρτέρια, με όμορφα δημόσια, παλιά κτίρια με, με, με… Κοιτώ το ρολόι μου προβληματισμένη:

- Μισή ώρα! Προλαβαίνω να πάω και να ‘ρθω τρεχάλα; Χμ! Υποψιάζομαι πως μόλις και θα τα καταφέρω, βγάζω την ετυμηγορία, και ξαμολιέμαι μέσα στη μεσημεριανή ζέστη και υγρασία. Και πράγματι. Η ώρα έφτασε τσίμα-τσίμα και η ψυχή μου στα δόντια μου, από το τρεχαλητό και την αγωνία. Είδατε τι κακό πράμα είναι η άπλα, και η έλλειψη συγγενών μέχρι 15ου βαθμού; Έτσι θα μπορούσε να είναι και η Αθήνα του Ζάουμπερτ! Η οδός Σταδίου, εφ’ ειπείν, θα έφτανε λογικά μέχρι την είσοδο του Σταδίου. Αλλοιώτικα δεν είχε νόημα να την ονομάσουν «Σταδίου».

Η πόλη αυτή δεν είναι μονάχα ανοιχτή στους Καλούς Ανέμους της φύσεως… Είναι ανοιχτή, επίσης, σ’όλες τις καλλιτεχνικές τάσεις, απ’ οποιαδήποτε κουλτούρα κι αν προέρχονται, λατινοαμερικάνικη ή μη. Ίσως διότι οι Πορτένιος προέρχονται από όλα τα πλάτη και τα μήκη της υδρογείου. Μωσαϊκό εθνοτήτων και φυλών. Μια πόλη-ταπισερί…

Γεννήθηκε μέσα στα γλυκά νερά του ποταμόκολπου του Ριό ντε λα Πλάτα. Οι πρώτοι εξερευνητές, παρασυρμένοι από το μέγεθος του Δέλτα του ποταμού του Ασημιού -Rio de la Plata- το νόμισαν… θάλασσα. Έλα, όμως, που τα νερά αυτής της παλαβής θάλασσας ήταν γλυκά; Σιγά που θα ‘σκαγαν οι Σπανιόλοι!

MILAGRO! MILAGRO! «Θαύμα θαύμα»! Αναφώνησαν και βάφτισαν την εκβολή του ποταμού: Γλυκειά Θάλασσα! Και καθάρισαν! Όχι που θα ‘σκαγαν! Σ’όλα έδινε απάντηση ο Καθολικισμός! Milagro λοιπόν, και το πρόβλημα τέλος…

Τούτη η πόλη υπήρξε και η πρώτη που επισκέφθηκε ο Μαγγελάνος, στην αναζήτηση του περάσματος Catay, τα Στενά που φέρνουν σήμερα το όνομά του.

La Ciudad de los Buenos Aires, είναι, τελικά, το σύνολο πολλών πραγμάτων, στην τέχνη και την κουλτούρα γενικότερα. Είναι η πόλη των ανόμοιων ανθρώπων, που όμως καταφέρνουν να συμβιούν και να συνυπάρχουν άριστα. Πέτυχαν να μετατρέπουν το διαφορετικό, σε πρόκληση για ανανέωση και δημιουργία. Είναι ακόμα το λίκνο του τανγκό, που εξέθρεψε γενιές και γενιές, στην Ευρώπη, μετά τη βασιλεία του βαλς. Αλλά, προ πάντων, είναι η πόρτα για την είσοδο σε μια θαυμαστή χώρα, που προσφέρεται για μαγικές εξερευνήσεις, και απολαυστικές ανακαλύψεις…

Στους δρόμους και τα κτίριά της, στις πλατείες και τις εκκλησίες της, στα αγάλματα και τα πάρκα της, είναι πολύ εύκολο να «διαβάσεις» την ιστορία της.

Ήρωάς της και αγαπημένος της, ο Jose de San Martin, γεννημένος στα 1788. Στις 22 Μαϊου του 1810, 22 χρονών παλικαρόπουλο, συνήγειρε τους αποίκους με τον ενθουσιασμό του, τους έπεισε να σηκώσουν τα όπλα κατά των Ισπανών προγόνων τους, τους ενεθάρρυνε να κόψουν τον ομφάλιο λώρο που τους έδενε με την Ευρώπη, και να ανακηρύξουν την Αργεντινή κράτος ανεξάρτητο.

Έξι χρόνια κράτησε ο αγώνας τους. Κι αυτός παιδί 28 χρονών ευτύχησε να δει πατρίδα αργεντίνικη, κι όχι σπανιόλικη! Στις 9 Ιουλίου του 1815 ο San Martin παρέδιδε στους συμπατριώτες του πατρίδα ανεξάρτητη. Να ζουν γι’ αυτήν, να δουλεύουν γι’ αυτήν, κι αυτή να τους αντιγυρίζει τους κόπους τους. Να ξέρουν, τέλος πάντων, για ποιον δουλεύουν, οι άνθρωποι. Για τον βασιλιά της Ισπανίας; Για τον τοπικό Κυβερνήτη; Για την Καθολική Εκκλησία; Για ποιον, επί τέλους;

Ωστόσο, αυτού του είδους η κοσμογονία συνετελείτο, την ίδια ακριβώς στιγμή, και σ’ ολόκληρη τη Νότια Αμερική. Στο βορρά ο Simon Bolivar, ο Ελευθερωτής, ο διάσημος πλέον El Libertador, αλώνιζε κυριολεκτικά. Κι έστελνε στα κονάκια τους, στην Ισπανία, τους ντόπιους βασιλικούς εκπροσώπους. Στο νότο επίσης – πλην του San Martin – στη Χιλή πάλευε, για τον ίδιο σκοπό ο Ο’ Χίγγινγκς. Τα ύστερα του κόσμου και στη Χιλή! Κοσμοχαλασιά. Οι Ισπανοί πια, δεν ήξεραν από πού τους έρχονταν οι κατακεφαλιές! Είχαν παραζαλιστεί τελείως! Σαϊνι τώρα, πλέον, στον ιερό αγώνα ο νεαρός Αργεντίνος, μάζεψε 5.000 στρατό και, χωρίς να διστάσει λεπτό, όρμησε στις Άνδεις. Ως γνωστόν, τούτη η οροσειρά, που χωρίζει στα δύο -σ’ Ανατολή και Δύση- όλη τη Νότια Αμερική, είναι και το φυσικό σύνορο των δύο αυτών χωρών. Άγρια εκστρατεία! Σκληρή, οδυνηρή κι αβέβαιη. Οι Άνδεις είναι τρομερά βουνά. Σκέτος γρανίτης. Αδιαπέραστος. Όμως οι επαναστάτες δεν πισωδρόμησα. Βρήκαν αυτό που ως τα σήμερα είναι γνωστό ως «Πέρασμα Γαριβάλδη», και αντάμωσαν, ύστερα από τρομερές περιπέτειες με τις δυνάμεις του Ο’ Χίγγινγκς, στη Χιλή.

Οι δύο στρατοί, μεταξύ 1817 και 1822, έκαναν τους έρμους τους Ισπανούς τόπι! Και τους σαβούρντηξαν, κατά Ευρώπη μεριά με την ουρά στα σκέλια, ελευθερώνοντας από δαύτους τη Χιλή, την Αργεντινή, το Περού και το Εκουαδόρ.

Αναρωτιέστε, σίγουρα, ποιο ήταν το τέλος του μεγάλου αυτού άνδρα. Φοβάμαι πως το επιμύθιον αυτής της ιστορίας θα είναι μάλλον θλιβερό. Σαν εκείνο της ιστορίας της άλλης μεγάλης ιστορικής φυσιογνωμίας, του El Libertador. Πέθανε κι αυτός, καταπικραμένος, στην εξορία, στο Παρίσι. Μακριά από την αγαπημένη του πατρίδα, την Querida Argentina, το 1850. Ήταν κιόλας 62 χρονών. Πλήρης ημερών για κείνην την εποχή! Ο άτυχος Simon Bolivar πέθανε μόλις 47 ετών (1783-1830).

Σ’ αυτούς τους κοινούς αγώνες, η Μοίρα έφερε κοντά τους δυο άντρες. Όμως, παρά τα όμοια οράματα και τους υψηλούς σκοπούς, δεν κατάφεραν να τα βρουν μεταξύ τους. Η συνάντησή τους στην παραθαλάσσια πόλη Γκουαγιακίλ του Εκουαδόρ, στις 26 Ιουλίου του 1822, κατέληξε σε φιάσκο. Ο San Martin επέστρεψε στη Λίμα – την πολεμική του έδρα – υπέβαλε την παραίτησή του από το στράτευμα και αυτοεξορίστηκε. Κανείς μέχρι σήμερα, δεν ξέρει με σγιουριά, αν αυτή του η κίνηση έγινε για ν’αφήσει ελεύθερο το πεδίο δράσης στον Bolivar – δυο αρχιστράτηγοι μόνο κακό θα μπορούσαν να κάνουν σ’ έναν πόλεμο – ή γιατί ένοιωσε προσωπικά προσβεβλημένος. Η δική μου γνώμη; Η προσωπικότητα του Bolivar φαίνεται ότι ήταν πολύ ισχυρότερη εκείνης του Martin.

Κι έκρινε πως ήταν συμφερότερο για τον αγώνα να επικρατήσει ο καλύτερος. Να σας πω κι άλλη μια σκέψη μου; Αν έτσι πράγματι έπραξε ο San Martin, τότε εγώ θαυμάζω τον περήφανον αυτόν άνδρα, 10 φορές περισσότερο από τον Bolivar. Θυσίασε τις φιλοδοξίες του στο καλό του μεγάλου αγώνα προτιμώντας, αντί τη δόξα, την αφάνεια και τη σιωπή. Πάλι καλά που η Ιστορία δεν τον ξέχασε. Η Αργεντινή σήμερα τον λατρεύει…

Κάλιο αργά! Και το μάθημα της Ιστορίας, τέλος! Νισάφι!


---------------------------------------------------


Τούτη τη φορά που βρίσκομαι εδώ, κάνει ζέστη πολλή.

Και δε με ενθαρρύνει σε πεζοπορίες και εξερευνήσεις, μέσα στο κέντρο της πόλης. Ωστόσο απολαμβάνω έναν περίπατο πάνω στις δύο, φημισμένες για το μήκος και τα κτίριά τους λεωφόρους: Την Avenida de Mayo και την Avenida 9 de Julio. Εκείνη δα του Μαϊου και τι δεν έχει πάνω της! Ξεκινά από την ανατολή με την Casa Rosada – το Κόκκινο Σπίτι – που είναι και η προεδρική κατοικία. Μπροστά της η πελωρίων διαστάσεων Plaza de Mayo, πάνω στην οποία βρίσκεται και η Catedral Metropolitana. Σ’ ένα από τα παρεκκλήσια της είναι θαμμένος και ο Αργεντινός ήρωας Jose de San Martin. Ένα βήμα πιο κει, πάντα πάνω στην πλατεία, βρίσκεται και το Δημαρχείο, το γνωστό Cabildo. Και η λεωφόρος καταλήγει στη δύση στην Plaza del Congreso όπου και το Palacio del Congreso, το μέγαρο της Γερουσίας δηλαδή.

Κάπου εκεί, στο μέσο αυτού του μεγαλόπρεπου δρόμου, έρχεται να διασταυρωθεί μαζί του ο άλλος τεράστιος δρόμος, η Avenida της 9ης Ιουλίου. Αυτή, που ξεκινάει από το νότο για να καταλήξει στο βορριά στο Σταθμό, φιλοξενεί λίγο μετά τη διασταύρωση με τη Λεωφόρο του Μαϊου, το πανέμορφο κτίριο της Όπερας, το φημισμένο Teatro Colon, καθώς και τον Οβελίσκο.

Και τα αγάλματα! Αχ εκείνα τα αγάλματα! Πλήθος! Τόσα πολλά και τόσο όμορφα!

Φυσικά είναι και το νεκροταφείο! Ένα ανοικτό μουσείο. Στο κέντρο, το κατάκεντρο της πρωτεύουσας! Στην αριστοκρατική συνοικία Recoleta. Από τη μια μεριά τα πολυτελή ζαχαροπλαστεία και εστιατόρια, με τα… «καμάκια» επιπέδου. Κι από την άλλη η «ματαιότης ματαιοτήτων»! Η ψυχρότητα και η ακινησία του θανάτου. Και, μέσα σ’ αυτήν την υπαίθρια Γλυπτοθήκη, πόλος έλξης ο τάφος της Evita Duarte Peron.

Αμφιλεγόμενη προσωπικότητα η Κυρία Προέδρου, που ωστόσο στην Αργεντινή λατρεύεται σαν αγία! Σε μένα φυσικά, αλλά και σε σας δεν πέφτει λόγος, κι οι αντιρρήσεις περισσεύουν. Τι μας νοιάζει εμάς; Δικιά μας ήταν η γυναίκα;

Στη Recoleta υπάρχει και ο αριστοκρατικός δρόμος Alvear, όπου και το ομώνυμο παλιό κι αρχοντικό ξενοδοχείο. Εδώ η οικογένεια Ωνάση κρατούσε μονίμως μια σουίτα. Και σ’ αυτό το ξενοδοχείο έσβησε η μεγάλη δυναστεία, η οποία ξεκίνησε από ένα φτωχόσπιτο στην άλλη άκρη του Μπουένος Άιρες, στη βρώμικη Μπόκα!

Πόσες συγκλονιστικές περιπέτειες έζησε, αλήθεια, αυτός ο δαιμόνιος άνθρωπος, για να καλύψει την ελάχιστη απόσταση ανάμεσα στη Μπόκα και την Αλβεάρ! Και, να, οι ακαταλαβίστικοι κύκλοι της Μοίρας! Που θέλησε σε τούτη την πανάκριβη συνοικία να τελειώσει ένα σύγχρονο παραμύθι, με τον πιο τραγικό τρόπο. Διότι, αντί της γνωστής κατακλείδας όλων των παραμυθιών με τα βασιλόπουλα και τις όμορφες πριγκιποπούλες «Και ζήσανε αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα», είχε τέλος τραγικό:

Το θάνατο ενός νέου κοριτσιού, που τα είχε όλα αλλά του έλειπε το χαμόγελο. Ήταν μια πολύ πολύ θλιμμένη πριγκίπισσα. Που είχε τα πάντα, αλλά δεν είχε τίποτα. Ίσως ο θάνατος να ήταν ότι καλύτερο γι’ αυτήν. Γιατί αυτή ήταν μια μοντέρνα βασιλοπούλα. Δεν είχα καμία σχέση με τις παλιές. Έτσι, η ενήλικη ζωή της άρχισε ανάποδα. Συνήθως, η Ωραία Κοιμωμένη πρώτα πεθαίνει, και μετά ανασταίνεται από το φιλί του ωραίου και ρομαντικού πρίγκιπα. Τούτη, η δική μας, ωστόσο δεν τα κατάφερε στη ζωή! Δεν μπόρεσε να βρει τον ρομαντικό πρίγκιπα του παιδικού παραμυθιού…

Κι ύστερα σου λένε «Έλα μωρέ, παραμύθι είναι! Το πιστεύεις;» Ε, να, που και τα παραμύθια έχουν τις αλήθειες τους. Ψέματα;

Η Μπόκα δε θα έμενε πάντα φτωχή, άγνωστη και καταφρονεμένη, αν ο Κάρλος Γκαρντέλ δεν τραγουδούσε εκείνο το συγκινητικότατο τανγκό, με τον τίτλο El Caminito -Το μονοπάτι- , που έκανε: το γύρο του κόσμου, τον μουσικό πλούσιο και τη Μπόκα αξιοθέατο!

Φοβάμαι πως τελικά ήταν το Caminito που στοίχειωσε τη Μπόκα, κι όχι ο μύθος του Ωνάση! Έρωτα, το μεγαλείο σου! Να και μια φορά που το χρήμα το βάζει στα πόδια, μπροστά στις ανησυχίες της καρδιάς… Κι όλοι οι τουρίστες όταν φτάνουν στο μικρό ταπεινό λιμάνι, ψάχνουν του σκοτωμού να βρουν τα λόγια του τραγουδιού, που είναι γραμμένα πάνω σε μια χρωματιστή λαμαρίνα-τοίχο ενός σπιτιού, στο μικρό ξέφωτο που οι ζωγράφοι εκθέτουν τα έργα τους:

Camnito que entonces estabas
Bordeato de trebol y juncos en flor
Una sombre ya pronto seras
Una sombre lo mismo que yo…



Μονοπάτι που κάποτε ήσουν
από πρασιές και λουλούδια στεφανωμένο
Σκιά θα γίνεις γρήγορα
όπως σκιά είμαι κι εγώ…


Αμ κάτι τέτοια μελαγχολικά τραγούδαγε ο γλυκύτατος Carlos, και τον Ιούνιο του 1953, όταν πέθανε σε αεροπορικό δυστύχημα, γυναίκες σ’ όλο τον κόσμο αυτοκτονούσαν με διάφορους τρόπους!

Η Μπόκα όμως έχει και μιαν άλλη ιστορία που μας αφορά. Εδώ υπάρχει το σπίτι του πολυπράγμονα συμπατριώτη μας. Είναι ένα διώροφο ταπεινό οίκημα βαμμένο μπλε. Κάτω στεγάζεται ένα ψαράδικο. Και, πάνω από αυτό έμενε προπολεμικά ο μετέπειτα πλουσιότερος άνθρωπος του κόσμου. Και το κτίσιμο της αυτοκρατορίας του άρχισε από δω. Από τη βρώμικη τούτη γειτονιά. Και ξέρετε πώς; Με λίγες δεκαρίτσες που έπαιρνε από αυτούς που διαπεραίωνε στην απέναντι ακτή του στενού, σχεδόν κλειστού λιμανιού, με το νοικιασμένο του βαρκάκι!

Ένα νοικιασμένο σκαφάκι και μερικά σεντάβος στην αρχή. Και μετά γεννήθηκε ο μύθος, που θάμπωσε τον κόσμο, αλλά και τρεις αξιόλογες γυναίκες. Η μια ήταν κληρονόμος μιας μυθικής περιουσίας. Η άλλη ήταν χήρα ενός μυθικού Προέδρου που είχε την τύχη να πεθάνει νέος και ωραίος, πριν ευτελιστεί κι απογοητεύσει. Και η Τρίτη – και τραγική – μια μυθική φωνή! Η φωνή του αιώνα! Που τραγούδησε σ’ όλον τον κόσμο, γοητεύοντάς τον. Στον ίδιο κόσμο που ο μύθος του Ωνάση τάραζε βασιλιάδες στην Ανατολή και Προέδρους Δημοκρατιών στη Δύση… Φαίνεται πως αυτός ο άνθρωπος είχε τη σφραγίδα του ξεχωριστού. Δεν τον ικανοποιούσαν τα κοινά και τα τετριμμένα. Αυτό που αποφάσιζε να πάρει θα έπρεπε να είναι έξω από τα κοινά μέτρα.

Και ήταν. Όλα του. Και οι ευτυχίες του και οι τραγωδίες του.

Σαν παραμύθι… Μια φορά κι έναν καιρό σ’ ένα φτωχό, μπλε σπιτάκι στη βρώμικη Μπόκα, ένας νεαρός άντρας ονειρευόταν…

-------------------------------


Την ημέρα της αναχώρησής μας από το Μπουένος Άιρες, συνέβη κι ένα παλαβό, που όταν το θυμάμαι και τώρα, γελάω. Η σκηνή είναι κάπως έτσι:

Είναι πρωί. Οι μεγάλες βαλίτσες μας βρίσκονται στο πεζοδρόμιο για φόρτωση στο πούλμαν. Εγώ, κατά πάγια συνήθειά μου στα ταξίδια, τρέχω μονίμως πίσω από το κυρίως μπαγκάζι μου, συχνά ξεπαρατώντας το σακ βουαγιάζ μου τήδε κακείσε.

Τούτο το πρωινό, πάντως, ήμουν εκτάκτως προσεκτική. Είχα αφήσει το σερνάμενο μικρό βαλιτσόνι μου στην ασφάλεια του ξενοδοχείου, και καθόμουν ήσυχα στο πεζοδρόμιο. Οπότε, μπρος στις περιστρεφόμενες πόρτες ακούγεται φασαρία, διαμαρτυρίες αλαμπουρνέζικες, και δυο άνθρωποι τραβολογούν ο καθείς προς τη μεριά του, το βαλιτσάκι μου! Σαστίζω. Είναι η Γιάννα κι ένας κοντοστούπης Γιαπωνέζος.

- Στέλλα! Ο κύριος… Fujitsu σου πήρε τη βαλίτσα! Δική σου δεν είναι; Δεν κάνω τόσο λάθος! Αυτός διαμαρτύρεται πως είναι δική του. Εξήγησέ του!

Η βαλίτσα είναι πράγματι δική μου. Χρώμα, σχήμα, όλα ίδια. Όμως η έντονη διαμαρτυρία του ανθρωπάκου με βάζει σε σκέψη.

- Από πού την πήρες Γιάννα, παιδί μου;

- Καλέ, δίπλα του την είχε! Φαίνεται πως την πήρε κατά λάθος. Πές του!

Δεν έχω άλλη λύση. Η Γιάννα δε λέει ν’ αφήσει το χερούλι, κι ο σχιστομάτης δε λέει να σταματήσει τη διαμαρτυρία, τραβώντας κι αυτός κατά τη μεριά του το υποτιθέμενο «έχει μου». Ορμάω στο σαλόνι, να βρω επιτέλους την άκρη. Το βιος μου είναι ακουμπισμένο εκεί που το είχα αφήσει βγαίνοντας! Βγαίνω ασθμαίνουσα έξω σέρνοντάς το πίσω μου. Ο εξ Ανατολής μας έχει ρουμπώσει. Πώς να δικαιολογηθούμε;

- Γιάννα, παράτα κορίτσι μου πάραυτα τη βαλίτσα. Δική του είναι…

Η Γιάννα, η οποία είναι πάντα κομψή και προσεκτική σ’ ότι κάνει, παίρνει το χρώμα των Γιαπωνέζων: γίνεται κίτρινη! Ο δικός μας όμως Γιαπωνέζος είναι ακόμα μωβέ! Και δος του μουρμουρίζει τα κορακίστικά του. Η Γιάννα στη σαστιμάρα της δε βλέπει το μπαγκάζι που σέρνω ξωπίσω μου, κι επιμένει να κρατά του Γιαπωνέζου.

Την ίδια ώρα ο Αργύρης, ο οποίος είχε πάρει χαμπάρι τον καυγά νωρίτερα από μένα, και είχε διαπιστώσει ότι υπήρχε μια δεύτερη όμοια τσάντα μέσα στο σαλόνι, αποφασίζει να επέμβει:

- Γιάννα, αν δεν αφήσεις το γιαπωνέζικο περιουσιακό στοιχείο σ’ αυτόν που του ανήκει, φοβάμαι ότι θα θυμηθούμε το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο!

Ο Βεροιώτης συνταξιδιώτης μας, που δεν αφήνει ευκαιρία για πείραγμα και καλαμπούρι, είναι ξερός από τα γέλια! Κι όσο η Γιάννα αρνείται ν’ αφήσει το σάκο, αδιαφορώντας για τις εξηγήσεις μας, τόσο αυτός χτυπιέται. Ο Ιάπωνας ανεβάζει πίεση κι εγώ είμαι ακόμα σαστισμένη, σαν τη φίλη μου. Η χριστιανή είναι σίγουρη πως με προστατεύει και δεν δέχεται κουβέντα!

Ε, κάποια ώρα όλοι συνερχόμαστε και η παρεξήγηση λύνεται. Γουρλώνει το μάτι ο ταλαίπωρος εξ Ιαπωνίας, όταν βλέπει ότι τα βαλιτσόνια μας είναι όμοια. Και επιτέλους, καταλαβαίνει τι έγινε. Και παίρνει περιχαρής το έχει του.

- Καλά! Εγώ, τώρα, πώς στο καλό την έπαθα έτσι; Οδύρεται το Γιαννάκι.

- Μα δεν έγινε δε και τίποτε σπουδαίο! Λάθος ήταν!

- Δεν καταλαβαίνεις; Άσε που δεν άκουγα τις δικές του διαμαρτυρίες, δεν άκουγα κι εσάς, ούτε κι έβλεπα τη δεύτερη βαλίτσα. Τι έπαθα πρωινιάτικα, μου λες; Για τρελλή θα με πέρασε ο Χριστιανός!

- Βουδιστής είναι ο άνθρωπος και λίγο μας νοιάζει τι γνώμη θα έχει για μας. Μήπως θα τον ξαναδούμε θαρρείς; Ηρέμησε και πάμε.

Ηρεμούμε. Δεν πρόκειται να τον ξαναδούμε, κι ότι έγινε έγινε! Φτάνουμε στο αεροδρόμιο, μπαίνουμε στο σαλόνι, κι ο Γιαπωνέζος μπάστακας, με το βαλιτσόνι, ανάμεσα στα πόδια του τούτη τη φορά. Τον κοιτώ άφωνη. Με κοιτά τρομοκρατημένος! Και μετά βάζουμε και οι δυο τα γέλια. Η Γιάννα είναι έξαλλη:

- Δεν το πιστεύω αυτό που βλέπω! Αυτή ήταν η παρηγοριά σου, πως δεν θα τον ξαναβλέπαμε; Τι κάνω εγώ τώρα, δηλαδή;

- Χαμογέλασε συμπαθητικά, και να σκέφτεσαι πως δεν πρόκειται να πάρουμε το ίδιο αεροπλάνο…

- Τώρα μάλιστα! Και τόσην ώρα που θα τον έχω μπροστά μου; Εσύ δεν καταλαβαίνεις τη θέση μου, γιατί δεν είδες τι έγινε. Παιδί μου, άρπαξα μέσα από τα μούτρα του ανθρώπου τη βαλίτσα του, την ώρα που αυτός κουβέντιαζε αμέριμνος με τους φίλους του. Κι έφυγα! Το καταλαβαίνεις αυτό; Κι ύστερα να τρέχει σαν παλαβός ξωπίσω μου και να μη μπορεί να μου την αποσπάσει με κανένα τρόπο! Σίγουρα θα με πέρασε για καμιά… μανιακή. Ντρέπομαι!

- Σου είπα πως είναι η τελευταία φορά που τον βλέπουμε. Ησύχασε.

Το περιστατικό ξεχάστηκε, καθώς και οι δυο μας περί άλλα ετυρβάζαμε. Και την ώρα της αναγγελίας της πτήσης, σταθήκαμε στην ουρά, για το τσεκάρισμα των καρτών επιβιβάσεως. Και, κάποια στιγμή, έδωσε ο Θεός κι ανεβήκαμε στο αεροσκάφος, πανευτυχείς που οι κουραστικές διαδικασίες της επιβίβασης τέλειωσαν. Πάνω στην ώρα που βρήκα τη θέση μου και προσπαθούσα να βολέψω το σακ βουαγιάζ μου πάνω από την κεφαλή μου, τον είδα. Δηλαδή τον ματαξαναείδα για την ακρίβεια!

- Όχι, βόγγηξα. Όχι πάλι! Φιλενάδα, βοήθεια!

- Μαμά που, πρόστρεξε! Και με βεβαίωνες μισή ώρα πριν! Θα σε πνίξω!

Η Γιάννα είναι, τώρα πλέον, απαρηγόρητη. Κι έχει δίκιο.

Όμως μας είδε κι ο Nagasaki! Κι έπαθε κάτι σαν θέρμη, σαν δάγγειο! Ένα τέτοιο πράγμα τέλος πάντων. Άρχισε να τρέμει και να χάνει το χρώμα του. Και να μου γνέφει εν πλήρει απελπισία.

- IMPOSSIMBLE, IMPOSSIMBLE!

- Ποιο πουλάκι μου είναι το Impossimble;

Η αεροσυνοδός με πλησιάζει γνέφοντας κι αυτή, πως Impossimble. Και τελικά εδέησε να καταλάβω. Το σακί μας δε χωρούσε στα ντουλάπια πάνω από τα καθίσματα. Μα τι θα τα κάναμε όμως; Θα τα «φέραμε» ως Καρυάτιδες;

- Θα τα πάρω εγώ και θα τα τοποθετήσω στο πίσω μέρος του σκάφους. Θα τα πάρετε όταν αποβιβαστείτε!

Κοιταζόμαστε με τον Fujitsu απελπισμένοι. Η Γιάννα βάζει τα γέλια:

- Θα συμβούλευα να βρεις ένα τρόπο να ξεχωρίζεις το βιος σου από κείνο του Γιαμαμότο. Διότι δεν θα υποστήριζα πως είναι πολύ κομψό το ντύσιμο με γιαπωνέζικο σωβρακάκι! Εκτός αν προτίθεσαι να λανσάρεις μόδα! Για να σε δω! Μμ, πάντως θα ήταν εξαιρετικά πρωτότυπο… είπε και κάθισε.

Αυτό το κορίτσι ταξιδεύει στην άκρη του κόσμου, όπως ταξιδεύει με το τρόλεϋ στην Αθήνα: χωρίς αποσκευές! Αν είναι δυνατόν!

Εγώ πάντως τη λύση τη βρήκα για ν’ αποφύγω το New Look! Έδεσα στο βαλιτσόνι μου ένα χρωματιστό κορδελάκι! Για να μην υποχρεωθεί ο δύστυχος Γιαπωνέζος να κάνει εμφανίζεις με την… κομπινεζόν μου!

Δεν τον ξανάδαμε τον Γιοκοχάμα. Ελπίζω να είναι καλά ο άνθρωπος…
 

Εκπομπές Travelstories

Τελευταίες δημοσιεύσεις

Booking.com

Στατιστικά φόρουμ

Θέματα
33.269
Μηνύματα
885.777
Μέλη
38.947
Νεότερο μέλος
GThan

Κοινοποιήστε αυτή τη σελίδα

Top Bottom