vasiliss
Member
- Μηνύματα
- 984
- Likes
- 9.107
- Επόμενο Ταξίδι
- ;;;
- Ταξίδι-Όνειρο
- Ρωσία -Ισλανδία - Περού
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Νόβισαντ
- Ζάγκρεμπ
- Σπήλαιο Σκόκγιαν
- Τεργέστη
- Βενετία
- Μουράνο - Μπουράνο κ νυχτερινή Βενετία
- Lago del Predil - Mangart pass - Vrsic pass
- Bled - Bohinj - Λιουμπλιάνα
- Ζανταρ - Σιμπένικ
- Πάρκο Krka - Τρογκίρ - Σπλιτ
- Pocitelj - Ποντγκόριτσα
- Διάσχιση Αλβανίας -Spille - Πρεμετή
- Πρεμετή - Llixhat e Benjes - Μολυβδοσκέπαστος
- Επίλογος
Ημέρα 3η: Σπήλαιο Σκόκγιαν ...
Κάθε βράδυ πριν κοιμηθώ, τσεκάρω τις διαδρομές της επόμενης ημέρας, το σημείο συνάντησης με τους υπόλοιπους, τα πάρκινγκ και ότι άλλο προκύψει.
Έτσι λοιπόν, ψάχνοντας το προηγούμενο βράδυ, βλέπω ότι οι χάρτες της Google μας μπάζουν στη Σλοβενία από ένα μικρό συνοριακό πέρασμα (αυτό που περνά από το χωριό Bregana) δίπλα από το κεντρικό του αυτοκινητόδρομου, και όπως λένε τα σχόλια είναι μόνο για ευρωπαίους πολίτες. Το λέω στους υπόλοιπους και δίνουμε ραντεβού εκεί.
Το πρώτο πράγμα που μας κάνει εντύπωση όταν πλησιάσαμε, ήταν τα συρματοπλέγματα που χωρίζουν τις δύο χώρες και περνούσαν πάνω από τις στέγες κάποιων κτιρίων. Το έβλεπα στον χάρτη την προηγούμενη νύχτα αλλά πίστευα ότι είναι κάποιο λάθος του χάρτη, μέχρι που το είδα με τα ίδια μου τα μάτια. Το δεύτερο πράγμα που μου έκανε εντύπωση ήταν ότι υπήρχε μόνο ένα, ναι μόνο ένα, αυτοκίνητο μπροστά μου στον έλεγχο των συνόρων. Τι ανακούφιση και ευτυχία. Αφού ξεμπερδέψαμε εύκολα με τον έλεγχο, στο πρώτο βενζινάδικο πριν τον αυτοκινητόδρομο που συναντήσαμε βγάλαμε τη βινιέτα με 15€ και την κολλήσαμε στο παρμπρίζ του αυτοκινήτου . Πήραμε τηλέφωνο και την κουμπάρα που είχε προηγηθεί 50 χλμ. να της το υπενθυμίσουμε και διαπιστώσαμε ότι το είχε ξεχάσει οπότε έσπευσε να βγάλει αμέσως. Ακόμη περιμένει μήπως την έγραψαν οι κάμερες και της έρθει το πρόστιμο ταχυδρομικώς. Πήραμε και τον 4ο που είχε καθυστερήσει λίγο να το θυμίσουμε και σε αυτόν και τον πετύχαμε πριν την διασταύρωση για την Bregana, την οποία έχασε εξαιτίας μας και βρέθηκε στον κεντρικό έλεγχο του αυτοκινητοδρόμου να καθυστερεί πάνω από ώρα. Έτσι βρεθήκαμε να ταξιδεύουμε σε τρία χωριστά γκρουπ, με απόσταση μισής με μίας ώρας διαφορά.
Από τα πρώτα χιλιόμετρα που κινούμαστε στη Σλοβενία διαπιστώνουμε αυτό που λένε όλοι, δηλ. πόσο όμορφη είναι η φύση της. Επίσης διαπιστώνουμε πως όσο πλησιάζουμε στη Λιουμπλιάνα η κίνηση πυκνώνει και σε μερικά σημεία φτάνει να κινούμαστε με ρυθμούς χελώνας. Δεν το έχει η μοίρα μας ακόμη να φτάσουμε κάπου νωρίς χωρίς να καθυστερήσουμε.
Όταν οι πρώτοι έφτασαν στο σπήλαιο, τους γύρισαν πίσω γιατί το εκεί πάρκινγκ είχε φουλάρει. Έτσι μας ειδοποίησαν και συναντηθήκαμε στο πάρκινγκ αλάνα που βρίσκεται δίπλα από τον αυτοκινητόδρομο. Από εκεί μας πήγαν κάτω με λεωφορείο δωρεάν. Στηθήκαμε στην μεγάλη ουρά για να βγάλουμε εισιτήρια και εν το μεταξύ κατεύθασαν και οι υπόλοιποι. Τα εισιτήρια για τους μεγάλους είχαν 20€ ενώ για τα παιδιά μέχρι 15 ετών 16€.
Το λάθος σύστημά τους νομίζω είναι ότι μαζεύουν τα γκρουπ ανά ώρα. Έτσι εμείς που βγάλαμε τα εισιτήρια στις 13.05 περιμέναμε μέχρι τις 14.00 για να μαζευτούμε περίπου 150 άτομα και όταν βρεθήκαμε μπροστά από την είσοδο τότε μας χώρισαν σε ομάδες των 30 και μπήκαμε τμηματικά στο σπήλαιο ανά 5 με 10 λεπτά. Καθυστέρηση χωρίς λόγο δηλαδή.
Στην παρέα μας είχαμε και δύο κλειστοφοβικά άτομα, τα οποία έβγαλαν εισιτήριο έπειτα από την πίεση των παιδιών τους και είπαν να δοκιμάσουν την τύχη τους. Το ένα άτομο άντεξε ενώ το άλλο μετά από λίγα μέτρα στο σκαμμένο τούνελ που οδηγεί στο κυρίως σπήλαιο, επέστρεψε με βήμα ταχύ πίσω. Νομίζω άδικα, γιατί εκτός αυτού του τούνελ, το υπόλοιπο σπήλαιο ήταν ευρύχωρο, με μεγάλες έως τεράστιες αίθουσες. Βέβαια οι φοβίες είναι περίεργο πράγμα και η πηγή και ένταση στον καθένα είναι διαφορετική. Τουλάχιστον προς τιμή τους οι υπάλληλοι, όταν το είπε στα εκδοτήρια, της έδωσαν πίσω τα χρήματα του εισιτηρίου.
Στις πρώτες αίθουσες κυρίως εντυπωσιάζει ο σταλαγμιτικός διάκοσμος. Είναι οι λεγόμενες σιωπηλές αίθουσες καθώς δεν ακούγεται ο ποταμός Ριέκα που η βοή του ακούγεται στις επόμενες αίθουσες. Προχωρώντας σιγά σιγά ακούγεται η “φωνή” του ποταμού να μας καλεί. Μπαίνουμε στο τμήμα του σπηλαίου που διασχίζει το τεράστιο φαράγγι που έχει δημιουργήσει υπογείως ο ποταμός και πραγματικά τώρα το θέαμα είναι φανταστικό. Περπατήσαμε λοιπόν σε μονοπάτια στην άκρη του φαραγγιού, είδαμε το παλιό μονοπάτι που βρισκόταν αρκετά χαμηλότερα, περάσαμε από την πολυφωτογραφημένη γέφυρα που σε περνάει στην άλλη πλευρά του φαραγγιού,
η οποία ίσως προκαλεί φόβο στους υψοφοβικούς, η δική μας όμως κυρία, ενώ δίσταζε πριν μπει στο σπήλαιο και γι’ αυτό το λόγο, μας είπε ότι την πέρασε άνετα χωρίς να φοβηθεί, και γενικά οι περισσότεροι ευχαριστηθήκαμε την διαδρομή αυτή. Οι φωτογραφίες απαγορεύονται και κανά δύο που έβγαλα κρυφά δεν βγήκαν της προκοπής, οπότε στη συνέχεια αφοσιώθηκα στην ξενάγηση.
Βγαίνοντας από το σπήλαιο η συνοδός μας είπε ότι δυστυχώς το “ασανσέρ” δεν λειτουργούσε (ευτυχώς είπα εγώ από μέσα μου) και έτσι θα έπρεπε να επιστρέψουμε από το ανηφορικό μονοπάτι που μας πρόσφερε, εκτός από πολύ ιδρώτα, επίσης όμορφες εικόνες.
Στο τέλος όμως ανταμοιφθήκαμε όταν συναντήσαμε έναν πάγκο με παγωτά. Στο συγκεκριμένο πάγκο μας έκανε εντύπωση μια γεύση παγωτών που λεγόταν Elderflower. Ρωτήσαμε τον κύριο τι γεύση ήταν αυτή και αφού πρώτα μας ρώτησε από που είμαστε, μας εξήγησε ότι ήταν το άρωμα από ένα λευκό άνθος που βγαίνει σε θάμνους στη Σλοβενία. Του φάνηκε μάλιστα παράξενο που δεν το έχουμε στην Ελλάδα. Το Elderflower θα το ξανασυναντήσουμε σε λίγες ημέρες, αλλά σε σιρόπι αυτή τη φορά.
Κάνοντας τον απολογισμό του σπηλαίου, ένας μόνο είπε ότι δεν εντυπωσιάστηκε. Εγώ πάντως που είμαι λάτρης των σπηλαίων και έχω επισκεφτεί το 80% των επισκέψιμων σπηλαίων στην Ελλάδα, εντυπωσιάστηκα. Όχι τόσο για τον σταλαγμιτικό διάκοσμο (τον κορυφαίο, για την ιστορία, τον έχω συναντήσει στο σπήλαιο της Καστανιάς στη Λακωνία), αλλά κυρίως για τις “βουερές” αίθουσες, το μέγεθός τους, το υπόγειο φαράγγι κτλ.
Κάθε βράδυ πριν κοιμηθώ, τσεκάρω τις διαδρομές της επόμενης ημέρας, το σημείο συνάντησης με τους υπόλοιπους, τα πάρκινγκ και ότι άλλο προκύψει.
Έτσι λοιπόν, ψάχνοντας το προηγούμενο βράδυ, βλέπω ότι οι χάρτες της Google μας μπάζουν στη Σλοβενία από ένα μικρό συνοριακό πέρασμα (αυτό που περνά από το χωριό Bregana) δίπλα από το κεντρικό του αυτοκινητόδρομου, και όπως λένε τα σχόλια είναι μόνο για ευρωπαίους πολίτες. Το λέω στους υπόλοιπους και δίνουμε ραντεβού εκεί.
Το πρώτο πράγμα που μας κάνει εντύπωση όταν πλησιάσαμε, ήταν τα συρματοπλέγματα που χωρίζουν τις δύο χώρες και περνούσαν πάνω από τις στέγες κάποιων κτιρίων. Το έβλεπα στον χάρτη την προηγούμενη νύχτα αλλά πίστευα ότι είναι κάποιο λάθος του χάρτη, μέχρι που το είδα με τα ίδια μου τα μάτια. Το δεύτερο πράγμα που μου έκανε εντύπωση ήταν ότι υπήρχε μόνο ένα, ναι μόνο ένα, αυτοκίνητο μπροστά μου στον έλεγχο των συνόρων. Τι ανακούφιση και ευτυχία. Αφού ξεμπερδέψαμε εύκολα με τον έλεγχο, στο πρώτο βενζινάδικο πριν τον αυτοκινητόδρομο που συναντήσαμε βγάλαμε τη βινιέτα με 15€ και την κολλήσαμε στο παρμπρίζ του αυτοκινήτου . Πήραμε τηλέφωνο και την κουμπάρα που είχε προηγηθεί 50 χλμ. να της το υπενθυμίσουμε και διαπιστώσαμε ότι το είχε ξεχάσει οπότε έσπευσε να βγάλει αμέσως. Ακόμη περιμένει μήπως την έγραψαν οι κάμερες και της έρθει το πρόστιμο ταχυδρομικώς. Πήραμε και τον 4ο που είχε καθυστερήσει λίγο να το θυμίσουμε και σε αυτόν και τον πετύχαμε πριν την διασταύρωση για την Bregana, την οποία έχασε εξαιτίας μας και βρέθηκε στον κεντρικό έλεγχο του αυτοκινητοδρόμου να καθυστερεί πάνω από ώρα. Έτσι βρεθήκαμε να ταξιδεύουμε σε τρία χωριστά γκρουπ, με απόσταση μισής με μίας ώρας διαφορά.
Από τα πρώτα χιλιόμετρα που κινούμαστε στη Σλοβενία διαπιστώνουμε αυτό που λένε όλοι, δηλ. πόσο όμορφη είναι η φύση της. Επίσης διαπιστώνουμε πως όσο πλησιάζουμε στη Λιουμπλιάνα η κίνηση πυκνώνει και σε μερικά σημεία φτάνει να κινούμαστε με ρυθμούς χελώνας. Δεν το έχει η μοίρα μας ακόμη να φτάσουμε κάπου νωρίς χωρίς να καθυστερήσουμε.
Όταν οι πρώτοι έφτασαν στο σπήλαιο, τους γύρισαν πίσω γιατί το εκεί πάρκινγκ είχε φουλάρει. Έτσι μας ειδοποίησαν και συναντηθήκαμε στο πάρκινγκ αλάνα που βρίσκεται δίπλα από τον αυτοκινητόδρομο. Από εκεί μας πήγαν κάτω με λεωφορείο δωρεάν. Στηθήκαμε στην μεγάλη ουρά για να βγάλουμε εισιτήρια και εν το μεταξύ κατεύθασαν και οι υπόλοιποι. Τα εισιτήρια για τους μεγάλους είχαν 20€ ενώ για τα παιδιά μέχρι 15 ετών 16€.
Το λάθος σύστημά τους νομίζω είναι ότι μαζεύουν τα γκρουπ ανά ώρα. Έτσι εμείς που βγάλαμε τα εισιτήρια στις 13.05 περιμέναμε μέχρι τις 14.00 για να μαζευτούμε περίπου 150 άτομα και όταν βρεθήκαμε μπροστά από την είσοδο τότε μας χώρισαν σε ομάδες των 30 και μπήκαμε τμηματικά στο σπήλαιο ανά 5 με 10 λεπτά. Καθυστέρηση χωρίς λόγο δηλαδή.

Στην παρέα μας είχαμε και δύο κλειστοφοβικά άτομα, τα οποία έβγαλαν εισιτήριο έπειτα από την πίεση των παιδιών τους και είπαν να δοκιμάσουν την τύχη τους. Το ένα άτομο άντεξε ενώ το άλλο μετά από λίγα μέτρα στο σκαμμένο τούνελ που οδηγεί στο κυρίως σπήλαιο, επέστρεψε με βήμα ταχύ πίσω. Νομίζω άδικα, γιατί εκτός αυτού του τούνελ, το υπόλοιπο σπήλαιο ήταν ευρύχωρο, με μεγάλες έως τεράστιες αίθουσες. Βέβαια οι φοβίες είναι περίεργο πράγμα και η πηγή και ένταση στον καθένα είναι διαφορετική. Τουλάχιστον προς τιμή τους οι υπάλληλοι, όταν το είπε στα εκδοτήρια, της έδωσαν πίσω τα χρήματα του εισιτηρίου.


Στις πρώτες αίθουσες κυρίως εντυπωσιάζει ο σταλαγμιτικός διάκοσμος. Είναι οι λεγόμενες σιωπηλές αίθουσες καθώς δεν ακούγεται ο ποταμός Ριέκα που η βοή του ακούγεται στις επόμενες αίθουσες. Προχωρώντας σιγά σιγά ακούγεται η “φωνή” του ποταμού να μας καλεί. Μπαίνουμε στο τμήμα του σπηλαίου που διασχίζει το τεράστιο φαράγγι που έχει δημιουργήσει υπογείως ο ποταμός και πραγματικά τώρα το θέαμα είναι φανταστικό. Περπατήσαμε λοιπόν σε μονοπάτια στην άκρη του φαραγγιού, είδαμε το παλιό μονοπάτι που βρισκόταν αρκετά χαμηλότερα, περάσαμε από την πολυφωτογραφημένη γέφυρα που σε περνάει στην άλλη πλευρά του φαραγγιού,
η οποία ίσως προκαλεί φόβο στους υψοφοβικούς, η δική μας όμως κυρία, ενώ δίσταζε πριν μπει στο σπήλαιο και γι’ αυτό το λόγο, μας είπε ότι την πέρασε άνετα χωρίς να φοβηθεί, και γενικά οι περισσότεροι ευχαριστηθήκαμε την διαδρομή αυτή. Οι φωτογραφίες απαγορεύονται και κανά δύο που έβγαλα κρυφά δεν βγήκαν της προκοπής, οπότε στη συνέχεια αφοσιώθηκα στην ξενάγηση.



Βγαίνοντας από το σπήλαιο η συνοδός μας είπε ότι δυστυχώς το “ασανσέρ” δεν λειτουργούσε (ευτυχώς είπα εγώ από μέσα μου) και έτσι θα έπρεπε να επιστρέψουμε από το ανηφορικό μονοπάτι που μας πρόσφερε, εκτός από πολύ ιδρώτα, επίσης όμορφες εικόνες.




Στο τέλος όμως ανταμοιφθήκαμε όταν συναντήσαμε έναν πάγκο με παγωτά. Στο συγκεκριμένο πάγκο μας έκανε εντύπωση μια γεύση παγωτών που λεγόταν Elderflower. Ρωτήσαμε τον κύριο τι γεύση ήταν αυτή και αφού πρώτα μας ρώτησε από που είμαστε, μας εξήγησε ότι ήταν το άρωμα από ένα λευκό άνθος που βγαίνει σε θάμνους στη Σλοβενία. Του φάνηκε μάλιστα παράξενο που δεν το έχουμε στην Ελλάδα. Το Elderflower θα το ξανασυναντήσουμε σε λίγες ημέρες, αλλά σε σιρόπι αυτή τη φορά.
Κάνοντας τον απολογισμό του σπηλαίου, ένας μόνο είπε ότι δεν εντυπωσιάστηκε. Εγώ πάντως που είμαι λάτρης των σπηλαίων και έχω επισκεφτεί το 80% των επισκέψιμων σπηλαίων στην Ελλάδα, εντυπωσιάστηκα. Όχι τόσο για τον σταλαγμιτικό διάκοσμο (τον κορυφαίο, για την ιστορία, τον έχω συναντήσει στο σπήλαιο της Καστανιάς στη Λακωνία), αλλά κυρίως για τις “βουερές” αίθουσες, το μέγεθός τους, το υπόγειο φαράγγι κτλ.
Last edited by a moderator: