hydronetta
Member
- Μηνύματα
- 4.171
- Likes
- 14.604
- Επόμενο Ταξίδι
- ???
- Ταξίδι-Όνειρο
- όπου δεν έχω πάει
Oύτε συζήτηση να υποδυθούμε τον Indiana Jones εξερευνώντας ερειπωμένα μοναστήρια γύρω από το Yeghegnadzor. Αφήστε που ήμουν σίγουρος πως αντί μονής στο πάτο καμιάς ρεματιάς θα καταλήγαμε. Σάμπως ένα μοναστήρι λιγότερο στα χαμένα θα έκανε τη διαφορά;
Ο δρόμος που πήραμε, σταδιακά ανηφορικός και το τοπίο μεταμορφώνεται. Τόσο διαφορετικό από την πλήξη της κοιλάδας του Ararat.
Για να φτάσουμε προς τον τελικό προορισμό που ήταν μια ανάσα πριν τα σύνορα του αμφισβητούμενου Nagorno Karabagh, , έπρεπε να περάσουμε από τα 2,344 μέτρα του περάσματος Vorotan. Εκεί μας υποδέχθηκε το εξαίσιο θέαμα μιας τεχνητής λίμνης , ασάλευτης, να καθρεφτίζει τις γοητευτικές χιονοσκεπείς κορφές.
223 περίπου μενίρ από βασάλτη σε διάφορες διατάξεις, μερικά να ορθώνονται ως τα 3 μέτρα, κάποια με μια σκαλισμένη τρύπα, αποτελούν το Zorats Karer ή Karahunj, την αρμενική (πλην άγνωστη) απάντηση στο βρεττανικό (πλην πασίγνωστο) Stonehenge. Για τη χρήση του προϊστορικού αυτού χώρου ερίζουν οι ειδήμονες. Για τους μεν αποτελεί το αρχαιότερο αστεροσκοπείο του κόσμου. Για τους δε ήταν κυρίως μια νεκρόπολη της εποχής του χαλκού και του σιδήρου.
Κρίμα να μην έχει κληθεί επιτοπίως ο Δημοσθένης Λιακόπουλος να γνωμοδοτήσει ενδελεχώς. Ελοχίμ, Νεφελίμ, Ρεπτίλιανς; Ποιός και γιατί; Με αυτά τα αγωνιώδη ερωτήματα, αφότου απολαύσαμε τον αρχαιολογικό χώρο σχεδόν μόνοι μας, συνεχίσαμε προς την κοντινή πολίχνη Sisian.
Στο Sisian, άλλο ένα δείγμα καταθλιπτικής αστικής αισθητικής, στο λόφο του νεκροταφείου με φόντο τη πόλη, υπάρχει η εκκλησία Sisavan του 6ου αιώνα όπου δεν θα είχαμε και καημό να πάμε, αν ο Lonely Planet δεν έγραφε ότι φυλάσσεται ένα αξιοπερίεργο έργο μικρογλυπτικής. Μέσω μικροσκοπίου έγραφε θα παρατηρήσει κανείς 17 σταυροειδή σχήματα, χαραγμένα πάνω σε μια ανθρώπινη τρίχα επικαλυμένη με ασήμι. Η μικρογλυπτική που είδαμε εμείς δεν θυμάμαι να ανταποκρίνεται με ακρίβεια στις περιγραφές του οδηγού.
Κάνοντας μια παράκαμψη είπαμε να μην αφήσουμε παραπονεμένο το μοναστήρι Vorotnavank, του 9-11ου αιώνα. Χτισμένο κι αυτό στην πλαγιά ενός φαραγγιού, στα χρόνια της ακμής του φιλοξενούσε μαγαζιά, ιερατική σχολή, ξενοδοχεία, εργαστήρια. Όμως τα οχυρωματικά έργα δεν στάθηκαν ικανά να το σώσουν τις αλλεπάλληλες καταστροφές διαφόρων εισβολέων, αλλά και του Εγκέλαδου.
Απολαύσαμε την θέα προς το φαράγγι και στη συνέχεια οδεύσαμε στο νοτιότερο σημείο της χώρας που είχαμε συμπεριλάβει στο πρόγραμμα. Στο (μη περιμένετε να ακούσετε κάτι διαφορετικό) μοναστήρι Tatev.
Yποψιάζομαι ήδη την αντίδρασή σας: «Κι άλλο μοναστήρι;;!» Όλα κι όλα, στούπες και ξανά στούπες στην ΝΑ Ασία, ναοί και ξανά ναοί στην Ινδία, ε μοναστήρια και ξανά μοναστήρια στην Αρμενία.
Όμως μην το αδικείτε το Tatev. Δεν είναι οποιοδήποτε μοναστήρι, έστω κι αν δεν είναι ακόμα στην επίσημη λίστα της UNESCO. Αυτό που το καθιστά δημοφιλές και “τουριστικό” είναι η θέση του και κυρίως ο τρόπος που πλέον μπορείς να το επισκεφθείς.
Αφήσαμε το αυτοκίνητο στο υπαίθριο πάρκινγκ και το βλέμμα μας αγκάλιασε αίφνης τους επιβλητικούς ορεινούς όγκους του βουνού Aramazd στα 3,392 μέτρα υψόμετρο. Πίσω τους απλώνεται ο θύλακας του Αζερμπαϊτζάν, το Naxcivan, αποκομμένο από το σώμα της χώρας του, απότοκο της σύρραξης μεταξύ των δύο κρατών για τις διαφιλονικούμενες περιοχές.
Mπροστά μας έχασκε το βαθύ φαράγγι του ποταμού Vorotan με τις απότομες πλαγιές των βουνών. Παλιότερα ήταν ένας φιδογυριστός δρόμος που σε έφερνε στο μοναστήρι, από το 2010 πλέον απολαμβάνεις τη διαδρομή εναέρια από το τελεφερικ, το οποίο έχει καταχωρηθεί στο βιβλίο ρεκόρ Guinness σαν το μακρύτερο non-stop παγκοσμίως.
Η εναέρια διαδρομή πάνω από το κενό μας ενθουσίασε, προκάλεσε ορυμαγδό φωτογραφικών κλικ, πριν μας προσγειώσει ασφαλώς στην αντίπερα πλαγιά κοντά στο ομώνυμο χωριό.
Το Μοναστήρι Tatev υπήρξε μέγα και τρανό, κάποτε είχε 1000 μοναχούς κι έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ιστορία της περιοχής. Στον 14ο και 15ο αιώνα φιλοξένησε ένα από τα πιο σημαντικά αρμενικά μεσαιωνικά πανεπιστήμια που συνέβαλε στη διατήρηση της αρμενικής κουλτούρας και της θρησκείας κατά τη διάρκεια μιας από τις πιο ταραχώδεις περιόδους στην ιστορία της .
Επειδή μου αρέσουν οι παραδόσεις, θα μεταφέρω την λαϊκή άποψη της ετυμολογίας του ονόματος του μοναστηριού. Ο μύθος αφηγείται ότι ένας μαθητευόμενος μοναχός ανέβηκε κρυφά στην κορυφή του καμπαναριού για να τοποθετήσει ένα σταυρό δικού του σχεδίου . Ωστόσο κατά την κάθοδό του, εντοπίστηκε από τον ηγούμενο κι έτσι έχασε την ισορροπία του πέφτοντας στο κενό. Κατά την πτώση του παρακάλεσε το Θεό να του δώσει φτερά (στα αρμένικα είναι : ."Τa Tev ")
Το οχυρωμένο και ανακαινισμένο μοναστηριακό σύμπλεγμα, αποτελείται από τρεις εκκλησίες, βιβλιοθήκη, τραπεζαρία, καμπαναριό, και σειρά άλλων κτηρίων, ενώ εκτός των οχυρώσεων υπάρχει ελαιοτριβείο, το οποίο είναι ένα από τα καλύτερα διατηρημένα στην Αρμενία.
Περιδιαβήκαμε τους χώρους, τρυπώνοντας σε κάθε γωνιά του, μακαρίζοντας όσους έμεναν εκεί που από το μπαλκονάκι τους απολάμβαναν μια μεγαλειώδη θέα.
Συναντήσαμε και κάποιους μοναχούς, εις εξ’αυτών είχε και την καλοσύνη να πει χαμογελαστά κι ένα ξερό «Α!» σαν του ανέφερα ότι είμαστε από την Ελλάδα.
Επιστρέφοντας την αράξαμε για λίγο στη βεράντα της καφετέριας του τελεφερίκ, ευρωπαϊκών προδιαγραφών. Πείραζα τους υπολοίπους ότι είναι μαγευτική η θέα εδώ στην Ελβετία, με τον taver να με κοιτάζει με μισό μάτι. Παραγγείλαμε καφέδες και για τη λιγούρα συμφωνήσαμε να σαβουρώσουμε κι ένα σιροπιαστό γλυκό. Το γλυκό σερβίρονταν σκέτο, εμείς όμως θέλαμε σαν έλληνες και μια μπάλα παγωτό, παραδίπλα. Το σερβις δεν έπασχε μόνο σε ταχύτητα, αλλά και σε ευελιξία. Όοοοοχι. Έπρεπε να παραγγείλουμε βάσει καταλόγου και τέτοια επιλογή δεν υπήρχε. Ήταν πολύπλοκο να σκεφτούν ότι θα μπορούσαν να προσθέσουν απλά μια μπάλα παγωτό δίπλα, να το χρεώσουν ανάλογα, αντί να τα σερβίρουν χώρια;. Αθάνατη ευέλικτη ελληνική καφετέρια!!!
Προχωρήσαμε προς το τελικό μας προορισμό που ήταν η πόλη του Goris. Από ψηλά η πόλη με το περιβάλλον τοπίο έδειχνε πολλά υποσχόμενη, όμως μια βόλτα το βράδυ και την επόμενη μέρα αποκάλυψε ότι απλώς ήταν λίγο πιο ευχάριστη στην όψη.
Η αναζήτηση του ξενοδοχείου κι εδώ ήταν μια μικρή περιπέτεια καθώς δεν είχαμε εντοπίσει εγκαίρως τη πινακίδα του. Όμως το Diana Hotel μας αποζημίωσε! Στρατιώτες (άγνωστο γιατί, ίσως λόγω ύπαρξης αυτοκινήτων του ΟΗΕ) μας άνοιξαν τις πύλες του πάρκινγκ που φύλαγαν δυό πέτρινοι αετοί! Στο προαύλιο κυριαρχούσε μια σύνθεση που παρέπεμπε σε ρωμαϊκή κρήνη και το εσωτερικό του ήταν η αποθέωση του κιτς με χρυσαφί κιονόκρανα και τοίχους σε πορτοκαλοχρυσίζουσες αποχρώσεις. Ευτυχώς τα δωμάτια δεν ακολουθούσαν ανάλογη αισθητική.
Ανασύνταξη δυνάμεων λοιπόν και μετά από πρόταση του taver που είχε εντρυφήσει στον Lonely Planet , προτιμήσαμε να κατευθυνθούμε προς το γειτονικό χωριό Khndzoresk. Οι τέσσερις γραμμές που αφιέρωνε ο οδηγός έκαναν μνεία για παλιά πόλη με σπηλιές.
Οφείλω να παραδεχτώ πως υπήρξε πραγματική αποκάλυψη, ένα από τα αναπάντεχα highlight του ταξιδιού. Το τοπίο με το φαράγγι ήταν πανέμορφο, γαλήνιο κι η έστω σύντομη διαδρομή στη φύση υπέροχη με τις ανθισμένες αμυγδαλιές. Η πλαγιά ήταν διάστικτη από τρωγλοδυτικές σπηλιές, ανάμικτες με ερειπωμένα κτήρια κι ένα εκκλησάκι, όλα σ’ενα θεαματικό συνονθύλευμα. Μια πόλη φάντασμα!
Όμως πάνω απ’ολα αυτό που διασκεδάσαμε ήταν η εναέρια μεταλλική πεζογέφυρα πάνω από το ρέμα. Ο snapper βρήκε ευκαιρία για δημιουργική φωτογράφηση, ο δε travelogatos ευκαιρία να χοροπηδά πάνω της και να σπάει πλάκα κόβωντας τα ήπατα ημών των υπολοίπων που έχουμε κι ένα θεματάκι με την υψοφοβία.
Η αναζήτηση εστιατορίου για να δειπνήσουμε αποδείχθηκε μεγαλύτερη περιπέτεια από τον εντοπισμό του ξενοδοχείου. Γύρους κάναμε μέσα στα θεοσκότεινα στενά για να εντοπίσουμε όσα πρότεινε ο Lonely Planet. Άκαρπες προσπάθειες. Κάποια δεν τα εντοπίσαμε, άλλα ήταν κλειστά, το βράδυ όμως προχωρούσε και μεις ή θα μέναμε πεινασμένοι ή θα συμβιβαζόμασταν με το προκατ δείπνο στο εστιατόριο του ξενοδοχείου. Ώσπου σε μια στροφή, εντοπίσαμε ως εκ θαύματος ένα τοπικό εστιατόριο με τα κάρβουνα να καίνε στο μαγγάλι. "Εδώ είμαστε" σκεφτήκαμε εν χορώ!
«Σερβίρετε;» ρωτήσαμε «Βεβαίως, κοπιάστε!» απάντησε πασιχαρής η ταβερνιάρισα. Τρελλή χαρά έκανε που βρήκε πελάτες να κάτσουν στα άδεια τραπέζια. Συνοικιακό μαγαζί είναι σκεφτήκαμε, οι τιμές οφείλουν να είναι λογικές και δώστου η μια παραγγελία μετά την άλλη... Όμως αφενός το φαγητό δεν μας ενθουσίασε, αφετέρου όταν ήρθε η λυπητερή θα πρέπει να άλλαξα εκατό χρώματα βλέποντας το ποσό. Ήταν μακράν το ακριβότερο γεύμα που κάναμε στην Αρμενία και χωρίς η τιμή να δικαιολογείται από το περιβάλλον ή τουλάχιστον την ποιότητα του φαγητού.
Αν και φουρκισμένοι με τη λήσταρχο – ταβερνιάρισσα, είπαμε να μη χαλάσουμε τη ζαχαρένια μας κι αφού επιστρέψαμε διαβαίνοντας τις πύλες του Καπιτωλίου (βλέπε Diana Hotel), αφεθήκαμε στην αγκαλιά του Μορφέα. Ξεκούραση πριν το μακρύ ταξίδι προς το βορρά της Αρμενίας.
Ο δρόμος που πήραμε, σταδιακά ανηφορικός και το τοπίο μεταμορφώνεται. Τόσο διαφορετικό από την πλήξη της κοιλάδας του Ararat.
Για να φτάσουμε προς τον τελικό προορισμό που ήταν μια ανάσα πριν τα σύνορα του αμφισβητούμενου Nagorno Karabagh, , έπρεπε να περάσουμε από τα 2,344 μέτρα του περάσματος Vorotan. Εκεί μας υποδέχθηκε το εξαίσιο θέαμα μιας τεχνητής λίμνης , ασάλευτης, να καθρεφτίζει τις γοητευτικές χιονοσκεπείς κορφές.
223 περίπου μενίρ από βασάλτη σε διάφορες διατάξεις, μερικά να ορθώνονται ως τα 3 μέτρα, κάποια με μια σκαλισμένη τρύπα, αποτελούν το Zorats Karer ή Karahunj, την αρμενική (πλην άγνωστη) απάντηση στο βρεττανικό (πλην πασίγνωστο) Stonehenge. Για τη χρήση του προϊστορικού αυτού χώρου ερίζουν οι ειδήμονες. Για τους μεν αποτελεί το αρχαιότερο αστεροσκοπείο του κόσμου. Για τους δε ήταν κυρίως μια νεκρόπολη της εποχής του χαλκού και του σιδήρου.
Κρίμα να μην έχει κληθεί επιτοπίως ο Δημοσθένης Λιακόπουλος να γνωμοδοτήσει ενδελεχώς. Ελοχίμ, Νεφελίμ, Ρεπτίλιανς; Ποιός και γιατί; Με αυτά τα αγωνιώδη ερωτήματα, αφότου απολαύσαμε τον αρχαιολογικό χώρο σχεδόν μόνοι μας, συνεχίσαμε προς την κοντινή πολίχνη Sisian.
Στο Sisian, άλλο ένα δείγμα καταθλιπτικής αστικής αισθητικής, στο λόφο του νεκροταφείου με φόντο τη πόλη, υπάρχει η εκκλησία Sisavan του 6ου αιώνα όπου δεν θα είχαμε και καημό να πάμε, αν ο Lonely Planet δεν έγραφε ότι φυλάσσεται ένα αξιοπερίεργο έργο μικρογλυπτικής. Μέσω μικροσκοπίου έγραφε θα παρατηρήσει κανείς 17 σταυροειδή σχήματα, χαραγμένα πάνω σε μια ανθρώπινη τρίχα επικαλυμένη με ασήμι. Η μικρογλυπτική που είδαμε εμείς δεν θυμάμαι να ανταποκρίνεται με ακρίβεια στις περιγραφές του οδηγού.
Κάνοντας μια παράκαμψη είπαμε να μην αφήσουμε παραπονεμένο το μοναστήρι Vorotnavank, του 9-11ου αιώνα. Χτισμένο κι αυτό στην πλαγιά ενός φαραγγιού, στα χρόνια της ακμής του φιλοξενούσε μαγαζιά, ιερατική σχολή, ξενοδοχεία, εργαστήρια. Όμως τα οχυρωματικά έργα δεν στάθηκαν ικανά να το σώσουν τις αλλεπάλληλες καταστροφές διαφόρων εισβολέων, αλλά και του Εγκέλαδου.
Απολαύσαμε την θέα προς το φαράγγι και στη συνέχεια οδεύσαμε στο νοτιότερο σημείο της χώρας που είχαμε συμπεριλάβει στο πρόγραμμα. Στο (μη περιμένετε να ακούσετε κάτι διαφορετικό) μοναστήρι Tatev.
Yποψιάζομαι ήδη την αντίδρασή σας: «Κι άλλο μοναστήρι;;!» Όλα κι όλα, στούπες και ξανά στούπες στην ΝΑ Ασία, ναοί και ξανά ναοί στην Ινδία, ε μοναστήρια και ξανά μοναστήρια στην Αρμενία.
Όμως μην το αδικείτε το Tatev. Δεν είναι οποιοδήποτε μοναστήρι, έστω κι αν δεν είναι ακόμα στην επίσημη λίστα της UNESCO. Αυτό που το καθιστά δημοφιλές και “τουριστικό” είναι η θέση του και κυρίως ο τρόπος που πλέον μπορείς να το επισκεφθείς.
Αφήσαμε το αυτοκίνητο στο υπαίθριο πάρκινγκ και το βλέμμα μας αγκάλιασε αίφνης τους επιβλητικούς ορεινούς όγκους του βουνού Aramazd στα 3,392 μέτρα υψόμετρο. Πίσω τους απλώνεται ο θύλακας του Αζερμπαϊτζάν, το Naxcivan, αποκομμένο από το σώμα της χώρας του, απότοκο της σύρραξης μεταξύ των δύο κρατών για τις διαφιλονικούμενες περιοχές.
Mπροστά μας έχασκε το βαθύ φαράγγι του ποταμού Vorotan με τις απότομες πλαγιές των βουνών. Παλιότερα ήταν ένας φιδογυριστός δρόμος που σε έφερνε στο μοναστήρι, από το 2010 πλέον απολαμβάνεις τη διαδρομή εναέρια από το τελεφερικ, το οποίο έχει καταχωρηθεί στο βιβλίο ρεκόρ Guinness σαν το μακρύτερο non-stop παγκοσμίως.
Η εναέρια διαδρομή πάνω από το κενό μας ενθουσίασε, προκάλεσε ορυμαγδό φωτογραφικών κλικ, πριν μας προσγειώσει ασφαλώς στην αντίπερα πλαγιά κοντά στο ομώνυμο χωριό.
Το Μοναστήρι Tatev υπήρξε μέγα και τρανό, κάποτε είχε 1000 μοναχούς κι έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ιστορία της περιοχής. Στον 14ο και 15ο αιώνα φιλοξένησε ένα από τα πιο σημαντικά αρμενικά μεσαιωνικά πανεπιστήμια που συνέβαλε στη διατήρηση της αρμενικής κουλτούρας και της θρησκείας κατά τη διάρκεια μιας από τις πιο ταραχώδεις περιόδους στην ιστορία της .
Επειδή μου αρέσουν οι παραδόσεις, θα μεταφέρω την λαϊκή άποψη της ετυμολογίας του ονόματος του μοναστηριού. Ο μύθος αφηγείται ότι ένας μαθητευόμενος μοναχός ανέβηκε κρυφά στην κορυφή του καμπαναριού για να τοποθετήσει ένα σταυρό δικού του σχεδίου . Ωστόσο κατά την κάθοδό του, εντοπίστηκε από τον ηγούμενο κι έτσι έχασε την ισορροπία του πέφτοντας στο κενό. Κατά την πτώση του παρακάλεσε το Θεό να του δώσει φτερά (στα αρμένικα είναι : ."Τa Tev ")
Το οχυρωμένο και ανακαινισμένο μοναστηριακό σύμπλεγμα, αποτελείται από τρεις εκκλησίες, βιβλιοθήκη, τραπεζαρία, καμπαναριό, και σειρά άλλων κτηρίων, ενώ εκτός των οχυρώσεων υπάρχει ελαιοτριβείο, το οποίο είναι ένα από τα καλύτερα διατηρημένα στην Αρμενία.
Περιδιαβήκαμε τους χώρους, τρυπώνοντας σε κάθε γωνιά του, μακαρίζοντας όσους έμεναν εκεί που από το μπαλκονάκι τους απολάμβαναν μια μεγαλειώδη θέα.
Συναντήσαμε και κάποιους μοναχούς, εις εξ’αυτών είχε και την καλοσύνη να πει χαμογελαστά κι ένα ξερό «Α!» σαν του ανέφερα ότι είμαστε από την Ελλάδα.
Επιστρέφοντας την αράξαμε για λίγο στη βεράντα της καφετέριας του τελεφερίκ, ευρωπαϊκών προδιαγραφών. Πείραζα τους υπολοίπους ότι είναι μαγευτική η θέα εδώ στην Ελβετία, με τον taver να με κοιτάζει με μισό μάτι. Παραγγείλαμε καφέδες και για τη λιγούρα συμφωνήσαμε να σαβουρώσουμε κι ένα σιροπιαστό γλυκό. Το γλυκό σερβίρονταν σκέτο, εμείς όμως θέλαμε σαν έλληνες και μια μπάλα παγωτό, παραδίπλα. Το σερβις δεν έπασχε μόνο σε ταχύτητα, αλλά και σε ευελιξία. Όοοοοχι. Έπρεπε να παραγγείλουμε βάσει καταλόγου και τέτοια επιλογή δεν υπήρχε. Ήταν πολύπλοκο να σκεφτούν ότι θα μπορούσαν να προσθέσουν απλά μια μπάλα παγωτό δίπλα, να το χρεώσουν ανάλογα, αντί να τα σερβίρουν χώρια;. Αθάνατη ευέλικτη ελληνική καφετέρια!!!
Προχωρήσαμε προς το τελικό μας προορισμό που ήταν η πόλη του Goris. Από ψηλά η πόλη με το περιβάλλον τοπίο έδειχνε πολλά υποσχόμενη, όμως μια βόλτα το βράδυ και την επόμενη μέρα αποκάλυψε ότι απλώς ήταν λίγο πιο ευχάριστη στην όψη.
Η αναζήτηση του ξενοδοχείου κι εδώ ήταν μια μικρή περιπέτεια καθώς δεν είχαμε εντοπίσει εγκαίρως τη πινακίδα του. Όμως το Diana Hotel μας αποζημίωσε! Στρατιώτες (άγνωστο γιατί, ίσως λόγω ύπαρξης αυτοκινήτων του ΟΗΕ) μας άνοιξαν τις πύλες του πάρκινγκ που φύλαγαν δυό πέτρινοι αετοί! Στο προαύλιο κυριαρχούσε μια σύνθεση που παρέπεμπε σε ρωμαϊκή κρήνη και το εσωτερικό του ήταν η αποθέωση του κιτς με χρυσαφί κιονόκρανα και τοίχους σε πορτοκαλοχρυσίζουσες αποχρώσεις. Ευτυχώς τα δωμάτια δεν ακολουθούσαν ανάλογη αισθητική.
Ανασύνταξη δυνάμεων λοιπόν και μετά από πρόταση του taver που είχε εντρυφήσει στον Lonely Planet , προτιμήσαμε να κατευθυνθούμε προς το γειτονικό χωριό Khndzoresk. Οι τέσσερις γραμμές που αφιέρωνε ο οδηγός έκαναν μνεία για παλιά πόλη με σπηλιές.
Οφείλω να παραδεχτώ πως υπήρξε πραγματική αποκάλυψη, ένα από τα αναπάντεχα highlight του ταξιδιού. Το τοπίο με το φαράγγι ήταν πανέμορφο, γαλήνιο κι η έστω σύντομη διαδρομή στη φύση υπέροχη με τις ανθισμένες αμυγδαλιές. Η πλαγιά ήταν διάστικτη από τρωγλοδυτικές σπηλιές, ανάμικτες με ερειπωμένα κτήρια κι ένα εκκλησάκι, όλα σ’ενα θεαματικό συνονθύλευμα. Μια πόλη φάντασμα!
Όμως πάνω απ’ολα αυτό που διασκεδάσαμε ήταν η εναέρια μεταλλική πεζογέφυρα πάνω από το ρέμα. Ο snapper βρήκε ευκαιρία για δημιουργική φωτογράφηση, ο δε travelogatos ευκαιρία να χοροπηδά πάνω της και να σπάει πλάκα κόβωντας τα ήπατα ημών των υπολοίπων που έχουμε κι ένα θεματάκι με την υψοφοβία.
Η αναζήτηση εστιατορίου για να δειπνήσουμε αποδείχθηκε μεγαλύτερη περιπέτεια από τον εντοπισμό του ξενοδοχείου. Γύρους κάναμε μέσα στα θεοσκότεινα στενά για να εντοπίσουμε όσα πρότεινε ο Lonely Planet. Άκαρπες προσπάθειες. Κάποια δεν τα εντοπίσαμε, άλλα ήταν κλειστά, το βράδυ όμως προχωρούσε και μεις ή θα μέναμε πεινασμένοι ή θα συμβιβαζόμασταν με το προκατ δείπνο στο εστιατόριο του ξενοδοχείου. Ώσπου σε μια στροφή, εντοπίσαμε ως εκ θαύματος ένα τοπικό εστιατόριο με τα κάρβουνα να καίνε στο μαγγάλι. "Εδώ είμαστε" σκεφτήκαμε εν χορώ!
«Σερβίρετε;» ρωτήσαμε «Βεβαίως, κοπιάστε!» απάντησε πασιχαρής η ταβερνιάρισα. Τρελλή χαρά έκανε που βρήκε πελάτες να κάτσουν στα άδεια τραπέζια. Συνοικιακό μαγαζί είναι σκεφτήκαμε, οι τιμές οφείλουν να είναι λογικές και δώστου η μια παραγγελία μετά την άλλη... Όμως αφενός το φαγητό δεν μας ενθουσίασε, αφετέρου όταν ήρθε η λυπητερή θα πρέπει να άλλαξα εκατό χρώματα βλέποντας το ποσό. Ήταν μακράν το ακριβότερο γεύμα που κάναμε στην Αρμενία και χωρίς η τιμή να δικαιολογείται από το περιβάλλον ή τουλάχιστον την ποιότητα του φαγητού.
Αν και φουρκισμένοι με τη λήσταρχο – ταβερνιάρισσα, είπαμε να μη χαλάσουμε τη ζαχαρένια μας κι αφού επιστρέψαμε διαβαίνοντας τις πύλες του Καπιτωλίου (βλέπε Diana Hotel), αφεθήκαμε στην αγκαλιά του Μορφέα. Ξεκούραση πριν το μακρύ ταξίδι προς το βορρά της Αρμενίας.
Last edited by a moderator: