vasiliss
Member
- Μηνύματα
- 984
- Likes
- 9.107
- Επόμενο Ταξίδι
- ;;;
- Ταξίδι-Όνειρο
- Ρωσία -Ισλανδία - Περού
Ημέρα 2η: Αργυρόκαστρο – Berat
Πρωινό ξύπνημα, καθώς δεν είχαμε δει και πολλά από το Αργυρόκαστρο την προηγούμενη ημέρα και νωρίς το απόγευμα έπρεπε να βρισκόμαστε στο Berat.
Οι γειτονιές με τα πετρόκτιστα κτίρια απλώνονται στα ριζά γύρω από το κάστρο κυρίως βόρεια και ανατολικά αυτού. Αν θέλεις να τις γυρίσεις όλες πρέπει να έχεις αρκετό χρόνο και γερά πόδια. Εμείς είχαμε επικεντρώσει το ενδιαφέρον μας σε τρία κτίρια και τις γειτονιές γύρω από αυτά. Το εθνογραφικό μουσείο, που ήταν το σπίτι που γεννήθηκε ο Χότζα, κάηκε και ξαναδημιουργήθηκε για να στεγάσει το μουσείο, το αρχοντικό Skenduli και το αρχοντικό Zekate. Και βέβαια το κάστρο με την γειτονιά κάτω από αυτό.
Και τα τρία κτίρια είναι επισκέψιμα, η παρέα όμως αποφάσισε να μπούμε σε ένα εξ αυτών και τα υπόλοιπα να τα δούμε εξωτερικά. Ο κλήρος λοιπόν έπεσε στο εθνογραφικό μουσείο και δώσαμε ραντεβού έξω από αυτό. Δυστυχώς (ή ευτυχώς) στις 8:30 δεν ήταν ανοιχτό και όπως μας πληροφόρησαν θα άνοιγε μετά από μία ώρα, οπότε κινηθήκαμε προς το αρχοντικό Skeduli, που ήταν σχεδόν δίπλα.
Ούτε κι αυτό ήταν ανοιχτό, η γειτόνισσα όμως ειδοποίησε τον ιδιοκτήτη, ο οποίος κατέφτασε αμέσως και μας άνοιξε. Ο κύριος Skeduli υπήρξε για λίγα χρόνια μετανάστης στην Ελλάδα, οπότε μας έκανε μία πολύ ενδιαφέρουσα ξενάγηση στα ελληνικά. Το σπίτι είναι περίπου 300 χρόνων και για πολλά χρόνια είχε «κατασχεθεί» και ήταν αυτό το εθνογραφικό μουσείο της πόλης, ώσπου έγινε το νέο μουσείο και γύρισε στην κυριότητα του ιδιοκτήτη του. Περιηγηθήκαμε στους χώρους του οι οποίοι δεν είχαν πολλά αντικείμενα παλαιότερων εποχών, με την ξενάγηση όμως του κύριου Skeduli, νιώσαμε ότι ζήσαμε κι εμείς 200 – 300 χρόνια πριν. Τελικά είπαμε ότι ευτυχώς που δεν ήταν ανοιχτό το εθνογραφικό μουσείο.
Για τα παιδιά δεν δέχτηκε να μας πάρει εισιτήριο ενώ οι μεγάλοι πληρώσαμε 200lek ο καθένας.
Μετά από αυτό σειρά είχε το αρχοντικό Zekate στο οποίο όμως ποτέ δεν φτάσαμε καθώς ήταν αρκετά ψηλά, είχαμε και την ανηφόρα για να πάμε στο κάστρο, οπότε η παρέα αντέδρασε και κινήσαμε όλοι μαζί για το κάστρο.
Είχε μια σχετική ανηφόρα –που δεν την λες όμως και φοβερή και τελικά φτάσαμε στην είσοδο του πολύ καλά διατηρημένου αυτού κάστρου.
Η είσοδος είναι στα 200lek και για τα παιδιά κάτω των 8, δωρεάν. Για τα δικά μας παιδιά αν και ήταν αρκετά πάνω από τα 8 δεν μας πήραν εισιτήριο. Όπως συνέβαινε συνεχώς αυτές τις μέρες, πιάσαμε κουβέντα με τον φύλακα του χώρου, ο οποίος υπήρξε κι αυτός για χρόνια μετανάστης στην Ελλάδα και αυτός όπως και πολλοί άλλοι νοσταλγούσε τα χρόνια που πέρασε εκεί και είχε μετανιώσει που αποφάσισε να γυρίσει πίσω, καθώς τα πράγματα δεν τα βρήκε όπως τα περίμενε.
Στην είσοδο του χώρου υπάρχουν κάποια όπλα και ένα μικρό τανκ - ένα από τα τρία που υπάρχουν στον κόσμο λέει η ταμπέλα του- ενώ λίγο πιο μέσα ένα μουσείο όπλων, που δεν επισκεφτήκαμε και κινηθήκαμε στον εξωτερικό χώρο του κάστρου. Λίγο πιο κάτω συναντήσαμε το αμερικάνικο κατασκοπευτικό αεροπλάνο που καταρρίφθηκε το 1957 – θαρρώ μας είπε ο φύλακας. Πιο πέρα, προς τον πύργο του ρολογιού υπάρχει ένας υπαίθριος χώρος για καλοκαιρινές εκδηλώσεις. Γενικά από όλες τις πλευρές του κάστρου έχεις ωραία θέα προς διάφορες γειτονιές του Αργυροκάστρου.
Σε κάποιο σημείο υπάρχει μία πινακίδα, που μιλά για τον μύθο της Αργυρώς, που την περίοδο της τουρκοκρατίας για να μην πιαστεί από τους Τούρκους, πήδησε από τα τείχη στον γκρεμό μαζί με το παιδί της, το οποίο και σώθηκε.
Αφού τελειώσαμε την βόλτα μας στο κάστρο, κατευθυνθήκαμε προς την γειτονιά πάνω από το ελληνικό προξενείο και κάτω από τον πύργο του ρολογιού. Εκεί είχαμε εντοπίσει την μοναδική εκκλησία της παλιάς πόλης και θελήσαμε να την επισκεφτούμε.
Η γειτονιά αυτή έχει διαφορετικό χαρακτήρα, χωρίς αρχοντικά, με στενά καλντερίμια, όμως εξίσου όμορφη και καλά διατηρημένη.
Χάρη σε αυτή την πινακίδα εντοπίσαμε τον ναό Μεταμορφώσεως του Σωτήρος
αλλά δυστυχώς ήταν κλειστή και η γειτονιά σχετικά ερημική ώστε να βρούμε κάποιον για να μας ανοίξει.
Οπότε κατηφορίσαμε προς το προξενείο
κι από εκεί ανηφορίσαμε για τα δωμάτια μας, από όπου ξεκινήσαμε για το Berat μετά από τις απαραίτητες προμήθειες από το super market.
Η γενική εικόνα που αποκομίσαμε από την παλιά πόλη του Αργυροκάστρου ήταν πολύ θετική και ίσως χρειαζόμαστε ένα ακόμη απόγευμα ώστε να μπορέσουμε να περιηγηθούμε περισσότερο και στις πιο απομακρυσμένες γειτονιές, καθώς η παλιά πόλη απλώνεται αρκετά..
Οι διαδρομές που μας έδινε το GPS για την πόλη του Μπερατίου, ήταν τρεις, κι εμείς προτιμήσαμε να ακολουθήσουμε αυτήν που αν και είχε να κάνουμε περισσότερα χιλιόμετρα, ήταν χρονικά πιο σύντομη. Ήταν ουσιαστικά μέχρι το Fier, ο βασικός οδικός άξονας για τα Τίρανα.
Όσο πλησιάζαμε στην πόλη υπήρχαν πολλές καλλιέργειες, θερμοκήπια, νεοφυτεμένοι ελαιώνες. Ευτυχώς δεν υπήρχε καθόλου κίνηση μέχρι το Fier, που είναι μια μεγάλη αλλά αδιάφορη πόλη. Το μόνο ενδιαφέρον που υπήρχε σχετικά κοντά της ήταν ο αρχαιολογικός χώρος της Απολλωνίας, τον οποίο όμως δεν είχα εντάξει στον προγραμματισμό, λόγω χρόνου.
Στο κομμάτι όμως Fier έως Berat ζοριστήκαμε λίγο, καθώς ήταν το χειρότερο από άποψη οδοστρώματος, σε βαθμό βομβαρδισμού. Μας έκανε εντύπωση η κατάστασή του, καθώς ένωνε δυο μεγάλες πόλεις, αλλά στον γυρισμό ευτυχώς βρήκαμε τρόπο και τον αποφύγαμε.
Οι πρώτες εικόνες της σύγχρονης πόλης ήταν θετικές, σε σχέση με άλλες πόλεις που είχαμε διασχίσει. Βρήκαμε τα δωμάτιά μας, ξεκουραστήκαμε και αργά το απόγευμα ξεκινήσαμε για την πρώτη αναγνωριστική βόλτα στην πόλη. Ο ιδιοκτήτης της πανσιόν ορθά μας συμβούλεψε να πάμε στο κάστρο πρώτα, ώστε να αποφύγουμε την πρωινή ζέστη, εμείς όμως δεν τον ακούσαμε και κινηθήκαμε προς την παλιά πόλη για να συναντήσουμε και τους υπόλοιπους που έμεναν εκεί. Συναντηθήκαμε στην κρεμαστή γέφυρα που ενώνει τις γειτονιές Mangalem και Gorica και τελικά αποφασίσαμε να κάνουμε μία βόλτα στον μεγάλο πεζόδρομο της πόλης και να καθίσουμε για καφέ.
Με τούτα και με εκείνα πέρασε η ώρα ( τα τούτα και τα εκείνα θα σας τα διηγηθώ αργότερα) και ξεκινήσαμε για μια βραδινή βόλτα στην γειτονιά της Mangalem. Περάσαμε από το εστιατόριο Wil Dor που μας είχαν προτείνει να καθίσουμε, αλλά τελικά μας κέρδισε η βεράντα της «Αντιγόνης» ( που βρίσκεται απέναντι στην Gorica ) και δεν το μετανιώσαμε καθόλου καθώς η θέα ήταν μοναδική, τα φαγητά πολύ νόστιμα και ο ιδιοκτήτης με πολύ καλά ελληνικά και ιδιαιτέρως εξυπηρετικός.
Αργά λοιπόν το βράδυ πήρε ο καθένας τον δρόμο για το δωμάτιό του.
Πρωινό ξύπνημα, καθώς δεν είχαμε δει και πολλά από το Αργυρόκαστρο την προηγούμενη ημέρα και νωρίς το απόγευμα έπρεπε να βρισκόμαστε στο Berat.
Οι γειτονιές με τα πετρόκτιστα κτίρια απλώνονται στα ριζά γύρω από το κάστρο κυρίως βόρεια και ανατολικά αυτού. Αν θέλεις να τις γυρίσεις όλες πρέπει να έχεις αρκετό χρόνο και γερά πόδια. Εμείς είχαμε επικεντρώσει το ενδιαφέρον μας σε τρία κτίρια και τις γειτονιές γύρω από αυτά. Το εθνογραφικό μουσείο, που ήταν το σπίτι που γεννήθηκε ο Χότζα, κάηκε και ξαναδημιουργήθηκε για να στεγάσει το μουσείο, το αρχοντικό Skenduli και το αρχοντικό Zekate. Και βέβαια το κάστρο με την γειτονιά κάτω από αυτό.



Και τα τρία κτίρια είναι επισκέψιμα, η παρέα όμως αποφάσισε να μπούμε σε ένα εξ αυτών και τα υπόλοιπα να τα δούμε εξωτερικά. Ο κλήρος λοιπόν έπεσε στο εθνογραφικό μουσείο και δώσαμε ραντεβού έξω από αυτό. Δυστυχώς (ή ευτυχώς) στις 8:30 δεν ήταν ανοιχτό και όπως μας πληροφόρησαν θα άνοιγε μετά από μία ώρα, οπότε κινηθήκαμε προς το αρχοντικό Skeduli, που ήταν σχεδόν δίπλα.
Ούτε κι αυτό ήταν ανοιχτό, η γειτόνισσα όμως ειδοποίησε τον ιδιοκτήτη, ο οποίος κατέφτασε αμέσως και μας άνοιξε. Ο κύριος Skeduli υπήρξε για λίγα χρόνια μετανάστης στην Ελλάδα, οπότε μας έκανε μία πολύ ενδιαφέρουσα ξενάγηση στα ελληνικά. Το σπίτι είναι περίπου 300 χρόνων και για πολλά χρόνια είχε «κατασχεθεί» και ήταν αυτό το εθνογραφικό μουσείο της πόλης, ώσπου έγινε το νέο μουσείο και γύρισε στην κυριότητα του ιδιοκτήτη του. Περιηγηθήκαμε στους χώρους του οι οποίοι δεν είχαν πολλά αντικείμενα παλαιότερων εποχών, με την ξενάγηση όμως του κύριου Skeduli, νιώσαμε ότι ζήσαμε κι εμείς 200 – 300 χρόνια πριν. Τελικά είπαμε ότι ευτυχώς που δεν ήταν ανοιχτό το εθνογραφικό μουσείο.
Για τα παιδιά δεν δέχτηκε να μας πάρει εισιτήριο ενώ οι μεγάλοι πληρώσαμε 200lek ο καθένας.
Μετά από αυτό σειρά είχε το αρχοντικό Zekate στο οποίο όμως ποτέ δεν φτάσαμε καθώς ήταν αρκετά ψηλά, είχαμε και την ανηφόρα για να πάμε στο κάστρο, οπότε η παρέα αντέδρασε και κινήσαμε όλοι μαζί για το κάστρο.
Είχε μια σχετική ανηφόρα –που δεν την λες όμως και φοβερή και τελικά φτάσαμε στην είσοδο του πολύ καλά διατηρημένου αυτού κάστρου.

Η είσοδος είναι στα 200lek και για τα παιδιά κάτω των 8, δωρεάν. Για τα δικά μας παιδιά αν και ήταν αρκετά πάνω από τα 8 δεν μας πήραν εισιτήριο. Όπως συνέβαινε συνεχώς αυτές τις μέρες, πιάσαμε κουβέντα με τον φύλακα του χώρου, ο οποίος υπήρξε κι αυτός για χρόνια μετανάστης στην Ελλάδα και αυτός όπως και πολλοί άλλοι νοσταλγούσε τα χρόνια που πέρασε εκεί και είχε μετανιώσει που αποφάσισε να γυρίσει πίσω, καθώς τα πράγματα δεν τα βρήκε όπως τα περίμενε.

Στην είσοδο του χώρου υπάρχουν κάποια όπλα και ένα μικρό τανκ - ένα από τα τρία που υπάρχουν στον κόσμο λέει η ταμπέλα του- ενώ λίγο πιο μέσα ένα μουσείο όπλων, που δεν επισκεφτήκαμε και κινηθήκαμε στον εξωτερικό χώρο του κάστρου. Λίγο πιο κάτω συναντήσαμε το αμερικάνικο κατασκοπευτικό αεροπλάνο που καταρρίφθηκε το 1957 – θαρρώ μας είπε ο φύλακας. Πιο πέρα, προς τον πύργο του ρολογιού υπάρχει ένας υπαίθριος χώρος για καλοκαιρινές εκδηλώσεις. Γενικά από όλες τις πλευρές του κάστρου έχεις ωραία θέα προς διάφορες γειτονιές του Αργυροκάστρου.


Σε κάποιο σημείο υπάρχει μία πινακίδα, που μιλά για τον μύθο της Αργυρώς, που την περίοδο της τουρκοκρατίας για να μην πιαστεί από τους Τούρκους, πήδησε από τα τείχη στον γκρεμό μαζί με το παιδί της, το οποίο και σώθηκε.

Αφού τελειώσαμε την βόλτα μας στο κάστρο, κατευθυνθήκαμε προς την γειτονιά πάνω από το ελληνικό προξενείο και κάτω από τον πύργο του ρολογιού. Εκεί είχαμε εντοπίσει την μοναδική εκκλησία της παλιάς πόλης και θελήσαμε να την επισκεφτούμε.

Η γειτονιά αυτή έχει διαφορετικό χαρακτήρα, χωρίς αρχοντικά, με στενά καλντερίμια, όμως εξίσου όμορφη και καλά διατηρημένη.


Χάρη σε αυτή την πινακίδα εντοπίσαμε τον ναό Μεταμορφώσεως του Σωτήρος

αλλά δυστυχώς ήταν κλειστή και η γειτονιά σχετικά ερημική ώστε να βρούμε κάποιον για να μας ανοίξει.
Οπότε κατηφορίσαμε προς το προξενείο

κι από εκεί ανηφορίσαμε για τα δωμάτια μας, από όπου ξεκινήσαμε για το Berat μετά από τις απαραίτητες προμήθειες από το super market.
Η γενική εικόνα που αποκομίσαμε από την παλιά πόλη του Αργυροκάστρου ήταν πολύ θετική και ίσως χρειαζόμαστε ένα ακόμη απόγευμα ώστε να μπορέσουμε να περιηγηθούμε περισσότερο και στις πιο απομακρυσμένες γειτονιές, καθώς η παλιά πόλη απλώνεται αρκετά..
Οι διαδρομές που μας έδινε το GPS για την πόλη του Μπερατίου, ήταν τρεις, κι εμείς προτιμήσαμε να ακολουθήσουμε αυτήν που αν και είχε να κάνουμε περισσότερα χιλιόμετρα, ήταν χρονικά πιο σύντομη. Ήταν ουσιαστικά μέχρι το Fier, ο βασικός οδικός άξονας για τα Τίρανα.
Όσο πλησιάζαμε στην πόλη υπήρχαν πολλές καλλιέργειες, θερμοκήπια, νεοφυτεμένοι ελαιώνες. Ευτυχώς δεν υπήρχε καθόλου κίνηση μέχρι το Fier, που είναι μια μεγάλη αλλά αδιάφορη πόλη. Το μόνο ενδιαφέρον που υπήρχε σχετικά κοντά της ήταν ο αρχαιολογικός χώρος της Απολλωνίας, τον οποίο όμως δεν είχα εντάξει στον προγραμματισμό, λόγω χρόνου.
Στο κομμάτι όμως Fier έως Berat ζοριστήκαμε λίγο, καθώς ήταν το χειρότερο από άποψη οδοστρώματος, σε βαθμό βομβαρδισμού. Μας έκανε εντύπωση η κατάστασή του, καθώς ένωνε δυο μεγάλες πόλεις, αλλά στον γυρισμό ευτυχώς βρήκαμε τρόπο και τον αποφύγαμε.
Οι πρώτες εικόνες της σύγχρονης πόλης ήταν θετικές, σε σχέση με άλλες πόλεις που είχαμε διασχίσει. Βρήκαμε τα δωμάτιά μας, ξεκουραστήκαμε και αργά το απόγευμα ξεκινήσαμε για την πρώτη αναγνωριστική βόλτα στην πόλη. Ο ιδιοκτήτης της πανσιόν ορθά μας συμβούλεψε να πάμε στο κάστρο πρώτα, ώστε να αποφύγουμε την πρωινή ζέστη, εμείς όμως δεν τον ακούσαμε και κινηθήκαμε προς την παλιά πόλη για να συναντήσουμε και τους υπόλοιπους που έμεναν εκεί. Συναντηθήκαμε στην κρεμαστή γέφυρα που ενώνει τις γειτονιές Mangalem και Gorica και τελικά αποφασίσαμε να κάνουμε μία βόλτα στον μεγάλο πεζόδρομο της πόλης και να καθίσουμε για καφέ.



Με τούτα και με εκείνα πέρασε η ώρα ( τα τούτα και τα εκείνα θα σας τα διηγηθώ αργότερα) και ξεκινήσαμε για μια βραδινή βόλτα στην γειτονιά της Mangalem. Περάσαμε από το εστιατόριο Wil Dor που μας είχαν προτείνει να καθίσουμε, αλλά τελικά μας κέρδισε η βεράντα της «Αντιγόνης» ( που βρίσκεται απέναντι στην Gorica ) και δεν το μετανιώσαμε καθόλου καθώς η θέα ήταν μοναδική, τα φαγητά πολύ νόστιμα και ο ιδιοκτήτης με πολύ καλά ελληνικά και ιδιαιτέρως εξυπηρετικός.

Αργά λοιπόν το βράδυ πήρε ο καθένας τον δρόμο για το δωμάτιό του.