χριστίναα95
Member
- Μηνύματα
- 171
- Likes
- 805
Λουξεμβούργο
Το Λουξεμβούργο το ερωτεύτηκα από την πρώτη στιγμή που είδα φωτογραφίες του, όταν ήμουν 12 χρονών και μου φαινόταν αδιανόητο ότι θα ήμουν μόλις 3 ώρες μακριά του και δε θα το επισκεπτόμουν. Όμως, οι τιμές των εισιτηρίων του τραίνου ήταν απαγορευτικές (μιλάμε για 70 ευρώ πηγαινέλα), λεωφορείο δεν υπήρχε και ενώ τα blablacar ήταν πολλά, ποτέ δεν κατάφερνα να βρω δύο δρομολόγια που θα μου άφηναν αρκετή ώρα στην πόλη σε μέρα που με βολεύει. Πάνω που είχα αρχίσει να απογοητεύομαι, μια Ισπανίδα φίλη μού αποκάλυψε το μυστικό: μπορούσα να βγάλω εισιτήριο από τις Βρυξέλλες μέχρι την Αρλόν, το οποίο με τη νεανική έκπτωση κόστιζε γύρω στα 6 ευρώ, και έπειτα, να βγάλω εισιτήριο Αρλόν - Λουξεμβούργο, το οποίο ήταν επίσης πολύ φτηνό, μιας και η απόσταση είναι πολύ μικρή. Νόμιζα ότι θα χρειαστεί να αλλάξω τραίνο στην Αρλόν, αλλά κάτι τέτοιο δεν ήταν απαραίτητο και οι ελεγκτές που είδαν και τα δύο εισιτήριά μου δε φάνηκαν καν να παραξενεύονται. Ακόμη κι αν δεν είστε κάτω των 26, ώστε να δικαιούστε νεανικό εισιτήριο, μπορείτε να ακολουθήσετε την ίδια τακτική κάποιο σαββατοκύριακο, όπου όλα τα δρομολόγια τραίνων μέσα στο Βέλγιο προσφέρουν δωρεάν επιστροφή.
Το ταξίδι κανονίστηκε με φίλους που θα έφταναν από άλλες χώρες, οπότε την τρίωρη διαδρομή την έκανα μόνη μου. Όταν το τραίνο άρχισε να πλησιάζει στις Αρδένες, ξαφνικά το τοπίο έξω από το παράθυρο έγινε λευκό και καθώς περνάγαμε από διάφορα χωριά, έβλεπα εικόνες που για μένα ήταν τελείως καινούριες: άνθρωποι να φτυαρίζουν το χιόνι στις αυλές τους, επιβάτες να κατεβαίνουν από το τραίνο κουκουλωμένοι και να παλεύουν να διασχίσουν το χιονισμένο τοπίο με τις βαλίτσες τους, άλογα βαμμένο λευκά, πάπιες να περπατάνε σε παγωμένα ρυάκια... Για παρέα σε αυτό το ταξίδι είχα ένα ρώσικο μυθιστόρημα κι όσο ηλίθιο κι αν ακούγεται, η ανάγνωσή του με φόντο το απόλυτα ταιριαστό λευκό τοπίο είναι μία από τις πιο όμορφες αναμνήσεις μου από το Βέλγιο.
Φυσικά, ανησυχούσα για το πώς το χιόνι θα επηρέαζε την εκδρομή, αλλά όταν τελικά φτάσαμε στο Λουξεμβούργο, με περίμεναν δυο ευχάριστες εκπλήξεις. Η πρώτη ήταν ότι το κρύο ήταν απόλυτα διαχειρίσιμο και υπήρχε χιόνι μόνο στα πεζούλια και τις σκεπές των σπιτιών: ιδανικό για να δημιουργεί όμορφες εικόνες χωρίς να δυσκολεύει στο περπάτημα. Η δεύτερη ήταν ότι τα Σάββατα, τα μέσα μαζικής μεταφοράς της πόλης ήταν δωρεάν. Επιβιβάστηκα στο πρώτο λεωφορείο και σε λιγότερο από 15 λεπτά ήμουν ήδη στον προορισμό μου. Αρχικός μου στόχος ήταν να κάνω πρώτα μια βόλτα στις πλατείες και τους κεντρικούς δρόμους, να πάρω μια γεύση από τη ζωή της πόλης κι έπειτα, να κατευθυνθώ πια προς το "πιο όμορφο μπαλκόνι της Ευρώπης" για να απολαύσω την πολυπόθητη θέα. Όμως, τελευταία στιγμή δεν άντεξα και κατέβηκα κατευθείαν στο Chemin de la Corniche. Η εικόνα που αντίκρισα κατεβαίνοντας από το λεωφορείο ήταν πραγματικά μία από τις πιο όμορφες που έχω δει ποτέ. Το ποτάμι περιτριγυρισμένο από χιονισμένο σπίτια ήταν βγαλμένο από παραμύθι. Σύντομα κατέφθασαν και οι φίλοι από Γαλλία και Γερμανία και μαζί ξεκινήσαμε την εξερεύνηση. Αποφασίσαμε να κάνουμε μια σχετικά σύντομη βόλτα στο μονοπάτι, να πάρουμε το ασανσέρ που οδηγεί στην "Πάνω πόλη" κι έπειτα να επιστρέψουμε στο Chemin de la Corniche και να αφιερώσουμε όλη την υπόλοιπη μέρα μας σε αυτό. Δεν έχω λόγια να περιγράψω την ομορφιά του τοπίου. Δε χορταίναμε τη θέα! Ήταν λες και βλέπαμε από ψηλά μια πόλη από κουκλόσπιτα. Κοντοστεκόμασταν κυριολεκτικά κάθε λίγα δευτερόλεπτα, προσπαθώντας μάταια να αποτυπώσουμε αυτό που βλέπαμε με φωτογραφίες. Κάθε φορά που λέγαμε πως φτάσαμε πια στο πιο όμορφο σημείο της διαδρομής, κάναμε ένα βήμα παραπέρα κι ανακαλύπταμε ακόμη περισσότερη ομορφιά. Σαράντα λεπτά και πολλές φωτογραφίες αργότερα, είχαμε φτάσει πια στο ασανσέρ που μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα μας ανέβασε στο πάνω κομμάτι της πόλης.
Η Ville Haute είναι επίσης πολύ όμορφη, αλλά αρκετά παρόμοια με άλλες Ευρωπαϊκές πόλεις. Περπατήσαμε σε δρόμους γεμάτους ζωή ανάμεσα σε ιδιαίτερα κομψούς και καλοντυμένους ανθρώπους, περάσαμε από τις σημαντικές πλατείες και από τα διάφορα μουσεία, είδαμε το παλάτι του Δούκα και τον Καθεδρικό Ναό, χαζέψαμε λίγες βιτρίνες και απολαύσαμε τις όμορφες (αλλά αρκετά οικείες) εικόνες. Κάναμε και μία στάση στο διάσημο Chocolate House Nathalie Bonn. Τα γλυκά φαίνονταν υπέροχα, αλλά δεν υπήρχε ελεύθερο τραπέζι ούτε για δείγμα και φυσικά δεν ήμασταν πρόθυμοι να χαλάσουμε ώρα περιμένοντας στην ουρά. Έτσι, αρκεστήκαμε σε μία ζεστή σοκολάτα στο χέρι ο καθένας. Εγώ δοκίμασα σοκολάτα γάλακτος με πορτοκάλι, η οποία ήταν όνειρο.
Η όλη περιήγηση μας πήρε περίπου μιάμιση ώρα και με τα ροφήματά μας στο χέρι κατευθυνθήκαμε και πάλι προς το περίφημο μονοπάτι. Σκεφτόμασταν να μπούμε στις Κατακόμβες, αλλά ο χρόνος μας ήταν περιορισμένος και είχαμε όλοι επισκεφτεί αντίστοιχα μέρη στο παρελθόν, οπότε προτιμήσαμε να μην το κάνουμε. Θα μπορούσαμε να είχαμε ξαναπάρει το ασανσέρ για να επιστρέψουμε ακριβώς στο σημείο όπου είχαμε μείνει, αλλά για ευνόητους λόγους επιλέξαμε να ξαναδιασχίσουμε το μονοπάτι, απολαμβάνοντας το όσο και την πρώτη φορά. Αφού φτιάξαμε λίγους μικρούς χιονάνθρωπους και αποφύγαμε το βέβαιο θάνατο από το χέρι δύο δεκάχρονων που πέταγαν τεράστιες χιονόμπαλες από ψηλά, φτάσαμε στην Κάτω πόλη. Οι τουρίστες ήταν ελάχιστοι, οπότε επικρατούσε μία μαγική ηρεμία την οποία μπορούσαμε να απολαύσουμε με την ησυχία μας και η βόλτα στο ποτάμι ήταν υπέροχη.
Αφού θαυμάσαμε την αντανάκλαση της πόλης στο ποτάμι, περάσαμε τη μικρή γέφυρα, ανεβοκατεβήκαμε τα διάφορα σκαλοπάτια απολαμβάνοντας τη θέα από διαφορετικές οπτικές γωνίες και φτάσαμε στο Neumünster Abbey. Συνεχίσαμε το περπάτημα μπροστά από κουκλίστικα σπίτια και κατά μήκος του ποταμού, με το βλέμμα στραμμένο προς τα πάνω. Τώρα, θαυμάζαμε το θέαμα της πόλης που ήταν σκαρφαλωμένη στα βράχια και με δυσκολία πιστεύαμε ότι πριν από λίγο βρισκόμασταν κι εμείς τόσο ψηλά. Βρήκαμε ένα ήσυχο σημείο με παγκάκια μπροστά στο ποτάμι και καθίσαμε εκεί για να φάμε το μεσημεριανό που είχαμε φέρει μαζί μας, με τα μάτια πάντα καρφωμένα στην υπέροχη θέα. Αφού φάγαμε, συνεχίσαμε τη βόλτα μας μέχρι που είχαμε περπατήσει κάθε κομμάτι της Κάτω Πόλης.
Είχαμε μπροστά μας περίπου 1.5 ώρα ακόμη κι έπειτα θα έπρεπε να κατευθυνθούμε προς το Σταθμό των Τραίνων. Μπορούσαμε να επισκεφτούμε τα Ευρωπαϊκά κτίρια ή κάποιο από τα πάρκα της πόλης, αλλά δε βλέπαμε το λόγο να φύγουμε μακριά από το πιο ιδιαίτερο σημείο της πόλης. Έτσι, πήραμε το δρόμο της επιστροφής, κι αφού ανεβήκαμε και πάλι στο σημείο απ' όπου ξεκινήσαμε, καθίσαμε σε ένα από τα πεζούλια, με τα πόδια μας να κρέμονται στο κενό και περάσαμε την επόμενη ώρα συζητώντας μπροστά σε μία από τις πιο όμορφες θέες της Ευρώπης. Είδαμε τον ουρανό να σκοτεινιάζει και την πόλη να ανάβει τα φώτα της, δημιουργώντας μαγικές εικόνες και όταν ήρθε η ώρα, με βαριά καρδιά πήραμε το δρόμο της επιστροφής.
Το Λουξεμβούργο το ερωτεύτηκα από την πρώτη στιγμή που είδα φωτογραφίες του, όταν ήμουν 12 χρονών και μου φαινόταν αδιανόητο ότι θα ήμουν μόλις 3 ώρες μακριά του και δε θα το επισκεπτόμουν. Όμως, οι τιμές των εισιτηρίων του τραίνου ήταν απαγορευτικές (μιλάμε για 70 ευρώ πηγαινέλα), λεωφορείο δεν υπήρχε και ενώ τα blablacar ήταν πολλά, ποτέ δεν κατάφερνα να βρω δύο δρομολόγια που θα μου άφηναν αρκετή ώρα στην πόλη σε μέρα που με βολεύει. Πάνω που είχα αρχίσει να απογοητεύομαι, μια Ισπανίδα φίλη μού αποκάλυψε το μυστικό: μπορούσα να βγάλω εισιτήριο από τις Βρυξέλλες μέχρι την Αρλόν, το οποίο με τη νεανική έκπτωση κόστιζε γύρω στα 6 ευρώ, και έπειτα, να βγάλω εισιτήριο Αρλόν - Λουξεμβούργο, το οποίο ήταν επίσης πολύ φτηνό, μιας και η απόσταση είναι πολύ μικρή. Νόμιζα ότι θα χρειαστεί να αλλάξω τραίνο στην Αρλόν, αλλά κάτι τέτοιο δεν ήταν απαραίτητο και οι ελεγκτές που είδαν και τα δύο εισιτήριά μου δε φάνηκαν καν να παραξενεύονται. Ακόμη κι αν δεν είστε κάτω των 26, ώστε να δικαιούστε νεανικό εισιτήριο, μπορείτε να ακολουθήσετε την ίδια τακτική κάποιο σαββατοκύριακο, όπου όλα τα δρομολόγια τραίνων μέσα στο Βέλγιο προσφέρουν δωρεάν επιστροφή.
Το ταξίδι κανονίστηκε με φίλους που θα έφταναν από άλλες χώρες, οπότε την τρίωρη διαδρομή την έκανα μόνη μου. Όταν το τραίνο άρχισε να πλησιάζει στις Αρδένες, ξαφνικά το τοπίο έξω από το παράθυρο έγινε λευκό και καθώς περνάγαμε από διάφορα χωριά, έβλεπα εικόνες που για μένα ήταν τελείως καινούριες: άνθρωποι να φτυαρίζουν το χιόνι στις αυλές τους, επιβάτες να κατεβαίνουν από το τραίνο κουκουλωμένοι και να παλεύουν να διασχίσουν το χιονισμένο τοπίο με τις βαλίτσες τους, άλογα βαμμένο λευκά, πάπιες να περπατάνε σε παγωμένα ρυάκια... Για παρέα σε αυτό το ταξίδι είχα ένα ρώσικο μυθιστόρημα κι όσο ηλίθιο κι αν ακούγεται, η ανάγνωσή του με φόντο το απόλυτα ταιριαστό λευκό τοπίο είναι μία από τις πιο όμορφες αναμνήσεις μου από το Βέλγιο.
Φυσικά, ανησυχούσα για το πώς το χιόνι θα επηρέαζε την εκδρομή, αλλά όταν τελικά φτάσαμε στο Λουξεμβούργο, με περίμεναν δυο ευχάριστες εκπλήξεις. Η πρώτη ήταν ότι το κρύο ήταν απόλυτα διαχειρίσιμο και υπήρχε χιόνι μόνο στα πεζούλια και τις σκεπές των σπιτιών: ιδανικό για να δημιουργεί όμορφες εικόνες χωρίς να δυσκολεύει στο περπάτημα. Η δεύτερη ήταν ότι τα Σάββατα, τα μέσα μαζικής μεταφοράς της πόλης ήταν δωρεάν. Επιβιβάστηκα στο πρώτο λεωφορείο και σε λιγότερο από 15 λεπτά ήμουν ήδη στον προορισμό μου. Αρχικός μου στόχος ήταν να κάνω πρώτα μια βόλτα στις πλατείες και τους κεντρικούς δρόμους, να πάρω μια γεύση από τη ζωή της πόλης κι έπειτα, να κατευθυνθώ πια προς το "πιο όμορφο μπαλκόνι της Ευρώπης" για να απολαύσω την πολυπόθητη θέα. Όμως, τελευταία στιγμή δεν άντεξα και κατέβηκα κατευθείαν στο Chemin de la Corniche. Η εικόνα που αντίκρισα κατεβαίνοντας από το λεωφορείο ήταν πραγματικά μία από τις πιο όμορφες που έχω δει ποτέ. Το ποτάμι περιτριγυρισμένο από χιονισμένο σπίτια ήταν βγαλμένο από παραμύθι. Σύντομα κατέφθασαν και οι φίλοι από Γαλλία και Γερμανία και μαζί ξεκινήσαμε την εξερεύνηση. Αποφασίσαμε να κάνουμε μια σχετικά σύντομη βόλτα στο μονοπάτι, να πάρουμε το ασανσέρ που οδηγεί στην "Πάνω πόλη" κι έπειτα να επιστρέψουμε στο Chemin de la Corniche και να αφιερώσουμε όλη την υπόλοιπη μέρα μας σε αυτό. Δεν έχω λόγια να περιγράψω την ομορφιά του τοπίου. Δε χορταίναμε τη θέα! Ήταν λες και βλέπαμε από ψηλά μια πόλη από κουκλόσπιτα. Κοντοστεκόμασταν κυριολεκτικά κάθε λίγα δευτερόλεπτα, προσπαθώντας μάταια να αποτυπώσουμε αυτό που βλέπαμε με φωτογραφίες. Κάθε φορά που λέγαμε πως φτάσαμε πια στο πιο όμορφο σημείο της διαδρομής, κάναμε ένα βήμα παραπέρα κι ανακαλύπταμε ακόμη περισσότερη ομορφιά. Σαράντα λεπτά και πολλές φωτογραφίες αργότερα, είχαμε φτάσει πια στο ασανσέρ που μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα μας ανέβασε στο πάνω κομμάτι της πόλης.
Η Ville Haute είναι επίσης πολύ όμορφη, αλλά αρκετά παρόμοια με άλλες Ευρωπαϊκές πόλεις. Περπατήσαμε σε δρόμους γεμάτους ζωή ανάμεσα σε ιδιαίτερα κομψούς και καλοντυμένους ανθρώπους, περάσαμε από τις σημαντικές πλατείες και από τα διάφορα μουσεία, είδαμε το παλάτι του Δούκα και τον Καθεδρικό Ναό, χαζέψαμε λίγες βιτρίνες και απολαύσαμε τις όμορφες (αλλά αρκετά οικείες) εικόνες. Κάναμε και μία στάση στο διάσημο Chocolate House Nathalie Bonn. Τα γλυκά φαίνονταν υπέροχα, αλλά δεν υπήρχε ελεύθερο τραπέζι ούτε για δείγμα και φυσικά δεν ήμασταν πρόθυμοι να χαλάσουμε ώρα περιμένοντας στην ουρά. Έτσι, αρκεστήκαμε σε μία ζεστή σοκολάτα στο χέρι ο καθένας. Εγώ δοκίμασα σοκολάτα γάλακτος με πορτοκάλι, η οποία ήταν όνειρο.
Η όλη περιήγηση μας πήρε περίπου μιάμιση ώρα και με τα ροφήματά μας στο χέρι κατευθυνθήκαμε και πάλι προς το περίφημο μονοπάτι. Σκεφτόμασταν να μπούμε στις Κατακόμβες, αλλά ο χρόνος μας ήταν περιορισμένος και είχαμε όλοι επισκεφτεί αντίστοιχα μέρη στο παρελθόν, οπότε προτιμήσαμε να μην το κάνουμε. Θα μπορούσαμε να είχαμε ξαναπάρει το ασανσέρ για να επιστρέψουμε ακριβώς στο σημείο όπου είχαμε μείνει, αλλά για ευνόητους λόγους επιλέξαμε να ξαναδιασχίσουμε το μονοπάτι, απολαμβάνοντας το όσο και την πρώτη φορά. Αφού φτιάξαμε λίγους μικρούς χιονάνθρωπους και αποφύγαμε το βέβαιο θάνατο από το χέρι δύο δεκάχρονων που πέταγαν τεράστιες χιονόμπαλες από ψηλά, φτάσαμε στην Κάτω πόλη. Οι τουρίστες ήταν ελάχιστοι, οπότε επικρατούσε μία μαγική ηρεμία την οποία μπορούσαμε να απολαύσουμε με την ησυχία μας και η βόλτα στο ποτάμι ήταν υπέροχη.
Αφού θαυμάσαμε την αντανάκλαση της πόλης στο ποτάμι, περάσαμε τη μικρή γέφυρα, ανεβοκατεβήκαμε τα διάφορα σκαλοπάτια απολαμβάνοντας τη θέα από διαφορετικές οπτικές γωνίες και φτάσαμε στο Neumünster Abbey. Συνεχίσαμε το περπάτημα μπροστά από κουκλίστικα σπίτια και κατά μήκος του ποταμού, με το βλέμμα στραμμένο προς τα πάνω. Τώρα, θαυμάζαμε το θέαμα της πόλης που ήταν σκαρφαλωμένη στα βράχια και με δυσκολία πιστεύαμε ότι πριν από λίγο βρισκόμασταν κι εμείς τόσο ψηλά. Βρήκαμε ένα ήσυχο σημείο με παγκάκια μπροστά στο ποτάμι και καθίσαμε εκεί για να φάμε το μεσημεριανό που είχαμε φέρει μαζί μας, με τα μάτια πάντα καρφωμένα στην υπέροχη θέα. Αφού φάγαμε, συνεχίσαμε τη βόλτα μας μέχρι που είχαμε περπατήσει κάθε κομμάτι της Κάτω Πόλης.
Είχαμε μπροστά μας περίπου 1.5 ώρα ακόμη κι έπειτα θα έπρεπε να κατευθυνθούμε προς το Σταθμό των Τραίνων. Μπορούσαμε να επισκεφτούμε τα Ευρωπαϊκά κτίρια ή κάποιο από τα πάρκα της πόλης, αλλά δε βλέπαμε το λόγο να φύγουμε μακριά από το πιο ιδιαίτερο σημείο της πόλης. Έτσι, πήραμε το δρόμο της επιστροφής, κι αφού ανεβήκαμε και πάλι στο σημείο απ' όπου ξεκινήσαμε, καθίσαμε σε ένα από τα πεζούλια, με τα πόδια μας να κρέμονται στο κενό και περάσαμε την επόμενη ώρα συζητώντας μπροστά σε μία από τις πιο όμορφες θέες της Ευρώπης. Είδαμε τον ουρανό να σκοτεινιάζει και την πόλη να ανάβει τα φώτα της, δημιουργώντας μαγικές εικόνες και όταν ήρθε η ώρα, με βαριά καρδιά πήραμε το δρόμο της επιστροφής.
Last edited by a moderator: