χριστίναα95
Member
- Μηνύματα
- 194
- Likes
- 875
Κολωνία
Μέρα 1η
Εκμεταλλευόμενες τις διακοπές μας από τη δουλειά, αποφασίσαμε να περάσουμε ένα τριήμερο στην Κολωνία. Επικοινώνησα με μία Γερμανίδα φίλη που είχε σπουδάσει εκεί για να μας δώσει πληροφορίες, και εκείνη προσφέρθηκε να μας συναντήσει εκεί παρόλο που στο μεταξύ είχε μετακομίσει σε άλλη πόλη. Η κοπέλα αποδείχθηκε απίστευτα εξυπηρετική και ουσιαστικά κανόνισε όλο το ταξίδι. Για το λόγο αυτό, δε θυμάμαι και όλες τις λεπτομέρειες αυτών που κάναμε. Επίσης για κάποιον ανεξήγητο λόγο δεν έχω σχεδόν καμία φωτογραφία.
Τα εισιτήρια των τραίνων ήταν πολύ ακριβά, οπότε προτιμήσαμε τη λύση του blablacar, παρόλο που έτσι θα φτάναμε αρκετά πιο αργά απ' ότι θέλαμε και θα χάναμε μία μέρα. Τελικά, η επιλογή μας αποδείχθηκε πολύ καλή, μιας πληρώσαμε 17 ευρώ η κάθε μία (έναντι των 45 που κόστιζε το εισιτήριο του τραίνου) και καταλήξαμε σε μία αμαξάρα και το ταξίδι μας ήταν πολύ πιο άνετο απ' ότι θα ήταν με οποιοδήποτε άλλο μεταφορικό μέσο. Μάλιστα, ο οδηγός μας ήταν επαγγελματίας Michael Jackson impersonator, που δίνει παραστάσεις σε όλον τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένης και της Κύπρου, όπου είχε ζήσει για ένα χρόνο. Η συνεπιβάτισσα ήταν επίσης επαγγελματίας χορεύτρια. Οπότε, η διαδρομή πέρασε ευχάριστα, με καλή παρέα και πολλές ιστορίες. Το blablacar είναι πολύ δημοφιλές στο Βέλγιο και τις γύρω χώρες και πάντα υπάρχουν διαθέσιμα δρομολόγια ανάμεσα στις μεγάλες πόλεις. Φυσικά, δεν είναι πάντα η ιδανική επιλογή. Για παράδειγμα, δεν μπορεί να εξυπηρετήσει μεγάλες παρέες και ίσως αποδειχθεί αμήχανο για άτομα που δεν απολαμβάνουν το small talk, αλλά προσωπικά δεν είχα ποτέ κάποια άσχημη εμπειρία. Σίγουρα μπορεί να πέσεις σε κάποιον παράξενο οδηγό και να αναγκαστείς να περάσεις πολλές ώρες μαζί του, αλλά προσωπικά, δεν το θεωρώ λιγότερο ασφαλές από το να μπεις σε ένα τυχαίο ταξί που θα βρεις στο δρόμο, ιδίως επειδή μπορείς να βρεις κριτικές για τον οδηγό που θα επιλέξεις.
Το αυτοκίνητο μας άφησε στον κεντρικό σιδηροδρομικό σταθμό της Κολωνίας. Η Γερμανίδα φίλη, η οποία είχε ταλαιπωρηθεί αρκετά επειδή κακά καιρικά φαινόμενα είχαν φέρει αλλαγές στο πρόγραμμα των τραίνων, μας περίμενε ήδη εκεί. Ήταν πια σχεδόν τρεις το μεσημέρι, οπότε και αυτή και εμείς πεθαίναμε της πείνας. Μας πρότεινε ένα ωραίο φτηνό ταϊλανδέζικο εστιατόριο εκεί κοντά, οπότε την ακολουθήσαμε μέχρι εκεί. Δε θυμάμαι το όνομα του μαγαζιού, αλλά το φαγητό ήταν όντως νοστιμότατο, φτηνό και πολύ σε ποσότητα. Φαγωμένες πλέον, πήγαμε στο χόστελ μας. Για τη διαμονή μας επιλέξαμε το Pathpoint Hostel με 15 ευρώ τη βραδιά για κρεβάτι σε κοιτώνα για τέσσερις. Το χόστελ μας άφησε απόλυτα ικανοποιημένες. Το δωμάτιο, αν και σχετικά μικρό ήταν πεντακάθαρο και είχε όλα τα απαραίτητα (πρίζες σε κάθε κρεβάτι, ντουλάπια που κλειδώνουν κλπ), το μπάνιο ήταν καλό, οι κοινόχρηστοι χώροι ήταν τεράστιοι, το προσωπικό ευγενέστατο και η τοποθεσία ήταν ιδανική, μόλις πέντε λεπτά από τον κεντρικό σταθμό. Αφού τακτοποιηθήκαμε, ξεκινήσαμε για την πρώτη βόλτα μας στην πόλη, με τελικό προορισμό το KolnTriangle. Είχαμε να επιλέξουμε ανάμεσα στο συγκεκριμένο πύργο και το καμπαναριό του Καθεδρικού για την πανοραμική θέα και τελικά προτιμήσαμε το πρώτο λόγω της ύπαρξης ασανσέρ, του μεγαλύτερου χώρου και του ότι ο Καθεδρικός ναός θα ήταν μέρος της θέας που θα βλέπαμε. Φτάσαμε στην κεντρική πλατεία, όπου δε μπορούσαμε παρά να σταθούμε και να θαυμάσουμε τον τον περίφημο τεραστίων διαστάσεων καθεδρικό ναό, περάσαμε από την περιοχή της υπόγειας Kölner Philharmonie, όπου ένας κύριος μας είπε να μην πατήσουμε πάνω από το κτίριο, μιας και αυτό θα επηρέαζε τη συναυλία που γινόταν από κάτω και φτάσαμε στη διάσημη γέφυρα με τα χιλιάδες λουκέτα. Ρομαντική δε με λες, αλλά η εικόνα της γεμάτης λουκέτα γέφυρας και του ποταμού ήταν πραγματικά υπέροχη. Βγάλαμε τις απαραίτητες φωτογραφίες, ενώ η γέφυρα ταρακουνιόταν ολόκληρη κάθε φορά που πέρναγε ένα τραίνο και συνεχίσαμε το δρόμο μας. Επιταχύναμε το βήμα μας ώστε να προλάβουμε να φτάσουμε στην κορυφή του πύργου πριν το ηλιοβασίλεμα.
Μπροστά από τα εκδοτήρια εισιτηρίων, ένα ζευγάρι Γερμανών μας πρότειναν να βγάλουμε μαζί το ομαδικό εισιτήριο για γκρουπ των πέντε ή περισσότερων ατόμων, το οποίο θα έβγαινε φτηνότερα για όλους. Έχοντας λοιπόν γλιτώσει 50 ολόκληρα λεπτά μπήκαμε στην ουρά για το ασανσέρ και σε περίπου δέκα λεπτά ήμασταν στην κορυφή. Ο ήλιος είχε μόλις αρχίσει να πέφτει και ο ουρανός ήταν βαμμένος χρυσός και η αντανάκλαση του στο ποτάμι ήταν μαγευτική. Κάναμε το γύρο του μπαλκονιού, απολαμβάνοντας την υπέροχη θέα από διαφορετικές γωνίες, είδαμε τον ήλιο να πέφτει και την πόλη να ανάβει τα φώτα της κι αφού πια είχαμε χορτάσει το θέαμα πήραμε το ασανσέρ της επιστροφής. Όταν κατεβήκαμε, ο πολύς κόσμος είχε πια φύγει και η πόλη είχε ησυχάσει. Κάναμε μια όμορφη νυχτερινή βόλτα, απολαμβάνοντας τα φωτισμένα κτίρια και την ηρεμία και τελικά καταλήξαμε σε μία από τις πιο γνωστές μπυραρίες της πόλης (σύμφωνα με τη Γερμανίδα φίλη), το Peters Brauhaus (είμαι 90% σίγουρη ότι αυτό ήταν το μαγαζί). Οι μερίδες ήταν μεγάλες οπότε παραγγείλαμε τρία πιάτα να μοιραστούμε, εκ των οποίων τα δύο έπρεπε αναγκαστικά να είναι χορτοφαγικά (Αχ αυτοί οι Γερμανοί). Το φαγητό μας φυσικά συνοδέψαμε με την τοπική μπύρα της Κολωνίας. Το φαγητό ήταν νοστιμότατο, ο χώρος και η ατμόσφαιρα στο μαγαζί ήταν πολύ ωραία, ενώ ο σερβιτόρος έφερνε ασταμάτητα μπύρες μέχρι να του υποδείξεις ότι είναι ώρα πια να σταματήσει, τοποθετώντας το σουβέρ σου πάνω στο ποτήρι. Μετά το φαγητό ήπιαμε λίγες μπύρες ακόμα, καθισμένες δίπλα στο ποτάμι κι έπειτα επιστρέψαμε στο χόστελ μας, όπου όλες ξεραθήκαμε στον ύπνο.
Μέρα 1η
Εκμεταλλευόμενες τις διακοπές μας από τη δουλειά, αποφασίσαμε να περάσουμε ένα τριήμερο στην Κολωνία. Επικοινώνησα με μία Γερμανίδα φίλη που είχε σπουδάσει εκεί για να μας δώσει πληροφορίες, και εκείνη προσφέρθηκε να μας συναντήσει εκεί παρόλο που στο μεταξύ είχε μετακομίσει σε άλλη πόλη. Η κοπέλα αποδείχθηκε απίστευτα εξυπηρετική και ουσιαστικά κανόνισε όλο το ταξίδι. Για το λόγο αυτό, δε θυμάμαι και όλες τις λεπτομέρειες αυτών που κάναμε. Επίσης για κάποιον ανεξήγητο λόγο δεν έχω σχεδόν καμία φωτογραφία.
Τα εισιτήρια των τραίνων ήταν πολύ ακριβά, οπότε προτιμήσαμε τη λύση του blablacar, παρόλο που έτσι θα φτάναμε αρκετά πιο αργά απ' ότι θέλαμε και θα χάναμε μία μέρα. Τελικά, η επιλογή μας αποδείχθηκε πολύ καλή, μιας πληρώσαμε 17 ευρώ η κάθε μία (έναντι των 45 που κόστιζε το εισιτήριο του τραίνου) και καταλήξαμε σε μία αμαξάρα και το ταξίδι μας ήταν πολύ πιο άνετο απ' ότι θα ήταν με οποιοδήποτε άλλο μεταφορικό μέσο. Μάλιστα, ο οδηγός μας ήταν επαγγελματίας Michael Jackson impersonator, που δίνει παραστάσεις σε όλον τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένης και της Κύπρου, όπου είχε ζήσει για ένα χρόνο. Η συνεπιβάτισσα ήταν επίσης επαγγελματίας χορεύτρια. Οπότε, η διαδρομή πέρασε ευχάριστα, με καλή παρέα και πολλές ιστορίες. Το blablacar είναι πολύ δημοφιλές στο Βέλγιο και τις γύρω χώρες και πάντα υπάρχουν διαθέσιμα δρομολόγια ανάμεσα στις μεγάλες πόλεις. Φυσικά, δεν είναι πάντα η ιδανική επιλογή. Για παράδειγμα, δεν μπορεί να εξυπηρετήσει μεγάλες παρέες και ίσως αποδειχθεί αμήχανο για άτομα που δεν απολαμβάνουν το small talk, αλλά προσωπικά δεν είχα ποτέ κάποια άσχημη εμπειρία. Σίγουρα μπορεί να πέσεις σε κάποιον παράξενο οδηγό και να αναγκαστείς να περάσεις πολλές ώρες μαζί του, αλλά προσωπικά, δεν το θεωρώ λιγότερο ασφαλές από το να μπεις σε ένα τυχαίο ταξί που θα βρεις στο δρόμο, ιδίως επειδή μπορείς να βρεις κριτικές για τον οδηγό που θα επιλέξεις.
Το αυτοκίνητο μας άφησε στον κεντρικό σιδηροδρομικό σταθμό της Κολωνίας. Η Γερμανίδα φίλη, η οποία είχε ταλαιπωρηθεί αρκετά επειδή κακά καιρικά φαινόμενα είχαν φέρει αλλαγές στο πρόγραμμα των τραίνων, μας περίμενε ήδη εκεί. Ήταν πια σχεδόν τρεις το μεσημέρι, οπότε και αυτή και εμείς πεθαίναμε της πείνας. Μας πρότεινε ένα ωραίο φτηνό ταϊλανδέζικο εστιατόριο εκεί κοντά, οπότε την ακολουθήσαμε μέχρι εκεί. Δε θυμάμαι το όνομα του μαγαζιού, αλλά το φαγητό ήταν όντως νοστιμότατο, φτηνό και πολύ σε ποσότητα. Φαγωμένες πλέον, πήγαμε στο χόστελ μας. Για τη διαμονή μας επιλέξαμε το Pathpoint Hostel με 15 ευρώ τη βραδιά για κρεβάτι σε κοιτώνα για τέσσερις. Το χόστελ μας άφησε απόλυτα ικανοποιημένες. Το δωμάτιο, αν και σχετικά μικρό ήταν πεντακάθαρο και είχε όλα τα απαραίτητα (πρίζες σε κάθε κρεβάτι, ντουλάπια που κλειδώνουν κλπ), το μπάνιο ήταν καλό, οι κοινόχρηστοι χώροι ήταν τεράστιοι, το προσωπικό ευγενέστατο και η τοποθεσία ήταν ιδανική, μόλις πέντε λεπτά από τον κεντρικό σταθμό. Αφού τακτοποιηθήκαμε, ξεκινήσαμε για την πρώτη βόλτα μας στην πόλη, με τελικό προορισμό το KolnTriangle. Είχαμε να επιλέξουμε ανάμεσα στο συγκεκριμένο πύργο και το καμπαναριό του Καθεδρικού για την πανοραμική θέα και τελικά προτιμήσαμε το πρώτο λόγω της ύπαρξης ασανσέρ, του μεγαλύτερου χώρου και του ότι ο Καθεδρικός ναός θα ήταν μέρος της θέας που θα βλέπαμε. Φτάσαμε στην κεντρική πλατεία, όπου δε μπορούσαμε παρά να σταθούμε και να θαυμάσουμε τον τον περίφημο τεραστίων διαστάσεων καθεδρικό ναό, περάσαμε από την περιοχή της υπόγειας Kölner Philharmonie, όπου ένας κύριος μας είπε να μην πατήσουμε πάνω από το κτίριο, μιας και αυτό θα επηρέαζε τη συναυλία που γινόταν από κάτω και φτάσαμε στη διάσημη γέφυρα με τα χιλιάδες λουκέτα. Ρομαντική δε με λες, αλλά η εικόνα της γεμάτης λουκέτα γέφυρας και του ποταμού ήταν πραγματικά υπέροχη. Βγάλαμε τις απαραίτητες φωτογραφίες, ενώ η γέφυρα ταρακουνιόταν ολόκληρη κάθε φορά που πέρναγε ένα τραίνο και συνεχίσαμε το δρόμο μας. Επιταχύναμε το βήμα μας ώστε να προλάβουμε να φτάσουμε στην κορυφή του πύργου πριν το ηλιοβασίλεμα.
Μπροστά από τα εκδοτήρια εισιτηρίων, ένα ζευγάρι Γερμανών μας πρότειναν να βγάλουμε μαζί το ομαδικό εισιτήριο για γκρουπ των πέντε ή περισσότερων ατόμων, το οποίο θα έβγαινε φτηνότερα για όλους. Έχοντας λοιπόν γλιτώσει 50 ολόκληρα λεπτά μπήκαμε στην ουρά για το ασανσέρ και σε περίπου δέκα λεπτά ήμασταν στην κορυφή. Ο ήλιος είχε μόλις αρχίσει να πέφτει και ο ουρανός ήταν βαμμένος χρυσός και η αντανάκλαση του στο ποτάμι ήταν μαγευτική. Κάναμε το γύρο του μπαλκονιού, απολαμβάνοντας την υπέροχη θέα από διαφορετικές γωνίες, είδαμε τον ήλιο να πέφτει και την πόλη να ανάβει τα φώτα της κι αφού πια είχαμε χορτάσει το θέαμα πήραμε το ασανσέρ της επιστροφής. Όταν κατεβήκαμε, ο πολύς κόσμος είχε πια φύγει και η πόλη είχε ησυχάσει. Κάναμε μια όμορφη νυχτερινή βόλτα, απολαμβάνοντας τα φωτισμένα κτίρια και την ηρεμία και τελικά καταλήξαμε σε μία από τις πιο γνωστές μπυραρίες της πόλης (σύμφωνα με τη Γερμανίδα φίλη), το Peters Brauhaus (είμαι 90% σίγουρη ότι αυτό ήταν το μαγαζί). Οι μερίδες ήταν μεγάλες οπότε παραγγείλαμε τρία πιάτα να μοιραστούμε, εκ των οποίων τα δύο έπρεπε αναγκαστικά να είναι χορτοφαγικά (Αχ αυτοί οι Γερμανοί). Το φαγητό μας φυσικά συνοδέψαμε με την τοπική μπύρα της Κολωνίας. Το φαγητό ήταν νοστιμότατο, ο χώρος και η ατμόσφαιρα στο μαγαζί ήταν πολύ ωραία, ενώ ο σερβιτόρος έφερνε ασταμάτητα μπύρες μέχρι να του υποδείξεις ότι είναι ώρα πια να σταματήσει, τοποθετώντας το σουβέρ σου πάνω στο ποτήρι. Μετά το φαγητό ήπιαμε λίγες μπύρες ακόμα, καθισμένες δίπλα στο ποτάμι κι έπειτα επιστρέψαμε στο χόστελ μας, όπου όλες ξεραθήκαμε στον ύπνο.
Last edited by a moderator: