χριστίναα95
Member
- Μηνύματα
- 194
- Likes
- 875
Ημέρα 5η (Ρόττερνταμ και Ντελφτ)
Παρόλο που δεν είχαμε κοιμηθεί ιδιαίτερα νωρίς το προηγούμενο βράδυ, καταφέραμε να ξυπνήσουμε νωρίς και να ετοιμαστούμε αρκετά γρήγορα, ώστε να πάρουμε το τραίνο των 8 για Ρόττερνταμ. Το πρόγραμμά μας ήταν αρκετά φιλόδοξο, μιας και σκοπεύαμε να επισκεφτούμε όχι μόνο το Ρόττερνταμ, αλλά και το γειτονικό του Ντελφτ, το οποίο είχαμε δει τυχαία σε φωτογραφίες στο ίντερνετ. Είχαμε ήδη κλείσει εισιτήρια στην τιμή των 45 ευρώ με επιστροφή. Η διαδρομή του τραίνου ήταν ευχάριστη, και μέσα σε κάτι παραπάνω από δύο ώρες βρισκόμασταν ήδη στον προορισμό μας. Είχαμε αποφασίσει να πάμε πρώτα στο Ντελφτ, ώστε να περάσουμε το δεύτερο μισό της ημέρας στο Ρόττερνταμ και να δούμε την πόλη φωτισμένη. Βγήκαμε στον κεντρικό σταθμό για να αγοράσουμε τα εισιτήρια για το Ντελφτ, τα οποία δεν είχαμε καταφέρει να κλείσουμε μέσω ίντερνετ. Περάσαμε δέκα κωμικοτραγικά λεπτά προσπαθώντας να φτάσουμε στα μηχανήματα έκδοσης εισιτηρίων, μιας και τα μηχανήματα του σταθμού δε μπορούσαν να διαβάσουν το barcode από το pdf που είχαμε στο κινητό μας κι έτσι δεν άνοιγαν τα πορτάκια. Τελικά, μία από εμάς κατάφερε να κάνει την ηρωική έξοδο, έβγαλε τα εισιτήρια από το μηχάνημα που βρισκόταν λίγα μέτρα πιο πέρα και επέστρεψε νικήτρια.
Τα τραίνα που σταματάνε στο Ντελφτ μετά το Ρόττερνταμ ήταν πάρα πολλά. Μπήκαμε σε ένα από αυτά και σε περίπου 10 λεπτά βρισκόμασταν ήδη στον προορισμός μας. Το Ντελφτ ήταν έρωτας με την πρώτη ματιά: πανέμορφα κανάλια, υπέροχες γεφυρούλες, γραφικά δρομάκια, κουκλίστικα μαγαζιά και απροσδιορίστου προέλευσης ήχοι από καμπανάκι. Η πόλη μας μάγεψε από την πρώτη στιγμή. Δε μπορέσαμε να αντισταθούμε στους πάγκους με παραδοσιακά ολλανδικά γλυκά κατά μήκος του κεντρικού καναλιού και μοιραστήκαμε υπέροχα μηλοπιτάκια και κεκάκια με βατόμουρο. Ακολουθήσαμε τις πινακίδες μέχρι την κεντρική πλατεία, όπου ξαφνικά άρχισε να φυσάει ένας απίστευτα δυνατός αέρας που φάνηκε να περνάει τελείως απαρατήρητος από τους ντόπιους. Αφού απολαύσαμε τα κτίρια της πλατείας συναντήσαμε ένα τεράστιο μαγαζί με τυριά και περάσαμε ένα ντροπιαστικά μεγάλο χρονικό διάστημα δοκιμάζοντας τα πεντανόστιμα δωρεάν δείγματα. Συνεχίσαμε τη βόλτα μας στους δρόμους γύρω από την πλατεία, όπου την υπέροχη ολλανδική ατμόσφαιρα έσπασε η φωνή μιας Ελληνίδας μάνας που φώναζε στα τρία παιδιά της να κουμπώσουν τα μπουφάν τους, επειδή η ελληνική παρουσία είναι αισθητή ακόμα και στις μικρές ολλανδικές πόλεις. Κατευθυνθήκαμε προς την Eastern Gate, όπου καθίσαμε να ξεκουραστούμε απολαμβάνοντας το όμορφο τοπίο της πύλης και των πλωτών σπιτιών. Η πόλη μας άρεσε πάρα πολύ, ήμασταν υπερβολικά κουρασμένες για να συνεχίσουμε το περπάτημα και είχαμε δει κάποια υπέροχα μαγαζιά για φαγητό, οπότε αποφασίσαμε να αφήσουμε τα σάντουίτς μας για αργότερα και να καθίσουμε για μεσημεριανό. Επιλέξαμε το Stads-koffyhuis, που αποδείχθηκε εξαιρετική επιλογή. Τόσο το μπέργκερ, όσο και τα ολλανδικά pancakes που μοιραστήκαμε ήταν πεντανόστιμα.
Φτάσαμε στο Ρόττερνταμ γύρω στις δύο και μισή και αποφασίσαμε να περπατήσουμε από το σταθμό του τραίνου, ώστε να πάρουμε ένα πρώτο άρωμα της ατμόσφαιρας της πόλης. Με το που βγήκαμε από το σταθμό μείναμε με το στόμα ανοιχτό. Ακόμη και η μοντέρνα αρχιτεκτονική του ίδιου του σταθμού μας προϊδέαζε για το τι θα βλέπαμε στη συνέχεια. Μετά τα γραφικά κανάλια, τα δρομάκια και την ηρεμία του Ντελφτ, οι λεωφόροι, τα ψηλά κτίρια και οι γρήγοροι ρυθμοί του Ρόττερνταμ έμοιαζαν σαν άλλος κόσμος. Το google maps υπολόγιζε ότι ο δρόμος μέχρι τα κυβικά σπίτια, που ήταν και ο πρώτος προορισμός μας, ήταν περίπου 20 λεπτά, όμως η βόλτα μας κράτησε πολύ παραπάνω γιατί δε χορταίναμε τα κτίρια γύρω μας. Περπατήσαμε ανάμεσα σε τεράστια κτίρια ενδιαφέρουσας αρχιτεκτονικής, περάσαμε από διάφορα μοντέρνα γλυπτά και γεμάτα εμπορικά κέντρα, κάναμε τη βόλτα μας στο εντυπωσιακό πολύχρωμο Markthal, που έσφιζε από ζωή, και τελικά φτάσαμε στα κυβικά σπίτια. Από κοντά το κτίριο είναι ακόμη πιο αλλόκοτο κι εντυπωσιακό απ' ότι στις φωτογραφίες του και περάσαμε αρκετή ώρα προσπαθώντας να το επεξεργαστούμε. Υπέροχο ήταν και το λιμανάκι ακριβώς μπροστά από τα κυβικά σπίτια, όπου παλέψαμε για μία καλή θέση για φωτογραφία ανάμεσα στους συνωστισμένους τουρίστες.
Εντυπωσιασμένες από όσα είχαμε ήδη δει συνεχίσαμε το δρόμο μας προς το ποτάμι και σύντομα βρισκόμασταν μπροστά στην Willemsbrug. Η κόκκινη γέφυρα έκανε υπέροχη αντίθεση με το συννεφιασμένο τοπίο, ενώ η θέα με τους ουρανοξύστες και την Erasmusbrug στην άλλη άκρη του ποταμού έκοβε την ανάσα. Ξεκινήσαμε να περπατάμε κατά μήκος του ποταμού, χωρίς να ξεκολλάμε τα μάτια μας από την υπέροχη θέα. Η διαδρομή μέχρι την Erasmusbrug ήταν λίγο μεγαλύτερη απ' ότι φαινόταν κι είχε αρχίσει να φυσάει αρκετά. Έτσι, όταν περάσαμε την πολύχρωμη παρέλαση των σημαιών απ' όλον τον κόσμο και φτάσαμε μπροστά στην γέφυρα, ήμασταν εξαντλημένες. Βέβαια, όσο κουρασμένος κι αναμαλλιασμένος και να είσαι και όσο κι αν βουίζουν τα αυτιά σου από τον αέρα, είναι αδύνατο να μείνεις ασυγκίνητος μπροστά στο υπέροχο θέαμα. Αφού όμως βγάλαμε τις απαραίτητες φωτογραφίες, χρειαζόμασταν απεγνωσμένα να καθίσουμε κάπου. Τα κορίτσια πρότειναν να γυρίσουμε προς το κέντρο και να βρούμε κάποιο ωραίο μαγαζί εκεί, όμως ο ήλιος είχε μόλις δύσει και τα φώτα που είχαν μόλις ξεκινήσει να ανάβουν μου υπόσχονταν ένα υπέροχο νυχτερινό τοπίο που δεν ήθελα να χάσω με τίποτα Γκρίνιαξα αρκετά ώστε να μου κάνουν τη χάρη και μπήκαμε στο πρώτο μαγαζί που βρήκαμε μπροστά μας και περιμέναμε να νυχτώσει. Ήταν η καφετέρια ενός ξενοδοχείου, οπότε δεν ήταν κάτι το ιδιαίτερο, αλλά ήταν ζεστή, είχε καρέκλες και μια μεγάλη τζαμαρία που μας επέτρεπε να απολαμβάνουμε τη θέα.
Όταν είχε πια σκοτεινιάσει, ήταν ξεκάθαρο ότι είχαμε κάνει τη σωστή επιλογή. Σίγουρα, ένα βράδυ στο κέντρο του Ρόττερνταμ θα ήταν εξαιρετικό, όμως με τίποτα δε θα μπορούσε να συγκριθεί με τη μαγευτική εικόνα της φωτισμένης Erasmusbrug. Αρχίσαμε να διασχίζουμε τη γέφυρα και όσο περπατάγαμε, τόσο πιο εντυπωσιακή γινόταν η θέα των φωτισμένων ουρανοξυστών. Αρχικά, σταματούσαμε κάθε 5 δευτερόλεπτα προσπαθώντας να αποτυπώσουμε τη μαγεία της στιγμής με τη φωτογραφική μηχανή. Αφού πια το πήραμε απόφαση ότι αυτό ήταν αδύνατον, συνεχίσαμε να περπατάμε αργά, κάνοντας συνέχεια στάσεις για να απολαύσουμε το τοπίο. Περάσαμε τόση πολλή ώρα κοιτάζοντας τη θέα που μας πήρε σαράντα λεπτά να διασχίσουμε τη γέφυρα. Κάναμε μια μικρή βόλτα στην απέναντι πλευρά κι έπειτα πήραμε το δρόμο της επιστροφής.
(είπαμε, οι φωτογραφικές μας απόπειρες απέτυχαν)
Είχαμε πια εξαντλήσει ό,τι είχε μείνει από την αντοχή μας, οπότε αποφασίσαμε ομόφωνα να πάρουμε το δρόμο της επιστροφής. Τα αυτόματα μηχανήματα του σταθμού και πάλι δε διάβαζαν το barcode από το κινητό, αλλά ευτυχώς είχαμε τα τυπωμένα εισιτήρια για το Ντελφτ για να μπούμε μέσα. Στο τραίνο της επιστροφής τσακίσαμε όλα τα σνακ που είχαμε μαζί μας και όταν πια φτάσαμε στο Gare du Midi των Βρυελλών, σχεδόν υπνοβατήσαμε μέχρι το σπίτι, όπου προφανώς πέσαμε ξερές.
Παρά την τεράστια κούραση στο τέλος του ταξιδιού, θεωρώ πως ήταν από τις καλύτερες μονοήμερες που έχω κάνει. Είδαμε δύο πόλεις που δε θα μπορούσαν να είναι περισσότερο διαφορετικές μεταξύ τους και τις λατρέψαμε και τις δύο. Σίγουρα, το Ρόττερνταμ δε το είδαμε όπως του άξιζε και θα ήθελα πολύ να έχω την ευκαιρία να μείνω εκεί μία παραπάνω μέρα. Όμως, αφού δεν υπήρχε η οικονομική δυνατότητα διανυκτέρευσης, χαίρομαι που πήραμε μία γεύση από αυτό. Θα μπορούσαμε ίσως να είχαμε παραλείψει το Ντελφτ, όμως και αυτή η πόλη μας άρεσε τόσο πολύ που θα ήταν κρίμα να μην την είχαμε δει και οι τιμές των εισιτηρίων των τραίνων δεν επέτρεπαν δύο ξεχωριστά ταξίδια. Το Ρόττερνταμ με εντυπωσίασε επειδή ήταν τελείως διαφορετική απ' ότι είχα δει στα μέχρι τότε ταξίδια μου. Μέσα σε αυτό το εξάμηνο είχα πάει σε πόλεις όπως η Γάνδη, η Μπρυζ, η Κολωνία, το Άμστερνταμ, η Λουβένη και η Ουτρέχτη και είχα χορτάσει κανάλια, καθεδρικούς ναούς και μεγαλοπρεπή δημαρχεία. Η φουτουριστική αρχιτεκτονική του Ρόττερνταμ ήταν κάτι που δεν είχα ξαναδεί
Παρόλο που δεν είχαμε κοιμηθεί ιδιαίτερα νωρίς το προηγούμενο βράδυ, καταφέραμε να ξυπνήσουμε νωρίς και να ετοιμαστούμε αρκετά γρήγορα, ώστε να πάρουμε το τραίνο των 8 για Ρόττερνταμ. Το πρόγραμμά μας ήταν αρκετά φιλόδοξο, μιας και σκοπεύαμε να επισκεφτούμε όχι μόνο το Ρόττερνταμ, αλλά και το γειτονικό του Ντελφτ, το οποίο είχαμε δει τυχαία σε φωτογραφίες στο ίντερνετ. Είχαμε ήδη κλείσει εισιτήρια στην τιμή των 45 ευρώ με επιστροφή. Η διαδρομή του τραίνου ήταν ευχάριστη, και μέσα σε κάτι παραπάνω από δύο ώρες βρισκόμασταν ήδη στον προορισμό μας. Είχαμε αποφασίσει να πάμε πρώτα στο Ντελφτ, ώστε να περάσουμε το δεύτερο μισό της ημέρας στο Ρόττερνταμ και να δούμε την πόλη φωτισμένη. Βγήκαμε στον κεντρικό σταθμό για να αγοράσουμε τα εισιτήρια για το Ντελφτ, τα οποία δεν είχαμε καταφέρει να κλείσουμε μέσω ίντερνετ. Περάσαμε δέκα κωμικοτραγικά λεπτά προσπαθώντας να φτάσουμε στα μηχανήματα έκδοσης εισιτηρίων, μιας και τα μηχανήματα του σταθμού δε μπορούσαν να διαβάσουν το barcode από το pdf που είχαμε στο κινητό μας κι έτσι δεν άνοιγαν τα πορτάκια. Τελικά, μία από εμάς κατάφερε να κάνει την ηρωική έξοδο, έβγαλε τα εισιτήρια από το μηχάνημα που βρισκόταν λίγα μέτρα πιο πέρα και επέστρεψε νικήτρια.
Τα τραίνα που σταματάνε στο Ντελφτ μετά το Ρόττερνταμ ήταν πάρα πολλά. Μπήκαμε σε ένα από αυτά και σε περίπου 10 λεπτά βρισκόμασταν ήδη στον προορισμός μας. Το Ντελφτ ήταν έρωτας με την πρώτη ματιά: πανέμορφα κανάλια, υπέροχες γεφυρούλες, γραφικά δρομάκια, κουκλίστικα μαγαζιά και απροσδιορίστου προέλευσης ήχοι από καμπανάκι. Η πόλη μας μάγεψε από την πρώτη στιγμή. Δε μπορέσαμε να αντισταθούμε στους πάγκους με παραδοσιακά ολλανδικά γλυκά κατά μήκος του κεντρικού καναλιού και μοιραστήκαμε υπέροχα μηλοπιτάκια και κεκάκια με βατόμουρο. Ακολουθήσαμε τις πινακίδες μέχρι την κεντρική πλατεία, όπου ξαφνικά άρχισε να φυσάει ένας απίστευτα δυνατός αέρας που φάνηκε να περνάει τελείως απαρατήρητος από τους ντόπιους. Αφού απολαύσαμε τα κτίρια της πλατείας συναντήσαμε ένα τεράστιο μαγαζί με τυριά και περάσαμε ένα ντροπιαστικά μεγάλο χρονικό διάστημα δοκιμάζοντας τα πεντανόστιμα δωρεάν δείγματα. Συνεχίσαμε τη βόλτα μας στους δρόμους γύρω από την πλατεία, όπου την υπέροχη ολλανδική ατμόσφαιρα έσπασε η φωνή μιας Ελληνίδας μάνας που φώναζε στα τρία παιδιά της να κουμπώσουν τα μπουφάν τους, επειδή η ελληνική παρουσία είναι αισθητή ακόμα και στις μικρές ολλανδικές πόλεις. Κατευθυνθήκαμε προς την Eastern Gate, όπου καθίσαμε να ξεκουραστούμε απολαμβάνοντας το όμορφο τοπίο της πύλης και των πλωτών σπιτιών. Η πόλη μας άρεσε πάρα πολύ, ήμασταν υπερβολικά κουρασμένες για να συνεχίσουμε το περπάτημα και είχαμε δει κάποια υπέροχα μαγαζιά για φαγητό, οπότε αποφασίσαμε να αφήσουμε τα σάντουίτς μας για αργότερα και να καθίσουμε για μεσημεριανό. Επιλέξαμε το Stads-koffyhuis, που αποδείχθηκε εξαιρετική επιλογή. Τόσο το μπέργκερ, όσο και τα ολλανδικά pancakes που μοιραστήκαμε ήταν πεντανόστιμα.

Φτάσαμε στο Ρόττερνταμ γύρω στις δύο και μισή και αποφασίσαμε να περπατήσουμε από το σταθμό του τραίνου, ώστε να πάρουμε ένα πρώτο άρωμα της ατμόσφαιρας της πόλης. Με το που βγήκαμε από το σταθμό μείναμε με το στόμα ανοιχτό. Ακόμη και η μοντέρνα αρχιτεκτονική του ίδιου του σταθμού μας προϊδέαζε για το τι θα βλέπαμε στη συνέχεια. Μετά τα γραφικά κανάλια, τα δρομάκια και την ηρεμία του Ντελφτ, οι λεωφόροι, τα ψηλά κτίρια και οι γρήγοροι ρυθμοί του Ρόττερνταμ έμοιαζαν σαν άλλος κόσμος. Το google maps υπολόγιζε ότι ο δρόμος μέχρι τα κυβικά σπίτια, που ήταν και ο πρώτος προορισμός μας, ήταν περίπου 20 λεπτά, όμως η βόλτα μας κράτησε πολύ παραπάνω γιατί δε χορταίναμε τα κτίρια γύρω μας. Περπατήσαμε ανάμεσα σε τεράστια κτίρια ενδιαφέρουσας αρχιτεκτονικής, περάσαμε από διάφορα μοντέρνα γλυπτά και γεμάτα εμπορικά κέντρα, κάναμε τη βόλτα μας στο εντυπωσιακό πολύχρωμο Markthal, που έσφιζε από ζωή, και τελικά φτάσαμε στα κυβικά σπίτια. Από κοντά το κτίριο είναι ακόμη πιο αλλόκοτο κι εντυπωσιακό απ' ότι στις φωτογραφίες του και περάσαμε αρκετή ώρα προσπαθώντας να το επεξεργαστούμε. Υπέροχο ήταν και το λιμανάκι ακριβώς μπροστά από τα κυβικά σπίτια, όπου παλέψαμε για μία καλή θέση για φωτογραφία ανάμεσα στους συνωστισμένους τουρίστες.
Εντυπωσιασμένες από όσα είχαμε ήδη δει συνεχίσαμε το δρόμο μας προς το ποτάμι και σύντομα βρισκόμασταν μπροστά στην Willemsbrug. Η κόκκινη γέφυρα έκανε υπέροχη αντίθεση με το συννεφιασμένο τοπίο, ενώ η θέα με τους ουρανοξύστες και την Erasmusbrug στην άλλη άκρη του ποταμού έκοβε την ανάσα. Ξεκινήσαμε να περπατάμε κατά μήκος του ποταμού, χωρίς να ξεκολλάμε τα μάτια μας από την υπέροχη θέα. Η διαδρομή μέχρι την Erasmusbrug ήταν λίγο μεγαλύτερη απ' ότι φαινόταν κι είχε αρχίσει να φυσάει αρκετά. Έτσι, όταν περάσαμε την πολύχρωμη παρέλαση των σημαιών απ' όλον τον κόσμο και φτάσαμε μπροστά στην γέφυρα, ήμασταν εξαντλημένες. Βέβαια, όσο κουρασμένος κι αναμαλλιασμένος και να είσαι και όσο κι αν βουίζουν τα αυτιά σου από τον αέρα, είναι αδύνατο να μείνεις ασυγκίνητος μπροστά στο υπέροχο θέαμα. Αφού όμως βγάλαμε τις απαραίτητες φωτογραφίες, χρειαζόμασταν απεγνωσμένα να καθίσουμε κάπου. Τα κορίτσια πρότειναν να γυρίσουμε προς το κέντρο και να βρούμε κάποιο ωραίο μαγαζί εκεί, όμως ο ήλιος είχε μόλις δύσει και τα φώτα που είχαν μόλις ξεκινήσει να ανάβουν μου υπόσχονταν ένα υπέροχο νυχτερινό τοπίο που δεν ήθελα να χάσω με τίποτα Γκρίνιαξα αρκετά ώστε να μου κάνουν τη χάρη και μπήκαμε στο πρώτο μαγαζί που βρήκαμε μπροστά μας και περιμέναμε να νυχτώσει. Ήταν η καφετέρια ενός ξενοδοχείου, οπότε δεν ήταν κάτι το ιδιαίτερο, αλλά ήταν ζεστή, είχε καρέκλες και μια μεγάλη τζαμαρία που μας επέτρεπε να απολαμβάνουμε τη θέα.
Όταν είχε πια σκοτεινιάσει, ήταν ξεκάθαρο ότι είχαμε κάνει τη σωστή επιλογή. Σίγουρα, ένα βράδυ στο κέντρο του Ρόττερνταμ θα ήταν εξαιρετικό, όμως με τίποτα δε θα μπορούσε να συγκριθεί με τη μαγευτική εικόνα της φωτισμένης Erasmusbrug. Αρχίσαμε να διασχίζουμε τη γέφυρα και όσο περπατάγαμε, τόσο πιο εντυπωσιακή γινόταν η θέα των φωτισμένων ουρανοξυστών. Αρχικά, σταματούσαμε κάθε 5 δευτερόλεπτα προσπαθώντας να αποτυπώσουμε τη μαγεία της στιγμής με τη φωτογραφική μηχανή. Αφού πια το πήραμε απόφαση ότι αυτό ήταν αδύνατον, συνεχίσαμε να περπατάμε αργά, κάνοντας συνέχεια στάσεις για να απολαύσουμε το τοπίο. Περάσαμε τόση πολλή ώρα κοιτάζοντας τη θέα που μας πήρε σαράντα λεπτά να διασχίσουμε τη γέφυρα. Κάναμε μια μικρή βόλτα στην απέναντι πλευρά κι έπειτα πήραμε το δρόμο της επιστροφής.

Είχαμε πια εξαντλήσει ό,τι είχε μείνει από την αντοχή μας, οπότε αποφασίσαμε ομόφωνα να πάρουμε το δρόμο της επιστροφής. Τα αυτόματα μηχανήματα του σταθμού και πάλι δε διάβαζαν το barcode από το κινητό, αλλά ευτυχώς είχαμε τα τυπωμένα εισιτήρια για το Ντελφτ για να μπούμε μέσα. Στο τραίνο της επιστροφής τσακίσαμε όλα τα σνακ που είχαμε μαζί μας και όταν πια φτάσαμε στο Gare du Midi των Βρυελλών, σχεδόν υπνοβατήσαμε μέχρι το σπίτι, όπου προφανώς πέσαμε ξερές.
Παρά την τεράστια κούραση στο τέλος του ταξιδιού, θεωρώ πως ήταν από τις καλύτερες μονοήμερες που έχω κάνει. Είδαμε δύο πόλεις που δε θα μπορούσαν να είναι περισσότερο διαφορετικές μεταξύ τους και τις λατρέψαμε και τις δύο. Σίγουρα, το Ρόττερνταμ δε το είδαμε όπως του άξιζε και θα ήθελα πολύ να έχω την ευκαιρία να μείνω εκεί μία παραπάνω μέρα. Όμως, αφού δεν υπήρχε η οικονομική δυνατότητα διανυκτέρευσης, χαίρομαι που πήραμε μία γεύση από αυτό. Θα μπορούσαμε ίσως να είχαμε παραλείψει το Ντελφτ, όμως και αυτή η πόλη μας άρεσε τόσο πολύ που θα ήταν κρίμα να μην την είχαμε δει και οι τιμές των εισιτηρίων των τραίνων δεν επέτρεπαν δύο ξεχωριστά ταξίδια. Το Ρόττερνταμ με εντυπωσίασε επειδή ήταν τελείως διαφορετική απ' ότι είχα δει στα μέχρι τότε ταξίδια μου. Μέσα σε αυτό το εξάμηνο είχα πάει σε πόλεις όπως η Γάνδη, η Μπρυζ, η Κολωνία, το Άμστερνταμ, η Λουβένη και η Ουτρέχτη και είχα χορτάσει κανάλια, καθεδρικούς ναούς και μεγαλοπρεπή δημαρχεία. Η φουτουριστική αρχιτεκτονική του Ρόττερνταμ ήταν κάτι που δεν είχα ξαναδεί
Last edited by a moderator: