Το δωμάτιο του ξενοδοχείου μπορεί να ήταν χάλια αλλά είχε έναν πολύ συμπαθητικό κήπο όπου και φάγαμε το πρωινό μας το επόμενο πρωί.
Στη συνέχεια βγήκαμε για μια βόλτα στην Ica.
Το μικρό αυτό χωριουδάκι αποτελεί στην κυριολεξία μια όαση μέσα στην έρημο. Είναι περιστοιχισμένο απο αμμόλοφους ενώ στην βάση του έχει μια μικρή λίμνη όπου μπορείς να νοικιάσεις θαλάσσιο ποδήλατο και να κάνεις βαρκάδα. Εμένα προσωπικά δεν μου φάνηκε ιδιαίτερα ελκυστικό το τελευταίο. Γύρω απο την λίμνη έχει διάφορα μαγαζιά.
Γενικά το μέρος - ενδεχομένως επειδή δεν είχε πολύ κόσμο - μου φάνηκε ελαφρώς παρακμή. Περασμένα μεγαλεία που λέμε.
Μέσα σε 30 λεπτά το είχαμε γυρίσει όλο. Πήραμε καφέ και κάτσαμε δίπλα στην λίμνη ενώ παράλληλα παρατηρούσαμε τον κόσμο που ανέβαινε στους αμμόλοφους. Κάποιοι είχαν νοικιάσει σανίδες και έκαναν sandboarding. Άντε και έκανες μια κατεβασιά μετά πως ανεβαίνεις..Κουράστηκα με την σκέψη και μόνο.
Αυτό που μου φάνηκε παράξενο είναι πως σχεδόν όλα τα μαγαζιά ανοίξανε μετά της 12 το πρωί.
Στον δρόμο πετύχαμε έναν περουβιανό που πουλούσε την κλασσική εκδρομή περιήγησης στους αμμόλοφους με ένα όχημα τύπου 4x4 και ο οποίος μας είπε ότι είχε έρθει στην Ελλάδα με την Γερμανίδα φίλη του και συγκεκριμένα στην Κρήτη για ένα μεγάλο διάστημα και μας άρχισε τα γειά σου, τι κάνεις, ρακί. Χάρηκε πολύ ο καημένος. Προφανώς οι καταγωγή μας του έφερε στο νού ωραίες αναμνήσεις. Κλείσαμε την εκδρομή μαζί του εννοείται και η οποία θα κρατούσε μιάμιση ώρα.
Στις 4.30 λοιπόν πήγαμε στο σημείο συνάντησης και μαζί με μερικά άλλα ντόπια (για άλλη μια φορά) τουριστάκια βάλαμε πλώρη για τους αμμόλοφους. Η διαδρομή ήταν διασκεδαστική αλλά και τρομακτική. Ο οδηγός ανεβοκατέβαινε τους αμμόλοφους με μεγάλη ταχύτητα και εμείς νιώθαμε λές και είμαστε σε τρενάκι του λούνα παρκ. Η αδρεναλίνη στα ύψη. Το διασκεδάσαμε πολύ. Συμβουλή: όποιος δεν αντέχει και πολύ (όπως εγώ) να μην κάτσει στις μπροστινές θέσεις γιατί είναι πιο τρομακτικό. Μακάριζα την τύχη μου που οι πρώτες θέσεις ήταν ρεζερβέ και δεν με άφησαν να κάτσω. Αφού το κάναμε κάμποσες φορές αυτό ο οδηγός σταμάτησε σε έναν αμμόλοφο και έφερε τις σανίδες για όποιον ήθελε να σερφάρει στην άμμο. Βέβαια δεν κάνεις κανονικό surf όπως στο χιόνι αλλά σε βάζει και ξαπλώνεις πάνω στην σανίδα κρατιέσαι απο τις δέστρες και κατεβαίνεις. Δυστυχώς όμως κάναμε μόνο μια κατεβασιά καθώς 2 παιδάκια που είχαμε στο γκρούπ μας χτύπησαν κατα την κατάβαση τους και έτσι αναγκαστήκαμε να γυρίσουμε πίσω.
Ο οδηγός άφησε εμάς και άλλο ένα ζευγαράκι σε έναν αμμόλοφο ακριβώς πάνω απο την Huacachina για να δούμε το ηλιοβασίλεμα. Να βλέπεις τον ήλιο να δύει και να παρατηρείς τους αμέτρητους αμμόλοφους σμιλεμένους απο τον αέρα.
Βράδιασε, έφυγαν όλοι οι τουρίστες και εμείς ακόμα εκεί. Είχαμε αφεθεί στην απόκοσμη μαγεία της ερήμου. Στην σιωπή, την ηρεμία και την απεραντοσύνη της. Και στα πόδια μας η Huacachina . Είχε ανάψει τα φώτα και ήταν λές και φόραγε τα καλά της. Άλλη χάρη έχει την νύχτα. Είναι πιο ωραία. Οι ατέλειες καμουφλάρονται.
Όταν πια άρχισε να κάνει ψύχρα αποφασίσαμε ότι είχε έρθει η ώρα να επιστρέψουμε πίσω. Η άμμος γινόταν όλο και πιο κρύα στην επιφάνεια καθώς όμως κατεβαίναμε τον αμμόλοφο και τα πόδια μας βούλιαζαν αισθανόμασταν την ζεστασιά που κρύβει μέσα της.
Καθώς κάναμε λοιπόν την βόλτα μας κατα μήκος της λίμνης συναντήσαμε τον Βενεζουέλο που είχε γνωρίσει ο σύζυγος το προηγούμενο βράδυ. Είχε απλώσει την πραμάτεια του σε ένα παγκάκι και πουλούσε βραχιολάκια, χειροποίητα κοσμήματα απο σύρμα και πέτρα. Αγοράσαμε δύο βραχιολάκια και στη συνέχεια κάτσαμε σε μια πιτσαρία.
Είχαμε βάλει στην άκρη κάποια κομμάτια και φεύγοντας τα αφήσαμε στον καινούριο μας φίλο. Ενώ την αρχή είχα αμφιβολίες για το πώς θα του φανεί, το βλέμμα του και οι θερμές ευχαριστίες του μου έδιωξαν κάθε αμφιβολία.
Είπαμε να πάμε για ποτό αλλά απο την μια είμασταν κουρασμένοι και απο την άλλη ήταν ψόφια τα πράγματα οπότε πήγαμε για ύπνο. Αν και Παρασκευή δεν είχε κόσμο, ίσως λόγω covid ή ίσως να πηγαίνουν πολλοί το Σάββατο.
Εμείς πάντως την επόμενη το πρωί αφού κάναμε μια τελευταία βόλτα μαζέψαμε τα μπαγκάζια μας για άλλη μια φορά και πήγαμε στον σταθμό των λεωφορείων για Lima.
Αν είχαμε περισσότερο χρόνο θα πηγαίναμε και στα Ballestas. Πρόκειται για μια συστάδα βραχονησίδων που φιλοξενούν πιγκουίνους, θαλάσσιους λέοντες, κορμοράνους, θαλασσοπούλια..
Αργά το μεσημέρι φτάσαμε στην Λίμα. Τον τελευταίο προορισμό μας σε αυτό το ταξίδι.

Στη συνέχεια βγήκαμε για μια βόλτα στην Ica.
Το μικρό αυτό χωριουδάκι αποτελεί στην κυριολεξία μια όαση μέσα στην έρημο. Είναι περιστοιχισμένο απο αμμόλοφους ενώ στην βάση του έχει μια μικρή λίμνη όπου μπορείς να νοικιάσεις θαλάσσιο ποδήλατο και να κάνεις βαρκάδα. Εμένα προσωπικά δεν μου φάνηκε ιδιαίτερα ελκυστικό το τελευταίο. Γύρω απο την λίμνη έχει διάφορα μαγαζιά.
Γενικά το μέρος - ενδεχομένως επειδή δεν είχε πολύ κόσμο - μου φάνηκε ελαφρώς παρακμή. Περασμένα μεγαλεία που λέμε.
Μέσα σε 30 λεπτά το είχαμε γυρίσει όλο. Πήραμε καφέ και κάτσαμε δίπλα στην λίμνη ενώ παράλληλα παρατηρούσαμε τον κόσμο που ανέβαινε στους αμμόλοφους. Κάποιοι είχαν νοικιάσει σανίδες και έκαναν sandboarding. Άντε και έκανες μια κατεβασιά μετά πως ανεβαίνεις..Κουράστηκα με την σκέψη και μόνο.
Αυτό που μου φάνηκε παράξενο είναι πως σχεδόν όλα τα μαγαζιά ανοίξανε μετά της 12 το πρωί.
Στον δρόμο πετύχαμε έναν περουβιανό που πουλούσε την κλασσική εκδρομή περιήγησης στους αμμόλοφους με ένα όχημα τύπου 4x4 και ο οποίος μας είπε ότι είχε έρθει στην Ελλάδα με την Γερμανίδα φίλη του και συγκεκριμένα στην Κρήτη για ένα μεγάλο διάστημα και μας άρχισε τα γειά σου, τι κάνεις, ρακί. Χάρηκε πολύ ο καημένος. Προφανώς οι καταγωγή μας του έφερε στο νού ωραίες αναμνήσεις. Κλείσαμε την εκδρομή μαζί του εννοείται και η οποία θα κρατούσε μιάμιση ώρα.
Στις 4.30 λοιπόν πήγαμε στο σημείο συνάντησης και μαζί με μερικά άλλα ντόπια (για άλλη μια φορά) τουριστάκια βάλαμε πλώρη για τους αμμόλοφους. Η διαδρομή ήταν διασκεδαστική αλλά και τρομακτική. Ο οδηγός ανεβοκατέβαινε τους αμμόλοφους με μεγάλη ταχύτητα και εμείς νιώθαμε λές και είμαστε σε τρενάκι του λούνα παρκ. Η αδρεναλίνη στα ύψη. Το διασκεδάσαμε πολύ. Συμβουλή: όποιος δεν αντέχει και πολύ (όπως εγώ) να μην κάτσει στις μπροστινές θέσεις γιατί είναι πιο τρομακτικό. Μακάριζα την τύχη μου που οι πρώτες θέσεις ήταν ρεζερβέ και δεν με άφησαν να κάτσω. Αφού το κάναμε κάμποσες φορές αυτό ο οδηγός σταμάτησε σε έναν αμμόλοφο και έφερε τις σανίδες για όποιον ήθελε να σερφάρει στην άμμο. Βέβαια δεν κάνεις κανονικό surf όπως στο χιόνι αλλά σε βάζει και ξαπλώνεις πάνω στην σανίδα κρατιέσαι απο τις δέστρες και κατεβαίνεις. Δυστυχώς όμως κάναμε μόνο μια κατεβασιά καθώς 2 παιδάκια που είχαμε στο γκρούπ μας χτύπησαν κατα την κατάβαση τους και έτσι αναγκαστήκαμε να γυρίσουμε πίσω.
Ο οδηγός άφησε εμάς και άλλο ένα ζευγαράκι σε έναν αμμόλοφο ακριβώς πάνω απο την Huacachina για να δούμε το ηλιοβασίλεμα. Να βλέπεις τον ήλιο να δύει και να παρατηρείς τους αμέτρητους αμμόλοφους σμιλεμένους απο τον αέρα.
Βράδιασε, έφυγαν όλοι οι τουρίστες και εμείς ακόμα εκεί. Είχαμε αφεθεί στην απόκοσμη μαγεία της ερήμου. Στην σιωπή, την ηρεμία και την απεραντοσύνη της. Και στα πόδια μας η Huacachina . Είχε ανάψει τα φώτα και ήταν λές και φόραγε τα καλά της. Άλλη χάρη έχει την νύχτα. Είναι πιο ωραία. Οι ατέλειες καμουφλάρονται.
Όταν πια άρχισε να κάνει ψύχρα αποφασίσαμε ότι είχε έρθει η ώρα να επιστρέψουμε πίσω. Η άμμος γινόταν όλο και πιο κρύα στην επιφάνεια καθώς όμως κατεβαίναμε τον αμμόλοφο και τα πόδια μας βούλιαζαν αισθανόμασταν την ζεστασιά που κρύβει μέσα της.
Καθώς κάναμε λοιπόν την βόλτα μας κατα μήκος της λίμνης συναντήσαμε τον Βενεζουέλο που είχε γνωρίσει ο σύζυγος το προηγούμενο βράδυ. Είχε απλώσει την πραμάτεια του σε ένα παγκάκι και πουλούσε βραχιολάκια, χειροποίητα κοσμήματα απο σύρμα και πέτρα. Αγοράσαμε δύο βραχιολάκια και στη συνέχεια κάτσαμε σε μια πιτσαρία.
Είχαμε βάλει στην άκρη κάποια κομμάτια και φεύγοντας τα αφήσαμε στον καινούριο μας φίλο. Ενώ την αρχή είχα αμφιβολίες για το πώς θα του φανεί, το βλέμμα του και οι θερμές ευχαριστίες του μου έδιωξαν κάθε αμφιβολία.
Είπαμε να πάμε για ποτό αλλά απο την μια είμασταν κουρασμένοι και απο την άλλη ήταν ψόφια τα πράγματα οπότε πήγαμε για ύπνο. Αν και Παρασκευή δεν είχε κόσμο, ίσως λόγω covid ή ίσως να πηγαίνουν πολλοί το Σάββατο.
Εμείς πάντως την επόμενη το πρωί αφού κάναμε μια τελευταία βόλτα μαζέψαμε τα μπαγκάζια μας για άλλη μια φορά και πήγαμε στον σταθμό των λεωφορείων για Lima.
Αν είχαμε περισσότερο χρόνο θα πηγαίναμε και στα Ballestas. Πρόκειται για μια συστάδα βραχονησίδων που φιλοξενούν πιγκουίνους, θαλάσσιους λέοντες, κορμοράνους, θαλασσοπούλια..
Αργά το μεσημέρι φτάσαμε στην Λίμα. Τον τελευταίο προορισμό μας σε αυτό το ταξίδι.






