gkalla
Member
- Μηνύματα
- 1.658
- Likes
- 8.759
- Επόμενο Ταξίδι
- Ισπανία
- Ταξίδι-Όνειρο
- Κούβα, Περού, Ν. Ζηλανδία
Πομπηία - Νάπολη
Φτάσαμε στο αεροδρόμιο Capodichino της Νάπολης στις 9:10 το πρωί με αρχικό σχέδιο να πάρουμε το αυτοκίνητο γρήγορα και να κάνουμε μια καλή βόλτα στην πόλη. Η εταιρία B-Rent όμως είχε άλλη άποψη…
Περπατήσαμε το περίπου 1 χιλιόμετρο της διαδρομής από το αεροδρόμιο ως τα γραφεία της εταιρίας και εκεί, μέσα σε αφόρητη ζέστη και υγρασία, στηθήκαμε στην τεραστίων διαστάσεων ουρά. Μετά από περίπου 2 ώρες έφτασε η σειρά μας και προσπαθήσαμε να συνεννοηθούμε. Αρχικά μας έδωσαν τα κλειδιά του οχήματος όπου διαπιστώσαμε ότι το αυτοκίνητο που μας έδιναν ήταν το 5θέσιο που με επιμονή προσπαθούσε η rentalcars να μας «φορτώσει» εξ αρχής. Οι διαπραγματεύσεις λοιπόν συνεχίστηκαν εξηγώντας το πρόβλημα εκ νέου για πολλοστή φορά και τελικά οι υπάλληλοι της B-Rent μας είπαν ότι το συγκεκριμένο αυτοκίνητο που θέλαμε δεν θα ήταν διαθέσιμο έως την άλλη ημέρα το μεσημέρι. Έως τότε, για να μας εξυπηρετήσουν, θα μας έδιναν ένα άλλο όχημα που συνήθως χρησιμοποιείται για εσωτερικές εταιρικές μεταφορές.
Πήραμε με τα πολλά το κλειδί και πηγαίνοντας στο διπλανό υπαίθριο πάρκινγκ διαπιστώσαμε πως το νέο όχημα ήταν ένα από αυτά τα φορτηγάκια που συνήθως χρησιμοποιούνται για την μεταφορά χαλιών και λοιπών οικιακών αγαθών με την διαφορά πως το πίσω μέρος είχε τροποποιηθεί και είχε καθίσματα στο χώρο φόρτωσης.
Η ώρα ήταν πια περασμένη και τα σχέδια για βόλτα στην πόλη της Νάπολης είχαν πάει περίπατο. Παίρνοντας το δρόμο για την Πομπηία αποφασίσαμε να ακολουθήσουμε την παραλιακή διαδρομή μέσω Ερκολάνο και Τόρε ντελ Γκρέκο και όχι τον κεντρικό εθνικό δρόμο. Με οδηγό τον Δ να αισθάνεται ως επαγγελματίας νταλικιέρης αρχίσαμε να διασχίζουμε στενούς δρόμους και σοκάκια στους οποίους το όχημα χωρούσε οριακά ενώ σε ορισμένα σημεία μέσα στα χωριά μπορούσαμε να μαζέψουμε έως και τις μπουγάδες από τα σπίτια.
Φτάσαμε στην Πομπηία γύρω στις 14:00 και αφού μοιραστήκαμε στα 2 ξεχωριστά διαμερίσματα ( το ένα πολύ καλό, το άλλο κάτω του μετρίου) συναντηθήκαμε όλοι μαζί έξω από τον αρχαιολογικό χώρο της Πομπηίας για την πρώτη μας πίτσα Ναπολιτάνα με συνοδεία πολλών παγωμένων Peroni Nastro Azzuro.
Το απόγευμα, μετά και την απαραίτητη σιέστα, βγήκαμε να δούμε την πόλη της Πομπηίας ώστε να μην πάει εντελώς χαμένη η πρώτη μας ημέρα.
Περπατώντας αρχικά μέσα από πάγκους και μικρομάγαζα τουριστικής φύσης στην περιοχή κοντά στον αρχαιολογικό χώρο φτάσαμε στην κεντρική πλατεία της κωμόπολης, την όμορφη Piazza Bartolo Longo όπου στη βόρεια πλευρά της δεσπόζει η ο ναός του ροζαρίου της Παρθένου Μαρίας με το καμπαναριό της.
Συνεχίσαμε προς την οδό Lepanto στην σχετικά μοντέρνα πλευρά της πόλης, αλλά πολύ γρήγορα αρχίσαμε να περιτριγυριζόμαστε από καταστήματα και σπίτια που θύμιζαν αρκετά την ομώνυμη ελληνική πόλη της Ναυπάκτου (Lepanto στα ιταλικά) όπως την θυμάμαι στα τέλη της δεκαετίας του ’70. Η εικόνα της παρακμής, των παλιών καταστημάτων με τα πάσης φύσεως εμπορεύματα, άτακτα συγκεντρωμένα στις σκονισμένες βιτρίνες σε συνδυασμό με την απουσία των τουριστών που πια είχαν αποχωρήσει ήταν λίγο θλιβερή. Περπατήσαμε αρκετά και αφού κάναμε τα πρώτα μας ψώνια στο τοπικό σούπερ μάρκετ επιστρέψαμε στα διαμερίσματα μας για ξεκούραση.
Νωρίς το επόμενο πρωί, με την ζέστη και την υγρασία να είναι ήδη αισθητές, ξεκινήσαμε την πολυαναμενόμενη επίσκεψή μας στον αρχαιολογικό χώρο. Μπήκαμε από την πλαϊνή είσοδο του αμφιθεάτρου και όχι από την κεντρική και ακολουθήσαμε μια διαδρομή που είχαμε σχεδιάσει από πριν με σκοπό να κινηθούμε όσο το δυνατόν πιο αποτελεσματικά καθώς η μέρα προβλεπόταν πολύ ζεστή.
Αρχικά περάσαμε από την Palestra Grande, το μεγάλο «γήπεδο» της πόλης. Στις προθήκες, περιμετρικά του γηπέδου, υπάρχουν πολλές τοιχογραφίες και άλλα ευρήματα που διασώθηκαν στον χώρο.
Περάσαμε ακριβώς δίπλα στο Anfiteatro di Pompeii, το μεγάλο Αμφιθέατρο που χτίστηκε το 70 μ.Χ. μόλις 9 χρόνια πριν την καταστροφή της πόλης το οποίο είναι το αρχαιότερο Ρωμαϊκό αμφιθέατρο που υπάρχει σήμερα. Ως φανατικοί φίλοι της μουσικής των Pink Floyd ασχοληθήκαμε αρκετά με την μικρή έκθεση που υπήρχε στο χώρο σχετικά με την ιστορική συναυλία τους στον χώρο του αμφιθεάτρου.
Αφού περάσαμε από την Casa della Venere in Conchiglia, στην οποία δυστυχώς δεν είδαμε την εξαιρετική τοιχογραφία της Αφροδίτης ξαπλωμένης σε κοχύλι, πιάσαμε να κατηφορίζουμε την Via dell’Abbondanza. Η οδός της αφθονίας είναι η κεντρική οδική αρτηρία της πόλης που διέθετε υπερυψωμένα πεζοδρόμια για προστασία των κατοίκων από τα βρόχινα νερά, με πλήθος καταστημάτων εκατέρωθεν του δρόμου. Διασχίζει σχεδόν ολόκληρη την πόλη έως το Foro Civile di Pompei. Εντυπωσιακά είναι και τα κάθετα περάσματα του δρόμου με υπερυψωμένες διαβάσεις που θυμίζουν έντονα τις σημερινές επίπεδες διαβάσεις.
Μετά την παραδοσιακή ταβέρνα του Σωτήρη (Taberna di Sotericus) και την Casa del Fruttero, ένα σπίτι με διακόσμηση που προσεγγίζει περισσότερο το αιγυπτιακό στυλ, συναντήσαμε το in σνάκ – μπαρ της αρχαίας Πομπηίας, το Thermopolium of Vetutius Placidus.
Κάπου εκεί, σε κάποια είσοδο σπιτιού, είδαμε και ένα από τα γνωστά ψηφιδωτά της πόλης με θέμα «Προσοχή ο σκύλος δαγκώνει»
Αμέσως μετά σταματήσαμε σ’ ένα από τα σημαντικά «σημεία ενδιαφέροντος», τις τουαλέτες του χώρου, που καθώς βρίσκονται σ’ ένα μικρό λόφο προσφέρουν μια πολύ ωραία άποψη όλης σχεδόν της αρχαίας πόλης.
Συνεχίζοντας βγήκαμε από την κεντρική οδό και μπήκαμε στην «βίλα» του Μένανδρου (Casa del Menandro), με τα αίθρια, τα ψηφιδωτά δάπεδα, το υπέροχο περιστύλιο γύρω από την πίσω εσωτερική αυλή και την τοιχογραφία του αρχαίου Έλληνα δραματουργού Μένανδρου.
Οι παθιασμένοι Ρωμαίοι με το «Άρτον και Θεάματα» δημιούργησαν στην Πομπηία 2 θέατρα 5.000 και 20.000 θεατών αντίστοιχα (Teatro Piccolo και Teatro Grande). Εκεί περάσαμε αρκετό χρόνο ανεβοκατεβαίνοντας τα ιστορικά σκαλιά και συνεχίσαμε δίπλα στους κοιτώνες των μονομάχων (Caserma dei Gladiatori) πίσω ακριβώς από τα θέατρα.
Διασχίζοντας κάθετα την κεντρική οδό περάσαμε δίπλα από τα μεγαλύτερα δημόσια λουτρά της πόλης (Terme Stabiane) για να φτάσουμε σ’ ένα από τα μεγαλύτερα «σουξέ» της πόλης, την φωλιά της λύκαινας (Lupanar), τον αρχαιότερο γνωστό οίκο ανοχής. Μια μεγάλη πόλη σαν την Πομπηία δεν θα μπορούσε να μην διαθέτει έναν. Χαρακτηριστικά ήταν τα μικροσκοπικά δωμάτια και τα χτιστά ανάκλιντρα διαφόρων μεγεθών ανάλογα τον πελάτη. Οι τοιχογραφίες στους τοίχους όχι μόνο διακοσμούσαν το κτίριο αλλά αποτελούσαν ταυτόχρονα κι έναν πρωτότυπο κατάλογο υπηρεσιών.
Καθώς η ώρα είχε περάσει, ο κόσμος πια ήταν πολύς, ιδιαίτερα στην περιοχή του Lupanar. Προσπαθήσαμε να αποφύγουμε την πολυκοσμία και κινούμενοι πίσω από τον οίκο ανοχής, κατευθυνθήκαμε προς την Casa dei Vettii. Η έπαυλη αυτή καταλαμβάνει ένα ολόκληρο οικοδομικό τετράγωνο. Οι ιδιοκτήτες ήταν οι πάμπλουτοι Aulus Vettius Conviva και Aulus Vettius Restitutus, πρώην σκλάβοι και κατόπιν έμποροι!
Πολύ κοντά βρίσκεται και η Casa del Fauno που και αυτή καλύπτει ένα ολόκληρο οικοδομικό τετράγωνο, σχεδόν 2,8 στρέμματα. Είναι η μεγαλύτερη σε έκταση έπαυλη της Πομπηίας και ονομάστηκε έτσι λόγω του μπρούτζινου αγαλματίδιου του Φαύνου που στέκεται στο κέντρο του αίθριου. Εντυπωσιακό επίσης και το αντίγραφο του διάσημου μωσαϊκού με την αναπαράσταση της μάχης της Ισσού και τον Μέγα Αλέξανδρου να μάχεται τον Δαρείο (το πρωτότυπο βρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Νάπολης μαζί με τον Φαύνο).
Περνώντας από την Casa della Fontana Piccola ένα μικρότερο σπίτι με κρήνη και κάποιες τοιχογραφίες και μετά από τις Terme del Foro, τα κεντρικά δημόσια λουτρά, φτάσαμε στην μεγάλη κεντρική πλατεία της Πομπηίας το Foro Civile di Pompei. Η πλατεία αυτή ήταν ταυτόχρονα και η Ρωμαϊκή Αγορά της πόλης, φτιαγμένη στα πρότυπα της Αγοράς των αρχαίων ελληνικών πόλεων. Εκεί, σε στεγασμένο και περιφραγμένο χώρο, βρίσκεται επίσης το Granai del Foro όπου, μέσα από τα κάγκελα, είδαμε παραταγμένα πλήθος κεραμικών αγγείων που βρέθηκαν στις ανασκαφές αλλά και τα πολύ γνωστά εκμαγεία από τα σώματα των εξαϋλωμένων κατοίκων.
Η αφόρητη ζέστη και η πολυκοσμία μας είχε καταβάλει. Κάναμε ένα μικρό pit stop στο καφέ του αρχαιολογικού χώρου πληρώνοντας χρυσό το νεράκι που ήταν όμως απόλυτα απαραίτητο.
Μετά από λίγο συνεχίσαμε για το τελευταίο κομμάτι που είχαμε προγραμματίσει στον αρχαιολογικό χώρο, την Villa del Misteri. Βρίσκεται εκτός των τειχών της πόλης και πήγαμε προς τα εκεί περνώντας από την Porta Ercolano, μια από τις πύλες της αρχαίας πόλης.
Η Έπαυλη αυτή διαθέτει τις καλύτερα διατηρημένες τοιχογραφίες της Πομπηίας με μια ιδιαιτερότητα, οι μορφές παρουσιάζονται για πρώτη φορά σε φυσικό μέγεθος. Σε ένα τετράγωνο δωμάτιο - μάλλον την αίθουσα φαγητού της βίλας - βρίσκονται αυτές οι εντυπωσιακές τοιχογραφίες με το έντονο, κόκκινο φόντο, γνωστό ως «The Initiation Chamber» – το δωμάτιο της Μύησης (εξού και το όνομα Βίλλα των Μυστηρίων). Το κόκκινο αυτό χρώμα χαρακτηρίστηκε ως «Pompeii Red» στην διεθνή χρωματική παλέτα. Οι τοιχογραφίες αυτές πιστεύεται ότι αναπαριστούν μέρος των Ελευσίνιων Μυστηρίων ή τελετές λατρείας του θεού Διονύσου με την μυστηριακή προετοιμασία μιας κοπέλας σε νύφη.
Αυτή η τελευταία παράκαμψη ήταν η χαριστική βολή στις εξασθενημένες δυνάμεις και στα κουράγια μας. Αναγκαστήκαμε να εγκαταλείψουμε τον αρχαιολογικό χώρο και να επιστρέψουμε σιγά σιγά προς την σύγχρονη πόλη. Η αίσθηση όμως που μας κατείχε ήταν ανεπανάληπτη. Νιώθαμε σαν να είχαμε τήλε-μεταφερθεί στο 79 μ.χ. και πως ζήσαμε για λίγο την ζωή των αρχαίων Ρωμαίων. Αν και οι συνθήκες (ζέστη, υγρασία, πολυκοσμία) ήταν ομολογουμένως πολύ δύσκολες, δεν κατάφεραν να επηρεάσουν τον ενθουσιασμό και την ικανοποίηση που νιώσαμε. Αποχωρήσαμε παίρνοντας μαζί μας εκπληκτικές εικόνες και συναισθήματα που θα μας συνοδεύουν την υπόλοιπη ζωή μας. Ίσως κάποια στιγμή επιστρέψουμε (σε καλύτερες συνθήκες), για να δούμε όλα όσα δεν είχαμε την ευκαιρία αλλά και να βιώσουμε πιο απολαυστικά όσα ήδη μας μάγεψαν.
Βιαστικά τσιμπήσαμε κάτι πρόχειρο μαζί με την απαραίτητη δροσερή μπυρίτσα και ξεκινήσαμε με προορισμό το αεροδρόμιο της Νάπολης για να παραλάβουμε το «κανονικό» μας αυτοκίνητο. Αυτή την φορά τα πράγματα εξελίχθηκαν φυσιολογικά και αφού αποχαιρετήσαμε – με πόνο ψυχής - την «νταλίκα» μας που μας χάρισε απίστευτες στιγμές γέλιου και τρόμου, ξεκινήσαμε για μια μικρή, απογευματινή βόλτα στους δρόμους της Νάπολης.
Παρκάραμε λίγο έξω από το κέντρο της πόλης και αρχίσαμε να κατηφορίζουμε προς το λιμάνι. Πολύ γρήγορα αντιληφθήκαμε την ανάγκη να είμαστε πολύ προσεχτικοί με τα οχήματα που κυκλοφορούν στους δρόμους καθώς η πρώτη εικόνα που είχαμε ήταν ένα παραλίγο τρακάρισμα ενός αυτοκινήτου με ένα μηχανάκι που οδηγούσε ένας «δεκάχρονος». Περάσαμε αρχικά από την Cattedrale di San Gennaro, τον καθεδρικό της πόλης. Ένας όχι ιδιαίτερα εντυπωσιακός ναός εξωτερικά αλλά με σαφώς ωραιότερο εσωτερικό.
Συνεχίσαμε, ακολουθώντας την Via dei Tribunali, έναν από τους βασικότερους «πεζοδρόμους» που διασχίζει αρκετά μεγάλο μέρος της πόλης γεμάτος μικρομάγαζα, εκκλησίες, παραδοσιακά σπίτια και αρκετό κόσμο. Το «πεζόδρομος» μην το πάρετε της μετρητοίς γιατί τον διέσχιζαν και αυτοκίνητα και μηχανάκια. Σε κάποιο σημείο του «πεζοδρόμου» μάλιστα «θαυμάσαμε» την ικανότητα των ναπολιτάνων οδηγών να ελίσσονται ανάμεσα σε πεζούς, τραπεζάκια καταστημάτων και σωρούς σκουπιδιών κι όλα αυτά… χωρίς να ακούγεται καμία κόρνα.
Κάναμε το πρώτο μας διάλλειμα στην μικρή πλατεία Piazza Vincenzo Bellini που μαζεύει πολύ νεολαία και έχει 4-5 μπυραρίες και μπαράκια και κατόπιν περνώντας από την Piazza del Gesù Nuovo και Chiesa del Gesù Nuovo βγήκαμε στην Piazza Dante πάνω στην κεντρική οδό Via Toledo.
Από εκεί αρχίσαμε να μπαίνουμε στη Quartieri Spagnoli, μια περιοχή με στενούς δρόμους, ρούχα απλωμένα παντού, μικρά μαγαζάκια και φυσικά πολλούς ντόπιους και τουρίστες. Η περιοχή αρχικά φτιάχτηκε για να στεγάσει Ισπανούς μισθοφόρους εξού και το όνομα.
Είχε πια νυχτώσει και η κούραση μας χτύπαγε κόκκινο. Άλλωστε η «καλή μας» εταιρεία B-Rent είχε φροντίσει ώστε ο χρόνος μας στην Νάπολη να είναι πολύ περιορισμένος. Έτσι αποφασίσαμε να επιστρέψουμε στην βάση μας περνώντας όμως πιο πριν, από τον φουτουριστικό σταθμό μετρό Toledo. Ο σταθμός αυτός έχει βραβευτεί ως ο καλύτερος στην Ευρώπη αλλά παρόλο που είναι όντως ωραίος έχω δει και ωραιότερους. Κυριαρχούν τα μπλε χρώματα της θάλασσας, ενώ το άνοιγμα στην οροφή αλλάζει διαρκώς χρώματα.
Η αλήθεια είναι ότι αφήσαμε πολλές εκκρεμότητες στη Νάπολη, κυρίως το καλό αρχαιολογικό της μουσείο που «ολοκληρώνει» την εμπειρία της Πομπηίας καθώς πολλά από τα εκθέματα του προέρχονται από εκεί αλλά και τα παλάτια και τα κάστρα της (Castel Nuovo, Palazzo Reale di Napoli, Castel dell'Ovo).
Φτάσαμε στην Πομπηία αργά και μετά από ένα απολαυστικό δείπνο σε μια μοντέρνα μπακαλοταβέρνα της πόλης (Salumeria con cucina στα ιταλικά), πήγαμε να ξεκουραστούμε καθώς η επόμενη ημέρα είχε βουνά. Και τι βουνά! Απ’ αυτά που βρυχώνται.
Φτάσαμε στο αεροδρόμιο Capodichino της Νάπολης στις 9:10 το πρωί με αρχικό σχέδιο να πάρουμε το αυτοκίνητο γρήγορα και να κάνουμε μια καλή βόλτα στην πόλη. Η εταιρία B-Rent όμως είχε άλλη άποψη…
Περπατήσαμε το περίπου 1 χιλιόμετρο της διαδρομής από το αεροδρόμιο ως τα γραφεία της εταιρίας και εκεί, μέσα σε αφόρητη ζέστη και υγρασία, στηθήκαμε στην τεραστίων διαστάσεων ουρά. Μετά από περίπου 2 ώρες έφτασε η σειρά μας και προσπαθήσαμε να συνεννοηθούμε. Αρχικά μας έδωσαν τα κλειδιά του οχήματος όπου διαπιστώσαμε ότι το αυτοκίνητο που μας έδιναν ήταν το 5θέσιο που με επιμονή προσπαθούσε η rentalcars να μας «φορτώσει» εξ αρχής. Οι διαπραγματεύσεις λοιπόν συνεχίστηκαν εξηγώντας το πρόβλημα εκ νέου για πολλοστή φορά και τελικά οι υπάλληλοι της B-Rent μας είπαν ότι το συγκεκριμένο αυτοκίνητο που θέλαμε δεν θα ήταν διαθέσιμο έως την άλλη ημέρα το μεσημέρι. Έως τότε, για να μας εξυπηρετήσουν, θα μας έδιναν ένα άλλο όχημα που συνήθως χρησιμοποιείται για εσωτερικές εταιρικές μεταφορές.
Πήραμε με τα πολλά το κλειδί και πηγαίνοντας στο διπλανό υπαίθριο πάρκινγκ διαπιστώσαμε πως το νέο όχημα ήταν ένα από αυτά τα φορτηγάκια που συνήθως χρησιμοποιούνται για την μεταφορά χαλιών και λοιπών οικιακών αγαθών με την διαφορά πως το πίσω μέρος είχε τροποποιηθεί και είχε καθίσματα στο χώρο φόρτωσης.

Η ώρα ήταν πια περασμένη και τα σχέδια για βόλτα στην πόλη της Νάπολης είχαν πάει περίπατο. Παίρνοντας το δρόμο για την Πομπηία αποφασίσαμε να ακολουθήσουμε την παραλιακή διαδρομή μέσω Ερκολάνο και Τόρε ντελ Γκρέκο και όχι τον κεντρικό εθνικό δρόμο. Με οδηγό τον Δ να αισθάνεται ως επαγγελματίας νταλικιέρης αρχίσαμε να διασχίζουμε στενούς δρόμους και σοκάκια στους οποίους το όχημα χωρούσε οριακά ενώ σε ορισμένα σημεία μέσα στα χωριά μπορούσαμε να μαζέψουμε έως και τις μπουγάδες από τα σπίτια.
Φτάσαμε στην Πομπηία γύρω στις 14:00 και αφού μοιραστήκαμε στα 2 ξεχωριστά διαμερίσματα ( το ένα πολύ καλό, το άλλο κάτω του μετρίου) συναντηθήκαμε όλοι μαζί έξω από τον αρχαιολογικό χώρο της Πομπηίας για την πρώτη μας πίτσα Ναπολιτάνα με συνοδεία πολλών παγωμένων Peroni Nastro Azzuro.
Το απόγευμα, μετά και την απαραίτητη σιέστα, βγήκαμε να δούμε την πόλη της Πομπηίας ώστε να μην πάει εντελώς χαμένη η πρώτη μας ημέρα.
Περπατώντας αρχικά μέσα από πάγκους και μικρομάγαζα τουριστικής φύσης στην περιοχή κοντά στον αρχαιολογικό χώρο φτάσαμε στην κεντρική πλατεία της κωμόπολης, την όμορφη Piazza Bartolo Longo όπου στη βόρεια πλευρά της δεσπόζει η ο ναός του ροζαρίου της Παρθένου Μαρίας με το καμπαναριό της.


Συνεχίσαμε προς την οδό Lepanto στην σχετικά μοντέρνα πλευρά της πόλης, αλλά πολύ γρήγορα αρχίσαμε να περιτριγυριζόμαστε από καταστήματα και σπίτια που θύμιζαν αρκετά την ομώνυμη ελληνική πόλη της Ναυπάκτου (Lepanto στα ιταλικά) όπως την θυμάμαι στα τέλη της δεκαετίας του ’70. Η εικόνα της παρακμής, των παλιών καταστημάτων με τα πάσης φύσεως εμπορεύματα, άτακτα συγκεντρωμένα στις σκονισμένες βιτρίνες σε συνδυασμό με την απουσία των τουριστών που πια είχαν αποχωρήσει ήταν λίγο θλιβερή. Περπατήσαμε αρκετά και αφού κάναμε τα πρώτα μας ψώνια στο τοπικό σούπερ μάρκετ επιστρέψαμε στα διαμερίσματα μας για ξεκούραση.
Νωρίς το επόμενο πρωί, με την ζέστη και την υγρασία να είναι ήδη αισθητές, ξεκινήσαμε την πολυαναμενόμενη επίσκεψή μας στον αρχαιολογικό χώρο. Μπήκαμε από την πλαϊνή είσοδο του αμφιθεάτρου και όχι από την κεντρική και ακολουθήσαμε μια διαδρομή που είχαμε σχεδιάσει από πριν με σκοπό να κινηθούμε όσο το δυνατόν πιο αποτελεσματικά καθώς η μέρα προβλεπόταν πολύ ζεστή.

Αρχικά περάσαμε από την Palestra Grande, το μεγάλο «γήπεδο» της πόλης. Στις προθήκες, περιμετρικά του γηπέδου, υπάρχουν πολλές τοιχογραφίες και άλλα ευρήματα που διασώθηκαν στον χώρο.


Περάσαμε ακριβώς δίπλα στο Anfiteatro di Pompeii, το μεγάλο Αμφιθέατρο που χτίστηκε το 70 μ.Χ. μόλις 9 χρόνια πριν την καταστροφή της πόλης το οποίο είναι το αρχαιότερο Ρωμαϊκό αμφιθέατρο που υπάρχει σήμερα. Ως φανατικοί φίλοι της μουσικής των Pink Floyd ασχοληθήκαμε αρκετά με την μικρή έκθεση που υπήρχε στο χώρο σχετικά με την ιστορική συναυλία τους στον χώρο του αμφιθεάτρου.



Αφού περάσαμε από την Casa della Venere in Conchiglia, στην οποία δυστυχώς δεν είδαμε την εξαιρετική τοιχογραφία της Αφροδίτης ξαπλωμένης σε κοχύλι, πιάσαμε να κατηφορίζουμε την Via dell’Abbondanza. Η οδός της αφθονίας είναι η κεντρική οδική αρτηρία της πόλης που διέθετε υπερυψωμένα πεζοδρόμια για προστασία των κατοίκων από τα βρόχινα νερά, με πλήθος καταστημάτων εκατέρωθεν του δρόμου. Διασχίζει σχεδόν ολόκληρη την πόλη έως το Foro Civile di Pompei. Εντυπωσιακά είναι και τα κάθετα περάσματα του δρόμου με υπερυψωμένες διαβάσεις που θυμίζουν έντονα τις σημερινές επίπεδες διαβάσεις.

Μετά την παραδοσιακή ταβέρνα του Σωτήρη (Taberna di Sotericus) και την Casa del Fruttero, ένα σπίτι με διακόσμηση που προσεγγίζει περισσότερο το αιγυπτιακό στυλ, συναντήσαμε το in σνάκ – μπαρ της αρχαίας Πομπηίας, το Thermopolium of Vetutius Placidus.


Κάπου εκεί, σε κάποια είσοδο σπιτιού, είδαμε και ένα από τα γνωστά ψηφιδωτά της πόλης με θέμα «Προσοχή ο σκύλος δαγκώνει»

Αμέσως μετά σταματήσαμε σ’ ένα από τα σημαντικά «σημεία ενδιαφέροντος», τις τουαλέτες του χώρου, που καθώς βρίσκονται σ’ ένα μικρό λόφο προσφέρουν μια πολύ ωραία άποψη όλης σχεδόν της αρχαίας πόλης.

Συνεχίζοντας βγήκαμε από την κεντρική οδό και μπήκαμε στην «βίλα» του Μένανδρου (Casa del Menandro), με τα αίθρια, τα ψηφιδωτά δάπεδα, το υπέροχο περιστύλιο γύρω από την πίσω εσωτερική αυλή και την τοιχογραφία του αρχαίου Έλληνα δραματουργού Μένανδρου.


Οι παθιασμένοι Ρωμαίοι με το «Άρτον και Θεάματα» δημιούργησαν στην Πομπηία 2 θέατρα 5.000 και 20.000 θεατών αντίστοιχα (Teatro Piccolo και Teatro Grande). Εκεί περάσαμε αρκετό χρόνο ανεβοκατεβαίνοντας τα ιστορικά σκαλιά και συνεχίσαμε δίπλα στους κοιτώνες των μονομάχων (Caserma dei Gladiatori) πίσω ακριβώς από τα θέατρα.



Διασχίζοντας κάθετα την κεντρική οδό περάσαμε δίπλα από τα μεγαλύτερα δημόσια λουτρά της πόλης (Terme Stabiane) για να φτάσουμε σ’ ένα από τα μεγαλύτερα «σουξέ» της πόλης, την φωλιά της λύκαινας (Lupanar), τον αρχαιότερο γνωστό οίκο ανοχής. Μια μεγάλη πόλη σαν την Πομπηία δεν θα μπορούσε να μην διαθέτει έναν. Χαρακτηριστικά ήταν τα μικροσκοπικά δωμάτια και τα χτιστά ανάκλιντρα διαφόρων μεγεθών ανάλογα τον πελάτη. Οι τοιχογραφίες στους τοίχους όχι μόνο διακοσμούσαν το κτίριο αλλά αποτελούσαν ταυτόχρονα κι έναν πρωτότυπο κατάλογο υπηρεσιών.

Καθώς η ώρα είχε περάσει, ο κόσμος πια ήταν πολύς, ιδιαίτερα στην περιοχή του Lupanar. Προσπαθήσαμε να αποφύγουμε την πολυκοσμία και κινούμενοι πίσω από τον οίκο ανοχής, κατευθυνθήκαμε προς την Casa dei Vettii. Η έπαυλη αυτή καταλαμβάνει ένα ολόκληρο οικοδομικό τετράγωνο. Οι ιδιοκτήτες ήταν οι πάμπλουτοι Aulus Vettius Conviva και Aulus Vettius Restitutus, πρώην σκλάβοι και κατόπιν έμποροι!
Πολύ κοντά βρίσκεται και η Casa del Fauno που και αυτή καλύπτει ένα ολόκληρο οικοδομικό τετράγωνο, σχεδόν 2,8 στρέμματα. Είναι η μεγαλύτερη σε έκταση έπαυλη της Πομπηίας και ονομάστηκε έτσι λόγω του μπρούτζινου αγαλματίδιου του Φαύνου που στέκεται στο κέντρο του αίθριου. Εντυπωσιακό επίσης και το αντίγραφο του διάσημου μωσαϊκού με την αναπαράσταση της μάχης της Ισσού και τον Μέγα Αλέξανδρου να μάχεται τον Δαρείο (το πρωτότυπο βρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Νάπολης μαζί με τον Φαύνο).

Περνώντας από την Casa della Fontana Piccola ένα μικρότερο σπίτι με κρήνη και κάποιες τοιχογραφίες και μετά από τις Terme del Foro, τα κεντρικά δημόσια λουτρά, φτάσαμε στην μεγάλη κεντρική πλατεία της Πομπηίας το Foro Civile di Pompei. Η πλατεία αυτή ήταν ταυτόχρονα και η Ρωμαϊκή Αγορά της πόλης, φτιαγμένη στα πρότυπα της Αγοράς των αρχαίων ελληνικών πόλεων. Εκεί, σε στεγασμένο και περιφραγμένο χώρο, βρίσκεται επίσης το Granai del Foro όπου, μέσα από τα κάγκελα, είδαμε παραταγμένα πλήθος κεραμικών αγγείων που βρέθηκαν στις ανασκαφές αλλά και τα πολύ γνωστά εκμαγεία από τα σώματα των εξαϋλωμένων κατοίκων.


Η αφόρητη ζέστη και η πολυκοσμία μας είχε καταβάλει. Κάναμε ένα μικρό pit stop στο καφέ του αρχαιολογικού χώρου πληρώνοντας χρυσό το νεράκι που ήταν όμως απόλυτα απαραίτητο.
Μετά από λίγο συνεχίσαμε για το τελευταίο κομμάτι που είχαμε προγραμματίσει στον αρχαιολογικό χώρο, την Villa del Misteri. Βρίσκεται εκτός των τειχών της πόλης και πήγαμε προς τα εκεί περνώντας από την Porta Ercolano, μια από τις πύλες της αρχαίας πόλης.
Η Έπαυλη αυτή διαθέτει τις καλύτερα διατηρημένες τοιχογραφίες της Πομπηίας με μια ιδιαιτερότητα, οι μορφές παρουσιάζονται για πρώτη φορά σε φυσικό μέγεθος. Σε ένα τετράγωνο δωμάτιο - μάλλον την αίθουσα φαγητού της βίλας - βρίσκονται αυτές οι εντυπωσιακές τοιχογραφίες με το έντονο, κόκκινο φόντο, γνωστό ως «The Initiation Chamber» – το δωμάτιο της Μύησης (εξού και το όνομα Βίλλα των Μυστηρίων). Το κόκκινο αυτό χρώμα χαρακτηρίστηκε ως «Pompeii Red» στην διεθνή χρωματική παλέτα. Οι τοιχογραφίες αυτές πιστεύεται ότι αναπαριστούν μέρος των Ελευσίνιων Μυστηρίων ή τελετές λατρείας του θεού Διονύσου με την μυστηριακή προετοιμασία μιας κοπέλας σε νύφη.


Αυτή η τελευταία παράκαμψη ήταν η χαριστική βολή στις εξασθενημένες δυνάμεις και στα κουράγια μας. Αναγκαστήκαμε να εγκαταλείψουμε τον αρχαιολογικό χώρο και να επιστρέψουμε σιγά σιγά προς την σύγχρονη πόλη. Η αίσθηση όμως που μας κατείχε ήταν ανεπανάληπτη. Νιώθαμε σαν να είχαμε τήλε-μεταφερθεί στο 79 μ.χ. και πως ζήσαμε για λίγο την ζωή των αρχαίων Ρωμαίων. Αν και οι συνθήκες (ζέστη, υγρασία, πολυκοσμία) ήταν ομολογουμένως πολύ δύσκολες, δεν κατάφεραν να επηρεάσουν τον ενθουσιασμό και την ικανοποίηση που νιώσαμε. Αποχωρήσαμε παίρνοντας μαζί μας εκπληκτικές εικόνες και συναισθήματα που θα μας συνοδεύουν την υπόλοιπη ζωή μας. Ίσως κάποια στιγμή επιστρέψουμε (σε καλύτερες συνθήκες), για να δούμε όλα όσα δεν είχαμε την ευκαιρία αλλά και να βιώσουμε πιο απολαυστικά όσα ήδη μας μάγεψαν.
Βιαστικά τσιμπήσαμε κάτι πρόχειρο μαζί με την απαραίτητη δροσερή μπυρίτσα και ξεκινήσαμε με προορισμό το αεροδρόμιο της Νάπολης για να παραλάβουμε το «κανονικό» μας αυτοκίνητο. Αυτή την φορά τα πράγματα εξελίχθηκαν φυσιολογικά και αφού αποχαιρετήσαμε – με πόνο ψυχής - την «νταλίκα» μας που μας χάρισε απίστευτες στιγμές γέλιου και τρόμου, ξεκινήσαμε για μια μικρή, απογευματινή βόλτα στους δρόμους της Νάπολης.
Παρκάραμε λίγο έξω από το κέντρο της πόλης και αρχίσαμε να κατηφορίζουμε προς το λιμάνι. Πολύ γρήγορα αντιληφθήκαμε την ανάγκη να είμαστε πολύ προσεχτικοί με τα οχήματα που κυκλοφορούν στους δρόμους καθώς η πρώτη εικόνα που είχαμε ήταν ένα παραλίγο τρακάρισμα ενός αυτοκινήτου με ένα μηχανάκι που οδηγούσε ένας «δεκάχρονος». Περάσαμε αρχικά από την Cattedrale di San Gennaro, τον καθεδρικό της πόλης. Ένας όχι ιδιαίτερα εντυπωσιακός ναός εξωτερικά αλλά με σαφώς ωραιότερο εσωτερικό.

Συνεχίσαμε, ακολουθώντας την Via dei Tribunali, έναν από τους βασικότερους «πεζοδρόμους» που διασχίζει αρκετά μεγάλο μέρος της πόλης γεμάτος μικρομάγαζα, εκκλησίες, παραδοσιακά σπίτια και αρκετό κόσμο. Το «πεζόδρομος» μην το πάρετε της μετρητοίς γιατί τον διέσχιζαν και αυτοκίνητα και μηχανάκια. Σε κάποιο σημείο του «πεζοδρόμου» μάλιστα «θαυμάσαμε» την ικανότητα των ναπολιτάνων οδηγών να ελίσσονται ανάμεσα σε πεζούς, τραπεζάκια καταστημάτων και σωρούς σκουπιδιών κι όλα αυτά… χωρίς να ακούγεται καμία κόρνα.


Κάναμε το πρώτο μας διάλλειμα στην μικρή πλατεία Piazza Vincenzo Bellini που μαζεύει πολύ νεολαία και έχει 4-5 μπυραρίες και μπαράκια και κατόπιν περνώντας από την Piazza del Gesù Nuovo και Chiesa del Gesù Nuovo βγήκαμε στην Piazza Dante πάνω στην κεντρική οδό Via Toledo.


Από εκεί αρχίσαμε να μπαίνουμε στη Quartieri Spagnoli, μια περιοχή με στενούς δρόμους, ρούχα απλωμένα παντού, μικρά μαγαζάκια και φυσικά πολλούς ντόπιους και τουρίστες. Η περιοχή αρχικά φτιάχτηκε για να στεγάσει Ισπανούς μισθοφόρους εξού και το όνομα.

Είχε πια νυχτώσει και η κούραση μας χτύπαγε κόκκινο. Άλλωστε η «καλή μας» εταιρεία B-Rent είχε φροντίσει ώστε ο χρόνος μας στην Νάπολη να είναι πολύ περιορισμένος. Έτσι αποφασίσαμε να επιστρέψουμε στην βάση μας περνώντας όμως πιο πριν, από τον φουτουριστικό σταθμό μετρό Toledo. Ο σταθμός αυτός έχει βραβευτεί ως ο καλύτερος στην Ευρώπη αλλά παρόλο που είναι όντως ωραίος έχω δει και ωραιότερους. Κυριαρχούν τα μπλε χρώματα της θάλασσας, ενώ το άνοιγμα στην οροφή αλλάζει διαρκώς χρώματα.


Η αλήθεια είναι ότι αφήσαμε πολλές εκκρεμότητες στη Νάπολη, κυρίως το καλό αρχαιολογικό της μουσείο που «ολοκληρώνει» την εμπειρία της Πομπηίας καθώς πολλά από τα εκθέματα του προέρχονται από εκεί αλλά και τα παλάτια και τα κάστρα της (Castel Nuovo, Palazzo Reale di Napoli, Castel dell'Ovo).
Φτάσαμε στην Πομπηία αργά και μετά από ένα απολαυστικό δείπνο σε μια μοντέρνα μπακαλοταβέρνα της πόλης (Salumeria con cucina στα ιταλικά), πήγαμε να ξεκουραστούμε καθώς η επόμενη ημέρα είχε βουνά. Και τι βουνά! Απ’ αυτά που βρυχώνται.
Last edited: