gkalla
Member
Costa Amalfitana – Sorrento
Το πρόγραμμα της επόμενης ημέρας έλεγε Costa Amalfitana με στάσεις στο Amalfi και στο Positano, πιθανά μια παράκαμψη στο χωριό Ravello και στο τέλος επίσκεψη στο Sorrento πριν την επιστροφή στη βάση μας. Όμως, όπως φαίνεται, το πνεύμα του Βεζούβιου είχε επηρεάσει και τα σχέδια μας, και τα πράγματα πήγαν αλλιώς.
Ξεκινήσαμε από Πομπηία για Amalfi μέσω της εθνικής οδού για το Salerno με σκοπό να ακολουθήσουμε κατόπιν την παράκτια διαδρομή αντί για την εναλλακτική διαδρομή μέσω του ορεινού δρόμου που καταλήγει απ’ ευθείας στο Amalfi.
Μόλις όμως βγήκαμε από τον εθνικό δρόμο στο χωριό Vietri sul Mare, εμφανίστηκαν τα πρώτα προβλήματα. Καλοκαιράκι όντας, πολλοί ντόπιοι όδευαν προς τις παραλίες της περιοχής οπότε το μποτιλιάρισμα μας βρήκε νωρίς. Είχε και τροχονόμο η ιστορία, που φρόντισε να μας μπερδέψει ακόμη περισσότερο. Έτσι μπλέξαμε και αντί να πιάσουμε τον παραλιακό δρόμο προς Amalfi κινηθήκαμε αντίθετα. Μόλις το συνειδητοποιήσαμε διαπιστώσαμε πως η αναστροφή δεν ήταν δυνατή. Αναγκαστικά συνεχίσαμε και αφού περάσαμε μέσα από όλο σχεδόν το χωριό και είδαμε από ψηλά το εμπορικό λιμάνι του Salerno ξαναβγήκαμε στην εθνική.
Περάσαμε άλλη μια φορά τον τάραχό μας στο Vietri sul Mare, μα αυτή τη φορά πήραμε το σωστό δρόμο. Σε λίγο είδαμε μια μικρή ταμπελίτσα που έλεγε πως ο δρόμος για το Maiori ήταν «κλειστός» αλλά αδιαφορήσαμε (πολύ κακό αυτό) καθώς δεν είχαμε ιδέα που είναι αυτό το χωριό. Εξάλλου η διαδρομή μας είχε ήδη απορροφήσει καθώς ήταν πολύ όμορφη με τα πολύχρωμα χωριά της, την απεριόριστη θέα στο Τυρρηνικό πέλαγος και την απόκρημνη ακτογραμμή.
Η μόνη παραφωνία της περιοχής ήταν οι παραλίες της. Στρωμένες απ’ άκρη σ’ άκρη με ομπρέλες και πνιγμένες στο κόσμο, δεν μας δημιουργούσαν καμία επιθυμία να τις επισκεφθούμε παρόλο που η μέρα ήταν ιδιαίτερα ζεστή. Παραλίες φαρδιές όσο μια ζώνη, προσπαθούσαν να επεκταθούν με ξύλινες εξέδρες που φιλοξενούσαν εκατοντάδες λουόμενους. Εικόνες που μας δημιουργούσαν ανάμεικτα συναισθήματα: χαράς για την απόλαυση του ταξιδιού και λύπης για τις ελληνικές παραλίες που χάναμε καλοκαιριάτικα.
Όμως η βόλτα αυτή δεν έμελλε να ολοκληρωθεί με επιτυχία. Λίγο πιο κάτω, μόλις 6-7 χιλιόμετρα πριν το Amalfi ο δρόμος ήταν τελείως κλειστός. Υπήρχαν εργασίες καθαρισμού του δρόμου από κατολισθήσεις που είχαν συμβεί μια – δυο ημέρες πριν και δεν προβλεπόταν να τελειώσουν σύντομα.
Το πήραμε απόφαση και ακολουθώντας τον ίδιο δρόμο προς τα πίσω, επιστρέψαμε στην Πομπηία με σκοπό να κινηθούμε προς το Sorrento. Η αυστηρή ματιά του Βεζούβιου έπρεπε να μας ανησυχήσει, αλλά εμείς συνεχίσαμε ακάθεκτοι.
Μόλις περάσαμε το Castellammare di Stabia αρχίσαμε να κινούμαστε σε μια δύσβατη περιοχή γεμάτη τούνελ και όχι μόνο. Χιλιάδες άλλα αυτοκίνητα κινούνταν προς την ίδια κατεύθυνση με μας. Αρχίσαμε να σταματούμε συχνά – πυκνά, κυρίως μέσα στα τούνελ, με το μποτιλιάρισμα να θυμίζει πρωτομαγιάτικη έξοδο στην Αθήνα. Η διαδρομή Πομπηία – Sorrento θεωρητικά δεν θα κρατούσε πάνω από 45’ αλλά στην περίπτωση μας κράτησε τελικά 2,5 ώρες (γι’ αυτό στα ταξίδια χρειάζεται η καλή παρέα). Κάθε σκέψη για να προσεγγίσουμε το Positano ή το Amalfi από αυτή την πλευρά ξεχάστηκε. Το μόνο που μας απέμενε ήταν το ίδιο το Sorrento.
Το Sorrento (Sorrento, che bello που έλεγε και η Μάρω Κοντού στην ταινία «Μια Ιταλίδα από την Κυψέλη») μας υποδέχτηκε με ανοιχτές αγκάλες και λιγότερο κόσμο απ’ ότι ήμασταν, αρχικά, προετοιμασμένοι να αντιμετωπίσουμε. Παρκάραμε πολύ κοντά στο κέντρο και κατεβήκαμε στην μικρή και πολύβουη πλατεία Piazza Tasso και από εκεί είδαμε την περίεργη Via Luigi de Maio που περνά ακριβώς από κάτω, καθώς και το Santuario del Carmine, εκκλησία- μοναστήρι μπαρόκ ρυθμού που βρίσκεται ακριβώς δίπλα.
Συνεχίσαμε τον περίπατό μας, μέσα από τα στενά και τις πλατείες της πόλης, με σκοπό να φτάσουμε σε μια άλλη μικρή πλατεία με ωραία θέα.
Φτάνοντας σε αυτή την πλατεία, που ευτυχώς ήταν σχετικά δροσερή, συναντήσαμε ένα ατελείωτο λεφούσι τουριστών που είτε χάζευαν την θέα είτε ξεκουράζονταν στο γρασίδι.
Η παραλία (αν μπορώ να την αποκαλέσω έτσι) που βρισκόταν από κάτω, ήταν ασφυκτικά γεμάτη κόσμο ενώ το ασανσέρ που συνέδεε την πλατεία με την παραλία δούλευε υπερωρίες. Τρόμος με κατέλαβε από τούτο το θέαμα!
Ευτυχώς δίπλα ακριβώς υπήρχε το Chiostro di San Francesco, ένα μοναστήρι με μια θαυμάσια εσωτερική αυλή με αψίδες (κυκλικές στις δύο πλευρές και αραβόσχημες στις άλλες δύο). Ο κόσμος εδώ ευτυχώς ήταν λιγοστός.
Για καλή μας τύχη, πλευρικά του αίθριου, υπήρχε μια μικρή έκθεση έργων ζωγραφικής από έναν τοπικό καλλιτέχνη. Τα έργα του αρχικά έδιναν την αίσθηση ότι ήταν ζωγραφισμένα, κοιτώντας ωστόσο πιο προσεχτικά, έβλεπες πως ήταν κατασκευασμένα χρησιμοποιώντας, αποκλειστικά, κομμάτια ξύλου διαφορετικών χρωμάτων και σχημάτων το καθένα.
Ταυτόχρονα στην αυλή του μοναστηριού γίνονταν ετοιμασίες για έναν γάμο και έτσι αναγκαστήκαμε να εγκαταλείψουμε άρον άρον το προσωρινό μας ησυχαστήριο.
Απομακρυνθήκαμε από το κέντρο με σκοπό να επισκεφτούμε τον I Giardini di Cataldo, ένα μικρό λεμονόκηπο με ελεύθερη πρόσβαση. Εκεί υπήρχε και ένα μικρό κατάστημα απ’ όπου μπορούσες να αγοράσεις λιμοντσέλο και άλλα τοπικά προϊόντα με βάση το λεμόνι. Tο Sorrento θεωρείται εξάλλου και η περιοχή προέλευσης αυτού του ηδύποτου. Μετά από μια επί τόπου δοκιμή πήραμε αρκετά μπουκάλια από το ομολογουμένως εξαιρετικό λιμοντσέλο τους, ενώ πραγματικά μας ενθουσίασε και το παγωτό τους με γεύση λεμόνι.
Η ώρα περνούσε και το άγχος για την πιθανή κίνηση που θα συναντούσαμε για να επιστρέψουμε ήταν μεγάλο. Φάγαμε βιαστικά σε ένα μικρό εστιατόριο στην πλατεία Matteotti στο γειτονικό Sant'Agnello και γυρίσαμε στην Πομπηία χωρίς νέα απρόοπτα.
Το πρόγραμμα της επόμενης ημέρας έλεγε Costa Amalfitana με στάσεις στο Amalfi και στο Positano, πιθανά μια παράκαμψη στο χωριό Ravello και στο τέλος επίσκεψη στο Sorrento πριν την επιστροφή στη βάση μας. Όμως, όπως φαίνεται, το πνεύμα του Βεζούβιου είχε επηρεάσει και τα σχέδια μας, και τα πράγματα πήγαν αλλιώς.
Ξεκινήσαμε από Πομπηία για Amalfi μέσω της εθνικής οδού για το Salerno με σκοπό να ακολουθήσουμε κατόπιν την παράκτια διαδρομή αντί για την εναλλακτική διαδρομή μέσω του ορεινού δρόμου που καταλήγει απ’ ευθείας στο Amalfi.
Μόλις όμως βγήκαμε από τον εθνικό δρόμο στο χωριό Vietri sul Mare, εμφανίστηκαν τα πρώτα προβλήματα. Καλοκαιράκι όντας, πολλοί ντόπιοι όδευαν προς τις παραλίες της περιοχής οπότε το μποτιλιάρισμα μας βρήκε νωρίς. Είχε και τροχονόμο η ιστορία, που φρόντισε να μας μπερδέψει ακόμη περισσότερο. Έτσι μπλέξαμε και αντί να πιάσουμε τον παραλιακό δρόμο προς Amalfi κινηθήκαμε αντίθετα. Μόλις το συνειδητοποιήσαμε διαπιστώσαμε πως η αναστροφή δεν ήταν δυνατή. Αναγκαστικά συνεχίσαμε και αφού περάσαμε μέσα από όλο σχεδόν το χωριό και είδαμε από ψηλά το εμπορικό λιμάνι του Salerno ξαναβγήκαμε στην εθνική.
Περάσαμε άλλη μια φορά τον τάραχό μας στο Vietri sul Mare, μα αυτή τη φορά πήραμε το σωστό δρόμο. Σε λίγο είδαμε μια μικρή ταμπελίτσα που έλεγε πως ο δρόμος για το Maiori ήταν «κλειστός» αλλά αδιαφορήσαμε (πολύ κακό αυτό) καθώς δεν είχαμε ιδέα που είναι αυτό το χωριό. Εξάλλου η διαδρομή μας είχε ήδη απορροφήσει καθώς ήταν πολύ όμορφη με τα πολύχρωμα χωριά της, την απεριόριστη θέα στο Τυρρηνικό πέλαγος και την απόκρημνη ακτογραμμή.
Η μόνη παραφωνία της περιοχής ήταν οι παραλίες της. Στρωμένες απ’ άκρη σ’ άκρη με ομπρέλες και πνιγμένες στο κόσμο, δεν μας δημιουργούσαν καμία επιθυμία να τις επισκεφθούμε παρόλο που η μέρα ήταν ιδιαίτερα ζεστή. Παραλίες φαρδιές όσο μια ζώνη, προσπαθούσαν να επεκταθούν με ξύλινες εξέδρες που φιλοξενούσαν εκατοντάδες λουόμενους. Εικόνες που μας δημιουργούσαν ανάμεικτα συναισθήματα: χαράς για την απόλαυση του ταξιδιού και λύπης για τις ελληνικές παραλίες που χάναμε καλοκαιριάτικα.
Όμως η βόλτα αυτή δεν έμελλε να ολοκληρωθεί με επιτυχία. Λίγο πιο κάτω, μόλις 6-7 χιλιόμετρα πριν το Amalfi ο δρόμος ήταν τελείως κλειστός. Υπήρχαν εργασίες καθαρισμού του δρόμου από κατολισθήσεις που είχαν συμβεί μια – δυο ημέρες πριν και δεν προβλεπόταν να τελειώσουν σύντομα.
Το πήραμε απόφαση και ακολουθώντας τον ίδιο δρόμο προς τα πίσω, επιστρέψαμε στην Πομπηία με σκοπό να κινηθούμε προς το Sorrento. Η αυστηρή ματιά του Βεζούβιου έπρεπε να μας ανησυχήσει, αλλά εμείς συνεχίσαμε ακάθεκτοι.
Μόλις περάσαμε το Castellammare di Stabia αρχίσαμε να κινούμαστε σε μια δύσβατη περιοχή γεμάτη τούνελ και όχι μόνο. Χιλιάδες άλλα αυτοκίνητα κινούνταν προς την ίδια κατεύθυνση με μας. Αρχίσαμε να σταματούμε συχνά – πυκνά, κυρίως μέσα στα τούνελ, με το μποτιλιάρισμα να θυμίζει πρωτομαγιάτικη έξοδο στην Αθήνα. Η διαδρομή Πομπηία – Sorrento θεωρητικά δεν θα κρατούσε πάνω από 45’ αλλά στην περίπτωση μας κράτησε τελικά 2,5 ώρες (γι’ αυτό στα ταξίδια χρειάζεται η καλή παρέα). Κάθε σκέψη για να προσεγγίσουμε το Positano ή το Amalfi από αυτή την πλευρά ξεχάστηκε. Το μόνο που μας απέμενε ήταν το ίδιο το Sorrento.
Το Sorrento (Sorrento, che bello που έλεγε και η Μάρω Κοντού στην ταινία «Μια Ιταλίδα από την Κυψέλη») μας υποδέχτηκε με ανοιχτές αγκάλες και λιγότερο κόσμο απ’ ότι ήμασταν, αρχικά, προετοιμασμένοι να αντιμετωπίσουμε. Παρκάραμε πολύ κοντά στο κέντρο και κατεβήκαμε στην μικρή και πολύβουη πλατεία Piazza Tasso και από εκεί είδαμε την περίεργη Via Luigi de Maio που περνά ακριβώς από κάτω, καθώς και το Santuario del Carmine, εκκλησία- μοναστήρι μπαρόκ ρυθμού που βρίσκεται ακριβώς δίπλα.
Συνεχίσαμε τον περίπατό μας, μέσα από τα στενά και τις πλατείες της πόλης, με σκοπό να φτάσουμε σε μια άλλη μικρή πλατεία με ωραία θέα.
Φτάνοντας σε αυτή την πλατεία, που ευτυχώς ήταν σχετικά δροσερή, συναντήσαμε ένα ατελείωτο λεφούσι τουριστών που είτε χάζευαν την θέα είτε ξεκουράζονταν στο γρασίδι.
Η παραλία (αν μπορώ να την αποκαλέσω έτσι) που βρισκόταν από κάτω, ήταν ασφυκτικά γεμάτη κόσμο ενώ το ασανσέρ που συνέδεε την πλατεία με την παραλία δούλευε υπερωρίες. Τρόμος με κατέλαβε από τούτο το θέαμα!
Ευτυχώς δίπλα ακριβώς υπήρχε το Chiostro di San Francesco, ένα μοναστήρι με μια θαυμάσια εσωτερική αυλή με αψίδες (κυκλικές στις δύο πλευρές και αραβόσχημες στις άλλες δύο). Ο κόσμος εδώ ευτυχώς ήταν λιγοστός.
Για καλή μας τύχη, πλευρικά του αίθριου, υπήρχε μια μικρή έκθεση έργων ζωγραφικής από έναν τοπικό καλλιτέχνη. Τα έργα του αρχικά έδιναν την αίσθηση ότι ήταν ζωγραφισμένα, κοιτώντας ωστόσο πιο προσεχτικά, έβλεπες πως ήταν κατασκευασμένα χρησιμοποιώντας, αποκλειστικά, κομμάτια ξύλου διαφορετικών χρωμάτων και σχημάτων το καθένα.
Ταυτόχρονα στην αυλή του μοναστηριού γίνονταν ετοιμασίες για έναν γάμο και έτσι αναγκαστήκαμε να εγκαταλείψουμε άρον άρον το προσωρινό μας ησυχαστήριο.
Απομακρυνθήκαμε από το κέντρο με σκοπό να επισκεφτούμε τον I Giardini di Cataldo, ένα μικρό λεμονόκηπο με ελεύθερη πρόσβαση. Εκεί υπήρχε και ένα μικρό κατάστημα απ’ όπου μπορούσες να αγοράσεις λιμοντσέλο και άλλα τοπικά προϊόντα με βάση το λεμόνι. Tο Sorrento θεωρείται εξάλλου και η περιοχή προέλευσης αυτού του ηδύποτου. Μετά από μια επί τόπου δοκιμή πήραμε αρκετά μπουκάλια από το ομολογουμένως εξαιρετικό λιμοντσέλο τους, ενώ πραγματικά μας ενθουσίασε και το παγωτό τους με γεύση λεμόνι.
Η ώρα περνούσε και το άγχος για την πιθανή κίνηση που θα συναντούσαμε για να επιστρέψουμε ήταν μεγάλο. Φάγαμε βιαστικά σε ένα μικρό εστιατόριο στην πλατεία Matteotti στο γειτονικό Sant'Agnello και γυρίσαμε στην Πομπηία χωρίς νέα απρόοπτα.
Last edited: