χριστίναα95
Member
- Μηνύματα
- 172
- Likes
- 807
Μέρα 2η:
Η σημερινή μέρα προβλεπόταν γεμάτη, επειδή αφ' ενός θέλαμε να δούμε όσα πιο πολλά πράγματα μπορούσαμε κι αφετέρου είχαμε στόχο να κουραστούμε όσο το δυνατόν περισσότερο, ώστε να είναι βέβαιο ότι θα κοιμηθούμε στο λεωφορείο το βράδυ. Ο ιδιοκτήτης του χόστελ μας είχε πει ότι μπορούμε να αφήσουμε τα πράγματά μας στην κουζίνα μόνο μέχρι τις 2, όμως οι δυο κοπέλες που έμεναν μαζί μας στο δωμάτιο μας πρότειναν να βάλουμε τις βαλίτσες μας στα ντουλάπια τους, αρκεί να γυρίζαμε να της πάρουμε κατά τις 9. Η πτήση τους ήταν την επόμενη μέρα στις 4 τα ξημερώματα, οπότε ήθελαν να κοιμηθούν νωρίς. Πήραμε πρωινό από ένα γειτονικό φούρνο, εξερευνήσαμε τα υπέροχα κανάλια γύρω από το διαμέρισμά μας που είχαμε παραμελήσει την προηγούμενη μέρα κι έπειτα κατευθυνθήκαμε προς τη Βασιλική του Αγίου Μάρκου, στην οποία αυτή το φορά σκοπεύαμε να μπούμε. Η ουρά ήταν μικρή συγκριτικά με την προηγούμενη μέρα και προχωρούσε γρήγορα, οπότε δε χρειάστηκε να περιμένουμε πάνω από 10 λεπτά. Η εκκλησία είναι επιβλητική, με τη χρυσή διακόσμηση να εντυπωσιάζει, αλλά θεωρώ πως το εξωτερικό της υπερτερεί του εσωτερικού της. Στη συνέχεια, πήραμε το βαπορέττο με στόχο να κάνουμε την πρωινή μας "κρουαζιέρα". Όταν το βαπορέττο βγήκε πια στο Μεγάλο Κανάλι μείναμε με το στόμα ανοιχτό. Καμία φωτογραφία (πόσο μάλλον οι δικές μου), κανένα βίντεο και καμία περιγραφή δε μπορεί να σε προετοιμάσει για την ομορφιά της εικόνας. Σχεδόν κρεμαστήκαμε από την άκρη του πλοίου και θαυμάζαμε το τοπίο.
Περάσαμε μπροστά από την πανέμορφη Santa Maria della Salute, το κτίριο της συλλογής Guggenheim και την Galleria de l' Accedmia, το εντυπωσιακό Ca' Rezzonico και το παραμυθένιο Ca' Foscari... το ένα κτίριο πιο όμορφο από το άλλο... Κάθε εκατοστό της διαδρομής άξιζε να φωτογραφηθεί. Δυστυχώς, η Ponte dell' Accademia βρισκόταν υπό συντήρηση, οπότε θα πρέπει να περιμένουμε μέχρι την επόμενη φορά για να τη θαυμάσουμε. Αρχίζαμε να πλησιάζουμε τη γέφυρα Rialto και δε μπορούσαμε να αποφασίσουμε αν είναι πιο όμορφη τη μέρα και τη νύχτα. Τελικά κατεβήκαμε στη γέφυρα Rialto, όπου υπήρχε πολύς περισσότερος κόσμος απ' ότι θα πίστευα ποτέ ότι χωρούσε σε μια γέφυρα και μετά από πολλές σπρωξιές και πατήματα, καταφέραμε να διεκδικήσουμε λίγο χώρο πάνω της. Η θέα του μεγάλου καναλιού μας αποζημίωσε για όλο το ποδοπάτημα και την αποπνιχτική ατμόσφαιρα.
Απολαύσαμε τη μαγική εικόνα για όσο πιο πολύ μας επέτρεπε ο κόσμος, βγάλαμε τις φωτογραφίες μας, φωτογραφήσαμε και πέντε - έξι παρέες τουριστών και συνεχίσαμε προς το Fondaco Dei Tedeschi, η ταράτσα του οποίου προσφέρει θέα της πόλης από ψηλά. Όταν όμως φτάσαμε στην κορυφή, συνειδητοποιήσαμε πως η είσοδος στην ταράτσα, αν και δωρεάν γίνεται μόνο με κράτηση. Χωρίς να ελπίζουμε ότι θα καταφέρναμε να δούμε τη θέα, επιχειρήσαμε να κάνουμε την κράτηση μέσα από τα μηχανήματα στον χώρο και με μεγάλη μας χαρά είδαμε ότι υπήρχαν κενές θέσεις για περίπου μιάμιση ώρα αργότερα. Με στόχο να επιστρέψουμε σύντομα, περπατήσαμε για λίγο στο μεγάλο δρόμο δίπλα στο πολυκατάστημα και στρίψαμε σε ένα τυχαίο στενό για να αποφύγουμε τις ορδές τουριστών. Χαθήκαμε και πάλι σε σοκάκια, γέφυρες, πλατείες και κανάλια, περπατώντας χωρίς προορισμό. Όλες αυτές οι ατέλειωτες βόλτες στη Βενετία δε μπορούν να γίνουν ποτέ βαρετές, επειδή δεν πρόκειται να δεις την ίδια εικόνα να επαναλαμβάνεται. Κάθε κανάλι, κάθε γέφυρα, κάθε κτίριο είναι τελείως διαφορετικό από το προηγούμενο και κάθε χιλιοστό της πόλης μοιάζει λες και είναι βγαλμένο από πίνακα ζωγραφικής. Τελικά, καταλήξαμε στη Libreria Acqua Alta, που δικαίως αυτοχαρακτηρίζεται ως το πιο όμορφο βιβλιοπωλείο του κόσμου. Περάσαμε αρκετή ώρα στα ατμοσφαιρικά της δωμάτια, περιτριγυρισμένες από σωρούς βιβλίων στοιβαγμένα σε γόνδολες και ήμασταν μάλιστα τόσο τυχερές που καταφέραμε να κάτσουμε στο ένα μοναδικό τραπεζάκι που έχει δίπλα στο κανάλι.
Με βαριά καρδιά πήραμε το δρόμο της επιστροφής προς το εμπορικό κέντρο, όπου περιμέναμε στην ουρά μέχρι να έρθει η ώρα για την οποία είχαμε κάνει κράτηση. Η θέα των κόκκινων σκεπών να χωρίζονται από τα γαλάζια νερά του καναλιού ήταν το κάτι άλλο. Θα μπορούσα να μείνω εκεί για ώρες, αν ο χρόνος επίσκεψης δεν περιοριζόταν στα 15 λεπτά.
Απόλυτα ικανοποιημένες από την έως τώρα μέρα μας, περάσαμε τη γέφυρα Rialto για να εξερευνήσουμε και την άλλη πλευρά του καναλιού. Για μια ακόμη φορά, γεμίσαμε υπέροχες εικόνες. Κάναμε βόλτα στην αποβάθρα, περπατήσαμε κατά μήκος του καναλιού, ανεβήκαμε σε όσες ξύλινες προβλήτες επιτρεπόταν η πρόσβαση, περιπλανηθήκαμε ανάμεσα στην υπαίθρια αγορά και όταν χόρτασε το μάτι μας γαλάζιο, χαθήκαμε σε στενά σοκάκια.
Η ώρα ήταν 2:30, η θερμοκρασία είχε περάσει τους 30 βαθμούς και το πλήθος των τουριστών ήταν το μεγαλύτερο που είδαμε τις δυο μέρες μας στην πόλη. Αποζητώντας λίγη ηρεμία και σκιά, αποφασίσαμε να επισκεπτούμε τους Giardini Biennale. Αφού λοιπόν πρώτα προμηθευτήκαμε δύο γευστικότατες και χορταστικότατες μερίδες μακαρόνια από το Dal Moro's Fresh Pasta To Go (και ψάξαμε 15 λεπτά για να βρούμε κάδο να πετάξουμε τα κουτιά τους), επιβιβαστήκαμε και πάλι στο βαπορέττο. Αυτή τη φορά φροντίσαμε να σταθούμε από την αντίθετη πλευρά, ώστε να θαυμάσουμε τα κτίρια που δεν είχαμε δει πριν: Palazzo Corner della Ca' Grande, Palazzo Grassi, Palazzo Mocenigo Casa Nuova κλπ κλπ... όλα τους υπέροχα.
Οι ίδιοι οι κήποι είναι όμορφοι και καταπράσινοι και προσφέρουν μια ανάσα δροσιάς μακριά από το χαμό της πόλης, αλλά δεν είναι και κάτι το ιδιαίτερο. Όμως, η περιοχή γύρω τους μας μάγεψε. Από τη μία ήταν οι ήσυχοι γραφικοί δρόμοι, με τα υπέροχα σπίτια και τις απλωμένες μπουγάδες και το γραφικό λιμανάκι με τις πολύχρωμες βαρκούλες, όπου πήραμε επιτέλους μια γεύση από την καθημερινότητα των ντόπιων. Από την άλλη, μεγάλα και άδεια πεζοδρόμια που προσφέρουν υπέροχες, ήρεμες βόλτες δίπλα στη θάλασσα.
Αφού χορτάσαμε την ομορφιά και πάνω απ' όλα την ηρεμία του τοπίου και είδαμε ότι η ζέστη είχε υποχωρήσει αλλάξαμε βαπορέττο για να πάμε στο νησί του San Giorgio Maggiore. Εντυπωσιακός ναός εσωτερικά και εξωτερικά, ευχάριστη βόλτα στη γύρω περιοχή και όμορφη θέα του απέναντι νησιού. Από κει μπήκαμε και πάλι στο βαπορέττο και αυτή τη φορά κατεβήκαμε στην Basilica di Santa Maria della Salute. Θαυμάσαμε την περίτεχνη αρχιτεκτονική του ναού και χαζέψαμε μία ομάδα καλλιτεχνών κάθε ηλικίας που καθισμένοι στα σκαλοπάτια ζωγράφιζαν την πόλη κι έπειτα αρχίσαμε να εξερευνούμε τη γύρω περιοχή. Ο πολύς κόσμος είχε φύγει, οπότε η βόλτα μας ήταν υπέροχη. Για μια ακόμη φορά δε χορταίναμε εικόνες: πολύχρωμα σπίτια γύρω από κανάλια, στενά δρομάκια, υπέροχα κτίρια και λίγο παραπάνω πράσινο απ' ότι στην υπόλοιπη πόλη. Στη συνέχεια ακολούθησε μια υπέροχη βόλτα δίπλα στη θάλασσα, με θέα το απέναντι νησί.
Ο ήλιος είχε αρχίσει να δύει και παρόλο που είχε συννεφιάσει, η θάλασσα είχε πάρει ένα υπέροχο χρώμα, οπότε μαζί με λίγους ακόμη επισκέπτες καθίσαμε στα σκαλιά της εκκλησίας και απολαύσαμε το θέαμα.
Κάτι η μαγεία της εικόνας, κάτι ο πόνος στα πόδια μας, δε θέλαμε να σηκωθούμε. Κι όταν πια το πήραμε απόφαση, μπήκαμε στο λάθος βαπορέττο και καταλήξαμε να πηγαίνουμε προς την αντίθετη κατεύθυνση. Δε μας πείραξε όμως. Είχαμε αρκετό χρόνο, οπότε αποφασίσαμε να κάνουμε μια ακόμη βόλτα στο μεγάλο κανάλι και απλά να επιστρέψουμε στο χόστελ από διαφορετικό δρόμο. Οι καμπάνες της εκκλησίας άρχισαν να χτυπάνε και η βόλτα στα χρυσαφιά νερά του Μεγάλου Καναλιού, όταν τα γύρω κτίρια είχαν μόλις αρχίσει να ανάβουν τα φώτα τους υπό τους μελωδικούς ήχους της καμπάνας είναι μία εμπειρία που δε θα ξεχάσω ποτέ. Μα πόση ομορφιά! Κάναμε την τελευταία μας βόλτα στα κανάλια και τα στενά της Βενετίας επιστρέφοντας στο χόστελ, πήραμε τις βαλίτσες μας και ευχαριστήσαμε τις κοπέλες που μας της είχαν κρατήσει, καθίσαμε λίγο στις αποβάθρες βλέποντας την πόλη να σκοτεινιάζει και σιγά σιγά, ήταν η ώρα να πούμε αντίο στην υπέροχη πόλη.
Φτάσαμε στο σταθμό των τραίνων του Mestre κατά τις 10, οπότε είχαμε ακόμη τρεις ώρες μέχρι να έρθει το λεωφορείο μας. Ξοδέψαμε τη μία από αυτές γυρνώντας όλη τη γύρω περιοχή και ψάχνοντας ένα μαγαζί που να μας άφηνε να χρησιμοποιήσουμε την τουαλέτα, γιατί και οι δύο αρνούμασταν να πληρώσουμε 1..5 ευρώ για τις τουαλέτες του σταθμού και σχεδόν όλα τα ξενοδοχεία και καφέ ισχυρίζονταν ότι δεν είχαν μπάνιο. Φάγαμε βραδινό σε ένα καφέ εκεί κοντά και όταν αυτό έκλεινε κατά τις 12 πήγαμε να περιμένουμε στο σταθμό. Ήμασταν 5 - 6 άτομα και οι φύλακες είπαν ότι μπορούσαν να κρατήσουν το σταθμό ανοιχτό μέχρι τη 1 παρά, μέχρι που ένας άστεγος, που καθόταν εκεί χωρίς να ενοχλεί κανέναν, αρνήθηκε να φύγει, όπως του είπαν. Τότε, μας έβγαλαν όλους έξω. Ευτυχώς το λεωφορείο ήρθε στην ώρα του και σύντομα, βρισκόμασταν στο δρόμο για το Ζάγκρεμπ.
Μέσα σε δύο μέρες ίσα που προλαβαίνεις να πάρεις μια γεύση από τη Βενετία. Σίγουρα ελπίζω πως θα έχω την ευκαιρία να την ξαναεπισκεφτώ, κατά προτίμηση σε κάποια περίοδο που ο κόσμος θα είναι λιγότερος.
Η σημερινή μέρα προβλεπόταν γεμάτη, επειδή αφ' ενός θέλαμε να δούμε όσα πιο πολλά πράγματα μπορούσαμε κι αφετέρου είχαμε στόχο να κουραστούμε όσο το δυνατόν περισσότερο, ώστε να είναι βέβαιο ότι θα κοιμηθούμε στο λεωφορείο το βράδυ. Ο ιδιοκτήτης του χόστελ μας είχε πει ότι μπορούμε να αφήσουμε τα πράγματά μας στην κουζίνα μόνο μέχρι τις 2, όμως οι δυο κοπέλες που έμεναν μαζί μας στο δωμάτιο μας πρότειναν να βάλουμε τις βαλίτσες μας στα ντουλάπια τους, αρκεί να γυρίζαμε να της πάρουμε κατά τις 9. Η πτήση τους ήταν την επόμενη μέρα στις 4 τα ξημερώματα, οπότε ήθελαν να κοιμηθούν νωρίς. Πήραμε πρωινό από ένα γειτονικό φούρνο, εξερευνήσαμε τα υπέροχα κανάλια γύρω από το διαμέρισμά μας που είχαμε παραμελήσει την προηγούμενη μέρα κι έπειτα κατευθυνθήκαμε προς τη Βασιλική του Αγίου Μάρκου, στην οποία αυτή το φορά σκοπεύαμε να μπούμε. Η ουρά ήταν μικρή συγκριτικά με την προηγούμενη μέρα και προχωρούσε γρήγορα, οπότε δε χρειάστηκε να περιμένουμε πάνω από 10 λεπτά. Η εκκλησία είναι επιβλητική, με τη χρυσή διακόσμηση να εντυπωσιάζει, αλλά θεωρώ πως το εξωτερικό της υπερτερεί του εσωτερικού της. Στη συνέχεια, πήραμε το βαπορέττο με στόχο να κάνουμε την πρωινή μας "κρουαζιέρα". Όταν το βαπορέττο βγήκε πια στο Μεγάλο Κανάλι μείναμε με το στόμα ανοιχτό. Καμία φωτογραφία (πόσο μάλλον οι δικές μου), κανένα βίντεο και καμία περιγραφή δε μπορεί να σε προετοιμάσει για την ομορφιά της εικόνας. Σχεδόν κρεμαστήκαμε από την άκρη του πλοίου και θαυμάζαμε το τοπίο.
Περάσαμε μπροστά από την πανέμορφη Santa Maria della Salute, το κτίριο της συλλογής Guggenheim και την Galleria de l' Accedmia, το εντυπωσιακό Ca' Rezzonico και το παραμυθένιο Ca' Foscari... το ένα κτίριο πιο όμορφο από το άλλο... Κάθε εκατοστό της διαδρομής άξιζε να φωτογραφηθεί. Δυστυχώς, η Ponte dell' Accademia βρισκόταν υπό συντήρηση, οπότε θα πρέπει να περιμένουμε μέχρι την επόμενη φορά για να τη θαυμάσουμε. Αρχίζαμε να πλησιάζουμε τη γέφυρα Rialto και δε μπορούσαμε να αποφασίσουμε αν είναι πιο όμορφη τη μέρα και τη νύχτα. Τελικά κατεβήκαμε στη γέφυρα Rialto, όπου υπήρχε πολύς περισσότερος κόσμος απ' ότι θα πίστευα ποτέ ότι χωρούσε σε μια γέφυρα και μετά από πολλές σπρωξιές και πατήματα, καταφέραμε να διεκδικήσουμε λίγο χώρο πάνω της. Η θέα του μεγάλου καναλιού μας αποζημίωσε για όλο το ποδοπάτημα και την αποπνιχτική ατμόσφαιρα.
Απολαύσαμε τη μαγική εικόνα για όσο πιο πολύ μας επέτρεπε ο κόσμος, βγάλαμε τις φωτογραφίες μας, φωτογραφήσαμε και πέντε - έξι παρέες τουριστών και συνεχίσαμε προς το Fondaco Dei Tedeschi, η ταράτσα του οποίου προσφέρει θέα της πόλης από ψηλά. Όταν όμως φτάσαμε στην κορυφή, συνειδητοποιήσαμε πως η είσοδος στην ταράτσα, αν και δωρεάν γίνεται μόνο με κράτηση. Χωρίς να ελπίζουμε ότι θα καταφέρναμε να δούμε τη θέα, επιχειρήσαμε να κάνουμε την κράτηση μέσα από τα μηχανήματα στον χώρο και με μεγάλη μας χαρά είδαμε ότι υπήρχαν κενές θέσεις για περίπου μιάμιση ώρα αργότερα. Με στόχο να επιστρέψουμε σύντομα, περπατήσαμε για λίγο στο μεγάλο δρόμο δίπλα στο πολυκατάστημα και στρίψαμε σε ένα τυχαίο στενό για να αποφύγουμε τις ορδές τουριστών. Χαθήκαμε και πάλι σε σοκάκια, γέφυρες, πλατείες και κανάλια, περπατώντας χωρίς προορισμό. Όλες αυτές οι ατέλειωτες βόλτες στη Βενετία δε μπορούν να γίνουν ποτέ βαρετές, επειδή δεν πρόκειται να δεις την ίδια εικόνα να επαναλαμβάνεται. Κάθε κανάλι, κάθε γέφυρα, κάθε κτίριο είναι τελείως διαφορετικό από το προηγούμενο και κάθε χιλιοστό της πόλης μοιάζει λες και είναι βγαλμένο από πίνακα ζωγραφικής. Τελικά, καταλήξαμε στη Libreria Acqua Alta, που δικαίως αυτοχαρακτηρίζεται ως το πιο όμορφο βιβλιοπωλείο του κόσμου. Περάσαμε αρκετή ώρα στα ατμοσφαιρικά της δωμάτια, περιτριγυρισμένες από σωρούς βιβλίων στοιβαγμένα σε γόνδολες και ήμασταν μάλιστα τόσο τυχερές που καταφέραμε να κάτσουμε στο ένα μοναδικό τραπεζάκι που έχει δίπλα στο κανάλι.
Με βαριά καρδιά πήραμε το δρόμο της επιστροφής προς το εμπορικό κέντρο, όπου περιμέναμε στην ουρά μέχρι να έρθει η ώρα για την οποία είχαμε κάνει κράτηση. Η θέα των κόκκινων σκεπών να χωρίζονται από τα γαλάζια νερά του καναλιού ήταν το κάτι άλλο. Θα μπορούσα να μείνω εκεί για ώρες, αν ο χρόνος επίσκεψης δεν περιοριζόταν στα 15 λεπτά.
Απόλυτα ικανοποιημένες από την έως τώρα μέρα μας, περάσαμε τη γέφυρα Rialto για να εξερευνήσουμε και την άλλη πλευρά του καναλιού. Για μια ακόμη φορά, γεμίσαμε υπέροχες εικόνες. Κάναμε βόλτα στην αποβάθρα, περπατήσαμε κατά μήκος του καναλιού, ανεβήκαμε σε όσες ξύλινες προβλήτες επιτρεπόταν η πρόσβαση, περιπλανηθήκαμε ανάμεσα στην υπαίθρια αγορά και όταν χόρτασε το μάτι μας γαλάζιο, χαθήκαμε σε στενά σοκάκια.
Η ώρα ήταν 2:30, η θερμοκρασία είχε περάσει τους 30 βαθμούς και το πλήθος των τουριστών ήταν το μεγαλύτερο που είδαμε τις δυο μέρες μας στην πόλη. Αποζητώντας λίγη ηρεμία και σκιά, αποφασίσαμε να επισκεπτούμε τους Giardini Biennale. Αφού λοιπόν πρώτα προμηθευτήκαμε δύο γευστικότατες και χορταστικότατες μερίδες μακαρόνια από το Dal Moro's Fresh Pasta To Go (και ψάξαμε 15 λεπτά για να βρούμε κάδο να πετάξουμε τα κουτιά τους), επιβιβαστήκαμε και πάλι στο βαπορέττο. Αυτή τη φορά φροντίσαμε να σταθούμε από την αντίθετη πλευρά, ώστε να θαυμάσουμε τα κτίρια που δεν είχαμε δει πριν: Palazzo Corner della Ca' Grande, Palazzo Grassi, Palazzo Mocenigo Casa Nuova κλπ κλπ... όλα τους υπέροχα.
Οι ίδιοι οι κήποι είναι όμορφοι και καταπράσινοι και προσφέρουν μια ανάσα δροσιάς μακριά από το χαμό της πόλης, αλλά δεν είναι και κάτι το ιδιαίτερο. Όμως, η περιοχή γύρω τους μας μάγεψε. Από τη μία ήταν οι ήσυχοι γραφικοί δρόμοι, με τα υπέροχα σπίτια και τις απλωμένες μπουγάδες και το γραφικό λιμανάκι με τις πολύχρωμες βαρκούλες, όπου πήραμε επιτέλους μια γεύση από την καθημερινότητα των ντόπιων. Από την άλλη, μεγάλα και άδεια πεζοδρόμια που προσφέρουν υπέροχες, ήρεμες βόλτες δίπλα στη θάλασσα.
Αφού χορτάσαμε την ομορφιά και πάνω απ' όλα την ηρεμία του τοπίου και είδαμε ότι η ζέστη είχε υποχωρήσει αλλάξαμε βαπορέττο για να πάμε στο νησί του San Giorgio Maggiore. Εντυπωσιακός ναός εσωτερικά και εξωτερικά, ευχάριστη βόλτα στη γύρω περιοχή και όμορφη θέα του απέναντι νησιού. Από κει μπήκαμε και πάλι στο βαπορέττο και αυτή τη φορά κατεβήκαμε στην Basilica di Santa Maria della Salute. Θαυμάσαμε την περίτεχνη αρχιτεκτονική του ναού και χαζέψαμε μία ομάδα καλλιτεχνών κάθε ηλικίας που καθισμένοι στα σκαλοπάτια ζωγράφιζαν την πόλη κι έπειτα αρχίσαμε να εξερευνούμε τη γύρω περιοχή. Ο πολύς κόσμος είχε φύγει, οπότε η βόλτα μας ήταν υπέροχη. Για μια ακόμη φορά δε χορταίναμε εικόνες: πολύχρωμα σπίτια γύρω από κανάλια, στενά δρομάκια, υπέροχα κτίρια και λίγο παραπάνω πράσινο απ' ότι στην υπόλοιπη πόλη. Στη συνέχεια ακολούθησε μια υπέροχη βόλτα δίπλα στη θάλασσα, με θέα το απέναντι νησί.
Ο ήλιος είχε αρχίσει να δύει και παρόλο που είχε συννεφιάσει, η θάλασσα είχε πάρει ένα υπέροχο χρώμα, οπότε μαζί με λίγους ακόμη επισκέπτες καθίσαμε στα σκαλιά της εκκλησίας και απολαύσαμε το θέαμα.
Κάτι η μαγεία της εικόνας, κάτι ο πόνος στα πόδια μας, δε θέλαμε να σηκωθούμε. Κι όταν πια το πήραμε απόφαση, μπήκαμε στο λάθος βαπορέττο και καταλήξαμε να πηγαίνουμε προς την αντίθετη κατεύθυνση. Δε μας πείραξε όμως. Είχαμε αρκετό χρόνο, οπότε αποφασίσαμε να κάνουμε μια ακόμη βόλτα στο μεγάλο κανάλι και απλά να επιστρέψουμε στο χόστελ από διαφορετικό δρόμο. Οι καμπάνες της εκκλησίας άρχισαν να χτυπάνε και η βόλτα στα χρυσαφιά νερά του Μεγάλου Καναλιού, όταν τα γύρω κτίρια είχαν μόλις αρχίσει να ανάβουν τα φώτα τους υπό τους μελωδικούς ήχους της καμπάνας είναι μία εμπειρία που δε θα ξεχάσω ποτέ. Μα πόση ομορφιά! Κάναμε την τελευταία μας βόλτα στα κανάλια και τα στενά της Βενετίας επιστρέφοντας στο χόστελ, πήραμε τις βαλίτσες μας και ευχαριστήσαμε τις κοπέλες που μας της είχαν κρατήσει, καθίσαμε λίγο στις αποβάθρες βλέποντας την πόλη να σκοτεινιάζει και σιγά σιγά, ήταν η ώρα να πούμε αντίο στην υπέροχη πόλη.
Φτάσαμε στο σταθμό των τραίνων του Mestre κατά τις 10, οπότε είχαμε ακόμη τρεις ώρες μέχρι να έρθει το λεωφορείο μας. Ξοδέψαμε τη μία από αυτές γυρνώντας όλη τη γύρω περιοχή και ψάχνοντας ένα μαγαζί που να μας άφηνε να χρησιμοποιήσουμε την τουαλέτα, γιατί και οι δύο αρνούμασταν να πληρώσουμε 1..5 ευρώ για τις τουαλέτες του σταθμού και σχεδόν όλα τα ξενοδοχεία και καφέ ισχυρίζονταν ότι δεν είχαν μπάνιο. Φάγαμε βραδινό σε ένα καφέ εκεί κοντά και όταν αυτό έκλεινε κατά τις 12 πήγαμε να περιμένουμε στο σταθμό. Ήμασταν 5 - 6 άτομα και οι φύλακες είπαν ότι μπορούσαν να κρατήσουν το σταθμό ανοιχτό μέχρι τη 1 παρά, μέχρι που ένας άστεγος, που καθόταν εκεί χωρίς να ενοχλεί κανέναν, αρνήθηκε να φύγει, όπως του είπαν. Τότε, μας έβγαλαν όλους έξω. Ευτυχώς το λεωφορείο ήρθε στην ώρα του και σύντομα, βρισκόμασταν στο δρόμο για το Ζάγκρεμπ.
Μέσα σε δύο μέρες ίσα που προλαβαίνεις να πάρεις μια γεύση από τη Βενετία. Σίγουρα ελπίζω πως θα έχω την ευκαιρία να την ξαναεπισκεφτώ, κατά προτίμηση σε κάποια περίοδο που ο κόσμος θα είναι λιγότερος.
Last edited by a moderator: