alma
Member
- Μηνύματα
- 4.297
- Likes
- 18.463
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Graffiti Ponta Delgada
- Ponta Delgada
- Sete Cidades
- Mosteiros
- Ponta Delgada - Furnas
- Ponta Delgada - Ribeira Grande
- São Miguel
- Vila Franca - Nossa Senhora - Lagoa
- Κήποι Jardim José do Canto
- Μουσείο Carlos Machado
- Terceira
- Terceira II
- Terceira III
- Terceira IV
- Algar do Carvão
- Τελευταία μέρα Terceira
- Λίγα λόγια Λισσαβώνα
- Λίγα λόγια Έβορα
- Γενικές εντυπώσεις
Ξεκινήσαμε για τη Vila Franca do Campo, ενώ η διαδρομή όπως σχεδόν όλες στις Αζόρες ήταν όμορφη. Ακόμα ομορφότερη όμως ήταν η Vila Franca do Campo, η οποία υπήρξε πρώην πρωτεύουσα του νησιού και ιδρύθηκε τον 15ο αιώνα. Πάντως ακόμα και σήμερα η ζωή εκεί έμοιαζε να κυλάει σε πολύ χαλαρότερους ρυθμούς, σαν να έμεινε κολλημένη στο παρελθόν. Περπατήσαμε γύρω από τις πέτρινες εκκλησίες, στις πλατείες που ήταν στολισμένες με χρωματιστές Χριστουγεννιάτικες μπάλες (ευτυχώς ήταν ακόμα στολισμένα παρόλο που η Πρωτοχρονιά είχε περάσει πριν αρκετές μέρες) πάνω στα -γυμνά από φύλλα- δέντρα που ταίριαζαν απόλυτα με τα υπόλοιπα γήινα χρώματα του τοπίου.
Εδώ απόρησα...Τι είχαν βάλει στο δέντρο; Κάτι σαν σεμεδάκι;
Ωστόσο τίποτα δεν έμοιαζε να γυρίζει γύρω από τον τουρίστα. Μια μικρή αγορά λουλουδιών ήταν ημιάδεια θα μπορούσαμε να πούμε, ενώ έμοιαζαν να μας κοιτούν περίεργα μιας και μάλλον υπήρξαμε οι μόνοι μη ντόπιοι εκείνες τις στιγμές.
Επίσης πολλά εστιατόρια ήταν κλειστά, στα παγκάκια κάθονταν μόνο ντόπιοι και τα πάντα «φώναζαν» πως η μικρή αυτή πόλη έστεκε εκεί περήφανη δίπλα στα κύματα του Ατλαντικού, αδιάφορη προς τους τουρίστες, αληθινή και αυθεντική. Και μιας και ανέφερα τα κύματα του Ατλαντικού, τι μπορείς να πεις για αυτές τις στιγμές; Άγριος, γκρι με λευκές γραμμές εκεί όπου έσκαγε το κύμα, έμοιαζε να προσπαθεί ο Ατλαντικός να ταιριάξει απόλυτα με τον συννεφιασμένο ουρανό. Ανταριασμένα κύματα έσκαγαν πάνω σε μια παραλία γεμάτη βράχια που συμπλήρωναν την άγρια ομορφιά του χειμωνιάτικου Ατλαντικού. Ωστόσο επειδή Αζόρες χωρίς πράσινο και βλάστηση δεν νοούνται καν, ακόμα κι εκεί δίπλα στα μανιασμένα κύματα, λίγο πριν την ακτή πράσινο και πολύχρωμα λουλούδια «έσπαγαν» λίγο την αγριάδα και το γκρι του υπόλοιπου τοπίου.
Ξεκινήσαμε να ανέβουμε (κυριολεκτικά έχει πάρα πολλά σκαλιά για να φτάσεις) στη Nossa Senhora da Paz. Αυτή η εκκλησία ήταν από τα μέρη που με άγγιξαν περισσότερο σε όλο το νησί. Σκαρφαλωμένη σε τόσο ύψος, μοιάζει να εποπτεύει τα πάντα και να προστατεύει όλο το νησί.
Η θέα όσο ανεβαίνει κανείς γίνεται ακόμα πιο απερίγραπτα όμορφη, ακόμα πιο μοναδική. Εκτός από τα καταπράσινα τοπία και τα όμορφα σπίτια, βλέπει κανείς και το νησάκι Ilhéu da Vila, το οποίο το καλοκαίρι δέχεται αρκετούς επισκέπτες αλλά εμείς μια και πήγαμε Χειμώνα το είδαμε μόνο από ψηλά.
Φτάνοντας στο πρώτο επίπεδο δεν ξέραμε που να πρωτογυρίσουμε τα κεφάλια μας. Προς τα πάνω, σε κάθε σκαλί στο δρόμο προς την εκκλησία, υπήρχαν τα χαρακτηριστικά αζουλέζους τα μπλε πορτογαλικά πλακάκια που απεικόνιζαν παραστάσεις από τη ζωή του Χριστού και της Παναγίας. Επίσης φτάνοντας επάνω μαθαίνει κανείς τον θρύλο που συνοδεύει την ανέγερση της εκκλησίας.
Ανεβαίνοντας στο λόφο κάποιοι βοσκοί βρήκαν μια μικρή εικόνα της Παναγίας. Ειδοποίησαν τον ιερέα της περιοχής και η εικόνα μεταφέρθηκε στην εκκλησία του Αρχάγγελου Μιχαήλ.Την άλλη μέρα όμως η εικόνα βρέθηκε ξανά στην κορυφή του λόφου. Ξεκίνησαν λοιπόν να χτίζουν ένα εκκλησάκι σε άλλο σημείο του λόφου, το οποίο θεώρησαν κατάλληλο. Ωστόσο τα θεμέλια του ναού την νύχτα μεταφέρθηκαν στο σημείο που η εικόνα βρέθηκε αρχικά. Το θέλημα της Παναγίας ήταν σαφές και η εκκλησία χτίστηκε στο σημείο όπου βρίσκεται ως σήμερα και είναι ιδιαίτερα αγαπητή από τους πιστούς. Όταν πήγαμε εμείς ήταν η εκκλησία μέσα ήταν κλειστή όμως από το άνοιγμα φαίνονταν καθαρά τα φρέσκα λουλούδια που οι πιστοί είχαν εναποθέσει σε διάφορα σημεία.
Πραγματικά είχα όρεξη να γυρίσω κάθε γωνιά του νησιού και να επιστρέψω στο ξενοδοχείο το βράδυ.Ούτε από πείνα, ούτε από κούραση καταλάβαινα. Όμως ο συνταξιδιώτης μου έθεσε βέτο. Ήταν κουρασμένος και πεινασμένος. Κι έτσι καταλήξαμε στην συμπαθητική Lagoa όπου ο καιρός κι εκεί δεν ήταν ο καλύτερος, συννεφιασμένος και βροχερός, οπότε εκτιμήσαμε περισσότερο το εστιατόριο που καθίσαμε για φαγητό. Οι επιλογές ελάχιστες αλλά η σούπα με θαλασσινά ήταν καλομαγειρεμένη και φρέσκια ενώ η κουζίνα θύμιζε ελληνική την οποία αγαπάμε ιδιαιτέρως. Το μόνο πρόβλημα; Οι αθεόφοβοι για 2 άτομα φέρνουν όλοκληρη την κατσαρόλα. Όσοι πειναλέοι προσέλθετε.
Μετά από αυτό ένας τρόπος υπήρχε να «καούν» οι θερμίδες. Άλλη μια μεγάλη νυχτερινή βόλτα στην Πόντα Ντελγάδα, μιας και πλησίαζε ο καιρός να την αποχωριστούμε και να βάλουμε πλώρη για άλλο νησί και άλλες αζοριάνικες πόλεις και χωριά.
Εδώ απόρησα...Τι είχαν βάλει στο δέντρο; Κάτι σαν σεμεδάκι;
Ωστόσο τίποτα δεν έμοιαζε να γυρίζει γύρω από τον τουρίστα. Μια μικρή αγορά λουλουδιών ήταν ημιάδεια θα μπορούσαμε να πούμε, ενώ έμοιαζαν να μας κοιτούν περίεργα μιας και μάλλον υπήρξαμε οι μόνοι μη ντόπιοι εκείνες τις στιγμές.
Επίσης πολλά εστιατόρια ήταν κλειστά, στα παγκάκια κάθονταν μόνο ντόπιοι και τα πάντα «φώναζαν» πως η μικρή αυτή πόλη έστεκε εκεί περήφανη δίπλα στα κύματα του Ατλαντικού, αδιάφορη προς τους τουρίστες, αληθινή και αυθεντική. Και μιας και ανέφερα τα κύματα του Ατλαντικού, τι μπορείς να πεις για αυτές τις στιγμές; Άγριος, γκρι με λευκές γραμμές εκεί όπου έσκαγε το κύμα, έμοιαζε να προσπαθεί ο Ατλαντικός να ταιριάξει απόλυτα με τον συννεφιασμένο ουρανό. Ανταριασμένα κύματα έσκαγαν πάνω σε μια παραλία γεμάτη βράχια που συμπλήρωναν την άγρια ομορφιά του χειμωνιάτικου Ατλαντικού. Ωστόσο επειδή Αζόρες χωρίς πράσινο και βλάστηση δεν νοούνται καν, ακόμα κι εκεί δίπλα στα μανιασμένα κύματα, λίγο πριν την ακτή πράσινο και πολύχρωμα λουλούδια «έσπαγαν» λίγο την αγριάδα και το γκρι του υπόλοιπου τοπίου.
Ξεκινήσαμε να ανέβουμε (κυριολεκτικά έχει πάρα πολλά σκαλιά για να φτάσεις) στη Nossa Senhora da Paz. Αυτή η εκκλησία ήταν από τα μέρη που με άγγιξαν περισσότερο σε όλο το νησί. Σκαρφαλωμένη σε τόσο ύψος, μοιάζει να εποπτεύει τα πάντα και να προστατεύει όλο το νησί.
Η θέα όσο ανεβαίνει κανείς γίνεται ακόμα πιο απερίγραπτα όμορφη, ακόμα πιο μοναδική. Εκτός από τα καταπράσινα τοπία και τα όμορφα σπίτια, βλέπει κανείς και το νησάκι Ilhéu da Vila, το οποίο το καλοκαίρι δέχεται αρκετούς επισκέπτες αλλά εμείς μια και πήγαμε Χειμώνα το είδαμε μόνο από ψηλά.
Φτάνοντας στο πρώτο επίπεδο δεν ξέραμε που να πρωτογυρίσουμε τα κεφάλια μας. Προς τα πάνω, σε κάθε σκαλί στο δρόμο προς την εκκλησία, υπήρχαν τα χαρακτηριστικά αζουλέζους τα μπλε πορτογαλικά πλακάκια που απεικόνιζαν παραστάσεις από τη ζωή του Χριστού και της Παναγίας. Επίσης φτάνοντας επάνω μαθαίνει κανείς τον θρύλο που συνοδεύει την ανέγερση της εκκλησίας.
Ανεβαίνοντας στο λόφο κάποιοι βοσκοί βρήκαν μια μικρή εικόνα της Παναγίας. Ειδοποίησαν τον ιερέα της περιοχής και η εικόνα μεταφέρθηκε στην εκκλησία του Αρχάγγελου Μιχαήλ.Την άλλη μέρα όμως η εικόνα βρέθηκε ξανά στην κορυφή του λόφου. Ξεκίνησαν λοιπόν να χτίζουν ένα εκκλησάκι σε άλλο σημείο του λόφου, το οποίο θεώρησαν κατάλληλο. Ωστόσο τα θεμέλια του ναού την νύχτα μεταφέρθηκαν στο σημείο που η εικόνα βρέθηκε αρχικά. Το θέλημα της Παναγίας ήταν σαφές και η εκκλησία χτίστηκε στο σημείο όπου βρίσκεται ως σήμερα και είναι ιδιαίτερα αγαπητή από τους πιστούς. Όταν πήγαμε εμείς ήταν η εκκλησία μέσα ήταν κλειστή όμως από το άνοιγμα φαίνονταν καθαρά τα φρέσκα λουλούδια που οι πιστοί είχαν εναποθέσει σε διάφορα σημεία.
Πραγματικά είχα όρεξη να γυρίσω κάθε γωνιά του νησιού και να επιστρέψω στο ξενοδοχείο το βράδυ.Ούτε από πείνα, ούτε από κούραση καταλάβαινα. Όμως ο συνταξιδιώτης μου έθεσε βέτο. Ήταν κουρασμένος και πεινασμένος. Κι έτσι καταλήξαμε στην συμπαθητική Lagoa όπου ο καιρός κι εκεί δεν ήταν ο καλύτερος, συννεφιασμένος και βροχερός, οπότε εκτιμήσαμε περισσότερο το εστιατόριο που καθίσαμε για φαγητό. Οι επιλογές ελάχιστες αλλά η σούπα με θαλασσινά ήταν καλομαγειρεμένη και φρέσκια ενώ η κουζίνα θύμιζε ελληνική την οποία αγαπάμε ιδιαιτέρως. Το μόνο πρόβλημα; Οι αθεόφοβοι για 2 άτομα φέρνουν όλοκληρη την κατσαρόλα. Όσοι πειναλέοι προσέλθετε.
Μετά από αυτό ένας τρόπος υπήρχε να «καούν» οι θερμίδες. Άλλη μια μεγάλη νυχτερινή βόλτα στην Πόντα Ντελγάδα, μιας και πλησίαζε ο καιρός να την αποχωριστούμε και να βάλουμε πλώρη για άλλο νησί και άλλες αζοριάνικες πόλεις και χωριά.