psilos3
Member
- Μηνύματα
- 7.095
- Likes
- 56.061
- Επόμενο Ταξίδι
- ;
- Ταξίδι-Όνειρο
- Αναζητείται!
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Οι πρώτες συζητήσεις στα νησιά
- Προετοιμασία & εισιτήρια
- Ημέρα του ταξιδιού
- Η πρώτη νύχτα στην Αβάνα
- Καλημέρα από Αβάνα!
- Αβάνα, ημέρα δεύτερη, η τουριστική!
- Σαν βγεις στο πηγαιμό για το Ρεμέδιος
- Σάντα Κλάρα και μετ’ εμποδίων Τρινιδάδ. Ημέρα περιπέτειας.
- Πύργος των Σκλάβων, παραλία Ancon & μια νέα φιλία!
- Σιενφουέγος, στο δρόμο με τα καβούρια
- Επιστροφή στην Αβάνα
- Ρούμι, πούρα και Αβάνα!
- Τελευταία μέρα, με «μια κάντιλακ αρχαία»
- Απολογισμός – σύνοψη
Επιστροφή στην Αβάνα
Το ρολόι έδειχνε σχεδόν 7 κι έπρεπε να σηκωθούμε, όχι τόσο ξεκούραστοι αυτή τη φορά. Είχε φέξει σχετικά καλά, οπότε και μπορούσαμε να ξεκινήσουμε. Ο στόχος ήταν να βρισκόμαστε στο σημείο παράδοσης στη Αβάνα έως τις 11 το πρωί, καθώς αφενός γνωρίζαμε ότι η (σχεδόν) παραμικρή καθυστέρηση χρεώνεται σαν ολόκληρη ημέρα και δεν είχε πλάκα, και αφετέρου δε ξέραμε τι μπορεί να συμβεί στο δρόμο, καθώς Κούβα είσαι και δεν αποκλείεται τίποτα.
(Το γράφω και το ξαναγράφω, γίνομαι κουραστικός και το ξέρω, αλλά πιστέψτε με είναι κάτι που πρέπει να γνωρίζετε όσοι σχεδιάζετε ίδιου τύπου εκδρομή)
Βγήκαμε στην Εθνική οδό λοιπόν μετά από λίγο, πατητοί για Αβάνα. Επειδή το οδόστρωμα είναι για τ' ανάθεμα όπως σας εξήγησα, βρήκα ένα κόλπο και ακολούθησα έναν με πινακίδες Κούβας που ήξερε όπως φαινόταν απ’ έξω κι ανακατωτά το δρόμο, και απέφευγε τις λακκούβες. Το ίδιο σας συμβουλεύω να κάνετε κι εσείς αν σκοπεύετε να νοικιάσετε αυτοκίνητο. Οι Κουβανοί σίγουρα ξέρουν καλύτερα! Στη διαδρομή αυτή με σταμάτησαν μόνο μία φορά, κι αυτό για να μου κάνουν παρατήρηση επειδή πήγαινα με τα φώτα ανοικτά. Το λόγο φυσικά δεν το κατάλαβα ποτέ.
Ένα τρίωρο μετά είχαμε πιάσει Αβάνα, όπου μετά από 20λεπτη κίνηση εντός πόλης, παραδώσαμε το αμάξι στην ώρα μας. Έγιναν οι απαραίτητοι έλεγχοι, μας επιστράφηκε το ποσό των 200 Cuc, και γελάσανε όλοι μαζί (κι εμείς) για το περιστατικό στη Σάντα Κλάρα.
Μπήκαμε στο πρώτο διαθέσιμο ταξί κι επιστρέψαμε στο σπίτι μας, με μια νοσταλγία λες και ήταν δικό μας. Όσο να πεις το νιώθαμε, όπως και την Αβάνα πόλη μας. Η Irene μας περίμενε φυσικά, για να μας κατατοπίσει εκ νέου και να μας δώσει τα κλειδιά. Δε χάσαμε καθόλου χρόνο μιας και ήταν περασμένες δώδεκα, και ξεχυθήκαμε στους δρόμους. Προορισμός μας σήμερα το κέντρο, καθώς είχαμε σαν στόχο να επισκεφτούμε το πολύ γνωστό μουσείο της επανάστασης!
Είχαμε προσανατολιστεί αρκετά καλά στην Αβάνα, οπότε για λόγους βόλτας αλλά και για να δούμε όσα περισσότερα γινόταν περπατήσαμε μέσα από τα στενάκια της πόλης, μη χάνοντας την ευκαιρία παράλληλα να φωτογραφίσουμε, να χαζέψουμε και να πιούμε βέβαια και καμιά παγωμένη μπυρίτσα.
Ανοιχτές πόρτες, ανοιχτά σπίτια. Για του λόγου το αληθές:
Ένα μισάωρο μετά είχαμε φτάσει στο Museo de la revolution. Το κτήριο προ επανάστασης ήταν το προεδρικό μέγαρο της Κούβας, και πρόκειται για ένα πολύ εντυπωσιακό κι επιβλητικό νεοκλασικό. Το μουσείο συγκεντρώνει υλικό από τις μάχες του επαναστατικού πολέμου, αλλά και αυτού της ανεξαρτησίας. Πληρώσαμε την είσοδο των περίπου 8 Cuc και μπήκαμε, αρχικά βλέποντας το φωτογραφικό υλικό και τις περιγραφές:
Ξεχώριζε φυσικά στο προαύλιο η τεράστια Κουβανική σημαία:
Ομοιώματα των επαναστατών σε φυσικό μέγεθος:
Θέα από το μουσείο προς τη Malecon:
Το καπέλο του Camilo & ο μπερές του Che, αλλά και ο εσωτερικός χώρος του κτηρίου:
Στο ενδιάμεσο και κατευθυνόμενοι στον εξωτερικό χώρο του μουσείου, είχαμε τηλεφωνηθεί με τον ED, ο οποίος μπήκε επίσης στο μουσείο με διαφορετικό βέβαια εισιτήριο σαν Κουβανός πολίτης (30CUP= 25 λεπτά του ευρώ), κάτι το οποίο μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση. Γιατί να μην έχουμε κι ένα αντίστοιχο μέτρο στη χώρα μας είναι κάτι που αναρωτιέμαι. Ο ED -που έφερε τα ρούχα μου από το Τρινιδάδ- θα νοίκιαζε αυτοκίνητο ώστε να πάει να παραλάβει από το αεροδρόμιο 2 τουρίστες από την Αμερική, και μετά να κατευθυνθεί προς Βινάλες.
Ήμασταν λοιπόν τυχεροί καθώς είχαμε και ντόπιο ξεναγό στη παρέα μας. Αφού ήπιαμε ένα καφεδάκι στο κυλικείο, είδαμε και πίσω μέρος του μουσείου στο οποίο εκτίθενται οχήματα, αεροσκάφη και πολεμικά πλοία που συμμετείχαν στις μάχες της περιόδου του πολέμου:
Το σημαντικότερο έκθεμα είναι το φημισμένο ιστιοφόρο “Granma” που μετέφερε τον Φιντέλ, τον Τσε και μια χούφτα άλλους αγωνιστές της επανάστασης από το Μεξικό στην Κούβα, προκειμένου να οργανώσουν την επανάσταση με σκοπό την ελευθερία:
Σε γενικές γραμμές λοιπόν το μουσείο παραθέτει κομμάτια της πρόσφατης ιστορίας του τόπου. Σίγουρα η πληροφόρηση είναι σημαντική, και λογικό είναι να θεωρείται από όλους τους επισκέπτες της χώρας σημείο αναφοράς. Επίσης σίγουρα χρήζει βελτίωσης σε κάποια θέματα, αλλά αυτό κατά τη γνώμη μου είναι δευτερεύον. Πολύ ωραία τέλος η εικόνα των μικρών Κουβανών μαθητών που πραγματοποιούσαν την επίσκεψη τους στο χώρο.
Αποκορύφωμα της cult κατάστασης ακόμα και στο μουσείο, είναι ότι στη τουαλέτα το καζανάκι ήταν χαλασμένο. Οπότε τι σκέφτηκε το δαιμόνιο μυαλό τους; Φυσικά να βάλουν μία υπάλληλο η οποία φρόντιζε για να τηρείται η σειρά, αλλά και για να ρίχνει νερό μόλις βγει κάποιος από μέσα. Σουρεάλ!
Η ώρα είχε περάσει, μεσημέριασε για τα καλά και αυτό που θέλαμε πλέον ήταν να τσιμπήσουμε κάτι και να βολτάρουμε μόνο στη παλιά πόλη και στο ιστορικό κέντρο.
Γυρίσαμε μερικά μπαρ, φάγαμε από μικρά μαγαζάκια και ήπιαμε μπύρες όπου βρήκαμε. Αυτή η πόλη είναι μαγική, οι δρόμοι και οι πλατείες της έχουν κάτι το ξεχωριστό:
Όχι δείτε παρακαλώ την εικόνα και πείτε μου, πως γίνεται κάποιος να μην ερωτευτεί την Αβάνα:
Δε γίνεται!
Περασμένο απόγευμα πλέον, και μετά τη καθιερωμένη στάση μας για λίγο στο πάρκο για να συνδεθούμε στο ίντερνετ, γυρίσαμε στο σπίτι κουρασμένοι.
Βέβαια είχαμε ήδη οργανωθεί καταλλήλως όπως θα δείτε γιατί στο σπίτι πρέπει να υπάρχουν τα πάντα, και αφεθήκαμε στη γαλήνη της γειτονιάς και της βεράντας μας. Η κουνιστή πολυθρόνα είχε γίνει απαραίτητο αξεσουάρ:
Το συγκεκριμένο βράδυ δεχτήκαμε και μια πολύ ωραία επίσκεψη, έναν φίλο της αδερφής μου από την Αβάνα, τον Jesus με την κοπέλα του, με τον οποίο είχαμε έρθει σε επαφή από πριν και ήθελε να μας δει. Αφού παρέλαβε τα δώρα που του έστειλαν από την Ελλάδα, όπως ούζο & ελιές (κάτι που δεν υπάρχει στη Κούβα), αράξαμε και πιάσαμε τη κουβέντα πίνοντας ρούμια. Μάθαμε πολύ ωραία πράγματα για τη κουλτούρα των Κουβανών, τον τρόπο ζωής τους, τα θέλω τους, την εικόνα που έχουν οι τουρίστες και πόσο αυτή διαφέρει, τις δυσκολίες τους, το προηγμένο σύστημα παιδείας και υγείας, και γενικότερες πληροφορίες για την εκδρομή μας. Άλλωστε η δουλειά του Jesus ήταν επίσης οι ξεναγήσεις και γνώριζε άπταιστα Αγγλικά. Φυσικά σε κάποια φάση χαλαρώσαμε εντελώς, και αφού η κουβέντα πήγε στο γεγονός ότι εμείς κάθε βράδυ στην εκδρομή αυτή πριν κοιμηθούμε πίνουμε ρούμι και ακούμε μουσική, μου ζήτησαν να τους βάλω να ακούσουν. Ρωτάω «είστε σίγουροι, Greek music, bouzouki?» και μου απαντάνε «ναι» με βεβαιότητα.
Ε λοιπόν, έχετε δει Κουβανή να χαίρεται και να πηγαίνει πέρα – δώθε με το «Απόψε στις ακρογιαλιές» του Τσιτσάνη; Εμείς έχουμε δει, και ήταν η καλύτερη εικόνα για να κλείσει μια ακόμα πολύ όμορφη μέρα.
Όμως επειδή δεν είχαμε ησυχία, σηκωθήκαμε γύρω στς 12 το βράδυ να κάνουμε τη βόλτα μας και να πάμε να βρούμε τον ED σε ένα κοντινό μπαρ (το πιο κυριλέ που είδαμε στη χώρα όπως αποδείχτηκε), καθώς είχαμε μιλήσει. Αυτό που θυμάμαι χαρακτηριστικά είναι η ακριβή τιμή του Mojito εκεί (6 CUC) αλλά και η πείνα που μας έπιασε στην επιστροφή. Φυσικά τι να βρεις να φας στο Βεδάδο μετά τις 2 το βράδυ; Ένα πρατήριο άρτου, από το οποίο πήραμε μια φρατζόλα σκέτη που μας ζητήσανε μάλιστα και 3 CUC, μας έσωσε!
Το ρολόι έδειχνε σχεδόν 7 κι έπρεπε να σηκωθούμε, όχι τόσο ξεκούραστοι αυτή τη φορά. Είχε φέξει σχετικά καλά, οπότε και μπορούσαμε να ξεκινήσουμε. Ο στόχος ήταν να βρισκόμαστε στο σημείο παράδοσης στη Αβάνα έως τις 11 το πρωί, καθώς αφενός γνωρίζαμε ότι η (σχεδόν) παραμικρή καθυστέρηση χρεώνεται σαν ολόκληρη ημέρα και δεν είχε πλάκα, και αφετέρου δε ξέραμε τι μπορεί να συμβεί στο δρόμο, καθώς Κούβα είσαι και δεν αποκλείεται τίποτα.
(Το γράφω και το ξαναγράφω, γίνομαι κουραστικός και το ξέρω, αλλά πιστέψτε με είναι κάτι που πρέπει να γνωρίζετε όσοι σχεδιάζετε ίδιου τύπου εκδρομή)
Βγήκαμε στην Εθνική οδό λοιπόν μετά από λίγο, πατητοί για Αβάνα. Επειδή το οδόστρωμα είναι για τ' ανάθεμα όπως σας εξήγησα, βρήκα ένα κόλπο και ακολούθησα έναν με πινακίδες Κούβας που ήξερε όπως φαινόταν απ’ έξω κι ανακατωτά το δρόμο, και απέφευγε τις λακκούβες. Το ίδιο σας συμβουλεύω να κάνετε κι εσείς αν σκοπεύετε να νοικιάσετε αυτοκίνητο. Οι Κουβανοί σίγουρα ξέρουν καλύτερα! Στη διαδρομή αυτή με σταμάτησαν μόνο μία φορά, κι αυτό για να μου κάνουν παρατήρηση επειδή πήγαινα με τα φώτα ανοικτά. Το λόγο φυσικά δεν το κατάλαβα ποτέ.
Ένα τρίωρο μετά είχαμε πιάσει Αβάνα, όπου μετά από 20λεπτη κίνηση εντός πόλης, παραδώσαμε το αμάξι στην ώρα μας. Έγιναν οι απαραίτητοι έλεγχοι, μας επιστράφηκε το ποσό των 200 Cuc, και γελάσανε όλοι μαζί (κι εμείς) για το περιστατικό στη Σάντα Κλάρα.
Μπήκαμε στο πρώτο διαθέσιμο ταξί κι επιστρέψαμε στο σπίτι μας, με μια νοσταλγία λες και ήταν δικό μας. Όσο να πεις το νιώθαμε, όπως και την Αβάνα πόλη μας. Η Irene μας περίμενε φυσικά, για να μας κατατοπίσει εκ νέου και να μας δώσει τα κλειδιά. Δε χάσαμε καθόλου χρόνο μιας και ήταν περασμένες δώδεκα, και ξεχυθήκαμε στους δρόμους. Προορισμός μας σήμερα το κέντρο, καθώς είχαμε σαν στόχο να επισκεφτούμε το πολύ γνωστό μουσείο της επανάστασης!
Είχαμε προσανατολιστεί αρκετά καλά στην Αβάνα, οπότε για λόγους βόλτας αλλά και για να δούμε όσα περισσότερα γινόταν περπατήσαμε μέσα από τα στενάκια της πόλης, μη χάνοντας την ευκαιρία παράλληλα να φωτογραφίσουμε, να χαζέψουμε και να πιούμε βέβαια και καμιά παγωμένη μπυρίτσα.
Ανοιχτές πόρτες, ανοιχτά σπίτια. Για του λόγου το αληθές:

Ένα μισάωρο μετά είχαμε φτάσει στο Museo de la revolution. Το κτήριο προ επανάστασης ήταν το προεδρικό μέγαρο της Κούβας, και πρόκειται για ένα πολύ εντυπωσιακό κι επιβλητικό νεοκλασικό. Το μουσείο συγκεντρώνει υλικό από τις μάχες του επαναστατικού πολέμου, αλλά και αυτού της ανεξαρτησίας. Πληρώσαμε την είσοδο των περίπου 8 Cuc και μπήκαμε, αρχικά βλέποντας το φωτογραφικό υλικό και τις περιγραφές:
Ξεχώριζε φυσικά στο προαύλιο η τεράστια Κουβανική σημαία:
Ομοιώματα των επαναστατών σε φυσικό μέγεθος:
Θέα από το μουσείο προς τη Malecon:
Το καπέλο του Camilo & ο μπερές του Che, αλλά και ο εσωτερικός χώρος του κτηρίου:
Στο ενδιάμεσο και κατευθυνόμενοι στον εξωτερικό χώρο του μουσείου, είχαμε τηλεφωνηθεί με τον ED, ο οποίος μπήκε επίσης στο μουσείο με διαφορετικό βέβαια εισιτήριο σαν Κουβανός πολίτης (30CUP= 25 λεπτά του ευρώ), κάτι το οποίο μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση. Γιατί να μην έχουμε κι ένα αντίστοιχο μέτρο στη χώρα μας είναι κάτι που αναρωτιέμαι. Ο ED -που έφερε τα ρούχα μου από το Τρινιδάδ- θα νοίκιαζε αυτοκίνητο ώστε να πάει να παραλάβει από το αεροδρόμιο 2 τουρίστες από την Αμερική, και μετά να κατευθυνθεί προς Βινάλες.
Ήμασταν λοιπόν τυχεροί καθώς είχαμε και ντόπιο ξεναγό στη παρέα μας. Αφού ήπιαμε ένα καφεδάκι στο κυλικείο, είδαμε και πίσω μέρος του μουσείου στο οποίο εκτίθενται οχήματα, αεροσκάφη και πολεμικά πλοία που συμμετείχαν στις μάχες της περιόδου του πολέμου:
Το σημαντικότερο έκθεμα είναι το φημισμένο ιστιοφόρο “Granma” που μετέφερε τον Φιντέλ, τον Τσε και μια χούφτα άλλους αγωνιστές της επανάστασης από το Μεξικό στην Κούβα, προκειμένου να οργανώσουν την επανάσταση με σκοπό την ελευθερία:
Σε γενικές γραμμές λοιπόν το μουσείο παραθέτει κομμάτια της πρόσφατης ιστορίας του τόπου. Σίγουρα η πληροφόρηση είναι σημαντική, και λογικό είναι να θεωρείται από όλους τους επισκέπτες της χώρας σημείο αναφοράς. Επίσης σίγουρα χρήζει βελτίωσης σε κάποια θέματα, αλλά αυτό κατά τη γνώμη μου είναι δευτερεύον. Πολύ ωραία τέλος η εικόνα των μικρών Κουβανών μαθητών που πραγματοποιούσαν την επίσκεψη τους στο χώρο.
Αποκορύφωμα της cult κατάστασης ακόμα και στο μουσείο, είναι ότι στη τουαλέτα το καζανάκι ήταν χαλασμένο. Οπότε τι σκέφτηκε το δαιμόνιο μυαλό τους; Φυσικά να βάλουν μία υπάλληλο η οποία φρόντιζε για να τηρείται η σειρά, αλλά και για να ρίχνει νερό μόλις βγει κάποιος από μέσα. Σουρεάλ!
Η ώρα είχε περάσει, μεσημέριασε για τα καλά και αυτό που θέλαμε πλέον ήταν να τσιμπήσουμε κάτι και να βολτάρουμε μόνο στη παλιά πόλη και στο ιστορικό κέντρο.
Γυρίσαμε μερικά μπαρ, φάγαμε από μικρά μαγαζάκια και ήπιαμε μπύρες όπου βρήκαμε. Αυτή η πόλη είναι μαγική, οι δρόμοι και οι πλατείες της έχουν κάτι το ξεχωριστό:
Όχι δείτε παρακαλώ την εικόνα και πείτε μου, πως γίνεται κάποιος να μην ερωτευτεί την Αβάνα:
Δε γίνεται!
Περασμένο απόγευμα πλέον, και μετά τη καθιερωμένη στάση μας για λίγο στο πάρκο για να συνδεθούμε στο ίντερνετ, γυρίσαμε στο σπίτι κουρασμένοι.
Βέβαια είχαμε ήδη οργανωθεί καταλλήλως όπως θα δείτε γιατί στο σπίτι πρέπει να υπάρχουν τα πάντα, και αφεθήκαμε στη γαλήνη της γειτονιάς και της βεράντας μας. Η κουνιστή πολυθρόνα είχε γίνει απαραίτητο αξεσουάρ:

Το συγκεκριμένο βράδυ δεχτήκαμε και μια πολύ ωραία επίσκεψη, έναν φίλο της αδερφής μου από την Αβάνα, τον Jesus με την κοπέλα του, με τον οποίο είχαμε έρθει σε επαφή από πριν και ήθελε να μας δει. Αφού παρέλαβε τα δώρα που του έστειλαν από την Ελλάδα, όπως ούζο & ελιές (κάτι που δεν υπάρχει στη Κούβα), αράξαμε και πιάσαμε τη κουβέντα πίνοντας ρούμια. Μάθαμε πολύ ωραία πράγματα για τη κουλτούρα των Κουβανών, τον τρόπο ζωής τους, τα θέλω τους, την εικόνα που έχουν οι τουρίστες και πόσο αυτή διαφέρει, τις δυσκολίες τους, το προηγμένο σύστημα παιδείας και υγείας, και γενικότερες πληροφορίες για την εκδρομή μας. Άλλωστε η δουλειά του Jesus ήταν επίσης οι ξεναγήσεις και γνώριζε άπταιστα Αγγλικά. Φυσικά σε κάποια φάση χαλαρώσαμε εντελώς, και αφού η κουβέντα πήγε στο γεγονός ότι εμείς κάθε βράδυ στην εκδρομή αυτή πριν κοιμηθούμε πίνουμε ρούμι και ακούμε μουσική, μου ζήτησαν να τους βάλω να ακούσουν. Ρωτάω «είστε σίγουροι, Greek music, bouzouki?» και μου απαντάνε «ναι» με βεβαιότητα.
Ε λοιπόν, έχετε δει Κουβανή να χαίρεται και να πηγαίνει πέρα – δώθε με το «Απόψε στις ακρογιαλιές» του Τσιτσάνη; Εμείς έχουμε δει, και ήταν η καλύτερη εικόνα για να κλείσει μια ακόμα πολύ όμορφη μέρα.
Όμως επειδή δεν είχαμε ησυχία, σηκωθήκαμε γύρω στς 12 το βράδυ να κάνουμε τη βόλτα μας και να πάμε να βρούμε τον ED σε ένα κοντινό μπαρ (το πιο κυριλέ που είδαμε στη χώρα όπως αποδείχτηκε), καθώς είχαμε μιλήσει. Αυτό που θυμάμαι χαρακτηριστικά είναι η ακριβή τιμή του Mojito εκεί (6 CUC) αλλά και η πείνα που μας έπιασε στην επιστροφή. Φυσικά τι να βρεις να φας στο Βεδάδο μετά τις 2 το βράδυ; Ένα πρατήριο άρτου, από το οποίο πήραμε μια φρατζόλα σκέτη που μας ζητήσανε μάλιστα και 3 CUC, μας έσωσε!
Last edited: