hydronetta
Member
- Μηνύματα
- 4.171
- Likes
- 14.604
- Επόμενο Ταξίδι
- ???
- Ταξίδι-Όνειρο
- όπου δεν έχω πάει
Erta Ale : Η Κόλαση!
Με την αυγούλα αποχαιρετήσαμε τη πιτσιρακαρία του χωριού.
«China, china»
Μάλλον οι επενδύσεις εξ’ανατολών πρέπει να έφεραν μαζί κι ένα λεφούσι κινέζων εργολάβων γιατί το παραδοσιακό «faranji» που ξεστόμιζαν τα παιδιά στη θέα κάθε αλλοδαπού, συχνά πυκνά μεταλλασσόταν σε… «china».
Ουδόλως κολακευτικό δια την απολλώνια κορμοστασιά μου!
Ήταν όμως μια συνεχής υπενθύμιση ότι ο κίτρινος γίγαντας έχει απλώσει επιχειρηματικά τα πλοκάμια του παντού στην Μαύρη Ήπειρο και μεταμορφώνεται σ’ έναν ιδιότυπο νεοαποικιοκράτη που δεν ενδιαφέρεται για τίποτ’άλλο εκτός από μπίζνες. Εις τα παλαιότερα των υποδημάτων ευαισθησίες για δημοκρατία, ανθρωπιστική κρίση και άλλα συναφή.
Ως αντάλλαγμα σε κάθε ερημοχώρι στην Αιθιοπία βρίσκεις πλέον λογής λογής προϊόντα made in China.
Άντε πάλι στους δρόμους σε βουνά και σε λαγκάδια.
Μπήκαμε πια όλο και πιο βαθειά στην περιοχή που τον έλεγχο έχουν οι Afar.
Στάση σ’ένα χωριό με σπίτια από τσίγκους, γεμάτο από πρόσωπα αγέλαστα.
Έπρεπε να πάρουμε τις σχετικές άδειες πριν συνεχίσουμε για το Erta Ale κι όση ώρα περιμέναμε δεν αποτολμήσαμε παρά μια μικρή γύρα στα στενά της παραγκούπολης. Οι οδηγίες ρητές: «Μην διανοηθείτε να το παίξετε National Geographic με τις μηχανές. Oι Afar δεν λατρεύουν τον φωτογραφικό φακό. Το αντίθετο μάλιστα»
Και δια του λόγου το αληθές έτυχε στη ρότα μας να συναπαντήσουμε μια ψιλόλιγνη Afar βοσκοπούλα. Mε τα κοτσίδια και τα πολύχρωμα λιλιά γύρω από το λαιμό ήταν φωτογενέστατη, όμως παρά το στενό μαρκάρισμα που της κάναμε όλοι οι παρεβρισκόμενοι, αντιδρούσε σαν αγρίμι σε κάθε υποψία κίνησης φωτογραφικού φακού. Αντιστάσεις που κάμφθηκαν μερικώς σαν την δωροδοκήσαμε με κάμποσα…. τσιγάρα!
Εστιάστε στην υπέροχη οδοντοστοιχία...
Έτσι είναι οι Afar, με προφορική παράδοση που τους θέλει να προέρχονται από τους Άραβες, νομάδες κτηνοτρόφοι, αναλφάβητοι, σκουρόχρωμοι, ξερακιανοί σαν τη γη που κατοικούν, σχεδόν αγρίμια. Μουσουλμάνοι με ανιμιστικές καταβολές κι αναφορές που τους ήθελαν να τιμούν απρόσκληπτους επισκέπτες στη περιοχή τους κόβοντάς τους…τ’αμελέτητα…
Το κονβόι εγκατέλειψε πια την άσφαλτο κι ανασυντάχθηκε στο χωματόδρομο σε μια σαρανταποδαρούσα τροχοφόρων.
Αναγκαίο ώστε να υπάρχει αλληλοκάλυψη σε περίπτωση βλάβης.
Μετά από στάση για γεύμα σ’ένα χωριό από τσιγκοκατασκευές, σ’ένα μονότονο, επίπεδο, γυμνό τοπίο...
...ξεκίνησε το μαρτύριο.
Κινούμασταν πλέον σε ηφαιστειακό έδαφος με ότι αυτό συνεπάγεται για την ακεραιότητα του μυοσκελετικού μας συστήματος. Αλλού το κεφάλι, αλλού ο αυχένας, αλλού ο κορμός.
Πάνω κάτω πέρα δώθε σαν φραπέ, αξιωθήκαμε να φτάσουμε στην κατασκήνωση που ήταν και…στρατιωτική βάση. Είχαμε χρόνο ίσα να ξεκουράσουμε το ταλαιπωρημένο σαρκίο μας, να φορτωθούμε τα απολύτως απαραίτητα και να παραταχθούμε έτοιμοι για την 3ωρη ανάβαση προς το ηφαίστειο Erta Ale.
Ο Φ. το γρουσούζεψε: «Ο ουρανός μου φαίνεται βαρύς. Να πάρουμε και καμιά ομπρέλλα καλού κακού;» Με την σιγουριά της ΕΜΥ, τον επέπληξα ότι στα μέρη αυτά η βροχή είναι άγνωστη λέξη… Ουδέν χείρον της μωρίας…
Ξεκινήσαμε νωρίς το απόγευμα χαλαρά κι όσο ανηφορίζαμε τόσο το φως έπεφτε.
Τελικά καταλήξαμε σαν τους ανθρακωρύχους μέσα στο πηχτό σκοτάδι να βρίσκουμε το βηματισμό μας πάνω στις ηφαιστειακές πέτρες χρησιμοποιώντας τους φακούς που ήταν αναγκαίο να έχει ο καθένας μαζί του.. Δεν μας έφτανε όμως που δεν βλέπαμε τη τύφλα μας πέρα απ’όπου έπεφτε η δέσμη φωτός του φακού…έπιασε και βροχή. Ναι, εκεί που ήμουν απόλυτα σίγουρος ότι δεν βρέχει ποτέ! Ευτυχώς ποτιστική.
3 ώρες μου πήρε τελικά να φτάσω στην κατασκήνωση δίπλα από το ηφαίστειο.
Ουραγός και ξέπνοος.
Όμως ποιος λογαριάζει τη κούραση σαν λίγες εκατοντάδες μέτρα μακρύτερα έβλεπες τον ηφαιστειακό κώνο να ματώνει στον κατάμαυρο ουρανό.
Δεν χάσαμε χρόνο. Το βάδισμα πάνω στην πρόσφατα στερεοποιημένη λάβα έκρυβε κινδύνους. Μπορούσε να θρυμματιστεί από τη πίεση και χρειαζόταν να ζυγιάζεις κάθε βήμα.
Προσεγγίσαμε κοντά στο χείλος. Δεν μπορούσες να πλησιάσεις και πολύ. Μια το σαθρό έδαφος, μια η ανυποφόρη ζέστη που σε χτυπούσε σαν καμίνι στο πρόσωπο, μια ο τοξικός καπνός που σε έπνιγε.
Είχαμε φτάσει στη Κόλαση!
Σταθήκαμε βουβοί. Καθηλωμένοι από το θέαμα.
Η λάβα κινιόταν ασταμάτητα. Φούσκωνε, κόχλαζε, μούγκριζε και πάφλαζε υπόκωφα σαν θάλασσα που σκα πάνω στα βράχια. Ήταν ένα θέαμα εθιστικό, δεν ήθελες να τ’αφήσεις απ΄ τα μάτια σου. Ασκούσε πάνω μας μια αλλόκοτα ακαταμάχητη γοητεία.
Άρον άρον μας μάζεψαν να γυρίσουμε στο καταυλισμό. Στρώματα και υπνόσακκοι είχαν στρωθεί καταγής και ήδη μοίραζαν φαγητό.
Δεν πρόκαμα να βάλω μπουκιά στο στόμα και…. ξανάρχισε η βροχή.
Ναι, εκεί που ήμουν απόλυτα σίγουρος ότι δεν βρέχει ποτέ! Κι αυτή τη φορά πιο δυνατή.
Πανικός στο πλήθος που άρον άρον μάζευε στρώματα, υπνόσακκους κι έψαχνε να βρει ένα μέρος στεγασμένο να προφυλαχθεί για να περάσει το βράδυ. Όμως τα μόνα διαθέσιμα ήταν τα υποστατικά των ζώων.
Βρήκαμε το δικό μας στάβλο, καθαρίσαμε το σκουπιδαριό και με ανάμικτο άρωμα καμηλο-τραγίλας να μας πνίγει, χωθήκαμε όπως όπως ελπίζοντας πως η βροχή θα κοπάσει.
Η βροχή δεν κόπασε παρά το ξημέρωμα.
Τουρτούριζα από το κρύο και την υγρασία. Οι στάλες βροχής από την ρημαγμένη οροφή του υποστατικού πέφταν πάνω μου ολονυχτίς σαν το μαρτύριο της σταγόνας.
Εντούτοις η βραδυνή ταλαιπωρία δεν στάθηκε ικανή να μας στερήσει τη λαχτάρα, πριν ξεκινήσουμε τ’αξημέρωτα το δρόμο της επιστροφής, να τρέξουμε στο κρατήρα για να ξεκλέψουμε πάλι κάποιες εικόνες.
Ήταν ένα διθυραμβικό κρεσέντο που έκλεινε κατά τον πιο μαγευτικό τρόπο το ταξίδι μας σ’αυτή τη μοναδική χώρα!
- ΤΕΛΟΣ -
Με την αυγούλα αποχαιρετήσαμε τη πιτσιρακαρία του χωριού.


«China, china»
Μάλλον οι επενδύσεις εξ’ανατολών πρέπει να έφεραν μαζί κι ένα λεφούσι κινέζων εργολάβων γιατί το παραδοσιακό «faranji» που ξεστόμιζαν τα παιδιά στη θέα κάθε αλλοδαπού, συχνά πυκνά μεταλλασσόταν σε… «china».
Ουδόλως κολακευτικό δια την απολλώνια κορμοστασιά μου!
Ήταν όμως μια συνεχής υπενθύμιση ότι ο κίτρινος γίγαντας έχει απλώσει επιχειρηματικά τα πλοκάμια του παντού στην Μαύρη Ήπειρο και μεταμορφώνεται σ’ έναν ιδιότυπο νεοαποικιοκράτη που δεν ενδιαφέρεται για τίποτ’άλλο εκτός από μπίζνες. Εις τα παλαιότερα των υποδημάτων ευαισθησίες για δημοκρατία, ανθρωπιστική κρίση και άλλα συναφή.
Ως αντάλλαγμα σε κάθε ερημοχώρι στην Αιθιοπία βρίσκεις πλέον λογής λογής προϊόντα made in China.
Άντε πάλι στους δρόμους σε βουνά και σε λαγκάδια.

Μπήκαμε πια όλο και πιο βαθειά στην περιοχή που τον έλεγχο έχουν οι Afar.
Στάση σ’ένα χωριό με σπίτια από τσίγκους, γεμάτο από πρόσωπα αγέλαστα.

Έπρεπε να πάρουμε τις σχετικές άδειες πριν συνεχίσουμε για το Erta Ale κι όση ώρα περιμέναμε δεν αποτολμήσαμε παρά μια μικρή γύρα στα στενά της παραγκούπολης. Οι οδηγίες ρητές: «Μην διανοηθείτε να το παίξετε National Geographic με τις μηχανές. Oι Afar δεν λατρεύουν τον φωτογραφικό φακό. Το αντίθετο μάλιστα»
Και δια του λόγου το αληθές έτυχε στη ρότα μας να συναπαντήσουμε μια ψιλόλιγνη Afar βοσκοπούλα. Mε τα κοτσίδια και τα πολύχρωμα λιλιά γύρω από το λαιμό ήταν φωτογενέστατη, όμως παρά το στενό μαρκάρισμα που της κάναμε όλοι οι παρεβρισκόμενοι, αντιδρούσε σαν αγρίμι σε κάθε υποψία κίνησης φωτογραφικού φακού. Αντιστάσεις που κάμφθηκαν μερικώς σαν την δωροδοκήσαμε με κάμποσα…. τσιγάρα!

Εστιάστε στην υπέροχη οδοντοστοιχία...
Έτσι είναι οι Afar, με προφορική παράδοση που τους θέλει να προέρχονται από τους Άραβες, νομάδες κτηνοτρόφοι, αναλφάβητοι, σκουρόχρωμοι, ξερακιανοί σαν τη γη που κατοικούν, σχεδόν αγρίμια. Μουσουλμάνοι με ανιμιστικές καταβολές κι αναφορές που τους ήθελαν να τιμούν απρόσκληπτους επισκέπτες στη περιοχή τους κόβοντάς τους…τ’αμελέτητα…
Το κονβόι εγκατέλειψε πια την άσφαλτο κι ανασυντάχθηκε στο χωματόδρομο σε μια σαρανταποδαρούσα τροχοφόρων.
Αναγκαίο ώστε να υπάρχει αλληλοκάλυψη σε περίπτωση βλάβης.


Μετά από στάση για γεύμα σ’ένα χωριό από τσιγκοκατασκευές, σ’ένα μονότονο, επίπεδο, γυμνό τοπίο...



...ξεκίνησε το μαρτύριο.
Κινούμασταν πλέον σε ηφαιστειακό έδαφος με ότι αυτό συνεπάγεται για την ακεραιότητα του μυοσκελετικού μας συστήματος. Αλλού το κεφάλι, αλλού ο αυχένας, αλλού ο κορμός.

Πάνω κάτω πέρα δώθε σαν φραπέ, αξιωθήκαμε να φτάσουμε στην κατασκήνωση που ήταν και…στρατιωτική βάση. Είχαμε χρόνο ίσα να ξεκουράσουμε το ταλαιπωρημένο σαρκίο μας, να φορτωθούμε τα απολύτως απαραίτητα και να παραταχθούμε έτοιμοι για την 3ωρη ανάβαση προς το ηφαίστειο Erta Ale.



Ο Φ. το γρουσούζεψε: «Ο ουρανός μου φαίνεται βαρύς. Να πάρουμε και καμιά ομπρέλλα καλού κακού;» Με την σιγουριά της ΕΜΥ, τον επέπληξα ότι στα μέρη αυτά η βροχή είναι άγνωστη λέξη… Ουδέν χείρον της μωρίας…
Ξεκινήσαμε νωρίς το απόγευμα χαλαρά κι όσο ανηφορίζαμε τόσο το φως έπεφτε.







Τελικά καταλήξαμε σαν τους ανθρακωρύχους μέσα στο πηχτό σκοτάδι να βρίσκουμε το βηματισμό μας πάνω στις ηφαιστειακές πέτρες χρησιμοποιώντας τους φακούς που ήταν αναγκαίο να έχει ο καθένας μαζί του.. Δεν μας έφτανε όμως που δεν βλέπαμε τη τύφλα μας πέρα απ’όπου έπεφτε η δέσμη φωτός του φακού…έπιασε και βροχή. Ναι, εκεί που ήμουν απόλυτα σίγουρος ότι δεν βρέχει ποτέ! Ευτυχώς ποτιστική.
3 ώρες μου πήρε τελικά να φτάσω στην κατασκήνωση δίπλα από το ηφαίστειο.
Ουραγός και ξέπνοος.
Όμως ποιος λογαριάζει τη κούραση σαν λίγες εκατοντάδες μέτρα μακρύτερα έβλεπες τον ηφαιστειακό κώνο να ματώνει στον κατάμαυρο ουρανό.

Δεν χάσαμε χρόνο. Το βάδισμα πάνω στην πρόσφατα στερεοποιημένη λάβα έκρυβε κινδύνους. Μπορούσε να θρυμματιστεί από τη πίεση και χρειαζόταν να ζυγιάζεις κάθε βήμα.


Προσεγγίσαμε κοντά στο χείλος. Δεν μπορούσες να πλησιάσεις και πολύ. Μια το σαθρό έδαφος, μια η ανυποφόρη ζέστη που σε χτυπούσε σαν καμίνι στο πρόσωπο, μια ο τοξικός καπνός που σε έπνιγε.
Είχαμε φτάσει στη Κόλαση!
Σταθήκαμε βουβοί. Καθηλωμένοι από το θέαμα.


Η λάβα κινιόταν ασταμάτητα. Φούσκωνε, κόχλαζε, μούγκριζε και πάφλαζε υπόκωφα σαν θάλασσα που σκα πάνω στα βράχια. Ήταν ένα θέαμα εθιστικό, δεν ήθελες να τ’αφήσεις απ΄ τα μάτια σου. Ασκούσε πάνω μας μια αλλόκοτα ακαταμάχητη γοητεία.




Άρον άρον μας μάζεψαν να γυρίσουμε στο καταυλισμό. Στρώματα και υπνόσακκοι είχαν στρωθεί καταγής και ήδη μοίραζαν φαγητό.
Δεν πρόκαμα να βάλω μπουκιά στο στόμα και…. ξανάρχισε η βροχή.
Ναι, εκεί που ήμουν απόλυτα σίγουρος ότι δεν βρέχει ποτέ! Κι αυτή τη φορά πιο δυνατή.
Πανικός στο πλήθος που άρον άρον μάζευε στρώματα, υπνόσακκους κι έψαχνε να βρει ένα μέρος στεγασμένο να προφυλαχθεί για να περάσει το βράδυ. Όμως τα μόνα διαθέσιμα ήταν τα υποστατικά των ζώων.
Βρήκαμε το δικό μας στάβλο, καθαρίσαμε το σκουπιδαριό και με ανάμικτο άρωμα καμηλο-τραγίλας να μας πνίγει, χωθήκαμε όπως όπως ελπίζοντας πως η βροχή θα κοπάσει.

Η βροχή δεν κόπασε παρά το ξημέρωμα.
Τουρτούριζα από το κρύο και την υγρασία. Οι στάλες βροχής από την ρημαγμένη οροφή του υποστατικού πέφταν πάνω μου ολονυχτίς σαν το μαρτύριο της σταγόνας.
Εντούτοις η βραδυνή ταλαιπωρία δεν στάθηκε ικανή να μας στερήσει τη λαχτάρα, πριν ξεκινήσουμε τ’αξημέρωτα το δρόμο της επιστροφής, να τρέξουμε στο κρατήρα για να ξεκλέψουμε πάλι κάποιες εικόνες.


Ήταν ένα διθυραμβικό κρεσέντο που έκλεινε κατά τον πιο μαγευτικό τρόπο το ταξίδι μας σ’αυτή τη μοναδική χώρα!


- ΤΕΛΟΣ -
Last edited: