hydronetta
Member
- Μηνύματα
- 4.171
- Likes
- 14.604
- Επόμενο Ταξίδι
- ???
- Ταξίδι-Όνειρο
- όπου δεν έχω πάει
Simien
Το πρωινό στο lodge σερβιρίστηκε σε ειδικά διαμορφωμένο ταρατσάκι με θέα στα τριγύρω στενά του Gonder. Ευκαιρία αθέατος ν’αποτυπώσω στο φακό της μηχανής τη πόλη που ξυπνά.
Σήμερα θα κινούσαμε στο Εθνικό Πάρκο της οροσειράς Simien στα 3,500 μέτρα υψόμετρο, όπου θα κάναμε ολιγόωρο trekking για ν’απολαύσουμε τη φύση και το μοναδικό οικοσύστημα των βουνών. Οι σκληροπυρηνικοί αφιερώνουν μέρες περπατώντας από την είσοδο του Πάρκου μέχρι την άλλη άκρη. Εμείς προτιμήσαμε να κινηθούμε οδικώς για ένα διήμερο εντός του Πάρκου με μικρές πινελιές trekking για να έχουμε να λέμε. Φροντίσαμε να εφοδιαστούμε και ορειβατικά μπαστούνια μπας και δυσκολευτούμε...
To Εθνικό Πάρκο της οροσειράς Simien , είναι Μνημείο Παγκόσμιας Φυσικής Ομορφιάς της UNESCO. Eίναι ένα εντυπωσιακό τοπίο, όπου η μαζική διάβρωση εδώ κι εκατομμύρια χρόνια έχει δημιουργήσει οδοντωτές βουνοκορφές, βαθιά φαράγγια και απότομους γκρεμούς συχνά ύψους 1.500 μέτρων. Είναι το αντίπαλον δέος του Grand Canyon.
Το πάρκο είναι παγκόσμιας σημασίας για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας, διότι εκεί ενδημούν παγκοσμίως απειλούμενα είδη, όπως η Ibex Walia (ένα αγριοκάτσικο που δεν υπάρχει πουθενά αλλού στον κόσμο), οι μπαμπουίνοι Gelada κι ο Αιθιοπικός Λύκος.
Η επίσκεψη γίνεται οργανωμένα μέσω πρακτόρων που πλειοδοτούν στην περιοχή. Big bussiness! Σε μια δυο μέρες έχουν βγάλει πολλαπλάσια χρήματα και σε σκληρό νόμισμα, απ’όσα ένας δάσκαλος σ’ένα μήνα.
Τις δικές μας τύχες ανέλαβε ο Eshete Berju, συμπαθέστατη φυσιογνωμία, διακριτικός κι ευγενέστατος που τον αλίευσα μέσα από κριτικές στο διαδίκτυο. Το διήμερο πακέτο που οργάνωσε κατά το καλύτερο τρόπο, περιείχε τα πάντα: μεταφορά, κόστος εισόδου στο πάρκο, γεύματα με δικό μας σεφ (sic), τον υποχρεωτικό ένοπλο φρουρό (!), ενώ εξασφάλιζε και τη διαμονή.
Παρότι αυτή συνήθως γίνεται σε αντίσκηνα, φοβούμενος τις χαμηλές θερμοκρασίες τη νύχτα ο Σ. πάτησε πόδι. Θα διανυκτερεύαμε στα μόνιμα καταλύμματα της κακιάς ώρας που διέθεταν ντόπιοι.
Οι προειδοποιήσεις όμως ήταν σαφείς: πάρτε μαζί και κανά παρασιτοκτόνο να ψεκάσετε στρώματα και σεντόνια, γιατί οι κοριοί θα κάνουν πάρτυ στο δέρμα σας. Ο Σ. ανατριχιάζοντας και μόνο στην ιδέα, είχε εφοδιαστεί με ό,τι ισχυρότερο υπήρχε στην αγορά κι επεξεργαζόταν ήδη πριν το ταξίδι πώς ξεφορτώνεσαι παντελώς τους κοριούς αν τύχει να τρυπώσουν μέσα στη βαλίτσα σου.
Από τα πρώτα χιλιόμετρα διαδρομής στους επαρχιακούς δρόμους κατάλαβα γιατί η Αιθιοπία φημίζεται για τους αθλητές μεγάλων αποστάσεων που σαρώνουν τα μετάλλια σε διεθνείς διοργανώσεις.
Περπατάνε και περπατάνε ΠΟΛΥ. Η αντοχή έχει εντυπωθεί πλέον στο DNA τους.
Αμέτρητες ουρές ανθρώπων μετακινιόντουσαν πεζή γιαχιλιόμετρα με τα υποζύγιά τους, κουβαλώντας πραμάτεια ακόμα και στις πλάτες τους. Καμία σχέση με το έθνος των νεοελλήνων που πάει με το αμάξι στο περίπτερο για τσιγάρα. Αλλά το αυτοκίνητο εκεί φαντάζει απρόσιτη πολυτέλεια όταν παλεύεις για τον καθημερινό επιούσιο άρτο.
Περπατώντας στα 2,000 μέτρα και κουβαλώντας μπιτόνια νερού
Ψωνίζοντας στο περίπτερο
Βουκολικές σκηνές
Κάπου στα μέσα της διαδρομής κάναμε και την πρώτη στάση για να πάρουμε μια πρώτη γεύση του τοπίου. Η θολούρα στην ατμόσφαιρα δεν ήταν σύμμαχος, κάτι που διέβλεψε στις εκφράσεις του προσώπου μας ο Eshete και έσπευσε να απολογηθεί: «Συνήθως αυτή την εποχή ο ουρανός είναι καταγάλανος κι η διαύγεια εξαιρετική... αλλά άτιμη κλιματική αλλαγή»...
Στην ψιλοαδιάφορη κωμόπολη Debark, ως οφείλαμε, δηλώσαμε τα στοιχεία μας και διάρκεια παραμονής στο Εθνικό Πάρκο. Αντίθετα το παζάρι της πόλης ήταν αναμφίβολα το πιο πολύβουο και γραφικό της κομμάτι, βούτυρο στο ψωμί ενός paparazzi.
Και η ζωοπανήγυρις
Εκεί στη παρέα προστέθηκε ο σεφ μαζί με τις προμήθειες (μας συστήθηκε ως ο καλύτερος μάγειρας που θα μπορούσαμε να έχουμε) και ο ένοπλος φρουρός. Ο τελευταίος κρίνεται απαραίτητος καθώς κυκλοφορούν σαρκοφάγα ζώα στο πάρκο και άλλου είδους δίποδα αρπακτικά που με χαρά μπορούν να σας αλαφρώσουν από τις πραμάτειες και τα τιμαλφή σας. Ο ηλικιωμένος ένοπλος με το καλάσνικοφ ανά χείρας, δεν νομίζω να μας δημιουργούσε αίσθημα πρόσθετης ασφάλειας καθώς είχαμε μια αμφιβολία για τα ταχύτατα αντανακλαστικά του. Σαν τον είδα το ίδιο βράδυ να φυλάει τσίλιες πίνοντας μπύρες, ήμουν σχεδόν σίγουρος για τον διακοσμητικό του ρόλο.
Αφήσαμε την άσφαλτο και πήραμε τον ανηφορικό χωματόδρομο με τις πρώτες πανοραμικές εικόνες του κορυφογραμμών να ξεδιπλώνονται κλεφτά στα μάτια μας.
Σε λίγη ώρα εντοπίσαμε μια μεγάλη ομάδα από τους ενδημικούς μπαμπουίνους gelada και ήταν ευκαιρία να συγχρωτιστούμε μ’αυτά τα μοναδικά πρωτεύοντα.
Για όποιον έχει ενδοιασμούς, θα πω ότι είναι παντελώς ακίνδυνοι ως αδιάφοροι στην ανθρώπινη παρουσία.
Μόνιμη έννοια τους ήταν να σκάβουν το χώμα και να τρώνε τις ρίζες.
Εναλλακτικά ξεψειρίζονταν με επιμέλεια.
Απαξιούσαν επιδεικτικά να μας ρίξουν μια ματιά. Μόνο αν η απόσταση που μας χώριζε γινόταν ενοχλητική αποχωρούσαν εις ένδειξη διαμαρτυρίας.
Κατά τα λοιπά επικοινωνούσαν φλύαρα μεταξύ τους μ’ενα πλούσιο ρεπερτόριο ήχων. Αεικίνητα τα νήπια που κυνηγιόντουσαν ασταμάτητα, πάλευαν και παρενοχλούσαν συνεχώς τις μανάδες τους εκλιπαρώντας το βυζί τους για να εισπράξουν μια μεγαλοπρεπή μπούφλα.
Τα βρέφη αντίθετα ήταν προσκολημμένα πάνω τους, στη ράχη ή το κατακόκκινο στήθος τους.
Τα αρσενικά gelada είναι εντυπωσιακότερα με τη πλούσια χαίτη τους ν’ανεμίζει σαν μετακινούνται γοργά.
Αν δεν έτρωγαν ή επιδίδονταν σε κοκορομαχίες επιβολής, ζευγάρωναν ανερυθρίαστα σε κοινή θέα με τα θηλυκά.
Η ομάδα σταδιακά αποχώρησε κι εμείς συνεχίσαμε το δρόμο μας.
Σε κάποιο σημείο βγήκαμε από το αμάξι και συνεχίσαμε πεζή ως στην άκρη των βουνοκορφών απολαμβάνοντας την θέα. Η πρότασή μου είναι να βρεθείτε στα Simien αμέσως μετά την περίοδο των βροχών. Το καταπράσινο τοπίο θα είναι πολλάκις πιο γοητευτικό.
Ανάπαυλα και κολατσιό με σαντουιτσάκια και μπανάνες που μας είχε ετοιμάσει ο σεφ. Συνεχίζοντας την πεζοπορία σ’ένα υψόμετρο κοντά στα 3,500 μέτρα, ανάμεσα σε ανθισμένους θάμνους (που αποκαλούνται χαριτολογώντας τα ρόδα των Simien),
...ο Eshete μας προέτρεψε να κάνουμε ησυχία. Κάπου μακρυά ένα θηλυκό αγριοκάτσικο έκανε δειλά την παρουσία του πριν χαθεί πάλι πίσω από την πυκνή βλάστηση.
Και πάλι συναντήσαμε μια ομάδα gelada που ακροβατούσε επιδέξια στις απότομες πλαγιές.
Το αμάξι μας περίμενε για να συνεχίσουμε οδικώς μέχρι το καταυλισμό στο Chennek όπου και θα διανυκτερεύαμε. Κινούμασταν στις πλαγιές των βουνών με βαθειά φαράγγια να τα διασχίζουν σαν φλέβες.
Εκεί ξεπηδούσαν μικροί οικισμοί, αλλού βοσκοί με τα λιγοστά κοπάδια τους κι εκεί συνειδητοποίησα πώς το μοναδικό οικοσύστημα των Simien απειλείται από την ανθρώπινη παρουσία με τις γεωργικές και κτηνοτροφικές δραστηριότητές της.
O καταυλισμός Chennek είναι κατ’ουσίαν 2 σπίτια που λειτουργούν σαν μπαρ (εφοδιάζουν μπύρες τους διψασμένους γι’αλκοόλ επισκέπτες) και άτυποι ξενώνες αν και η πλειονότητα των trekkers είναι σκληρά καρύδια και προτιμούν να κοιμούνται στ’αντίσκηνα. Εμείς ως φιλάσθενοι και ιμιτασιόν πεζοπόροι καταλύσαμε σ’ένα δωμάτιο του ξενώνα με μπόλικες κουβέρτες απουσία θέρμανσης.
Εδώ μείναμε
Με υπόδειξη του Eshete περάσαμε το υπόλοιπο του απογεύματος ρεμβάζοντας την υπέροχη θέα σ’ένα μιραφιόρ* ώσπου ο δίσκος του ήλιου κρύφτηκε πίσω από τα βουνά κι η ψύχρα άρχισε να διαπερνά το πετσί μας.
Παίξαμε και φωτογραφηθήκαμε με τα πιτσιρίκια και μέχρι να ετοιμαστεί το δείπνο μας ο Γ. ως πειναλέων κατασπάραξε τα φρεσκοψημένα ποπ κορν προσφορά του καταστήματος.
Το σκηνικό του δείπνου σουρρεάλ.
Στην απέριττη τραπεζαρία-υπνοδωμάτιο, τουρτουρίζοντας, υπο το φως των κηροπηγίων (!),πιάτα και μαχαιροπήρουνα συνοδεία αιθιοπικού οίνου κατά το σαβουάρ βιβρ.
Ο αιθιοπικός οίνος ήταν μια κατά τι γευστικότερος από ξύδι, οπότε πήγε στράφι.
Κι ενώ η πείνα κι η αδημονία χτύπησαν κόκκινο, να’σου κάνει είσοδο ο σεφ σε πλήρη περιβολή κι εξοπλισμό σερβιρίσματος λες και βγήκε από τη κουζίνα γαλλικού εστιατορίου. Γέλια, φωνές, ενθουσιασμός, με τούς σιελογόνους αδένες να έχουν εκραγεί στη θέα των εδεσμάτων.
Αλλά ό,τι λάμπει δεν είναι χρυσός, κι εν προκειμένω ό,τι δείχνει λαχταριστό δεν είναι κιόλας. Οι πατάτες άχυρο, τα μακαρόνια και τα λαχανικά παραβρασμένα, γενικά όλα ένας γοητευτικός αλλά άγευστος αχταρμάς. Για να μην τον απογοητεύσουμε κάναμε τη καρδιά μας πέτρα και σκαλίξαμε τα πιάτα μας.
Η νύχτα είχε απλώσει τα πέπλα της, το ψοφόκρυο το ίδιο κι αποφασίστηκε απουσία διαδικτύου για να μάθει κι υπόλοιπος κόσμος στο fb πώς περνάμε, να κοιμηθούμε. Τρία κρεββάτια για 4 άτομα κι ο κλήρος έλαχε σε μένα και τον Φ. σαν πιο καλόβολους να ξαναμοιραστούμε τη κλίνη. Ντυμένοι σαν τα κρεμμύδια, κουκουλωθήκαμε κάτω από τις βαριές κουβέρτες.
Μαρτυρικό βράδυ. Ο Φ. να ροχαλίζει μακάρια κι εγώ να παλεύω στο ψοφόκρυο με τα απομεινάρια σκεπασμάτων που μου άφηνε διαθέσιμα.
Η κατάληξη αναμενόμενη για το φιλάσθενον του σαρκίου μου.
Ενώ το ξημέρωμα ο Φ. κι ο Γ. αλληλοφωτογραφίζονταν στο μιραφιόρ*...
...εγώ έτρεμα σαν την φρεσκοψαρεμένη παλαμίδα από τα ρίγη κάτω από τις κουβέρτες.
Πυρετός.
Αφού έδωσα τις ευλογίες μου στους υπόλοιπους να συνεχίσουν το trekking τους, προτίμησα να πέσω σε λήθαργο αφού πλακώθηκα στα αντιπυρετικά και την αντιβίωση για παν ενδεχόμενο.
Συνεπώς φίλτατοι αναγνώστες αρκεστείτε σε οπτικό υλικό μόνο από το trekking των συνοδοιπόρων μου. Κρίνοντας απ’αυτά μου έδειξαν, δεν έχασα και κάτι συγκλονιστικό.
Ούτε μπουκιά στο στόμα μου δεν είχα κουράγιο να βάλω το μεσημέρι σαν γυρίσανε. Σαν λείψανο με φορτώσανε στα καθίσματα του αυτοκινήτου κι ούτε που κατάλαβα το δρόμο επιστροφής στο Gonder. Ούτε τον Eshete δεν είχα κουράγιο να ευχαριστήσω όπως θα του άρμοζε για τις υπηρεσίες του, σαν αποχαιρετιστήκαμε.
Μέχρι αργά το βράδυ ήμουνα περδίκι. Όχι τόσο όμως ώστε να μοιραστώ με τους συνοδοιπόρους μου ένα από τα καλύτερα γεύματά τους στην Αιθιοπία στο εστιατόριο Masterchef.
Μετά από αυτό, είναι δυνατόν να μην τριβέλιζε το μυαλό μου η επωδός: “αυτό το κακό μάτι θα φταίει πάλι”;!
*Μιραφιόρ <ετυμ.> αγγλοσαξωνιστί viewpoint, κακοποίηση του ισπανικού μιραδόρ. Τα πνευματικά δικαιώματα της νεολέξης ανήκουν στον Φ. Δικαιολογείται ότι είναι συνδυασμός του ισπανικού μιραδόρ με το νορβηγικό φιορδ....
Το πρωινό στο lodge σερβιρίστηκε σε ειδικά διαμορφωμένο ταρατσάκι με θέα στα τριγύρω στενά του Gonder. Ευκαιρία αθέατος ν’αποτυπώσω στο φακό της μηχανής τη πόλη που ξυπνά.


Σήμερα θα κινούσαμε στο Εθνικό Πάρκο της οροσειράς Simien στα 3,500 μέτρα υψόμετρο, όπου θα κάναμε ολιγόωρο trekking για ν’απολαύσουμε τη φύση και το μοναδικό οικοσύστημα των βουνών. Οι σκληροπυρηνικοί αφιερώνουν μέρες περπατώντας από την είσοδο του Πάρκου μέχρι την άλλη άκρη. Εμείς προτιμήσαμε να κινηθούμε οδικώς για ένα διήμερο εντός του Πάρκου με μικρές πινελιές trekking για να έχουμε να λέμε. Φροντίσαμε να εφοδιαστούμε και ορειβατικά μπαστούνια μπας και δυσκολευτούμε...
To Εθνικό Πάρκο της οροσειράς Simien , είναι Μνημείο Παγκόσμιας Φυσικής Ομορφιάς της UNESCO. Eίναι ένα εντυπωσιακό τοπίο, όπου η μαζική διάβρωση εδώ κι εκατομμύρια χρόνια έχει δημιουργήσει οδοντωτές βουνοκορφές, βαθιά φαράγγια και απότομους γκρεμούς συχνά ύψους 1.500 μέτρων. Είναι το αντίπαλον δέος του Grand Canyon.
Το πάρκο είναι παγκόσμιας σημασίας για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας, διότι εκεί ενδημούν παγκοσμίως απειλούμενα είδη, όπως η Ibex Walia (ένα αγριοκάτσικο που δεν υπάρχει πουθενά αλλού στον κόσμο), οι μπαμπουίνοι Gelada κι ο Αιθιοπικός Λύκος.
Η επίσκεψη γίνεται οργανωμένα μέσω πρακτόρων που πλειοδοτούν στην περιοχή. Big bussiness! Σε μια δυο μέρες έχουν βγάλει πολλαπλάσια χρήματα και σε σκληρό νόμισμα, απ’όσα ένας δάσκαλος σ’ένα μήνα.
Τις δικές μας τύχες ανέλαβε ο Eshete Berju, συμπαθέστατη φυσιογνωμία, διακριτικός κι ευγενέστατος που τον αλίευσα μέσα από κριτικές στο διαδίκτυο. Το διήμερο πακέτο που οργάνωσε κατά το καλύτερο τρόπο, περιείχε τα πάντα: μεταφορά, κόστος εισόδου στο πάρκο, γεύματα με δικό μας σεφ (sic), τον υποχρεωτικό ένοπλο φρουρό (!), ενώ εξασφάλιζε και τη διαμονή.

Παρότι αυτή συνήθως γίνεται σε αντίσκηνα, φοβούμενος τις χαμηλές θερμοκρασίες τη νύχτα ο Σ. πάτησε πόδι. Θα διανυκτερεύαμε στα μόνιμα καταλύμματα της κακιάς ώρας που διέθεταν ντόπιοι.
Οι προειδοποιήσεις όμως ήταν σαφείς: πάρτε μαζί και κανά παρασιτοκτόνο να ψεκάσετε στρώματα και σεντόνια, γιατί οι κοριοί θα κάνουν πάρτυ στο δέρμα σας. Ο Σ. ανατριχιάζοντας και μόνο στην ιδέα, είχε εφοδιαστεί με ό,τι ισχυρότερο υπήρχε στην αγορά κι επεξεργαζόταν ήδη πριν το ταξίδι πώς ξεφορτώνεσαι παντελώς τους κοριούς αν τύχει να τρυπώσουν μέσα στη βαλίτσα σου.
Από τα πρώτα χιλιόμετρα διαδρομής στους επαρχιακούς δρόμους κατάλαβα γιατί η Αιθιοπία φημίζεται για τους αθλητές μεγάλων αποστάσεων που σαρώνουν τα μετάλλια σε διεθνείς διοργανώσεις.
Περπατάνε και περπατάνε ΠΟΛΥ. Η αντοχή έχει εντυπωθεί πλέον στο DNA τους.
Αμέτρητες ουρές ανθρώπων μετακινιόντουσαν πεζή γιαχιλιόμετρα με τα υποζύγιά τους, κουβαλώντας πραμάτεια ακόμα και στις πλάτες τους. Καμία σχέση με το έθνος των νεοελλήνων που πάει με το αμάξι στο περίπτερο για τσιγάρα. Αλλά το αυτοκίνητο εκεί φαντάζει απρόσιτη πολυτέλεια όταν παλεύεις για τον καθημερινό επιούσιο άρτο.






Κάπου στα μέσα της διαδρομής κάναμε και την πρώτη στάση για να πάρουμε μια πρώτη γεύση του τοπίου. Η θολούρα στην ατμόσφαιρα δεν ήταν σύμμαχος, κάτι που διέβλεψε στις εκφράσεις του προσώπου μας ο Eshete και έσπευσε να απολογηθεί: «Συνήθως αυτή την εποχή ο ουρανός είναι καταγάλανος κι η διαύγεια εξαιρετική... αλλά άτιμη κλιματική αλλαγή»...


Στην ψιλοαδιάφορη κωμόπολη Debark, ως οφείλαμε, δηλώσαμε τα στοιχεία μας και διάρκεια παραμονής στο Εθνικό Πάρκο. Αντίθετα το παζάρι της πόλης ήταν αναμφίβολα το πιο πολύβουο και γραφικό της κομμάτι, βούτυρο στο ψωμί ενός paparazzi.









Και η ζωοπανήγυρις
Εκεί στη παρέα προστέθηκε ο σεφ μαζί με τις προμήθειες (μας συστήθηκε ως ο καλύτερος μάγειρας που θα μπορούσαμε να έχουμε) και ο ένοπλος φρουρός. Ο τελευταίος κρίνεται απαραίτητος καθώς κυκλοφορούν σαρκοφάγα ζώα στο πάρκο και άλλου είδους δίποδα αρπακτικά που με χαρά μπορούν να σας αλαφρώσουν από τις πραμάτειες και τα τιμαλφή σας. Ο ηλικιωμένος ένοπλος με το καλάσνικοφ ανά χείρας, δεν νομίζω να μας δημιουργούσε αίσθημα πρόσθετης ασφάλειας καθώς είχαμε μια αμφιβολία για τα ταχύτατα αντανακλαστικά του. Σαν τον είδα το ίδιο βράδυ να φυλάει τσίλιες πίνοντας μπύρες, ήμουν σχεδόν σίγουρος για τον διακοσμητικό του ρόλο.

Αφήσαμε την άσφαλτο και πήραμε τον ανηφορικό χωματόδρομο με τις πρώτες πανοραμικές εικόνες του κορυφογραμμών να ξεδιπλώνονται κλεφτά στα μάτια μας.


Σε λίγη ώρα εντοπίσαμε μια μεγάλη ομάδα από τους ενδημικούς μπαμπουίνους gelada και ήταν ευκαιρία να συγχρωτιστούμε μ’αυτά τα μοναδικά πρωτεύοντα.


Για όποιον έχει ενδοιασμούς, θα πω ότι είναι παντελώς ακίνδυνοι ως αδιάφοροι στην ανθρώπινη παρουσία.
Μόνιμη έννοια τους ήταν να σκάβουν το χώμα και να τρώνε τις ρίζες.
Εναλλακτικά ξεψειρίζονταν με επιμέλεια.

Απαξιούσαν επιδεικτικά να μας ρίξουν μια ματιά. Μόνο αν η απόσταση που μας χώριζε γινόταν ενοχλητική αποχωρούσαν εις ένδειξη διαμαρτυρίας.
Κατά τα λοιπά επικοινωνούσαν φλύαρα μεταξύ τους μ’ενα πλούσιο ρεπερτόριο ήχων. Αεικίνητα τα νήπια που κυνηγιόντουσαν ασταμάτητα, πάλευαν και παρενοχλούσαν συνεχώς τις μανάδες τους εκλιπαρώντας το βυζί τους για να εισπράξουν μια μεγαλοπρεπή μπούφλα.



Τα βρέφη αντίθετα ήταν προσκολημμένα πάνω τους, στη ράχη ή το κατακόκκινο στήθος τους.

Τα αρσενικά gelada είναι εντυπωσιακότερα με τη πλούσια χαίτη τους ν’ανεμίζει σαν μετακινούνται γοργά.

Αν δεν έτρωγαν ή επιδίδονταν σε κοκορομαχίες επιβολής, ζευγάρωναν ανερυθρίαστα σε κοινή θέα με τα θηλυκά.

Η ομάδα σταδιακά αποχώρησε κι εμείς συνεχίσαμε το δρόμο μας.
Σε κάποιο σημείο βγήκαμε από το αμάξι και συνεχίσαμε πεζή ως στην άκρη των βουνοκορφών απολαμβάνοντας την θέα. Η πρότασή μου είναι να βρεθείτε στα Simien αμέσως μετά την περίοδο των βροχών. Το καταπράσινο τοπίο θα είναι πολλάκις πιο γοητευτικό.


Ανάπαυλα και κολατσιό με σαντουιτσάκια και μπανάνες που μας είχε ετοιμάσει ο σεφ. Συνεχίζοντας την πεζοπορία σ’ένα υψόμετρο κοντά στα 3,500 μέτρα, ανάμεσα σε ανθισμένους θάμνους (που αποκαλούνται χαριτολογώντας τα ρόδα των Simien),



...ο Eshete μας προέτρεψε να κάνουμε ησυχία. Κάπου μακρυά ένα θηλυκό αγριοκάτσικο έκανε δειλά την παρουσία του πριν χαθεί πάλι πίσω από την πυκνή βλάστηση.

Και πάλι συναντήσαμε μια ομάδα gelada που ακροβατούσε επιδέξια στις απότομες πλαγιές.

Το αμάξι μας περίμενε για να συνεχίσουμε οδικώς μέχρι το καταυλισμό στο Chennek όπου και θα διανυκτερεύαμε. Κινούμασταν στις πλαγιές των βουνών με βαθειά φαράγγια να τα διασχίζουν σαν φλέβες.



Εκεί ξεπηδούσαν μικροί οικισμοί, αλλού βοσκοί με τα λιγοστά κοπάδια τους κι εκεί συνειδητοποίησα πώς το μοναδικό οικοσύστημα των Simien απειλείται από την ανθρώπινη παρουσία με τις γεωργικές και κτηνοτροφικές δραστηριότητές της.


O καταυλισμός Chennek είναι κατ’ουσίαν 2 σπίτια που λειτουργούν σαν μπαρ (εφοδιάζουν μπύρες τους διψασμένους γι’αλκοόλ επισκέπτες) και άτυποι ξενώνες αν και η πλειονότητα των trekkers είναι σκληρά καρύδια και προτιμούν να κοιμούνται στ’αντίσκηνα. Εμείς ως φιλάσθενοι και ιμιτασιόν πεζοπόροι καταλύσαμε σ’ένα δωμάτιο του ξενώνα με μπόλικες κουβέρτες απουσία θέρμανσης.



Με υπόδειξη του Eshete περάσαμε το υπόλοιπο του απογεύματος ρεμβάζοντας την υπέροχη θέα σ’ένα μιραφιόρ* ώσπου ο δίσκος του ήλιου κρύφτηκε πίσω από τα βουνά κι η ψύχρα άρχισε να διαπερνά το πετσί μας.



Παίξαμε και φωτογραφηθήκαμε με τα πιτσιρίκια και μέχρι να ετοιμαστεί το δείπνο μας ο Γ. ως πειναλέων κατασπάραξε τα φρεσκοψημένα ποπ κορν προσφορά του καταστήματος.


Το σκηνικό του δείπνου σουρρεάλ.
Στην απέριττη τραπεζαρία-υπνοδωμάτιο, τουρτουρίζοντας, υπο το φως των κηροπηγίων (!),πιάτα και μαχαιροπήρουνα συνοδεία αιθιοπικού οίνου κατά το σαβουάρ βιβρ.

Ο αιθιοπικός οίνος ήταν μια κατά τι γευστικότερος από ξύδι, οπότε πήγε στράφι.
Κι ενώ η πείνα κι η αδημονία χτύπησαν κόκκινο, να’σου κάνει είσοδο ο σεφ σε πλήρη περιβολή κι εξοπλισμό σερβιρίσματος λες και βγήκε από τη κουζίνα γαλλικού εστιατορίου. Γέλια, φωνές, ενθουσιασμός, με τούς σιελογόνους αδένες να έχουν εκραγεί στη θέα των εδεσμάτων.

Αλλά ό,τι λάμπει δεν είναι χρυσός, κι εν προκειμένω ό,τι δείχνει λαχταριστό δεν είναι κιόλας. Οι πατάτες άχυρο, τα μακαρόνια και τα λαχανικά παραβρασμένα, γενικά όλα ένας γοητευτικός αλλά άγευστος αχταρμάς. Για να μην τον απογοητεύσουμε κάναμε τη καρδιά μας πέτρα και σκαλίξαμε τα πιάτα μας.
Η νύχτα είχε απλώσει τα πέπλα της, το ψοφόκρυο το ίδιο κι αποφασίστηκε απουσία διαδικτύου για να μάθει κι υπόλοιπος κόσμος στο fb πώς περνάμε, να κοιμηθούμε. Τρία κρεββάτια για 4 άτομα κι ο κλήρος έλαχε σε μένα και τον Φ. σαν πιο καλόβολους να ξαναμοιραστούμε τη κλίνη. Ντυμένοι σαν τα κρεμμύδια, κουκουλωθήκαμε κάτω από τις βαριές κουβέρτες.

Μαρτυρικό βράδυ. Ο Φ. να ροχαλίζει μακάρια κι εγώ να παλεύω στο ψοφόκρυο με τα απομεινάρια σκεπασμάτων που μου άφηνε διαθέσιμα.
Η κατάληξη αναμενόμενη για το φιλάσθενον του σαρκίου μου.
Ενώ το ξημέρωμα ο Φ. κι ο Γ. αλληλοφωτογραφίζονταν στο μιραφιόρ*...

...εγώ έτρεμα σαν την φρεσκοψαρεμένη παλαμίδα από τα ρίγη κάτω από τις κουβέρτες.
Πυρετός.
Αφού έδωσα τις ευλογίες μου στους υπόλοιπους να συνεχίσουν το trekking τους, προτίμησα να πέσω σε λήθαργο αφού πλακώθηκα στα αντιπυρετικά και την αντιβίωση για παν ενδεχόμενο.
Συνεπώς φίλτατοι αναγνώστες αρκεστείτε σε οπτικό υλικό μόνο από το trekking των συνοδοιπόρων μου. Κρίνοντας απ’αυτά μου έδειξαν, δεν έχασα και κάτι συγκλονιστικό.




Ούτε μπουκιά στο στόμα μου δεν είχα κουράγιο να βάλω το μεσημέρι σαν γυρίσανε. Σαν λείψανο με φορτώσανε στα καθίσματα του αυτοκινήτου κι ούτε που κατάλαβα το δρόμο επιστροφής στο Gonder. Ούτε τον Eshete δεν είχα κουράγιο να ευχαριστήσω όπως θα του άρμοζε για τις υπηρεσίες του, σαν αποχαιρετιστήκαμε.
Μέχρι αργά το βράδυ ήμουνα περδίκι. Όχι τόσο όμως ώστε να μοιραστώ με τους συνοδοιπόρους μου ένα από τα καλύτερα γεύματά τους στην Αιθιοπία στο εστιατόριο Masterchef.
Μετά από αυτό, είναι δυνατόν να μην τριβέλιζε το μυαλό μου η επωδός: “αυτό το κακό μάτι θα φταίει πάλι”;!

*Μιραφιόρ <ετυμ.> αγγλοσαξωνιστί viewpoint, κακοποίηση του ισπανικού μιραδόρ. Τα πνευματικά δικαιώματα της νεολέξης ανήκουν στον Φ. Δικαιολογείται ότι είναι συνδυασμός του ισπανικού μιραδόρ με το νορβηγικό φιορδ....

Last edited: