fenia42
Member
- Μηνύματα
- 4.026
- Likes
- 16.576
- Επόμενο Ταξίδι
- Азербайджан
- Ταξίδι-Όνειρο
- Γροιλανδία,Σβάλμπαρντ
Στην αγορά του Αλ Χαλίλι
Τη γαλήνη του ύπνου μου διατάραξε ένα μήνυμα στο κινητό. Ο Αμρ ήθελε να μας συνοδεύσει και θα ερχόταν να μας πάρει από το ξενοδοχείο για να πάμε στο Χαν ελ Χαλίλι. Με το που γυρίσαμε από την κουραστική μας μέρα στις Πυραμίδες, φάγαμε ελαφριά από μια σαλάτα στο ξενοδοχείο, για να έχουμε απόθεμα για το βράδυ και πέσαμε να κοιμηθούμε ως αργά το απόγευμα.
Σηκωθήκαμε λοιπόν από το βαρύ μας ύπνο, ετοιμαστήκαμε και μπήκαμε στο αυτοκίνητο του Αμρ. Κάναμε μια βόλτα στις αγορές του Αλ Χαλίλι, το οποίο δεν είναι και τίποτα συναρπαστικό, επισκεφτήκαμε μερικά όμορφα και παλιά τζαμιά, αγοράσαμε σουβενίρ και δώρα για τα παιδάκια μας και στη συνέχεια ακολουθήσαμε τον Αμρ σε ένα κλασσικό αιγυπτιακό εστιατόριο, όπου ακόμα και ο κατάλογος ήταν στα αραβικά. Βέβαια, δε χρειαστήκαμε κατάλογο, γιατί για μια ακόμη φορά παραγγείλαμε τα πάντα. Αραβικές πίτες, πεντανόστιμο ρύζι με σκόρδο, συκωτάκια κότας και κοτόπουλο, φυτικά λουκάνικα , σούπα από μολόχα ( άκρως ενδιαφέρουσα) , σούπα από καρότο, γεμιστό περιστέρι ( οκ αυτό ήταν απαίσιο) . Αφού φάγαμε και σκάσαμε πήγαμε να καπνίσουμε κι ένα ναργιλέ και να πιούμε μια σπιτική λεμονάδα στο φημισμένο καφενείο El Fishawi, όπου καθόταν και συνέγραφε τα μυθιστορήματά του, ο Νομπελίστας Ναγκιμπ Μαχφούζ. Το καφενείο ήταν κατάμεστο, δεν είμαι και φαν του ναργιλέ και δε το χάρηκα ιδιαίτερα. Για να είμαι ειλικρινής περίμενα να είναι πιο γραφικό αυτό το τόσο ξακουστό κομμάτι της Αιγύπτου, αλλά προφανώς η μεγάλη προσέλευση των τουριστών το έχει αλλοιώσει.
Αφού ήπιαμε τις λεμονάδες και το απαραίτητο τσάι μας, περιπλανηθήκαμε λίγο ακόμα στην αγορά. Η ώρα κόντευε 12 και όλα τα μαγαζιά ήταν γεμάτα, στους δρόμους μηχανάκια χωρίς φώτα που έτρεχαν σαν τρελλά, παιδιά που έπαιζαν με μια παλιά ξεσκισμένη μπάλα σε μικρές αλάνες, οι μανάδες τους με τις μαντίλες έτρωγαν σπόρια και συνομιλούσαν, παππούδες που κάθονταν σε πλαστικές καρέκλες και αγναντεύαν στο κενό με το βλέμμα χαμμένο κι ένα τσιγάρο στο χέρι. Που και που κάποιος από αυτούς σήκωνε το κεφάλι του και μας επεξεργαζόταν.
Εκείνη τη στιγμή κάτι σκίρτησε μέσα μου. Ένα περίεργο συναίσθημα, μάλλον όχι πρωτόγνωρο , κάτι σα θύμησες από το παρελθόν. Ηρθε και τάραξε την ψυχή μου, σα κάποιος από τα παλιά να προσπαθούσε να με επαναφέρει πολλά χρόνια πίσω. Απροσδιόριστο όμως παρέμενε μέσα μου και δε μπορούσα να καταλάβω τι στην ευχή ήταν αυτό που με έκανε να νιώθω έτσι.
« Πω, πω, κοίτα πώς ζούνε, δεν έχουν παιδότοπους να παίξουν τα παιδιά και κάθονται εδώ μες τους δρόμους μέχρι αργά το βράδυ, καλά άλλη ασχολία δεν έχουν ; »
Η φωνή του Χάρη με ξύπνησε από τις σκέψεις μου. Με θύμωσε αυτό που είπε και του ανταπάντησα αγριεμένη : « αυτοί είναι άνθρωποι γνήσιοι, άνθρωποι ευτυχισμένοι».
Και τότε κατάλαβα τι ήταν αυτό που ένιωσα. Ήταν , πράγματι, θύμησες από ένα μακρινό παρελθόν, το δικό μου παρελθόν. Είδα τον εαυτό μου παιδάκι 6χρονο, ανέμελο. Με κοντό σορτσάκι, βρώμικα πόδια, να κυλιέμαι στα χώματα στη γειτονιά μου, δίπλα στο δάσος του Σέιχ Σου, να σκαρφαλώνω στα δέντρα και να κάνω τον Ταρζάν, Είδα τη μάνα μου να κάθεται σε ένα παγκάκι και να τα λέει με τις φίλες τις. Είδα τον ήλιο του καλοκαιριού να δύει μπροστά μου και να συνοδεύεται από μυρωδιές, πεύκο, χώμα, νερό. Αξέχαστα χρόνια των 80’s. Χρόνια που δε γυρνάνε πίσω, ανεμελιά που τα δικά μας παιδιά ποτέ δε θα γνωρίσουν, λιτότητα κι απλότητα. Τότε που ζούσαμε χωρίς ίντερνετ, κινητά , i- phone, mp3 κι άλλες τέτοιες μαλακίες. Πραγματικά ζήλεψα τους Αιγύπτιους εκείνη την ώρα, γιατί είναι μεν φτωχοί, δεν έχουν αλλοτριωθεί όμως ακόμα από τίποτα και παραμένουν αυθεντικοί.
Μία παρά πήγαμε να φάμε κι ένα παραδοσιακό γλυκάκι σαν ρυζόγαλο με ξηρούς καρπούς και παγωτό. Ο κόσμος αντί να υποχωρεί φαινόταν όλο να αυξάνει. Καθώς τρώγαμε το χωνευτικό γλυκό, εξηγούσαμε στον Αμρ ότι θέλαμε την μεθεπόμενη να επισκεφτούμε αυθημερόν την Αλεξάνδρεια. Τότε ο άνθρωπος μας έβγαλε ένα πλάνο και κατόπιν μας πήγε στο σταθμό των τραίνων να μας βοηθήσει με την αγορά των εισιτηριων. Σίγουρα αν δεν ήταν αυτός θα είχαμε δυσκολευτεί πάρα πολύ.
Με τα πολυπόθητα χαρτάκια ανά χείρας επιστρέψαμε στο ξενοδοχείο μας αργά τη νύχτα και οι πρώτες ηλιαχτίδες του ήλιου με βρήκαν μπροστά στο ανοιχτό παράθυρο να κοιτώ τον πύργο του Καΐρου και να σκέφτομαι τα παιδικά μου χρόνια με νοσταλγία στρίβοντας ένα τσιγάρο. Απότομα μεγάλωσα…
Τη γαλήνη του ύπνου μου διατάραξε ένα μήνυμα στο κινητό. Ο Αμρ ήθελε να μας συνοδεύσει και θα ερχόταν να μας πάρει από το ξενοδοχείο για να πάμε στο Χαν ελ Χαλίλι. Με το που γυρίσαμε από την κουραστική μας μέρα στις Πυραμίδες, φάγαμε ελαφριά από μια σαλάτα στο ξενοδοχείο, για να έχουμε απόθεμα για το βράδυ και πέσαμε να κοιμηθούμε ως αργά το απόγευμα.
Σηκωθήκαμε λοιπόν από το βαρύ μας ύπνο, ετοιμαστήκαμε και μπήκαμε στο αυτοκίνητο του Αμρ. Κάναμε μια βόλτα στις αγορές του Αλ Χαλίλι, το οποίο δεν είναι και τίποτα συναρπαστικό, επισκεφτήκαμε μερικά όμορφα και παλιά τζαμιά, αγοράσαμε σουβενίρ και δώρα για τα παιδάκια μας και στη συνέχεια ακολουθήσαμε τον Αμρ σε ένα κλασσικό αιγυπτιακό εστιατόριο, όπου ακόμα και ο κατάλογος ήταν στα αραβικά. Βέβαια, δε χρειαστήκαμε κατάλογο, γιατί για μια ακόμη φορά παραγγείλαμε τα πάντα. Αραβικές πίτες, πεντανόστιμο ρύζι με σκόρδο, συκωτάκια κότας και κοτόπουλο, φυτικά λουκάνικα , σούπα από μολόχα ( άκρως ενδιαφέρουσα) , σούπα από καρότο, γεμιστό περιστέρι ( οκ αυτό ήταν απαίσιο) . Αφού φάγαμε και σκάσαμε πήγαμε να καπνίσουμε κι ένα ναργιλέ και να πιούμε μια σπιτική λεμονάδα στο φημισμένο καφενείο El Fishawi, όπου καθόταν και συνέγραφε τα μυθιστορήματά του, ο Νομπελίστας Ναγκιμπ Μαχφούζ. Το καφενείο ήταν κατάμεστο, δεν είμαι και φαν του ναργιλέ και δε το χάρηκα ιδιαίτερα. Για να είμαι ειλικρινής περίμενα να είναι πιο γραφικό αυτό το τόσο ξακουστό κομμάτι της Αιγύπτου, αλλά προφανώς η μεγάλη προσέλευση των τουριστών το έχει αλλοιώσει.
Αφού ήπιαμε τις λεμονάδες και το απαραίτητο τσάι μας, περιπλανηθήκαμε λίγο ακόμα στην αγορά. Η ώρα κόντευε 12 και όλα τα μαγαζιά ήταν γεμάτα, στους δρόμους μηχανάκια χωρίς φώτα που έτρεχαν σαν τρελλά, παιδιά που έπαιζαν με μια παλιά ξεσκισμένη μπάλα σε μικρές αλάνες, οι μανάδες τους με τις μαντίλες έτρωγαν σπόρια και συνομιλούσαν, παππούδες που κάθονταν σε πλαστικές καρέκλες και αγναντεύαν στο κενό με το βλέμμα χαμμένο κι ένα τσιγάρο στο χέρι. Που και που κάποιος από αυτούς σήκωνε το κεφάλι του και μας επεξεργαζόταν.
Εκείνη τη στιγμή κάτι σκίρτησε μέσα μου. Ένα περίεργο συναίσθημα, μάλλον όχι πρωτόγνωρο , κάτι σα θύμησες από το παρελθόν. Ηρθε και τάραξε την ψυχή μου, σα κάποιος από τα παλιά να προσπαθούσε να με επαναφέρει πολλά χρόνια πίσω. Απροσδιόριστο όμως παρέμενε μέσα μου και δε μπορούσα να καταλάβω τι στην ευχή ήταν αυτό που με έκανε να νιώθω έτσι.
« Πω, πω, κοίτα πώς ζούνε, δεν έχουν παιδότοπους να παίξουν τα παιδιά και κάθονται εδώ μες τους δρόμους μέχρι αργά το βράδυ, καλά άλλη ασχολία δεν έχουν ; »
Η φωνή του Χάρη με ξύπνησε από τις σκέψεις μου. Με θύμωσε αυτό που είπε και του ανταπάντησα αγριεμένη : « αυτοί είναι άνθρωποι γνήσιοι, άνθρωποι ευτυχισμένοι».
Και τότε κατάλαβα τι ήταν αυτό που ένιωσα. Ήταν , πράγματι, θύμησες από ένα μακρινό παρελθόν, το δικό μου παρελθόν. Είδα τον εαυτό μου παιδάκι 6χρονο, ανέμελο. Με κοντό σορτσάκι, βρώμικα πόδια, να κυλιέμαι στα χώματα στη γειτονιά μου, δίπλα στο δάσος του Σέιχ Σου, να σκαρφαλώνω στα δέντρα και να κάνω τον Ταρζάν, Είδα τη μάνα μου να κάθεται σε ένα παγκάκι και να τα λέει με τις φίλες τις. Είδα τον ήλιο του καλοκαιριού να δύει μπροστά μου και να συνοδεύεται από μυρωδιές, πεύκο, χώμα, νερό. Αξέχαστα χρόνια των 80’s. Χρόνια που δε γυρνάνε πίσω, ανεμελιά που τα δικά μας παιδιά ποτέ δε θα γνωρίσουν, λιτότητα κι απλότητα. Τότε που ζούσαμε χωρίς ίντερνετ, κινητά , i- phone, mp3 κι άλλες τέτοιες μαλακίες. Πραγματικά ζήλεψα τους Αιγύπτιους εκείνη την ώρα, γιατί είναι μεν φτωχοί, δεν έχουν αλλοτριωθεί όμως ακόμα από τίποτα και παραμένουν αυθεντικοί.
Μία παρά πήγαμε να φάμε κι ένα παραδοσιακό γλυκάκι σαν ρυζόγαλο με ξηρούς καρπούς και παγωτό. Ο κόσμος αντί να υποχωρεί φαινόταν όλο να αυξάνει. Καθώς τρώγαμε το χωνευτικό γλυκό, εξηγούσαμε στον Αμρ ότι θέλαμε την μεθεπόμενη να επισκεφτούμε αυθημερόν την Αλεξάνδρεια. Τότε ο άνθρωπος μας έβγαλε ένα πλάνο και κατόπιν μας πήγε στο σταθμό των τραίνων να μας βοηθήσει με την αγορά των εισιτηριων. Σίγουρα αν δεν ήταν αυτός θα είχαμε δυσκολευτεί πάρα πολύ.
Με τα πολυπόθητα χαρτάκια ανά χείρας επιστρέψαμε στο ξενοδοχείο μας αργά τη νύχτα και οι πρώτες ηλιαχτίδες του ήλιου με βρήκαν μπροστά στο ανοιχτό παράθυρο να κοιτώ τον πύργο του Καΐρου και να σκέφτομαι τα παιδικά μου χρόνια με νοσταλγία στρίβοντας ένα τσιγάρο. Απότομα μεγάλωσα…
Attachments
-
20,8 KB Προβολές: 70
-
23,7 KB Προβολές: 38
Last edited by a moderator: