Anas Tassos
Member
- Μηνύματα
- 168
- Likes
- 1.218
- Ταξίδι-Όνειρο
- Παπούα Νεα Γουινέα
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Κεφάλαιο 2ο. Ταξίδι ως το Ντιγιαρμπακίρ.
- Κεφάλαιο 3ο. Από τη Γη των μπακιριών ως τον τάφο του Αντίοχου.
- Κεφάλαιο 4ο. Στην αρχαία Κομμαγηνή, το μπόνους ταξιδιωτικό highlight
- Κεφάλαιο 5ο. Βέρι νάις έξω, εκεί στο Γιουβάτζαλι.
- Κεφάλαιο 6ο. Ένδοξη Έδεσσα - Σανλιούρφα
- Κεφάλαιο 7ο. Μαρντίν
- Κεφάλαιο 8ο.Ντοχούκ, εισαγωγή στην Αυτόνομη Κουρδική Περιοχή τού Ιράκ.
- Κεφάλαιο 9ο. Ερμπίλ / Άρβηλα / Hweler
- Κεφάλαιο 10ο. Επίσκεψη στο Lalish
- Κεφάλαιο 11ο. Καλημέρα στην πόλη των τριών Mάγων
- Κεφάλαιο 12o. Πέρασμα συνόρων. Μιντιάτ
- Κεφάλαιο 13ο
- Κεφάλαιο 14ο
- Κεφάλαιο 15ο.
- Κεφάλαιο 16ο.
Κεφάλαιο 3ο. Από τη Γη των μπακιριών ως τον τάφο του Αντίοχου.
Τετάρτη, 21 Σεπτέμβρη.
Αφού βρήκαμε κάπου να πιούμε ένα πρωινό καφέ συναντιόμαστε με το Σάμετ, τον ξεναγό που μας έστειλε ο Ομέρ, για να μας γυρίσει στα αξιοθέατα του Ντιγιαρμπακίρ.
Ο Σάμετ είναι ντόπιος και μας εξηγεί ότι ανήκει στην κοινότητα των Ζαζά.
Οι Ζαζά είναι ένας κλάδος της Κουρδικής εθνότητας (περίπου τρία ή τέσσερα εκατομμύρια) που κατοικούν στην Τουρκία, κυρίως στην περιοχή από το Ντιγιαρμπακίρ και προς τα βόρεια. Μιλάνε Ζαζάκι, μια κουρδική διάλεκτο και από ότι ξέρω συμμετέχουν στη διαμόρφωση της Κουρδικής φυλετικής ταυτότητας, αν και υπάρχει μειοψηφία που διαφωνούν διεκδικώντας χωριστή φυλετική ταυτότητα. Με το Σάμετ γυρίζουμε επί τρεις περίπου ώρες στα αξιοθέατα του Ντιγιαρμπακίρ.
Το Ντιγιαρμπακίρ είναι μια αρχαία πόλη στη δεξιά όχθη του ποταμού Τίγρη. Στα ρωμαϊκά και βυζαντινά χρόνια, με το όνομα Αμίδα, ήταν οχυρή πόλη στα ανατολικά σύνορα της αυτοκρατορίας.
Στα Κουρδικά το όνομα της πόλης είναι Amed. Αλλά επί Αραβικής εποχής εγκαταστάθηκε η φάρα των Μπακρ και η γύρω περιοχή έγινε γνωστή ως Ντιγιάρ Μπακρ, δηλαδή Περιοχή των Μπακρ. Ο Ατατούρκ το εκμεταλλεύτηκε στα 1937 που επισκέφθηκε την πόλη και διέταξε να την μετονομάσουν σε Ντιγιαρμπακίρ. Μπακίρ είναι στα Τούρκικα ο χαλκός που αφθονεί στην περιοχή. Οπότε το νέο όνομα σημαίνει «Γη του χαλκού».
Η πόλη πέρασε από πολλά χέρια, βυζαντινών, περσών, Αράβων και άλλων για να καταλήξει στους Τούρκους. Όμως ο πληθυσμός είναι σε μεγάλη πλειοψηφία Κούρδοι. Κατά κάποιο τρόπο είναι το κέντρο της κουρδικής κουλτούρας και της αντίστασης στην τουρκική εξουσία. Λόγω των συγκρούσεων με τους ένοπλους κούρδους του PKK είχε κηρυχτεί για 15 χρόνια κατάσταση έκτακτης ανάγκης που έληξε το 2002.
Μετά από χρόνια ταραχών τα πράγματα έχουν τώρα καλμάρει. Ένα κομβικό θέμα των συγκρούσεων μεταξύ Τούρκων και Κούρδων είναι το γλωσσικό. Για πολλά χρόνια το Τουρκικό κατεστημένο απαγόρευε δια ροπάλου (κυριολεκτικά) τη χρήση της Κουρδικής γλώσσας. Το πέρασμα της εξουσίας από το Κεμαλικό κατεστημένο στη διακυβέρνηση Ερντογάν δημιούργησε μια νέα κατάσταση που δίνει μεγαλύτερη σημασία στην Οθωμανική παράδοση και την ισλαμική θρησκεία. Κατ επέκταση θεωρείται πιο ανεκτικό σε θέματα ιδιαίτερων πολιτιστικών παραδόσεων. Ετούτη τη στιγμή το Ντιγιαρμπακίρ απολαμβάνει ως καρπό αυτής της νέας αντίληψης την ανοχή στη χρήση της Κουρδικής γλώσσας. Η τοπική δημοτική αρχή έχει ήδη τοποθετήσει πληροφοριακές πινακίδες στην Κουρδική γλώσσα σε όλη την πόλη. Κάτι αδιανόητο προ της εποχής Ερντογάν.
Σήμερα, στα 2011 δηλαδή, το Ντιγιαρμπακίρ έχει κοντά στο ένα εκατομμύριο κατοίκους και αναπτύσσεται με χιλιάδες νέες οικοδομές υπό κατασκευή. Στατιστικές για τη σύνθεση του πληθυσμού δε γίνονται αλλά βάσει παλαιότερων υπολογίζεται ότι τουλάχιστον τα τρία τέταρτα είναι Κούρδοι. Εκτός από τις συγκρούσεις του PKK με τον τουρκικό στρατό η πόλη φημίζεται για το φολκλόρ και τα καρπούζια της.
Το πιο σημαντικό αξιοθέατο της πόλης είναι τα τείχη της. Έχουν μήκος 5,5 χλμ. και είναι χτισμένα με μαύρη ηφαιστειακή πέτρα της περιοχής (βασάλτη).
Τα τείχη χρονολογούνται από τη Ρωμαϊκή εποχή. Κατασκευάστηκαν αρχικά επί Κωνστάντιου Β`, στα μέσα του 4ου αιώνα. Στα 1500 χρόνια που ακολούθησαν επεκτάθηκαν τροποποιήθηκαν και ανακατασκευάστηκαν με τη χρήση μαύρης ηφαιστειακής πέτρας της περιοχής. Όμως λιθόκτιστη είναι μόνο η εξωτερική επιφάνεια των τειχών. Τα τείχη σώζονται σε καλή κατάσταση και σχηματίζουν ένα δακτύλιο γύρω από την παλιά πόλη. Έχουν ύψος δέκα και πλέον μέτρα και πάχος 3 με 5. Υπάρχουν τέσσερες βασικές πύλες και 82 σκοπιές επάνω τους. Η Τουρκική κυβέρνηση τα επισκεύασε περιμένοντας την εγγραφή τους στη λίστα της Ουνέσκο (πράγμα που έγινε τελικά το 2015).
Επάνω στα τείχη περπατήσαμε μια μικρή απόσταση και επισκεφθήκαμε την περιοχή γύρω από την Πύλη του Μαρντίν.
Η επίσκεψη της πόλης ήταν ενδιαφέρουσα. Είδαμε αρκετά τζαμιά. Το κεντρικό Ουλού τζαμί (υπό επισκευή, δε μπορούμε να μπούμε μέσα) λέγεται πως είναι το πέμπτο σε θρησκευτική σημασία τζαμί των μουσουλμάνων.
Ακόμα είδαμε τον «μιναρέ με τα τέσσερα πόδια», το τζαμί του Μπεχράμ πασά και άλλα.
Το σχετικά μικρό Νεμπί τζαμί είναι κατασκευασμένο με χαρακτηριστικό τοπικό στιλ, από εναλλασσόμενες σειρές με άσπρη (ασβεστόλιθος) και μαύρη πέτρα (βασάλτης). Η ονομασία οφείλεται στις καλλιγραφικές επιγραφές επάνω στο μιναρέ του τζαμιού, Νεμπί σημαίνει Προφήτης στα αραβικά.
Ακόμα επισκεφθήκαμε το διώροφο χάνι του Χασάν πασά όπου σήμερα λειτουργούν καφενεία και καταστήματα καθώς και το καρβανσαράι του Χουσρέφ Πασά κοντά στην πύλη του Μαρντίν, που σήμερα λειτουργεί σαν πολυτελές ξενοδοχείο.
Από το ύψος των τειχών φαίνεται και η «γέφυρα με τις δέκα καμάρες» πάνω στον ποταμό Τίγρη. Χτίστηκε τον 11ο αιώνα και βρίσκεται στην έξοδο της πόλης προς το Silvan.
Επίσης επισκεφθήκαμε την αρχαία εκκλησία των Χαλδαίων καθολικών (του 1686) και την υπό ανακαίνιση αρμενική εκκλησία. Η πόλη είχε πολυάριθμη Αρμενική κοινότητα και ο μεγαλοπρεπής αυτός ναός, αφιερωμένος στον Άγιο Κυριάκο (Giragos) κτίστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα. Η διεθνής Αρμενική κοινότητα περιμένει την ολοκλήρωση των εργασιών αποκατάστασης του ναού, οι εργασίες πλησιάζουν να τελειώσουν.
Επισκεφθήκαμε εν μέρει και την συνοικία που είναι το κάστρο της πόλης, μια περιοχή διαμορφωμένη σαν οχυρό μέσα στο έτσι κι αλλιώς οχυρωμένο Σουρ, όπως αποκαλείται η εντός των μαύρων τειχών πόλη.
Πολύ ενδιαφέρουσα ήταν η βόλτα που κάναμε μόνοι μας στα εξαιρετικά παζάρια της πόλης.
Ο ήχος των τεχνιτών που σφυρηλατούν τα χάλκινα μπακίρια και η φιλική υποδοχή από τα αμέτρητα μικρομάγαζα μας προσκαλεί για αγορές αναμνηστικών. Αλλά όχι, επεμβαίνω κατασταλτικά. Διότι εκτός που είμαι κατά των αγορών έχουμε μπροστά μας ένα κυκλικό ταξίδι στο Κουρδιστάν, από το οποίο θα επανέλθουμε στο Ντιγιαρμπακίρ μετά δώδεκα ημέρες, στις αρχές Οκτώβρη. Οπότε οι αγορές αναβάλλονται για τότε…
Αποξηραμένα λαχανικά. Χρησιμοποιούνται στην παραδοσιακή κουζίνα της Ανατολίας. Π. χ. τα γεμιστά γίνονται με αποξηραμένες μελιτζάνες, πιπεριές, κολοκύθια κλπ όταν δεν είναι η εποχή τους.
Μια άποψη προς το κάστρο.
Στιλβωτές στο κέντρο της πόλης. Οι πελάτες συνήθως βγάζουν τα παπούτσια για λουστράρισμα φορώντας για λίγο σαγιονάρες.
.
Άποψη της συνοικίας του κάστρου.
Το Ντιγιαρμπακίρ το γυρίσαμε αρκετά καλά, θα επανέλθουμε όμως όπως ανέφερα, διότι από εδώ θα πάρουμε και την πτήση επιστροφής.
Φεύγουμε από το Ντιγιαρμπακίρ το μεσημέρι με minibus (μικρό λεωφορείο) για το Σιβερέκ μικρή πόλη 92 χλμ δυτικά. Εκεί αλλάζουμε λεωφορείο (minibus) για να πάμε στο Kahta. Καθοδόν περνάμε με φεριμπότ την τεράστια τεχνητή λίμνη που σχηματίζεται στον ποταμό Ευφράτη από το φράγμα Αττατούρκ.
Στο φέριμποτ.
Ο μεσήλικας βρακοφόρος οδηγός του minibus επιμένει ότι εφόσον θέλουμε να επισκεφθούμε τον αρχαιολογικό χώρο του όρους Νεμρούτ πρέπει να πάμε στο πλησίστιο χωριό Καραντούτ. Τελικά αλλάζουμε σχέδιο και ο οδηγός μας συνεννοείται με τον ιδιοκτήτη μιας πανσιόν στο Καραντούτ. Κατεβαίνουμε στο δρόμο, κάπου κοντά στο Narince, όπου μας περιμένει ο Δεντού που εργάζεται στην πανσιόν «Καραντούτ», με το αυτοκίνητό του. Ανεβαίνουμε στο χωριό Καραντούτ και αφήνουμε τα πράγματά μας. Διότι συμφωνήσαμε με το Δεντού, με κάποιο τίμημα που δε θυμάμαι, να μας πάει αμέσως ως το βουνό με τον τάφο.
Έτσι συνεχίζουμε (12 χλμ.) μέχρι το όρος Νεμρούτ με το αυτοκίνητο. Από το πάρκιν μέχρι την κορυφή του βουνού στα 2150 μέτρα υψόμετρο είναι μια δύσκολη ανάβαση περίπου 500 μέτρα με αρκετό κρύο.
Το χαζό που κάναμε είναι ότι ανεβαίνουμε με τα κοντομάνικα, αν και είχαμε κάνει ολόκληρη προετοιμασία να πάρουμε μαζί μας τζάκετ ειδικά για τούτο το μέρος. Το συζητήσαμε κατ` επανάληψη στην προετοιμασία των αποσκευών, το ξεχάσαμε στην κρίσιμη στιγμή.
Το βουνό Νεμρούτ (Nemrut dagi) είναι ο πιο φημισμένος αρχαιολογικός χώρος της Νοτιανατολικής Τουρκίας. Ένας μεγαλομανής ηγεμόνας του τοπικού βασιλείου της Κομμαγηνής, ο Αντίοχος 1ος (62-32 π.Χ.) βάλθηκε να χτίσει στην τόσο δυσπρόσιτη βουνοκορφή το ταφικό του μνημείο ή «ιεροθέσιον».
Ο Αντίοχος πίστευε ότι ήταν απόγονος του θεού Απόλλωνα. Αλλά ο θρησκευτικός του συγκρητισμός ανακατεύει στοιχεία της αρχαίας ελληνικής θρησκείας με άλλα από ανατολίτικες θρησκείες. Έτσι ταυτίζει τους θεούς των Ελλήνων με περσικές θεότητες. Έχουμε αγάλματα του Δία-Ορομάσδη (Άχουρα Μάζδα), του Απόλλωνα-Μίθρα-Ερμή-Ήλιου, του Ηρακλή-Αρτάγνη, της Κομμαγηνής με τα χαρακτηριστικά της θεάς Τύχης και φυσικά του ίδιου του Αντίοχου που είχε τον πλήρη τίτλο «Αντίοχος 1ος Θεός Δίκαιος Επιφανής Φιλορωμαίος Φιλέλλην».
Η τοποθεσία ήρθε και πάλι στο φώς το 1881 και οι πρώτες ανασκαφές έγιναν από Γερμανούς αρχαιολόγους το 1882/1883. Η διάταξη του μνημείου περιλαμβάνει έναν τεχνητό πέτρινο τύμβο (tumulus) ύψους 50 μέτρων και διαμέτρου 150 μέτρων. Το ιεροθέσιον αποτελείται από κατασκευές γύρω από την βάση του tumulus. Οι κυριότερες έχουν διαταχθεί σε δύο ταράτσες με προσανατολισμό η μία προς την ανατολή και η άλλη προς τη δύση. Πάντως τάφος του Αντίοχου δεν έχει βρεθεί.
Τα γιγαντιαία αγάλματα έχουν πέσει σε κομμάτια μετά από πολλούς σεισμούς.
Στη δυτική ταράτσα περιμένουμε μαζί με 50 περίπου τουρίστες (όλοι αυτοί καλά χωμένοι σε τζάκετ και με φουλάρια γύρω από το λαιμό τους εμείς με κοντομάνικα) να δούμε την δύση του ήλιου μέσα σ` αυτό το υποβλητικό σκηνικό με τις ασώματες κεφαλές των Ελληνοϊρανών θεών της Κομμαγηνής να κοιτάζουν κι αυτές τον ήλιο που βασιλεύει.
Οι τουρίστες είναι κυρίως ένα γκρουπ Γάλλων. Ο ξεναγός τους είναι από τη Σμύρνη και πολύ καλός. Αντιλαμβάνεται ότι παρακολουθώ την ξενάγηση και με ρωτάει από πού είμαστε. Όταν μαθαίνει γίνεται πιο φιλικός, μας δίνει πρόσθετες πληροφορίες και μας κερνάει ρακί που έχει φέρει μαζί του.
Επιστροφή στο χωριό Καραντούτ. Ταχτοποιούμαστε στην ομώνυμη πανσιόν και απολαμβάνουμε το σπιτικό βραδινό φαγητό που μας ετοιμάζει ο Δεντού.
Μια πολύ γεμάτη ημέρα τελειώνει. Με επιτυχία μεγαλύτερη της αναμενόμενης καθόσον τα πράγματα βαίνουν και πιο γρήγορα από ότι είχα προγραμματίσει.
Ο ήλιος πέφτει πάνω στα βουνά της Άνω Μεσοποταμίας.
Τετάρτη, 21 Σεπτέμβρη.
Αφού βρήκαμε κάπου να πιούμε ένα πρωινό καφέ συναντιόμαστε με το Σάμετ, τον ξεναγό που μας έστειλε ο Ομέρ, για να μας γυρίσει στα αξιοθέατα του Ντιγιαρμπακίρ.
Ο Σάμετ είναι ντόπιος και μας εξηγεί ότι ανήκει στην κοινότητα των Ζαζά.
Οι Ζαζά είναι ένας κλάδος της Κουρδικής εθνότητας (περίπου τρία ή τέσσερα εκατομμύρια) που κατοικούν στην Τουρκία, κυρίως στην περιοχή από το Ντιγιαρμπακίρ και προς τα βόρεια. Μιλάνε Ζαζάκι, μια κουρδική διάλεκτο και από ότι ξέρω συμμετέχουν στη διαμόρφωση της Κουρδικής φυλετικής ταυτότητας, αν και υπάρχει μειοψηφία που διαφωνούν διεκδικώντας χωριστή φυλετική ταυτότητα. Με το Σάμετ γυρίζουμε επί τρεις περίπου ώρες στα αξιοθέατα του Ντιγιαρμπακίρ.
Το Ντιγιαρμπακίρ είναι μια αρχαία πόλη στη δεξιά όχθη του ποταμού Τίγρη. Στα ρωμαϊκά και βυζαντινά χρόνια, με το όνομα Αμίδα, ήταν οχυρή πόλη στα ανατολικά σύνορα της αυτοκρατορίας.
Στα Κουρδικά το όνομα της πόλης είναι Amed. Αλλά επί Αραβικής εποχής εγκαταστάθηκε η φάρα των Μπακρ και η γύρω περιοχή έγινε γνωστή ως Ντιγιάρ Μπακρ, δηλαδή Περιοχή των Μπακρ. Ο Ατατούρκ το εκμεταλλεύτηκε στα 1937 που επισκέφθηκε την πόλη και διέταξε να την μετονομάσουν σε Ντιγιαρμπακίρ. Μπακίρ είναι στα Τούρκικα ο χαλκός που αφθονεί στην περιοχή. Οπότε το νέο όνομα σημαίνει «Γη του χαλκού».
Η πόλη πέρασε από πολλά χέρια, βυζαντινών, περσών, Αράβων και άλλων για να καταλήξει στους Τούρκους. Όμως ο πληθυσμός είναι σε μεγάλη πλειοψηφία Κούρδοι. Κατά κάποιο τρόπο είναι το κέντρο της κουρδικής κουλτούρας και της αντίστασης στην τουρκική εξουσία. Λόγω των συγκρούσεων με τους ένοπλους κούρδους του PKK είχε κηρυχτεί για 15 χρόνια κατάσταση έκτακτης ανάγκης που έληξε το 2002.
Μετά από χρόνια ταραχών τα πράγματα έχουν τώρα καλμάρει. Ένα κομβικό θέμα των συγκρούσεων μεταξύ Τούρκων και Κούρδων είναι το γλωσσικό. Για πολλά χρόνια το Τουρκικό κατεστημένο απαγόρευε δια ροπάλου (κυριολεκτικά) τη χρήση της Κουρδικής γλώσσας. Το πέρασμα της εξουσίας από το Κεμαλικό κατεστημένο στη διακυβέρνηση Ερντογάν δημιούργησε μια νέα κατάσταση που δίνει μεγαλύτερη σημασία στην Οθωμανική παράδοση και την ισλαμική θρησκεία. Κατ επέκταση θεωρείται πιο ανεκτικό σε θέματα ιδιαίτερων πολιτιστικών παραδόσεων. Ετούτη τη στιγμή το Ντιγιαρμπακίρ απολαμβάνει ως καρπό αυτής της νέας αντίληψης την ανοχή στη χρήση της Κουρδικής γλώσσας. Η τοπική δημοτική αρχή έχει ήδη τοποθετήσει πληροφοριακές πινακίδες στην Κουρδική γλώσσα σε όλη την πόλη. Κάτι αδιανόητο προ της εποχής Ερντογάν.
Σήμερα, στα 2011 δηλαδή, το Ντιγιαρμπακίρ έχει κοντά στο ένα εκατομμύριο κατοίκους και αναπτύσσεται με χιλιάδες νέες οικοδομές υπό κατασκευή. Στατιστικές για τη σύνθεση του πληθυσμού δε γίνονται αλλά βάσει παλαιότερων υπολογίζεται ότι τουλάχιστον τα τρία τέταρτα είναι Κούρδοι. Εκτός από τις συγκρούσεις του PKK με τον τουρκικό στρατό η πόλη φημίζεται για το φολκλόρ και τα καρπούζια της.
Το πιο σημαντικό αξιοθέατο της πόλης είναι τα τείχη της. Έχουν μήκος 5,5 χλμ. και είναι χτισμένα με μαύρη ηφαιστειακή πέτρα της περιοχής (βασάλτη).
Τα τείχη χρονολογούνται από τη Ρωμαϊκή εποχή. Κατασκευάστηκαν αρχικά επί Κωνστάντιου Β`, στα μέσα του 4ου αιώνα. Στα 1500 χρόνια που ακολούθησαν επεκτάθηκαν τροποποιήθηκαν και ανακατασκευάστηκαν με τη χρήση μαύρης ηφαιστειακής πέτρας της περιοχής. Όμως λιθόκτιστη είναι μόνο η εξωτερική επιφάνεια των τειχών. Τα τείχη σώζονται σε καλή κατάσταση και σχηματίζουν ένα δακτύλιο γύρω από την παλιά πόλη. Έχουν ύψος δέκα και πλέον μέτρα και πάχος 3 με 5. Υπάρχουν τέσσερες βασικές πύλες και 82 σκοπιές επάνω τους. Η Τουρκική κυβέρνηση τα επισκεύασε περιμένοντας την εγγραφή τους στη λίστα της Ουνέσκο (πράγμα που έγινε τελικά το 2015).
Επάνω στα τείχη περπατήσαμε μια μικρή απόσταση και επισκεφθήκαμε την περιοχή γύρω από την Πύλη του Μαρντίν.
Η επίσκεψη της πόλης ήταν ενδιαφέρουσα. Είδαμε αρκετά τζαμιά. Το κεντρικό Ουλού τζαμί (υπό επισκευή, δε μπορούμε να μπούμε μέσα) λέγεται πως είναι το πέμπτο σε θρησκευτική σημασία τζαμί των μουσουλμάνων.
Ακόμα είδαμε τον «μιναρέ με τα τέσσερα πόδια», το τζαμί του Μπεχράμ πασά και άλλα.
Το σχετικά μικρό Νεμπί τζαμί είναι κατασκευασμένο με χαρακτηριστικό τοπικό στιλ, από εναλλασσόμενες σειρές με άσπρη (ασβεστόλιθος) και μαύρη πέτρα (βασάλτης). Η ονομασία οφείλεται στις καλλιγραφικές επιγραφές επάνω στο μιναρέ του τζαμιού, Νεμπί σημαίνει Προφήτης στα αραβικά.
Ακόμα επισκεφθήκαμε το διώροφο χάνι του Χασάν πασά όπου σήμερα λειτουργούν καφενεία και καταστήματα καθώς και το καρβανσαράι του Χουσρέφ Πασά κοντά στην πύλη του Μαρντίν, που σήμερα λειτουργεί σαν πολυτελές ξενοδοχείο.
Από το ύψος των τειχών φαίνεται και η «γέφυρα με τις δέκα καμάρες» πάνω στον ποταμό Τίγρη. Χτίστηκε τον 11ο αιώνα και βρίσκεται στην έξοδο της πόλης προς το Silvan.
Επίσης επισκεφθήκαμε την αρχαία εκκλησία των Χαλδαίων καθολικών (του 1686) και την υπό ανακαίνιση αρμενική εκκλησία. Η πόλη είχε πολυάριθμη Αρμενική κοινότητα και ο μεγαλοπρεπής αυτός ναός, αφιερωμένος στον Άγιο Κυριάκο (Giragos) κτίστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα. Η διεθνής Αρμενική κοινότητα περιμένει την ολοκλήρωση των εργασιών αποκατάστασης του ναού, οι εργασίες πλησιάζουν να τελειώσουν.
Επισκεφθήκαμε εν μέρει και την συνοικία που είναι το κάστρο της πόλης, μια περιοχή διαμορφωμένη σαν οχυρό μέσα στο έτσι κι αλλιώς οχυρωμένο Σουρ, όπως αποκαλείται η εντός των μαύρων τειχών πόλη.
Πολύ ενδιαφέρουσα ήταν η βόλτα που κάναμε μόνοι μας στα εξαιρετικά παζάρια της πόλης.
Ο ήχος των τεχνιτών που σφυρηλατούν τα χάλκινα μπακίρια και η φιλική υποδοχή από τα αμέτρητα μικρομάγαζα μας προσκαλεί για αγορές αναμνηστικών. Αλλά όχι, επεμβαίνω κατασταλτικά. Διότι εκτός που είμαι κατά των αγορών έχουμε μπροστά μας ένα κυκλικό ταξίδι στο Κουρδιστάν, από το οποίο θα επανέλθουμε στο Ντιγιαρμπακίρ μετά δώδεκα ημέρες, στις αρχές Οκτώβρη. Οπότε οι αγορές αναβάλλονται για τότε…
Αποξηραμένα λαχανικά. Χρησιμοποιούνται στην παραδοσιακή κουζίνα της Ανατολίας. Π. χ. τα γεμιστά γίνονται με αποξηραμένες μελιτζάνες, πιπεριές, κολοκύθια κλπ όταν δεν είναι η εποχή τους.
Μια άποψη προς το κάστρο.
Στιλβωτές στο κέντρο της πόλης. Οι πελάτες συνήθως βγάζουν τα παπούτσια για λουστράρισμα φορώντας για λίγο σαγιονάρες.
.
Άποψη της συνοικίας του κάστρου.
Το Ντιγιαρμπακίρ το γυρίσαμε αρκετά καλά, θα επανέλθουμε όμως όπως ανέφερα, διότι από εδώ θα πάρουμε και την πτήση επιστροφής.
Φεύγουμε από το Ντιγιαρμπακίρ το μεσημέρι με minibus (μικρό λεωφορείο) για το Σιβερέκ μικρή πόλη 92 χλμ δυτικά. Εκεί αλλάζουμε λεωφορείο (minibus) για να πάμε στο Kahta. Καθοδόν περνάμε με φεριμπότ την τεράστια τεχνητή λίμνη που σχηματίζεται στον ποταμό Ευφράτη από το φράγμα Αττατούρκ.
Στο φέριμποτ.
Ο μεσήλικας βρακοφόρος οδηγός του minibus επιμένει ότι εφόσον θέλουμε να επισκεφθούμε τον αρχαιολογικό χώρο του όρους Νεμρούτ πρέπει να πάμε στο πλησίστιο χωριό Καραντούτ. Τελικά αλλάζουμε σχέδιο και ο οδηγός μας συνεννοείται με τον ιδιοκτήτη μιας πανσιόν στο Καραντούτ. Κατεβαίνουμε στο δρόμο, κάπου κοντά στο Narince, όπου μας περιμένει ο Δεντού που εργάζεται στην πανσιόν «Καραντούτ», με το αυτοκίνητό του. Ανεβαίνουμε στο χωριό Καραντούτ και αφήνουμε τα πράγματά μας. Διότι συμφωνήσαμε με το Δεντού, με κάποιο τίμημα που δε θυμάμαι, να μας πάει αμέσως ως το βουνό με τον τάφο.
Έτσι συνεχίζουμε (12 χλμ.) μέχρι το όρος Νεμρούτ με το αυτοκίνητο. Από το πάρκιν μέχρι την κορυφή του βουνού στα 2150 μέτρα υψόμετρο είναι μια δύσκολη ανάβαση περίπου 500 μέτρα με αρκετό κρύο.
Το χαζό που κάναμε είναι ότι ανεβαίνουμε με τα κοντομάνικα, αν και είχαμε κάνει ολόκληρη προετοιμασία να πάρουμε μαζί μας τζάκετ ειδικά για τούτο το μέρος. Το συζητήσαμε κατ` επανάληψη στην προετοιμασία των αποσκευών, το ξεχάσαμε στην κρίσιμη στιγμή.
Το βουνό Νεμρούτ (Nemrut dagi) είναι ο πιο φημισμένος αρχαιολογικός χώρος της Νοτιανατολικής Τουρκίας. Ένας μεγαλομανής ηγεμόνας του τοπικού βασιλείου της Κομμαγηνής, ο Αντίοχος 1ος (62-32 π.Χ.) βάλθηκε να χτίσει στην τόσο δυσπρόσιτη βουνοκορφή το ταφικό του μνημείο ή «ιεροθέσιον».
Ο Αντίοχος πίστευε ότι ήταν απόγονος του θεού Απόλλωνα. Αλλά ο θρησκευτικός του συγκρητισμός ανακατεύει στοιχεία της αρχαίας ελληνικής θρησκείας με άλλα από ανατολίτικες θρησκείες. Έτσι ταυτίζει τους θεούς των Ελλήνων με περσικές θεότητες. Έχουμε αγάλματα του Δία-Ορομάσδη (Άχουρα Μάζδα), του Απόλλωνα-Μίθρα-Ερμή-Ήλιου, του Ηρακλή-Αρτάγνη, της Κομμαγηνής με τα χαρακτηριστικά της θεάς Τύχης και φυσικά του ίδιου του Αντίοχου που είχε τον πλήρη τίτλο «Αντίοχος 1ος Θεός Δίκαιος Επιφανής Φιλορωμαίος Φιλέλλην».
Η τοποθεσία ήρθε και πάλι στο φώς το 1881 και οι πρώτες ανασκαφές έγιναν από Γερμανούς αρχαιολόγους το 1882/1883. Η διάταξη του μνημείου περιλαμβάνει έναν τεχνητό πέτρινο τύμβο (tumulus) ύψους 50 μέτρων και διαμέτρου 150 μέτρων. Το ιεροθέσιον αποτελείται από κατασκευές γύρω από την βάση του tumulus. Οι κυριότερες έχουν διαταχθεί σε δύο ταράτσες με προσανατολισμό η μία προς την ανατολή και η άλλη προς τη δύση. Πάντως τάφος του Αντίοχου δεν έχει βρεθεί.
Τα γιγαντιαία αγάλματα έχουν πέσει σε κομμάτια μετά από πολλούς σεισμούς.
Στη δυτική ταράτσα περιμένουμε μαζί με 50 περίπου τουρίστες (όλοι αυτοί καλά χωμένοι σε τζάκετ και με φουλάρια γύρω από το λαιμό τους εμείς με κοντομάνικα) να δούμε την δύση του ήλιου μέσα σ` αυτό το υποβλητικό σκηνικό με τις ασώματες κεφαλές των Ελληνοϊρανών θεών της Κομμαγηνής να κοιτάζουν κι αυτές τον ήλιο που βασιλεύει.
Οι τουρίστες είναι κυρίως ένα γκρουπ Γάλλων. Ο ξεναγός τους είναι από τη Σμύρνη και πολύ καλός. Αντιλαμβάνεται ότι παρακολουθώ την ξενάγηση και με ρωτάει από πού είμαστε. Όταν μαθαίνει γίνεται πιο φιλικός, μας δίνει πρόσθετες πληροφορίες και μας κερνάει ρακί που έχει φέρει μαζί του.
Επιστροφή στο χωριό Καραντούτ. Ταχτοποιούμαστε στην ομώνυμη πανσιόν και απολαμβάνουμε το σπιτικό βραδινό φαγητό που μας ετοιμάζει ο Δεντού.
Μια πολύ γεμάτη ημέρα τελειώνει. Με επιτυχία μεγαλύτερη της αναμενόμενης καθόσον τα πράγματα βαίνουν και πιο γρήγορα από ότι είχα προγραμματίσει.
Ο ήλιος πέφτει πάνω στα βουνά της Άνω Μεσοποταμίας.
Last edited by a moderator: