hydronetta
Member
- Μηνύματα
- 4.171
- Likes
- 14.604
- Επόμενο Ταξίδι
- ???
- Ταξίδι-Όνειρο
- όπου δεν έχω πάει
Diyarbakır, το «σκοτεινό»
Το Diyarbakır που έχει τη τιμή να είναι η γενέτειρα του Μεχμέτ, ανεπίσημη πρωτεύουσα των κούρδων της Τουρκίας, είναι μια μεγαλούπολη σχεδόν 2 εκατομυρίων κατοίκων. Στα περίχωρα ξεφυτρώνουν σαν τα μανιτάρια νέες 15όροφες πολυκατοικίες σε συγκροτήματα με πράσινο, πισίνες αλλά και τζαμιά, ενώ το ιστορικό κέντρο που περικλείεται από τα τείχη έχει παραμείνει στην ουσία ένα αφρόντιστο γκέτο για τους κούρδους παρίες. Στη νέα πόλη η νεολαίοι πίνουν τα ροφήματά τους σε καφετέριες, ενώ στη παλιά σε χάνια και καφενέδες. Όμως στη παλιά πόλη είναι συγκεντρωμένα τα ιστορικά αξιοθέατα και παρά την αναφερόμενη επικινδυνότητα (που εγώ δεν διαπίστωσα) είναι το μόνο κομμάτι που διατηρεί μια κάποια γοητεία. Βέβαια αν δεν είχα τη κολιτσίδα το Μεχμέτ, αμφιβάλω αν θα αφιέρωνα στο Diyarbakır πάνω από μια μέρα. Συγκλονιστικό δε το λες. Αντίθετα η μαύρη πέτρα του βασάλτη και τα στενά σοκάκια σε ανάλογα χρώματα μου έδωσαν την εντύπωση μιας πόλης «σκοτεινής».
Σαν έφτασα στο αεροδρόμιο ο Μεχμέτ με περίμενε περιχαρής. Με αρκετό ποδαρόδρομο, στάση για τσάι (που πλήρωσα εγώ εννοείται) και dolmus φτάσαμε στη παλιά πόλη όπου τακτοποιήθηκα τελικά σε ξενοδοχείο, σ’ένα δωμάτιο όπου ίσα χωρούσε το κρεβάτι, ένα κομοδίνο και μια χαμηλή ντουλάπα. Βαλίτσα εννοείται στο πάτωμα. Δεν υπήρχε άλλος ελεύθερος χώρος. Ευτυχώς ήταν καθαρό, σχετικά ήσυχο και κυρίως φθηνό. Διάθεση να ψάξω τα τριγύρω ξενοδοχεία δεν είχα.
Πήγαμε και στο σπίτι των γονιών του, ξεσηκώνοντας τους ανθρώπους από τη μεσημεριανή τους σιέστα. Ο πατέρας του ήταν ένας φωτογενής επαρχιώτης, με τα χρόνια που πάλευε τη γης να είναι χαραγμένα στα χέρια και τις ρυτίδες του προσώπου του. Η αετίσια μύτη του και τα σχιστά μάτια πάνω στο κάτισχνο πρόσωπο, του προσέδιδαν μια περηφάνεια και μεγαλοπρέπεια. Ζήτησα να τον αποθανατίσω κάποια άλλη μέρα, γεγονός που δέχθηκε με ενθουσιασμό, τόσο που θεώρησε υποχρέωση να μου δείξει όλο το οικογενειακό άλμπουμ. Με τον Μεχμέτ που έμπλεξα δεν έγινε ποτέ. Η μαμά, η θεία, κάμποσα αδέλφια, εγγόνια, όλα πλαισίωναν ένα πολυάριθμο τσούρμο σ’ενα σπίτι σπαρτιάτικο. Παρά την ένδεια με κέρασαν χυμό και γερμάδες, όμως γενικά επικρατούσε μεταξύ μας μια αμηχανία και απόσταση.
Ο Μεχμέτ μου γνώρισε και τους φίλους του. Αλλοίμονο, καθώς τρία απογεύματα τα πέρασα εξ’ολοκλήρου στο ατμοσφαιρικό Hasan Paşa Hanı, στο ίδιο τραπεζάκι πίνοντας τσάγια, καφέδες, λεμονάδες, κάνοντας ναργιλέ, τσιγάρα κι ατέλειωτη κουβέντα. Η σταθερή παρέα ήταν ο πρώην εργοδότης του, κάποιοι νεαροί που δεν κατέγραψα το πόθεν έσχες, ένα επίδοξος σεναριογράφος-κινηματογραφιστής που χαριτολογώντας τον αποκαλούσα Mr Director απαιτώντας ρόλο στις ταινίες του, και.... ένας ιμάμης. Ναι καλά διάβασατε ιμάμης. Όταν μου το είχε πρωτοπεί, έβαλα στο μυαλό μου ένα σεβάσμιο γενειοφόρο με μούσι τουρμπάνι και κελεμπία. Αντ’αυτού εμφανίστηκε ένας καλοξυρισμένος κύριος, με το πουκαμισάκι του, τα τσιγαράκια και το κινητό του (όπως οι πάντες) ανά χείρας. Ήταν ενδιαφέρουσα περίπτωση με σπουδές στην φιλοσοφία και μεγάλη αγάπη στην αρχαία ελληνική γραμματεία. Από κείνον έμαθα ότι για να γίνεις ιμάμης χρειάζονται σπουδές, δίνονται εξετάσεις και τελικά χρειάζεται διορισμός (κάτι που θέλει και το ανάλογο μέσον...) Όμως η κουβέντα μας αναλώθηκε με πρωτοβουλία του κυρίως σε θεολογικά θέματα, κάτι που με έκανε να νοιώθω άβολα καθώς δεν έχω κάνει ανάλογες σπουδές.. Πάντως έκανα και ενδιαφέρουσες συζητήσεις σχετικά με το νόμο της Σαρία, τον φονταμενταλισμό, το πολιτικό Ισλαμ και την αρνητική γνώμη που έχει αποκτήσει η Δύση, την επιρροή της θρησκείας στην καθημερινότητα, τους σιίτες, τους Ταλιμπάν.... Το ένα τσάι έφερνε το άλλο, τα τασάκια γέμιζαν και άδειαζαν, οι ώρες περνούσαν και στο τέλος αναρωτιόμουν τι σόι οικογένεια έχουν αφού και για δείπνο έτρωγαν κάτι πρόχειρα πάντα εκτός σπιτιού.
Ας επανέλθουμε πάλι στη γνωριμία μας με το Diyarbakır.
Aναμφίβολα αυτό που τo χαρακτηρίζει είναι τα τείχη με τους εναπομείναντες πύργους τους που περικλείουν την παλιά πόλη. Ρωμαϊκής κατασκευής ενισχύθηκαν στους αιώνες από τους Βυζαντινούς, τους Σελτζούκους και πρόσφατα... από το Δήμο. Έχουν μήκος κοντά 6 χλμ, πάχος 3-5 μέτρα, με πύλες για την είσοδο πεζών και τροχοφόρων που έχουν ονόματα γειτονικών πόλεων (Urfa, Mardi). Είναι μια ευχάριστη, χαλαρή βόλτα κατά μήκος τους αφού έχει δημιουργεί πάρκο αναψυχής όπου συχνά οι ντόπιοι απολαμβάνουν τη κουβέντα και τη σιέστα τους ή ένα πικ νικ κάτω από τη δροσιά των δένδρων. Σε μερικά σημεία μπορεί κανείς να τα αναρριχηθεί απολαμβάνοντας απο τη μια τη θέα στη πόλη κι από την άλλη στη κοιλάδα του Τιγρη.
Πύλη στα τείχη
Η πόλη έχει μια ντουζίνα από ιστορικά τζαμιά (μετα τη Πόλη το Diyarbakır έγραφε ο οδηγός), όλα σχεδόν του 16ου αιώνα, που ακολουθούν όμως πανομοιότυπη αρχιτεκτονική (εναλλαγή μαύρης και λευκής πέτρας) γεγονός που δεν καθιστά επιβεβλημένο στο επισκέπτη να τα δει όλα και σίγουρα όχι να κάτσω να σας τα απαριθμήσω ένα προς ένα.
Εξαίρεση αποτελεί το Ulu camii το οποίο ως γκαντέμης εκ νέου πέτυχα σε φάση αναστήλωσης. Το Ulu camii προέκυψε από αλλαγή χρήσης. Εκεί βρισκόταν ο καθεδρικός του Αγίου Θωμά, η μεγαλύτερη εκκλησία στο Diyarbakır. Το τζαμί ανακαινίστηκε τον 11ο αιώνα και θεωρείται το πέμπτο ιερό χώρο του Ισλάμ. Περνώντας τη πύλη από βασάλτη, η εσωτερική αυλή αποτελείται από γοητευτικές αψίδες σε κορινθιακό στυλ. Δυστυχώς το μεγαλύτερο μέρος του ήταν απροσπέλαστο λόγω των εργασιών.
Ulu camii
Το εσωτερικό του τζαμιού θυμίζει γοτθικό ναό με την αυστηρότητα και τη λιτότητά του. Μου έκανε εντύπωση ότι πολλοί αναζητούν εδώ μερικές στιγμές δροσιάς κι ανάπαυσης. Αν συνεπώς είστε κουρασμένοι έναν υπνάκο στα χαλιά του τζαμιού δεν θα τον παρεξηγήσει κανείς.
Εσωτερικό. Ulu camii.
Απέναντι ακριβώς ήταν το γνώριμό μου στέκι. Το Hasan Paşa Hanı, το μεγαλύτερο και πιο όμορφο πρώην καραβανσεράι στη πόλη, του 16ου αιώνα, μ’ένα μικρό συντριβάνι στη μέση, λιγοστά μαγαζιά και πάμπολλα τεϊοποτεία και στα δύο επίπεδα. Στους υπόγειους σταύλους (όπου σήμερα λειτουργεί εξαιρετικό βιβλιοπωλείο) μπορούσαν να στεγαστούν ως και 500 άλογα.
Hasan Paşa Hanı
Πριν την επικράτηση του Ισλάμ, στο Diyarbakır λατρευόταν ο Ζωροαστρισμός, ο Ιουδαϊσμός και ο Χριστιανισμός σε διάφορες εκδόσεις του και η καθε μια με την δική της εκκλησία: νεστοριανοί, έλληνες ορθόδοξοι, αρμένηδες, γιακούμπι, καθολικοί χαλδαίοι....
Πρώτα επισκεφθήκαμε τη Marpetyun Keldani Katolik Kilisesi, που ανήκει στους καθολικούς χαλδαίους, και της οποίας χαρακτηριστικός είναι ο τετράστυλος μιναρές που ξεχωρίζει στον ουρανό. Μπορεί το καθολικό να είναι λιτό, όμως ο υπόλοιπος χώρος που τώρα στέκει ερείπιο, προδίδει ότι εκεί υπήρχε μεγαλύτερο συγκρότημα πιθανά μοναστήρι ή σχολή.
Marpetyun Keldani Katolik Kilisesi
Δίπλα ακριβώς είναι η Surp Giragos, η αρμένικη εκκλησιά. Δυστυχώς για τα γούστα μου τα ερείπα που είδα στο αρχειακό υλικό ήταν πολύ πιο γοητευτικά από την τωρινή εκκλησία που έχει πλήρως αναστηλωθεί και τίποτα δεν προδίδει την ιστορικότητά της. Είναι μέρος μνήμης για τους αρμένιους, καθώς στο Diyarbakır υπήρχε ευημερούσα αρμενική κοινότητα η οποία αφανίστηκε από τους κούρδους. Στέλνοντάς τους στην εξορία στα πλαίσια της εθνικής εκκαθάρισης κατέλαβαν βίαια τα σπίτια και τις δουλειές τους, αλλά δεν πρόκοψαν.
Surp Giragos
Η πιο ενδιαφέρουσα όλων ήταν η Meryem Ana Kilise της Συριακής Ορθόδοξης Εκκλησίας η οποία χρονολογείται από τον 3ο αιώνα πάνω στα ερείπια ενός ναού του ήλιου. Μας υποδέχθηκε ο ιερέας, ο οποίος δεν υπήρχε περίπτωση ν’ανοίξει την πόρτα αν δεν του εξηγούσε ο Μεχμέτ ότι ήμουν έλληνας ορθόδοξος. Περάσαμε σε μια μεγάλη αυλή με ένα μικρό συντριβάνι στη μέση. Κι εδώ ο βασάλτης είναι το κυρίαρχο υλικό. Η εκκλησία έχει κι αυτή ανακαινιστεί με χορηγίες κι έτσι έχει χαθεί η αίσθηση του παλιού. Μόνο που διατηρεί στο λιτό εσωτερικό της κάποιες παλιές εικόνες. Η ακολουθία γίνεται στα αραμαϊκά για το διψήφιο πια ποίμνιο που έχει απομείνει στη πόλη.
Meryem Ana Kilise
Ο ιερέας
Κείμενο στα αραμαϊκά
Η επίσκεψη ολοκληρώθηκε από συχνές βόλτες μέσα στα στενά της πόλης, χωρις πλάνο κι οδηγό, έτσι για να γεμίσεις τις αισθήσεις σου από εικόνες, ήχους, μυρωδιές. Η εικόνα όμως σε γενικές γραμμές είναι αποκαρδιωτική.
Περπάτησα και στα παζάρια με πιο γνωστό εκείνο του τυριού, όμως κι εκεί δεν αντίκρυσα το σκηνικό της Ανατολίας που ανακάλυψα στην Urfa και την Gaziantep.
Όπως ανέφερα τα απογεύματα ήταν αφιερωμένα αποκλειστικά σε τσάι/καφέ/λεμονάδα, ενίοτε ναργιλέ και κουβέντα. Δυο φορές πήγαμε για φαγητό μαζί με τον Μεχμέτ (μετά του το ξέκοψα). Την πρωτη δοκίμασα το πικάντικο çigköfte και τη δεύτερη σπιτική κουζίνα σ’ένα συμπαθητικό μεζεδοπωλείο. Φάγαμε του σκασμού αλλά ήταν και το ακριβότερο γεύμα όλου του ταξιδιού (μην πάει ο νους σας 12 ευρώ το άτομο).
Μια μικρή εκδρομή στο Eğil
Μπορεί ο Μεχμέτ να μην φιλοτιμήθηκε να με πάει στο χωριό του, εμφανίστηκε όμως ένα πρωί και δήλωσε ότι θα επισκεφθούμε έναν αρχαιολογικό χώρο που δεν τον γράφουν οι οδηγοί. Το μικρό χωριό του Eğil, 50 χλμ από το Diyarbakır, κατοικείται από Zazas και είχε όντως απομεινάρια ενός ασσυριακού κάστρου του 8ου αιώνα, σε κατάσταση όμως εγκατάλειψης (σκουπίδια, αποκαϊδια από ψησίματα, γκράφιτι).
Τα απομεινάρια του κάστρου και η τεχνητή λίμνη
Κυριότερη όμως ατραξιόν του χωριού είναι η τεχνητή λίμνη με τα αζούρ νερά της που προέκυψε από τη κατασκευή φράγματος, όπου ντόπιοι κι επισκέπτες απολαμβάνουν τη βαρκάδα, το φαγητό τους και οι πιο τολμηροί το μπάνιο τους.
Κάναμε μια σύντομη περιήγηση στη λίμνη με ένα πλοιάριο υπό τους εκκωφαντικούς ήχους κουρδικής φολκλόρ. Στις όχθες της υπήρχαν κάποια ερείπια χωρίς καμία σήμανση που να σε ενημερώνει για την προέλευσή τους κι έτσι έχω μείνει ακόμα με την απορία.
Παίρνοντας τον ανηφορικό δρομο της επιστροφής είχαμε γκανιάσει από τη δίψα.
Ο Αλλάχ μας εισάκουσε και σταθήκαμε τυχεροί που δυό παλληκάρια μας προσφεραν αρκετό από το αναψυκτικό τους να ξεδιψάσουμε. Ευκαιρία βέβαια για το Μεχμέτ ν’αρχίσει μια ατελείωτη κουβέντα πουλώντας το γνωστό απαράλλακτο παραμύθι για τα έργα και τις ημέρες του.
Ευτυχώς που βρήκα σκιά σε μια εισοχή ενός βράχου κι απλώθηκα σαν ασσύριος βασιλεύς χαλαρώνοντας το ταλαίπωρο σαρκίο μου και κλείνοντας για λίγο τα ματάκια μου.
Το Diyarbakır που έχει τη τιμή να είναι η γενέτειρα του Μεχμέτ, ανεπίσημη πρωτεύουσα των κούρδων της Τουρκίας, είναι μια μεγαλούπολη σχεδόν 2 εκατομυρίων κατοίκων. Στα περίχωρα ξεφυτρώνουν σαν τα μανιτάρια νέες 15όροφες πολυκατοικίες σε συγκροτήματα με πράσινο, πισίνες αλλά και τζαμιά, ενώ το ιστορικό κέντρο που περικλείεται από τα τείχη έχει παραμείνει στην ουσία ένα αφρόντιστο γκέτο για τους κούρδους παρίες. Στη νέα πόλη η νεολαίοι πίνουν τα ροφήματά τους σε καφετέριες, ενώ στη παλιά σε χάνια και καφενέδες. Όμως στη παλιά πόλη είναι συγκεντρωμένα τα ιστορικά αξιοθέατα και παρά την αναφερόμενη επικινδυνότητα (που εγώ δεν διαπίστωσα) είναι το μόνο κομμάτι που διατηρεί μια κάποια γοητεία. Βέβαια αν δεν είχα τη κολιτσίδα το Μεχμέτ, αμφιβάλω αν θα αφιέρωνα στο Diyarbakır πάνω από μια μέρα. Συγκλονιστικό δε το λες. Αντίθετα η μαύρη πέτρα του βασάλτη και τα στενά σοκάκια σε ανάλογα χρώματα μου έδωσαν την εντύπωση μιας πόλης «σκοτεινής».
Σαν έφτασα στο αεροδρόμιο ο Μεχμέτ με περίμενε περιχαρής. Με αρκετό ποδαρόδρομο, στάση για τσάι (που πλήρωσα εγώ εννοείται) και dolmus φτάσαμε στη παλιά πόλη όπου τακτοποιήθηκα τελικά σε ξενοδοχείο, σ’ένα δωμάτιο όπου ίσα χωρούσε το κρεβάτι, ένα κομοδίνο και μια χαμηλή ντουλάπα. Βαλίτσα εννοείται στο πάτωμα. Δεν υπήρχε άλλος ελεύθερος χώρος. Ευτυχώς ήταν καθαρό, σχετικά ήσυχο και κυρίως φθηνό. Διάθεση να ψάξω τα τριγύρω ξενοδοχεία δεν είχα.
Πήγαμε και στο σπίτι των γονιών του, ξεσηκώνοντας τους ανθρώπους από τη μεσημεριανή τους σιέστα. Ο πατέρας του ήταν ένας φωτογενής επαρχιώτης, με τα χρόνια που πάλευε τη γης να είναι χαραγμένα στα χέρια και τις ρυτίδες του προσώπου του. Η αετίσια μύτη του και τα σχιστά μάτια πάνω στο κάτισχνο πρόσωπο, του προσέδιδαν μια περηφάνεια και μεγαλοπρέπεια. Ζήτησα να τον αποθανατίσω κάποια άλλη μέρα, γεγονός που δέχθηκε με ενθουσιασμό, τόσο που θεώρησε υποχρέωση να μου δείξει όλο το οικογενειακό άλμπουμ. Με τον Μεχμέτ που έμπλεξα δεν έγινε ποτέ. Η μαμά, η θεία, κάμποσα αδέλφια, εγγόνια, όλα πλαισίωναν ένα πολυάριθμο τσούρμο σ’ενα σπίτι σπαρτιάτικο. Παρά την ένδεια με κέρασαν χυμό και γερμάδες, όμως γενικά επικρατούσε μεταξύ μας μια αμηχανία και απόσταση.
Ο Μεχμέτ μου γνώρισε και τους φίλους του. Αλλοίμονο, καθώς τρία απογεύματα τα πέρασα εξ’ολοκλήρου στο ατμοσφαιρικό Hasan Paşa Hanı, στο ίδιο τραπεζάκι πίνοντας τσάγια, καφέδες, λεμονάδες, κάνοντας ναργιλέ, τσιγάρα κι ατέλειωτη κουβέντα. Η σταθερή παρέα ήταν ο πρώην εργοδότης του, κάποιοι νεαροί που δεν κατέγραψα το πόθεν έσχες, ένα επίδοξος σεναριογράφος-κινηματογραφιστής που χαριτολογώντας τον αποκαλούσα Mr Director απαιτώντας ρόλο στις ταινίες του, και.... ένας ιμάμης. Ναι καλά διάβασατε ιμάμης. Όταν μου το είχε πρωτοπεί, έβαλα στο μυαλό μου ένα σεβάσμιο γενειοφόρο με μούσι τουρμπάνι και κελεμπία. Αντ’αυτού εμφανίστηκε ένας καλοξυρισμένος κύριος, με το πουκαμισάκι του, τα τσιγαράκια και το κινητό του (όπως οι πάντες) ανά χείρας. Ήταν ενδιαφέρουσα περίπτωση με σπουδές στην φιλοσοφία και μεγάλη αγάπη στην αρχαία ελληνική γραμματεία. Από κείνον έμαθα ότι για να γίνεις ιμάμης χρειάζονται σπουδές, δίνονται εξετάσεις και τελικά χρειάζεται διορισμός (κάτι που θέλει και το ανάλογο μέσον...) Όμως η κουβέντα μας αναλώθηκε με πρωτοβουλία του κυρίως σε θεολογικά θέματα, κάτι που με έκανε να νοιώθω άβολα καθώς δεν έχω κάνει ανάλογες σπουδές.. Πάντως έκανα και ενδιαφέρουσες συζητήσεις σχετικά με το νόμο της Σαρία, τον φονταμενταλισμό, το πολιτικό Ισλαμ και την αρνητική γνώμη που έχει αποκτήσει η Δύση, την επιρροή της θρησκείας στην καθημερινότητα, τους σιίτες, τους Ταλιμπάν.... Το ένα τσάι έφερνε το άλλο, τα τασάκια γέμιζαν και άδειαζαν, οι ώρες περνούσαν και στο τέλος αναρωτιόμουν τι σόι οικογένεια έχουν αφού και για δείπνο έτρωγαν κάτι πρόχειρα πάντα εκτός σπιτιού.
Ας επανέλθουμε πάλι στη γνωριμία μας με το Diyarbakır.
Aναμφίβολα αυτό που τo χαρακτηρίζει είναι τα τείχη με τους εναπομείναντες πύργους τους που περικλείουν την παλιά πόλη. Ρωμαϊκής κατασκευής ενισχύθηκαν στους αιώνες από τους Βυζαντινούς, τους Σελτζούκους και πρόσφατα... από το Δήμο. Έχουν μήκος κοντά 6 χλμ, πάχος 3-5 μέτρα, με πύλες για την είσοδο πεζών και τροχοφόρων που έχουν ονόματα γειτονικών πόλεων (Urfa, Mardi). Είναι μια ευχάριστη, χαλαρή βόλτα κατά μήκος τους αφού έχει δημιουργεί πάρκο αναψυχής όπου συχνά οι ντόπιοι απολαμβάνουν τη κουβέντα και τη σιέστα τους ή ένα πικ νικ κάτω από τη δροσιά των δένδρων. Σε μερικά σημεία μπορεί κανείς να τα αναρριχηθεί απολαμβάνοντας απο τη μια τη θέα στη πόλη κι από την άλλη στη κοιλάδα του Τιγρη.
Πύλη στα τείχη
Η πόλη έχει μια ντουζίνα από ιστορικά τζαμιά (μετα τη Πόλη το Diyarbakır έγραφε ο οδηγός), όλα σχεδόν του 16ου αιώνα, που ακολουθούν όμως πανομοιότυπη αρχιτεκτονική (εναλλαγή μαύρης και λευκής πέτρας) γεγονός που δεν καθιστά επιβεβλημένο στο επισκέπτη να τα δει όλα και σίγουρα όχι να κάτσω να σας τα απαριθμήσω ένα προς ένα.
Εξαίρεση αποτελεί το Ulu camii το οποίο ως γκαντέμης εκ νέου πέτυχα σε φάση αναστήλωσης. Το Ulu camii προέκυψε από αλλαγή χρήσης. Εκεί βρισκόταν ο καθεδρικός του Αγίου Θωμά, η μεγαλύτερη εκκλησία στο Diyarbakır. Το τζαμί ανακαινίστηκε τον 11ο αιώνα και θεωρείται το πέμπτο ιερό χώρο του Ισλάμ. Περνώντας τη πύλη από βασάλτη, η εσωτερική αυλή αποτελείται από γοητευτικές αψίδες σε κορινθιακό στυλ. Δυστυχώς το μεγαλύτερο μέρος του ήταν απροσπέλαστο λόγω των εργασιών.
Ulu camii
Το εσωτερικό του τζαμιού θυμίζει γοτθικό ναό με την αυστηρότητα και τη λιτότητά του. Μου έκανε εντύπωση ότι πολλοί αναζητούν εδώ μερικές στιγμές δροσιάς κι ανάπαυσης. Αν συνεπώς είστε κουρασμένοι έναν υπνάκο στα χαλιά του τζαμιού δεν θα τον παρεξηγήσει κανείς.
Εσωτερικό. Ulu camii.
Απέναντι ακριβώς ήταν το γνώριμό μου στέκι. Το Hasan Paşa Hanı, το μεγαλύτερο και πιο όμορφο πρώην καραβανσεράι στη πόλη, του 16ου αιώνα, μ’ένα μικρό συντριβάνι στη μέση, λιγοστά μαγαζιά και πάμπολλα τεϊοποτεία και στα δύο επίπεδα. Στους υπόγειους σταύλους (όπου σήμερα λειτουργεί εξαιρετικό βιβλιοπωλείο) μπορούσαν να στεγαστούν ως και 500 άλογα.
Hasan Paşa Hanı
Πριν την επικράτηση του Ισλάμ, στο Diyarbakır λατρευόταν ο Ζωροαστρισμός, ο Ιουδαϊσμός και ο Χριστιανισμός σε διάφορες εκδόσεις του και η καθε μια με την δική της εκκλησία: νεστοριανοί, έλληνες ορθόδοξοι, αρμένηδες, γιακούμπι, καθολικοί χαλδαίοι....
Πρώτα επισκεφθήκαμε τη Marpetyun Keldani Katolik Kilisesi, που ανήκει στους καθολικούς χαλδαίους, και της οποίας χαρακτηριστικός είναι ο τετράστυλος μιναρές που ξεχωρίζει στον ουρανό. Μπορεί το καθολικό να είναι λιτό, όμως ο υπόλοιπος χώρος που τώρα στέκει ερείπιο, προδίδει ότι εκεί υπήρχε μεγαλύτερο συγκρότημα πιθανά μοναστήρι ή σχολή.
Marpetyun Keldani Katolik Kilisesi
Δίπλα ακριβώς είναι η Surp Giragos, η αρμένικη εκκλησιά. Δυστυχώς για τα γούστα μου τα ερείπα που είδα στο αρχειακό υλικό ήταν πολύ πιο γοητευτικά από την τωρινή εκκλησία που έχει πλήρως αναστηλωθεί και τίποτα δεν προδίδει την ιστορικότητά της. Είναι μέρος μνήμης για τους αρμένιους, καθώς στο Diyarbakır υπήρχε ευημερούσα αρμενική κοινότητα η οποία αφανίστηκε από τους κούρδους. Στέλνοντάς τους στην εξορία στα πλαίσια της εθνικής εκκαθάρισης κατέλαβαν βίαια τα σπίτια και τις δουλειές τους, αλλά δεν πρόκοψαν.
Η πιο ενδιαφέρουσα όλων ήταν η Meryem Ana Kilise της Συριακής Ορθόδοξης Εκκλησίας η οποία χρονολογείται από τον 3ο αιώνα πάνω στα ερείπια ενός ναού του ήλιου. Μας υποδέχθηκε ο ιερέας, ο οποίος δεν υπήρχε περίπτωση ν’ανοίξει την πόρτα αν δεν του εξηγούσε ο Μεχμέτ ότι ήμουν έλληνας ορθόδοξος. Περάσαμε σε μια μεγάλη αυλή με ένα μικρό συντριβάνι στη μέση. Κι εδώ ο βασάλτης είναι το κυρίαρχο υλικό. Η εκκλησία έχει κι αυτή ανακαινιστεί με χορηγίες κι έτσι έχει χαθεί η αίσθηση του παλιού. Μόνο που διατηρεί στο λιτό εσωτερικό της κάποιες παλιές εικόνες. Η ακολουθία γίνεται στα αραμαϊκά για το διψήφιο πια ποίμνιο που έχει απομείνει στη πόλη.
Η επίσκεψη ολοκληρώθηκε από συχνές βόλτες μέσα στα στενά της πόλης, χωρις πλάνο κι οδηγό, έτσι για να γεμίσεις τις αισθήσεις σου από εικόνες, ήχους, μυρωδιές. Η εικόνα όμως σε γενικές γραμμές είναι αποκαρδιωτική.
Περπάτησα και στα παζάρια με πιο γνωστό εκείνο του τυριού, όμως κι εκεί δεν αντίκρυσα το σκηνικό της Ανατολίας που ανακάλυψα στην Urfa και την Gaziantep.
Όπως ανέφερα τα απογεύματα ήταν αφιερωμένα αποκλειστικά σε τσάι/καφέ/λεμονάδα, ενίοτε ναργιλέ και κουβέντα. Δυο φορές πήγαμε για φαγητό μαζί με τον Μεχμέτ (μετά του το ξέκοψα). Την πρωτη δοκίμασα το πικάντικο çigköfte και τη δεύτερη σπιτική κουζίνα σ’ένα συμπαθητικό μεζεδοπωλείο. Φάγαμε του σκασμού αλλά ήταν και το ακριβότερο γεύμα όλου του ταξιδιού (μην πάει ο νους σας 12 ευρώ το άτομο).
Μια μικρή εκδρομή στο Eğil
Μπορεί ο Μεχμέτ να μην φιλοτιμήθηκε να με πάει στο χωριό του, εμφανίστηκε όμως ένα πρωί και δήλωσε ότι θα επισκεφθούμε έναν αρχαιολογικό χώρο που δεν τον γράφουν οι οδηγοί. Το μικρό χωριό του Eğil, 50 χλμ από το Diyarbakır, κατοικείται από Zazas και είχε όντως απομεινάρια ενός ασσυριακού κάστρου του 8ου αιώνα, σε κατάσταση όμως εγκατάλειψης (σκουπίδια, αποκαϊδια από ψησίματα, γκράφιτι).
Κυριότερη όμως ατραξιόν του χωριού είναι η τεχνητή λίμνη με τα αζούρ νερά της που προέκυψε από τη κατασκευή φράγματος, όπου ντόπιοι κι επισκέπτες απολαμβάνουν τη βαρκάδα, το φαγητό τους και οι πιο τολμηροί το μπάνιο τους.
Κάναμε μια σύντομη περιήγηση στη λίμνη με ένα πλοιάριο υπό τους εκκωφαντικούς ήχους κουρδικής φολκλόρ. Στις όχθες της υπήρχαν κάποια ερείπια χωρίς καμία σήμανση που να σε ενημερώνει για την προέλευσή τους κι έτσι έχω μείνει ακόμα με την απορία.
Παίρνοντας τον ανηφορικό δρομο της επιστροφής είχαμε γκανιάσει από τη δίψα.
Ο Αλλάχ μας εισάκουσε και σταθήκαμε τυχεροί που δυό παλληκάρια μας προσφεραν αρκετό από το αναψυκτικό τους να ξεδιψάσουμε. Ευκαιρία βέβαια για το Μεχμέτ ν’αρχίσει μια ατελείωτη κουβέντα πουλώντας το γνωστό απαράλλακτο παραμύθι για τα έργα και τις ημέρες του.
Ευτυχώς που βρήκα σκιά σε μια εισοχή ενός βράχου κι απλώθηκα σαν ασσύριος βασιλεύς χαλαρώνοντας το ταλαίπωρο σαρκίο μου και κλείνοντας για λίγο τα ματάκια μου.
Last edited: