alma
Member
- Μηνύματα
- 4.304
- Likes
- 18.481
Το χρυσόμαλλο δέρας που αναζητούσε ο Ιάσονας βρισκόταν στην Κολχίδα…Ναι, στην σημερινή Γεωργία. Στην κεντρική πλατεία στο Κουτάισι βρίσκεται το εντυπωσιακό “Colchis fountain”, που αν καταφέρεις να αποφύγεις τα αυτοκίνητα που τρέχουν από διάφορες κατευθύνσεις γύρω από την πλατεία, μπορεί και να βγάλεις μια σχετικά καλή σελφι μπροστά του.
Οι λιγοστές μας μέρες στο Κουτάισι-αφού είδαμε τα βασικά αξιοθέατα εκτός κέντρου- έφταναν και περίσσευαν. Περπατούσαμε ανάμεσα σε ντόπιους βλέποντας από ελάχιστους εως καθόλου τουρίστες. Το Κουτάισι έμοιαζε πολυπρόσωπο και….αυθεντικό. Ναι, είχε τα σημεία με πανοραμική θέα όπου ανέβαινες με το τελεφερίκ και έφτανες σε ένα μίνι λουνα-παρκ, όπου εκτός από την θέα μπορούσες σε σχεδόν εξευτελιστικές τιμές να δοκιμάσεις διάφορα παιχνίδια. Μάλιστα αν ανέβεις στην ρόδα η θέα είναι εκπληκτική.Ναι, είχε μερικά καλά ξενοδοχεία(ανάμεσα στα πολλά φτηνά hostel) και μερικά καλά καφέ- εστιατόρια. Αλλά η πλειοψηφία των ντόπιων δεν ήταν εκεί. Ήταν στα χαμόσπιτα και στις φτωχογειτονιές, στις παράγκες με τα ελενίτ, στα φτωχά παζάρια με μεταχειρισμένα σοβιετικά -και όχι μόνο- βιβλία, στις κολόνες της φτωχογειτονιάς που πρότειναν σε όποια χρειάζεται χρήματα να πουλήσει τα μαλλιά της (ήταν γραμμένο και στα ρώσικα οπότε καταλάβαινα τι έγραφε).
Αλλά η μεγάλη μου χαρά ήταν μια στιγμή που την θυμάμαι ακόμα. Περπατούσαμε σε ένα στενό μια γειτονιάς χωρίς κανένα απολύτως αξιοθέατο, μόνο με χαμόσπιτα, ενώ πότε-πότε κανένας ντόπιος μας κοιτούσε περίεργα μιας και μάλλον όλοι οι γείτονες γνωρίζονταν μεταξύ τους. Κάποια στιγμή ένα στρογγυλοπρόσωπο αγοράκι με λευκό δέρμα και κατάμαυρα μαλλιά έβγαινε χαρωπό από το σπίτι του για να πάει σε κάποιο γειτονικό. Μας κοίταξε, κοντοστάθηκε και χαμογέλασε πλατιά. Προφανώς δεν έβλεπε συχνά ξένους στην γειτονιά. “Hello” φώναξε κοιτάζοντας μας στα μάτια και χοροπηδώντας.
Σε αυτή την πόλη συνυπήρχαν τα πάντα. Οι κακοσυντηρημένες πολυκατοικίες, με τα χαμηλά σπίτια. Τα ανακαινισμένα κτίρια και τα ακριβά ξενοδοχεία, με τα ετοιμόρροπα ασυντήρητα. Αυτό που έβρισκες όμως παντού ήταν οι αδέσποτοι σκύλοι. Ειδικά στα εστιατόρια που είχαν τραπέζια σε εξωτερικό χώρο. Τρώγαμε και κάποια στιγμή ένιωσα κάτι γούνινο δίπλα στο πόδι μου. Του έδωσα λίγο από το φαγητό μου κι ύστερα κοιμήθηκε κάτω από το τραπέζι. Ύστερα ένιωσα μια άλλη γούνινη ουρά από την άλλη μεριά του τραπεζιού. Του έδωσα κι αυτουνού και μέχρι να φύγουμε 3-4 μούργοι είχαν μπει στην παρέα μας.
Εδώ το μπαλκόνι είχε υποχωρήσει. Περπατούσες στο πεζοδρόμιο και με ένα στραβοπάτημα βρισκόσουν στην κάτω γειτονιά....
Συνεπώς όλα καλά στο Κουτάισι;Χμ όχι ακριβώς. Ο άντρας μου είχε αδιαθεσία, πονοκέφαλο και γαστρεντερίτιδα. Κάποια στιγμή χειροτέρεψε. «Αμ, ήθελες μαρσρούτκα που ήταν όλοι άρρωστοι μέσα, έβηχαν, ήταν συναχωμένοι κι ήμασταν κι ο ένας πάνω στον άλλον» μου λέει. Αν και δεν ξέραμε αν κόλλησε κάτι εκεί, η αλήθεια είναι πως ήταν πολύ πιθανόν. Για αυτό κι εγώ αφού δεν είχε κοιμηθεί καλά, συμφώνησα να πάμε από Κουτάισι- Τιφλίδα με τρένο. Αμε ,στα καλύτερα τον έχω. Το τρένο σοβιετικής εποχής παρακαλώ….Συνεχίζεται….


Οι λιγοστές μας μέρες στο Κουτάισι-αφού είδαμε τα βασικά αξιοθέατα εκτός κέντρου- έφταναν και περίσσευαν. Περπατούσαμε ανάμεσα σε ντόπιους βλέποντας από ελάχιστους εως καθόλου τουρίστες. Το Κουτάισι έμοιαζε πολυπρόσωπο και….αυθεντικό. Ναι, είχε τα σημεία με πανοραμική θέα όπου ανέβαινες με το τελεφερίκ και έφτανες σε ένα μίνι λουνα-παρκ, όπου εκτός από την θέα μπορούσες σε σχεδόν εξευτελιστικές τιμές να δοκιμάσεις διάφορα παιχνίδια. Μάλιστα αν ανέβεις στην ρόδα η θέα είναι εκπληκτική.Ναι, είχε μερικά καλά ξενοδοχεία(ανάμεσα στα πολλά φτηνά hostel) και μερικά καλά καφέ- εστιατόρια. Αλλά η πλειοψηφία των ντόπιων δεν ήταν εκεί. Ήταν στα χαμόσπιτα και στις φτωχογειτονιές, στις παράγκες με τα ελενίτ, στα φτωχά παζάρια με μεταχειρισμένα σοβιετικά -και όχι μόνο- βιβλία, στις κολόνες της φτωχογειτονιάς που πρότειναν σε όποια χρειάζεται χρήματα να πουλήσει τα μαλλιά της (ήταν γραμμένο και στα ρώσικα οπότε καταλάβαινα τι έγραφε).
Αλλά η μεγάλη μου χαρά ήταν μια στιγμή που την θυμάμαι ακόμα. Περπατούσαμε σε ένα στενό μια γειτονιάς χωρίς κανένα απολύτως αξιοθέατο, μόνο με χαμόσπιτα, ενώ πότε-πότε κανένας ντόπιος μας κοιτούσε περίεργα μιας και μάλλον όλοι οι γείτονες γνωρίζονταν μεταξύ τους. Κάποια στιγμή ένα στρογγυλοπρόσωπο αγοράκι με λευκό δέρμα και κατάμαυρα μαλλιά έβγαινε χαρωπό από το σπίτι του για να πάει σε κάποιο γειτονικό. Μας κοίταξε, κοντοστάθηκε και χαμογέλασε πλατιά. Προφανώς δεν έβλεπε συχνά ξένους στην γειτονιά. “Hello” φώναξε κοιτάζοντας μας στα μάτια και χοροπηδώντας.
Σε αυτή την πόλη συνυπήρχαν τα πάντα. Οι κακοσυντηρημένες πολυκατοικίες, με τα χαμηλά σπίτια. Τα ανακαινισμένα κτίρια και τα ακριβά ξενοδοχεία, με τα ετοιμόρροπα ασυντήρητα. Αυτό που έβρισκες όμως παντού ήταν οι αδέσποτοι σκύλοι. Ειδικά στα εστιατόρια που είχαν τραπέζια σε εξωτερικό χώρο. Τρώγαμε και κάποια στιγμή ένιωσα κάτι γούνινο δίπλα στο πόδι μου. Του έδωσα λίγο από το φαγητό μου κι ύστερα κοιμήθηκε κάτω από το τραπέζι. Ύστερα ένιωσα μια άλλη γούνινη ουρά από την άλλη μεριά του τραπεζιού. Του έδωσα κι αυτουνού και μέχρι να φύγουμε 3-4 μούργοι είχαν μπει στην παρέα μας.








Εδώ το μπαλκόνι είχε υποχωρήσει. Περπατούσες στο πεζοδρόμιο και με ένα στραβοπάτημα βρισκόσουν στην κάτω γειτονιά....













Συνεπώς όλα καλά στο Κουτάισι;Χμ όχι ακριβώς. Ο άντρας μου είχε αδιαθεσία, πονοκέφαλο και γαστρεντερίτιδα. Κάποια στιγμή χειροτέρεψε. «Αμ, ήθελες μαρσρούτκα που ήταν όλοι άρρωστοι μέσα, έβηχαν, ήταν συναχωμένοι κι ήμασταν κι ο ένας πάνω στον άλλον» μου λέει. Αν και δεν ξέραμε αν κόλλησε κάτι εκεί, η αλήθεια είναι πως ήταν πολύ πιθανόν. Για αυτό κι εγώ αφού δεν είχε κοιμηθεί καλά, συμφώνησα να πάμε από Κουτάισι- Τιφλίδα με τρένο. Αμε ,στα καλύτερα τον έχω. Το τρένο σοβιετικής εποχής παρακαλώ….Συνεχίζεται….

Last edited by a moderator: