Klair
Member
- Μηνύματα
- 2.203
- Likes
- 25.611
- Ταξίδι-Όνειρο
- Υπερσιβηρικός
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Διαδρομή: Αθήνα-Κόρφος Κορινθίας
- Διαδρομή: Κόρφος-Σοφικό-Αγγελόκαστρο-Λίμνες-Πρόσυμνα-Νέο Ηραίο-Άργος-Άστρος-Λεωνίδιο-Τσιτάλια-Πελετά-Λαμπόκαμπος-Ρειχιά-Ιέρακας (Γέρακας)-Λιμήν Ιέρακα (Γέρακα)- Μονεμβασιά.
- Μονεμβασιά: Εξερευνώντας την Κάτω Πόλη
- Μονεμβασιά: Ανακαλύπτοντας τις παραλίες της περιοχής
- Μονεμβασιά: Εξερευνώντας την Άνω Πόλη
- Διαδρομή: Μονεμβασιά-Άγιος Φωκάς-Κάστρο Αγίας Παρασκευής Μεσοχωρίου-Παραδείσι-Σπήλαιο Καστανιάς-Λάχι-Άγιος Νικόλαος-Γεωπάρκο Αγίου Νικολάου (απολιθωμένο δάσος)-Νεάπολη Βοιών-Παυλοπέτρι-Βιγκλάφια
- Ελαφόνησος
- Διαδρομή: Πούντα-Αρχάγγελος-Πλύτρα-Βαλτάκι-Γύθειο-Μαυροβούνι
- Διαδρομή: Μαυροβούνι-Σκουτάρι-Κότρωνας-Νησίδα Σκοπά-Φλομοχώρι-Αλύπα-Λάγια-Πόρτο Κάγιο-Μαρμάρι-Κοκκινόγεια-Πύλες του Άδη-Ακρωτήριο Ταίναρο-Χαρούδα
- Διαδρομή: Χαρούδα-Σπήλαια Διρού-Γερολιμένας-Βάθεια-Αρεόπολη
- Διαδρομή: Αρεόπολη-Λιμένι-Οίτυλο-Παραλία Φονέα-Καλαμάτα-Κόρφος-Αθήνα
Μονεμβασιά: Εξερευνώντας την Άνω Πόλη
Διασχίσαμε για ακόμη μια φορά τη γέφυρα έχοντας πλέον γερές πεποιθήσεις, ότι θα βρούμε και αυτήν τη φορά εύκολα να παρκάρουμε.
Όμως τώρα η τύχη, μας είχε εγκαταλείψει και δεν ήταν με το μέρος μας. Φτάσαμε μέχρι την Πύλη, χωρίς να βρούμε ούτε πόντο ελεύθερο. Κάναμε αναστροφή στο άπλωμα και αρχίσαμε να οδηγούμε ξανά προς τη Νέα Πόλη.
Δεν είχαμε καλά-καλά προχωρήσει λίγα μέτρα και το αετίσιο μάτι του συζύγου αντελήφθη, ότι η κυρία που περπατούσε στην άκρη του δρόμου κρατούσε κλειδιά αυτοκινήτου στο χέρι της. Την πλευρίσαμε, κατέβασα το παράθυρο και τη ρώτησα: -” Έχετε παρκάρει εδώ κοντά και πρόκειται να φύγετε?” -”Ναι, εδώ πιο κάτω έχω το αυτοκίνητό μου”, μου απάντησε. Την πήραμε στο κατόπι με ταχύτητα, όση και ο βηματισμός της, αφήνοντας όλα τα άλλα αυτοκίνητα να μας προσπερνούν από αριστερά, μέχρι που φτάσαμε στο σημείο που είχε το όχημά της. Eυτυχώς στη θέση του χωρούσε και το δικό μας αυτοκίνητο και έτσι λύσαμε πάλι αναίμακτα το θέμα του parking.
Η άκρη του νήματος της Μονεμβασίας ή Μονεμβασιάς ή Μονοβάσιας, γνωστή στους Φράγκους ως Μαλβαζία εντοπίζεται μετά τα μέσα του 6ου αιώνα, με την ίδρυσή της από τους κατοίκους της αρχαίας Σπάρτης, οι οποίοι έψαχναν να βρουν καταφύγιο από τις επιδρομές των Αβάρων και των Σλάβων. Παρ΄ όλα αυτά, τα αρχαιολογικά ευρήματα δεν συνηγορούν σε αυτήν την άποψη και τοποθετούν την ίδρυση της Μονεμβασιάς μερικές δεκαετίες νωρίτερα, στη βασιλεία του Ιουστινιανού. Από τότε χρονολογείται το πρώτο στάδιο της Βασιλικής του Ελκόμενου Χριστού, στο κέντρο της Κάτω Πόλης.
Η πόλη φαίνεται ότι αρχικά ιδρύθηκε στο ψηλότερο πλάτωμα της κορυφής και αργότερα επεκτάθηκε στα νοτιοανατολικά, σε τόπο πιο ομαλό, απάνεμο και αθέατο από την Πελοποννησιακή ακτή, διαθέτοντας το προνόμιο να αποτελεί καίριο παρατηρητήριο, σε όσα καράβια διέπλεαν το Μυρτώο Πέλαγος.
Από την κεντρική πλατεία με το κανόνι ξεκινάει το ανηφορικό καλντερίμι, που οδηγεί στην ακατοίκητη Άνω Πόλη, στην οποία υπάρχουν οι κατοικίες των αρχόντων των εκάστοτε κατακτητών, αλλά και εκκλησίες, χαμάμ και φυλακές.
Με γρήγορες και κοφτές ανάσες ανηφορίσαμε τις “Βόλτες” την πετρόχτιστη ελικοειδή διαδρομή, που γαντζώνεται στον Βράχο της Μονεμβασιάς. Άξιζε με χίλια το λαχάνιασμα και τα ποτάμια ιδρώτα που ρίξαμε, μέχρι να φτάσουμε μπροστά από την Πύλη της Άνω Πόλης.
Η Πύλη θυμίζει την κεντρική Πύλη εισόδου του Κάστρου, αλλά είναι πιο όμορφη και πιο μυστηριώδης, αφού συνοδεύεται από μικρό “τούνελ” με μικρά δωμάτια με πολεμίστρες, που βλέπουν πέρα μακριά στη θάλασσα.
Διατηρούνται μέχρι σήμερα οι αυθεντικές ξύλινες πόρτες με τα μεταλλικά ελάσματα.
INFO: Το συγκρότημα της κεντρικής Πύλης εισόδου της Άνω Πόλης διαδραμάτισε στο πέρασμα των αιώνων καίριο ρόλο στην άμυνα της Καστροπολιτείας. Οι επιμέρους χώροι του εξυπηρετούσαν τις ανάγκες της εκάστοτε φρουράς και δέχτηκαν πολλαπλές επεμβάσεις που αντιστοιχούν στη ζωή της πόλης, από τη βυζαντινή περίοδο μέχρι τους νεότερους χρόνους. Ο Οθωμανός περιηγητής Εβλιγιά Τσελεμπή (1688) περιγράφει το εσωτερικό της Πύλης, σαν έναν χώρο στάσης και ξεκούρασης, αλλά και σαν ένα είδος λέσχης για τη φρουρά, με τοίχους διακοσμημένους με όπλα.
Σταθήκαμε σαν υπνωτισμένοι στο μπαλκονάκι στην άκρη του γκρεμού, θαυμάζοντας την απαράμιλλη θέα σε ολόκληρη την Καστροπολιτεία και το απέραντο γαλάζιο του Μυρτώου Πελάγους.
Ανηφορίζοντας ακόμη υψηλότερα, στην κορυφή της Άνω Πόλης ορθώνεται η βυζαντινή εκκλησία της Αγίας Σοφίας, απ΄ όπου η θέα κόβει κυριολεκτικά την ανάσα.
Κάναμε βόλτα στον περίβολο της εκκλησίας και σταθήκαμε στο χείλος του γκρεμού με κομμένη την ανάσα.
INFO: Αγία Σοφία ή Παναγία Οδηγήτρια. Οκταγωνικός, τρουλαίος ναός στη νότια πλευρά, του 12ου αιώνα (1149-1150). Ο γλυπτός διάκοσμος χρονολογείται από τον 12ο αιώνα και οι τοιχογραφίες του ανάγονται στα τέλη του 12ου-αρχές του 13ου αιώνα. Μετά την Επανάσταση του 1821 αφιερώθηκε στη Σοφία του Θεού, επειδή θεωρήθηκε πιστό αντίγραφο της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη. Την περίοδο της Α΄ Τουρκοκρατίας μετατράπηκε σε μουσουλμανικό τέμενος, το “Φετιχέ” ή του “Σουλτάνου Σουλεϊμάν” με την προσθήκη μιχράμπ (κόγχη ιερού) και μιναρέ στη νότια πλευρά. Επέστρεψε στη χριστιανική λατρεία μετά την ελευθέρωση της Μονεμβασιάς και μετά την έναρξη της Επανάστασης του 1821.
Ήμασταν όμως αχόρταγοι και ανηφορίσαμε ακόμα ψηλότερα από την Αγία Σοφία.
Στριμωχτήκαμε σε στενά πέτρινα περάσματα,
σκαρφαλώσαμε σε ετοιμόρροπα πέτρινα αρχοντικά, είδαμε λουτρά της Β΄ Τουρκοκρατίας (1715-1821) με θολοσκέπαστους χώρους και δεξαμενές που τα τροφοδοτούσαν με νερό
και πήραμε ατμοσφαιρικές φωτογραφίες.
Μπορεί η κατάβαση να ήθελε περισσότερη προσοχή, αφού οι πέτρες στις “Βόλτες” γλιστρούσαν πολύ, σε διάφορα πολυπατημένα σημεία, αλλά η θέα μας αποζημίωσε με το παραπάνω, αφού σε κάθε στροφή της διαδρομής είχαμε όλο και περισσότερα ερεθίσματα για να σταματάμε για φωτογραφίες.
Για δείπνο επιλέξαμε το εστιατόριο Κανόνι, στη γωνία του κεντρικού δρόμου και της πλατείας. Καλαίσθητος χώρος, με βεράντα στο ύψος του δρόμου, αλλά και στον πρώτο όροφο του κτιρίου.
Το εστιατόριο Κανόνι
Η υπεύθυνη μας οδήγησε στη βεράντα του επάνω ορόφου και μας έβαλε να καθίσουμε σε ένα τραπέζι με εκπληκτική θέα στα αξιοθέατα της πλατείας. Ο γιος μας έφυγε αμέσως για το αυτοκίνητο, για αλλαγή μπλούζας, αφού ήταν τόσο βρεγμένη από τον ιδρώτα, σαν να βγήκε εκείνη την ώρα από το πλυντήριο. Ο σύζυγος και εγώ καθίσαμε και ευτυχώς το αεράκι που φυσούσε απαλά, κατάφερε να μας συνεφέρει μετά από λίγη ώρα. Το εστιατόριο διαθέτει ιταλική και ελληνική παραδοσιακή κουζίνα, αλλά και πολύ ευγενικό και εξυπηρετικό προσωπικό. Επιλέξαμε να φάμε δύο μακαρονάδες, μια πίτσα και μια σαλάτα. Μαζί με αναψυκτικά ο λογαριασμός ήρθε στα 60 ευρώ και τις μέτριες γεύσεις του φαγητού υπερκάλυψαν οι ωραίες εικόνες που συνόδευαν το δείπνο μας.
Από την ταράτσα του πρώτου ορόφου του εστιατορίου Κανόνι:
Κάναμε τις τελευταίες βόλτες μας στο Κάστρο, αγοράσαμε τα αναμνηστικά μας, σταματήσαμε στη Νέα Πόλη στο “Μορέως Ήδιστα” για αγορά αμυγδαλωτών, γλυκών και παγωτού, για τις μεταμεσονύκτιες λιγούρες και καταλήξαμε στο διαμέρισμα για ξεκούραση, εν όψει της αυριανής αναχώρησης προς νέους ενδιαφέροντες προορισμούς.
Διασχίσαμε για ακόμη μια φορά τη γέφυρα έχοντας πλέον γερές πεποιθήσεις, ότι θα βρούμε και αυτήν τη φορά εύκολα να παρκάρουμε.
Όμως τώρα η τύχη, μας είχε εγκαταλείψει και δεν ήταν με το μέρος μας. Φτάσαμε μέχρι την Πύλη, χωρίς να βρούμε ούτε πόντο ελεύθερο. Κάναμε αναστροφή στο άπλωμα και αρχίσαμε να οδηγούμε ξανά προς τη Νέα Πόλη.
Δεν είχαμε καλά-καλά προχωρήσει λίγα μέτρα και το αετίσιο μάτι του συζύγου αντελήφθη, ότι η κυρία που περπατούσε στην άκρη του δρόμου κρατούσε κλειδιά αυτοκινήτου στο χέρι της. Την πλευρίσαμε, κατέβασα το παράθυρο και τη ρώτησα: -” Έχετε παρκάρει εδώ κοντά και πρόκειται να φύγετε?” -”Ναι, εδώ πιο κάτω έχω το αυτοκίνητό μου”, μου απάντησε. Την πήραμε στο κατόπι με ταχύτητα, όση και ο βηματισμός της, αφήνοντας όλα τα άλλα αυτοκίνητα να μας προσπερνούν από αριστερά, μέχρι που φτάσαμε στο σημείο που είχε το όχημά της. Eυτυχώς στη θέση του χωρούσε και το δικό μας αυτοκίνητο και έτσι λύσαμε πάλι αναίμακτα το θέμα του parking.
Η άκρη του νήματος της Μονεμβασίας ή Μονεμβασιάς ή Μονοβάσιας, γνωστή στους Φράγκους ως Μαλβαζία εντοπίζεται μετά τα μέσα του 6ου αιώνα, με την ίδρυσή της από τους κατοίκους της αρχαίας Σπάρτης, οι οποίοι έψαχναν να βρουν καταφύγιο από τις επιδρομές των Αβάρων και των Σλάβων. Παρ΄ όλα αυτά, τα αρχαιολογικά ευρήματα δεν συνηγορούν σε αυτήν την άποψη και τοποθετούν την ίδρυση της Μονεμβασιάς μερικές δεκαετίες νωρίτερα, στη βασιλεία του Ιουστινιανού. Από τότε χρονολογείται το πρώτο στάδιο της Βασιλικής του Ελκόμενου Χριστού, στο κέντρο της Κάτω Πόλης.
Η πόλη φαίνεται ότι αρχικά ιδρύθηκε στο ψηλότερο πλάτωμα της κορυφής και αργότερα επεκτάθηκε στα νοτιοανατολικά, σε τόπο πιο ομαλό, απάνεμο και αθέατο από την Πελοποννησιακή ακτή, διαθέτοντας το προνόμιο να αποτελεί καίριο παρατηρητήριο, σε όσα καράβια διέπλεαν το Μυρτώο Πέλαγος.
Από την κεντρική πλατεία με το κανόνι ξεκινάει το ανηφορικό καλντερίμι, που οδηγεί στην ακατοίκητη Άνω Πόλη, στην οποία υπάρχουν οι κατοικίες των αρχόντων των εκάστοτε κατακτητών, αλλά και εκκλησίες, χαμάμ και φυλακές.
Με γρήγορες και κοφτές ανάσες ανηφορίσαμε τις “Βόλτες” την πετρόχτιστη ελικοειδή διαδρομή, που γαντζώνεται στον Βράχο της Μονεμβασιάς. Άξιζε με χίλια το λαχάνιασμα και τα ποτάμια ιδρώτα που ρίξαμε, μέχρι να φτάσουμε μπροστά από την Πύλη της Άνω Πόλης.
Η Πύλη θυμίζει την κεντρική Πύλη εισόδου του Κάστρου, αλλά είναι πιο όμορφη και πιο μυστηριώδης, αφού συνοδεύεται από μικρό “τούνελ” με μικρά δωμάτια με πολεμίστρες, που βλέπουν πέρα μακριά στη θάλασσα.
Διατηρούνται μέχρι σήμερα οι αυθεντικές ξύλινες πόρτες με τα μεταλλικά ελάσματα.
INFO: Το συγκρότημα της κεντρικής Πύλης εισόδου της Άνω Πόλης διαδραμάτισε στο πέρασμα των αιώνων καίριο ρόλο στην άμυνα της Καστροπολιτείας. Οι επιμέρους χώροι του εξυπηρετούσαν τις ανάγκες της εκάστοτε φρουράς και δέχτηκαν πολλαπλές επεμβάσεις που αντιστοιχούν στη ζωή της πόλης, από τη βυζαντινή περίοδο μέχρι τους νεότερους χρόνους. Ο Οθωμανός περιηγητής Εβλιγιά Τσελεμπή (1688) περιγράφει το εσωτερικό της Πύλης, σαν έναν χώρο στάσης και ξεκούρασης, αλλά και σαν ένα είδος λέσχης για τη φρουρά, με τοίχους διακοσμημένους με όπλα.
Σταθήκαμε σαν υπνωτισμένοι στο μπαλκονάκι στην άκρη του γκρεμού, θαυμάζοντας την απαράμιλλη θέα σε ολόκληρη την Καστροπολιτεία και το απέραντο γαλάζιο του Μυρτώου Πελάγους.
Ανηφορίζοντας ακόμη υψηλότερα, στην κορυφή της Άνω Πόλης ορθώνεται η βυζαντινή εκκλησία της Αγίας Σοφίας, απ΄ όπου η θέα κόβει κυριολεκτικά την ανάσα.
Κάναμε βόλτα στον περίβολο της εκκλησίας και σταθήκαμε στο χείλος του γκρεμού με κομμένη την ανάσα.
INFO: Αγία Σοφία ή Παναγία Οδηγήτρια. Οκταγωνικός, τρουλαίος ναός στη νότια πλευρά, του 12ου αιώνα (1149-1150). Ο γλυπτός διάκοσμος χρονολογείται από τον 12ο αιώνα και οι τοιχογραφίες του ανάγονται στα τέλη του 12ου-αρχές του 13ου αιώνα. Μετά την Επανάσταση του 1821 αφιερώθηκε στη Σοφία του Θεού, επειδή θεωρήθηκε πιστό αντίγραφο της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη. Την περίοδο της Α΄ Τουρκοκρατίας μετατράπηκε σε μουσουλμανικό τέμενος, το “Φετιχέ” ή του “Σουλτάνου Σουλεϊμάν” με την προσθήκη μιχράμπ (κόγχη ιερού) και μιναρέ στη νότια πλευρά. Επέστρεψε στη χριστιανική λατρεία μετά την ελευθέρωση της Μονεμβασιάς και μετά την έναρξη της Επανάστασης του 1821.
Ήμασταν όμως αχόρταγοι και ανηφορίσαμε ακόμα ψηλότερα από την Αγία Σοφία.
Στριμωχτήκαμε σε στενά πέτρινα περάσματα,
σκαρφαλώσαμε σε ετοιμόρροπα πέτρινα αρχοντικά, είδαμε λουτρά της Β΄ Τουρκοκρατίας (1715-1821) με θολοσκέπαστους χώρους και δεξαμενές που τα τροφοδοτούσαν με νερό
και πήραμε ατμοσφαιρικές φωτογραφίες.
Μπορεί η κατάβαση να ήθελε περισσότερη προσοχή, αφού οι πέτρες στις “Βόλτες” γλιστρούσαν πολύ, σε διάφορα πολυπατημένα σημεία, αλλά η θέα μας αποζημίωσε με το παραπάνω, αφού σε κάθε στροφή της διαδρομής είχαμε όλο και περισσότερα ερεθίσματα για να σταματάμε για φωτογραφίες.
Για δείπνο επιλέξαμε το εστιατόριο Κανόνι, στη γωνία του κεντρικού δρόμου και της πλατείας. Καλαίσθητος χώρος, με βεράντα στο ύψος του δρόμου, αλλά και στον πρώτο όροφο του κτιρίου.
Το εστιατόριο Κανόνι
Η υπεύθυνη μας οδήγησε στη βεράντα του επάνω ορόφου και μας έβαλε να καθίσουμε σε ένα τραπέζι με εκπληκτική θέα στα αξιοθέατα της πλατείας. Ο γιος μας έφυγε αμέσως για το αυτοκίνητο, για αλλαγή μπλούζας, αφού ήταν τόσο βρεγμένη από τον ιδρώτα, σαν να βγήκε εκείνη την ώρα από το πλυντήριο. Ο σύζυγος και εγώ καθίσαμε και ευτυχώς το αεράκι που φυσούσε απαλά, κατάφερε να μας συνεφέρει μετά από λίγη ώρα. Το εστιατόριο διαθέτει ιταλική και ελληνική παραδοσιακή κουζίνα, αλλά και πολύ ευγενικό και εξυπηρετικό προσωπικό. Επιλέξαμε να φάμε δύο μακαρονάδες, μια πίτσα και μια σαλάτα. Μαζί με αναψυκτικά ο λογαριασμός ήρθε στα 60 ευρώ και τις μέτριες γεύσεις του φαγητού υπερκάλυψαν οι ωραίες εικόνες που συνόδευαν το δείπνο μας.
Από την ταράτσα του πρώτου ορόφου του εστιατορίου Κανόνι:
Κάναμε τις τελευταίες βόλτες μας στο Κάστρο, αγοράσαμε τα αναμνηστικά μας, σταματήσαμε στη Νέα Πόλη στο “Μορέως Ήδιστα” για αγορά αμυγδαλωτών, γλυκών και παγωτού, για τις μεταμεσονύκτιες λιγούρες και καταλήξαμε στο διαμέρισμα για ξεκούραση, εν όψει της αυριανής αναχώρησης προς νέους ενδιαφέροντες προορισμούς.
Last edited: