hydronetta
Member
- Μηνύματα
- 4.171
- Likes
- 14.604
- Επόμενο Ταξίδι
- ???
- Ταξίδι-Όνειρο
- όπου δεν έχω πάει
Περιεχόμενα
Κεφ.8: Aπό το Tromsø στο Røros
Σαν αποφασίζεις να ξεναγηθείς σε μια πόλη περασμένη ώρα, δεν έχεις τη ψευδαίσθηση ότι μουσεία, εκκλησιές κι άλλα αξιοθέατα θα έχουν τις πόρτες ανοιχτές.
Στο Tromsø, που αυτοδιαφημίζεται για τις τέχνες , την ιστορία, το καλό φαγητό και την νυχτερινή του ζωή, εγώ τoυ γύρισα επιδεικτικά τη πλάτη. Μετά τόσες εκατοντάδες χιλιόμετρα οδήγησης πού να βρεθεί κουράγιο για περιήγηση. Ούτε καν σε γοητεύει η ιδέα του τελεφερίκ που σε φέρνει στη κορφή του βουνού Storsteinen, όπου από υψόμετρο 420 μέτρων αγναντεύεις πιάτο όλη τη πόλη και τα φιορδ.
Αρκεστήκαμε σε μια χαλαρή βόλτα στο κέντρο, εμείς και κάτι ξέμπαρκοι ντόπιοι (αλλά….κι αφρικανοί) στα παντέρημα στενά με τα γραφικά σπιτάκια.
Αποθανατήσαμε τον Λουθηρανικό καθεδρικό του 1861, τον βορειότερο του κόσμου και την Vår Frue Kirke ίδιας εποχής που κι αυτή με τη σειρά της διεκδικεί πρωτεία ως η βορειότερη παγκοσμίως καθολική επισκοπική έδρα.
Είδαμε το πλοίο Hurtigrute να διέρχεται στο λιμάνι και να υπερκαλύπτει σε ύψος τα σπίτια της πόλης και θαύμασα το μοντέρνο κτήριο της βιβλιοθήκης.
Όλα όμορφα, σκανδιναβικά και πληκτικά…
Περασμένα μεσάνυχτα, φως ντάλα, τραβήξαμε κουρτίνες για συσκότιση στο δωμάτιο του γουστόζικου ξενώνα μας και χαλαρώσαμε μετά το μακρύ ταξίδι της μέρας.
Πουρνό πουρνό αφού παραδώσαμε το αυτοκίνητο στο αεροδρόμιο, με τα φτερά της SAS πετάξαμε προς το κέντρο της χώρας, στο Trondheim.
Νοικιάσαμε ξανά αυτοκίνητο, μόνο που εδώ δεν μας έκαναν το χατήρι να μας αναβαθμίσουν κι έτσι περιορστήκαμε σ’ενα ταπεινό πλην ουχί οικονομικό (Νορβηγία βλέπεις) VWPolo. Ο καιρός παραδόξως είχε αλλάξει διάθεση, η μέρα ήταν ευχάριστη (που σημαίνει δεν έβρεχε) κι έτσι κατευθυνθήκαμε γραμμή προς το κέντρο της πόλης για μια σύντομη περιήγηση.
Oύσα φοιτητούπολη αφενός, αφετέρου ο καιρός σύμμαχος κι όλοι είχαν ξεχυθεί στους πεζόδρομους γύρω από το κέντρο. Αισθανθήκαμε ότι κάτι κινείται, ότι υπάρχει ζωή επιτέλους στη χώρα αυτή…
Η πρώτη στάση έγινε στον καθεδρικό ναό του Nidaros. Μέγας και τρανός. Η μεγαλύτερη εκκλησία της βορείου Ευρώπης, ο μοναδικός γοτθικός ναός της Νορβηγίας και το καμάρι της πόλης μη πω και της χώρας ολάκερης. Η πρόσοψη του ναού αρκούντως εντυπωσιακή, όμως το επιβλητικό “γοτθικό” εσωτερικό του μου ήταν παγερά αδιάφορο (δηλώνω πεισματικά βυζαντινολάτρης).
Αφήνω κατά μέρος την ρητή υπόδειξη ότι απαγορεύεται η φωτογράφηση στο εσωτερικό. Να φωτογραφήσω δηλαδή τι; τις απόκοσμες γοτθικές αψίδες; γιατί κατά τα άλλα, λοιπός διάκοσμος απουσίαζε.
Αυτό που φχαριστήθηκα τουλάχιστον ήταν η άνοδος στο καμπαναριό όπου μπορούσαμε να απολαύσουμε μια πανοραμική θέα μέχρι πέρα στα ξύλινες αποβάθρες του λιμανιού που είναι και η κλασσική εικόνα της πόλης.
Προς τα κει κινήσαμε στη συνέχεια. Η καλύτερη μεριά για να τιςς απολαύσει κανείς κι από τις δυο μεριές του ποταμού Νidelva είναι στη παλιά γέφυρα. Οι αποβάθρες έχουν ζωή μόλις από το 180 αιώνα κι αυτό γιατί οι πολυαγαπημένοι γείτονες Σουηδοί, βρέθηκαν εδώ κάτι αιώνες νωρίτερα χωρίς τις καλύτερες των προθέσεων και τα έκαναν όλα σκόνη και θρύψαλα…
Βολτάραμε πάνω κάτω στις αποβάθρες αποθανανατίζοντας με φρενίτιδα κάθε λεπτομέρεια: να ένας γλάρος κάθησε εκεί με φόντο αυτό το σπίτι, να εκεί αντικατοπτρίζονται υπέροχα οι αποθήκες... Η πλεονεξία της ψηφιακής εποχής.
Επιστρέψαμε προς το κέντρο όπου εξασφαλίσαμε τις απαραίτητες προμήθειες και κινηθήκαμε πια προς νότο χαλαρά με τελικό προορισμό την ιστορική πόλη Røros. Σάμπως και θα μας έβρισκε το βράδυ; περισσότερο είχα έννοια για το άν θα ήταν ανοικτή η ρεσεψιόν στο κάμπινγκ όπου είχα κάνει κράτηση ενός φθηνού νορβηγικού hytte.
H διαδρομή στην ηπειρωτική Νορβηγία ήταν ενδιαφέρουσα πλην επαναλαμβανόμενη: πράσινο παντού, ποτάμια, μικροί καταρράκτες, μόνο που ο καιρός θεώρησε ότι αρκετά υπήρξε επιεικής μαζί μας κι είπαν να ανοίξουν οι ουρανοί. Υπό καταρρακτώδη βροχή κύλησε η μεγαλύτερη διαδρομή, ευτυχώς όμως ο καλός Θεός των ταξιδιωτών υπήρξε τελικά ελεήμων και λίγο πριν αλλά και καθ’όλη τη διάρκεια της επίσκεψής μας στο Røros δεν έπεσε ούτε σταγόνα.
To Røros, που ιδρύθηκε το 1646, μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO (άλλωστε γι’αυτό λοξοδρομήσαμε κατά δω) είναι πόλη ορυχείων εξόρυξης χαλκού. Αποτελεί σπάνιο δείγμα, καθώς αναβιώνει με μοναδικό τρόπο ο τρόπος ζωής των κατοίκων της που έπρεπε να προσαρμοστεί στις απαιτήσεις του φυσικού περιβάλλοντος, αλλά και των ορυχείων.
Η πόλη είναι ένα ζωντανό μουσείο, αποπνέει μια μοναδική γοητεία με τα ξύλινα σπιτια, χαρακτηριστικά του 17ου και 18ου αιώνα. Κάποια με τη χρήση των διαθέσιμων γήινων υλικών, διατηρούν μια σκοτεινή όψη, με το ακατέργαστο άβαφο ξύλο τους.
Από το κεντρικό δρόμο σχεδόν μόνοι αφού τα πάντα ήταν κλειστά κι οι επισκέπτες προφανώς είχαν αποχωρήσει , ανηφορίσαμε προς την εκκλησία και το νεκροταφείο της πόλης.
Περάσαμε τον ορμητικό χείμαρρο δίπλα από το εργοαστάσιο-μουσείο για να καταλήξουμε πάνω στη καστανόμαυρη γης στην παλιότερη συνοικία της πόλης. Ένα μικρό δρομάκι με σπιτάκια χαμηλά, φτωχικά, το ένα στοιβαγμένο δίπλα στ’αλλο, με μια μικρή πέργκολα να ομορφαίνει την είσοδο και σκεπές από χόρτο για να εξασφαλίζουν την απαραίτητη θερμομόνωση στις ακραίες καιρικές συνθήκες του χειμώνα.
Ήταν ένα γοητευτικό ταξίδι στο χρόνο. Ένα αστικό-βιομηχανικό τοπίο αναλλοίωτο στο πέρασμα των αιώνων, καθώς οι Νορβηγοί εδώ και δεκαετίες διαφύλαξαν τη μοναδικότητά του.
Μαγεμένοι (ίσως γιατί η απουσία επισκεπτών και ο μουντός καιρός να επέτειναν τις εντυπώσεις) γυρίσαμε το ταπεινό μας ξύλινο hytte στο κάμπινγκ.
Η επόμενη μέρα προέβλεπε να κατηφορίσουμε προς τη μεριά των πασίγνωστων φιορδ, τα οποία η Νορβηγία διαφημίζει διεκδικώντας το μερίδιό της στη παγκόσμια τουριστική αγορά.
Σαν αποφασίζεις να ξεναγηθείς σε μια πόλη περασμένη ώρα, δεν έχεις τη ψευδαίσθηση ότι μουσεία, εκκλησιές κι άλλα αξιοθέατα θα έχουν τις πόρτες ανοιχτές.
Στο Tromsø, που αυτοδιαφημίζεται για τις τέχνες , την ιστορία, το καλό φαγητό και την νυχτερινή του ζωή, εγώ τoυ γύρισα επιδεικτικά τη πλάτη. Μετά τόσες εκατοντάδες χιλιόμετρα οδήγησης πού να βρεθεί κουράγιο για περιήγηση. Ούτε καν σε γοητεύει η ιδέα του τελεφερίκ που σε φέρνει στη κορφή του βουνού Storsteinen, όπου από υψόμετρο 420 μέτρων αγναντεύεις πιάτο όλη τη πόλη και τα φιορδ.
Αρκεστήκαμε σε μια χαλαρή βόλτα στο κέντρο, εμείς και κάτι ξέμπαρκοι ντόπιοι (αλλά….κι αφρικανοί) στα παντέρημα στενά με τα γραφικά σπιτάκια.
Αποθανατήσαμε τον Λουθηρανικό καθεδρικό του 1861, τον βορειότερο του κόσμου και την Vår Frue Kirke ίδιας εποχής που κι αυτή με τη σειρά της διεκδικεί πρωτεία ως η βορειότερη παγκοσμίως καθολική επισκοπική έδρα.
Είδαμε το πλοίο Hurtigrute να διέρχεται στο λιμάνι και να υπερκαλύπτει σε ύψος τα σπίτια της πόλης και θαύμασα το μοντέρνο κτήριο της βιβλιοθήκης.
Όλα όμορφα, σκανδιναβικά και πληκτικά…
Περασμένα μεσάνυχτα, φως ντάλα, τραβήξαμε κουρτίνες για συσκότιση στο δωμάτιο του γουστόζικου ξενώνα μας και χαλαρώσαμε μετά το μακρύ ταξίδι της μέρας.
Πουρνό πουρνό αφού παραδώσαμε το αυτοκίνητο στο αεροδρόμιο, με τα φτερά της SAS πετάξαμε προς το κέντρο της χώρας, στο Trondheim.
Νοικιάσαμε ξανά αυτοκίνητο, μόνο που εδώ δεν μας έκαναν το χατήρι να μας αναβαθμίσουν κι έτσι περιορστήκαμε σ’ενα ταπεινό πλην ουχί οικονομικό (Νορβηγία βλέπεις) VWPolo. Ο καιρός παραδόξως είχε αλλάξει διάθεση, η μέρα ήταν ευχάριστη (που σημαίνει δεν έβρεχε) κι έτσι κατευθυνθήκαμε γραμμή προς το κέντρο της πόλης για μια σύντομη περιήγηση.
Oύσα φοιτητούπολη αφενός, αφετέρου ο καιρός σύμμαχος κι όλοι είχαν ξεχυθεί στους πεζόδρομους γύρω από το κέντρο. Αισθανθήκαμε ότι κάτι κινείται, ότι υπάρχει ζωή επιτέλους στη χώρα αυτή…
Η πρώτη στάση έγινε στον καθεδρικό ναό του Nidaros. Μέγας και τρανός. Η μεγαλύτερη εκκλησία της βορείου Ευρώπης, ο μοναδικός γοτθικός ναός της Νορβηγίας και το καμάρι της πόλης μη πω και της χώρας ολάκερης. Η πρόσοψη του ναού αρκούντως εντυπωσιακή, όμως το επιβλητικό “γοτθικό” εσωτερικό του μου ήταν παγερά αδιάφορο (δηλώνω πεισματικά βυζαντινολάτρης).
Αφήνω κατά μέρος την ρητή υπόδειξη ότι απαγορεύεται η φωτογράφηση στο εσωτερικό. Να φωτογραφήσω δηλαδή τι; τις απόκοσμες γοτθικές αψίδες; γιατί κατά τα άλλα, λοιπός διάκοσμος απουσίαζε.
Αυτό που φχαριστήθηκα τουλάχιστον ήταν η άνοδος στο καμπαναριό όπου μπορούσαμε να απολαύσουμε μια πανοραμική θέα μέχρι πέρα στα ξύλινες αποβάθρες του λιμανιού που είναι και η κλασσική εικόνα της πόλης.
Προς τα κει κινήσαμε στη συνέχεια. Η καλύτερη μεριά για να τιςς απολαύσει κανείς κι από τις δυο μεριές του ποταμού Νidelva είναι στη παλιά γέφυρα. Οι αποβάθρες έχουν ζωή μόλις από το 180 αιώνα κι αυτό γιατί οι πολυαγαπημένοι γείτονες Σουηδοί, βρέθηκαν εδώ κάτι αιώνες νωρίτερα χωρίς τις καλύτερες των προθέσεων και τα έκαναν όλα σκόνη και θρύψαλα…
Βολτάραμε πάνω κάτω στις αποβάθρες αποθανανατίζοντας με φρενίτιδα κάθε λεπτομέρεια: να ένας γλάρος κάθησε εκεί με φόντο αυτό το σπίτι, να εκεί αντικατοπτρίζονται υπέροχα οι αποθήκες... Η πλεονεξία της ψηφιακής εποχής.
Επιστρέψαμε προς το κέντρο όπου εξασφαλίσαμε τις απαραίτητες προμήθειες και κινηθήκαμε πια προς νότο χαλαρά με τελικό προορισμό την ιστορική πόλη Røros. Σάμπως και θα μας έβρισκε το βράδυ; περισσότερο είχα έννοια για το άν θα ήταν ανοικτή η ρεσεψιόν στο κάμπινγκ όπου είχα κάνει κράτηση ενός φθηνού νορβηγικού hytte.
H διαδρομή στην ηπειρωτική Νορβηγία ήταν ενδιαφέρουσα πλην επαναλαμβανόμενη: πράσινο παντού, ποτάμια, μικροί καταρράκτες, μόνο που ο καιρός θεώρησε ότι αρκετά υπήρξε επιεικής μαζί μας κι είπαν να ανοίξουν οι ουρανοί. Υπό καταρρακτώδη βροχή κύλησε η μεγαλύτερη διαδρομή, ευτυχώς όμως ο καλός Θεός των ταξιδιωτών υπήρξε τελικά ελεήμων και λίγο πριν αλλά και καθ’όλη τη διάρκεια της επίσκεψής μας στο Røros δεν έπεσε ούτε σταγόνα.
To Røros, που ιδρύθηκε το 1646, μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO (άλλωστε γι’αυτό λοξοδρομήσαμε κατά δω) είναι πόλη ορυχείων εξόρυξης χαλκού. Αποτελεί σπάνιο δείγμα, καθώς αναβιώνει με μοναδικό τρόπο ο τρόπος ζωής των κατοίκων της που έπρεπε να προσαρμοστεί στις απαιτήσεις του φυσικού περιβάλλοντος, αλλά και των ορυχείων.
Η πόλη είναι ένα ζωντανό μουσείο, αποπνέει μια μοναδική γοητεία με τα ξύλινα σπιτια, χαρακτηριστικά του 17ου και 18ου αιώνα. Κάποια με τη χρήση των διαθέσιμων γήινων υλικών, διατηρούν μια σκοτεινή όψη, με το ακατέργαστο άβαφο ξύλο τους.
Από το κεντρικό δρόμο σχεδόν μόνοι αφού τα πάντα ήταν κλειστά κι οι επισκέπτες προφανώς είχαν αποχωρήσει , ανηφορίσαμε προς την εκκλησία και το νεκροταφείο της πόλης.
Περάσαμε τον ορμητικό χείμαρρο δίπλα από το εργοαστάσιο-μουσείο για να καταλήξουμε πάνω στη καστανόμαυρη γης στην παλιότερη συνοικία της πόλης. Ένα μικρό δρομάκι με σπιτάκια χαμηλά, φτωχικά, το ένα στοιβαγμένο δίπλα στ’αλλο, με μια μικρή πέργκολα να ομορφαίνει την είσοδο και σκεπές από χόρτο για να εξασφαλίζουν την απαραίτητη θερμομόνωση στις ακραίες καιρικές συνθήκες του χειμώνα.
Ήταν ένα γοητευτικό ταξίδι στο χρόνο. Ένα αστικό-βιομηχανικό τοπίο αναλλοίωτο στο πέρασμα των αιώνων, καθώς οι Νορβηγοί εδώ και δεκαετίες διαφύλαξαν τη μοναδικότητά του.
Μαγεμένοι (ίσως γιατί η απουσία επισκεπτών και ο μουντός καιρός να επέτειναν τις εντυπώσεις) γυρίσαμε το ταπεινό μας ξύλινο hytte στο κάμπινγκ.
Η επόμενη μέρα προέβλεπε να κατηφορίσουμε προς τη μεριά των πασίγνωστων φιορδ, τα οποία η Νορβηγία διαφημίζει διεκδικώντας το μερίδιό της στη παγκόσμια τουριστική αγορά.
Attachments
-
44,5 KB Προβολές: 524
-
74,3 KB Προβολές: 1.559
-
99,2 KB Προβολές: 500
-
209,8 KB Προβολές: 146
Last edited by a moderator: