poised
Member
- Μηνύματα
- 1.139
- Likes
- 9.232
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Τιφλίδα, προσπάθεια πρώτη
- Εδώ το χοστέλ, που ειν' το χοστέλ;
- აი ია, να η βιολέτα
- Στο Αζερμπαϊτζάν (ή Αλιγεφστάν)
- Το γυαλιστερό Μπακού.
- Το τσαλακωμένο Μπακού
- Καθημερινότητα στο Μπακού
- Ήρεμα, ήρεμα, δεν είμαι τρομοκράτης
- Τιφλίδα, προσπάθεια δεύτερη
- Τιφλίδα, μια οργανωμένη περιήγηση (λέμε τώρα)
- Τιφλίδα: Η κυριλέ λεωφόρος και το Χαμαμ
- Μιτσκέτα και, επιτέλους, ολοκλήρωση της Τιφλίδας
- Τελευταίο βράδυ
Τιφλίδα: Η κυριλέ λεωφόρος και το Χαμαμ
Το βράδυ για πρώτη φορά ξύπνησα κρυώνοντας και μέσα στον ύπνο μου το μόνο που βρήκα ήταν να ρίξω το μπουφάν πάνω από το πάπλωμα να ζεσταθώ. Αναρωτιόμουν αν είχε κλείσει το καλοριφέρ τη νύχτα ή το είχα τσιμπίσει το κρυωματάκι, χωρίς φυσικά να αποκλείονταν και τα δύο.
Το πρωί - δηλαδή κάτι πριν το μεσημέρι όσοι ξυπνήσαμε - το περάσαμε με χαλαρό πρωινό.
Είχα βρει ένα μπάρμπα εκεί κοντά που έφτιαχνε το καλύτερο χατζαπούρι (παραδοσιακή τυρόπιτα) που δοκίμασα στην χώρα. Αρχικά νόμιζα πως το λέγανε Κατσαμπούρι όπως η επαρχία που βρίσκεται το Πουκέτ της Ταιλάνδης και αναρωτιόμουν τι περίεργη ιστορία μπορούσε να τα συνδέει, αλλά τελικά απλά τα αυτιά μου θέλανε καλύτερο συντονισμό στα γεωργιανά.
Ο μπάρμπας είχε μία τρύπα "μαγαζί" με πρόσοψη όσο η πόρτα και 3-4 μέτρα βάθος. Η μισή κάτω πόρτα έκανε και χρέη βιτρίνας, έβαζε το ταψί-λαμαρίνα με ότι ήταν έτοιμο να το βλέπεις και το πάνω μισό άνοιγε αυτόνομα για να πληρώσεις και παραλάβεις μιας που χώρος να μπεις μέσα δεν υπήρχε. Φαντάζομαι έπρεπε να "διαλύσει" την εγκατάσταση κάθε φορά που χρειαζόταν να μπει και να βγει. Πίσω του είχε ένα ελάχιστο πάγκο στον οποίο άνοιγε φύλλο και λίγο πιο πίσω ένα φούρνο θυρίδα για μία ή δύο λαμαρίνες. Ελάχιστος εξοπλισμός και τοίχοι μαύροι από την κάπνα. Το χατζαπούρι όμως απίστευτο, φτάνει να έπαιρνες με τυρί γιατί είχε και ένα με φασόλια, χάλια.
Δυστυχώς δεν έχω φώτο γιατί όπως θυμήθηκα τελικά, η φωτογραφική μου έκανε νερά. Με πλήρως φορτισμένη μπαταρία έβγαζε ένδειξη χαμηλής μπαταρίας και έκλεινε αμέσως αλλά μετά από πολλά άνοιξε κλείσε κάποια στιγμή δούλευε κανονικά, μέχρι να την ξαναπιάσει. Θεώρησα ότι μπορεί να έφταιγε το κρύο, αλλά ότι και να έφταιγε το αποτέλεσμα ήταν ότι κάποιες στιγμές δεν μπορούσα να βγάλω φωτογραφίες και έτσι έχω κενά. Pic or it didn't happen που λένε, στην κυριολεξία. Τελικά η κατάσταση επιδεινώθηκε και η μηχανή πέθανε μετά από λίγους μήνες.
Με το χατζαπούρι που όποτε τελείωνε ξαναστοκάραμε από τον μπάρμπα (χρυσό τον κάναμε), ότι άλλο είχαμε ρεφενέ από το σουπερμάρκετ και κουβέντα πέρναγε ευχάριστα η ώρα. Οι σέρβοι είχαν φύγει πολύ νωρίς να πάνε να δούνε ένα από τα πιο φωτογραφημένα αξιοθέατα της Γεωργίας, την θρυλική εκκλησία στην κορυφή ενός βουνού που ξέχασα τώρα πως την λένε. Τους πλασαρίστηκε στο κέντρο ένας οδηγός με τζιπ που ζήτησε 50 δολάρια το κεφάλι και συμφώνησαν. Συνήθως αυτές οι δουλειές κλείνονται με το κόστος φιξ για το αμάξι/οδηγό οπότε να έδινα άλλα 50 να πάω μαζί τους δε μου φάνηκε καλό deal, ήξερα ότι γινόταν με λεωφορείο πολύ πιο φτηνά, αλλά το σκεφτόμουν. Όταν όμως η σέρβα σταμάτησε τις απλές παρενέσεις τύπου "εεεελαααα" και άρχισε να επιδίδεται σε τεχνικές τύπου "ω σουλτάν" πετρούλας για να με πείσει να πάω μαζί τους (της), σκιάχτηκα και είπα όχι. Κρέμασε λίγο μούτρα αλλά τι να κάνουμε.
Αρχικά είχα σχέδια να πάω Μπατούμι ή και Κουτάισι, έστω και στα γρήγορα, αλλά όλοι οι ντόπιοι μου λέγανε ότι το Μπατούμι δεν έχει τίποτα να κάνεις χειμώνα (και η πολύ περιορισμένη διαθεσιμότητα σε ανοιχτά καταλύματα μου το επιβεβαίωσε) ενώ για Κουτάισι, με τα χιόνια που έριχνε στο βορρά τις τελευταίες ημέρες ήταν εκτός από επικίνδυνα να φτάσεις και πολύ επικίνδυνο να αποκλειστείς. Οπότε έπρεπε να περιοριστώ στα πέριξ Τιφλίδας γιατί δεν είχα καμία όρεξη να γίνω μόνιμος κάτοικος κάποιου τυχαίου χωριού μέχρι την άνοιξη.
Κάποια στιγμή αποφάσισα ότι καλή η πάρλα στο χοστέλ αλλά σε ταξίδι είμαι, μη χάνω άλλο το χρόνο μου. Βγήκα με στόχο να ξεκινήσω από μία κάπως "κυριλέ" περιοχή με πιο ακριβά καταστήματα και κτήρια που είχαν αναπαλαιωθεί, πάρκα και γήπεδα και θα ολοκλήρωνα με την πόλη παίρνοντας το τελεφερίκ, βόλτα στο πάρκο πάνω από το ιστορικό κέντρο που δεν είχα κάνει την προηγούμενη και γιατί όχι, μια επίσκεψη σε ένα παραδοσιακό χαμάμ που η πόλη ήταν ξακουστή για αυτά. Φυσικά τα μισά έκανα πάλι.
Επίσης ήθελα να δω μήπως μπορούσα να βρω κάποιο backpack σε φθηνή τιμή - δεδομένου του χαμηλού κόστους ζωής της χώρας - γιατί στο δικό μου είχαν αρχίσει να φαίνονται τα χρόνια του, είχε μαζέψει αρκετά μπαλώματα μετά από σκισίματα σε ιμάντες αεροδρομίων και κάποιες ραφές είχαν χαλαρώσει.
Βγαίνοντας έξω κατάλαβα ότι ο καιρός είχε αλλάξει σημαντικά. Ο έντονος ήλιος δεν έκανε τίποτα για να σε ζεστάνει και ο λυσσασμένος αέρας ήταν παγωμένος όσο ποτέ. Έπρεπε να κρατάω τα χέρια μου μέσα στο μπουφάν παρόλο που φόραγα τα γάντια και το κούτελό μου πάγωνε κάτω από τον σκούφο. Πήγα μέχρι ένα σημείο και γύρισα πίσω να οργανωθώ καλύτερα. Φόρεσα ένα κολάν μηχανής κάτω από το παντελόνι που μου είχαν πουλήσει κάποτε για ισοθερμικό αλλά δε μου γέμιζε και πολύ το μάτι και μία αντίστοιχη ισοθερμική μπλούζα μηχανής που όμως είχα ήδη επιβεβαιώσει στο παρελθόν ότι έκανε δουλειά. Φόρεσα και κάτι αδιάβροχα μποτάκια (ναι, από τη μηχανή και αυτά) τα οποία δεν ήταν ότι καλύτερο για περπάτημα αλλά ήταν τόσο ζεστά που ίδρωνα. Καλύτερο από το να έχεις παγωμένες πατούσες. Κάπως την πάλεψα έτσι αν και χρειάστηκε να εφαρμόσω και λίγο χοπ-χοπ από μαγαζί σε μαγαζί και ενίοτε εκκλησίες ή άλλα δημόσια κτήρια με θέρμανση ή σχετική προστασία από το κρύο.
Τουλάχιστον ο ήλιος και ο αντικατοπτρισμός στα παράθυρα κτηρίων έκανε μερικά κτήρια πιο φωτογενή, όταν δούλευε η μηχανή μου δηλαδή.


Το "mall" που μου πρότεινε η κοπελίτσα στη ρεσεψιόν να πάω να backpack αποδείχθηκε ανέκδοτο. Ένα βρώμικο κτήριο, σαν εφορίας, όπου τα καλά "μαγαζιά" είχαν χώρο πίσω από τις ανοιχτές πόρτες ενώ στους διαδρόμους ήταν χύμα μικροπωλητές με ευτελή ή φτηνιάρικα πράγματα. Κάτι σαν κλειστό ασιατικό παζάρι αλλά στο πολύ φτωχό και στενάχωρο. Κάτι σφίχτηδες που περιφέρονταν δε κατάλαβα αν ήταν σεκιούριτι ή μαφιόζοι που έπαιρναν μερίδιο για προστασία και μετά από μία γύρα τους διαδρόμους την έκανα με ελαφρά πηδηματάκια.

Υπόγεια διάβαση που έβγαζε στο... mall. Σε βάζει στο πνεύμα του τι θα βρεις επάνω.
Η κυριλέ περιοχή ήταν σχετικά όμορφη και διαφορετική με αυτό που είχα συνηθίσει στην Τιφλίδα αν και ο νεοπλουτισμός και δηθενιά με ενόχλησε λίγο. Απόλαυσα ένα αδεσποτάκι που έπαιζε ανέμελο με τον στρόβιλο που δημιουργούσε ο σταθερά δυνατός αέρας ανάμεσα στα κτήρια.
και γέλασα με την αντιγραφή των "αστεριών" του χόλιγουντ. Μερικά αντί για αστέρι είχαν ένα σύμβολο σαν τις προσφορές τιμής στα φυλλάδια σουπερμάρκετ. Αυτά παθαίνεις όταν χρησιμοποιείς τον ίδιο γραφίστα που έκανε το φυλλάδιο του γαλαξία νωρίτερα για να σου φτιάξει το πλακάκι.
ΣΟΥΠΕΡ ΠΡΟΣΦΟΡΑ: ΜΟΝΟ ΑΥΤΗ ΤΗ ΒΔΟΜΑΔΑ ΟΛΕΣ ΟΙ ΒΡΑΒΕΥΣΕΙΣ ΗΘΟΠΟΙΟΥ -20%
Τα λοιπά κτήρια όμως καμία σχέση με την υπόλοιπη πόλη.


Όμως η μέρα ήταν μικρή και μέχρι να πιω ένα καφέ κάπου να ζεσταθώ έπεσε ο ήλιος. Μέχρι δε να πάρω το μετρό και να πάω κέντρο, είχε νυχτώσει για τα καλά, οπότε ξεχνάμε την βόλτα στο πάρκο. Θα δοκίμαζα όμως το χαμάμ και μια νυχτερινή περιήγηση στο ιστορικό κέντρο.

Πλησιάζοντας στους καταρράκτες συνειδητοποίησα ότι το περισσότερο νερό είχε παγώσει (όπως και εγώ).
Το φωταγωγημένο φαράγγι, χωρίς άλλο άνθρωπο (εκτός από τον τρελό εμένα) είχε κάτι το απόκοσμο.
Αποφάσισα λοιπόν να πάω σε ένα από τα χαμάμ. Βρήκα στον χάρτη που είναι τα περισσότερα από αυτά και πήγα στο πρώτο που βρήκα. Γενικά δε μου αρέσουν τα χαμάμ, μασάζ, σάουνες, ιαματικά και τέτοια. Σπάνια έχω πάει στην ζωή μου και όταν το έκανα ήταν σαν τμήμα της εμπειρίας μιας χώρας και όχι γιατί την βρίσκω ιδιαίτερα και για αυτό τον λόγο θα πήγαινα και εκεί.
Μπαίνω λοιπόν στο πρώτο, σε ένα σχετικά αδιάφορο κτήριο που έμοιαζε με εργοστάσιο, εκτός από την απαστράπτοντα είσοδο που ήταν μαρμαροκαλυμένη και φωταγωγημένη. Το εσωτερικό ήταν διακοσμημένο σαν κιτς αναπαράσταση Ρωμαικών λουτρών. Στη ρεσεψιόν καθόταν μία απίστευτη ξανθιά καλονή, η οποία όταν την ρώτησα αν μιλά αγγλικά μου απάνταγε ρώσικα (που φαντάζομαι ήταν και η μητρική της) και τελικά χωρίς να κουνηθεί από την θέση της με νοήματα και σχετική ξινίλα στα μούτρα της μου υπέδειξε να περιμένω στον καναπέ. Λίγο μετά από μένα μπήκαν 3-4 Ρώσοι, τύπου νεόπλουτοι 50ρηδες, θορυβώδεις, κουβάλαγαν μία σαμπάνια ή κάτι αντίστοιχο και η καλονή όχι μόνο εξαφάνισε την ξινίλα μονομιάς αλλά σηκώθηκε να τους εξυπηρετήσει (λαμπάδα το κορίτσι και το μίνι μέχρι τον αφαλό).
Αφού περίμενα και περίμενα μόνος πια στο λόμπι γιατί η λαμπάδα είχε πάρει τους ρώσους να τους "εξηγήσει" τα κατατόπια, ήρθε ένας τύπος με βαμμένο μαλλί και ντύσιμο που ήθελε να φαίνεται μοντέρνο-κομψό αλλά εγώ θα το έλεγα κακόγουστο και εμφανώς επιτηδευμένο. Προσπάθησε με σπαστά αγγλικά να μου πάρει ιστορικό (τι κάνω, από που είμαι, που μένω, πόσο θα κάτσω στη χώρα) δήθεν ότι κάνουμε συζήτηση, αλλά στην πράξη μου έπαιρνε μέτρα για το κουστούμι και στο τέλος το έσκασε. Εμείς εδώ έχουμε μόνο πριβέ χαμάμ, το μικρότερο είναι για 6 άτομα, θα έχεις όλο το χώρο δικό σου για μία ώρα, δε χρεώνουμε τις πετσέτες και δεν περιλαμβάνονται έξτρα υπηρεσίες όπως μασάζ θεραπευτικό, χαλαρωτικό ή "ικανοποίησης" (satisfaction). Η μικρή παύση που έκανε πριν την τελευταία λέξη δεν ξέρω αν ήταν γιατί έψαχνε την κατάλληλη μετάφραση στα αγγλικά ή γιατί ήθελε να καταλάβω το κρυφό νόημα, πάντως έκανα ότι κατάλαβα ότι εννοούσε.
Καλά άσε τα μασάζ για μετά, πόσο πάει ρε μάστορα το φτηνότερο πριβέ χαμάμ; Κανονικά για μία ώρα, 800, αλλά για εσένα μιας που είσαι καλό παιδί και είναι αργά θα στο δώσω 350. Αν βάλεις ότι το βράδυ στο χοστέλ μου στοίχιζε κάπου 15 λάρι, μου ήρθε να γελάσω, σιγά μην έδινα 350 λάρι (130 ευρώ) για ένα "μπάνιο" και μάλιστα στην Γεωργία. Παρόλα αυτά είπα να το παίξω ότι δήθεν το σκέφτομαι από περιέργεια να δω πόσο πάει και το μασάζ. Ρώτησα πόσα λάρι είναι το φτηνότερο μασάζ για να λάβω την απάντηση: "Δεν κατάλαβες φίλε μου, οι τιμές που σου λέω είναι σε δολάρια, όχι λάρι". Προφανώς δεν υπήρχε λόγος να συνεχίσουμε την συζήτηση. Φεύγοντας μου ήρθε μία εικόνα της λαμπάδας να προσφέρει μασάζ "ικανοποίησης" στους άξεστους Ρώσους μέσα και σιχάθηκα.
Τα επόμενα 2-3 χαμάμ που δοκίμασα ήταν ίδια φάση. Μία που έμπαινα, μία που έβγαινα βλέποντας τις τιμές. Όμως στο τελευταίο από αυτά, η κυρία του μαγαζιού μου είπε κάτι "νόμερ πιετ", με πέντε δάχτυλα να με μουτζώνουν και αφού δεν το έπιασα με την μία, μου έγραψε σε ένα χαρτί "No 5", δείχνοντάς σε μία γενική κατεύθυνση και κάνοντας με το δάχτυλο "πήγαινε". Το έβαλα στο χάρτη και ω, ναι, υπήρχε χαμάμ με το όνομα Νούμερο 5!
Κάτι το σοβιετικό σύμβολο, κάτι το ντεκαντάνς του χώρου (που ότι και να λέμε τα κιτς μάρμαρα δεν είχε), εδώ είμαστε λέω, τουλάχιστον περίμενα να είναι πιο "συντροφικές" οι τιμές γιατί είχε τρομάξει το μάτι μου. Η είσοδος οδηγούσε στο πρώτο ημιυπόγειο, όπου βρισκόταν μία χοντρή κυρία πίσω από γκισέ λες και έκοβες εισιτήριο για σινεμά. Με κάπου 8 ευρώ αν θυμάμαι καλά, ήταν ακριβώς αυτό που έψαχνα για χαμάμ, ακούς εκεί 150 ευρώ χαριστικά κιόλας. Προσπάθησα να ρωτήσω για μασάζ πόσο κάνει, αλλά μου είπε κάτι που εξέλαβα ως "για μασάζ ρώτα μέσα".
Κατέβηκα κάμποσα απότομα σκαλιά και αριστερά είχε μία πόρτα για άντρες, δεξιά για γυναίκες. Μπήκα στην σωστή για το γενετήσιο φύλο μου και βρέθηκα σε ένα προθάλαμο βαμμένο με μία πρασινο-μπλέ μπογιά ή μπορεί να ήταν και όλο υγρασία, όπου ο κιτρινιάρικος φωτισμός σε χαμηλό ύψος μαζί με μια θολούρα από τους ατμούς το έκαναν να φαίνεται σα να μην είχε ταβάνι, λες και ήσουν στον πάτο ενός μεγάλου πηγαδιού. Υπήρχαν πάγκοι και μερικά ντουλάπια και στην γωνία ένα μισοσπασμένο τραπέζι που έμοιαζε με ανακριτικό της KGB ή τα παλιά δημοσιών υπηρεσιών και πίσω από το οποίο κάθονταν 2-3 τύποι που μοιάζανε με ξεπεσμένη πρώην ολυμπιακή ομάδα άρσης βαρών. Άσπρες (οκ, κάποτε άσπρες, τώρα μάλλον κίτρινες) μπλούζες τύπου τανκτοπ, ζώνες προστασίας της μέσης που μάλλον ήταν για να συγκρατούν τις κοιλάρες μπυροποσίας τύπου ετοιμόγενης εγκύου.
Έδωσα το εισιτήριο στον πιο κοντινό, τον ρώτησα για μασάζ, μου είπε κάτι στα γεωργιανά, του είπα ινγκλις και κάπου εκεί τελείωσε η προφορική επικοινωνία και περάσαμε σε νοηματική. Με ένα χαρτί στο οποίο έγραφε νούμερα και έκανε κινήσεις, προσπαθούσε να μου εξηγήσει τους διαφορετικούς τύπους μασάζ. Όπως είπα, με τα μασάζ δεν την βρίσκω και με τον τραυματισμό που είχα πριν το ταξίδι δεν είχα καμία όρεξη να με πλακώσει και να μου το κάνει χειρότερο (είχα μία παρελθοντική αρνητική εμπειρία με ταιλανδέζικο που έφυγα πονώντας), οπότε πήρα το πιο απλό (και φτηνό) έτσι για την εμπειρία. Προσπάθησα κιόλας να του εξηγήσω ότι πονάω σε ένα σημείο, μη με δέσει κάνα κόμπο γιατί φαινόταν αγριάνθρωπος, έκανε ότι κατάλαβε. Πλήρωσα το μασάζ και ένα ακόμα μικροποσό για το ντουλάπι, δίνοντας σχεδόν όλα τα μετρητά που είχα εμφανή στο πορτοφόλι (τα άλλα ήταν σε κρυφή τσέπη του μπουφάν) και έβαλα όλα μου τα πράγματα στο ντουλάπι χωρίς να είμαι σίγουρος το πόσο ασφαλή θα ήταν από τους τύπους εκεί (όχι τους πελάτες) γιατί σε μία άλλη παρόμοια περίπτωση στο παρελθόν με είχαν κλέψει αυτοί από το βεστιάριο. Βέβαια δε μπορούσα να κάνω και τίποτα, τσίτσιδος θα ήμουν μέσα, το μόνο σημείο που θα μπορούσα να κρύψω τα λεφτά ήταν ανάμεσα στην φυσική χαράδρα και εδώ που τα λέμε αν ήταν να με ληστέψουν ας μου άνοιγαν το ντουλάπι και όχι εκείνο.
Ενώ έβγαζα τα πολλά ρούχα, ζορίστικα λίγο με το κολάν (ελλείψει εμπειρίας) και εδώ που τα λέμε παίζει να είχα κάνει ένα μικρό θέαμα μεταξύ των κυρίως μεσήλικων ντόπιων. Ακούς εκεί κολάν μέσα από το παντελόνι, κανάς τιούτος θα ήταν (φαντάζομαι) σκέφτονταν. Στο ενδιάμεσο ήρθε ένας άλλος αρσιβαρίστας που μόλις με έκοψε ξένο, άρχισε να μιλάει στον προηγούμενο τύπο συνωμοτικά (τους έβλεπα με την άκρη του ματιού μου) και μου έδειχνε κάτι πετσέτες με σπαστά αγγλικά. Κατάλαβα ότι ήθελε να με χρεώσει 3 έξτρα πετσέτες, μία για να κάνω μπάνιο στην αρχή, μία πριν το μασάζ και μία μετά, δεν είχε καταλάβει με τι τζαμπατζή είχε να κάνει, οπότε θυμήθηκα ότι στο πορτοφόλι είχα πια ελάχιστα μετρητά και του το έδειξα σε φάση "θα ήθελα αλλά δε δύναμαι, μήπως να μου τα δίνατε δωρεάν;" ξίνισε αλλά είχα την ελπίδα ότι με είχαν πάρει για θρασύ μπατιράκι και δε θα μου έψαχναν τα πράγματα όσο έλειπα.
Μέσα ο χώρος ήταν πιο ντεκαντανς και από έξω, με χαμηλό φωτισμό, νερά να στάνε παντού από τις τρύπιες σωλήνες, κάποια κρύα άλλα ευχάριστα ζεστά, γούρνες και μικρές πισίνες να μπεις μέσα, κάτι τσιμεντένιοι πάγκοι (μάλλον για μασάζ) και όπως μπορεί να φανταστεί κανείς πολλά μετακινούμενα - μετά των κατόχων τους - πέη, που όμως ευτυχώς πολλά δε φαίνονταν αφού καλύπτονταν από μπυροκοιλιές. Είχα πάει σε χαμάμ στη Τουρκία και Βουλγαρία και νόμιζα ότι πιο "αυθεντικό" δεν γινόταν, να που διαψεύστηκα.
Κάποια στιγμή μπήκε ο αρσιβαράστας, μου έκανε νόημα να πάω μαζί του και το "μασάζ" ήταν κάτι σαν τρίψιμο με σφουγγάρι με σαπουνόνερο και απαλό τρίψιμο. Μπορεί να με εκδικούνταν που δεν πλήρωσα για κάτι πιο ακριβό, μπορεί όντως να αγόρασα την πολύ λάιτ έκδοση, αλλά δε με χάλασε καθόλου γιατί όπως είπα με τα κανονικά μασάζ δεν την βρίσκω. Έκατσα κάμποση ώρα μετά να χαλαρώσω και να ευχαριστηθώ τα κάπου 15 ευρώ που στοίχισε όλο αυτό και στο ντύσιμο παρουσίασα άλλο ένα δωρεάν θέαμα προσπαθώντας να βάλω το κολλάν. Ντύθηκα με τόσα πολλά ρούχα που πρέπει να έμοιαζα με το ανθρωπάκι της μισελέν και βγήκα πάλι στο αγιάζι.
Στο χοστέλ βρήκα τους Σέρβους που είχαν επιστρέψει. Στράφι η διαδρομή, είχε τόσο πολύ χιόνι που δεν κατάφεραν να φτάσουν στο προορισμό τους και στο γυρισμό ο οδηγός αρνήθηκε να τους πάει να δουν την Μιτσκέτα ή κάτι άλλο γιατί δεν ήταν στη συμφωνία και ήθελε έξτρα λεφτά. Πάλι καλά που δεν είχα πάει μαζί, θα είχα τσακωθεί.
Το βράδυ για πρώτη φορά ξύπνησα κρυώνοντας και μέσα στον ύπνο μου το μόνο που βρήκα ήταν να ρίξω το μπουφάν πάνω από το πάπλωμα να ζεσταθώ. Αναρωτιόμουν αν είχε κλείσει το καλοριφέρ τη νύχτα ή το είχα τσιμπίσει το κρυωματάκι, χωρίς φυσικά να αποκλείονταν και τα δύο.
Το πρωί - δηλαδή κάτι πριν το μεσημέρι όσοι ξυπνήσαμε - το περάσαμε με χαλαρό πρωινό.

Είχα βρει ένα μπάρμπα εκεί κοντά που έφτιαχνε το καλύτερο χατζαπούρι (παραδοσιακή τυρόπιτα) που δοκίμασα στην χώρα. Αρχικά νόμιζα πως το λέγανε Κατσαμπούρι όπως η επαρχία που βρίσκεται το Πουκέτ της Ταιλάνδης και αναρωτιόμουν τι περίεργη ιστορία μπορούσε να τα συνδέει, αλλά τελικά απλά τα αυτιά μου θέλανε καλύτερο συντονισμό στα γεωργιανά.
Ο μπάρμπας είχε μία τρύπα "μαγαζί" με πρόσοψη όσο η πόρτα και 3-4 μέτρα βάθος. Η μισή κάτω πόρτα έκανε και χρέη βιτρίνας, έβαζε το ταψί-λαμαρίνα με ότι ήταν έτοιμο να το βλέπεις και το πάνω μισό άνοιγε αυτόνομα για να πληρώσεις και παραλάβεις μιας που χώρος να μπεις μέσα δεν υπήρχε. Φαντάζομαι έπρεπε να "διαλύσει" την εγκατάσταση κάθε φορά που χρειαζόταν να μπει και να βγει. Πίσω του είχε ένα ελάχιστο πάγκο στον οποίο άνοιγε φύλλο και λίγο πιο πίσω ένα φούρνο θυρίδα για μία ή δύο λαμαρίνες. Ελάχιστος εξοπλισμός και τοίχοι μαύροι από την κάπνα. Το χατζαπούρι όμως απίστευτο, φτάνει να έπαιρνες με τυρί γιατί είχε και ένα με φασόλια, χάλια.
Δυστυχώς δεν έχω φώτο γιατί όπως θυμήθηκα τελικά, η φωτογραφική μου έκανε νερά. Με πλήρως φορτισμένη μπαταρία έβγαζε ένδειξη χαμηλής μπαταρίας και έκλεινε αμέσως αλλά μετά από πολλά άνοιξε κλείσε κάποια στιγμή δούλευε κανονικά, μέχρι να την ξαναπιάσει. Θεώρησα ότι μπορεί να έφταιγε το κρύο, αλλά ότι και να έφταιγε το αποτέλεσμα ήταν ότι κάποιες στιγμές δεν μπορούσα να βγάλω φωτογραφίες και έτσι έχω κενά. Pic or it didn't happen που λένε, στην κυριολεξία. Τελικά η κατάσταση επιδεινώθηκε και η μηχανή πέθανε μετά από λίγους μήνες.
Με το χατζαπούρι που όποτε τελείωνε ξαναστοκάραμε από τον μπάρμπα (χρυσό τον κάναμε), ότι άλλο είχαμε ρεφενέ από το σουπερμάρκετ και κουβέντα πέρναγε ευχάριστα η ώρα. Οι σέρβοι είχαν φύγει πολύ νωρίς να πάνε να δούνε ένα από τα πιο φωτογραφημένα αξιοθέατα της Γεωργίας, την θρυλική εκκλησία στην κορυφή ενός βουνού που ξέχασα τώρα πως την λένε. Τους πλασαρίστηκε στο κέντρο ένας οδηγός με τζιπ που ζήτησε 50 δολάρια το κεφάλι και συμφώνησαν. Συνήθως αυτές οι δουλειές κλείνονται με το κόστος φιξ για το αμάξι/οδηγό οπότε να έδινα άλλα 50 να πάω μαζί τους δε μου φάνηκε καλό deal, ήξερα ότι γινόταν με λεωφορείο πολύ πιο φτηνά, αλλά το σκεφτόμουν. Όταν όμως η σέρβα σταμάτησε τις απλές παρενέσεις τύπου "εεεελαααα" και άρχισε να επιδίδεται σε τεχνικές τύπου "ω σουλτάν" πετρούλας για να με πείσει να πάω μαζί τους (της), σκιάχτηκα και είπα όχι. Κρέμασε λίγο μούτρα αλλά τι να κάνουμε.
Αρχικά είχα σχέδια να πάω Μπατούμι ή και Κουτάισι, έστω και στα γρήγορα, αλλά όλοι οι ντόπιοι μου λέγανε ότι το Μπατούμι δεν έχει τίποτα να κάνεις χειμώνα (και η πολύ περιορισμένη διαθεσιμότητα σε ανοιχτά καταλύματα μου το επιβεβαίωσε) ενώ για Κουτάισι, με τα χιόνια που έριχνε στο βορρά τις τελευταίες ημέρες ήταν εκτός από επικίνδυνα να φτάσεις και πολύ επικίνδυνο να αποκλειστείς. Οπότε έπρεπε να περιοριστώ στα πέριξ Τιφλίδας γιατί δεν είχα καμία όρεξη να γίνω μόνιμος κάτοικος κάποιου τυχαίου χωριού μέχρι την άνοιξη.
Κάποια στιγμή αποφάσισα ότι καλή η πάρλα στο χοστέλ αλλά σε ταξίδι είμαι, μη χάνω άλλο το χρόνο μου. Βγήκα με στόχο να ξεκινήσω από μία κάπως "κυριλέ" περιοχή με πιο ακριβά καταστήματα και κτήρια που είχαν αναπαλαιωθεί, πάρκα και γήπεδα και θα ολοκλήρωνα με την πόλη παίρνοντας το τελεφερίκ, βόλτα στο πάρκο πάνω από το ιστορικό κέντρο που δεν είχα κάνει την προηγούμενη και γιατί όχι, μια επίσκεψη σε ένα παραδοσιακό χαμάμ που η πόλη ήταν ξακουστή για αυτά. Φυσικά τα μισά έκανα πάλι.
Επίσης ήθελα να δω μήπως μπορούσα να βρω κάποιο backpack σε φθηνή τιμή - δεδομένου του χαμηλού κόστους ζωής της χώρας - γιατί στο δικό μου είχαν αρχίσει να φαίνονται τα χρόνια του, είχε μαζέψει αρκετά μπαλώματα μετά από σκισίματα σε ιμάντες αεροδρομίων και κάποιες ραφές είχαν χαλαρώσει.
Βγαίνοντας έξω κατάλαβα ότι ο καιρός είχε αλλάξει σημαντικά. Ο έντονος ήλιος δεν έκανε τίποτα για να σε ζεστάνει και ο λυσσασμένος αέρας ήταν παγωμένος όσο ποτέ. Έπρεπε να κρατάω τα χέρια μου μέσα στο μπουφάν παρόλο που φόραγα τα γάντια και το κούτελό μου πάγωνε κάτω από τον σκούφο. Πήγα μέχρι ένα σημείο και γύρισα πίσω να οργανωθώ καλύτερα. Φόρεσα ένα κολάν μηχανής κάτω από το παντελόνι που μου είχαν πουλήσει κάποτε για ισοθερμικό αλλά δε μου γέμιζε και πολύ το μάτι και μία αντίστοιχη ισοθερμική μπλούζα μηχανής που όμως είχα ήδη επιβεβαιώσει στο παρελθόν ότι έκανε δουλειά. Φόρεσα και κάτι αδιάβροχα μποτάκια (ναι, από τη μηχανή και αυτά) τα οποία δεν ήταν ότι καλύτερο για περπάτημα αλλά ήταν τόσο ζεστά που ίδρωνα. Καλύτερο από το να έχεις παγωμένες πατούσες. Κάπως την πάλεψα έτσι αν και χρειάστηκε να εφαρμόσω και λίγο χοπ-χοπ από μαγαζί σε μαγαζί και ενίοτε εκκλησίες ή άλλα δημόσια κτήρια με θέρμανση ή σχετική προστασία από το κρύο.
Τουλάχιστον ο ήλιος και ο αντικατοπτρισμός στα παράθυρα κτηρίων έκανε μερικά κτήρια πιο φωτογενή, όταν δούλευε η μηχανή μου δηλαδή.





Το "mall" που μου πρότεινε η κοπελίτσα στη ρεσεψιόν να πάω να backpack αποδείχθηκε ανέκδοτο. Ένα βρώμικο κτήριο, σαν εφορίας, όπου τα καλά "μαγαζιά" είχαν χώρο πίσω από τις ανοιχτές πόρτες ενώ στους διαδρόμους ήταν χύμα μικροπωλητές με ευτελή ή φτηνιάρικα πράγματα. Κάτι σαν κλειστό ασιατικό παζάρι αλλά στο πολύ φτωχό και στενάχωρο. Κάτι σφίχτηδες που περιφέρονταν δε κατάλαβα αν ήταν σεκιούριτι ή μαφιόζοι που έπαιρναν μερίδιο για προστασία και μετά από μία γύρα τους διαδρόμους την έκανα με ελαφρά πηδηματάκια.


Υπόγεια διάβαση που έβγαζε στο... mall. Σε βάζει στο πνεύμα του τι θα βρεις επάνω.
Η κυριλέ περιοχή ήταν σχετικά όμορφη και διαφορετική με αυτό που είχα συνηθίσει στην Τιφλίδα αν και ο νεοπλουτισμός και δηθενιά με ενόχλησε λίγο. Απόλαυσα ένα αδεσποτάκι που έπαιζε ανέμελο με τον στρόβιλο που δημιουργούσε ο σταθερά δυνατός αέρας ανάμεσα στα κτήρια.

και γέλασα με την αντιγραφή των "αστεριών" του χόλιγουντ. Μερικά αντί για αστέρι είχαν ένα σύμβολο σαν τις προσφορές τιμής στα φυλλάδια σουπερμάρκετ. Αυτά παθαίνεις όταν χρησιμοποιείς τον ίδιο γραφίστα που έκανε το φυλλάδιο του γαλαξία νωρίτερα για να σου φτιάξει το πλακάκι.

ΣΟΥΠΕΡ ΠΡΟΣΦΟΡΑ: ΜΟΝΟ ΑΥΤΗ ΤΗ ΒΔΟΜΑΔΑ ΟΛΕΣ ΟΙ ΒΡΑΒΕΥΣΕΙΣ ΗΘΟΠΟΙΟΥ -20%
Τα λοιπά κτήρια όμως καμία σχέση με την υπόλοιπη πόλη.






Όμως η μέρα ήταν μικρή και μέχρι να πιω ένα καφέ κάπου να ζεσταθώ έπεσε ο ήλιος. Μέχρι δε να πάρω το μετρό και να πάω κέντρο, είχε νυχτώσει για τα καλά, οπότε ξεχνάμε την βόλτα στο πάρκο. Θα δοκίμαζα όμως το χαμάμ και μια νυχτερινή περιήγηση στο ιστορικό κέντρο.


Πλησιάζοντας στους καταρράκτες συνειδητοποίησα ότι το περισσότερο νερό είχε παγώσει (όπως και εγώ).

Το φωταγωγημένο φαράγγι, χωρίς άλλο άνθρωπο (εκτός από τον τρελό εμένα) είχε κάτι το απόκοσμο.

Αποφάσισα λοιπόν να πάω σε ένα από τα χαμάμ. Βρήκα στον χάρτη που είναι τα περισσότερα από αυτά και πήγα στο πρώτο που βρήκα. Γενικά δε μου αρέσουν τα χαμάμ, μασάζ, σάουνες, ιαματικά και τέτοια. Σπάνια έχω πάει στην ζωή μου και όταν το έκανα ήταν σαν τμήμα της εμπειρίας μιας χώρας και όχι γιατί την βρίσκω ιδιαίτερα και για αυτό τον λόγο θα πήγαινα και εκεί.
Μπαίνω λοιπόν στο πρώτο, σε ένα σχετικά αδιάφορο κτήριο που έμοιαζε με εργοστάσιο, εκτός από την απαστράπτοντα είσοδο που ήταν μαρμαροκαλυμένη και φωταγωγημένη. Το εσωτερικό ήταν διακοσμημένο σαν κιτς αναπαράσταση Ρωμαικών λουτρών. Στη ρεσεψιόν καθόταν μία απίστευτη ξανθιά καλονή, η οποία όταν την ρώτησα αν μιλά αγγλικά μου απάνταγε ρώσικα (που φαντάζομαι ήταν και η μητρική της) και τελικά χωρίς να κουνηθεί από την θέση της με νοήματα και σχετική ξινίλα στα μούτρα της μου υπέδειξε να περιμένω στον καναπέ. Λίγο μετά από μένα μπήκαν 3-4 Ρώσοι, τύπου νεόπλουτοι 50ρηδες, θορυβώδεις, κουβάλαγαν μία σαμπάνια ή κάτι αντίστοιχο και η καλονή όχι μόνο εξαφάνισε την ξινίλα μονομιάς αλλά σηκώθηκε να τους εξυπηρετήσει (λαμπάδα το κορίτσι και το μίνι μέχρι τον αφαλό).
Αφού περίμενα και περίμενα μόνος πια στο λόμπι γιατί η λαμπάδα είχε πάρει τους ρώσους να τους "εξηγήσει" τα κατατόπια, ήρθε ένας τύπος με βαμμένο μαλλί και ντύσιμο που ήθελε να φαίνεται μοντέρνο-κομψό αλλά εγώ θα το έλεγα κακόγουστο και εμφανώς επιτηδευμένο. Προσπάθησε με σπαστά αγγλικά να μου πάρει ιστορικό (τι κάνω, από που είμαι, που μένω, πόσο θα κάτσω στη χώρα) δήθεν ότι κάνουμε συζήτηση, αλλά στην πράξη μου έπαιρνε μέτρα για το κουστούμι και στο τέλος το έσκασε. Εμείς εδώ έχουμε μόνο πριβέ χαμάμ, το μικρότερο είναι για 6 άτομα, θα έχεις όλο το χώρο δικό σου για μία ώρα, δε χρεώνουμε τις πετσέτες και δεν περιλαμβάνονται έξτρα υπηρεσίες όπως μασάζ θεραπευτικό, χαλαρωτικό ή "ικανοποίησης" (satisfaction). Η μικρή παύση που έκανε πριν την τελευταία λέξη δεν ξέρω αν ήταν γιατί έψαχνε την κατάλληλη μετάφραση στα αγγλικά ή γιατί ήθελε να καταλάβω το κρυφό νόημα, πάντως έκανα ότι κατάλαβα ότι εννοούσε.
Καλά άσε τα μασάζ για μετά, πόσο πάει ρε μάστορα το φτηνότερο πριβέ χαμάμ; Κανονικά για μία ώρα, 800, αλλά για εσένα μιας που είσαι καλό παιδί και είναι αργά θα στο δώσω 350. Αν βάλεις ότι το βράδυ στο χοστέλ μου στοίχιζε κάπου 15 λάρι, μου ήρθε να γελάσω, σιγά μην έδινα 350 λάρι (130 ευρώ) για ένα "μπάνιο" και μάλιστα στην Γεωργία. Παρόλα αυτά είπα να το παίξω ότι δήθεν το σκέφτομαι από περιέργεια να δω πόσο πάει και το μασάζ. Ρώτησα πόσα λάρι είναι το φτηνότερο μασάζ για να λάβω την απάντηση: "Δεν κατάλαβες φίλε μου, οι τιμές που σου λέω είναι σε δολάρια, όχι λάρι". Προφανώς δεν υπήρχε λόγος να συνεχίσουμε την συζήτηση. Φεύγοντας μου ήρθε μία εικόνα της λαμπάδας να προσφέρει μασάζ "ικανοποίησης" στους άξεστους Ρώσους μέσα και σιχάθηκα.
Τα επόμενα 2-3 χαμάμ που δοκίμασα ήταν ίδια φάση. Μία που έμπαινα, μία που έβγαινα βλέποντας τις τιμές. Όμως στο τελευταίο από αυτά, η κυρία του μαγαζιού μου είπε κάτι "νόμερ πιετ", με πέντε δάχτυλα να με μουτζώνουν και αφού δεν το έπιασα με την μία, μου έγραψε σε ένα χαρτί "No 5", δείχνοντάς σε μία γενική κατεύθυνση και κάνοντας με το δάχτυλο "πήγαινε". Το έβαλα στο χάρτη και ω, ναι, υπήρχε χαμάμ με το όνομα Νούμερο 5!

Κάτι το σοβιετικό σύμβολο, κάτι το ντεκαντάνς του χώρου (που ότι και να λέμε τα κιτς μάρμαρα δεν είχε), εδώ είμαστε λέω, τουλάχιστον περίμενα να είναι πιο "συντροφικές" οι τιμές γιατί είχε τρομάξει το μάτι μου. Η είσοδος οδηγούσε στο πρώτο ημιυπόγειο, όπου βρισκόταν μία χοντρή κυρία πίσω από γκισέ λες και έκοβες εισιτήριο για σινεμά. Με κάπου 8 ευρώ αν θυμάμαι καλά, ήταν ακριβώς αυτό που έψαχνα για χαμάμ, ακούς εκεί 150 ευρώ χαριστικά κιόλας. Προσπάθησα να ρωτήσω για μασάζ πόσο κάνει, αλλά μου είπε κάτι που εξέλαβα ως "για μασάζ ρώτα μέσα".
Κατέβηκα κάμποσα απότομα σκαλιά και αριστερά είχε μία πόρτα για άντρες, δεξιά για γυναίκες. Μπήκα στην σωστή για το γενετήσιο φύλο μου και βρέθηκα σε ένα προθάλαμο βαμμένο με μία πρασινο-μπλέ μπογιά ή μπορεί να ήταν και όλο υγρασία, όπου ο κιτρινιάρικος φωτισμός σε χαμηλό ύψος μαζί με μια θολούρα από τους ατμούς το έκαναν να φαίνεται σα να μην είχε ταβάνι, λες και ήσουν στον πάτο ενός μεγάλου πηγαδιού. Υπήρχαν πάγκοι και μερικά ντουλάπια και στην γωνία ένα μισοσπασμένο τραπέζι που έμοιαζε με ανακριτικό της KGB ή τα παλιά δημοσιών υπηρεσιών και πίσω από το οποίο κάθονταν 2-3 τύποι που μοιάζανε με ξεπεσμένη πρώην ολυμπιακή ομάδα άρσης βαρών. Άσπρες (οκ, κάποτε άσπρες, τώρα μάλλον κίτρινες) μπλούζες τύπου τανκτοπ, ζώνες προστασίας της μέσης που μάλλον ήταν για να συγκρατούν τις κοιλάρες μπυροποσίας τύπου ετοιμόγενης εγκύου.
Έδωσα το εισιτήριο στον πιο κοντινό, τον ρώτησα για μασάζ, μου είπε κάτι στα γεωργιανά, του είπα ινγκλις και κάπου εκεί τελείωσε η προφορική επικοινωνία και περάσαμε σε νοηματική. Με ένα χαρτί στο οποίο έγραφε νούμερα και έκανε κινήσεις, προσπαθούσε να μου εξηγήσει τους διαφορετικούς τύπους μασάζ. Όπως είπα, με τα μασάζ δεν την βρίσκω και με τον τραυματισμό που είχα πριν το ταξίδι δεν είχα καμία όρεξη να με πλακώσει και να μου το κάνει χειρότερο (είχα μία παρελθοντική αρνητική εμπειρία με ταιλανδέζικο που έφυγα πονώντας), οπότε πήρα το πιο απλό (και φτηνό) έτσι για την εμπειρία. Προσπάθησα κιόλας να του εξηγήσω ότι πονάω σε ένα σημείο, μη με δέσει κάνα κόμπο γιατί φαινόταν αγριάνθρωπος, έκανε ότι κατάλαβε. Πλήρωσα το μασάζ και ένα ακόμα μικροποσό για το ντουλάπι, δίνοντας σχεδόν όλα τα μετρητά που είχα εμφανή στο πορτοφόλι (τα άλλα ήταν σε κρυφή τσέπη του μπουφάν) και έβαλα όλα μου τα πράγματα στο ντουλάπι χωρίς να είμαι σίγουρος το πόσο ασφαλή θα ήταν από τους τύπους εκεί (όχι τους πελάτες) γιατί σε μία άλλη παρόμοια περίπτωση στο παρελθόν με είχαν κλέψει αυτοί από το βεστιάριο. Βέβαια δε μπορούσα να κάνω και τίποτα, τσίτσιδος θα ήμουν μέσα, το μόνο σημείο που θα μπορούσα να κρύψω τα λεφτά ήταν ανάμεσα στην φυσική χαράδρα και εδώ που τα λέμε αν ήταν να με ληστέψουν ας μου άνοιγαν το ντουλάπι και όχι εκείνο.
Ενώ έβγαζα τα πολλά ρούχα, ζορίστικα λίγο με το κολάν (ελλείψει εμπειρίας) και εδώ που τα λέμε παίζει να είχα κάνει ένα μικρό θέαμα μεταξύ των κυρίως μεσήλικων ντόπιων. Ακούς εκεί κολάν μέσα από το παντελόνι, κανάς τιούτος θα ήταν (φαντάζομαι) σκέφτονταν. Στο ενδιάμεσο ήρθε ένας άλλος αρσιβαρίστας που μόλις με έκοψε ξένο, άρχισε να μιλάει στον προηγούμενο τύπο συνωμοτικά (τους έβλεπα με την άκρη του ματιού μου) και μου έδειχνε κάτι πετσέτες με σπαστά αγγλικά. Κατάλαβα ότι ήθελε να με χρεώσει 3 έξτρα πετσέτες, μία για να κάνω μπάνιο στην αρχή, μία πριν το μασάζ και μία μετά, δεν είχε καταλάβει με τι τζαμπατζή είχε να κάνει, οπότε θυμήθηκα ότι στο πορτοφόλι είχα πια ελάχιστα μετρητά και του το έδειξα σε φάση "θα ήθελα αλλά δε δύναμαι, μήπως να μου τα δίνατε δωρεάν;" ξίνισε αλλά είχα την ελπίδα ότι με είχαν πάρει για θρασύ μπατιράκι και δε θα μου έψαχναν τα πράγματα όσο έλειπα.
Μέσα ο χώρος ήταν πιο ντεκαντανς και από έξω, με χαμηλό φωτισμό, νερά να στάνε παντού από τις τρύπιες σωλήνες, κάποια κρύα άλλα ευχάριστα ζεστά, γούρνες και μικρές πισίνες να μπεις μέσα, κάτι τσιμεντένιοι πάγκοι (μάλλον για μασάζ) και όπως μπορεί να φανταστεί κανείς πολλά μετακινούμενα - μετά των κατόχων τους - πέη, που όμως ευτυχώς πολλά δε φαίνονταν αφού καλύπτονταν από μπυροκοιλιές. Είχα πάει σε χαμάμ στη Τουρκία και Βουλγαρία και νόμιζα ότι πιο "αυθεντικό" δεν γινόταν, να που διαψεύστηκα.
Κάποια στιγμή μπήκε ο αρσιβαράστας, μου έκανε νόημα να πάω μαζί του και το "μασάζ" ήταν κάτι σαν τρίψιμο με σφουγγάρι με σαπουνόνερο και απαλό τρίψιμο. Μπορεί να με εκδικούνταν που δεν πλήρωσα για κάτι πιο ακριβό, μπορεί όντως να αγόρασα την πολύ λάιτ έκδοση, αλλά δε με χάλασε καθόλου γιατί όπως είπα με τα κανονικά μασάζ δεν την βρίσκω. Έκατσα κάμποση ώρα μετά να χαλαρώσω και να ευχαριστηθώ τα κάπου 15 ευρώ που στοίχισε όλο αυτό και στο ντύσιμο παρουσίασα άλλο ένα δωρεάν θέαμα προσπαθώντας να βάλω το κολλάν. Ντύθηκα με τόσα πολλά ρούχα που πρέπει να έμοιαζα με το ανθρωπάκι της μισελέν και βγήκα πάλι στο αγιάζι.

Στο χοστέλ βρήκα τους Σέρβους που είχαν επιστρέψει. Στράφι η διαδρομή, είχε τόσο πολύ χιόνι που δεν κατάφεραν να φτάσουν στο προορισμό τους και στο γυρισμό ο οδηγός αρνήθηκε να τους πάει να δουν την Μιτσκέτα ή κάτι άλλο γιατί δεν ήταν στη συμφωνία και ήθελε έξτρα λεφτά. Πάλι καλά που δεν είχα πάει μαζί, θα είχα τσακωθεί.
Last edited: