vasiliss
Member
- Μηνύματα
- 984
- Likes
- 9.107
- Επόμενο Ταξίδι
- ;;;
- Ταξίδι-Όνειρο
- Ρωσία -Ισλανδία - Περού
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Ημέρα 2η : Μονή Ρίλας – Σόφια – Φιλιππούπολη
- Ημέρα 3η : Φιλιππούπολη
- Ημέρα 4η: Εθνογραφικό Κουγιουμτζόγλου – Θρακικός τύμβος Καζανλακ – Εθνογραφικό Ετάρ – Βέλικο Τάρνοβο
- Ημέρα 5η: Φρούριο Τσάρεβετς – Μονολιθικές εκκλησίες Ιβάνοβο – μοναστήρι Curtea de Argeş – Corbeni
- Ημέρα 6η: Τρανσφαγκαρασάν - Σιμπίου
- Ημέρα 7η: Biertan – Sighisoara ...
- Ημέρα 7η (συνέχεια): ... – Medias – Μεσαιωνικό φεστιβάλ Σιμπίου
- Ημέρα 8η: Alba Iulia – …
- Ημέρα 8η συνέχεια: …. – Corvin Castle - Timisoara
- Ημέρα 9η :Τιμισοάρα – Βελιγράδι
- Ημέρα 10η : Βελιγράδι.
- Ημέρα 11η : Βελιγράδι – επιστροφή
- Επίλογος
Ημέρα 5η: Φρούριο Τσάρεβετς – Μονολιθικές εκκλησίες Ιβάνοβο – μοναστήρι Curtea de Argeş – Corbeni
Είναι η τελευταία μας ημέρα στην Βουλγαρία και ακολουθεί πέρασμα στη Ρουμανία. Πριν από αυτό όμως έχουμε να τακτοποιήσουμε δύο ακόμη εκκρεμότητες, το φρούριο του Τσάρεβετς που βρίσκεται στο Βέλικο Τάρνοβο και τις μονολιθικές εκκλησίες στο Ιβάνοβο, κοντά στα σύνορα με τη Ρουμανία.
Συνάντηση λοιπόν με την ομάδα στον χώρο του πρωινού, ώστε να συζητήσουμε τι ακριβώς θέλει να κάνει ο καθένας μέχρι τις 12 που θα αφήναμε πίσω μας την πόλη.
Το γκρουπ λοιπόν χωρίστηκε σε δύο ομάδες, σε αυτούς που θα πηγαίναμε στο φρούριο και αυτούς που χαλαρά θα πήγαιναν για βόλτα στην πόλη και τα μαγαζιά της.
Δύο άντρες και 4 παιδιά, ξεκινήσαμε λοιπόν με ταχύ ρυθμό για το φρούριο.
Η πόλη του Βέλικο Τάρνοβο, έχει μία παράξενη μορφολογία, καθώς είναι χτισμένη πάνω σε 3 λόφους και ανάμεσά της ελίσσεται με τους μαιάνδρους του ο ποταμός Γιάντρα. Για κάποια χρόνια, από το 1185 έως το 1393, ήταν η πρωτεύουσα της 2ης Βουλγάρικης Αυτοκρατορίας και στο φρούριο που βρισκόταν στον κεντρικό λόφο βρισκόταν το παλάτι, το Πατριαρχείο και ο καθεδρικός ναός.
Το καλύτερα σωζόμενο τμήμα του φρουρίου, είναι αυτό που βρίσκεται στον λόφο Τσάρεβετς, ενώ στους διπλανούς λόφους Τραπέζιτσα και Σβέτα Γκορά, υπάρχουν διάσπαρτα κάποια ερείπια.
Φτάνοντας στα εκδοτήρια των εισιτηρίων πήγαμε να ρωτήσουμε εάν μπορούμε να βγάλουμε οικογενειακό εισιτήριο. Η κυρία πίσω από το γκισέ , μας κοίταξε καλά - καλά
και μας είπε ότι, για μια οικογένεια χρειάζεται ένας άντρας, μία γυναίκα και τα παιδιά. Εμάς μας έλειπαν οι γυναίκες, οπότε μας πρότεινε να βγάλουμε 2 οικογενειακά εισιτήρια, ( κόστος 6 lev το ένα), πράγμα που και εμείς από την αρχή είχαμε σκοπό να κάνουμε.
Το φρούριο έχει κάποιες ανηφόρες, οπότε προσέξτε τι παπούτσια θα φορέσετε. Προσπεράσαμε κάποιους που με άψογα ελληνικά μας προσκάλεσαν να φωτογραφηθούμε με ρούχα εποχής, και κατευθυνθήκαμε προς τον Πατριαρχικό καθεδρικό ναό, ο οποίος αναστηλώθηκε το 1985;; και ιδιαίτερη εντύπωση προκαλεί η εσωτερική του εικονογράφηση.

Κάπου είχα διαβάσει ότι μπορείς να ανέβεις επί πληρωμή στο καμπαναριό του και να θαυμάσεις την θέα από εκεί, αλλά εμείς δυστυχώς το βρήκαμε κλειστό, οπότε δεν έμαθα αν τελικά αυτό αληθεύει.
Περιτριγυρίσαμε αρκετά το φρούριο, θαυμάσαμε την θέα από ψηλά,
ανεβήκαμε στον αναστηλωμένο προμαχώνα και φωτογραφηθήκαμε με τα όπλα που βρήκαμε εκεί
και γενικά περάσαμε ένα ευχάριστο δίωρο μέχρι που να επιστρέψουμε και να βρούμε τους υπόλοιπους να ψωνίζουν δώρα για συγγενείς και φίλους.
Αναχώρηση λοιπόν για το Ιβάνοβο. Η ιδιοκτήτης του ξενοδοχείου μας συμβούλεψε να προσέχουμε, καθώς ο δρόμος προς τα σύνορα έχει μεγάλη κίνηση και δεν είναι αυτοκινητόδρομος.
Μετά από μία περίπου ώρα κάναμε παράκαμψη προς το Ιβάνοβο. Στους κάθετους βράχους της κοιλάδας του ποταμού Rousenski Lom, οι μοναχοί από το 1200 ήδη, χρησιμοποίησαν τις φυσικές σπηλιές αλλά και έσκαψαν στον βράχο, ώστε στο τέλος να έχουν δημιουργηθεί 40 διάσπαρτες εκκλησίες και πολλοί άλλοι χώροι.
Η φήμη του συγκροτήματος οφείλεται ειδικότερα στις τοιχογραφίες του 13ου και 14ου αιώνα, που σώζονται σε 5 εκκλησίες, παραδείγματα βουλγαρικής μεσαιωνικής τέχνης και από το 1979 συμπεριλήφθηκαν στον Κατάλογο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO. Από αυτές μόνο η μία είναι επισκέψιμη καθώς οι υπόλοιπες δεν είναι ασφαλείς, όπως μας είπε η φύλακας του χώρου. Ανεβήκαμε αρκετά σκαλιά μέχρι να φτάσουμε στην εκκλησία, η οποία αν θυμάμαι καλά είναι αφιερωμένη στον αρχάγγελο Μιχαήλ. Το οικογενειακό εισιτήριο είναι στα 12 lev και στον χώρο ήμασταν οι μοναδικοί επισκέπτες. Οπότε η κυρία που έβγαζε τα εισιτήρια μας είπε αρκετά για τον ναό και μας εξήγησε μία προς μία τι απεικόνιζαν οι τοιχογραφίες.
Από το μπαλκονάκι του ναού (που ήταν παλιά η κύρια είσοδος σε αυτόν – φαντάζομαι με σκάλες γιατί ο βράχος ήταν για αρκετά μέτρα κάθετος), είχες θέα σε όλη την κοιλάδα.
Έπειτα κατευθυνθήκαμε σε ένα σημείο που είχες πανοραμική θέα της κοιλάδας
και από εκεί κατηφορίσαμε από ένα διαφορετικό μονοπάτι, στο σημείο που είχαμε αφήσει τα αυτοκίνητα. Η περιοχή είναι αρκετά όμορφη και προσφέρεται για πεζοπορία και παρακολούθηση πουλιών. Εμείς όμως δεν είχαμε τόσο χρόνο, οπότε αναχωρήσαμε για τα σύνορα.
Φτάνοντας πριν από την γέφυρα στον Δούναβη που ενώνει τις δύο χώρες, πληρώσαμε 2€ διόδια, και αφού περάσαμε την γέφυρα και τον επιβλητικό Δούναβη, περιμέναμε σε μία αρκετά μεγάλη ουρά να περάσουμε τον έλεγχο. Εκεί, ευτυχώς για εμάς, δυστυχώς για του άλλους, γινόταν ένας γρήγορος διαχωρισμός και από την μία έστελναν τους Βούλγαρους, τους οποίους έλεγχαν διεξοδικά και από την άλλη τους υπόλοιπους που περνούσαμε σχεδόν χωρίς κανέναν έλεγχο. Έτσι ξεμπερδέψαμε εύκολα, βγάλαμε την βινιέτα για 14ron και πήραμε τον δρόμο για τον τελικό προορισμό μας, το χωριό Corbeni στην αρχή της Τρανσφαγκαρασάν.
Οι χάρτες μας πρότειναν δύο διαδρομές. Μία μέσω Βουκουρεστίου και μία μέσω επαρχιακών δρόμων. Επειδή το γκρουπ που είχε μπει στην Ρουμανία την προηγούμενη ημέρα, είχε περάσει μεγάλη ταλαιπωρία στον περιφερειακό του Βουκουρεστίου, αποφασίσαμε να πάμε από την δεύτερη διαδρομή και να γνωρίσουμε την ρουμάνικη επαρχία και τα χωριά της. Χωριά, που όπως είπε κάποιος με υπερβολή, ζούσαν ακόμη στο 1980 και πολύ πιθανόν να μην γνώριζαν οι κάτοικοί τους ότι ο Τσαουσέσκου είχε πέσει!!! Το γεγονός ότι θα γνωρίζαμε λίγο την ρουμάνικη επαρχία, καθόλου δεν μας χάλασε, το αντίθετο μάλιστα, εκείνο όμως που πολύ μας ταλαιπώρησε ήταν τα άθλια 80 χιλιόμετρα του δρόμου έως ότου να συναντήσουμε τον αυτοκινητόδρομο που ενώνει το Βουκουρέστι με το Πιτέστι.
Φτάνοντας στο Πιτέστι βγήκαμε από τον αυτοκινητόδρομο και εκεί αρχίσαμε να καταλαβαίνουμε ότι ανεβαίναμε στα βουνά, καθώς η θερμοκρασία είχε αρχίσει να πέφτει αισθητά.
Νωρίτερα είχα ανακοινώσει στους συνταξιδιώτες μου, ότι η προγραμματισμένη επίσκεψη στο μοναστήρι της Curtea de Argeş αναβάλλεται λόγω έλλειψης χρόνου, όμως κάτι μέσα μου, μου έλεγε να περάσω έξω από το μοναστήρι. Και όταν το είδα, είπα δεν μπορεί, εδώ πρέπει να μπούμε, έστω και για 15 λεπτά. Και μπήκαμε.
Ο χώρος, οι ναοί, η ιδιαίτερη αρχιτεκτονική τους, η εσωτερική διακόσμηση, οι κήποι του, ήταν που μας κέρδισαν όλους.
Πριν από την είσοδο στον χώρο του μοναστηριού, υπάρχει αυτό το κτίριο, που δεν γνώριζα τι ακριβώς είναι, έχει όμως ενδιαφέρον.
Στη συνέχεια συναντήσαμε τον καθεδρικό ναό που είναι αφιερωμένος στην Κοίμηση της Θεοτόκου.
Υπάρχει ένας συνηθισμένος μύθος που επαναλαμβάνεται στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων, που λέει ότι ο αρχιμάστορας Μανόλο αδυνατούσε να ολοκληρώσει την κατασκευή του ναού, και υπό την απειλή του θανάτου, είπε στους μαστόρους του να χτίσουν στην εκκλησία την πρώτη γυναίκα που θα περνούσε το επόμενο πρωί. Όλοι οι υπόλοιποι το είπαν στις γυναίκες τους, εκτός από τον αρχιμάστορα, ο οποίος αναγκάστηκε να την θυσιάσει, καθώς ήταν η πρώτη που πέρασε.
Μετά την ολοκλήρωση του ναού ο πρίγκιπας τον ρώτησε εάν μπορεί να χτίσει κάτι καλύτερο από αυτό και όταν του απάντησε καταφατικά, τον φυλάκισε μαζί με τους μαστόρους του στην κορυφή της εκκλησίας. Από εκεί προσπάθησαν να αποδράσουν χρησιμοποιώντας ξύλινα φτερά, όμως όλοι τους σκοτώθηκαν. Στο σημείο όπου έπεσε ο Μανόλο, ανάβλυσε μία πηγή νερού που υπάρχει έως σήμερα.
Πίσω από τον ναό αυτό, υπάρχει ακόμη ένας, διαφορετικής αρχιτεκτονικής αυτός, μέσα στον οποίο φυλάσσονται τα λείψανα της αγίας Filofteia.
Βέβαια όλοι είχαμε βγει με σορτσάκι και κοντομάνικο, εκεί όμως το κρύο ξύριζε. Οπότε όλες οι μετακινήσεις μας έγιναν με βήμα ταχύ και σύντομα γυρίσαμε στα αυτοκίνητα.
Ο τελικός προορισμός, το Corbeni δεν βρισκόταν πολύ μακριά.
Σε επικοινωνία με τον ξενοδόχο μας, όταν τον ρωτήσαμε που μπορούμε να φάμε, μας πρότεινε το Casa Lăzăroiu, το οποίο βρισκόταν 2 χλμ. πριν από τα δωμάτιά μας. Η μία οικογένεια σταμάτησε για να κλείσει τραπέζι, και οι υπόλοιποι συνεχίσαμε.
Όμως σε λίγο μας πήραν τηλέφωνο, και μας είπαν ότι η κουζίνα του εστιατορίου κλείνει στις 21.00 και η ώρα ήδη ήταν 20.30. Άρον – άρον λοιπόν, αφήσαμε τα πράγματά μας και επιστρέψαμε για φαγητό. Ο χώρος και το φαγητό ήταν εξαιρετικά. Εκτός από το εστιατόριο, υπήρχαν μικρά ενοικιαζόμενα σπιτάκια, πισίνα, μικρή τεχνητή λιμνούλα με δυνατότητα βαρκάδας, παιδική χαρά.
Φάγαμε γρήγορα ότι ήταν πιο εύκολο να μας ετοιμάσουν , γιατί οι εργαζόμενοι στην κουζίνα έπρεπε κάποτε να ξεκουραστούν κι αυτοί, και επιστρέψαμε στα δωμάτιά μας, τα οποία ήταν εξαιρετικά και πολύ λυπηθήκαμε που θα μέναμε σε αυτά μόνο για έναν ύπνο.
Ρίξαμε μια ματιά στις προβλέψεις του καιρού για την επόμενη ημέρα και δυστυχώς ήταν άσχημες. Προβλέπονταν βροχές και ισχυρές καταιγίδες, οπότε κοιμήθηκα με ένα άγχος μήπως για δεύτερη φορά δεν καταφέρω να διασχίσω την Τρανσφαγκαρασάν.
Είναι η τελευταία μας ημέρα στην Βουλγαρία και ακολουθεί πέρασμα στη Ρουμανία. Πριν από αυτό όμως έχουμε να τακτοποιήσουμε δύο ακόμη εκκρεμότητες, το φρούριο του Τσάρεβετς που βρίσκεται στο Βέλικο Τάρνοβο και τις μονολιθικές εκκλησίες στο Ιβάνοβο, κοντά στα σύνορα με τη Ρουμανία.
Συνάντηση λοιπόν με την ομάδα στον χώρο του πρωινού, ώστε να συζητήσουμε τι ακριβώς θέλει να κάνει ο καθένας μέχρι τις 12 που θα αφήναμε πίσω μας την πόλη.
Το γκρουπ λοιπόν χωρίστηκε σε δύο ομάδες, σε αυτούς που θα πηγαίναμε στο φρούριο και αυτούς που χαλαρά θα πήγαιναν για βόλτα στην πόλη και τα μαγαζιά της.
Δύο άντρες και 4 παιδιά, ξεκινήσαμε λοιπόν με ταχύ ρυθμό για το φρούριο.







Η πόλη του Βέλικο Τάρνοβο, έχει μία παράξενη μορφολογία, καθώς είναι χτισμένη πάνω σε 3 λόφους και ανάμεσά της ελίσσεται με τους μαιάνδρους του ο ποταμός Γιάντρα. Για κάποια χρόνια, από το 1185 έως το 1393, ήταν η πρωτεύουσα της 2ης Βουλγάρικης Αυτοκρατορίας και στο φρούριο που βρισκόταν στον κεντρικό λόφο βρισκόταν το παλάτι, το Πατριαρχείο και ο καθεδρικός ναός.


Το καλύτερα σωζόμενο τμήμα του φρουρίου, είναι αυτό που βρίσκεται στον λόφο Τσάρεβετς, ενώ στους διπλανούς λόφους Τραπέζιτσα και Σβέτα Γκορά, υπάρχουν διάσπαρτα κάποια ερείπια.



Φτάνοντας στα εκδοτήρια των εισιτηρίων πήγαμε να ρωτήσουμε εάν μπορούμε να βγάλουμε οικογενειακό εισιτήριο. Η κυρία πίσω από το γκισέ , μας κοίταξε καλά - καλά

Το φρούριο έχει κάποιες ανηφόρες, οπότε προσέξτε τι παπούτσια θα φορέσετε. Προσπεράσαμε κάποιους που με άψογα ελληνικά μας προσκάλεσαν να φωτογραφηθούμε με ρούχα εποχής, και κατευθυνθήκαμε προς τον Πατριαρχικό καθεδρικό ναό, ο οποίος αναστηλώθηκε το 1985;; και ιδιαίτερη εντύπωση προκαλεί η εσωτερική του εικονογράφηση.






Κάπου είχα διαβάσει ότι μπορείς να ανέβεις επί πληρωμή στο καμπαναριό του και να θαυμάσεις την θέα από εκεί, αλλά εμείς δυστυχώς το βρήκαμε κλειστό, οπότε δεν έμαθα αν τελικά αυτό αληθεύει.


Περιτριγυρίσαμε αρκετά το φρούριο, θαυμάσαμε την θέα από ψηλά,


ανεβήκαμε στον αναστηλωμένο προμαχώνα και φωτογραφηθήκαμε με τα όπλα που βρήκαμε εκεί



και γενικά περάσαμε ένα ευχάριστο δίωρο μέχρι που να επιστρέψουμε και να βρούμε τους υπόλοιπους να ψωνίζουν δώρα για συγγενείς και φίλους.



Αναχώρηση λοιπόν για το Ιβάνοβο. Η ιδιοκτήτης του ξενοδοχείου μας συμβούλεψε να προσέχουμε, καθώς ο δρόμος προς τα σύνορα έχει μεγάλη κίνηση και δεν είναι αυτοκινητόδρομος.
Μετά από μία περίπου ώρα κάναμε παράκαμψη προς το Ιβάνοβο. Στους κάθετους βράχους της κοιλάδας του ποταμού Rousenski Lom, οι μοναχοί από το 1200 ήδη, χρησιμοποίησαν τις φυσικές σπηλιές αλλά και έσκαψαν στον βράχο, ώστε στο τέλος να έχουν δημιουργηθεί 40 διάσπαρτες εκκλησίες και πολλοί άλλοι χώροι.



Η φήμη του συγκροτήματος οφείλεται ειδικότερα στις τοιχογραφίες του 13ου και 14ου αιώνα, που σώζονται σε 5 εκκλησίες, παραδείγματα βουλγαρικής μεσαιωνικής τέχνης και από το 1979 συμπεριλήφθηκαν στον Κατάλογο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO. Από αυτές μόνο η μία είναι επισκέψιμη καθώς οι υπόλοιπες δεν είναι ασφαλείς, όπως μας είπε η φύλακας του χώρου. Ανεβήκαμε αρκετά σκαλιά μέχρι να φτάσουμε στην εκκλησία, η οποία αν θυμάμαι καλά είναι αφιερωμένη στον αρχάγγελο Μιχαήλ. Το οικογενειακό εισιτήριο είναι στα 12 lev και στον χώρο ήμασταν οι μοναδικοί επισκέπτες. Οπότε η κυρία που έβγαζε τα εισιτήρια μας είπε αρκετά για τον ναό και μας εξήγησε μία προς μία τι απεικόνιζαν οι τοιχογραφίες.



Από το μπαλκονάκι του ναού (που ήταν παλιά η κύρια είσοδος σε αυτόν – φαντάζομαι με σκάλες γιατί ο βράχος ήταν για αρκετά μέτρα κάθετος), είχες θέα σε όλη την κοιλάδα.

Έπειτα κατευθυνθήκαμε σε ένα σημείο που είχες πανοραμική θέα της κοιλάδας



και από εκεί κατηφορίσαμε από ένα διαφορετικό μονοπάτι, στο σημείο που είχαμε αφήσει τα αυτοκίνητα. Η περιοχή είναι αρκετά όμορφη και προσφέρεται για πεζοπορία και παρακολούθηση πουλιών. Εμείς όμως δεν είχαμε τόσο χρόνο, οπότε αναχωρήσαμε για τα σύνορα.


Φτάνοντας πριν από την γέφυρα στον Δούναβη που ενώνει τις δύο χώρες, πληρώσαμε 2€ διόδια, και αφού περάσαμε την γέφυρα και τον επιβλητικό Δούναβη, περιμέναμε σε μία αρκετά μεγάλη ουρά να περάσουμε τον έλεγχο. Εκεί, ευτυχώς για εμάς, δυστυχώς για του άλλους, γινόταν ένας γρήγορος διαχωρισμός και από την μία έστελναν τους Βούλγαρους, τους οποίους έλεγχαν διεξοδικά και από την άλλη τους υπόλοιπους που περνούσαμε σχεδόν χωρίς κανέναν έλεγχο. Έτσι ξεμπερδέψαμε εύκολα, βγάλαμε την βινιέτα για 14ron και πήραμε τον δρόμο για τον τελικό προορισμό μας, το χωριό Corbeni στην αρχή της Τρανσφαγκαρασάν.
Οι χάρτες μας πρότειναν δύο διαδρομές. Μία μέσω Βουκουρεστίου και μία μέσω επαρχιακών δρόμων. Επειδή το γκρουπ που είχε μπει στην Ρουμανία την προηγούμενη ημέρα, είχε περάσει μεγάλη ταλαιπωρία στον περιφερειακό του Βουκουρεστίου, αποφασίσαμε να πάμε από την δεύτερη διαδρομή και να γνωρίσουμε την ρουμάνικη επαρχία και τα χωριά της. Χωριά, που όπως είπε κάποιος με υπερβολή, ζούσαν ακόμη στο 1980 και πολύ πιθανόν να μην γνώριζαν οι κάτοικοί τους ότι ο Τσαουσέσκου είχε πέσει!!! Το γεγονός ότι θα γνωρίζαμε λίγο την ρουμάνικη επαρχία, καθόλου δεν μας χάλασε, το αντίθετο μάλιστα, εκείνο όμως που πολύ μας ταλαιπώρησε ήταν τα άθλια 80 χιλιόμετρα του δρόμου έως ότου να συναντήσουμε τον αυτοκινητόδρομο που ενώνει το Βουκουρέστι με το Πιτέστι.
Φτάνοντας στο Πιτέστι βγήκαμε από τον αυτοκινητόδρομο και εκεί αρχίσαμε να καταλαβαίνουμε ότι ανεβαίναμε στα βουνά, καθώς η θερμοκρασία είχε αρχίσει να πέφτει αισθητά.
Νωρίτερα είχα ανακοινώσει στους συνταξιδιώτες μου, ότι η προγραμματισμένη επίσκεψη στο μοναστήρι της Curtea de Argeş αναβάλλεται λόγω έλλειψης χρόνου, όμως κάτι μέσα μου, μου έλεγε να περάσω έξω από το μοναστήρι. Και όταν το είδα, είπα δεν μπορεί, εδώ πρέπει να μπούμε, έστω και για 15 λεπτά. Και μπήκαμε.
Ο χώρος, οι ναοί, η ιδιαίτερη αρχιτεκτονική τους, η εσωτερική διακόσμηση, οι κήποι του, ήταν που μας κέρδισαν όλους.
Πριν από την είσοδο στον χώρο του μοναστηριού, υπάρχει αυτό το κτίριο, που δεν γνώριζα τι ακριβώς είναι, έχει όμως ενδιαφέρον.

Στη συνέχεια συναντήσαμε τον καθεδρικό ναό που είναι αφιερωμένος στην Κοίμηση της Θεοτόκου.


Υπάρχει ένας συνηθισμένος μύθος που επαναλαμβάνεται στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων, που λέει ότι ο αρχιμάστορας Μανόλο αδυνατούσε να ολοκληρώσει την κατασκευή του ναού, και υπό την απειλή του θανάτου, είπε στους μαστόρους του να χτίσουν στην εκκλησία την πρώτη γυναίκα που θα περνούσε το επόμενο πρωί. Όλοι οι υπόλοιποι το είπαν στις γυναίκες τους, εκτός από τον αρχιμάστορα, ο οποίος αναγκάστηκε να την θυσιάσει, καθώς ήταν η πρώτη που πέρασε.
Μετά την ολοκλήρωση του ναού ο πρίγκιπας τον ρώτησε εάν μπορεί να χτίσει κάτι καλύτερο από αυτό και όταν του απάντησε καταφατικά, τον φυλάκισε μαζί με τους μαστόρους του στην κορυφή της εκκλησίας. Από εκεί προσπάθησαν να αποδράσουν χρησιμοποιώντας ξύλινα φτερά, όμως όλοι τους σκοτώθηκαν. Στο σημείο όπου έπεσε ο Μανόλο, ανάβλυσε μία πηγή νερού που υπάρχει έως σήμερα.


Πίσω από τον ναό αυτό, υπάρχει ακόμη ένας, διαφορετικής αρχιτεκτονικής αυτός, μέσα στον οποίο φυλάσσονται τα λείψανα της αγίας Filofteia.


Βέβαια όλοι είχαμε βγει με σορτσάκι και κοντομάνικο, εκεί όμως το κρύο ξύριζε. Οπότε όλες οι μετακινήσεις μας έγιναν με βήμα ταχύ και σύντομα γυρίσαμε στα αυτοκίνητα.


Ο τελικός προορισμός, το Corbeni δεν βρισκόταν πολύ μακριά.
Σε επικοινωνία με τον ξενοδόχο μας, όταν τον ρωτήσαμε που μπορούμε να φάμε, μας πρότεινε το Casa Lăzăroiu, το οποίο βρισκόταν 2 χλμ. πριν από τα δωμάτιά μας. Η μία οικογένεια σταμάτησε για να κλείσει τραπέζι, και οι υπόλοιποι συνεχίσαμε.
Όμως σε λίγο μας πήραν τηλέφωνο, και μας είπαν ότι η κουζίνα του εστιατορίου κλείνει στις 21.00 και η ώρα ήδη ήταν 20.30. Άρον – άρον λοιπόν, αφήσαμε τα πράγματά μας και επιστρέψαμε για φαγητό. Ο χώρος και το φαγητό ήταν εξαιρετικά. Εκτός από το εστιατόριο, υπήρχαν μικρά ενοικιαζόμενα σπιτάκια, πισίνα, μικρή τεχνητή λιμνούλα με δυνατότητα βαρκάδας, παιδική χαρά.
Φάγαμε γρήγορα ότι ήταν πιο εύκολο να μας ετοιμάσουν , γιατί οι εργαζόμενοι στην κουζίνα έπρεπε κάποτε να ξεκουραστούν κι αυτοί, και επιστρέψαμε στα δωμάτιά μας, τα οποία ήταν εξαιρετικά και πολύ λυπηθήκαμε που θα μέναμε σε αυτά μόνο για έναν ύπνο.
Ρίξαμε μια ματιά στις προβλέψεις του καιρού για την επόμενη ημέρα και δυστυχώς ήταν άσχημες. Προβλέπονταν βροχές και ισχυρές καταιγίδες, οπότε κοιμήθηκα με ένα άγχος μήπως για δεύτερη φορά δεν καταφέρω να διασχίσω την Τρανσφαγκαρασάν.
Attachments
-
555,6 KB Προβολές: 0
-
252,3 KB Προβολές: 0
-
189,4 KB Προβολές: 0
-
309,4 KB Προβολές: 0
-
416,1 KB Προβολές: 0
-
297 KB Προβολές: 0
-
344,1 KB Προβολές: 0
-
303,3 KB Προβολές: 0
-
174,1 KB Προβολές: 0
-
245,6 KB Προβολές: 0
-
245,5 KB Προβολές: 0
-
290,3 KB Προβολές: 0
Last edited by a moderator: