Mikkael Sin
Member
- Μηνύματα
- 38
- Likes
- 395
- Επόμενο Ταξίδι
- Βαλκάνια
- Ταξίδι-Όνειρο
- Νορβηγικά φιορδ
Αν θέλεις να δεις ένα "ζωντανό μουσείο" σοβιετικού ρεαλισμού (όχι στην τέχνη, στη... real life) αξίζει μια επίσκεψη στην Υπερδνειστερία! Στο Τίρασπολ μπορείς να δεις πώς ήταν οι ανατολικοευρωπαϊκές πόλεις μέχρι το 1989. Η αποσταλινοποίηση παραμένει, ο Λένιν υπάρχει παντού, όπως και οι σημαίες με τα σφυροδρέπανα, τα ηρωικά συνθήματα σε τοίχους κι επιγραφές, τα μνημεία υπέρ πεσόντων και ηρώων των διαφόρων επαναστάσεων κι "επαναστάσεων" κι όλων εκείνων των συρράξεων, εμφύλιων ή μη. Συνολικά η εικόνα είναι πολύ περίεργη και μάλλον πολύ αστεία για τα δεδομένα μας!
Δυστυχώς οι ένστολοι κλέφτες μού είχαν χαλάσει απολύτως το κέφι ενώ οδηγούσα πλέον με... 44 μάτια και 30 χλμ. την ώρα που ήταν και το όριο (ίσως με είχαν σταματήσει γι' αυτό κι εξ' αρχής, δε θυμάμαι). Το θέμα είναι οτι δεν είδα όσα ήθελα κι όσα μπορούσα να δω. Άφησα ανοιχτούς λογαριασμούς η αλήθεια είναι, κάτι που θα συνέβαινε έτσι κι αλλιώς αφού μετάνιωσα που δεν είχα προνοήσει να μείνουμε κι ένα βράδυ εκεί. Όχι οτι η πόλη λέει τίποτα, από περιέργεια και μόνο για τη νυχτερινή της ζωή και εικόνα.
Στα προάστια, πέσαμε τυχαία πάνω στο σταθμό λεωφορείων που έμοιαζε περισσότερο με εικόνα σαββατιάτικης λαϊκής αγοράς το μεσημέρι, οπότε και τα μαζεύουν! Οπωσδήποτε ο πλέον άθλιος σταθμός λεωφορείων που έχω δει ποτέ. Στη συνέχεια, ένα εντυπωσιακό μπλόκ κατοικιών σοβιετικού τύπου, στο οποίο κατεβήκαμε για μια βόλτα μπλέκοντας για λίγο με τους ντόπιους. Η εικόνα θύμιζε αντίστοιχες ελληνικές εργατικών κατοικιών, μόνο που εδώ τα κτήρια ήταν πολυώροφα και ο περιβάλλον χώρος περιποιημένος. Ήταν νωρίς το απόγευμα, κάποιοι κάθονταν στα παγκάκια, παιδάκια έπαιζαν με τα παντός είδους πατίνια τους. Η εικόνα ήταν περισσότερο "δυτικότροπη". Ρώτησα έναν συνομήλικό μου πόση ώρα δρόμος είναι ως την Οδησσό, αφού του εξήγησα οτι μένουμε στο Κισινάου. Μέσες - άκρες μου έδωσε να καταλάβω οτι θα αργήσω πολύ στα σύνορα - μάλλον περισσότερο απ' όσο είχα αργήσει για να μπω από τη Μολδαβία! Εγκαταλείψαμε το πλάνο κι η αλήθεια είναι οτι δε θα προλαβαίναμε να επιστρέψουμε στο Κισινάου το ίδιο βράδυ.
Τι ωραία χρόνια αφέλειας, αθωότητας και... θάρρους!
Στην επιστροφή για τα σύνορα, ένα μπλόκο μου έκανε νόημα να σταματήσω κι άρχισα να ψάχνω το πορτοφόλι μου για να δω τι... περίσσεψε από το προηγούμενο αντάμωμα! Ο έλεγχος ήταν τυπικός, είδαν τα χαρτιά μας και συνεχίσαμε το δρόμο μας. Στην έξοδο, τα πράγματα ήταν σαφώς πιο απλά και γρήγορα είχαμε μπει στο "επίσημο" μολδαβικό έδαφος, έχοντας... φριχτά παράπονα από τη διαιτησία (τους ηλίθιους που μας ξενέρωσαν δηλαδή) και χωρίς να έχουμε ψωνίσει ούτε ένα μπουκάλι νερό.
Το στομάχι μας είχε κολλήσει στην πλάτη αλλά η περιπέτεια δεν είχε τελειώσει ακόμα!
Είμαστε περίπου στα μισά του δρόμου για το Κισινάου, όταν το αυτοκίνητο ζητούσε επιτακτικά βενζίνη. Μπήκα σε ένα πρατήριο, φούλαρα σε πολύ χαμηλή τιμή (δε θυμάμαι πόσο ήταν) κι έκανα να φύγω. Στα πρώτα 30 μέτρα ένιωσα οτι κάτι πάει λάθος και στα 100 σταμάτησα στην άκρη αφού το όχημα "δεν πήγαινε".
Μας είχαν βάλει πετρέλαιο...
Και να 'μαστε πάλι πίσω, αφού έβαλα τη φίλη μου στο τιμόνι κι εγώ το έσπρωξα μέχρι εκεί. Κολλητά στο πρατήριο κι ένα συνεργείο αυτοκινήτων. 6-7 νοματαίοι εκεί, δε μιλούσε αγγλικά ούτε ένας! Κατάλαβαν βέβαια τι έπαιξε αλλά δεν μπορούσαμε να συνεννοηθούμε ως προς το τι έπρεπε να γίνει και πόσο θα μας κόστιζε. Το ρόλο της... διερμηνέως, ανέλαβε μια φίλη κάποιου εξ' αυτών, ο οποίος την κάλεσε στο τηλέφωνο. Στην άλλη άκρη της γραμμής, μια νεαρή με ανατολικοευρωπαϊκή προφορά, έκανε φιλότιμες προσπάθειες να καταλάβει πρωτίστως και να μου εξηγήσει δευτερευόντως οτι κάτι είχαν σκοπό να κάνουν κι αυτό το... "κάτι" θα μου κόστιζε 80€.
Κάπως έτσι, όπως το προηγούμενο Καλοκαίρι στη Σλοβενία, είδα πάλι το Fiesta σε έναν γερανό, εντός συνεργείου αυτή τη φορά και κάποιους να του αδειάζουν το ντεπόζιτο από το πετρέλαιο. Όταν είμασταν σχεδόν έτοιμοι να φύγουμε, ξεκίνησε ένα ψιλόβροχο, μια δροσούλα και έπαιρνε να νυχτώνει για τα καλά.
Δεν μπορούσαμε να κινηθούμε με περισσότερα από 50 χλμ/ώρα εξαιτίας του κακού οδοστρώματος, οι λακκούβες του οποίου είχαν γεμίσει νερό ενώ δεν υπήρχε ούτε διαγράμμιση, ούτε φωτισμός. Αρκετά περισσότερη ώρα -απ' όση θα δικαιολογούσε η απόσταση- μετά, έχουμε παρκάρει μπροστά στο ξενοδοχείο και φεύγουμε προς αναζήτηση φαγητού. Ήταν περασμένες 10 και δεν υπήρχε τίποτα ανοιχτό. Η βροχή είχε δυναμώσει και περιφερόμασταν στους σχεδόν άδειους δρόμους του Κισινάου. Ένα μίνι μάρκετ σε μια υπόγεια διάβαση που φιλοξενούσε αρκετές "παράξενες φάτσες" έδωσε μια κάποια λύση.
Λίγη ώρα μετά καθόμασταν ψιλοαπογοητευμένοι και χαζεύαμε από τα μεγάλα παράθυρα του θλιβερού δωματίου, τη μεγάλη λεωφόρο που εκτείνονταν μπροστά, μασουλώντας γαριδάκια, μπισκότα και κρουασάν. Tragic απ' λεν και στο χωριό μας! Στο μεταξύ, το βάρος της κούρασης ήταν μεγάλο αλλά η ιδέα και μόνο οτι θα κοιμόμασταν εκεί μέσα ήταν κάτι χειρότερο. Ξάπλωσα και σκεφτόμουν πώς θα ταξιδέψω την επομένη άυπνος, χωρίς να γνωρίζω με μεγάλη ακρίβεια τον επόμενο προορισμό παρά μόνο οτι είχα τρελαθεί να δω θάλασσα.
Κοιμήθηκα αμέσως.
Δυστυχώς οι ένστολοι κλέφτες μού είχαν χαλάσει απολύτως το κέφι ενώ οδηγούσα πλέον με... 44 μάτια και 30 χλμ. την ώρα που ήταν και το όριο (ίσως με είχαν σταματήσει γι' αυτό κι εξ' αρχής, δε θυμάμαι). Το θέμα είναι οτι δεν είδα όσα ήθελα κι όσα μπορούσα να δω. Άφησα ανοιχτούς λογαριασμούς η αλήθεια είναι, κάτι που θα συνέβαινε έτσι κι αλλιώς αφού μετάνιωσα που δεν είχα προνοήσει να μείνουμε κι ένα βράδυ εκεί. Όχι οτι η πόλη λέει τίποτα, από περιέργεια και μόνο για τη νυχτερινή της ζωή και εικόνα.
Στα προάστια, πέσαμε τυχαία πάνω στο σταθμό λεωφορείων που έμοιαζε περισσότερο με εικόνα σαββατιάτικης λαϊκής αγοράς το μεσημέρι, οπότε και τα μαζεύουν! Οπωσδήποτε ο πλέον άθλιος σταθμός λεωφορείων που έχω δει ποτέ. Στη συνέχεια, ένα εντυπωσιακό μπλόκ κατοικιών σοβιετικού τύπου, στο οποίο κατεβήκαμε για μια βόλτα μπλέκοντας για λίγο με τους ντόπιους. Η εικόνα θύμιζε αντίστοιχες ελληνικές εργατικών κατοικιών, μόνο που εδώ τα κτήρια ήταν πολυώροφα και ο περιβάλλον χώρος περιποιημένος. Ήταν νωρίς το απόγευμα, κάποιοι κάθονταν στα παγκάκια, παιδάκια έπαιζαν με τα παντός είδους πατίνια τους. Η εικόνα ήταν περισσότερο "δυτικότροπη". Ρώτησα έναν συνομήλικό μου πόση ώρα δρόμος είναι ως την Οδησσό, αφού του εξήγησα οτι μένουμε στο Κισινάου. Μέσες - άκρες μου έδωσε να καταλάβω οτι θα αργήσω πολύ στα σύνορα - μάλλον περισσότερο απ' όσο είχα αργήσει για να μπω από τη Μολδαβία! Εγκαταλείψαμε το πλάνο κι η αλήθεια είναι οτι δε θα προλαβαίναμε να επιστρέψουμε στο Κισινάου το ίδιο βράδυ.
Τι ωραία χρόνια αφέλειας, αθωότητας και... θάρρους!
Στην επιστροφή για τα σύνορα, ένα μπλόκο μου έκανε νόημα να σταματήσω κι άρχισα να ψάχνω το πορτοφόλι μου για να δω τι... περίσσεψε από το προηγούμενο αντάμωμα! Ο έλεγχος ήταν τυπικός, είδαν τα χαρτιά μας και συνεχίσαμε το δρόμο μας. Στην έξοδο, τα πράγματα ήταν σαφώς πιο απλά και γρήγορα είχαμε μπει στο "επίσημο" μολδαβικό έδαφος, έχοντας... φριχτά παράπονα από τη διαιτησία (τους ηλίθιους που μας ξενέρωσαν δηλαδή) και χωρίς να έχουμε ψωνίσει ούτε ένα μπουκάλι νερό.
Το στομάχι μας είχε κολλήσει στην πλάτη αλλά η περιπέτεια δεν είχε τελειώσει ακόμα!
Είμαστε περίπου στα μισά του δρόμου για το Κισινάου, όταν το αυτοκίνητο ζητούσε επιτακτικά βενζίνη. Μπήκα σε ένα πρατήριο, φούλαρα σε πολύ χαμηλή τιμή (δε θυμάμαι πόσο ήταν) κι έκανα να φύγω. Στα πρώτα 30 μέτρα ένιωσα οτι κάτι πάει λάθος και στα 100 σταμάτησα στην άκρη αφού το όχημα "δεν πήγαινε".
Μας είχαν βάλει πετρέλαιο...
Και να 'μαστε πάλι πίσω, αφού έβαλα τη φίλη μου στο τιμόνι κι εγώ το έσπρωξα μέχρι εκεί. Κολλητά στο πρατήριο κι ένα συνεργείο αυτοκινήτων. 6-7 νοματαίοι εκεί, δε μιλούσε αγγλικά ούτε ένας! Κατάλαβαν βέβαια τι έπαιξε αλλά δεν μπορούσαμε να συνεννοηθούμε ως προς το τι έπρεπε να γίνει και πόσο θα μας κόστιζε. Το ρόλο της... διερμηνέως, ανέλαβε μια φίλη κάποιου εξ' αυτών, ο οποίος την κάλεσε στο τηλέφωνο. Στην άλλη άκρη της γραμμής, μια νεαρή με ανατολικοευρωπαϊκή προφορά, έκανε φιλότιμες προσπάθειες να καταλάβει πρωτίστως και να μου εξηγήσει δευτερευόντως οτι κάτι είχαν σκοπό να κάνουν κι αυτό το... "κάτι" θα μου κόστιζε 80€.
Κάπως έτσι, όπως το προηγούμενο Καλοκαίρι στη Σλοβενία, είδα πάλι το Fiesta σε έναν γερανό, εντός συνεργείου αυτή τη φορά και κάποιους να του αδειάζουν το ντεπόζιτο από το πετρέλαιο. Όταν είμασταν σχεδόν έτοιμοι να φύγουμε, ξεκίνησε ένα ψιλόβροχο, μια δροσούλα και έπαιρνε να νυχτώνει για τα καλά.
Δεν μπορούσαμε να κινηθούμε με περισσότερα από 50 χλμ/ώρα εξαιτίας του κακού οδοστρώματος, οι λακκούβες του οποίου είχαν γεμίσει νερό ενώ δεν υπήρχε ούτε διαγράμμιση, ούτε φωτισμός. Αρκετά περισσότερη ώρα -απ' όση θα δικαιολογούσε η απόσταση- μετά, έχουμε παρκάρει μπροστά στο ξενοδοχείο και φεύγουμε προς αναζήτηση φαγητού. Ήταν περασμένες 10 και δεν υπήρχε τίποτα ανοιχτό. Η βροχή είχε δυναμώσει και περιφερόμασταν στους σχεδόν άδειους δρόμους του Κισινάου. Ένα μίνι μάρκετ σε μια υπόγεια διάβαση που φιλοξενούσε αρκετές "παράξενες φάτσες" έδωσε μια κάποια λύση.
Λίγη ώρα μετά καθόμασταν ψιλοαπογοητευμένοι και χαζεύαμε από τα μεγάλα παράθυρα του θλιβερού δωματίου, τη μεγάλη λεωφόρο που εκτείνονταν μπροστά, μασουλώντας γαριδάκια, μπισκότα και κρουασάν. Tragic απ' λεν και στο χωριό μας! Στο μεταξύ, το βάρος της κούρασης ήταν μεγάλο αλλά η ιδέα και μόνο οτι θα κοιμόμασταν εκεί μέσα ήταν κάτι χειρότερο. Ξάπλωσα και σκεφτόμουν πώς θα ταξιδέψω την επομένη άυπνος, χωρίς να γνωρίζω με μεγάλη ακρίβεια τον επόμενο προορισμό παρά μόνο οτι είχα τρελαθεί να δω θάλασσα.
Κοιμήθηκα αμέσως.