maria_va
Member
- Μηνύματα
- 76
- Likes
- 511
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Ταξίδι - Πρώτη μέρα
- Δεύτερη μέρα - Βεδάδο και πρώτη γεύση παλιάς Αβάνας
- Τρίτη μέρα | - Σάντα Κλάρα
- Τρίτη μέρα || - Σιενφουέγος
- Τέταρτη μέρα - Σιενφουέγος και άφιξη στο Τρινιδάδ
- Τέταρτη μέρα || - Τρινιδάδ
- Πέμπτη μέρα - Τρινιδάδ, Κοιλάδα των σκλάβων
- Νύχτα στο Τρινιδάδ - Επιστροφή στην Αβάνα
- Έβδομη μέρα - Αβάνα
- Όγδοη μέρα - Βινιάλες
- Ένατη μέρα - Hotel Nacional de Cuba
- Ένατη Μέρα - Τελευταία περιήγηση στην Αβάνα
- Μέρα αναχώρησης
- Επίλογος
Μέρα αναχώρησης
Ξυπνάμε το πρωί με πεσμένη διάθεση, κοινώς μας κλαίνε οι ρέγγες, αλλά έρχεται η Lolly για το τελευταίο πρωινό και λέμε να μην είμαστε σαν Μεγάλες Παρασκευές.. Την τελευταία μέρα ξεπέρασε και αυτή τον εαυτό της στις νοστιμιές που μας έφτιαξε. Της αφήνουμε όσες προμήθειες σε ξηρά τροφή μας έχουν μείνει -μας είχαν φοβίσει ότι δεν θα βρούμε τίποτα να φάμε και είχαμε πάρει τα απαραίτητα για τη ζωή...μερέντα, σοκολάτες, μπισκότα, άντε και ξηρούς καρπούς
- μαζί με κάτι φακελάκια μέντα για αφέψημα που την είχαμε κεράσει και της άρεσε. Χάρηκε, μας είπε ότι η εγγονή της θα ευχαριστηθεί πολύ. Φιλιόμαστε, αγκαλιαζόμαστε και μας αφήνει με την ευχή να μπορέσουμε να ξαναβρεθούμε κάποια στιγμή στην Κούβα.
Η πτήση μας είναι στις 14.30 και έχουμε κανονίσει το ταξί που θα μας πάει αεροδρόμιο κατά τις 12. Λέμε λοιπόν να πάμε σε ένα εμπορικό κέντρο που βρίσκεται εκεί κοντά για να κάνουμε τον τουρισμό του σούπερ μάρκετ και να βρούμε κουβανέζικο καφέ να πάρουμε μαζί μας. Είχαμε δει τα μαγαζιά με τα άδεια ράφια αλλά λέγαμε ότι ίσως στο εμπορικό έχουν περισσότερα προϊόντα. Φτάνουμε, είναι πράγματι ένα τριώροφο όπου υπάρχουν τα πάντα, από τρόφιμα μέχρι ηλεκτρικά είδη, αλλά αυστηρά κατηγοριοποιημένα, δηλαδή ένα μαγαζί με κρεατικά, ένα με απορρυπαντικά κ.ο.κ και σε όλα οι Κουβανοί στήνονται σε ουρές. Οι πάνες για παράδειγμα δίνονται σε ξεχωριστό μαγαζί και η ουρά είναι απίστευτη γιατί παίρνουν ένα ή δύο τεμάχια ο καθένας. Σκεφτόμουν την αδερφή μου που στοκάρει τις πάνες από το διαδίκτυο να στήνεται σε αυτή την ουρά και δεν το πίστευα. Στο μαγαζί με τα μπισκότα δεν σε αφήνουν να μπεις με την τσάντα, μόνο με το πορτοφόλι, και υπάρχει προσωπικό ασφαλείας που ελέγχει για κλοπές. Είδος πολυτελείας το μπισκότο στην Κούβα! Νομίζω ότι αν πετάξουν έναν Κουβανό που έχει ζήσει μόνο αυτή την κατάσταση σε ένα σουπερμάρκετ σαν τις δικές μας υπεραγορές θα πάθει κρίση πανικού από τις πολλές επιλογές..
Καφέ δεν βρίσκουμε και γυρίζουμε στο σπίτι με άδεια χέρια και βαριά καρδιά..Εκεί εγώ χαζεύω τα βιβλία που έχουν αφήσει προηγούμενοι επισκέπτες μήπως βρω κάτι ενδιαφέρον στα αγγλικά. Επιλέγω ένα που μου φαίνεται φαντασίας "The Last Days of Night" by Graham Moore και το ξεφυλλίζω. Τελικά είναι ιστορικό μυθιστόρημα που πραγματεύεται τη διαμάχη ανάμεσα στον Τέσλα και τον Έντισον για το εναλλασσόμενο και το συνεχές ηλεκτρικό ρεύμα. Δεν νομίζω να είναι βιβλίο που πολλοί θα έβρισκαν ενδιαφέρον αλλά για μένα είναι μπαμ. Λέω δεν γίνεται το κάρμα μου μιλάει και μου μπαίνει η ιδέα να το πάρω μαζί μου σαν σουβενίρ. Τελικά επικρατεί η λογική και η αίσθηση ότι παραείναι γυφτιά κάτι τέτοιο και το αφήνω στη θέση του. Λίγες μέρες μετά, στην Ελλάδα πια, είμαι σε ένα βιβλιοπωλείο και καθώς περιμένω στην ουρά για το ταμείο, βλέπω στον πάγκο εκεί δίπλα το ίδιο βιβλίο που πολύ πρόσφατα μεταφράστηκε στα ελληνικά! Τρελό; Ε δεν πάμε κόντρα στο κάρμα, το τσιμπάω αυτόματα...
Λίγο πριν έρθει το ταξί, έρχεται η ιδιοκτήτρια για να μας ξεπροβοδίσει. Τελειώνουμε τα διαδικαστικά και της αφήνουμε τη σακουλίτσα με τα φάρμακα που έχουμε μαζί μας. Η Μ. είχε κάνει καλή οργάνωση, νομίζω ότι μόνο κάτι για τις αιμορροΐδες δεν είχαμε μαζί μας, και αστράφτει το πρόσωπο της. Σίγουρα ήταν πολύ καλοδεχούμενα. Άλλη πικρή ιστορία τα φαρμακεία στην Κούβα. Απίστευτα άδεια τα ράφια σε όσα είδαμε. Δηλαδή οι ηλικιωμένοι στην Κούβα δεν έχουν από μια σακουλίτσα φάρμακα όπως οι δικοί μας;
Τελικά φτάνει η ώρα της αναχώρησης..Το ταξί είναι ένα εντελώς σύγχρονο Megane και ο ταξιτζής πολύ κυριλέ. Έτσι για να αρχίσουμε να συνειδητοποιούμε πού γυρίζουμε...Μία από τις τελευταίες μας εικόνες πάντως από τον δρόμο είναι ένα φορτηγάκι που έχει μείνει στη μέση του δρόμου και ο οδηγός επιτόπου έχει απλώσει το πουκάμισό του και έχει χωθεί κάτω από την μηχανή να δει τι θα κάνει..Άραγε για πόσα χρόνια ακόμα θα υπάρχουν τέτοιες εικόνες;
Στο αεροδρόμιο όλα ΟΚ αλλά περνάμε τους ελέγχους και μπαίνουμε στον χώρο επιβίβασης χωρίς να έχουμε αλλάξει τα cuc που μας έμειναν. Ο Γιώργος έχει πει πολλές φορές ότι δεν επιτρέπεται να βγάλεις cuc από τη χώρα, ότι κάνουν δειγματοληπτικούς ελέγχους και μπορεί να μπλέξεις αν σε πιάσουν. Εμείς μπερδευτήκαμε όσον αφορά το σημείο πέρα από το οποίο δεν πρέπει να έχουμε cuc και μας έμειναν κάποια. Καθαρή χαζομάρα όμως, πρέπει να τα έχεις αλλάξει πριν μπεις στον χώρο που συνήθως λέμε duty free. Στα μαγαζιά παίρνουν μόνο ευρώ ή δολάρια και το πιο πιθανό είναι να δώσεις ευρώ και να πάρεις ρέστα δολάρια. Στον χώρο με τα ρούμια και τα τσιγάρα όμως δέχονται κάρτα και το σύστημα δουλεύει μια χαρά. Παίρνω το τελευταίο ρούμι που δικαιούμαι, ένα Ron Legendario για δώρο, και μου το σφραγίζει σε σακούλα μόνο επειδή το ζητάω. Η Μ. παίρνει κάποιες μπύρες και ζητάει να τις σφραγίσει αλλά δεν τον πείθει με τίποτα. Δεν χρειάζεται της λέει ξανά και ξανά. Μάλλον νομίζει ότι θα τις πιούμε εκείνη την ώρα, δεν εξηγείται αλλιώς...
Έρχεται η ώρα της επιβίβασης και ευτυχώς δεν έχουμε περιπέτειες. Είμαστε πάρα πολύ στενοχωρημένες που τελείωσε αυτό το υπέροχο ταξίδι και αποχαιρετάμε την Κούβα με την ελπίδα να επιστρέψουμε κάποια στιγμή. Η επιστροφή αν και μιάμιση ώρα συντομότερη είναι βασανιστικά αργή. Βλέπω πάλι μια ωραία γαλλική ταινία, αληθινή ιστορία, με τον Ντεπαρντιέ σε ρόλο ιδιόρρυθμου δάσκαλου σκακιού που βοηθάει τον Fayim, ένα παιδάκι μετανάστη από το Μπαγκλαντές να γίνει πρωταθλητής και βλέπω τους άλλους να κοιμούνται. Σε κάποια φάση που ξυπνάει η Μ. μπαίνουμε σε πειρασμό να ανοίξουμε τις μπύρες να τις πιούμε στα κρυφά, αφού το αλκοόλ απαγορεύεται στην πτήση, αλλά τελικά δεν ρισκάρουμε την ξεφτίλα. Αυτές οι μπύρες πήγαν υπερ πίστεως τελικά, αφού προφανώς στη Μόσχα πέσαμε σε μια αγέλαστη Ρωσίδα που μας τις πέταξε με ένα τόσο αυστηρό ύφος, λες και κάναμε έγκλημα. Μόνο που δεν μας έφτυσε. Μεγάλο ξενέρωμα η πρώτη επαφή με την Δύση...Τουλάχιστον μέσα στην φασαρία δεν μπάνισε τους χυμούς ανανά που είχα στην δική μου τσάντα και την γλίτωσαν...
Η Αεροφλότ είχε αλλάξει την ώρα της πτήσης Μόσχα-Αθήνα κι έτσι βρισκόμαστε πρωί πρωί στη Μόσχα με απίστευτη αναμονή μπροστά μας μέχρι το βράδυ. Απελπισμένες για καφέ καθόμαστε στο πρώτο μαγαζί που μας φαίνεται συμπαθητικό αλλά δεν προσέχουμε την ισοτιμία ρούβλι-ευρώ. Κι έτσι μας έρχεται η λυπητερή γύρω στα 20 ευρώ για έναν καφέ κι ένα μικρό γλυκάκι πετριά στο κεφάλι, νομίζω ότι είδαμε αστράκια...Βρίσκουμε ένα ήσυχο μέρος σε ένα terminal όπου υπάρχουν πολυθρόνες που ξαπλώνεις με θέα το διάδρομο απογείωσης και περνάμε το jet lag εκεί. Έρχεται το βράδυ κι αισθανόμαστε όπως ο Tom Hanks στην ταινία Terminal..Τελειώνουν όμως τα βάσανά μας κι έρχεται η ώρα της πτήσης για Αθήνα..Ευτυχώς είναι άδειο το αεροπλάνο και απλωνόμαστε και κατά τη μία τη νύχτα επιτέλους φτάνουμε. Έχουν έρθει οι γονείς μου να με παραλάβουν γιατί την επομένη και καλά δουλεύω -τον κόσμο προφανώς- και πρέπει το πρωί να φύγω για Πάτρα. Η καλή η μανούλα που ξέρει το παιδί της περισσότερο από τον οποιοδήποτε με περιμένει με ένα κουτί με τρίγωνα Πανοράματος
Κι έτσι ολοκληρώνεται αυτό το ταξίδι-εμπειρία που μας γέμισε εικόνες και σκέψεις και θα το αναπολούμε με νοσταλγία για χρόνια. Ένα όνειρο πραγματοποιήθηκε με τον καλύτερο τρόπο...
Ξυπνάμε το πρωί με πεσμένη διάθεση, κοινώς μας κλαίνε οι ρέγγες, αλλά έρχεται η Lolly για το τελευταίο πρωινό και λέμε να μην είμαστε σαν Μεγάλες Παρασκευές.. Την τελευταία μέρα ξεπέρασε και αυτή τον εαυτό της στις νοστιμιές που μας έφτιαξε. Της αφήνουμε όσες προμήθειες σε ξηρά τροφή μας έχουν μείνει -μας είχαν φοβίσει ότι δεν θα βρούμε τίποτα να φάμε και είχαμε πάρει τα απαραίτητα για τη ζωή...μερέντα, σοκολάτες, μπισκότα, άντε και ξηρούς καρπούς

Η πτήση μας είναι στις 14.30 και έχουμε κανονίσει το ταξί που θα μας πάει αεροδρόμιο κατά τις 12. Λέμε λοιπόν να πάμε σε ένα εμπορικό κέντρο που βρίσκεται εκεί κοντά για να κάνουμε τον τουρισμό του σούπερ μάρκετ και να βρούμε κουβανέζικο καφέ να πάρουμε μαζί μας. Είχαμε δει τα μαγαζιά με τα άδεια ράφια αλλά λέγαμε ότι ίσως στο εμπορικό έχουν περισσότερα προϊόντα. Φτάνουμε, είναι πράγματι ένα τριώροφο όπου υπάρχουν τα πάντα, από τρόφιμα μέχρι ηλεκτρικά είδη, αλλά αυστηρά κατηγοριοποιημένα, δηλαδή ένα μαγαζί με κρεατικά, ένα με απορρυπαντικά κ.ο.κ και σε όλα οι Κουβανοί στήνονται σε ουρές. Οι πάνες για παράδειγμα δίνονται σε ξεχωριστό μαγαζί και η ουρά είναι απίστευτη γιατί παίρνουν ένα ή δύο τεμάχια ο καθένας. Σκεφτόμουν την αδερφή μου που στοκάρει τις πάνες από το διαδίκτυο να στήνεται σε αυτή την ουρά και δεν το πίστευα. Στο μαγαζί με τα μπισκότα δεν σε αφήνουν να μπεις με την τσάντα, μόνο με το πορτοφόλι, και υπάρχει προσωπικό ασφαλείας που ελέγχει για κλοπές. Είδος πολυτελείας το μπισκότο στην Κούβα! Νομίζω ότι αν πετάξουν έναν Κουβανό που έχει ζήσει μόνο αυτή την κατάσταση σε ένα σουπερμάρκετ σαν τις δικές μας υπεραγορές θα πάθει κρίση πανικού από τις πολλές επιλογές..
Καφέ δεν βρίσκουμε και γυρίζουμε στο σπίτι με άδεια χέρια και βαριά καρδιά..Εκεί εγώ χαζεύω τα βιβλία που έχουν αφήσει προηγούμενοι επισκέπτες μήπως βρω κάτι ενδιαφέρον στα αγγλικά. Επιλέγω ένα που μου φαίνεται φαντασίας "The Last Days of Night" by Graham Moore και το ξεφυλλίζω. Τελικά είναι ιστορικό μυθιστόρημα που πραγματεύεται τη διαμάχη ανάμεσα στον Τέσλα και τον Έντισον για το εναλλασσόμενο και το συνεχές ηλεκτρικό ρεύμα. Δεν νομίζω να είναι βιβλίο που πολλοί θα έβρισκαν ενδιαφέρον αλλά για μένα είναι μπαμ. Λέω δεν γίνεται το κάρμα μου μιλάει και μου μπαίνει η ιδέα να το πάρω μαζί μου σαν σουβενίρ. Τελικά επικρατεί η λογική και η αίσθηση ότι παραείναι γυφτιά κάτι τέτοιο και το αφήνω στη θέση του. Λίγες μέρες μετά, στην Ελλάδα πια, είμαι σε ένα βιβλιοπωλείο και καθώς περιμένω στην ουρά για το ταμείο, βλέπω στον πάγκο εκεί δίπλα το ίδιο βιβλίο που πολύ πρόσφατα μεταφράστηκε στα ελληνικά! Τρελό; Ε δεν πάμε κόντρα στο κάρμα, το τσιμπάω αυτόματα...
Λίγο πριν έρθει το ταξί, έρχεται η ιδιοκτήτρια για να μας ξεπροβοδίσει. Τελειώνουμε τα διαδικαστικά και της αφήνουμε τη σακουλίτσα με τα φάρμακα που έχουμε μαζί μας. Η Μ. είχε κάνει καλή οργάνωση, νομίζω ότι μόνο κάτι για τις αιμορροΐδες δεν είχαμε μαζί μας, και αστράφτει το πρόσωπο της. Σίγουρα ήταν πολύ καλοδεχούμενα. Άλλη πικρή ιστορία τα φαρμακεία στην Κούβα. Απίστευτα άδεια τα ράφια σε όσα είδαμε. Δηλαδή οι ηλικιωμένοι στην Κούβα δεν έχουν από μια σακουλίτσα φάρμακα όπως οι δικοί μας;
Τελικά φτάνει η ώρα της αναχώρησης..Το ταξί είναι ένα εντελώς σύγχρονο Megane και ο ταξιτζής πολύ κυριλέ. Έτσι για να αρχίσουμε να συνειδητοποιούμε πού γυρίζουμε...Μία από τις τελευταίες μας εικόνες πάντως από τον δρόμο είναι ένα φορτηγάκι που έχει μείνει στη μέση του δρόμου και ο οδηγός επιτόπου έχει απλώσει το πουκάμισό του και έχει χωθεί κάτω από την μηχανή να δει τι θα κάνει..Άραγε για πόσα χρόνια ακόμα θα υπάρχουν τέτοιες εικόνες;
Στο αεροδρόμιο όλα ΟΚ αλλά περνάμε τους ελέγχους και μπαίνουμε στον χώρο επιβίβασης χωρίς να έχουμε αλλάξει τα cuc που μας έμειναν. Ο Γιώργος έχει πει πολλές φορές ότι δεν επιτρέπεται να βγάλεις cuc από τη χώρα, ότι κάνουν δειγματοληπτικούς ελέγχους και μπορεί να μπλέξεις αν σε πιάσουν. Εμείς μπερδευτήκαμε όσον αφορά το σημείο πέρα από το οποίο δεν πρέπει να έχουμε cuc και μας έμειναν κάποια. Καθαρή χαζομάρα όμως, πρέπει να τα έχεις αλλάξει πριν μπεις στον χώρο που συνήθως λέμε duty free. Στα μαγαζιά παίρνουν μόνο ευρώ ή δολάρια και το πιο πιθανό είναι να δώσεις ευρώ και να πάρεις ρέστα δολάρια. Στον χώρο με τα ρούμια και τα τσιγάρα όμως δέχονται κάρτα και το σύστημα δουλεύει μια χαρά. Παίρνω το τελευταίο ρούμι που δικαιούμαι, ένα Ron Legendario για δώρο, και μου το σφραγίζει σε σακούλα μόνο επειδή το ζητάω. Η Μ. παίρνει κάποιες μπύρες και ζητάει να τις σφραγίσει αλλά δεν τον πείθει με τίποτα. Δεν χρειάζεται της λέει ξανά και ξανά. Μάλλον νομίζει ότι θα τις πιούμε εκείνη την ώρα, δεν εξηγείται αλλιώς...
Έρχεται η ώρα της επιβίβασης και ευτυχώς δεν έχουμε περιπέτειες. Είμαστε πάρα πολύ στενοχωρημένες που τελείωσε αυτό το υπέροχο ταξίδι και αποχαιρετάμε την Κούβα με την ελπίδα να επιστρέψουμε κάποια στιγμή. Η επιστροφή αν και μιάμιση ώρα συντομότερη είναι βασανιστικά αργή. Βλέπω πάλι μια ωραία γαλλική ταινία, αληθινή ιστορία, με τον Ντεπαρντιέ σε ρόλο ιδιόρρυθμου δάσκαλου σκακιού που βοηθάει τον Fayim, ένα παιδάκι μετανάστη από το Μπαγκλαντές να γίνει πρωταθλητής και βλέπω τους άλλους να κοιμούνται. Σε κάποια φάση που ξυπνάει η Μ. μπαίνουμε σε πειρασμό να ανοίξουμε τις μπύρες να τις πιούμε στα κρυφά, αφού το αλκοόλ απαγορεύεται στην πτήση, αλλά τελικά δεν ρισκάρουμε την ξεφτίλα. Αυτές οι μπύρες πήγαν υπερ πίστεως τελικά, αφού προφανώς στη Μόσχα πέσαμε σε μια αγέλαστη Ρωσίδα που μας τις πέταξε με ένα τόσο αυστηρό ύφος, λες και κάναμε έγκλημα. Μόνο που δεν μας έφτυσε. Μεγάλο ξενέρωμα η πρώτη επαφή με την Δύση...Τουλάχιστον μέσα στην φασαρία δεν μπάνισε τους χυμούς ανανά που είχα στην δική μου τσάντα και την γλίτωσαν...
Η Αεροφλότ είχε αλλάξει την ώρα της πτήσης Μόσχα-Αθήνα κι έτσι βρισκόμαστε πρωί πρωί στη Μόσχα με απίστευτη αναμονή μπροστά μας μέχρι το βράδυ. Απελπισμένες για καφέ καθόμαστε στο πρώτο μαγαζί που μας φαίνεται συμπαθητικό αλλά δεν προσέχουμε την ισοτιμία ρούβλι-ευρώ. Κι έτσι μας έρχεται η λυπητερή γύρω στα 20 ευρώ για έναν καφέ κι ένα μικρό γλυκάκι πετριά στο κεφάλι, νομίζω ότι είδαμε αστράκια...Βρίσκουμε ένα ήσυχο μέρος σε ένα terminal όπου υπάρχουν πολυθρόνες που ξαπλώνεις με θέα το διάδρομο απογείωσης και περνάμε το jet lag εκεί. Έρχεται το βράδυ κι αισθανόμαστε όπως ο Tom Hanks στην ταινία Terminal..Τελειώνουν όμως τα βάσανά μας κι έρχεται η ώρα της πτήσης για Αθήνα..Ευτυχώς είναι άδειο το αεροπλάνο και απλωνόμαστε και κατά τη μία τη νύχτα επιτέλους φτάνουμε. Έχουν έρθει οι γονείς μου να με παραλάβουν γιατί την επομένη και καλά δουλεύω -τον κόσμο προφανώς- και πρέπει το πρωί να φύγω για Πάτρα. Η καλή η μανούλα που ξέρει το παιδί της περισσότερο από τον οποιοδήποτε με περιμένει με ένα κουτί με τρίγωνα Πανοράματος