Fanie
Member
10 Ιουνίου
Η σημερινή ημέρα θα ήταν ολόκληρη αφιερωμένη στην εξερεύνηση της χερσονήσου Snaefellsnes. Θα ξεκινούσαμε νωρίς από το Borgarnes και θα καταλήγαμε στο Hellnar.
Πήραμε το πρωινό μας
Με θέα τα βουνά
Και μετά μπήκαμε στο αυτοκινητάκι μας και ξεκινήσαμε.
Η πρώτη μας στάση ήταν ο μικρός καταρράκτης Langárfoss, με χαρακτηριστικό του μια σκάλα που είχαν χτίσει, όπως διάβασα, για να διευκολύνει το ψάρεμα.
Δεν μείναμε πολύ εκεί γιατί ανυπομονούσαμε να μπούμε επιτέλους στην Snaefellsnes κι έτσι αφήσαμε γρήγορα πίσω μας τον μικροσκοπικό καταρράκτη.
Στον δρόμο είδαμε από μακριά και τους Gerðuberg cliffs, μια εντυπωσιακή σειρά πανύψηλων βασαλτικών στηλών (12-14 μέτρα ύψος). Υπήρχε ένα μικρό parking που μπορούσε κανείς να αφήσει το αυτοκίνητό του και να πάει με τα πόδια έως αυτούς, αλλά μας φάνηκε μεγάλη η διαδρομή και δεν την κάναμε. Μπορεί να υπήρχε κάποιος άλλος δρόμος που να πήγαινε πιο κοντά τους, αλλά δεν τον μάθαμε ποτέ. Ίσως την επόμενη φορά...
Η επόμενη στάση μας ήταν πάνω στον Vatnaleið, έναν δρόμο που άνοιξε το 2001. Σταματήσαμε σε ένα parking και καθίσαμε για λίγο να ξαποστάσουμε στα τραπεζάκια που είχαν κατασκευάσει εκεί δίπλα.
Στο βάθος φαινόταν μια λίμνη και είπαμε να πάμε να την δούμε από πιο κοντά.
Η λίμνη ήταν η Selvallavatn, μία γραφική απεραντοσύνη γαλάζιας ηρεμίας κάτω από έναν ασυννέφιαστο ουρανό.
Και εκεί κοντά της μια έκπληξη! Ένας mini Seljalandsfoss! Με ένα παππού ήδη πίσω από τα νερά του να βγάζει φωτογραφίες!
Είδαμε πως η κατάβαση προς τον άγνωστο καταρράκτη ήταν λίγο απότομη και δεν επιχειρήσαμε να μιμηθούμε τον παππού. Βγάλαμε τις φωτογραφίες μας και φύγαμε. Αργότερα μάθαμε πως ο συγκεκριμένος καταρράκτης ονομάζεται Kindafoss (καταρράκτης των προβάτων).
Συνεχίζοντας την πορείας μας προς τα βόρεια, προσπεράσαμε βουνά με λουλουδιασμένους πρόποδες
και χιονισμένες κορφές
και φτάσαμε στη φάρμα Helgafell.
Παρκάραμε στους πρόποδες του "Ιερού Βουνού", πληρώσαμε το αντίτιμο σε έναν παππούλη που δεν μιλούσε γρι Αγγλικά και αρχίσαμε να ανεβαίνουμε το βουνό.
Αδιάβαστοι, παρότι εκεί κοντά μας υπήρχε μία κατακόκκινη επεξηγηματική πινακίδα για το τι είχαμε μπροστά μας.
Αδιάβαστοι λοιπόν, μέγα λάθος.
Αλλά εμείς εκείνη την ώρα δεν το ξέραμε. Όλο χαρά και χάρη ανηφορίζαμε προς την κορυφή και φωτογραφίζαμε τη θέα γύρω μας καθώς ανεβαίναμε.
Φτάσαμε και στην κορυφή, εκεί όπου βρίσκονταν τα ερείπια ενός μοναστηριού.
Η θέα από εκεί ψηλά ήταν υπέροχη και η θάλασσα σπαρμένη με αναρίθμητα νησάκια.
Πρέπει να καθυστερήσαμε λίγο εκεί πάνω, γιατί κάποια στιγμή εμφανίστηκε ένα τσοπανόσκυλο για να μας πάει πίσω. Ενθουσιασμένοι με την αναπάντεχη παρέα ροβολήσαμε την πλαγιά χαρούμενοι,
αλλά όταν φτάσαμε ξανά στο parking και αξιωθήκαμε να διαβάσουμε την πινακίδα, τότε "γέλια-τραγούδια σώπασαν", που λέει και το τραγούδι.
Ακριβώς! Μόλις είχαμε χάσει δια παντός την ευκαιρία να κάνουμε τις τρεις ευχές μας! Τώρα τι; Πού θα βρούμε άλλο βουνό να ικανοποιήσει τους κρυφούς μας πόθους;
Πικραμένοι μπήκαμε στο αμάξι όπου μας βρήκε η πείνα, οπότε πάψαμε να είμαστε πικραμένοι και ήμασταν απλώς πεινασμένοι. Το γραφικό Stykkishólmur ήταν κοντά, οπότε κατευθυνθήκαμε προς τα εκεί.
Σε λίγα λεπτά είχαμε φτάσει.
Από το πολύχρωμο Stykkishólmur ξεκινούν τα ferry για τα νησιά Flatey και τα Westfjords. Αυτοί οι ισλανδικοί μικρόκοσμοι δεν περιλαμβάνονταν στο πρόγραμμά μας, αλλά θα τους επισκεφτούμε σίγουρα σε κάποιο επόμενο ταξίδι (ευχόμαστε). Προς το παρόν το σχέδιό μας είναι να βρούμε εστιατόριο!
Μπήκαμε στο Narfeyrarstofa, το πρώτο που βρήκαμε μπροστά μας. Ήταν μικρούλη και όμορφα διακοσμημένο. Μερικά λεπτά αφότου καθίσαμε μπήκε μέσα ένα γκρουπ από Ιάπωνες και μονομιάς γέμισαν όλα τα τραπέζια.
Φάγαμε από ένα νόστιμο ψαράκι
και χορτασμένοι γυρίσαμε στο αμαξάκι μας.
Ήθελα πολύ να πάμε να δούμε το πεδίο λάβας Berserker που η Eyrbyggja Saga το συνδέει με μια ιστορία ανεκπλήρωτης αγάπης και πεθερικής δολοπλοκίας.
Η ιστορία ξεκινά τα πολύ παλιά τα χρόνια (το 982 σύμφωνα με την Eyrbyggja Saga), όταν στην περιοχή του Hraun είχε την φάρμα του ένας Ισλανδός με το όνομα Viga-Styrr. Αυτός είχε στη δούλεψή του δύο οξύθυμους Σουηδούς που τους αποκαλούσαν berserkers. 'Ενας από τους berserkers ερωτεύτηκε την κόρη του Viga-Styrr και την ζήτησε από τον πατέρα της. Εκείνος δέχτηκε με τον όρο να του φτιάξουν έναν δρόμο που να βγαίνει στην φάρμα του αδερφού του, στο Bjarnarhofn, μέσα από το πεδίο της λάβας και ΜΕΣΑ ΣΕ ΜΙΑ ΗΜΕΡΑ. Πίστευε ότι το εγχείρημα θα ήταν ακατόρθωτο (η απόσταση που έπρεπε να καλύψουν ήταν γύρω στα 7,5 km), όμως οι δύο berserkers "σεληνιάστηκαν" και κατάφεραν να φτιάξουν τον δρόμο πριν από το ηλιοβασίλεμα. Τι να κάνει ο άμοιρος ο πεθερός για να γλιτώσει από την υπόσχεσή του; Τους σκότωσε.
Περάσαμε δίπλα από τους σχηματισμούς της λάβας, αλλά δεν καταφέραμε να βρούμε μέρος να σταματήσουμε και να δούμε τα σημεία του δρόμου που είχαν φτιάξει οι berserkers και που σώζονται ακόμα. Στις ανασκαφές που έγιναν εδώ στο τέλος του 19ου αιώνα, ανακαλύφθηκαν οι σκελετοί δύο ανδρών. Ήταν και οι δύο κανονικού ύψους, αλλά εξαιρετικά ρωμαλέοι. Να ήταν άραγε οι κακότυχοι οι Σουηδοί;
Σε τούτη τη γωνιά του κόσμου όπου, αιώνες τώρα, ο μύθος και η ιστορία περπατούν χέρι-χέρι, κάθε ερμηνεία είναι ευπρόσδεκτη.
Κατηφορίσαμε δυτικά και περάσαμε πάνω από την μεγάλη γέφυρα του φιόρδ Hraunsfjardavatn.
Σταματήσαμε για ξεκούραση και φωτογραφίες στο parking που είχαν διαμορφώσει εκεί. Ένα ζευγάρι που ήρθε μετά από εμάς εκεί, περίμεναν πότε θα φύγουμε για να πετάξουν το drone τους.
Μετά το Hraunsfjardavatn σταματήσαμε και στο διπλανό φιορδ, το φωτογενές Kolgrafarfjördur.
Εδώ βρίσκεται και μια πινακίδα με τις ιστορίες της Eyrbyggja Saga οι οποίες διαδραματίζονται στην περιοχή της χερσονήσου Snæfellsnes.
Σας παραθέτω κι ένα ενδιαφέρον απόσπασμα από την μάχη του Swordfirth όπου περιγράφεται πως ένας πολεμιστής με το όνομα Steinthor μπόρεσε να νικήσει ταυτόχρονα τρεις από τους αντιπάλους του.
Καθίσαμε σε ένα ξύλινο παγκάκι με ενσωματωμένο τραπεζάκι που το χτυπούσε από τα ξημερώματα ο ήλιος, απλώσαμε τις παλάμες μας πάνω στο ζεσταμένο ξύλο κι αφήσαμε τα μάτια μας να γεμίσουν με χρώματα. Ήταν μια από τις στιγμές που θα θέλαμε να κρατήσει για πολύ περισσότερο.
Προσπαθούσαμε να φανταστούμε φάλαινες να παίζουν στο νερό, αλλά μάλλον είχαμε έρθει σε ακατάλληλη εποχή. Μεγαλύτερη τύχη θα είχαμε τον χειμώνα γιατί τότε μαζεύονται εδώ μεγάλα κοπάδια από ρέγγες που προσελκύουν με τη σειρά τους όρκες και δελφίνια.
Μια άλλη επεξηγηματική πινακίδα μάς ενημέρωνε πως πριν από μερικά χρόνια (Δεκέμβριος 2012 και Φεβρουάριος 2013) το συγκεκριμένο φιόρδ έγινε μάρτυρας μιας μεγάλης καταστροφής με θύματα 52.000 τόνους ρέγγας. Η καταστροφή αποδόθηκε στη "χαμηλή συγκέντρωση οξυγόνου στο θαλασσινό νερό" η οποία με τη σειρά της αποδόθηκε στην παρατεταμένη καλοκαιρία και στην "υψηλή βιομάζα ρέγγας" που είχε παρατηρηθεί στο φιόρδ μια ημέρα νωρίτερα (300.000 τόνοι).
Αυτές είναι ιστορίες της κλιματικής αλλαγής που δεν φτάνουν εύκολα μέχρι τ' αυτιά μας. Φανταστείτε όμως να κάνετε την βόλτα σας στην Ισλανδική εξοχή και να δείτε ξαφνικά αυτό:
Αφήσαμε το ξύλινο παγκάκι μας αφού πρώτα βγάλαμε φωτογραφία μια παρέα από προβατίνες και τα αρνάκια τους που είχαν αποφασίσει να βγουν από τον φράχτη τους και να περιπλανηθούν παράλληλα με τον δρόμο.
Το βουνό που φαίνεται αριστερά είναι το Kirkjufell, από τα διασημότερα αξιοθέατα της Ισλανδίας εξαιτίας της συμμετρίας του και η επόμενη στάση στο ταξίδι μας.
Η διαδρομή ήταν εξαιρετικά χρωματιστή. Κρίμα που εδώ πάνω δεν έχουν τόσες πολλές διαμορφωμένες στάσεις όσες στον νότο του νησιού. Κάθε δέκα λεπτά θα σταματάγαμε!
Στο δρόμο για το Kirkjufell περάσαμε και μέσα από το μικρό χωριό Grundarfjörður.
Φτάσαμε τελικά μπροστά στο Kirkjufell.
Οι Ισλανδοί το ονόμασαν βουνό-εκκλησία γιατί τους θυμίζει καμπαναριό. Από εδώ προήλθε η έμπνευση για το σχέδιο της Hallgrímskirkja στο Reykjavik.
Απέναντι από το βουνό υπήρχε το parking όπου αφήσαμε το αμάξι και από εκεί ξεκινούσε ένας δρόμος που οδηγούσε στον καταρράκτη Kirkjufellsfoss. Το δεύτερο δημοφιλές αξιοθέατο της περιοχής.
Ο Kirkjufellsfoss έπεφτε από δύο επίπεδα σε μία πράσινη λίμνη και στην κορυφή του υπήρχε μια μικρή γέφυρα.
Ο πολυφωτογραφημένος Kirkjufellsfoss.
Η θέα προς το parking, από την γέφυρα στην κορυφή του καταρράκτη.
Με φόντο το βουνό.
Κάποια στιγμή είδαμε και μια παρέα από νεαρά παιδιά να έχουν μπει μέσα στη λιμνούλα και να μπουγελώνονται αναμεταξύ τους.
Αφήσαμε πίσω μας συμμετρικά βουνά και καταρράκτες και κινήσαμε για τις παραλίες. Ευτυχώς που η μέρα ήταν τόσο μεγάλη και τόσο καλοκαιρινή.
Η πρώτη παραλία που θα επισκεπτόμασταν θα ήταν η χρυσαφένια Skarðsvík, αλλά προηγουμένως θα κάναμε και μια στάση στο παραθαλάσσιο χωριό Ólafsvík, για να φωτογραφίσουμε την ιδιαίτερη εκκλησία του.
Ο δρόμος ανηφόριζε και είχαμε τώρα από τη μια μεριά τον ωκεανό κι από την άλλη ένα βουνό που δάκρυζε, καθώς τις πλαγιές του αυλάκωναν τρεχούμενα νερά.
Το χιονισμένο βουνό στο βάθος είναι το ηφαίστειο Snæfellsjökull που καλύπτεται από παγετώνα. Κοντά στους πρόποδές του θα διανυκτερεύαμε απόψε.
Σταματήσαμε στο parking που φαίνεται δεξιά στην παραπάνω φωτογραφία, για να χορτάσουμε την θέα και συνεχίσαμε τον δρόμο για το Ólafsvík.
Φτάνοντας παρκάραμε έξω από την ιδιαίτερη εκκλησία του και είχαμε την τύχη να δούμε και μερικές φάσεις από τον ποδοσφαιρικό αγώνα που διεξάγονταν εκείνη την ώρα στο γήπεδο κάτω από τον ναό.
Ξεκινήσαμε και πάλι και πλησιάζοντας στον προορισμό μας περάσαμε μπροστά από την ψηλότερη κεραία που είχαμε δει ποτέ στη ζωή μας! Δείτε στις φωτογραφίες πόσο μικρό φαίνεται το σπιτάκι που είναι στη βάση της!
Σύμφωνα με πληροφορίες από το διαδίκτυο είναι κεραία για μακρά ραδιοφωνικά κύματα κι έχει ύψος 412 μέτρα. Είναι δε από τις υψηλότερες κατασκευές στην δυτική Ευρώπη.
Κι όλο αυτό ισορροπεί σε μια μυτούλα! Δυστυχώς δεν μπορέσαμε να την πλησιάσουμε περισσότερο.
Μετά από αυτή την έκπληξη ήρθε η ώρα να αφήσουμε τον κεντρικό δρόμο και να οδηγήσουμε μέσα από ένα άγριο πεδίο λάβας γεμάτο πέτρινους σχηματισμούς καλυμμένους με βρύα για να δούμε τελικά από μακριά τον προορισμό μας, την παραλία Skarðsvík.
Παρκάραμε και κατεβήκαμε την ξύλινη σκάλα.
Τα παπούτσια μου βυθίζονταν ατσούμπαλα στην ξανθιά αμμουδιά της Skarðsvík. Τα ξεφορτώθηκα, σήκωσα και τα μπατζάκια του παντελονιού πάνω από το γόνατο και έτρεξα να πλατσουρίσω εκεί που έσκαγε το ωκεάνιο κύμα!
Το νερό ήταν παγωμένο, αλλά αυτό που μου έκανε πραγματικά μεγάλη εντύπωση ήταν τα σχέδια που είχαν δημιουργήσει τα φύκια επάνω στην βρεγμένη άμμο. Έμοιαζε λες και κάποιος είχε χαράξει εκεί ένα δάσος από Μπάομπαμπ!
Στην πέρα άκρη της παραλίας ένα παχύ τείχος μαύρης λάβας έφτανε μέχρι την άκρη του νερού.
Χορτασμένοι από εικόνες, φύγαμε από την ξανθιά Skarðsvík και βγήκαμε πάλι στον κεντρικό δρόμο με κατεύθυνση αυτή τη φορά την μελαχρινή Djúpalónssandur, την έτερη παραλία της διαδρομής μας.
Οδηγώντας είδαμε κι αυτό το βουνό στην παρακάτω φωτογραφία, η κορυφογραμμή του οποίου μοιάζει με ξαπλωμένη γυναίκα. Σίγουρα θα είναι καμιά γιγάντισσα που την πετύχαμε στην ώρα του ύπνου!
Προσπεράσαμε τον κρατήρα Saxhóll χωρίς να κάνουμε στάση.
Και φτάσαμε πιο κοντά στον παγετώνα.
Εκεί στρίψαμε δεξιά για να βγούμε στην μαύρη παραλία Djúpalónssandur.
Ένας ξύλινος διάδρομος οδηγούσε από το parking μέχρι ενός σημείου και έπειτα ξεκινούσε μια σύντομη κάθοδος ανάμεσα από αιχμηρούς πέτρινους σχηματισμούς έως την αρχή της παραλίας.
Το πρώτο πράγμα που αντικρίσαμε όταν φτάσαμε μέχρι κάτω ήταν οι διάσημες πέτρες με τις οποίες δοκίμαζαν την δύναμή τους οι ναυτικοί που ήταν υποψήφιοι να στελεχώσουν τον ψαράδικο στόλο της περιοχής.
Τώρα οι πέτρες είναι έξι. Σύμφωνα με την επεξηγηματική πινακίδα ήταν μονάχα τέσσερις.
Την παραλία συνθέτουν αμέτρητα μικρά, κατάμαυρα βοτσαλάκια
και την περιβάλλουν χρωματιστοί βράχοι
κι ατμοσφαιρικές λίμνες.
Εδώ βρίσκεται, ακόμα και σήμερα, ό,τι έχει απομείνει από το ναυάγιο του βρετανικού αλιευτικού Epine, που στοίχισε την ζωή σε 14 ανθρώπους την νύχτα της 13ης Μαρτίου του 1948.
Η ώρα ήταν περασμένη κι έπρεπε να φτάσουμε κάποια στιγμή και στο ξενοδοχείο. Πήρα δύο μαυρούλικα βοτσαλάκια για ενθύμιο και μπήκαμε πάλι στο αμάξι.
Το Snæfellsjökull αριστερά μας έμοιαζε φτιαγμένο από ζυμωμένη πλαστελίνη κι έτσι όπως έπεφτε σιγά-σιγά το σούρουπο, οι σκιές και τα χρώματα οργίαζαν επάνω του.
Φτάσαμε τέλος και στο Hellnar, το ψαροχώρι όπου θα περνούσαμε την προτελευταία μας νύχτα στο νησί.
Είχαμε ολοκληρώσει ήδη ένα 12ωρο στους δρόμους, αλλά εγώ ήθελα να κάνουμε και τον περίπατο από το Hellnar στο Anastrapi για τον οποίο είχα ακούσει τα καλύτερα. Όμως μέχρι να φάμε πήγε έντεκα και το φως είχε πια λιγοστέψει, οπότε συμφωνήσαμε να αφήσουμε τον περίπατο για την επόμενη φορά που θα έρθουμε πάλι έως εδώ.
Η σημερινή ημέρα θα ήταν ολόκληρη αφιερωμένη στην εξερεύνηση της χερσονήσου Snaefellsnes. Θα ξεκινούσαμε νωρίς από το Borgarnes και θα καταλήγαμε στο Hellnar.
Πήραμε το πρωινό μας

Με θέα τα βουνά

Και μετά μπήκαμε στο αυτοκινητάκι μας και ξεκινήσαμε.

Η πρώτη μας στάση ήταν ο μικρός καταρράκτης Langárfoss, με χαρακτηριστικό του μια σκάλα που είχαν χτίσει, όπως διάβασα, για να διευκολύνει το ψάρεμα.


Δεν μείναμε πολύ εκεί γιατί ανυπομονούσαμε να μπούμε επιτέλους στην Snaefellsnes κι έτσι αφήσαμε γρήγορα πίσω μας τον μικροσκοπικό καταρράκτη.
Στον δρόμο είδαμε από μακριά και τους Gerðuberg cliffs, μια εντυπωσιακή σειρά πανύψηλων βασαλτικών στηλών (12-14 μέτρα ύψος). Υπήρχε ένα μικρό parking που μπορούσε κανείς να αφήσει το αυτοκίνητό του και να πάει με τα πόδια έως αυτούς, αλλά μας φάνηκε μεγάλη η διαδρομή και δεν την κάναμε. Μπορεί να υπήρχε κάποιος άλλος δρόμος που να πήγαινε πιο κοντά τους, αλλά δεν τον μάθαμε ποτέ. Ίσως την επόμενη φορά...

Η επόμενη στάση μας ήταν πάνω στον Vatnaleið, έναν δρόμο που άνοιξε το 2001. Σταματήσαμε σε ένα parking και καθίσαμε για λίγο να ξαποστάσουμε στα τραπεζάκια που είχαν κατασκευάσει εκεί δίπλα.

Στο βάθος φαινόταν μια λίμνη και είπαμε να πάμε να την δούμε από πιο κοντά.

Η λίμνη ήταν η Selvallavatn, μία γραφική απεραντοσύνη γαλάζιας ηρεμίας κάτω από έναν ασυννέφιαστο ουρανό.

Και εκεί κοντά της μια έκπληξη! Ένας mini Seljalandsfoss! Με ένα παππού ήδη πίσω από τα νερά του να βγάζει φωτογραφίες!

Είδαμε πως η κατάβαση προς τον άγνωστο καταρράκτη ήταν λίγο απότομη και δεν επιχειρήσαμε να μιμηθούμε τον παππού. Βγάλαμε τις φωτογραφίες μας και φύγαμε. Αργότερα μάθαμε πως ο συγκεκριμένος καταρράκτης ονομάζεται Kindafoss (καταρράκτης των προβάτων).
Συνεχίζοντας την πορείας μας προς τα βόρεια, προσπεράσαμε βουνά με λουλουδιασμένους πρόποδες

και χιονισμένες κορφές

και φτάσαμε στη φάρμα Helgafell.

Παρκάραμε στους πρόποδες του "Ιερού Βουνού", πληρώσαμε το αντίτιμο σε έναν παππούλη που δεν μιλούσε γρι Αγγλικά και αρχίσαμε να ανεβαίνουμε το βουνό.
Αδιάβαστοι, παρότι εκεί κοντά μας υπήρχε μία κατακόκκινη επεξηγηματική πινακίδα για το τι είχαμε μπροστά μας.
Αδιάβαστοι λοιπόν, μέγα λάθος.
Αλλά εμείς εκείνη την ώρα δεν το ξέραμε. Όλο χαρά και χάρη ανηφορίζαμε προς την κορυφή και φωτογραφίζαμε τη θέα γύρω μας καθώς ανεβαίναμε.





Φτάσαμε και στην κορυφή, εκεί όπου βρίσκονταν τα ερείπια ενός μοναστηριού.


Η θέα από εκεί ψηλά ήταν υπέροχη και η θάλασσα σπαρμένη με αναρίθμητα νησάκια.


Πρέπει να καθυστερήσαμε λίγο εκεί πάνω, γιατί κάποια στιγμή εμφανίστηκε ένα τσοπανόσκυλο για να μας πάει πίσω. Ενθουσιασμένοι με την αναπάντεχη παρέα ροβολήσαμε την πλαγιά χαρούμενοι,

αλλά όταν φτάσαμε ξανά στο parking και αξιωθήκαμε να διαβάσουμε την πινακίδα, τότε "γέλια-τραγούδια σώπασαν", που λέει και το τραγούδι.

Ακριβώς! Μόλις είχαμε χάσει δια παντός την ευκαιρία να κάνουμε τις τρεις ευχές μας! Τώρα τι; Πού θα βρούμε άλλο βουνό να ικανοποιήσει τους κρυφούς μας πόθους;
Πικραμένοι μπήκαμε στο αμάξι όπου μας βρήκε η πείνα, οπότε πάψαμε να είμαστε πικραμένοι και ήμασταν απλώς πεινασμένοι. Το γραφικό Stykkishólmur ήταν κοντά, οπότε κατευθυνθήκαμε προς τα εκεί.
Σε λίγα λεπτά είχαμε φτάσει.
Από το πολύχρωμο Stykkishólmur ξεκινούν τα ferry για τα νησιά Flatey και τα Westfjords. Αυτοί οι ισλανδικοί μικρόκοσμοι δεν περιλαμβάνονταν στο πρόγραμμά μας, αλλά θα τους επισκεφτούμε σίγουρα σε κάποιο επόμενο ταξίδι (ευχόμαστε). Προς το παρόν το σχέδιό μας είναι να βρούμε εστιατόριο!
Μπήκαμε στο Narfeyrarstofa, το πρώτο που βρήκαμε μπροστά μας. Ήταν μικρούλη και όμορφα διακοσμημένο. Μερικά λεπτά αφότου καθίσαμε μπήκε μέσα ένα γκρουπ από Ιάπωνες και μονομιάς γέμισαν όλα τα τραπέζια.
Φάγαμε από ένα νόστιμο ψαράκι
και χορτασμένοι γυρίσαμε στο αμαξάκι μας.
Ήθελα πολύ να πάμε να δούμε το πεδίο λάβας Berserker που η Eyrbyggja Saga το συνδέει με μια ιστορία ανεκπλήρωτης αγάπης και πεθερικής δολοπλοκίας.
Η ιστορία ξεκινά τα πολύ παλιά τα χρόνια (το 982 σύμφωνα με την Eyrbyggja Saga), όταν στην περιοχή του Hraun είχε την φάρμα του ένας Ισλανδός με το όνομα Viga-Styrr. Αυτός είχε στη δούλεψή του δύο οξύθυμους Σουηδούς που τους αποκαλούσαν berserkers. 'Ενας από τους berserkers ερωτεύτηκε την κόρη του Viga-Styrr και την ζήτησε από τον πατέρα της. Εκείνος δέχτηκε με τον όρο να του φτιάξουν έναν δρόμο που να βγαίνει στην φάρμα του αδερφού του, στο Bjarnarhofn, μέσα από το πεδίο της λάβας και ΜΕΣΑ ΣΕ ΜΙΑ ΗΜΕΡΑ. Πίστευε ότι το εγχείρημα θα ήταν ακατόρθωτο (η απόσταση που έπρεπε να καλύψουν ήταν γύρω στα 7,5 km), όμως οι δύο berserkers "σεληνιάστηκαν" και κατάφεραν να φτιάξουν τον δρόμο πριν από το ηλιοβασίλεμα. Τι να κάνει ο άμοιρος ο πεθερός για να γλιτώσει από την υπόσχεσή του; Τους σκότωσε.
Περάσαμε δίπλα από τους σχηματισμούς της λάβας, αλλά δεν καταφέραμε να βρούμε μέρος να σταματήσουμε και να δούμε τα σημεία του δρόμου που είχαν φτιάξει οι berserkers και που σώζονται ακόμα. Στις ανασκαφές που έγιναν εδώ στο τέλος του 19ου αιώνα, ανακαλύφθηκαν οι σκελετοί δύο ανδρών. Ήταν και οι δύο κανονικού ύψους, αλλά εξαιρετικά ρωμαλέοι. Να ήταν άραγε οι κακότυχοι οι Σουηδοί;
Σε τούτη τη γωνιά του κόσμου όπου, αιώνες τώρα, ο μύθος και η ιστορία περπατούν χέρι-χέρι, κάθε ερμηνεία είναι ευπρόσδεκτη.
Κατηφορίσαμε δυτικά και περάσαμε πάνω από την μεγάλη γέφυρα του φιόρδ Hraunsfjardavatn.
Σταματήσαμε για ξεκούραση και φωτογραφίες στο parking που είχαν διαμορφώσει εκεί. Ένα ζευγάρι που ήρθε μετά από εμάς εκεί, περίμεναν πότε θα φύγουμε για να πετάξουν το drone τους.
Μετά το Hraunsfjardavatn σταματήσαμε και στο διπλανό φιορδ, το φωτογενές Kolgrafarfjördur.
Εδώ βρίσκεται και μια πινακίδα με τις ιστορίες της Eyrbyggja Saga οι οποίες διαδραματίζονται στην περιοχή της χερσονήσου Snæfellsnes.
Σας παραθέτω κι ένα ενδιαφέρον απόσπασμα από την μάχη του Swordfirth όπου περιγράφεται πως ένας πολεμιστής με το όνομα Steinthor μπόρεσε να νικήσει ταυτόχρονα τρεις από τους αντιπάλους του.
Καθίσαμε σε ένα ξύλινο παγκάκι με ενσωματωμένο τραπεζάκι που το χτυπούσε από τα ξημερώματα ο ήλιος, απλώσαμε τις παλάμες μας πάνω στο ζεσταμένο ξύλο κι αφήσαμε τα μάτια μας να γεμίσουν με χρώματα. Ήταν μια από τις στιγμές που θα θέλαμε να κρατήσει για πολύ περισσότερο.
Προσπαθούσαμε να φανταστούμε φάλαινες να παίζουν στο νερό, αλλά μάλλον είχαμε έρθει σε ακατάλληλη εποχή. Μεγαλύτερη τύχη θα είχαμε τον χειμώνα γιατί τότε μαζεύονται εδώ μεγάλα κοπάδια από ρέγγες που προσελκύουν με τη σειρά τους όρκες και δελφίνια.
Μια άλλη επεξηγηματική πινακίδα μάς ενημέρωνε πως πριν από μερικά χρόνια (Δεκέμβριος 2012 και Φεβρουάριος 2013) το συγκεκριμένο φιόρδ έγινε μάρτυρας μιας μεγάλης καταστροφής με θύματα 52.000 τόνους ρέγγας. Η καταστροφή αποδόθηκε στη "χαμηλή συγκέντρωση οξυγόνου στο θαλασσινό νερό" η οποία με τη σειρά της αποδόθηκε στην παρατεταμένη καλοκαιρία και στην "υψηλή βιομάζα ρέγγας" που είχε παρατηρηθεί στο φιόρδ μια ημέρα νωρίτερα (300.000 τόνοι).
Αυτές είναι ιστορίες της κλιματικής αλλαγής που δεν φτάνουν εύκολα μέχρι τ' αυτιά μας. Φανταστείτε όμως να κάνετε την βόλτα σας στην Ισλανδική εξοχή και να δείτε ξαφνικά αυτό:
Αφήσαμε το ξύλινο παγκάκι μας αφού πρώτα βγάλαμε φωτογραφία μια παρέα από προβατίνες και τα αρνάκια τους που είχαν αποφασίσει να βγουν από τον φράχτη τους και να περιπλανηθούν παράλληλα με τον δρόμο.
Το βουνό που φαίνεται αριστερά είναι το Kirkjufell, από τα διασημότερα αξιοθέατα της Ισλανδίας εξαιτίας της συμμετρίας του και η επόμενη στάση στο ταξίδι μας.
Η διαδρομή ήταν εξαιρετικά χρωματιστή. Κρίμα που εδώ πάνω δεν έχουν τόσες πολλές διαμορφωμένες στάσεις όσες στον νότο του νησιού. Κάθε δέκα λεπτά θα σταματάγαμε!
Στο δρόμο για το Kirkjufell περάσαμε και μέσα από το μικρό χωριό Grundarfjörður.
Φτάσαμε τελικά μπροστά στο Kirkjufell.
Οι Ισλανδοί το ονόμασαν βουνό-εκκλησία γιατί τους θυμίζει καμπαναριό. Από εδώ προήλθε η έμπνευση για το σχέδιο της Hallgrímskirkja στο Reykjavik.
Απέναντι από το βουνό υπήρχε το parking όπου αφήσαμε το αμάξι και από εκεί ξεκινούσε ένας δρόμος που οδηγούσε στον καταρράκτη Kirkjufellsfoss. Το δεύτερο δημοφιλές αξιοθέατο της περιοχής.
Ο Kirkjufellsfoss έπεφτε από δύο επίπεδα σε μία πράσινη λίμνη και στην κορυφή του υπήρχε μια μικρή γέφυρα.
Ο πολυφωτογραφημένος Kirkjufellsfoss.
Η θέα προς το parking, από την γέφυρα στην κορυφή του καταρράκτη.
Με φόντο το βουνό.
Κάποια στιγμή είδαμε και μια παρέα από νεαρά παιδιά να έχουν μπει μέσα στη λιμνούλα και να μπουγελώνονται αναμεταξύ τους.
Αφήσαμε πίσω μας συμμετρικά βουνά και καταρράκτες και κινήσαμε για τις παραλίες. Ευτυχώς που η μέρα ήταν τόσο μεγάλη και τόσο καλοκαιρινή.
Η πρώτη παραλία που θα επισκεπτόμασταν θα ήταν η χρυσαφένια Skarðsvík, αλλά προηγουμένως θα κάναμε και μια στάση στο παραθαλάσσιο χωριό Ólafsvík, για να φωτογραφίσουμε την ιδιαίτερη εκκλησία του.
Ο δρόμος ανηφόριζε και είχαμε τώρα από τη μια μεριά τον ωκεανό κι από την άλλη ένα βουνό που δάκρυζε, καθώς τις πλαγιές του αυλάκωναν τρεχούμενα νερά.
Το χιονισμένο βουνό στο βάθος είναι το ηφαίστειο Snæfellsjökull που καλύπτεται από παγετώνα. Κοντά στους πρόποδές του θα διανυκτερεύαμε απόψε.
Σταματήσαμε στο parking που φαίνεται δεξιά στην παραπάνω φωτογραφία, για να χορτάσουμε την θέα και συνεχίσαμε τον δρόμο για το Ólafsvík.
Φτάνοντας παρκάραμε έξω από την ιδιαίτερη εκκλησία του και είχαμε την τύχη να δούμε και μερικές φάσεις από τον ποδοσφαιρικό αγώνα που διεξάγονταν εκείνη την ώρα στο γήπεδο κάτω από τον ναό.
Ξεκινήσαμε και πάλι και πλησιάζοντας στον προορισμό μας περάσαμε μπροστά από την ψηλότερη κεραία που είχαμε δει ποτέ στη ζωή μας! Δείτε στις φωτογραφίες πόσο μικρό φαίνεται το σπιτάκι που είναι στη βάση της!
Σύμφωνα με πληροφορίες από το διαδίκτυο είναι κεραία για μακρά ραδιοφωνικά κύματα κι έχει ύψος 412 μέτρα. Είναι δε από τις υψηλότερες κατασκευές στην δυτική Ευρώπη.
Κι όλο αυτό ισορροπεί σε μια μυτούλα! Δυστυχώς δεν μπορέσαμε να την πλησιάσουμε περισσότερο.
Μετά από αυτή την έκπληξη ήρθε η ώρα να αφήσουμε τον κεντρικό δρόμο και να οδηγήσουμε μέσα από ένα άγριο πεδίο λάβας γεμάτο πέτρινους σχηματισμούς καλυμμένους με βρύα για να δούμε τελικά από μακριά τον προορισμό μας, την παραλία Skarðsvík.
Παρκάραμε και κατεβήκαμε την ξύλινη σκάλα.
Τα παπούτσια μου βυθίζονταν ατσούμπαλα στην ξανθιά αμμουδιά της Skarðsvík. Τα ξεφορτώθηκα, σήκωσα και τα μπατζάκια του παντελονιού πάνω από το γόνατο και έτρεξα να πλατσουρίσω εκεί που έσκαγε το ωκεάνιο κύμα!
Το νερό ήταν παγωμένο, αλλά αυτό που μου έκανε πραγματικά μεγάλη εντύπωση ήταν τα σχέδια που είχαν δημιουργήσει τα φύκια επάνω στην βρεγμένη άμμο. Έμοιαζε λες και κάποιος είχε χαράξει εκεί ένα δάσος από Μπάομπαμπ!
Στην πέρα άκρη της παραλίας ένα παχύ τείχος μαύρης λάβας έφτανε μέχρι την άκρη του νερού.
Χορτασμένοι από εικόνες, φύγαμε από την ξανθιά Skarðsvík και βγήκαμε πάλι στον κεντρικό δρόμο με κατεύθυνση αυτή τη φορά την μελαχρινή Djúpalónssandur, την έτερη παραλία της διαδρομής μας.
Οδηγώντας είδαμε κι αυτό το βουνό στην παρακάτω φωτογραφία, η κορυφογραμμή του οποίου μοιάζει με ξαπλωμένη γυναίκα. Σίγουρα θα είναι καμιά γιγάντισσα που την πετύχαμε στην ώρα του ύπνου!
Προσπεράσαμε τον κρατήρα Saxhóll χωρίς να κάνουμε στάση.
Και φτάσαμε πιο κοντά στον παγετώνα.
Εκεί στρίψαμε δεξιά για να βγούμε στην μαύρη παραλία Djúpalónssandur.
Ένας ξύλινος διάδρομος οδηγούσε από το parking μέχρι ενός σημείου και έπειτα ξεκινούσε μια σύντομη κάθοδος ανάμεσα από αιχμηρούς πέτρινους σχηματισμούς έως την αρχή της παραλίας.
Το πρώτο πράγμα που αντικρίσαμε όταν φτάσαμε μέχρι κάτω ήταν οι διάσημες πέτρες με τις οποίες δοκίμαζαν την δύναμή τους οι ναυτικοί που ήταν υποψήφιοι να στελεχώσουν τον ψαράδικο στόλο της περιοχής.
Τώρα οι πέτρες είναι έξι. Σύμφωνα με την επεξηγηματική πινακίδα ήταν μονάχα τέσσερις.
Την παραλία συνθέτουν αμέτρητα μικρά, κατάμαυρα βοτσαλάκια
και την περιβάλλουν χρωματιστοί βράχοι
κι ατμοσφαιρικές λίμνες.
Εδώ βρίσκεται, ακόμα και σήμερα, ό,τι έχει απομείνει από το ναυάγιο του βρετανικού αλιευτικού Epine, που στοίχισε την ζωή σε 14 ανθρώπους την νύχτα της 13ης Μαρτίου του 1948.
Η ώρα ήταν περασμένη κι έπρεπε να φτάσουμε κάποια στιγμή και στο ξενοδοχείο. Πήρα δύο μαυρούλικα βοτσαλάκια για ενθύμιο και μπήκαμε πάλι στο αμάξι.
Το Snæfellsjökull αριστερά μας έμοιαζε φτιαγμένο από ζυμωμένη πλαστελίνη κι έτσι όπως έπεφτε σιγά-σιγά το σούρουπο, οι σκιές και τα χρώματα οργίαζαν επάνω του.
Φτάσαμε τέλος και στο Hellnar, το ψαροχώρι όπου θα περνούσαμε την προτελευταία μας νύχτα στο νησί.
Είχαμε ολοκληρώσει ήδη ένα 12ωρο στους δρόμους, αλλά εγώ ήθελα να κάνουμε και τον περίπατο από το Hellnar στο Anastrapi για τον οποίο είχα ακούσει τα καλύτερα. Όμως μέχρι να φάμε πήγε έντεκα και το φως είχε πια λιγοστέψει, οπότε συμφωνήσαμε να αφήσουμε τον περίπατο για την επόμενη φορά που θα έρθουμε πάλι έως εδώ.
Last edited: