psilos3
Member
- Μηνύματα
- 6.094
- Likes
- 45.322
- Επόμενο Ταξίδι
- ?
- Ταξίδι-Όνειρο
- Peru, Japan, Iceland
Αναχώρηση & άφιξη στην πόλη του El Greco
Αεροδρόμιο Μακεδονία, 4 Φεβρουαρίου 2023, ώρα 6 το πρωί. Ούτε το ξενύχτι αποτυπωμένο στα μούτρα μου, ούτε το κρύο την ώρα εκείνη είναι ικανά να μου φρενάρουν την απίστευτα καλή διάθεση που είχα πηγαίνοντας για πρώτη φορά στη χώρα των Ίβηρων:
Ούτε βέβαια ο πονοκέφαλος του 35λεπτου Θεσσαλονίκη/Αθήνα στάθηκε ικανός μιας και συνταξίδευα μ’ ολόκληρη τάξη σχολείου που πήγαινε πενθήμερη και ευτυχώς συνέχισε με την πτήση προς Βαρκελώνη απ΄ ότι άκουσα στις συζητήσεις των καθηγητών με τον υπεύθυνο στο Βενιζέλος για όσους ταξίδευαν με μετεπιβίβαση. Εγώ είχα 2 ώρες χρόνο τον οποίο πέρασα τρώγοντας το καταπέτασμα στο lounge, μετά και την πολυπόθητη τελευταία αναβάθμιση μου ως επιβάτη:
Επιβιβαστήκαμε στο αεροσκάφος από τις πύλες που συνήθως οδηγούν στα νησιά της Ελλάδας, χωρίς φυσούνα, κάτι που μου έκανε εντύπωση. Παρόλο που η πτήση ήταν παραπάνω από 3,5 ώρες πέρασε ευχάριστα, άλλοτε με λιγοστό ύπνο, άλλοτε με διάβασμα ή περισυλλογή, πάντα όμως με δροσερό Κεφαλλονίτικό λευκό κρασί, βλέποντας ξαφνικά τις όμορφες εικόνες της Mallorca από το παράθυρο μου:
Αν κάτι μου έκανε εντύπωση από τις εικόνες που έβλεπα από αέρος τουλάχιστον, ήταν η αρκετά μεγάλη ξεραΐλα όσο το αεροσκάφος πλησίαζε το αεροδρόμιο της Πρωτεύουσας. Μπορεί να κάνω και λάθος, δε ξέρω:
Από κει και πέρα όλα κύλησαν ιδιαιτέρως γρήγορα και ομαλά, τόσο που ούτε κι εγώ το περίμενα. Η πτήση έφτασε νωρίτερα, αποβιβάστηκα απ’ τους πρώτους, προσανατολίστηκα κατευθείαν στο Terminal και βρήκα γρήγορα τον οδηγό του transfer που εν τω μεταξύ έβλεπε την πορεία της πτήσης. Σε μισή κιόλας ώρα ήμουν στον σταθμό της Plaza Elíptica, προορισμό που για να επιβεβαιώσω με τον οδηγό (κάτω των 30 ετών) έπρεπε να βάλω στο google translate για να του πω «εστασιόν ντε αουτομπούς» γιατί αλλιώς δεν!
Ξέρετε που πηγαίνει όλη αυτή η τεράστια ουρά που βλέπετε στη φωτογραφία που έβγαλα κατεβαίνοντας τις κυλιόμενες σκάλες; Σωστά μαντέψατε, ευτυχώς όμως η συχνή αναχώρηση των άδειων λεωφορείων προς το Τολέδο την έκανε να κινείται σχετικά γρήγορα.
Έτσι υπομονετικά λοιπόν κι αφού έβγαλα από το αυτόματο μηχάνημα εισιτήριο oneway κόστους 5,90€, περίμενα τη σειρά μου για να επιβιβαστώ και να ξεκινήσει η αδιάφορη κατά τα άλλα διαδρομή των 45 λεπτών μέχρι την πόλη του Τολέδο. Γι ακόμα μια φορά όλα έτρεξαν γρήγορα και πολύ σύντομα βγήκα από το σταθμό αντίκρυ από τον λόφο της πόλης ψάχνοντας αμέσως τα γυαλιά μου για ν’ αντιμετωπίσω τον λαμπερό ήλιο της:
Πως ανεβαίνουν τώρα όλο αυτό το πράγμα που δείχνει το google maps σκέφτηκα, πριν επαναφέρω στη μνήμη μου το σύστημα των κυλιόμενων σκαλών που είχα διαβάσει ότι υπάρχει και μ’ έσωσε από ένα ακόμη μεγάλο ιδροκόπημα:
Δίχως να καταλάβω πόσο εύκολα, βρισκόμουν απέναντι στην κορυφή των σκαλιών και το ένα από τα πολλά mirador της πόλης, με πανέμορφη όπως βλέπετε θέα:
Κι αν αναρωτιέστε για το όνομα του «σταθμού» των κυλιόμενων σκαλιών, μπορείτε νομίζω εύκολα να το διαβάσετε:
Δε βρισκόμουν μακριά από το ξενοδοχείο, ωστόσο είχα περπάτημα, κυρίως διαμέσου της κεντρικής οδού «Comercio» της πόλης:
Όλοι λέγανε πως το Τολέδο είναι από τα μέρη που αγαπάς σχεδόν κατευθείαν, αρκεί μόνο να περιηγηθείς σ’ αυτό, κάτι που άρχισα κι εγώ να εμπεδώνω σχεδόν αμέσως:
Φυσικά δεν απέφυγα το χάζεμα στις βιτρίνες, είτε επρόκειτο για το παραδοσιακό Jamon των Ισπανών, είτε για τα σπαθιά και τα τσεκούρια τους:
Η διαδρομή όσο πήγαινε επιφύλασσε και μεγαλύτερες εκπλήξεις. Όσο για κόσμο; Αρκετό όπως είναι λογικό, συνυπολογίζοντας το Μεσημέρι του Σαββάτου και τον ηλιόλουστο ανοιξιάτικο καιρό:
Βρισκόμουν κιόλας στο πιο κεντρικό σημείο, με το κτήριο του δημαρχείου από τη μία και τον καθεδρικό Santa Iglesia από την άλλη να ξεχωρίζουν σαφώς και να αποτελούν πόλο έλξης για όλους τους επισκέπτες:
Τσέκαρα γρήγορα, κατέβασα σχεδόν ένα μπουκάλι νερό, άφησα το σακίδιο που με είχε κουράσει, έκανα μια ντουζάρα να αναπτερωθώ και τέλος βούτηξα τη φωτογραφική μηχανή και ξεχύθηκα πάλι στο δρόμο:
Είχα πάρει κατεύθυνση δυτική, με πολλά φιλόδοξα σχέδια για το -μικρό- υπόλοιπο της ημέρας, που για μένα είχε ξεκινήσει 12 ώρες πριν. Τα έρημα καμιά φορά στενάκια του Τολέδο αποτελούσαν αφορμή για περπάτημα (με μεγάλη προσοχή λόγω οχημάτων) και φωτογράφιση:
Να ‘μαι και στο δεύτερο mirador (del Paseo de San Cristobal) της ημέρας, από την άλλη πλευρά της πόλης αυτή τη φορά:
Κάθομαι σ’ ένα παγκάκι και ανοίγω την πρώτη παγωμένη μετά από τόσες ώρες σε Ισπανικό έδαφος, γεγονός ανεπίτρεπτο, ακούγοντας παράλληλα μια ξεναγό δίπλα μου να ξελαρυγγιάζεται προσπαθώντας να κουμαντάρει ένα γκρουπ. Ένιωθα υπέροχα:
Το διάλειμμα όμως δε μπορούσε να κρατήσει για πολύ μιας και ο χρόνος πίεζε αφόρητα, έτσι το μόνο που έκανα ήταν να κατέβω απλά την κατηφόρα και να βρεθώ στην πόρτα του μουσείου που είχε το πρόγραμμα μου:
Δε χρειάζεται να αναλύσω πόσο σημαντικός κι επιδραστικός ζωγράφος ήταν ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος, δε το χω κιόλας, ούτε βέβαια να πω ότι αν σας φέρει ο δρόμος προς τα κει είναι απαραίτητη η επίσκεψη στο μουσείο – σπίτι του. Αυτονόητα πράγματα!
Αφήστε την τσάντα σας και περάστε κύριε, είναι δωρεάν μου αποκρίθηκε η ευγενική υπάλληλος σε Ισπανοαγγλικά. Έτσι κι αλλιώς το κόστος του εισιτηρίου ήταν 3€ βέβαια, ποσό ασήμαντο για μια τέτοια έκθεση. Ξεκίνησα την περιήγηση από το οίκημα, μεταβαίνοντας από δωμάτιο σε δωμάτιο θαυμάζοντας τους πίνακες:
Ομολογώ πως δεν ήμουν διαβασμένος για το έργο του Ελ Γκρέκο, ωστόσο η εντύπωση που μου δόθηκε ήταν πως η κύρια θεματολογία του είχε να κάνει με θρησκευτικό περιεχόμενο:
Αφιέρωσα γύρω στο μισάωρο περνώντας όλες τις αίθουσες και το κατάστημα, μέχρι να ξαναβγώ και πάλι στο δρόμο και τον λαμπερό ήλιο. Αν μου λέγαν ότι Φλεβάρη μήνα θα έβλεπα τραπεζάκια γεμάτα στον εξωτερικό χώρο δε θα το πίστευα:
Συνέχισα το δρόμο μου κατηφορίζοντας προς το μοναστήρι de San Juan de los Reyes που ήταν το επόμενο αξιοθέατο στη λίστα:
Είχα βέβαια συνέχεια που προμηνύονταν εξαιρετική.
Αεροδρόμιο Μακεδονία, 4 Φεβρουαρίου 2023, ώρα 6 το πρωί. Ούτε το ξενύχτι αποτυπωμένο στα μούτρα μου, ούτε το κρύο την ώρα εκείνη είναι ικανά να μου φρενάρουν την απίστευτα καλή διάθεση που είχα πηγαίνοντας για πρώτη φορά στη χώρα των Ίβηρων:
Ούτε βέβαια ο πονοκέφαλος του 35λεπτου Θεσσαλονίκη/Αθήνα στάθηκε ικανός μιας και συνταξίδευα μ’ ολόκληρη τάξη σχολείου που πήγαινε πενθήμερη και ευτυχώς συνέχισε με την πτήση προς Βαρκελώνη απ΄ ότι άκουσα στις συζητήσεις των καθηγητών με τον υπεύθυνο στο Βενιζέλος για όσους ταξίδευαν με μετεπιβίβαση. Εγώ είχα 2 ώρες χρόνο τον οποίο πέρασα τρώγοντας το καταπέτασμα στο lounge, μετά και την πολυπόθητη τελευταία αναβάθμιση μου ως επιβάτη:
Επιβιβαστήκαμε στο αεροσκάφος από τις πύλες που συνήθως οδηγούν στα νησιά της Ελλάδας, χωρίς φυσούνα, κάτι που μου έκανε εντύπωση. Παρόλο που η πτήση ήταν παραπάνω από 3,5 ώρες πέρασε ευχάριστα, άλλοτε με λιγοστό ύπνο, άλλοτε με διάβασμα ή περισυλλογή, πάντα όμως με δροσερό Κεφαλλονίτικό λευκό κρασί, βλέποντας ξαφνικά τις όμορφες εικόνες της Mallorca από το παράθυρο μου:
Αν κάτι μου έκανε εντύπωση από τις εικόνες που έβλεπα από αέρος τουλάχιστον, ήταν η αρκετά μεγάλη ξεραΐλα όσο το αεροσκάφος πλησίαζε το αεροδρόμιο της Πρωτεύουσας. Μπορεί να κάνω και λάθος, δε ξέρω:
Από κει και πέρα όλα κύλησαν ιδιαιτέρως γρήγορα και ομαλά, τόσο που ούτε κι εγώ το περίμενα. Η πτήση έφτασε νωρίτερα, αποβιβάστηκα απ’ τους πρώτους, προσανατολίστηκα κατευθείαν στο Terminal και βρήκα γρήγορα τον οδηγό του transfer που εν τω μεταξύ έβλεπε την πορεία της πτήσης. Σε μισή κιόλας ώρα ήμουν στον σταθμό της Plaza Elíptica, προορισμό που για να επιβεβαιώσω με τον οδηγό (κάτω των 30 ετών) έπρεπε να βάλω στο google translate για να του πω «εστασιόν ντε αουτομπούς» γιατί αλλιώς δεν!
Ξέρετε που πηγαίνει όλη αυτή η τεράστια ουρά που βλέπετε στη φωτογραφία που έβγαλα κατεβαίνοντας τις κυλιόμενες σκάλες; Σωστά μαντέψατε, ευτυχώς όμως η συχνή αναχώρηση των άδειων λεωφορείων προς το Τολέδο την έκανε να κινείται σχετικά γρήγορα.
Έτσι υπομονετικά λοιπόν κι αφού έβγαλα από το αυτόματο μηχάνημα εισιτήριο oneway κόστους 5,90€, περίμενα τη σειρά μου για να επιβιβαστώ και να ξεκινήσει η αδιάφορη κατά τα άλλα διαδρομή των 45 λεπτών μέχρι την πόλη του Τολέδο. Γι ακόμα μια φορά όλα έτρεξαν γρήγορα και πολύ σύντομα βγήκα από το σταθμό αντίκρυ από τον λόφο της πόλης ψάχνοντας αμέσως τα γυαλιά μου για ν’ αντιμετωπίσω τον λαμπερό ήλιο της:
Πως ανεβαίνουν τώρα όλο αυτό το πράγμα που δείχνει το google maps σκέφτηκα, πριν επαναφέρω στη μνήμη μου το σύστημα των κυλιόμενων σκαλών που είχα διαβάσει ότι υπάρχει και μ’ έσωσε από ένα ακόμη μεγάλο ιδροκόπημα:
Δίχως να καταλάβω πόσο εύκολα, βρισκόμουν απέναντι στην κορυφή των σκαλιών και το ένα από τα πολλά mirador της πόλης, με πανέμορφη όπως βλέπετε θέα:
Κι αν αναρωτιέστε για το όνομα του «σταθμού» των κυλιόμενων σκαλιών, μπορείτε νομίζω εύκολα να το διαβάσετε:
Δε βρισκόμουν μακριά από το ξενοδοχείο, ωστόσο είχα περπάτημα, κυρίως διαμέσου της κεντρικής οδού «Comercio» της πόλης:
Όλοι λέγανε πως το Τολέδο είναι από τα μέρη που αγαπάς σχεδόν κατευθείαν, αρκεί μόνο να περιηγηθείς σ’ αυτό, κάτι που άρχισα κι εγώ να εμπεδώνω σχεδόν αμέσως:
Φυσικά δεν απέφυγα το χάζεμα στις βιτρίνες, είτε επρόκειτο για το παραδοσιακό Jamon των Ισπανών, είτε για τα σπαθιά και τα τσεκούρια τους:
Η διαδρομή όσο πήγαινε επιφύλασσε και μεγαλύτερες εκπλήξεις. Όσο για κόσμο; Αρκετό όπως είναι λογικό, συνυπολογίζοντας το Μεσημέρι του Σαββάτου και τον ηλιόλουστο ανοιξιάτικο καιρό:
Βρισκόμουν κιόλας στο πιο κεντρικό σημείο, με το κτήριο του δημαρχείου από τη μία και τον καθεδρικό Santa Iglesia από την άλλη να ξεχωρίζουν σαφώς και να αποτελούν πόλο έλξης για όλους τους επισκέπτες:
Τσέκαρα γρήγορα, κατέβασα σχεδόν ένα μπουκάλι νερό, άφησα το σακίδιο που με είχε κουράσει, έκανα μια ντουζάρα να αναπτερωθώ και τέλος βούτηξα τη φωτογραφική μηχανή και ξεχύθηκα πάλι στο δρόμο:
Είχα πάρει κατεύθυνση δυτική, με πολλά φιλόδοξα σχέδια για το -μικρό- υπόλοιπο της ημέρας, που για μένα είχε ξεκινήσει 12 ώρες πριν. Τα έρημα καμιά φορά στενάκια του Τολέδο αποτελούσαν αφορμή για περπάτημα (με μεγάλη προσοχή λόγω οχημάτων) και φωτογράφιση:
Να ‘μαι και στο δεύτερο mirador (del Paseo de San Cristobal) της ημέρας, από την άλλη πλευρά της πόλης αυτή τη φορά:
Κάθομαι σ’ ένα παγκάκι και ανοίγω την πρώτη παγωμένη μετά από τόσες ώρες σε Ισπανικό έδαφος, γεγονός ανεπίτρεπτο, ακούγοντας παράλληλα μια ξεναγό δίπλα μου να ξελαρυγγιάζεται προσπαθώντας να κουμαντάρει ένα γκρουπ. Ένιωθα υπέροχα:
Το διάλειμμα όμως δε μπορούσε να κρατήσει για πολύ μιας και ο χρόνος πίεζε αφόρητα, έτσι το μόνο που έκανα ήταν να κατέβω απλά την κατηφόρα και να βρεθώ στην πόρτα του μουσείου που είχε το πρόγραμμα μου:
Δε χρειάζεται να αναλύσω πόσο σημαντικός κι επιδραστικός ζωγράφος ήταν ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος, δε το χω κιόλας, ούτε βέβαια να πω ότι αν σας φέρει ο δρόμος προς τα κει είναι απαραίτητη η επίσκεψη στο μουσείο – σπίτι του. Αυτονόητα πράγματα!
Αφήστε την τσάντα σας και περάστε κύριε, είναι δωρεάν μου αποκρίθηκε η ευγενική υπάλληλος σε Ισπανοαγγλικά. Έτσι κι αλλιώς το κόστος του εισιτηρίου ήταν 3€ βέβαια, ποσό ασήμαντο για μια τέτοια έκθεση. Ξεκίνησα την περιήγηση από το οίκημα, μεταβαίνοντας από δωμάτιο σε δωμάτιο θαυμάζοντας τους πίνακες:
Ομολογώ πως δεν ήμουν διαβασμένος για το έργο του Ελ Γκρέκο, ωστόσο η εντύπωση που μου δόθηκε ήταν πως η κύρια θεματολογία του είχε να κάνει με θρησκευτικό περιεχόμενο:
Αφιέρωσα γύρω στο μισάωρο περνώντας όλες τις αίθουσες και το κατάστημα, μέχρι να ξαναβγώ και πάλι στο δρόμο και τον λαμπερό ήλιο. Αν μου λέγαν ότι Φλεβάρη μήνα θα έβλεπα τραπεζάκια γεμάτα στον εξωτερικό χώρο δε θα το πίστευα:
Συνέχισα το δρόμο μου κατηφορίζοντας προς το μοναστήρι de San Juan de los Reyes που ήταν το επόμενο αξιοθέατο στη λίστα:
Είχα βέβαια συνέχεια που προμηνύονταν εξαιρετική.