Sassenach77
Member
- Μηνύματα
- 8.096
- Likes
- 24.234
- Επόμενο Ταξίδι
- Ελλάδα
- Ταξίδι-Όνειρο
- Γη του Πυρός
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- 12 Ιουλίου 2020 – Καμμένα Βούρλα και άφιξη στη Χαλκίδα
- 13 Ιουλίου 2020 – Χαλκίδα και η μετάβαση στη Λίμνη
- 14 Ιουλίου 2020 – Ροβιές, Δρυμώνας, Λουτρά Αιδηψού
- 15 Ιουλίου 2020 – Λουτρά Αιδηψού & Λιχαδονήσια
- 16 Ιουλίου 2020 – Ωρεοί, Ιστιαία, Ελληνικά, Αγία Άννα, Αχλάδι
- 17 Ιουλίου 2020 – Κερασιά, Παραλία Ελληνικών, Παπάδες, ‘κρυφό’ Σαρακήνικο
- 18 Ιουλίου 2020 – Διαδρομή: Στροφυλιά-Μαντούδι-Προκόπι-Πήλι-Σαρακήνικο-Λιμνιώνας-Πετάλη-Αγία Ειρήνη-Κούτουρλα-Κύμη
- 19 Ιουλίου 2020 – Διαδρομή: Μετόχι-Στρόπωνες-Βύθουρη-Στενή (μέσω Καθενών)-Χιλιαδού-Κύμη
- 20 Ιουλίου 2020 – Κύμη-Μονή Μεταμόρφωσης Σωτήρα-Χωνευτικό-Χηλή-Βίταλα-Θάψα-Μουρτερή
- 21 Ιουλίου 2020, Μέρος 1ο – Ποταμία, Οξύλιθος, Αγία Θέκλα, Αυλωνάρι
- 21 Ιουλίου 2020, Μέρος 2ο – Οκτωνιά, Άγιοι Απόστολοι, Ζάρακες, Δρακόσπιτα, Στύρα, Κάρυστος
- 22 Ιουλίου 2020 – Κάρυστος, Μύλοι, Πλατανιστός, Παραλία Ποτάμι, Παραλία Κάβος
- 23 Ιουλίου 2020 – Ακρωτήριο Καφηρέας ή Κάβο Ντόρο, Αγ.Δημήτριος
- 24 Ιουλίου 2020 – Νέα Στύρα, Αλιβέρι, Ερέτρια
- 25 Ιουλίου 2020 – Αρχαιολογικό Μουσείο & Αρχαιολογικός χώρος Ερέτριας, Επιστροφή
12 Ιουλίου 2020 – Καμμένα Βούρλα και άφιξη στη Χαλκίδα
Το εγερτήριο έγινε νωρίς, καθώς έπονταν φόρτωμα του Κίτσου (το αυτοκίνητο του bro) πριν την αναχώρηση. Είχαμε καταφέρει με τον συνταξιδιώτη μου (με λίγο παραπάνω δυσκολία αυτή τη φορά) να ταιριάξουμε τις άδειες μας και έτσι το πρωινό αυτό, μας βρήκε να ετοιμάζουμε τη προίκα μας στον Κίτσο για αναχώρηση! Όταν ταξιδεύουμε οδικώς με τον αγαπημένο συνταξιδιώτη μου, πάντα οδηγώ εγώ πρώτη. Μου δίνει, λοιπόν, το κλειδί, ταιριαζόμαστε και ξεκινάμε. Πρώτη στάση για καφέ στο χέρι από τη γειτονιά, καθώς η πρωινή οδήγηση γίνεται πιο απολαυστική έτσι. Μετά απο λίγη ώρα είχαμε αφήσει πίσω μας τη Θεσσαλονίκη. Όλες οι επόμενες στάσεις έγιναν σε διόδια
εκτός από μία, αυτή στα Καμμένα Βούρλα.
Καμμένα Βούρλα
Από τη δεκαετία του ’30, και μετά την ανακάλυψη των ευεργετικών επιδράσεων των ιαματικών νερών της περιοχής, τα Καμμένα Βούρλα αξιοποιήθηκαν σαν λουτρόπολη και σε αυτήν έρεαν οι μεσοαστοί της Αθήνας και της ευρύτερης περιοχής. Τις δεκαετίες ’60 και ’70 καθιερώθηκε ως "η ριβιέρα της Στερεάς" και έγινε το νούμερο ένα παραθεριστικό κέντρο. Σήμερα όλη αυτή η αίγλη έχει χαθεί και η περιοχή προσελκύει κόσμο από τις γύρω περιοχές για λουτρά ή το καθημερινό του μπάνιο, αλλά και κόσμο που θέλει να μεταβεί απέναντι στα Λιχαδονήσια.
Πάρκαρα και άφησα τον αδερφό μου να βρει που θα καθίσουμε στη παραλία. Εγώ πήρα τη φωτογραφική και έκανα μια μικρή βόλτα, καθώς στα Καμμένα Βούρλα δεν είχα πάει ποτέ. Σε αυτές τις διακοπές ήταν ευκαιρία να τα δω, αλλά και να ικανοποιηθεί ο αδερφός μου που δεν νοεί καλοκαιρινές διακοπές στην Ελλάδα χωρίς καθημερινό μπάνιο στη θάλασσα.
Η εκκλησία του Αγ.Παντελεήμονα βρίσκεται μπροστά στον κεντρικό δρόμο του οικισμού και στο πλάι της υψώνεται το βουνό Κνημίδα. Το αρχιτεκτονικό της στιλ σου δίνει την αίσθηση ότι είσαι σε νησί.
Λίγα μέτρα πιο πέρα βρισκόταν ένα κτίριο που πριν λίγες μέρες το είχα δει σε φωτογραφία και έψαχνα να βρω που είναι. Κανένας δεν είχε πει τότε ότι πρόκειται για το ξενοδοχείο ‘Ράδιον’ που έχει πρωταγωνιστήσει σε παλιές ελληνικές ταινίες και το οποίο αποτέλεσε σύμβολο της καλής κοινωνίας εκείνη την εποχή. Αυτό που αντιπροσώπευε έχει παρέλθει πλέον και την θέση του έχει πάρει ένα ‘κουφάρι’…
Έκανα μια μικρή βόλτα τριγύρω προσπαθώντας να αναβιώσω στις σκέψεις μου αυτήν την παλιά αίγλη, καθώς έφερνα εικόνες στο νου μου από τις παλιές ελληνικές ταινίες. Έβλεπα πεσμένους σοβάδες, σπασμένα παράθυρα, ρημαγμένους τοίχους και δέντρα να ξεφυτρώνουν μέσα από τα μπετά του κτιρίου (!) Για άλλη μια φορά είχα μπροστά μου τη πλήρη εγκατάλειψη…
Συνέχισα τη βόλτα μου στον οικισμό. Μου θύμισε την Ασπροβάλτα στη Θεσσαλονίκη. Λουόμενους να περπατούν με το μαγιό, αυτοκίνητα να πηγαινοέρχονται, μαγαζιά που πωλούν τα πάντα και κατά μήκος της κεντρικής οδού η παραλία. Αυτά.
Έψαξα να βρω τον αδερφό μου. Είχε στρωθεί κάτω από ένα δέντρο, είχε ανοίξει τις καρέκλες που είχαμε πάρει μαζί μας, είχε κολυμπήσει, έτρωγε και είχε την εικόνα ευτυχισμένου ανθρώπου. Μπήκα και εγώ στη θάλασσα και διαπίστωσα ότι και αυτή είναι σαν της Ασπροβάλτας, γεμάτη φύκια, θολή και ζεστή, δηλαδή χάλια.
Ρεμβάσαμε για καμιά ώρα στη σκιά, χαζεύοντας τριγύρω και σχολιάζοντας την ιστορία της περιοχής και συνεχίσαμε προς Χαλκίδα.
Χαλκίδα
Με το που φτάσαμε Χαλκίδα πήγαμε πρώτα στο ξενοδοχείο για ανασυγκρότηση. Μείναμε στο Κεντρικόν για ένα βράδυ με 39,20€ χωρίς πρωινό. Τα καταλύματα έως και την Αιδηψό ( δηλαδή τα 3 πρώτα) τα είχαμε κλείσει από πριν, ενώ τα υπόλοιπα καθ΄οδόν σαν το παλιό καλό καιρό, όταν μέναμε όπου βρούμε και αν βρούμε! Το αυτοκίνητο το αφήσαμε σε πάρκινγκ που βρίσκονταν απέναντι από το ξενοδοχείο με 10€/24ωρο γιατί δεν είχαμε σκοπό να το χρησιμοποιήσουμε μέχρι να φύγουμε την επόμενη μέρα.
Ξεκινήσαμε τη βόλτα μας παραλιακά για να δούμε τα νεοκλασικά κτίρια της πόλης, αλλά και γιατί εκεί συγκεντρώνεται η ζωή της.
Περάσαμε το δημαρχείο, το οποίο στεγάζεται στο Μέγαρο Κότσικα. Ανεβήκαμε μετά στον παράλληλο δρόμο από τον παραλιακό για να δούμε και την άλλη πλευρά του κτιρίου
Συνεχίσαμε σε αυτόν τον δρόμο για να συναντήσουμε τον ναό του Αγ.Νικολάου. Μπροστά από αυτόν είχε και ένα μικρό παρκάκι
Περπατήσαμε στο κεντρικό πεζόδρομο της πόλης, ο οποίος εκείνη την ώρα ήταν έρημος
Βγήκαμε ξανά στη παραλιακή και χαζεύαμε τους λουόμενους. Μου έκανε εντύπωση που κάνουν μπάνιο μέσα στη πόλη. Και μόνο με την ιδέα ότι η θάλασσα είναι δίπλα σε πόλη εμένα με αποτρέπει να μπω…
Στη συνέχεια κατευθυνθήκαμε προς την οικία Μάλλιου, το λεγόμενο ‘Κόκκινο Σπίτι’.
Το Κόκκινο Σπίτι χτίστηκε το 1884 από το Κωνσταντίνο Φλέγγα στη θέση παλαιού οθωμανικού τεκέ και αγοράστηκε από τον έμπορο Βασίλειο Μάλλιο το 1890. Αξιοπερίεργος είναι ο τρόπος με τον οποίο προσαρμόστηκε το οίκημα στο βράχο που βρέχεται από τρεις πλευρές με θάλασσα.
Το 1916 ο βασιλιάς Πέτρος της Σερβίας με την ακολουθία του, έμεινε σε αυτό 6 μήνες, βρισκόμενος στην Ελλάδα λόγω καταλήψεως του κράτους του από τους Γερμανούς.
Κατά την αναχώρησή του κατέβαλε σεβαστό χρηματικό ποσό στο Βασίλειο Μάλλιο, ο οποίος το δώρισε στον Ιερό Ναό του Αγίου Νικολάου. Στη διάρκεια της Κατοχής στεγάστηκε εδώ η γερμανική διοίκηση. Η οικογένεια Μάλλιου δώρησε το Κόκκινο Σπίτι στο δήμο Χαλκιδέων και σήμερα αποτελεί ένα από τα ομορφότερα νεοκλασικά κτίρια της πόλης και φιλοξενεί την Εστία Γνώσης της Χαλκίδας.
Εμείς το βρήκαμε κλειστό, δυστυχώς. Θα ήθελα πάρα πολύ να το δω και εσωτερικά!
Απέναντι από το Κόκκινο σπίτι βρίσκεται ένα ακόμα νεοκλασικό οίκημα, το ονομαζόμενο ‘Σπίτι με τα Αγάλματα’. Χτίστηκε το 1891 και ανήκε στην οικογένεια Μάλλιου επίσης. Είναι ένα διώροφο κτίσμα και έχει πάρει το όνομα του από τα αγάλματα που κοσμούν την οροφή του, δύο με γυναικεία μορφή και δυο με αντρική, αν και κάποια από αυτά είναι λειψά…
Στις αρχές του ’80 αγοράστηκε από τον δήμο Χαλκιδέων, ενώ στις αρχές του ’90 άρχισε η αναπαλαίωση του, η οποία κράτησε περίπου 6 χρόνια. Σήμερα το αρχοντικό έχει παραχωρηθεί από τον δήμο στο Λύκειο Ελληνίδων και στην εταιρία Ευβοϊκών σπουδών. Το εσωτερικό του αποτελεί μουσειακό χώρο επισκέψιμο, αλλά εκείνη την ώρα ήταν κλειστό. Θα μπορούσε να αποτελεί ένα στολίδι στην παραλία της πόλης, αν δεν υπήρχαν κάποιοι κάφροι να εκφράσουν τις ‘ανησυχίες’ τους πάνω του…
Το επόμενο σημείο ενδιαφέροντος που είχα βάλει στο μάτι ήταν από την άλλη πλευρά της γέφυρας του Ευρίπου και βρίσκονταν εκεί που ήταν παλιά οι μουσουλμανικές συνοικίες της περιοχής τον 17ο αιώνα, οι οποίες ήταν 11 στο σύνολο, και σύμφωνα με τον περιηγητή Εβλιά Τσελεμπή, υπήρχαν ισάριθμα τεμένη σε αυτές. Καθώς προχωρούσαμε, σε ένα στενό πλακόστρωτο δρομάκι μου κέντρισε κάτι το ενδιαφέρον και έστριψα κατευθείαν. Ανάμεσα στα νεόχτιστα οικήματα υπήρχε ένα που διέφερε…πολύ!
Βρεθήκαμε μπροστά σε μία Οθωμανική οικία! Ήταν έκπληξη, καθώς είχα διαβάσει ότι η αρχιτεκτονική κληρονομιά της πόλης, που ανήκε σε εκείνη την εποχή, έχει σχεδόν χαθεί…Μετά την έκπληξη και τη χαρά ακολούθησε η απογοήτευση, καθώς το κτίριο είναι αφημένο στη τύχη του…Παρόλα αυτά ήταν εκεί , πανέμορφο, με όλη την ιστορία που κουβαλάει πάνω του!
Μόλις βγήκαμε από το στενό, στα αριστερά υπήρχε μία πλατεία, στην μία πλευρά της οποίας δέσποζε το αξιοθέατο που είχαμε πάει να δούμε, το Τζαμί του Εμίρ Ζαδέ.
Πιθανολογείται πως κτίστηκε από τον κατακτητή Μωάμεθ αμέσως μετά την άφιξη των Τούρκων στην Εύβοια τον 15ο αιώνα. Το τζαμί αποτελείται από μία μόνο αίθουσα που διαιρείται σε δύο πατώματα και η οποία εδώ και πολλά χρόνια, σύμφωνα με τον Δήμο Χαλκιδέων, προορίζεται για μουσείο μεσαιωνικής τέχνης. Το ωράριο λειτουργίας είναι Τρίτη, Πέμπτη και Κυριακή από τις 10:00 έως τις 14:00. Την μέρα την είχαμε πετύχει, ήταν Κυριακή, αλλά όχι και την ώρα, καθώς κόντευε 20:00. Δυστυχώς δεν μπόρεσα να δω τι ισχύει τελικά.
Στην διπλανή μεριά της πλατείας σώζεται μια τούρκικη κρήνη αραβικού τύπου με επιγραφές που αποτελούν δεήσεις και προσευχές.
Δίπλα από το τζαμί υπάρχει μία σιδερένια πόρτα και πίσω από αυτήν βρίσκεται μπόλικο αρχαιολογικό υλικό, που υποδεικνύει την ύπαρξη παλαιοχριστιανικού ναού, στην θέση του οποίου χτίστηκε πιθανότατα ο ναός του Αγίου Μάρκου κατά την ενετική περίοδο και πάνω σε αυτόν αργότερα το τζαμί. Όλα αυτά τα ευρήματα είναι έξω από το τζαμί σε ράφια, σε τελάρα και παλέτες ή στο δάπεδο τελείως εκτεθειμένα.
Είχε έρθει η ώρα για καφεδάκι. Τον λαχταρούσα όλο το απόγευμα. Καθίσαμε σε ένα μαγαζί δίπλα στη γέφυρα του Ευρίπου, παραγγείλαμε και χαζεύαμε τη περατζάδα συζητώντας για όσα είχαμε δει. Ήταν η δεύτερη φορά που βρισκόμουν στη Χαλκίδα. Την πρώτη φορά, η οποία ήταν προ 15ετίας, είχαμε κάνει στάση μόνο για φαγητό και βόλτα καθώς έπρεπε να συνεχίσουμε για Αθήνα. Το μόνο που θυμάμαι από εκείνη την επίσκεψη είναι η γέφυρα του Ευρίπου και που έψαχνα να δω τα ‘τρελά’ νερά της πόλης…το λαμπιόνι που κοιτούσα εκείνη τη στιγμή στη γέφυρα δεν το θυμόμουν, αλλά ήταν θεϊκό
Πήγαμε μετά να φάμε κάτι πρόχειρο στο ‘Λαός και Καλαμάκι’, που ήταν κοντά και μαζί με το φαγητό πήραμε και μία μεγάλη μπύρα, για την οποία είχαμε κάτι ‘αψιμαχίες’ με το bro. Έκανα το λάθος και τον άφησα να μοιράσει τη μπύρα στα ποτήρια. Μετά ήπιε από το ποτήρι που είχε διαλέξει για τον εαυτό του και στο τέλος πρόσεξε ότι κάτι δεν είχε κάνει σωστά…
…την επόμενη μπύρα τη μοίρασα εγώ κατά τον ίδιο ‘δίκαιο’ τρόπο, χωρίς ίχνος αντίρρησης!
Η βόλτα της χώνεψης μας οδήγησε στο Κόκκινο Σπίτι, δίπλα από το οποίο υπάρχουν σκαλιά που οδηγούν χαμηλά στη προβλήτα, και πιο συγκεκριμένα στο Café Bar Stavento. Ήπιαμε άλλη μία μπύρα με θέα τη νυχτερινή Χαλκίδα και μετά ύπνος για ξεκούραση.
Το εγερτήριο έγινε νωρίς, καθώς έπονταν φόρτωμα του Κίτσου (το αυτοκίνητο του bro) πριν την αναχώρηση. Είχαμε καταφέρει με τον συνταξιδιώτη μου (με λίγο παραπάνω δυσκολία αυτή τη φορά) να ταιριάξουμε τις άδειες μας και έτσι το πρωινό αυτό, μας βρήκε να ετοιμάζουμε τη προίκα μας στον Κίτσο για αναχώρηση! Όταν ταξιδεύουμε οδικώς με τον αγαπημένο συνταξιδιώτη μου, πάντα οδηγώ εγώ πρώτη. Μου δίνει, λοιπόν, το κλειδί, ταιριαζόμαστε και ξεκινάμε. Πρώτη στάση για καφέ στο χέρι από τη γειτονιά, καθώς η πρωινή οδήγηση γίνεται πιο απολαυστική έτσι. Μετά απο λίγη ώρα είχαμε αφήσει πίσω μας τη Θεσσαλονίκη. Όλες οι επόμενες στάσεις έγιναν σε διόδια

Καμμένα Βούρλα
Από τη δεκαετία του ’30, και μετά την ανακάλυψη των ευεργετικών επιδράσεων των ιαματικών νερών της περιοχής, τα Καμμένα Βούρλα αξιοποιήθηκαν σαν λουτρόπολη και σε αυτήν έρεαν οι μεσοαστοί της Αθήνας και της ευρύτερης περιοχής. Τις δεκαετίες ’60 και ’70 καθιερώθηκε ως "η ριβιέρα της Στερεάς" και έγινε το νούμερο ένα παραθεριστικό κέντρο. Σήμερα όλη αυτή η αίγλη έχει χαθεί και η περιοχή προσελκύει κόσμο από τις γύρω περιοχές για λουτρά ή το καθημερινό του μπάνιο, αλλά και κόσμο που θέλει να μεταβεί απέναντι στα Λιχαδονήσια.

Πάρκαρα και άφησα τον αδερφό μου να βρει που θα καθίσουμε στη παραλία. Εγώ πήρα τη φωτογραφική και έκανα μια μικρή βόλτα, καθώς στα Καμμένα Βούρλα δεν είχα πάει ποτέ. Σε αυτές τις διακοπές ήταν ευκαιρία να τα δω, αλλά και να ικανοποιηθεί ο αδερφός μου που δεν νοεί καλοκαιρινές διακοπές στην Ελλάδα χωρίς καθημερινό μπάνιο στη θάλασσα.
Η εκκλησία του Αγ.Παντελεήμονα βρίσκεται μπροστά στον κεντρικό δρόμο του οικισμού και στο πλάι της υψώνεται το βουνό Κνημίδα. Το αρχιτεκτονικό της στιλ σου δίνει την αίσθηση ότι είσαι σε νησί.

Λίγα μέτρα πιο πέρα βρισκόταν ένα κτίριο που πριν λίγες μέρες το είχα δει σε φωτογραφία και έψαχνα να βρω που είναι. Κανένας δεν είχε πει τότε ότι πρόκειται για το ξενοδοχείο ‘Ράδιον’ που έχει πρωταγωνιστήσει σε παλιές ελληνικές ταινίες και το οποίο αποτέλεσε σύμβολο της καλής κοινωνίας εκείνη την εποχή. Αυτό που αντιπροσώπευε έχει παρέλθει πλέον και την θέση του έχει πάρει ένα ‘κουφάρι’…

Έκανα μια μικρή βόλτα τριγύρω προσπαθώντας να αναβιώσω στις σκέψεις μου αυτήν την παλιά αίγλη, καθώς έφερνα εικόνες στο νου μου από τις παλιές ελληνικές ταινίες. Έβλεπα πεσμένους σοβάδες, σπασμένα παράθυρα, ρημαγμένους τοίχους και δέντρα να ξεφυτρώνουν μέσα από τα μπετά του κτιρίου (!) Για άλλη μια φορά είχα μπροστά μου τη πλήρη εγκατάλειψη…
Συνέχισα τη βόλτα μου στον οικισμό. Μου θύμισε την Ασπροβάλτα στη Θεσσαλονίκη. Λουόμενους να περπατούν με το μαγιό, αυτοκίνητα να πηγαινοέρχονται, μαγαζιά που πωλούν τα πάντα και κατά μήκος της κεντρικής οδού η παραλία. Αυτά.
Έψαξα να βρω τον αδερφό μου. Είχε στρωθεί κάτω από ένα δέντρο, είχε ανοίξει τις καρέκλες που είχαμε πάρει μαζί μας, είχε κολυμπήσει, έτρωγε και είχε την εικόνα ευτυχισμένου ανθρώπου. Μπήκα και εγώ στη θάλασσα και διαπίστωσα ότι και αυτή είναι σαν της Ασπροβάλτας, γεμάτη φύκια, θολή και ζεστή, δηλαδή χάλια.
Ρεμβάσαμε για καμιά ώρα στη σκιά, χαζεύοντας τριγύρω και σχολιάζοντας την ιστορία της περιοχής και συνεχίσαμε προς Χαλκίδα.
Χαλκίδα
Με το που φτάσαμε Χαλκίδα πήγαμε πρώτα στο ξενοδοχείο για ανασυγκρότηση. Μείναμε στο Κεντρικόν για ένα βράδυ με 39,20€ χωρίς πρωινό. Τα καταλύματα έως και την Αιδηψό ( δηλαδή τα 3 πρώτα) τα είχαμε κλείσει από πριν, ενώ τα υπόλοιπα καθ΄οδόν σαν το παλιό καλό καιρό, όταν μέναμε όπου βρούμε και αν βρούμε! Το αυτοκίνητο το αφήσαμε σε πάρκινγκ που βρίσκονταν απέναντι από το ξενοδοχείο με 10€/24ωρο γιατί δεν είχαμε σκοπό να το χρησιμοποιήσουμε μέχρι να φύγουμε την επόμενη μέρα.
Ξεκινήσαμε τη βόλτα μας παραλιακά για να δούμε τα νεοκλασικά κτίρια της πόλης, αλλά και γιατί εκεί συγκεντρώνεται η ζωή της.



Περάσαμε το δημαρχείο, το οποίο στεγάζεται στο Μέγαρο Κότσικα. Ανεβήκαμε μετά στον παράλληλο δρόμο από τον παραλιακό για να δούμε και την άλλη πλευρά του κτιρίου


Συνεχίσαμε σε αυτόν τον δρόμο για να συναντήσουμε τον ναό του Αγ.Νικολάου. Μπροστά από αυτόν είχε και ένα μικρό παρκάκι


Περπατήσαμε στο κεντρικό πεζόδρομο της πόλης, ο οποίος εκείνη την ώρα ήταν έρημος


Βγήκαμε ξανά στη παραλιακή και χαζεύαμε τους λουόμενους. Μου έκανε εντύπωση που κάνουν μπάνιο μέσα στη πόλη. Και μόνο με την ιδέα ότι η θάλασσα είναι δίπλα σε πόλη εμένα με αποτρέπει να μπω…



Στη συνέχεια κατευθυνθήκαμε προς την οικία Μάλλιου, το λεγόμενο ‘Κόκκινο Σπίτι’.

Το Κόκκινο Σπίτι χτίστηκε το 1884 από το Κωνσταντίνο Φλέγγα στη θέση παλαιού οθωμανικού τεκέ και αγοράστηκε από τον έμπορο Βασίλειο Μάλλιο το 1890. Αξιοπερίεργος είναι ο τρόπος με τον οποίο προσαρμόστηκε το οίκημα στο βράχο που βρέχεται από τρεις πλευρές με θάλασσα.

Το 1916 ο βασιλιάς Πέτρος της Σερβίας με την ακολουθία του, έμεινε σε αυτό 6 μήνες, βρισκόμενος στην Ελλάδα λόγω καταλήψεως του κράτους του από τους Γερμανούς.
Κατά την αναχώρησή του κατέβαλε σεβαστό χρηματικό ποσό στο Βασίλειο Μάλλιο, ο οποίος το δώρισε στον Ιερό Ναό του Αγίου Νικολάου. Στη διάρκεια της Κατοχής στεγάστηκε εδώ η γερμανική διοίκηση. Η οικογένεια Μάλλιου δώρησε το Κόκκινο Σπίτι στο δήμο Χαλκιδέων και σήμερα αποτελεί ένα από τα ομορφότερα νεοκλασικά κτίρια της πόλης και φιλοξενεί την Εστία Γνώσης της Χαλκίδας.
Εμείς το βρήκαμε κλειστό, δυστυχώς. Θα ήθελα πάρα πολύ να το δω και εσωτερικά!

Απέναντι από το Κόκκινο σπίτι βρίσκεται ένα ακόμα νεοκλασικό οίκημα, το ονομαζόμενο ‘Σπίτι με τα Αγάλματα’. Χτίστηκε το 1891 και ανήκε στην οικογένεια Μάλλιου επίσης. Είναι ένα διώροφο κτίσμα και έχει πάρει το όνομα του από τα αγάλματα που κοσμούν την οροφή του, δύο με γυναικεία μορφή και δυο με αντρική, αν και κάποια από αυτά είναι λειψά…

Στις αρχές του ’80 αγοράστηκε από τον δήμο Χαλκιδέων, ενώ στις αρχές του ’90 άρχισε η αναπαλαίωση του, η οποία κράτησε περίπου 6 χρόνια. Σήμερα το αρχοντικό έχει παραχωρηθεί από τον δήμο στο Λύκειο Ελληνίδων και στην εταιρία Ευβοϊκών σπουδών. Το εσωτερικό του αποτελεί μουσειακό χώρο επισκέψιμο, αλλά εκείνη την ώρα ήταν κλειστό. Θα μπορούσε να αποτελεί ένα στολίδι στην παραλία της πόλης, αν δεν υπήρχαν κάποιοι κάφροι να εκφράσουν τις ‘ανησυχίες’ τους πάνω του…

Το επόμενο σημείο ενδιαφέροντος που είχα βάλει στο μάτι ήταν από την άλλη πλευρά της γέφυρας του Ευρίπου και βρίσκονταν εκεί που ήταν παλιά οι μουσουλμανικές συνοικίες της περιοχής τον 17ο αιώνα, οι οποίες ήταν 11 στο σύνολο, και σύμφωνα με τον περιηγητή Εβλιά Τσελεμπή, υπήρχαν ισάριθμα τεμένη σε αυτές. Καθώς προχωρούσαμε, σε ένα στενό πλακόστρωτο δρομάκι μου κέντρισε κάτι το ενδιαφέρον και έστριψα κατευθείαν. Ανάμεσα στα νεόχτιστα οικήματα υπήρχε ένα που διέφερε…πολύ!

Βρεθήκαμε μπροστά σε μία Οθωμανική οικία! Ήταν έκπληξη, καθώς είχα διαβάσει ότι η αρχιτεκτονική κληρονομιά της πόλης, που ανήκε σε εκείνη την εποχή, έχει σχεδόν χαθεί…Μετά την έκπληξη και τη χαρά ακολούθησε η απογοήτευση, καθώς το κτίριο είναι αφημένο στη τύχη του…Παρόλα αυτά ήταν εκεί , πανέμορφο, με όλη την ιστορία που κουβαλάει πάνω του!

Μόλις βγήκαμε από το στενό, στα αριστερά υπήρχε μία πλατεία, στην μία πλευρά της οποίας δέσποζε το αξιοθέατο που είχαμε πάει να δούμε, το Τζαμί του Εμίρ Ζαδέ.

Πιθανολογείται πως κτίστηκε από τον κατακτητή Μωάμεθ αμέσως μετά την άφιξη των Τούρκων στην Εύβοια τον 15ο αιώνα. Το τζαμί αποτελείται από μία μόνο αίθουσα που διαιρείται σε δύο πατώματα και η οποία εδώ και πολλά χρόνια, σύμφωνα με τον Δήμο Χαλκιδέων, προορίζεται για μουσείο μεσαιωνικής τέχνης. Το ωράριο λειτουργίας είναι Τρίτη, Πέμπτη και Κυριακή από τις 10:00 έως τις 14:00. Την μέρα την είχαμε πετύχει, ήταν Κυριακή, αλλά όχι και την ώρα, καθώς κόντευε 20:00. Δυστυχώς δεν μπόρεσα να δω τι ισχύει τελικά.

Στην διπλανή μεριά της πλατείας σώζεται μια τούρκικη κρήνη αραβικού τύπου με επιγραφές που αποτελούν δεήσεις και προσευχές.

Δίπλα από το τζαμί υπάρχει μία σιδερένια πόρτα και πίσω από αυτήν βρίσκεται μπόλικο αρχαιολογικό υλικό, που υποδεικνύει την ύπαρξη παλαιοχριστιανικού ναού, στην θέση του οποίου χτίστηκε πιθανότατα ο ναός του Αγίου Μάρκου κατά την ενετική περίοδο και πάνω σε αυτόν αργότερα το τζαμί. Όλα αυτά τα ευρήματα είναι έξω από το τζαμί σε ράφια, σε τελάρα και παλέτες ή στο δάπεδο τελείως εκτεθειμένα.


Είχε έρθει η ώρα για καφεδάκι. Τον λαχταρούσα όλο το απόγευμα. Καθίσαμε σε ένα μαγαζί δίπλα στη γέφυρα του Ευρίπου, παραγγείλαμε και χαζεύαμε τη περατζάδα συζητώντας για όσα είχαμε δει. Ήταν η δεύτερη φορά που βρισκόμουν στη Χαλκίδα. Την πρώτη φορά, η οποία ήταν προ 15ετίας, είχαμε κάνει στάση μόνο για φαγητό και βόλτα καθώς έπρεπε να συνεχίσουμε για Αθήνα. Το μόνο που θυμάμαι από εκείνη την επίσκεψη είναι η γέφυρα του Ευρίπου και που έψαχνα να δω τα ‘τρελά’ νερά της πόλης…το λαμπιόνι που κοιτούσα εκείνη τη στιγμή στη γέφυρα δεν το θυμόμουν, αλλά ήταν θεϊκό


Πήγαμε μετά να φάμε κάτι πρόχειρο στο ‘Λαός και Καλαμάκι’, που ήταν κοντά και μαζί με το φαγητό πήραμε και μία μεγάλη μπύρα, για την οποία είχαμε κάτι ‘αψιμαχίες’ με το bro. Έκανα το λάθος και τον άφησα να μοιράσει τη μπύρα στα ποτήρια. Μετά ήπιε από το ποτήρι που είχε διαλέξει για τον εαυτό του και στο τέλος πρόσεξε ότι κάτι δεν είχε κάνει σωστά…

…την επόμενη μπύρα τη μοίρασα εγώ κατά τον ίδιο ‘δίκαιο’ τρόπο, χωρίς ίχνος αντίρρησης!
Η βόλτα της χώνεψης μας οδήγησε στο Κόκκινο Σπίτι, δίπλα από το οποίο υπάρχουν σκαλιά που οδηγούν χαμηλά στη προβλήτα, και πιο συγκεκριμένα στο Café Bar Stavento. Ήπιαμε άλλη μία μπύρα με θέα τη νυχτερινή Χαλκίδα και μετά ύπνος για ξεκούραση.
