dbalats
Member
- Μηνύματα
- 146
- Likes
- 1.475
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ. ΣΤΙΣ ΓΕΙΤΟΝΙΕΣ ΤΗΣ ΑΚΚΡΑ
- ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ. ΣΤΙΣ ΑΚΤΕΣ ΤΟΥ ΑΤΛΑΝΤΙΚΟΥ
- ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ. KUMASI: TO BAΣΙΛΕΙΟ ΤΩΝ ASHANTI
- ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ. ΔΙΑΣΧΙΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΒΟΡΕΙΑ ΓΚΑΝΑ
- ΜΕΡΟΣ ΠΕΜΠΤΟ. ΒΟΡΕΙΑ ΓΚΑΝΑ: ΑΚΟΛΟΥΘΩΝΤΑΣ ΤΟΝ ΜΑΥΡΟ ΒΟΛΤΑ
- ΜΕΡΟΣ ΕΚΤΟ. ΒΟΡΕΙΟ ΤΟΓΚΟ: ΣΤΗ ΦΥΛΗ ΤΩΝ TAMBERMA
- ΜΕΡΟΣ ΕΒΔΟΜΟ. ΔΙΑΣΧΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΜΠΕΝΙΝ
- ΜΕΡΟΣ ΟΓΔΟΟ. GANVIÉ: ΣΤΗ ΒΕΝΕΤΙΑ ΤΗΣ ΑΦΡΙΚΗΣ
- ΜΕΡΟΣ ΕΝΑΤΟ. OUIDAH: ΒΟΥΝΤΟΥ ΚΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΣΚΛΑΒΟΠΑΖΑΡΟΥ ΤΗΣ ΔΑΧΟΜΕΗΣ
- ΜΕΡΟΣ ΔΕΚΑΤΟ. GRAND POPO KAI ΤΕΛΕΤΗ ΒΟΥΝΤΟΥ
- ΜΕΡΟΣ ΕΝΔΕΚΑΤΟ. ΠΕΡΑΣΜΑ ΣΤΟ ΝΟΤΙΟ ΤΟΓΚΟ: ΣΤΗ LOMÉ, ΤΟ ΠΑΡΙΣΙ ΤΗΣ ΑΦΡΙΚΗΣ
- ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ - ΕΠΙΛΟΓΟΣ
ΜΕΡΟΣ ΕΒΔΟΜΟ. ΔΙΑΣΧΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΜΠΕΝΙΝ
Για πολλούς λόγους, το Μπενίν είναι η τέλεια εισαγωγή στην Δυτική Αφρική. Είναι μια γη με παρθένες, γεμάτες φοίνικες παραλίες, άφθονη άγρια ζωή και φιλόξενους κατοίκους, ενώ αντίθετα με τις περισσότερες χώρες της Δυτικής Αφρικής έχει αρκετά καλές υποδομές. Την ονομασία του την πήρε σχετικά πρόσφατα, το 1975, από τον ομώνυμο κολπίσκο, ενώ στους παλιότερους είναι γνωστό σαν Δαχομέη, τόπο γέννησης του βουντού και συνώνυμο με το δουλεμπόριο. Η Δαχομέη υπήρξε ένα από τα σημαντικότερα σημεία αναχώρησης για πάνω από οκτώ εκατομμύρια ανθρώπους που εξαναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την ήπειρο σαν σκλάβοι για σχεδόν τρεις αιώνες. Το σύγχρονο Μπενίν διαποτίζεται από την κληρονομιά του βουντού και της δουλείας, και κάθε διαδρομή στη χώρα αυτή μοιάζει να καθοδηγείται από τα πνεύματα του βουντού και τα φετίχ, και από τα φαντάσματα των σκλάβων που έχουν φύγει.
Αλλά το βουντού, η κρατική θρησκεία που περιβάλλεται από μύθους και παρανοήσεις, είναι λιγότερο το να κολλάς καρφίτσες σε κούκλες και περισσότερο το να ενσωματώνεις Θεούς και πνεύματα, με υπέροχα κοστούμια, αποπλανητικές κωδωνοκρουσίες και ξέφρενους χορούς. Είναι οι ιεροί ναοί των πυθώνων και τα μαγεμένα δάση που προστατεύουν βασιλιάδες που έχουν εξαφανιστεί. Και κατά μήκος της Ακτής των Σκλάβων, η Πόρτα της Μη Επιστροφής σημειώνει το τραγικό σημείο αποβίβασης για τους Αφρικανούς που μπάρκαραν για την Αμερική. Σε όλο το Μπενίν, η κουλτούρα και η αρχιτεκτονική έχουν επηρεασθεί από το σκοτεινότερο παρελθόν του: απίστευτα πήλινα φρούρια και ξεθωριασμένα Αφρο-Βραζιλιάνικα κτίρια κατασκευασμένα από απελευθερωμένους σκλάβους που επέστρεφαν στην πατρική γη. Σπουδαίοι καλλιτέχνες δημιούργησαν θαυμάσια δημόσια γλυπτά και υπέροχα κτίρια που συμπληρώνουν τα κομψά ξύλινα πανδοχεία της ήσυχης πρωτεύουσας Porto Novo και της Ouidah, της καρδιάς του βουντού αλλά και του δουλεμπορίου στη χώρα. Μικρό σε μέγεθος, αλλά όχι σε σπουδαιότητα, το Μπενίν είναι γεμάτο από ενδιαφέροντα θεάματα για τον επισκέπτη, χάρις στην κοινή θρησκεία και ιστορία που συνδέουν στενά την χώρα αυτή και τον λαό της.
Η πρώτη μας στάση μετά το φυλάκιο των συνόρων είναι ένα καστρόσπιτο Somba. Οι Somba είναι η ονομασία της φυλής των Batammariba στο Μπενίν, της ίδιας που συναντήσαμε στο Τόγκο όπου αποκαλούνται Tamberma. Και εδώ είναι φημισμένοι για το ξεχωριστό τους στυλ κατασκευής σπιτιών που ονομάζονται Tata Somba. Αυτά τα σπίτια με σχήμα πύργου ενσωμάτωσαν τα παραδοσιακά πνευματικά τους πιστεύω, και τον σκοπό τους να προστατεύσουν τους εαυτούς τους και την ζωή των ζώων από τους φυσικούς και υπερφυσικούς κινδύνους. Λέγεται ότι αυτά τα σπίτια μπορεί να έχουν αναπτυχθεί σαν μέσον αντίστασης στις νυχτερινές επιδρομές κατά την διάρκεια της περιόδου που οι σκλαβοκυνηγοί στη Δυτική Αφρική περιπλανιόντουσαν για να απαγάγουν τα θύματά τους για πώληση. Οι κάτοικοι του σπιτιού που επισκεπτόμαστε είναι πολύ πιο εξελιγμένοι από το Τόγκο, μια γυναίκα ράβει στην ραπτομηχανή και μια άλλη μας ξεναγεί στο εσωτερικό του σπιτιού. Συνεχίζουμε την διαδρομή μας για το Natitingou, την πόλη που θα διανυκτερεύσουμε. Στο δρόμο περνάμε από μικρά χωριά και συναντάμε και μικρά τζαμιά αλλά και χριστιανικές εκκλησίες, μιάς και στο βόρειο Μπενίν και οι δύο θρησκείες είναι διαδεδομένες εξ ίσου, με μεγάλη θρησκευτική ανεκτικότητα μεταξύ των πιστών.
Τα καστρόσπιτα Somba των Batammariba και η διαδρομή μας προς την Natitingou
Προτού πάμε στο ξενοδοχείο επισκεπτόμαστε το το Εθνικό Μουσείο Εθνογραφίας και Λαογραφίας της Natitingou, που στεγάζεται μέσα σε ένα παλιό Γαλλικό αποικιακό σπίτι κτισμένο το 1915. Βρίσκουμε την φύλακα, μια βαριεστημένη παχουλή μαύρη που μισοκοιμάται στο κάθισμά της. Ο Μπεν της ζητάει να μας ξεναγήσει, οπότε αναγκάζεται να σηκωθεί και να μας οδηγήσει στα δωμάτια του μουσείου. Η καλύτερη αίθουσα είναι αυτή με τις μάσκες, θαυμάσια ξυλόγλυπτα αριστουργήματα που προέρχονται από τις φυλές των Bariba, των Somba, των Peuhl, των Waaba, και των Lok Pa. Ο λαός των Bariba είναι συνιδρυτής του βασιλείου Borgu, αυτού που βρίσκεται σήμερα το νοτιοανατολικό Μπενίν και την κεντροδυτική Νιγηρία. Υπάρχουν πιθανόν ένα εκατομύριο Bariba, 70% από τους οποίους είναι στο Μπενίν, όπου είναι η τέταρτη μεγαλύτερη εθνική ομάδα και αποτελούν περίπου το 1/11 του πληθυσμού. Η γεωργία είναι η κυρίαρχη απασχόληση για τους Bariba και είναι κυρίως Ισλαμιστές, αν και μερικές κοινότητες Bariba έχουν τις δικές τους αυτόχθονες δοξασίες. Η φυλή των Peuhl ή Fula είναι μια από τις μεγαλύτερες εθνικές ομάδες στην Σαχέλ και την Δυτική Αφρική, ευρέως διασκορπισμένη σε όλη την περιοχή. Ένα σημαντικό ποσοστό των Peuhl είναι κτηνοτρόφοι, και οι υπόλοιποι είναι αγρότες, καλλιτέχνες, έμποροι και ευγενείς. Πάνω από το 60% των Peuhl είναι Μουσουλμάνοι. Η φυλή Lokpa του Μπενίν, στενά συσχετιζόμενη με τους Kabye που ζουν στο βόρειο Τόγκο, είναι η δεύτερη μεγαλύτερη εθνική ομάδα στην περιοχή, πρωταρχικά αφοσιωμένη στην καλλιέργεια προς επιβίωση. Τέλος, οι Waaba είναι ένας λαός της Δυτικής Αφρικής που ζει στην περιοχή της Atacora, στα βόρεια του Μπενίν. Αναγνωρίζονται από τις αρχαίες τελετουργικές ουλές που έχουν στα πρόσωπά τους, λεπτές λωρίδες που διαγραμμίζουν το πρόσωπο από τα μάτια μέχρι το πηγούνι. Η Natitingou είναι η παλιότερη πόλη Waaba γνωστή στους ιστορικούς.
O Μπεν αρχίζει να χαριεντίζεται με την βαριεστημένη φύλακα, η οποία δείχνει να ανταποκρίνεται. Δυστυχώς δεν επιτρέπονται φωτογραφίες στο μουσείο, αλλά με μεγάλη προφύλαξη καταφέρνω να βγάλω μερικές. Η ξενάγηση τελειώνει και επισκεπτόμαστε τα γειτονικά μαγαζιά με σουβενίρ, όπου ψωνίζουμε κάποια αναμνηστικά. Εγώ αγοράζω κυρίως μάσκες, για να εμπλουτίσω την αρκετά καλή συλλογή μου. Ευτυχώς έχω αρκετό χώρο στη βαλίτσα επειδή είχα και κάποια τρόφιμα για ώρα ανάγκης, τα οποία φυσικά δεν θα τα έχω στην επιστροφή, ενώ στην χειρότερη περίπτωση, το εισιτήριό μου προβλέπει και δεύτερη βαλίτσα, και θα μπορούσα να αγοράσω μια μεγάλη τσάντα (ελπίζω όμως να μην χρειαστεί). Ο Μπεν αποχαιρετάει προσωρινά την φύλακα, λέγοντάς της με νόημα ότι θα μας αφήσει στο ξενοδοχείο και θα έρθει να την πάρει από την δουλειά.
Το Εθνικό Μουσείο Εθνογραφίας και Λαογραφίας της Natitingou και τα γύρω μαγαζιά με σουβενίρ
Φθάνουμε στο ξενοδοχείο το οποίο είναι ωραιότατο, με μια πισίνα στο κέντρο και όμορφα κτίρια γύρω γύρω. Δεν θα περίμενες ότι υπάρχει τέτοιο σε μια πόλη του βόρειου Μπενίν. Έχουμε όλοι μονόκλινα και δίνουμε ραντεβού σε λίγο για να κάνουμε μια βόλτα στην πόλη. Το δωμάτιο αν και θεωρητικά μονόκλινο έχει ένα μεγάλο δίκλινο κρεβάτι και ένα μονό. Σκέπτομαι να ξαπλώσω για λίγο στο μονό για να μην χαλάσω το στρώσιμο του μεγάλου κρεβατιού αλλά το στρώμα υποχωρεί και βρίσκομαι στο πάτωμα! Ευτυχώς δεν παθαίνω τίποτα, αλλά απορώ, μιάς και το βάρος μου είναι κανονικό και με την διατροφή μας στη Δυτική Αφρική είναι απίθανο να πήραμε παραπάνω κιλά. Ειδοποιώ την ρεσέψιον και έρχεται ένας υπάλληλος, ο οποίος στερεώνει πρόχειρα το στρώμα και φεύγει γεμάτος ικανοποίηση, έτοιμη παγίδα για τον επόμενο ανύποπτο πελάτη που θα ξαπλώσει! Το δεύτερο μείον του ξενοδοχείου, είναι ότι το wifi είναι ανύπαρκτο, πρέπει να πας κοντά στην ρεσέψιον για να βρεις ένα αδύνατο σήμα.
Βγαίνουμε στην πόλη που είναι όμορφη, τυπική Αφρικανική πόλη, με το κοκκινόχωμα, τα μαγαζιά και κανα δυό υπαίθριες αγορές που λειτουργούν ακόμη, αν και είναι αργά το απόγευμα. Κάνουμε έναν αρκετά μεγάλο περίπατο, η πόλη μας φαίνεται αρκετά ασφαλής, αλλά καλού κακού φροντίζουμε να μην απομακρυνθούμε από το κέντρο. Γυρίζουμε στο ξενοδοχείο όπου έχουμε ένα ωραίο δείπνο με ψητό κοτόπουλο – σε πολλά μέρη στον βορρά έχουν μόνο κοτόπουλο, γεγονός όχι ιδιαίτερα ευχάριστο για τον ένα φίλο της παρέας μας που δεν το τρώει και αρκείται στις τηγανητές πατάτες.
Το ξενοδοχείο μας στην Natitingou
Το άλλο πρωί φεύγουμε πολύ νωρίς γιατί έχουμε μεγάλη διαδρομή για την Αbomey, την παλιά πρωτεύουσα του Βασιλείου της Δαχομέης, αφού θα πρέπει να διασχίζουμε το μεγαλύτερο μέρος της χώρας. Πιο βόρεια από την Natitingou υπάρχει το γνωστό Εθνικό Πάρκο W, γύρω από μια καμπή του ποταμού Νίγηρα, μεταξύ των τριών χωρών Μπενίν, Μπουρκίνα Φάσο και Νίγηρα. Αποφασίσαμε όμως, να μην το επισκεφθούμε, επειδή έχουμε επισκεφθεί πολλά πάρκα στην Ανατολική και Νότια Αφρική, που είναι πολύ πιο φημισμένα για την άγρια ζωή που φιλοξενούν. Λέμε στον Μπεν περιπαιχτικά ότι τον βρίσκουμε κουρασμένο μετά τη χθεσινή νύχτα και χαμογελάει πλατιά δίχως άλλες λεπτομέρειες. Ο δρόμος είναι γενικά καλός, αλλά για μεγάλα διαστήματα είναι άσχημος χωματόδρομος. Περνάμε μικρά χωριά και πάγκους με υπαίθριους πωλητές που εμπορεύονται γλυκοπατάτες. Όσο πλησιάζουμε προς το κεντρικό τμήμα της χώρας, το τοπίο αλλάζει τελείως. Η ξερή σαβάνα μετατρέπεται σε πράσινο τροπικό τοπίο, με πολλά νερά και βλάστηση στη διαδρομή μας.
Η διαδρομή μας προς την Αbomey
Περίπου στα δύο τρίτα της απόστασης που θα διανύσουμε φθάνουμε στο ονομαστό φετίχ Dankoli. Τα φετίχ και τα ιερά αφθονούν κατά μήκος των δρόμων του Μπενίν, αλλά κανένα δεν είναι τόσο φημισμένο και ισχυρό όσο το φετίχ Dankoli. Αυτό είναι στην πραγματικότητα το σπουδαιότερο και ισχυρότερο φετίχ της Αφρικής και αποτελεί πολύ δημοφιλή τόπο προσκυνήματος. Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που έρχονται εδώ από τις γειτονικές χώρες όπως το Τόγκο, τη Νιγηρία και τη Γκάνα, αλλά επίσης και από μακρινές χώρες όπως η Βραζιλία και η Καραϊβική. Χιλιάδες μικρά ξύλα σπρώχνονται μέσα στο φετίχ σαν μάρτυρες των αναρίθμητων προσευχών που γίνονται στον τοπικό θεό από τους πιο έμπειρους πιστούς, ώστε να ικανοποιήσουν τις καθημερινές τους ανάγκες: μια καλή σοδειά, έναν ευτυχισμένο γάμο, έναν εύκολο τοκετό, μια επιτυχία στο σχολείο, κλπ. Όταν οι προσευχές τους εισακουσθούν, γυρίζουν ξανά για να θυσιάσουν ότι είχαν υποσχεθεί στο φετίχ, είτε αυτό είναι κατσίκα, είτε κοτόπουλο ή αγελάδα, σύμφωνα με την φύση της προσευχής. Ίχνη από αίμα, αλκοόλ από φοίνικα και φοινικέλαιο στο φετίχ αποδεικνύουν ότι σε πολλούς πιστούς, οι προσευχές τους εισακούσθηκαν. Κατά τύχη, όταν φθάνουμε στο Dankoli, είναι η ώρα που μερικοί άνδρες ετοιμάζονται για μια θυσία. Είναι ένα μικρό κατσικάκι που έχει καταλάβει τι το περιμένει και γογγύζει απελπισμένα. Οι πιστοί ρίχνουν και μερικά χρήματα στον βωμό και ο ένας από αυτούς πραγματοποιεί την σφαγή. Ο οργανωτής της θυσίας μας πλησιάζει και μας λέει να μην βγάζουμε φωτογραφίες, ευτυχώς όμως πρόλαβα να βγάλω μερικές. Το θέαμα πάντως είναι εξαιρετικά δυσάρεστο.
Η θυσία στο φετίχ Dankoli
Φθάνουμε στην Abomey, η οποία υπήρξε η πρώην πρωτεύουσα του αρχαίου βασιλείου της Δαχομέης και ένα πολύβουο κέντρο δουλεμπορίου. Στιγμιότυπα από τον τρόπο ζωής της μεγάλης βασιλικής δυναστείας είναι ακόμη ορατά στα μεγαλοπρεπή παλάτια της Abomey, στους τάφους των μοναρχών που έχουν προ πολλού αποβιώσει και στο μουσείο που φιλοξενεί εκτεταμένες συλλογές. Τα αρχαία παλάτια έχουν την διάκριση να έχουν κηρυχθεί Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς από την UNESCO. Η Abomey ιδρύθηκε από τους Fon γύρω στο 1625 και είδε το βασίλειό της και τα παλάτια της να ευημερούν, χάρις στον πλούτο που προέρχονταν από το δουλεμπόριο. Οι Fon είναι η μεγαλύτερη εθνική ομάδα στο Μπενίν, με ένα καλά αναπτυγμένο πολυθεϊστικό θρησκευτικό σύστημα, συνδεδεμένο με το βασίλειο της Δαχομέης. Οι Βασιλείς της Δαχομέης ήταν δεσποτικοί και αιμοσταγείς ηγεμόνες που πραγματοποιούσαν τελετές με ανθρωποθυσίες, ξεκίνησαν μια μακρά σειρά πολέμων και ήταν ανάμεσα στους κυρίαρχους ηγέτες στο σκλαβοπάζαρο στη Δυτική Αφρική. Ειδικά, με τους εξοπλισμούς τους, άρπαζαν άνδρες και γυναίκες από άλλες εθνικές ομάδες και τους αντάλλασσαν με τους Ευρωπαίους για όπλα, αλλά ανταποδοτικά και για Δυτικά βιομηχανικά αντικείμενα.
Φθάνουμε στον χώρο του Ιστορικού Μουσείου της Abomey και ο Μπεν κανονίζει την είσοδό μας. Ο τοπικός ξεναγός μας εξηγεί λίγα πράγματα για τον χώρο αυτό. Από το 1625 μέχρι το 1900, 12 βασιλείς διαδέχθηκαν ο ένας τον άλλο, επικεφαλής του δυναμικού Βασίλειου της Δαχομέης. Με την εξαίρεση του Βασιλιά Akaba, ο οποίος είχε την δική του ξεχωριστή περίφρακτη εγκατάσταση, όλοι είχαν κτίσει τα παλάτια τους μέσα στην ίδια περιοχή περιφραγμένη από τείχη άχυρου και πηλού, σε συνέχεια των προηγούμενων παλατιών όσον αφορά την χρήση του χώρου και των υλικών. Τα βασιλικά παλάτια της Abomey είναι μια μοναδική υπενθύμιση αυτού του εξαφανισμένου βασιλείου. Σήμερα, τα παλάτια δεν κατοικούνται πλέον, αλλά αυτά του Βασιλιά Ghézo και του Βασιλιά Glélé φιλοξενούν το Ιστορικό Μουσείο της Abomey, το οποίο απεικονίζει την ιστορία του βασιλείου και τον συμβολισμό του μέσω μιάς επιθυμίας για ανεξαρτησία, αντίσταση και μάχη κατά της αποικιοκρατικής κατοχής. Ξεκινάμε την επίσκεψη και περνάμε σε έναν μεγάλο υπαίθριο χώρο, γύρω από τον οποίο υπάρχουν διάφορα κτίρια. Και εδώ απαγορεύεται η φωτογραφία, αλλά μαθημένα πια τα βουνά από τα χιόνια, βγάζω αρκετές. Στα κτίρια των Βασιλικών Παλατιών υπάρχουν πολύχρωμα ανάγλυφα που λειτούργησαν σαν βιβλίο καταγραφής των σημαντικών γεγονότων στην εξέλιξη του λαού των Fon και της αυτοκρατορίας τους, αναφέροντας τις στρατιωτικές νίκες και ισχύ κάθε βασιλιά και καταγράφοντας τους μύθους, τα έθιμα και τα τελετουργικά του λαού των Fon.
Σε μια αίθουσα βλέπουμε τον θρόνο του Ghezo, στηριγμένο στα κρανία τεσσάρων εχθρών. Ο Ghezo υπήρξε Βασιλιάς της Δαχομέης από το 1818 μέχρι το 1858. Ο Ghezo κυβέρνησε στο βασίλειο κατά την διάρκεια μιας ταραγμένης περιόδου, που σημαδεύτηκε από σημαντική εγχώρια διαφωνία και πίεση από τους Βρετανούς για το τέλος του δουλεμπορίου, συνδυασμένου με Βρετανικό μπλοκάρισμα των λιμανιών της Δαχομέης. Kατά διαστήματα συμφωνούσε με τον τερματισμό του δουλεμπορίου, αλλά μετά το ξαναξεκινούσε, μέχρι που τελικά δολοφονήθηκε το 1858. Βλέπουμε πολλές ταπετσαρίες που χρησίμευαν για να καταγράψουν και να εξυμνήσουν την ισχύ του βασιλείου, να δείξουν πολεμικές σκηνές και να απεικονίσουν τρομακτικές σκηνές αποκεφαλισμένων ανδρών. Στον περίβολο των κιτρίων εκτίθενται πολλά Ολλανδικά, Αγγλικά και Πορτογαλικά κανόνια στοιχημένα γύρω από τα περιμετρικά τείχη. Αυτά υπήρξαν τα περισσότερο πολύτιμα εμπορεύματα για τους Fon, στην ανταλλαγή με σκλάβους: κάθε ένα άξιζε 21 κορίτσια ή 15 άνδρες που πουλιόντουσαν στους Δυτικούς σαν σκλάβοι.
Το Βασίλειο της Δαχομέης ήταν ξακουστό και για τις ανθρωποθυσίες του. Εκατοντάδες αιχμάλωτοι θυσιαζόντουσαν σε ετήσιες τελετές βουντού. Επίσης, τον θάνατο ενός βασιλιά τον ακολουθούσε μεγάλη σφαγή αιχμαλώτων, αναφέρεται μάλιστα ότι σε κάποια τέτοια τελετή θυσιάστηκαν 4.000 άνθρωποι. Ένα άλλο χαρακτηριστικό του Βασιλείου της Δαχομέης ήταν το γυναικείο στρατιωτικό σώμα των Αμαζόνων. Οι Αμαζόνες της Δαχομέης ήταν μιά αποκλειστικά γυναικεία στρατιωτική ομάδα Fon, η οποία λειτούργησε μέχρι το τέλος του 19ου αιώνα στο Βασίλειο της Δαχομέης. Προστατεύοντας τον βασιλιά τους στα αιματηρότερα από τα πεδία μαχών, αναδύθηκαν σαν μια ελίτ μαχητική δύναμη στο Βασίλειο. Περιγράφονταν σαν αδιάφθορες, ορκισμένες παρθένες, που είχαν σαν σήμα κατατεθέν τους τον ταχύ αποκεφαλισμό. Στην ακμή τους, αποτελούσαν περίπου το ένα τρίτο του συνόλου του στρατού της Δαχομέης. Ήταν δύναμη 6.000, αλλά σύμφωνα με τα Ευρωπαϊκά αρχεία, κρίνονταν μόνιμα σαν ανώτερες των αρρένων στρατιωτών σε αποτελεσματικότητα και θάρρος. Οι αμαζόνες δεν επιτρέπονταν να παντρεύονται ή να έχουν παιδιά ενώ υπηρετούσαν σαν στρατιώτες και εθεωρούντο ότι είναι παντρεμένες με τον Βασιλιά με όρκο αγνότητας, αφοσιωμένες μόνον στο σχεδόν ιερό κύρος τους σαν πολεμίστριες ελίτ. Οι πολεμίστριες διαλύθηκαν όταν το βασίλειο έγινε Γαλλικό προτεκτοράτο. Η προφορική παράδοση λέει ότι μερικές επιζήσασες αμαζόνες παρέμειναν μετά μυστικά στην Abomey, όπου κρυφά δολοφόνησαν έναν αριθμό Γάλλων αξιωματικών.
Η είσοδός μας στην Abomey
Στα αρχαία παλάτια της Δαχομέης
Φεύγουμε από το Συγκρότημα των Παλατιών και του Μουσείου γεμάτοι έντονες εντυπώσεις από το άγριο και πανίσχυρο αυτό βασίλειο και την τόσο ταραγμένη ιστορία της Αφρικής. Το ξενοδοχείο είναι ωραιότατο, αλλά υπάρχει ένα πρόβλημα. Δεν έχουν κρατήσει για όλους δωμάτια! Φυσικά λέμε στον Μπεν να μας βρει άλλο. Μετά από αρκετή διαδρομή μας πηγαίνει σε ένα μικρό ξενοδοχείο, που έχει όλα κιόλα τέσσερα δωμάτια σε ένα ισόγειο με μικρό κήπο περιφραγμένο, και περιέργως, με πολύ καλό wifi. Κάνουμε ένα ωραίο δείπνο με, τι άλλο, κοτόπουλο, και καθόμαστε μέχρι αργά πίνοντας μπύρα και συζητώντας, επειδή το περιβάλλον είναι πολύ ωραίο. Το πρωί παίρνουμε ένα υπέροχο πρωινό με αυγά και εξαιρετικά τροπικά φρούτα και ξεκινάμε για το Μπενίν του Ατλαντικού.
Το ξενοδοχείο μας στην Αbomey
Για πολλούς λόγους, το Μπενίν είναι η τέλεια εισαγωγή στην Δυτική Αφρική. Είναι μια γη με παρθένες, γεμάτες φοίνικες παραλίες, άφθονη άγρια ζωή και φιλόξενους κατοίκους, ενώ αντίθετα με τις περισσότερες χώρες της Δυτικής Αφρικής έχει αρκετά καλές υποδομές. Την ονομασία του την πήρε σχετικά πρόσφατα, το 1975, από τον ομώνυμο κολπίσκο, ενώ στους παλιότερους είναι γνωστό σαν Δαχομέη, τόπο γέννησης του βουντού και συνώνυμο με το δουλεμπόριο. Η Δαχομέη υπήρξε ένα από τα σημαντικότερα σημεία αναχώρησης για πάνω από οκτώ εκατομμύρια ανθρώπους που εξαναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την ήπειρο σαν σκλάβοι για σχεδόν τρεις αιώνες. Το σύγχρονο Μπενίν διαποτίζεται από την κληρονομιά του βουντού και της δουλείας, και κάθε διαδρομή στη χώρα αυτή μοιάζει να καθοδηγείται από τα πνεύματα του βουντού και τα φετίχ, και από τα φαντάσματα των σκλάβων που έχουν φύγει.
Αλλά το βουντού, η κρατική θρησκεία που περιβάλλεται από μύθους και παρανοήσεις, είναι λιγότερο το να κολλάς καρφίτσες σε κούκλες και περισσότερο το να ενσωματώνεις Θεούς και πνεύματα, με υπέροχα κοστούμια, αποπλανητικές κωδωνοκρουσίες και ξέφρενους χορούς. Είναι οι ιεροί ναοί των πυθώνων και τα μαγεμένα δάση που προστατεύουν βασιλιάδες που έχουν εξαφανιστεί. Και κατά μήκος της Ακτής των Σκλάβων, η Πόρτα της Μη Επιστροφής σημειώνει το τραγικό σημείο αποβίβασης για τους Αφρικανούς που μπάρκαραν για την Αμερική. Σε όλο το Μπενίν, η κουλτούρα και η αρχιτεκτονική έχουν επηρεασθεί από το σκοτεινότερο παρελθόν του: απίστευτα πήλινα φρούρια και ξεθωριασμένα Αφρο-Βραζιλιάνικα κτίρια κατασκευασμένα από απελευθερωμένους σκλάβους που επέστρεφαν στην πατρική γη. Σπουδαίοι καλλιτέχνες δημιούργησαν θαυμάσια δημόσια γλυπτά και υπέροχα κτίρια που συμπληρώνουν τα κομψά ξύλινα πανδοχεία της ήσυχης πρωτεύουσας Porto Novo και της Ouidah, της καρδιάς του βουντού αλλά και του δουλεμπορίου στη χώρα. Μικρό σε μέγεθος, αλλά όχι σε σπουδαιότητα, το Μπενίν είναι γεμάτο από ενδιαφέροντα θεάματα για τον επισκέπτη, χάρις στην κοινή θρησκεία και ιστορία που συνδέουν στενά την χώρα αυτή και τον λαό της.
Η πρώτη μας στάση μετά το φυλάκιο των συνόρων είναι ένα καστρόσπιτο Somba. Οι Somba είναι η ονομασία της φυλής των Batammariba στο Μπενίν, της ίδιας που συναντήσαμε στο Τόγκο όπου αποκαλούνται Tamberma. Και εδώ είναι φημισμένοι για το ξεχωριστό τους στυλ κατασκευής σπιτιών που ονομάζονται Tata Somba. Αυτά τα σπίτια με σχήμα πύργου ενσωμάτωσαν τα παραδοσιακά πνευματικά τους πιστεύω, και τον σκοπό τους να προστατεύσουν τους εαυτούς τους και την ζωή των ζώων από τους φυσικούς και υπερφυσικούς κινδύνους. Λέγεται ότι αυτά τα σπίτια μπορεί να έχουν αναπτυχθεί σαν μέσον αντίστασης στις νυχτερινές επιδρομές κατά την διάρκεια της περιόδου που οι σκλαβοκυνηγοί στη Δυτική Αφρική περιπλανιόντουσαν για να απαγάγουν τα θύματά τους για πώληση. Οι κάτοικοι του σπιτιού που επισκεπτόμαστε είναι πολύ πιο εξελιγμένοι από το Τόγκο, μια γυναίκα ράβει στην ραπτομηχανή και μια άλλη μας ξεναγεί στο εσωτερικό του σπιτιού. Συνεχίζουμε την διαδρομή μας για το Natitingou, την πόλη που θα διανυκτερεύσουμε. Στο δρόμο περνάμε από μικρά χωριά και συναντάμε και μικρά τζαμιά αλλά και χριστιανικές εκκλησίες, μιάς και στο βόρειο Μπενίν και οι δύο θρησκείες είναι διαδεδομένες εξ ίσου, με μεγάλη θρησκευτική ανεκτικότητα μεταξύ των πιστών.








Τα καστρόσπιτα Somba των Batammariba και η διαδρομή μας προς την Natitingou
Προτού πάμε στο ξενοδοχείο επισκεπτόμαστε το το Εθνικό Μουσείο Εθνογραφίας και Λαογραφίας της Natitingou, που στεγάζεται μέσα σε ένα παλιό Γαλλικό αποικιακό σπίτι κτισμένο το 1915. Βρίσκουμε την φύλακα, μια βαριεστημένη παχουλή μαύρη που μισοκοιμάται στο κάθισμά της. Ο Μπεν της ζητάει να μας ξεναγήσει, οπότε αναγκάζεται να σηκωθεί και να μας οδηγήσει στα δωμάτια του μουσείου. Η καλύτερη αίθουσα είναι αυτή με τις μάσκες, θαυμάσια ξυλόγλυπτα αριστουργήματα που προέρχονται από τις φυλές των Bariba, των Somba, των Peuhl, των Waaba, και των Lok Pa. Ο λαός των Bariba είναι συνιδρυτής του βασιλείου Borgu, αυτού που βρίσκεται σήμερα το νοτιοανατολικό Μπενίν και την κεντροδυτική Νιγηρία. Υπάρχουν πιθανόν ένα εκατομύριο Bariba, 70% από τους οποίους είναι στο Μπενίν, όπου είναι η τέταρτη μεγαλύτερη εθνική ομάδα και αποτελούν περίπου το 1/11 του πληθυσμού. Η γεωργία είναι η κυρίαρχη απασχόληση για τους Bariba και είναι κυρίως Ισλαμιστές, αν και μερικές κοινότητες Bariba έχουν τις δικές τους αυτόχθονες δοξασίες. Η φυλή των Peuhl ή Fula είναι μια από τις μεγαλύτερες εθνικές ομάδες στην Σαχέλ και την Δυτική Αφρική, ευρέως διασκορπισμένη σε όλη την περιοχή. Ένα σημαντικό ποσοστό των Peuhl είναι κτηνοτρόφοι, και οι υπόλοιποι είναι αγρότες, καλλιτέχνες, έμποροι και ευγενείς. Πάνω από το 60% των Peuhl είναι Μουσουλμάνοι. Η φυλή Lokpa του Μπενίν, στενά συσχετιζόμενη με τους Kabye που ζουν στο βόρειο Τόγκο, είναι η δεύτερη μεγαλύτερη εθνική ομάδα στην περιοχή, πρωταρχικά αφοσιωμένη στην καλλιέργεια προς επιβίωση. Τέλος, οι Waaba είναι ένας λαός της Δυτικής Αφρικής που ζει στην περιοχή της Atacora, στα βόρεια του Μπενίν. Αναγνωρίζονται από τις αρχαίες τελετουργικές ουλές που έχουν στα πρόσωπά τους, λεπτές λωρίδες που διαγραμμίζουν το πρόσωπο από τα μάτια μέχρι το πηγούνι. Η Natitingou είναι η παλιότερη πόλη Waaba γνωστή στους ιστορικούς.
O Μπεν αρχίζει να χαριεντίζεται με την βαριεστημένη φύλακα, η οποία δείχνει να ανταποκρίνεται. Δυστυχώς δεν επιτρέπονται φωτογραφίες στο μουσείο, αλλά με μεγάλη προφύλαξη καταφέρνω να βγάλω μερικές. Η ξενάγηση τελειώνει και επισκεπτόμαστε τα γειτονικά μαγαζιά με σουβενίρ, όπου ψωνίζουμε κάποια αναμνηστικά. Εγώ αγοράζω κυρίως μάσκες, για να εμπλουτίσω την αρκετά καλή συλλογή μου. Ευτυχώς έχω αρκετό χώρο στη βαλίτσα επειδή είχα και κάποια τρόφιμα για ώρα ανάγκης, τα οποία φυσικά δεν θα τα έχω στην επιστροφή, ενώ στην χειρότερη περίπτωση, το εισιτήριό μου προβλέπει και δεύτερη βαλίτσα, και θα μπορούσα να αγοράσω μια μεγάλη τσάντα (ελπίζω όμως να μην χρειαστεί). Ο Μπεν αποχαιρετάει προσωρινά την φύλακα, λέγοντάς της με νόημα ότι θα μας αφήσει στο ξενοδοχείο και θα έρθει να την πάρει από την δουλειά.










Το Εθνικό Μουσείο Εθνογραφίας και Λαογραφίας της Natitingou και τα γύρω μαγαζιά με σουβενίρ
Φθάνουμε στο ξενοδοχείο το οποίο είναι ωραιότατο, με μια πισίνα στο κέντρο και όμορφα κτίρια γύρω γύρω. Δεν θα περίμενες ότι υπάρχει τέτοιο σε μια πόλη του βόρειου Μπενίν. Έχουμε όλοι μονόκλινα και δίνουμε ραντεβού σε λίγο για να κάνουμε μια βόλτα στην πόλη. Το δωμάτιο αν και θεωρητικά μονόκλινο έχει ένα μεγάλο δίκλινο κρεβάτι και ένα μονό. Σκέπτομαι να ξαπλώσω για λίγο στο μονό για να μην χαλάσω το στρώσιμο του μεγάλου κρεβατιού αλλά το στρώμα υποχωρεί και βρίσκομαι στο πάτωμα! Ευτυχώς δεν παθαίνω τίποτα, αλλά απορώ, μιάς και το βάρος μου είναι κανονικό και με την διατροφή μας στη Δυτική Αφρική είναι απίθανο να πήραμε παραπάνω κιλά. Ειδοποιώ την ρεσέψιον και έρχεται ένας υπάλληλος, ο οποίος στερεώνει πρόχειρα το στρώμα και φεύγει γεμάτος ικανοποίηση, έτοιμη παγίδα για τον επόμενο ανύποπτο πελάτη που θα ξαπλώσει! Το δεύτερο μείον του ξενοδοχείου, είναι ότι το wifi είναι ανύπαρκτο, πρέπει να πας κοντά στην ρεσέψιον για να βρεις ένα αδύνατο σήμα.
Βγαίνουμε στην πόλη που είναι όμορφη, τυπική Αφρικανική πόλη, με το κοκκινόχωμα, τα μαγαζιά και κανα δυό υπαίθριες αγορές που λειτουργούν ακόμη, αν και είναι αργά το απόγευμα. Κάνουμε έναν αρκετά μεγάλο περίπατο, η πόλη μας φαίνεται αρκετά ασφαλής, αλλά καλού κακού φροντίζουμε να μην απομακρυνθούμε από το κέντρο. Γυρίζουμε στο ξενοδοχείο όπου έχουμε ένα ωραίο δείπνο με ψητό κοτόπουλο – σε πολλά μέρη στον βορρά έχουν μόνο κοτόπουλο, γεγονός όχι ιδιαίτερα ευχάριστο για τον ένα φίλο της παρέας μας που δεν το τρώει και αρκείται στις τηγανητές πατάτες.

Το ξενοδοχείο μας στην Natitingou
Το άλλο πρωί φεύγουμε πολύ νωρίς γιατί έχουμε μεγάλη διαδρομή για την Αbomey, την παλιά πρωτεύουσα του Βασιλείου της Δαχομέης, αφού θα πρέπει να διασχίζουμε το μεγαλύτερο μέρος της χώρας. Πιο βόρεια από την Natitingou υπάρχει το γνωστό Εθνικό Πάρκο W, γύρω από μια καμπή του ποταμού Νίγηρα, μεταξύ των τριών χωρών Μπενίν, Μπουρκίνα Φάσο και Νίγηρα. Αποφασίσαμε όμως, να μην το επισκεφθούμε, επειδή έχουμε επισκεφθεί πολλά πάρκα στην Ανατολική και Νότια Αφρική, που είναι πολύ πιο φημισμένα για την άγρια ζωή που φιλοξενούν. Λέμε στον Μπεν περιπαιχτικά ότι τον βρίσκουμε κουρασμένο μετά τη χθεσινή νύχτα και χαμογελάει πλατιά δίχως άλλες λεπτομέρειες. Ο δρόμος είναι γενικά καλός, αλλά για μεγάλα διαστήματα είναι άσχημος χωματόδρομος. Περνάμε μικρά χωριά και πάγκους με υπαίθριους πωλητές που εμπορεύονται γλυκοπατάτες. Όσο πλησιάζουμε προς το κεντρικό τμήμα της χώρας, το τοπίο αλλάζει τελείως. Η ξερή σαβάνα μετατρέπεται σε πράσινο τροπικό τοπίο, με πολλά νερά και βλάστηση στη διαδρομή μας.





















Η διαδρομή μας προς την Αbomey
Περίπου στα δύο τρίτα της απόστασης που θα διανύσουμε φθάνουμε στο ονομαστό φετίχ Dankoli. Τα φετίχ και τα ιερά αφθονούν κατά μήκος των δρόμων του Μπενίν, αλλά κανένα δεν είναι τόσο φημισμένο και ισχυρό όσο το φετίχ Dankoli. Αυτό είναι στην πραγματικότητα το σπουδαιότερο και ισχυρότερο φετίχ της Αφρικής και αποτελεί πολύ δημοφιλή τόπο προσκυνήματος. Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που έρχονται εδώ από τις γειτονικές χώρες όπως το Τόγκο, τη Νιγηρία και τη Γκάνα, αλλά επίσης και από μακρινές χώρες όπως η Βραζιλία και η Καραϊβική. Χιλιάδες μικρά ξύλα σπρώχνονται μέσα στο φετίχ σαν μάρτυρες των αναρίθμητων προσευχών που γίνονται στον τοπικό θεό από τους πιο έμπειρους πιστούς, ώστε να ικανοποιήσουν τις καθημερινές τους ανάγκες: μια καλή σοδειά, έναν ευτυχισμένο γάμο, έναν εύκολο τοκετό, μια επιτυχία στο σχολείο, κλπ. Όταν οι προσευχές τους εισακουσθούν, γυρίζουν ξανά για να θυσιάσουν ότι είχαν υποσχεθεί στο φετίχ, είτε αυτό είναι κατσίκα, είτε κοτόπουλο ή αγελάδα, σύμφωνα με την φύση της προσευχής. Ίχνη από αίμα, αλκοόλ από φοίνικα και φοινικέλαιο στο φετίχ αποδεικνύουν ότι σε πολλούς πιστούς, οι προσευχές τους εισακούσθηκαν. Κατά τύχη, όταν φθάνουμε στο Dankoli, είναι η ώρα που μερικοί άνδρες ετοιμάζονται για μια θυσία. Είναι ένα μικρό κατσικάκι που έχει καταλάβει τι το περιμένει και γογγύζει απελπισμένα. Οι πιστοί ρίχνουν και μερικά χρήματα στον βωμό και ο ένας από αυτούς πραγματοποιεί την σφαγή. Ο οργανωτής της θυσίας μας πλησιάζει και μας λέει να μην βγάζουμε φωτογραφίες, ευτυχώς όμως πρόλαβα να βγάλω μερικές. Το θέαμα πάντως είναι εξαιρετικά δυσάρεστο.





Η θυσία στο φετίχ Dankoli
Φθάνουμε στην Abomey, η οποία υπήρξε η πρώην πρωτεύουσα του αρχαίου βασιλείου της Δαχομέης και ένα πολύβουο κέντρο δουλεμπορίου. Στιγμιότυπα από τον τρόπο ζωής της μεγάλης βασιλικής δυναστείας είναι ακόμη ορατά στα μεγαλοπρεπή παλάτια της Abomey, στους τάφους των μοναρχών που έχουν προ πολλού αποβιώσει και στο μουσείο που φιλοξενεί εκτεταμένες συλλογές. Τα αρχαία παλάτια έχουν την διάκριση να έχουν κηρυχθεί Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς από την UNESCO. Η Abomey ιδρύθηκε από τους Fon γύρω στο 1625 και είδε το βασίλειό της και τα παλάτια της να ευημερούν, χάρις στον πλούτο που προέρχονταν από το δουλεμπόριο. Οι Fon είναι η μεγαλύτερη εθνική ομάδα στο Μπενίν, με ένα καλά αναπτυγμένο πολυθεϊστικό θρησκευτικό σύστημα, συνδεδεμένο με το βασίλειο της Δαχομέης. Οι Βασιλείς της Δαχομέης ήταν δεσποτικοί και αιμοσταγείς ηγεμόνες που πραγματοποιούσαν τελετές με ανθρωποθυσίες, ξεκίνησαν μια μακρά σειρά πολέμων και ήταν ανάμεσα στους κυρίαρχους ηγέτες στο σκλαβοπάζαρο στη Δυτική Αφρική. Ειδικά, με τους εξοπλισμούς τους, άρπαζαν άνδρες και γυναίκες από άλλες εθνικές ομάδες και τους αντάλλασσαν με τους Ευρωπαίους για όπλα, αλλά ανταποδοτικά και για Δυτικά βιομηχανικά αντικείμενα.
Φθάνουμε στον χώρο του Ιστορικού Μουσείου της Abomey και ο Μπεν κανονίζει την είσοδό μας. Ο τοπικός ξεναγός μας εξηγεί λίγα πράγματα για τον χώρο αυτό. Από το 1625 μέχρι το 1900, 12 βασιλείς διαδέχθηκαν ο ένας τον άλλο, επικεφαλής του δυναμικού Βασίλειου της Δαχομέης. Με την εξαίρεση του Βασιλιά Akaba, ο οποίος είχε την δική του ξεχωριστή περίφρακτη εγκατάσταση, όλοι είχαν κτίσει τα παλάτια τους μέσα στην ίδια περιοχή περιφραγμένη από τείχη άχυρου και πηλού, σε συνέχεια των προηγούμενων παλατιών όσον αφορά την χρήση του χώρου και των υλικών. Τα βασιλικά παλάτια της Abomey είναι μια μοναδική υπενθύμιση αυτού του εξαφανισμένου βασιλείου. Σήμερα, τα παλάτια δεν κατοικούνται πλέον, αλλά αυτά του Βασιλιά Ghézo και του Βασιλιά Glélé φιλοξενούν το Ιστορικό Μουσείο της Abomey, το οποίο απεικονίζει την ιστορία του βασιλείου και τον συμβολισμό του μέσω μιάς επιθυμίας για ανεξαρτησία, αντίσταση και μάχη κατά της αποικιοκρατικής κατοχής. Ξεκινάμε την επίσκεψη και περνάμε σε έναν μεγάλο υπαίθριο χώρο, γύρω από τον οποίο υπάρχουν διάφορα κτίρια. Και εδώ απαγορεύεται η φωτογραφία, αλλά μαθημένα πια τα βουνά από τα χιόνια, βγάζω αρκετές. Στα κτίρια των Βασιλικών Παλατιών υπάρχουν πολύχρωμα ανάγλυφα που λειτούργησαν σαν βιβλίο καταγραφής των σημαντικών γεγονότων στην εξέλιξη του λαού των Fon και της αυτοκρατορίας τους, αναφέροντας τις στρατιωτικές νίκες και ισχύ κάθε βασιλιά και καταγράφοντας τους μύθους, τα έθιμα και τα τελετουργικά του λαού των Fon.
Σε μια αίθουσα βλέπουμε τον θρόνο του Ghezo, στηριγμένο στα κρανία τεσσάρων εχθρών. Ο Ghezo υπήρξε Βασιλιάς της Δαχομέης από το 1818 μέχρι το 1858. Ο Ghezo κυβέρνησε στο βασίλειο κατά την διάρκεια μιας ταραγμένης περιόδου, που σημαδεύτηκε από σημαντική εγχώρια διαφωνία και πίεση από τους Βρετανούς για το τέλος του δουλεμπορίου, συνδυασμένου με Βρετανικό μπλοκάρισμα των λιμανιών της Δαχομέης. Kατά διαστήματα συμφωνούσε με τον τερματισμό του δουλεμπορίου, αλλά μετά το ξαναξεκινούσε, μέχρι που τελικά δολοφονήθηκε το 1858. Βλέπουμε πολλές ταπετσαρίες που χρησίμευαν για να καταγράψουν και να εξυμνήσουν την ισχύ του βασιλείου, να δείξουν πολεμικές σκηνές και να απεικονίσουν τρομακτικές σκηνές αποκεφαλισμένων ανδρών. Στον περίβολο των κιτρίων εκτίθενται πολλά Ολλανδικά, Αγγλικά και Πορτογαλικά κανόνια στοιχημένα γύρω από τα περιμετρικά τείχη. Αυτά υπήρξαν τα περισσότερο πολύτιμα εμπορεύματα για τους Fon, στην ανταλλαγή με σκλάβους: κάθε ένα άξιζε 21 κορίτσια ή 15 άνδρες που πουλιόντουσαν στους Δυτικούς σαν σκλάβοι.
Το Βασίλειο της Δαχομέης ήταν ξακουστό και για τις ανθρωποθυσίες του. Εκατοντάδες αιχμάλωτοι θυσιαζόντουσαν σε ετήσιες τελετές βουντού. Επίσης, τον θάνατο ενός βασιλιά τον ακολουθούσε μεγάλη σφαγή αιχμαλώτων, αναφέρεται μάλιστα ότι σε κάποια τέτοια τελετή θυσιάστηκαν 4.000 άνθρωποι. Ένα άλλο χαρακτηριστικό του Βασιλείου της Δαχομέης ήταν το γυναικείο στρατιωτικό σώμα των Αμαζόνων. Οι Αμαζόνες της Δαχομέης ήταν μιά αποκλειστικά γυναικεία στρατιωτική ομάδα Fon, η οποία λειτούργησε μέχρι το τέλος του 19ου αιώνα στο Βασίλειο της Δαχομέης. Προστατεύοντας τον βασιλιά τους στα αιματηρότερα από τα πεδία μαχών, αναδύθηκαν σαν μια ελίτ μαχητική δύναμη στο Βασίλειο. Περιγράφονταν σαν αδιάφθορες, ορκισμένες παρθένες, που είχαν σαν σήμα κατατεθέν τους τον ταχύ αποκεφαλισμό. Στην ακμή τους, αποτελούσαν περίπου το ένα τρίτο του συνόλου του στρατού της Δαχομέης. Ήταν δύναμη 6.000, αλλά σύμφωνα με τα Ευρωπαϊκά αρχεία, κρίνονταν μόνιμα σαν ανώτερες των αρρένων στρατιωτών σε αποτελεσματικότητα και θάρρος. Οι αμαζόνες δεν επιτρέπονταν να παντρεύονται ή να έχουν παιδιά ενώ υπηρετούσαν σαν στρατιώτες και εθεωρούντο ότι είναι παντρεμένες με τον Βασιλιά με όρκο αγνότητας, αφοσιωμένες μόνον στο σχεδόν ιερό κύρος τους σαν πολεμίστριες ελίτ. Οι πολεμίστριες διαλύθηκαν όταν το βασίλειο έγινε Γαλλικό προτεκτοράτο. Η προφορική παράδοση λέει ότι μερικές επιζήσασες αμαζόνες παρέμειναν μετά μυστικά στην Abomey, όπου κρυφά δολοφόνησαν έναν αριθμό Γάλλων αξιωματικών.











Η είσοδός μας στην Abomey



















Στα αρχαία παλάτια της Δαχομέης
Φεύγουμε από το Συγκρότημα των Παλατιών και του Μουσείου γεμάτοι έντονες εντυπώσεις από το άγριο και πανίσχυρο αυτό βασίλειο και την τόσο ταραγμένη ιστορία της Αφρικής. Το ξενοδοχείο είναι ωραιότατο, αλλά υπάρχει ένα πρόβλημα. Δεν έχουν κρατήσει για όλους δωμάτια! Φυσικά λέμε στον Μπεν να μας βρει άλλο. Μετά από αρκετή διαδρομή μας πηγαίνει σε ένα μικρό ξενοδοχείο, που έχει όλα κιόλα τέσσερα δωμάτια σε ένα ισόγειο με μικρό κήπο περιφραγμένο, και περιέργως, με πολύ καλό wifi. Κάνουμε ένα ωραίο δείπνο με, τι άλλο, κοτόπουλο, και καθόμαστε μέχρι αργά πίνοντας μπύρα και συζητώντας, επειδή το περιβάλλον είναι πολύ ωραίο. Το πρωί παίρνουμε ένα υπέροχο πρωινό με αυγά και εξαιρετικά τροπικά φρούτα και ξεκινάμε για το Μπενίν του Ατλαντικού.


Το ξενοδοχείο μας στην Αbomey