travelbreak
Member
- Μηνύματα
- 1.968
- Likes
- 17.262
- Επόμενο Ταξίδι
- ???
- Ταξίδι-Όνειρο
- Υπερσιβηρικός
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Πρώτη μέρα στο Βίντχοκ.
- Από το Windhoek στο Sossusvlei. 1
- Από το Windhoek στο Sossusvlei. 2
- Επίσκεψη στο Sossusvlei
- Επιστροφή από το Sossusvlei. Sesriem Canyon.
- Οδικώς στο Swakopmund.
- Βόλτες στο Σβάκοπμουντ.
- Πρώτη μέρα με το πρακτορείο
- Στο πάρκο Ετόσα.
- Σαφάρι στο πάρκο Ετόσα.
- Πάρκο Ετόσα, αλλαγή λοτζ.
- Ταξίδι δίπλα στον ποταμό Okavango.
- Βόλτες στο ποτάμι και άφιξη στη Μποτσουάνα.
- Στο Δέλτα του Οκαβάνγκο, με αεροπλάνο.
- Στο Δέλτα του Οκαβάνγκο, με αυτοκίνητο. Πρώτη μέρα.
- Ολοήμερο σαφάρι στο Δέλτα του Οκαβάνγκο. Δεύτερη μέρα.
- Λίγο σαφάρι ακόμα και άφιξη στη Νάτα.
- Nata salt pans.
- Βόλτα στον ποταμό Chobe
- Στους Καταρράκτες Βικτώρια.
- Επίσκεψη στους καταρράκτες.
- Η επιστροφή.
- Βίντεο
Επίσκεψη στο Sossusvlei
Έφτασε η μεγάλη μέρα, ή καλύτερα μια από τις μεγάλες, του ταξιδιού μας. Αναμενόταν να έχει τρομερό ενδιαφέρον. Και πράγματι είχε. Αν γράψεις στο Google Ναμίμπια θα σου βγάλει σίγουρα μέσα στις τρεις πρώτες την εικόνα της περιοχής Sossusvlei. Και συγκεκριμένα θα δεις το Deadvlei. Είναι μια μικρή έκταση, τελείως επίπεδη με λευκό χώμα και ξερά δέντρα, ηλικίας πολλών εκατοντάδων ετών. Είναι τριγυρισμένη από τεράστιους αμμόλοφους, Dunes, ένας εκ των οποίων, ο Big Daddy, θεωρείται ίσως ο μεγαλύτερος του κόσμου. Τα ύψη τους φτάνουν μέχρι σχεδόν τα 400 μέτρα.
Για το πρωί είχα βάλει πολύ νωρίς το ξυπνητήρι, αφού θέλαμε στις 6:30 να είμαστε έτοιμοι και να πάμε να μπούμε στο πάρκο την ώρα που άνοιγε. Πράγματι λίγο μετά τις 5 (νύχτα βέβαια) σηκωθήκαμε, αφήσαμε τη σκηνή στη θέση της και πήγαμε και ήπιαμε καφέ στο εστιατόριο του κάμπινγκ, το οποίο βέβαια είχε ανοίξει από τις 5. Εκεί ήταν ήδη μαζεμένοι κι άλλοι άνθρωποι και στις 6:30 πήραμε το αυτοκίνητο και πήγαμε δίπλα, στην είσοδο του πάρκου Sossus, για να πληρώσουμε το εισιτήριο και να μπούμε μέσα. Εκεί βρήκαμε πάνω από 10 αυτοκίνητα στη σειρά και ξεκινούσαν σιγά-σιγά να μπαίνουν. Είδαμε ότι έμπαιναν πάρα πολύ γρήγορα. Δεν είχαν δηλαδή μεγάλη καθυστέρηση. Το γιατί το καταλάβαμε όταν ήρθε η σειρά μας. Μας είπαν ότι δεν θα πληρώσουμε εισιτήριο τώρα, αλλά όταν θα φεύγουμε από το πάρκο. Ήταν ωραίο αυτό το σύστημα γιατί ενώ μπαίνουν όλοι μαζί το πρωί, εάν πλήρωναν τότε τα εισιτήρια θα καθυστερούσαν πάρα πολύ. Ενώ στην έξοδο βγαίνουν ένας ένας και όχι όλοι βέβαια την ίδια ώρα. Οπότε με αυτόν τον τρόπο δεν υπάρχει συνωστισμός όταν πληρώνεις το εισιτήριο. Πράγματι εμείς το μεσημέρι που βγήκαμε από το πάρκο ήτανε πολύ απλό. Κάναμε 5 λεπτά μέχρι να κόψουμε το εισιτήριο, όμως δεν καθυστερήσαμε περισσότερο.
Μπήκαμε λοιπόν λίγο μετά τις 6:30 στο Sossus, το πάρκο δηλαδή. Αλλά μέχρι να πάμε στα σημεία ενδιαφέροντος είχαμε να διανύσουμε αρκετά χιλιόμετρα. Όμως η διαδρομή ήταν πολύ όμορφη με πολλούς αμμόλοφους και διάφορα δέντρα, από τα οποία άλλα ήταν πράσινα και άλλα ήταν ξερά. Ταυτόχρονα είδαμε και την ανατολή του ήλιου. Ωραίες εικόνες! Θεωρητικά δεν επιτρεπόταν να απομακρυνθείς από το δρόμο, ούτε με το αυτοκίνητο ούτε με τα πόδια. Εκεί που επιτρεπόταν να πας υπήρχε συγκεκριμένος δρόμος με ταμπέλα, τον οποίο θα ακολουθούσες αν ήθελες.
Η διαδρομή μέχρι το τέλος όπου υπήρχε το πάρκινγκ, ήταν περίπου 60 χιλιόμετρα. Όμως ενδιάμεσα υπήρχαν 3-4 σημεία τα οποία μπορούσες να επισκεφθείς. Από αυτά άλλα ήταν πολύ κοντά στο δρόμο και τα έβλεπες και άλλα πιο μακριά. Κοντά ήταν η αμμόλοφοι 40 & 45. Αποφασίσαμε να μην πάμε τότε σε αυτούς αλλά στο γυρισμό. Το κάμαμε για να δούμε νωρίς και ξεκούραστοι αυτά που έχουν το πιο πολύ ενδιαφέρον. Σταματήσαμε μονάχα μερικές φορές για να τραβήξουμε φωτογραφίες.
Φτάσαμε περίπου στις 8 στο πάρκινγκ που άφηνες το αυτοκίνητο. Από κει εάν είχες jeep μπορούσες να συνεχίσεις και να πας αλλά τέσσερα περίπου χιλιόμετρα μέσα στην άμμο μέχρι το τελευταίο πάρκινγκ, από όπου άρχιζε η πεζοπορία για να δεις διάφορα πράγματα. Εμείς φτάνοντας στο πάρκινγκ αφήσαμε το αυτοκίνητο και ξαφνικά βλέπουμε έτοιμο να αναχωρήσει ένα τρακτέρ που τραβούσε από πίσω μία πλατφόρμα με καθίσματα επάνω. Ήταν σχεδόν γεμάτη με κόσμο. Τρέξαμε γρήγορα και ευτυχώς μας περίμενε ο οδηγός και μπήκαμε μέσα. Καταλάβαμε ότι ήμασταν πολύ τυχεροί, γιατί αυτό το τρακτέρ ήταν για κάποια συγκεκριμένα πρακτορεία που είχαν φέρει τους πελάτες τους με πούλμαν. Εκεί στην πλατφόρμα ήταν γκρουπ τουριστών. Αν δεν το προλαβαίναμε θα έπρεπε να πληρώσουμε κάποιο τζιπ για να μας μεταφέρει. Όμως ο οδηγός του τρακτέρ φαίνεται νόμιζε ότι ήμασταν μαζί με τους υπόλοιπους κι εμείς. Αυτό το αντιληφθήκαμε όταν επιστρέφαμε, που και πάλι μας περίμενε οδηγός για να ανέβουμε και να φύγουμε με τους υπόλοιπους, αφού συνέπεσε η ώρα της επιστροφής μας να είναι ίδια με την ώρα που έφευγαν και αυτά τα γκρουπ. Φαντάζομαι σε αυτούς είχαν πει ποια ώρα έπρεπε να μαζευτούν και να φύγουν.
Στο πάρκινγκ αφού παρκάραμε στα γρήγορα το αυτοκίνητο πήγαμε με το τρακτέρ και την πλατφόρμα στο τελικό σημείο. Εκεί υπήρχαν διάφορες επιλογές για περπάτημα, όρεξη να έχεις και να περπατάς πάνω στους αμμόλοφους ή πάνω στην άμμο γενικότερα. Το πιο σημαντικό από τα σημεία εκεί ήταν το Deadvlei, η αποξηραμένη λίμνη που έχει μέσα δεκάδες ξερά δέντρα τα οποία είναι γνωστά από τις φωτογραφίες της περιοχής, όπως είπα λίγο πιο πάνω. Το ταψί ή τηγάνι ή λεκάνη όπως λέγεται (pan το λένε στα αγγλικά και vlei στα ντόπια) έχει τριγύρω όμορφους αμμόλοφους. Ο πιο ψηλός είναι ο Big Daddy, ο οποίος όμως απαιτεί πολλή κούραση για να ανέβεις.
Κατευθυνθήκαμε κατευθείαν προς το τηγάνι Deadvlei με τα δέντρα για να τα δούμε και να τραβήξουμε φωτογραφίες. Μείναμε εκστασιασμένοι εκεί για αρκετή ώρα.
Αφού το απολαύσαμε έπρεπε να αποφασίσουμε τι θα κάνουμε. Ο Γιάννης με τη Ντίνα θα επέστρεφαν, αν και από λίγο διαφορετική διαδρομή, ενώ εγώ αποφάσισα να ανέβω πάνω σε ένα αμμόλοφο. Κουράστηκα πάρα πολύ γιατί πατούσε το πόδι μου 40 πόντους πιο ψηλά αλλά κατέβαινε άλλους 30, λόγω του ότι υποχωρούσε η άμμος από κάτω. Ανέβηκα μέχρι το μονοπάτι που οι άλλοι πήγαιναν προς το Big Daddy, αλλά εγώ άρχισα την επιστροφή μου, πάνω ακριβώς σε μία κορυφογραμμή. Όταν διασταυρωνόσουν εκεί με κάποιους άλλους, ο ένας έπρεπε να σταματήσει λίγο άκρη και προσεκτικά για να μην πέσει κάτω κουτρουβαλώντας μέχρι τη βάση του αμμόλοφου. Η θέα από εκεί επάνω ήταν πολύ όμορφη και εγώ το απόλαυσα γιατί στο κάτω-κάτω είχα και κατηφορική διαδρομή. Μερικές φορές μάλιστα μίλησα και με κάποιους τουρίστες οι οποίοι προχωρούσαν αντίθετα. Ευκαιρία ζητούσαν για λίγη ξεκούραση.
Στην περιοχή είδαμε πολλούς όρυγες. Ο όρυξ είναι ένα μεγάλο ζώο με δυο κέρατα που δημιουργούν μικρή καμπύλη. Τα κέρατα μερικές φορές ξεπερνούν και το ένα μέτρο. Έχει διάφορα είδη. Κάποια σκάβουν με τα κέρατα για τροφή στο έδαφος και από εκεί προέρχεται και το όνομά τους: από το ρήμα ορύσσω, σκάβω. Το ζώο αυτό και στα αγγλικά έχει το ίδιο όνομα: Oryx.
Όταν κατέβηκα από τους λόφους, βρήκα τη Ντίνα και το Γιάννη και πήραμε την πλατφόρμα και γυρίσαμε πίσω στο πάρκινγκ που είχαμε αφήσει το αυτοκίνητο. Εκεί είπαμε να ξεκουραστούμε λίγο πριν φύγουμε και εγώ είδα ένα αυτοκίνητο το οποίο φαινόταν ότι ήταν για μεταφορά τουριστών. Μάλιστα ήταν απέξω δύο άνθρωποι, μαύροι βέβαια, οι οποίοι ετοίμαζαν φαγητό. Είπα να πάω να ρωτήσω ποια εταιρεία είναι, μήπως την έχω στο νου μου μια άλλη φορά που θα ήθελα να έρθω στην Αφρική. Μήπως είναι πιο φθηνοί από τους Nomads ή μήπως έκαναν ταξίδια σε χώρες που οι άλλοι δεν πάνε. Όταν πλησιάζω αντιλαμβάνομαι (είχε επιγραφή) ότι ήταν το αυτοκίνητο από την εταιρεία Νomads, που είχα κλείσει το πακέτο των επόμενων ημερών. Πήγα και τους μίλησα και τους είπα ότι και εγώ με αυτή την ίδια εταιρεία θα πάω μετά από τρεις μέρες ένα ταξίδι. Όταν τους είπα ότι θα ξεκινήσουμε στο Σβάκοπμουντ, αυτοί μου είπαν ότι είναι το συγκεκριμένο αυτοκίνητο και οι συγκεκριμένοι άνθρωποι με τους οποίους θα ενωθούμε και θα συνεχίσουμε μαζί. Ήταν ο Μπλέσινγκ και η Πέισενς, δηλαδή ο οδηγός και η μαγείρισσα του οχήματος. Έκαναν πολύ χαρά που με είδαν. Μάλιστα μου είπαν να φωνάξω και τους άλλους δύο, τη Ντίνα και τον Γιάννη, για να τους γνωρίσουν. Εκείνη την ώρα το γκρουπ ήταν στο Deadvlei.
Στον επόμενο χάρτη φαίνεται η διαδρομή από την είσοδο του πάρκου μέχρι το Deadvlei. Το μπλε που μοιάζει με νερό δεν είναι υγρό αλλά οι λεγόμενες λεκάνες.
Έφτασε η μεγάλη μέρα, ή καλύτερα μια από τις μεγάλες, του ταξιδιού μας. Αναμενόταν να έχει τρομερό ενδιαφέρον. Και πράγματι είχε. Αν γράψεις στο Google Ναμίμπια θα σου βγάλει σίγουρα μέσα στις τρεις πρώτες την εικόνα της περιοχής Sossusvlei. Και συγκεκριμένα θα δεις το Deadvlei. Είναι μια μικρή έκταση, τελείως επίπεδη με λευκό χώμα και ξερά δέντρα, ηλικίας πολλών εκατοντάδων ετών. Είναι τριγυρισμένη από τεράστιους αμμόλοφους, Dunes, ένας εκ των οποίων, ο Big Daddy, θεωρείται ίσως ο μεγαλύτερος του κόσμου. Τα ύψη τους φτάνουν μέχρι σχεδόν τα 400 μέτρα.
Για το πρωί είχα βάλει πολύ νωρίς το ξυπνητήρι, αφού θέλαμε στις 6:30 να είμαστε έτοιμοι και να πάμε να μπούμε στο πάρκο την ώρα που άνοιγε. Πράγματι λίγο μετά τις 5 (νύχτα βέβαια) σηκωθήκαμε, αφήσαμε τη σκηνή στη θέση της και πήγαμε και ήπιαμε καφέ στο εστιατόριο του κάμπινγκ, το οποίο βέβαια είχε ανοίξει από τις 5. Εκεί ήταν ήδη μαζεμένοι κι άλλοι άνθρωποι και στις 6:30 πήραμε το αυτοκίνητο και πήγαμε δίπλα, στην είσοδο του πάρκου Sossus, για να πληρώσουμε το εισιτήριο και να μπούμε μέσα. Εκεί βρήκαμε πάνω από 10 αυτοκίνητα στη σειρά και ξεκινούσαν σιγά-σιγά να μπαίνουν. Είδαμε ότι έμπαιναν πάρα πολύ γρήγορα. Δεν είχαν δηλαδή μεγάλη καθυστέρηση. Το γιατί το καταλάβαμε όταν ήρθε η σειρά μας. Μας είπαν ότι δεν θα πληρώσουμε εισιτήριο τώρα, αλλά όταν θα φεύγουμε από το πάρκο. Ήταν ωραίο αυτό το σύστημα γιατί ενώ μπαίνουν όλοι μαζί το πρωί, εάν πλήρωναν τότε τα εισιτήρια θα καθυστερούσαν πάρα πολύ. Ενώ στην έξοδο βγαίνουν ένας ένας και όχι όλοι βέβαια την ίδια ώρα. Οπότε με αυτόν τον τρόπο δεν υπάρχει συνωστισμός όταν πληρώνεις το εισιτήριο. Πράγματι εμείς το μεσημέρι που βγήκαμε από το πάρκο ήτανε πολύ απλό. Κάναμε 5 λεπτά μέχρι να κόψουμε το εισιτήριο, όμως δεν καθυστερήσαμε περισσότερο.


Μπήκαμε λοιπόν λίγο μετά τις 6:30 στο Sossus, το πάρκο δηλαδή. Αλλά μέχρι να πάμε στα σημεία ενδιαφέροντος είχαμε να διανύσουμε αρκετά χιλιόμετρα. Όμως η διαδρομή ήταν πολύ όμορφη με πολλούς αμμόλοφους και διάφορα δέντρα, από τα οποία άλλα ήταν πράσινα και άλλα ήταν ξερά. Ταυτόχρονα είδαμε και την ανατολή του ήλιου. Ωραίες εικόνες! Θεωρητικά δεν επιτρεπόταν να απομακρυνθείς από το δρόμο, ούτε με το αυτοκίνητο ούτε με τα πόδια. Εκεί που επιτρεπόταν να πας υπήρχε συγκεκριμένος δρόμος με ταμπέλα, τον οποίο θα ακολουθούσες αν ήθελες.



Η διαδρομή μέχρι το τέλος όπου υπήρχε το πάρκινγκ, ήταν περίπου 60 χιλιόμετρα. Όμως ενδιάμεσα υπήρχαν 3-4 σημεία τα οποία μπορούσες να επισκεφθείς. Από αυτά άλλα ήταν πολύ κοντά στο δρόμο και τα έβλεπες και άλλα πιο μακριά. Κοντά ήταν η αμμόλοφοι 40 & 45. Αποφασίσαμε να μην πάμε τότε σε αυτούς αλλά στο γυρισμό. Το κάμαμε για να δούμε νωρίς και ξεκούραστοι αυτά που έχουν το πιο πολύ ενδιαφέρον. Σταματήσαμε μονάχα μερικές φορές για να τραβήξουμε φωτογραφίες.





Φτάσαμε περίπου στις 8 στο πάρκινγκ που άφηνες το αυτοκίνητο. Από κει εάν είχες jeep μπορούσες να συνεχίσεις και να πας αλλά τέσσερα περίπου χιλιόμετρα μέσα στην άμμο μέχρι το τελευταίο πάρκινγκ, από όπου άρχιζε η πεζοπορία για να δεις διάφορα πράγματα. Εμείς φτάνοντας στο πάρκινγκ αφήσαμε το αυτοκίνητο και ξαφνικά βλέπουμε έτοιμο να αναχωρήσει ένα τρακτέρ που τραβούσε από πίσω μία πλατφόρμα με καθίσματα επάνω. Ήταν σχεδόν γεμάτη με κόσμο. Τρέξαμε γρήγορα και ευτυχώς μας περίμενε ο οδηγός και μπήκαμε μέσα. Καταλάβαμε ότι ήμασταν πολύ τυχεροί, γιατί αυτό το τρακτέρ ήταν για κάποια συγκεκριμένα πρακτορεία που είχαν φέρει τους πελάτες τους με πούλμαν. Εκεί στην πλατφόρμα ήταν γκρουπ τουριστών. Αν δεν το προλαβαίναμε θα έπρεπε να πληρώσουμε κάποιο τζιπ για να μας μεταφέρει. Όμως ο οδηγός του τρακτέρ φαίνεται νόμιζε ότι ήμασταν μαζί με τους υπόλοιπους κι εμείς. Αυτό το αντιληφθήκαμε όταν επιστρέφαμε, που και πάλι μας περίμενε οδηγός για να ανέβουμε και να φύγουμε με τους υπόλοιπους, αφού συνέπεσε η ώρα της επιστροφής μας να είναι ίδια με την ώρα που έφευγαν και αυτά τα γκρουπ. Φαντάζομαι σε αυτούς είχαν πει ποια ώρα έπρεπε να μαζευτούν και να φύγουν.



Στο πάρκινγκ αφού παρκάραμε στα γρήγορα το αυτοκίνητο πήγαμε με το τρακτέρ και την πλατφόρμα στο τελικό σημείο. Εκεί υπήρχαν διάφορες επιλογές για περπάτημα, όρεξη να έχεις και να περπατάς πάνω στους αμμόλοφους ή πάνω στην άμμο γενικότερα. Το πιο σημαντικό από τα σημεία εκεί ήταν το Deadvlei, η αποξηραμένη λίμνη που έχει μέσα δεκάδες ξερά δέντρα τα οποία είναι γνωστά από τις φωτογραφίες της περιοχής, όπως είπα λίγο πιο πάνω. Το ταψί ή τηγάνι ή λεκάνη όπως λέγεται (pan το λένε στα αγγλικά και vlei στα ντόπια) έχει τριγύρω όμορφους αμμόλοφους. Ο πιο ψηλός είναι ο Big Daddy, ο οποίος όμως απαιτεί πολλή κούραση για να ανέβεις.



Κατευθυνθήκαμε κατευθείαν προς το τηγάνι Deadvlei με τα δέντρα για να τα δούμε και να τραβήξουμε φωτογραφίες. Μείναμε εκστασιασμένοι εκεί για αρκετή ώρα.







Αφού το απολαύσαμε έπρεπε να αποφασίσουμε τι θα κάνουμε. Ο Γιάννης με τη Ντίνα θα επέστρεφαν, αν και από λίγο διαφορετική διαδρομή, ενώ εγώ αποφάσισα να ανέβω πάνω σε ένα αμμόλοφο. Κουράστηκα πάρα πολύ γιατί πατούσε το πόδι μου 40 πόντους πιο ψηλά αλλά κατέβαινε άλλους 30, λόγω του ότι υποχωρούσε η άμμος από κάτω. Ανέβηκα μέχρι το μονοπάτι που οι άλλοι πήγαιναν προς το Big Daddy, αλλά εγώ άρχισα την επιστροφή μου, πάνω ακριβώς σε μία κορυφογραμμή. Όταν διασταυρωνόσουν εκεί με κάποιους άλλους, ο ένας έπρεπε να σταματήσει λίγο άκρη και προσεκτικά για να μην πέσει κάτω κουτρουβαλώντας μέχρι τη βάση του αμμόλοφου. Η θέα από εκεί επάνω ήταν πολύ όμορφη και εγώ το απόλαυσα γιατί στο κάτω-κάτω είχα και κατηφορική διαδρομή. Μερικές φορές μάλιστα μίλησα και με κάποιους τουρίστες οι οποίοι προχωρούσαν αντίθετα. Ευκαιρία ζητούσαν για λίγη ξεκούραση.




Στην περιοχή είδαμε πολλούς όρυγες. Ο όρυξ είναι ένα μεγάλο ζώο με δυο κέρατα που δημιουργούν μικρή καμπύλη. Τα κέρατα μερικές φορές ξεπερνούν και το ένα μέτρο. Έχει διάφορα είδη. Κάποια σκάβουν με τα κέρατα για τροφή στο έδαφος και από εκεί προέρχεται και το όνομά τους: από το ρήμα ορύσσω, σκάβω. Το ζώο αυτό και στα αγγλικά έχει το ίδιο όνομα: Oryx.




Όταν κατέβηκα από τους λόφους, βρήκα τη Ντίνα και το Γιάννη και πήραμε την πλατφόρμα και γυρίσαμε πίσω στο πάρκινγκ που είχαμε αφήσει το αυτοκίνητο. Εκεί είπαμε να ξεκουραστούμε λίγο πριν φύγουμε και εγώ είδα ένα αυτοκίνητο το οποίο φαινόταν ότι ήταν για μεταφορά τουριστών. Μάλιστα ήταν απέξω δύο άνθρωποι, μαύροι βέβαια, οι οποίοι ετοίμαζαν φαγητό. Είπα να πάω να ρωτήσω ποια εταιρεία είναι, μήπως την έχω στο νου μου μια άλλη φορά που θα ήθελα να έρθω στην Αφρική. Μήπως είναι πιο φθηνοί από τους Nomads ή μήπως έκαναν ταξίδια σε χώρες που οι άλλοι δεν πάνε. Όταν πλησιάζω αντιλαμβάνομαι (είχε επιγραφή) ότι ήταν το αυτοκίνητο από την εταιρεία Νomads, που είχα κλείσει το πακέτο των επόμενων ημερών. Πήγα και τους μίλησα και τους είπα ότι και εγώ με αυτή την ίδια εταιρεία θα πάω μετά από τρεις μέρες ένα ταξίδι. Όταν τους είπα ότι θα ξεκινήσουμε στο Σβάκοπμουντ, αυτοί μου είπαν ότι είναι το συγκεκριμένο αυτοκίνητο και οι συγκεκριμένοι άνθρωποι με τους οποίους θα ενωθούμε και θα συνεχίσουμε μαζί. Ήταν ο Μπλέσινγκ και η Πέισενς, δηλαδή ο οδηγός και η μαγείρισσα του οχήματος. Έκαναν πολύ χαρά που με είδαν. Μάλιστα μου είπαν να φωνάξω και τους άλλους δύο, τη Ντίνα και τον Γιάννη, για να τους γνωρίσουν. Εκείνη την ώρα το γκρουπ ήταν στο Deadvlei.
Στον επόμενο χάρτη φαίνεται η διαδρομή από την είσοδο του πάρκου μέχρι το Deadvlei. Το μπλε που μοιάζει με νερό δεν είναι υγρό αλλά οι λεγόμενες λεκάνες.
