paefstra
Member
- Μηνύματα
- 14.448
- Likes
- 46.837
2) Η Τελική Κρίση, Hieronymus Bosch (κατά πάσα πιθανότητα), 1495, Μπρυζ.
Οι πωλητές της ομορφιάς
Στην ευαίσθητη ηλικία των 20κάτι και περιμένοντας τις εξετάσεις προς διορισμό μου, έπρεπε να συμπληρώσω το part time ωράριό μου στην δουλειά που ήδη είχα. Και τί πιο λογικό από δεύτερο part time που συμπλήρωνε τα κενά του ωραρίου.
Έφτασε στα χέρια μου αγγελία για θέση γραμματέα σε γνωστή γκαλερί. Με ταπεινά κίνητρα όπως το ξύπνημα και την ανάληψη δουλειάς σχετικά αργά και την εγγύτητα στο σπίτι μου, ξεκίνησα για την πρώτη μου συνέντευξη για δουλειά, δεδομένου ότι στην άλλη είχα πάει με συστάσεις. Την πρώτη και τελευταία, όπως τα έφερε ζωή. Και την πιο παράλογη εμπειρία της ζωής μου.
Η γκαλερίστα είναι μια δυναμική 55άρα, κάθεται και με κοιτάζει εξεταστικά. Της λέω τι σπούδασα (καμία σχέση με το αντικέιμενο). Λέει εντάξει. “Από υπολογιστές ξέρεις;” Λέω όχι καλά αλλά μπορώ να μάθω το πρόγραμμα που έχετε. Μεγαλύτερο ψέμμα δεν μπορούσα να πω γιατί βαριόμουν τρομερά να μάθω, αλλά κάπου στεναχωρήθηκα, γιατί ο χώρος μου άρεσε, είχε ησυχία και ήταν και τόσο κοντά στο σπίτι μου. Ήταν προφανές ότι δεν θα με έπαιρνε και κοίταξα απογοητευμένη τον υπολογιστή. Έκπληκτη την ακούω να λέει “Δεν χρειάζεται. Ούτε εγώ ξέρω. Πληρώνω και μου τα κάνουν άλλοι αυτά. Και αυτός ο υπολογιστής δεν ανοίγει ποτέ. Αν ήξερες δεν θα μπορούσαμε να συνεννοηθούμε. Από τέχνη ξέρεις τίποτε;” Είπα την αλήθεια. Τίποτε. “Καλά, θα διαβάσεις αυτή τη βιβλιοθήκη εδώ και θα μάθεις, αλλα σύντομα. Έλα αύριο από δω. Θα σε πάρω” είπε. Την άλλη μερα το πρωί πήγα νομίζοντας ακόμη πως πρόκειται περί πλάκας. Μου έδωσε τα κλειδιά και τους κωδικούς ασφαλείας για έναν χώρο με πίνακες που κόστιζαν τετραψήφια νούμερα ή πενταψήφια. Έτσι, στα καλά καθούμενα.
Στρώθηκα στο διάβασμα. Είχε ησυχία, είχα το βαρύτατο καθήκον να σηκώνω κανα δυο τηλεφωνα τη μερα και να δείχνω κανέναν πίνακα. Και ούτε καν καθε μέρα. Απο μουσική επιτρεπόταν να ακούω μόνο κλασική. Κατευχαριστημένη. Στις εκθέσεις μου έβγαινε ο πάτος, αλλά δεν ήταν τόσο συχνα.
Τους ζωγράφους τους έμαθα γρήγορα. Βοήθησε και το διάβασμα αλλά σύντομα τους αναγνώριζα μόλις ερχόταν το έργο από το εργαστήριο, πριν δω το όνομα. Γιατί δουλεύαμε μόνο με έργα από εργαστήρια των μεγαλύτερων ονομάτων. Σ΄αυτό ήταν απόλυτη, τεκμηριώναμε και με φωτογραφίες μην τυχόν και φύγει έστω κι ένας πλαστός, γιατί η καταστροφή θα ήταν απόλυτη για τη φήμη της γκαλερί.
Σιγά σιγά άρχισα να μαθαίνω κι άλλους κανόνες. Ας πούμε τα ποσοστά. Το ληστρικά ποσοστό προμήθειας για τα νεούδια που έφτανε στο 50% ως τους επαχθείς όρους των βαριών ονομάτων που απαιτούσαν να αγοράσει η γκαλερί τον πίνακα και να προπληρωθούν, κοινώς βαρούσαν το ντέφι και χόρευες. Το κλείσιμο του τηλεφώνου στα “ελαφριά” βιογραφικά για έκθεση-δεν πόνταρε με τόσο ρίσκο. Τις τιμές. Προσφορά και ζήτηση. Και αν έμπαινε ο καλλιτέχνης σε διεθνή δημοπρασία, η τιμή εκτοξευόταν.
Τα παρακολουθουσα ολα αυτά έκπληκτη τον πρώτο καιρό. Είχα αρχίσει να ξεχωρίζω τα ονόματα σε κατηγορίες. Είχαμε τους σχετικά φθηνούς φασόν (τα ίδια και τα ίδια δηλαδή) που τους προτείναμε για δώρα νεονύμφων. Τους ακριβούς φασόν. Το λέγαμε κομψά στους αγοραστές “Δεν θα ήταν υπέροχο πάνω από το τζάκι; ή στο σαλόνι;” Και αυτά που πηγαιναν για συλλέκτες, τα “δύσκολα “ έργα.
Λόγω ησυχίας και μοναξιάς είχα τον χρόνο να κοιτάζω τα έργα με τις ώρες. Κάπου εκεί μέσα υπήρχε η ομορφιά αλλά συνήθως μου ξέφευγε. Κάπως καλύτερα τα πήγαινα με τα πιο “δύσκολα¨έργα. Έβλεπα το παράλογο στις τιμές των φασονατζήδων. Κι όμως υπήρξαν πρωινά που κάτι ακόμη κι από αυτούς με άγγιξε. Γύρω μου γινόταν ένας χορός χιλιάδων ευρώ.
Το μεγάλο σοκ ήρθε όταν έκπληκτη είδα να έρχεται από το εργαστήρι του μεγαλύτερου ονόματος στην Ελλάδα έργο ζωγραφισμένο σε χαρτοσακκούλα. Από αυτές του μανάβη. Το κορνιζώσαμε και του βάλαμε τιμή. Ένα σχέδιο σε χαρτοπετσέτα κρατήθηκε σε είδικό συρτάρι στην αποθήκη. Υπήρξε δυσκολία να κοστολογηθεί.
Ένιωθα ότι βουλιάζω σε μια θάλασσα κυνισμού και χυδαιότητας. Η δε γκαλερίστα έκανε “μπίζνες” με τον γυναικείο τρόπο. Ερχόταν ένα πρωί και έλεγε “Αλλάζουμε όλες τις τιμές του τάδε προς τα πάνω” Αν ρωτούσα γιατί, έλεγε ότι είχε πληροφορίες ότι αυξήθηκε η ζήτηση. Εγώ θεωρούσα πιο πιθανό να πληρωσε καμια κλήση για το αυτοκίνητο ή να αυξήθηκε η τιμή στο κομμωτήριο. Έβλεπα τους πελάτες που ξύνιζαν.
Αποφάσισα να βυθιστώ ως το τέρμα στη χυδαιότητα της πώλησης της “ομορφιάς” προτείνοντας κάτι πιο ορθολογικό. Να βγάλουμε τιμές ανα τετραγωνικό εκατοστό για τον καθένα από τα μεγάλα ονόματα, ανάλογες με την τελευταια δημοπρασία στους Christies. Νόμιζα ότι θα βάλει τα γέλια. Το βρήκε εξαιρετική ιδέα. Έκανα τα στατιστικά και βάλαμε τις νέες τιμές. Οι πελάτες δεν ξύνιζαν πια. Κι εμείς πουλούσαμε Τέχνη με το μέτρο.
Έμεινα δυο χρόνια στη δουλειά αυτή κι αν δεν ξεκινούσα αυτό που σπούδασα, θα έμενα κι άλλο. Δεν κατάφερα για χρόνια να συνειδητοποιήσω αν ήταν καλό ή κακό αυτό που κάναμε. Θέλω να πω, την ώρα που ερχόταν ένα πραγματικά ωραίο έργο από τα εργαστήρια, το ανοίγαμε και το κοιτούσαμε για κάμποσα λεπτά ανατριχιάζοντας. Έχει αγάπη για την Τέχνη η πώλησή της; Και πόση; Είμασταν ανήθικοι; Και πόσο; Οι πελάτες ήταν ευχαριστημένοι και τα έργα έβρισκαν τον προορισμό τους. Δεν είμαι βέβαιη ότι ακόμη μπόρεσα να βγάλω την Τελική Κρίση.
Οι πωλητές της ομορφιάς
Στην ευαίσθητη ηλικία των 20κάτι και περιμένοντας τις εξετάσεις προς διορισμό μου, έπρεπε να συμπληρώσω το part time ωράριό μου στην δουλειά που ήδη είχα. Και τί πιο λογικό από δεύτερο part time που συμπλήρωνε τα κενά του ωραρίου.
Έφτασε στα χέρια μου αγγελία για θέση γραμματέα σε γνωστή γκαλερί. Με ταπεινά κίνητρα όπως το ξύπνημα και την ανάληψη δουλειάς σχετικά αργά και την εγγύτητα στο σπίτι μου, ξεκίνησα για την πρώτη μου συνέντευξη για δουλειά, δεδομένου ότι στην άλλη είχα πάει με συστάσεις. Την πρώτη και τελευταία, όπως τα έφερε ζωή. Και την πιο παράλογη εμπειρία της ζωής μου.
Η γκαλερίστα είναι μια δυναμική 55άρα, κάθεται και με κοιτάζει εξεταστικά. Της λέω τι σπούδασα (καμία σχέση με το αντικέιμενο). Λέει εντάξει. “Από υπολογιστές ξέρεις;” Λέω όχι καλά αλλά μπορώ να μάθω το πρόγραμμα που έχετε. Μεγαλύτερο ψέμμα δεν μπορούσα να πω γιατί βαριόμουν τρομερά να μάθω, αλλά κάπου στεναχωρήθηκα, γιατί ο χώρος μου άρεσε, είχε ησυχία και ήταν και τόσο κοντά στο σπίτι μου. Ήταν προφανές ότι δεν θα με έπαιρνε και κοίταξα απογοητευμένη τον υπολογιστή. Έκπληκτη την ακούω να λέει “Δεν χρειάζεται. Ούτε εγώ ξέρω. Πληρώνω και μου τα κάνουν άλλοι αυτά. Και αυτός ο υπολογιστής δεν ανοίγει ποτέ. Αν ήξερες δεν θα μπορούσαμε να συνεννοηθούμε. Από τέχνη ξέρεις τίποτε;” Είπα την αλήθεια. Τίποτε. “Καλά, θα διαβάσεις αυτή τη βιβλιοθήκη εδώ και θα μάθεις, αλλα σύντομα. Έλα αύριο από δω. Θα σε πάρω” είπε. Την άλλη μερα το πρωί πήγα νομίζοντας ακόμη πως πρόκειται περί πλάκας. Μου έδωσε τα κλειδιά και τους κωδικούς ασφαλείας για έναν χώρο με πίνακες που κόστιζαν τετραψήφια νούμερα ή πενταψήφια. Έτσι, στα καλά καθούμενα.
Στρώθηκα στο διάβασμα. Είχε ησυχία, είχα το βαρύτατο καθήκον να σηκώνω κανα δυο τηλεφωνα τη μερα και να δείχνω κανέναν πίνακα. Και ούτε καν καθε μέρα. Απο μουσική επιτρεπόταν να ακούω μόνο κλασική. Κατευχαριστημένη. Στις εκθέσεις μου έβγαινε ο πάτος, αλλά δεν ήταν τόσο συχνα.
Τους ζωγράφους τους έμαθα γρήγορα. Βοήθησε και το διάβασμα αλλά σύντομα τους αναγνώριζα μόλις ερχόταν το έργο από το εργαστήριο, πριν δω το όνομα. Γιατί δουλεύαμε μόνο με έργα από εργαστήρια των μεγαλύτερων ονομάτων. Σ΄αυτό ήταν απόλυτη, τεκμηριώναμε και με φωτογραφίες μην τυχόν και φύγει έστω κι ένας πλαστός, γιατί η καταστροφή θα ήταν απόλυτη για τη φήμη της γκαλερί.
Σιγά σιγά άρχισα να μαθαίνω κι άλλους κανόνες. Ας πούμε τα ποσοστά. Το ληστρικά ποσοστό προμήθειας για τα νεούδια που έφτανε στο 50% ως τους επαχθείς όρους των βαριών ονομάτων που απαιτούσαν να αγοράσει η γκαλερί τον πίνακα και να προπληρωθούν, κοινώς βαρούσαν το ντέφι και χόρευες. Το κλείσιμο του τηλεφώνου στα “ελαφριά” βιογραφικά για έκθεση-δεν πόνταρε με τόσο ρίσκο. Τις τιμές. Προσφορά και ζήτηση. Και αν έμπαινε ο καλλιτέχνης σε διεθνή δημοπρασία, η τιμή εκτοξευόταν.
Τα παρακολουθουσα ολα αυτά έκπληκτη τον πρώτο καιρό. Είχα αρχίσει να ξεχωρίζω τα ονόματα σε κατηγορίες. Είχαμε τους σχετικά φθηνούς φασόν (τα ίδια και τα ίδια δηλαδή) που τους προτείναμε για δώρα νεονύμφων. Τους ακριβούς φασόν. Το λέγαμε κομψά στους αγοραστές “Δεν θα ήταν υπέροχο πάνω από το τζάκι; ή στο σαλόνι;” Και αυτά που πηγαιναν για συλλέκτες, τα “δύσκολα “ έργα.
Λόγω ησυχίας και μοναξιάς είχα τον χρόνο να κοιτάζω τα έργα με τις ώρες. Κάπου εκεί μέσα υπήρχε η ομορφιά αλλά συνήθως μου ξέφευγε. Κάπως καλύτερα τα πήγαινα με τα πιο “δύσκολα¨έργα. Έβλεπα το παράλογο στις τιμές των φασονατζήδων. Κι όμως υπήρξαν πρωινά που κάτι ακόμη κι από αυτούς με άγγιξε. Γύρω μου γινόταν ένας χορός χιλιάδων ευρώ.
Το μεγάλο σοκ ήρθε όταν έκπληκτη είδα να έρχεται από το εργαστήρι του μεγαλύτερου ονόματος στην Ελλάδα έργο ζωγραφισμένο σε χαρτοσακκούλα. Από αυτές του μανάβη. Το κορνιζώσαμε και του βάλαμε τιμή. Ένα σχέδιο σε χαρτοπετσέτα κρατήθηκε σε είδικό συρτάρι στην αποθήκη. Υπήρξε δυσκολία να κοστολογηθεί.
Ένιωθα ότι βουλιάζω σε μια θάλασσα κυνισμού και χυδαιότητας. Η δε γκαλερίστα έκανε “μπίζνες” με τον γυναικείο τρόπο. Ερχόταν ένα πρωί και έλεγε “Αλλάζουμε όλες τις τιμές του τάδε προς τα πάνω” Αν ρωτούσα γιατί, έλεγε ότι είχε πληροφορίες ότι αυξήθηκε η ζήτηση. Εγώ θεωρούσα πιο πιθανό να πληρωσε καμια κλήση για το αυτοκίνητο ή να αυξήθηκε η τιμή στο κομμωτήριο. Έβλεπα τους πελάτες που ξύνιζαν.
Αποφάσισα να βυθιστώ ως το τέρμα στη χυδαιότητα της πώλησης της “ομορφιάς” προτείνοντας κάτι πιο ορθολογικό. Να βγάλουμε τιμές ανα τετραγωνικό εκατοστό για τον καθένα από τα μεγάλα ονόματα, ανάλογες με την τελευταια δημοπρασία στους Christies. Νόμιζα ότι θα βάλει τα γέλια. Το βρήκε εξαιρετική ιδέα. Έκανα τα στατιστικά και βάλαμε τις νέες τιμές. Οι πελάτες δεν ξύνιζαν πια. Κι εμείς πουλούσαμε Τέχνη με το μέτρο.
Έμεινα δυο χρόνια στη δουλειά αυτή κι αν δεν ξεκινούσα αυτό που σπούδασα, θα έμενα κι άλλο. Δεν κατάφερα για χρόνια να συνειδητοποιήσω αν ήταν καλό ή κακό αυτό που κάναμε. Θέλω να πω, την ώρα που ερχόταν ένα πραγματικά ωραίο έργο από τα εργαστήρια, το ανοίγαμε και το κοιτούσαμε για κάμποσα λεπτά ανατριχιάζοντας. Έχει αγάπη για την Τέχνη η πώλησή της; Και πόση; Είμασταν ανήθικοι; Και πόσο; Οι πελάτες ήταν ευχαριστημένοι και τα έργα έβρισκαν τον προορισμό τους. Δεν είμαι βέβαιη ότι ακόμη μπόρεσα να βγάλω την Τελική Κρίση.
Last edited: